Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Πέντε Θέσεις για το χρέος: Χτυπάμε το χρέος / Απεργία χρέους

Από εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr)
ΠΟΤΕ ΧΤΥΠΑΜΕ ΤΟ ΧΡΕΟΣ. ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΧΡΕΟΥΣ. ΠΩΣ ΘΑKΑΤΑΡΓΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΧΡΕΟΣ:

Θα πρέπει να ξαναφτιάξουμε το αποτυχημένο οικονομικό σύστημά μας που φτωχαίνει εκατομμύρια ανθρώπους, ενώ παράλληλα καταστρέφει το οικοσύστημα. Χρησιμοποιώντας μια ποικιλία από τακτικές, που περιλαμβάνουν ένα κυλιόμενο ιωβηλαίο, ένα Λαϊκό Ταμείο, και μια δυναμική οργάνωση μιας απεργίας χρέους, το χτύπημα του χρέους επιδιώκει να καταργήσει το χρέος και να αναδημιουργήσει μια δίκαιη κοινωνία, όπου τα χρέη και οι δεσμοί θα είναι μεταξύ μας και όχι με το 1%.

Όταν χτυπάς το χρέος, γνωρίζεις ότι:

1. Δεν είσαι ένα δάνειο.
Το χρέος δεν είναι προσωπικό, είναι πολιτικό. Το σύστημα του χρέους μάς διαμορφώνει ως απομονωμένους, φοβισμένους και υποταγμένους, απρόθυμους να σκεφτούμε να τοποθετηθούμε δημόσια για το φόβο των παντοδύναμων αξιολογήσεων της πιστοληπτικής ικανότητας. Υπάρχει λόγος που τόσοι πολλοί άνθρωποι μιλούν για το χρέος ως σκλαβιά. Η σκλαβιά ήταν κοινωνικός θάνατος. Έτσι είναι το χρέος. Μας κάνει να ντρεπόμαστε. Πρέπει να πουλάμε το χρόνο μας, τις ψυχές μας, να μη μας νοιάζουν οι θέσεις εργασίας παρά μόνο για να μπορούμε να καταβάλουμε τόκους στην τράπεζα. Τώρα που το χρέος είναι τόσο αχαλίνωτο, πολλοί από εμάς ντρεπόμαστε που βάζουμε άλλους σε χρέος. Επαγγελματίες, από το δάσκαλο έως το δικηγόρο και το γιατρό, έχουν γίνει μέσα για να κατευθύνουν περισσότερα θύματα στους τοκογλύφους. Έτσι ίσως, πάνω απ 'όλα, θα χτυπήσουμε το φόβο, θα αρνηθούμε την ντροπή, θα βάλουμε τέλος στην απομόνωση. Όταν χτυπάμε το χρέος, επιτρέπουμε στον εαυτό μας να είναι κάτι περισσότερο από ένα σύνολο αριθμών. Κατά μία έννοια, δημιουργούμε τη δυνατότητα της φαντασίας. Δεν αποποιούμαστε την ευθύνη μας, ασκούμε το έμφυτο δικαίωμά μας να αρνηθούμε το άδικο.

2. Ζούμε σε μια κοινωνία χρέους, που υποστηρίζεται και διασφαλίζεται από το σύστημα του χρέους-φυλακή.
1 τρισεκατομμύρια δολάρια χρέος σπουδαστών. 64% του συνόλου των πτωχεύσεων προκαλούνται από ιατρικό χρέος. 5 εκατομμύρια σπίτια σφραγισμένα ήδη, άλλα 5 εκατομμύρια υπό αδυναμία πληρωμής ή κατάσχεση. Το χρέος πιστωτικών καρτών είναι 800 δισεκατομμύρια δολάρια, δημιουργώντας κατά μέσο όρο 16,24% τόκο στο χρήμα των τραπεζών, που δανείζονται με 3,25%. Το μόνιμο χρέος είναι το κατ' εξοχήν χαρακτηριστικό της σύγχρονης αμερικανικής ζωής. Η διατήρηση όλων αυτών υπό έλεγχο είναι ο ιδιάζων, ειδικά αμερικανικός, μηχανισμός, όπου οι μαζικές φυλακίσεις, οι φυλετικές διακρίσεις και η σκλαβιά του χρέους αλληλοενισχύονται. Η επιλογή είναι σαφής: χρέος ή φυλακή. Με 2 εκατομμύρια στη φυλακή, επτά εκατομμύρια που εμπλέκονται στο «σωφρονιστικό» σύστημα με διάφορους τρόπους, και sub-prime δάνεια και άλλα αρπακτικά πιστωτικά σχήματα που απευθύνονται στους έγχρωμους, αυτό είναι ένα σύστημα σχεδιασμένο να στερεί πολιτικά δικαιώματα και να αποκλείει.

3. Υπάρχει μια απεργία χρέους που είναι σε εξέλιξη
Υπάρχει κάτι που συμβαίνει στην κοινωνία χρέους αυτή τη στιγμή. 27% των φοιτητικών δανείων είναι σε αδυναμία πληρωμής. 10% του χρέους πιστωτικών καρτών έχει διαγραφεί ως μη εισπράξιμο. Κατασχέσεις και προσημειώσεις υποθηκών είναι ανεξέλεγκτες. Οι άνθρωποι προχωρούν μακριά από το χρέος. Αυτές οι δράσεις λαμβάνουν χώρα οδηγούμενες από ανάγκη, από απελπισία, αλλά επίσης και από κάτι άλλο. Τι είναι αυτό; Θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε άρνηση. Θα μπορούσαμε επίσης να το ονομάσουμε απεργία χρέους. Σε αυτήν την περίοδο της υψηλής ανεργίας, των χτυπημένων συνδικάτων, και της εργασιακής ανασφάλειας, μπορεί να μην είμαστε σε θέση να σηματοδοτήσουμε τη δυσαρέσκειά μας με το να μην πάμε στη δουλειά, αλλά μπορούμε να αρνηθούμε να πληρώσουμε. Παράλληλα με το εργατικό κίνημα, ένα κίνημα οφειλετών. Για όσους δεν μπορούν να απεργήσουν, προτείνουμε ένα κυλιόμενο ιωβηλαίο κατά το οποίο αγοράζουμε χρέος σε αδυναμία πληρωμής, το μεταπωλούμε ευρέως online για σεντς ανά δολάριο: και στη συνέχεια το καταργούμε. Θα χρηματοδοτηθεί από ένα Λαϊκό Ταμείο, και άλλες μορφές αλληλοβοήθειας που θα προεικονίζουν εναλλακτικές στην κοινωνία του χρέους.

4. Όταν χτυπάμε το χρέος, ζούμε μια ζωή αντί να αποπληρώνουμε ένα δάνειο.
Αρνούμαστε να υποθηκεύσουμε τη ζωή μας. Απορρίπτουμε τα μαθηματικά που το χρέος επιβάλλει σε μας· μαθηματικά που λένε ότι δεν μπορούμε να "διαθέτουμε" φροντίδα για τις κοινότητές μας, γιατί πρέπει να "ξεπληρώνουμε" τις τράπεζες για πάντα, πάνω και πέρα από ό,τι έχουμε δανειστεί. Aμφισβητούμε την κυριαρχία της αγοράς σε κάθε πτυχή της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής. Καταργούμε την τροχιά μιας ζωής που αρχίζει με την ανάληψη χρέους πριν από τη γέννηση, και τελειώνει με μια μεταθανάτια εκκαθάριση των λογαριασμών. Αυτή είναι οικονομική τρομοκρατία. Έχουμε την πρόθεση να αναδημιουργήσουμε έναν κοινωνικό κόσμο στον οποίο αντικρίζουμε ο ένας τον άλλον ως άνθρωποι, αναγνωρίζουμε τις διαφορές μας, και γνωρίζουμε ότι η χίμαιρα της μόνιμης οικονομικής ανάπτυξης δεν μπορεί να υπερβεί τους πραγματικούς οικολογικούς πόρους.

5. Διεκδικούμε την αναγκαιότητα της κατάργησης του χρέους και ανασυγκρότηση.
Η κατάργηση του χρέους θεωρείται ότι είναι μια αδύνατη απαίτηση. «Το χρέος πρέπει να εξοφληθεί!» Εκτός και αν είσαι εταιρία, τράπεζα, εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ή κυρίαρχο έθνος. Αντιλαμβανόμαστε ότι το χρέος βρίσκεται στο επίκεντρο του χρηματιστικού καπιταλισμού και ότι το σύστημα είναι στημένο προς όφελος εκείνων που βρίσκονται στην κορυφή. Το ερώτημα δεν είναι εάν το χρέος θα πρέπει να καταργηθεί, αλλά τι χρέος θα πρέπει να καταργηθεί. Οι τράπεζες, τα έθνη-κράτη και οι πολυεθνικές έχουν δει τα χρέη τους να "αναδιαρθρώνονται", που σημαίνει να εξοφλούνται από το λαό, ο οποίος τώρα πρέπει να συνεχίσει να πληρώνει περισσότερα. Τα χρέη των ανθρώπων, στο όνομα των οποίων έγιναν οι ενέργειες αυτές, θα πρέπει επίσης να καταργηθούν. Στη συνέχεια μπορούμε να αρχίσουμε την ανασυγκρότηση, αλλάζοντας τις συνθήκες που δημιουργούν την καταστροφική σπείρα του μόνιμου προσωπικού χρέους. Αυτή τη στιγμή πρέπει να δανειστούμε για να εξασφαλίσουμε τα βασικά αγαθά που θα έπρεπε να παρέχονται σε όλους: στέγαση, εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη και ασφάλεια στα γηρατειά. Εν τω μεταξύ, σε όλο τον κόσμο, το χρέος χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει το κόψιμο αυτών των πολύ σημαντικών υπηρεσιών. Αντιλαμβανόμαστε ότι το δημόσιο χρέος δεν είναι όπως το προσωπικό χρέος. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι πόλεις και οι χώρες μας έχουν διαρρηχθεί, αλλά ότι ο δημόσιος πλούτος υπάρχει συσσωρευμένος. Χρειαζόμαστε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο που θα θέτει το δημόσιο πλούτο σε δίκαιη χρήση και θα κατοχυρώνει το δικαίωμα να ζούμε με βάση την αλληλοβοήθεια, και όχι με βάση το δια βίου προσωπικό χρέος.

Από το Tidal για την S17 (17 Σεπτεμβρίου), ημέρα απεργίας χρέους στις ΗΠΑ, που έχει καλεστεί από το κίνημα Occupy. Μετάφραση Κ.Χ.

Κρίση και υπερσυσώρευση. Η περίπτωση της Apple

Από: http://aristeripolitiki.blogspot.gr/


Η Apple έγινε η μεγαλύτερη σε κεφαλαιοποίηση εταιρεία όλων των εποχών με αποτίμηση της αξίας της στα 623 δισ. δολάρια. Το ρεκόρ της εταιρίας με την μεγαλύτερη κεφαλαιοποίηση όλων των εποχών το κατέρριψε στις 20/8/2012, ξεπερνώντας τη Microsoft, την EXXON κ.α.!

Η κεφαλαιοποίηση της Apple είναι περίπου 2,8 φορές μεγαλύτερη από το ΑΕΠ της Ελλάδας και υπερδιπλάσιο από το ελληνικό χρέος σήμερα.

Αν διαβάσουμε ανάποδα την είδηση και τη γενικεύσουμε, δεδομένου ότι οι άλλες πολυεθνικές δεν πάνε πίσω, θα έχουμε όλο το πανόραμα της κρίσης. Υπερσυσσώρευση κεφαλαίου, άγρια ή «νόμιμη» αφαίρεση πλούτου από τους λαούς από τη μια και υπερσυσσώρευση φτώχειας από την άλλη, εκεί από όπου αντλείται ο πλούτος των πολυεθνικών. Αυτό είναι το κλειδί της κρίσης και ας λένε ό,τι θέλουν οι αστοί αναλυτές για γκόλντεν μπόϊς, κρίση χρέους, κρίση ακινήτων, τοξικά ομόλογα, λάθος πολιτικές, κακούς πολιτικούς, διαφθορά, «μαζί τα φάγαμε» κλπ, κλπ.

Τα κράτη έχουν καταντήσει φτωχότερα από τις εταιρείες γιατί τις υπηρετούν τυφλά μέσα από τις πολιτικές τους, ιδίως τις νεοφιλελεύθερες. Με κάθε τρόπο μεταφέρουν πλούτο από τους λαούς στο κεφάλαιο και ύστερα διαπιστώνουν… «έλλειμμα»!

Σήμερα οι άυλοι τίτλοι του μεγάλου μονοπωλιακού κεφαλαίου παγκοσμίως ανέρχονται περί τα 1.000 τρισεκατομμύρια (1 τετράκις εκατομμύρια) ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ είναι στα 60 τρισεκατομμύρια. Η σχέση αυτή (16:1) είναι η θηλιά στο λαιμό των λαών. Δεν θα αναλύσουμε πως απέκτησαν 16 φορές το ΑΕΠ του κόσμου υποθηκεύοντας και κλέβοντας τον μελλοντικό του πλούτο, είναι γνωστό.

Πόσο από το ΑΕΠ που παράγουν οι λαοί πρέπει να διαθέσουν στο κεφάλαιο για να έχει αυτό βιώσιμα κέρδη και το παγκόσμιο ΑΕΠ να έχει βιώσιμη αναπαραγωγή και του χρόνου; Αν το ανώτερο ποσοστό του ΑΕΠ που μπορεί να διατεθεί χωρίς πρόβλημα για το κεφάλαιο, ως κέρδη, είναι το 2,5% και το ελάχιστο ποσοστό κέρδους του κεφαλαίου για να είναι βιώσιμο και να μην υποτιμηθεί, είναι το 1% (και λίγα λέω) τότε έχουμε ένα χάσμα-έλλειμμα κάθε έτος 8,5 τρισεκατομμυρίων! Αυτό πρέπει να καλυφθεί ή με υποθήκευση μελλοντικών εσόδων (νέα δάνεια και τίτλοι) ή με ευθεία αφαίρεση υπάρχοντος αντικειμενικοποιημένου πλούτου από τους λαούς, όπως καταθέσεις, σπίτια, γη, αέρας, ορυκτός πλούτος, ήλιος, θάλασσα, νερό κλπ. 

Περιττό βέβαια να πω ότι για να αποπληρωθούν (εξαγοραστούν) αυτοί οι άυλοι τίτλοι από τους λαούς, όπως κάποιοι νομοταγείς «σοσιαλιστές» προτείνουν, θα χρειάζεται να πληρώνουν με ίδιο ποσοστό επί του ΑΕΠ 2,5%, περί τα 666 χρόνια (!!!) χωρίς να δανειστούν, στο μεταξύ, καθόλου (οι υπολογισμοί είναι γενικοί και λαμβάνουν τα δεδομένα ως σταθερά)!

Δάνεια έναντι μελλοντικών εσόδων δεν υπάρχουν πια γιατί το μέλλον των χωρών έχει ήδη πουληθεί για δεκαετίες. Κοντά 60 χρόνια θέλει η Ελλάδα να αποπληρώσει το δημόσιο χρέος με απόδοση στο κεφάλαιο του 2,5% του ΑΕΠ, με προϋπόθεση ότι στα 60 χρόνια δεν θα δανειστεί ούτε ένα ευρώ(!) ενώ αν δανείζεται τα μισά από αυτά που αποπληρώνει θα χρειαστεί 120 χρόνια, αν δανείζεται τα ίδια και δίνει μόνο τους τόκους, όπως πάνε να το κάνουν, δεν ξεπληρώνει ούτε σε 1.000 χρόνια! 

Αυτή η υπερσυσσώρευση κεφαλαίου που φαίνεται νόμιμη είναι ακριβώς η θηλιά που πνίγει τους λαούς. Είναι ο κλεμμένος δικός τους πλούτος που μετατράπηκε σε βρικόλακας στα χέρια του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Είναι η βίαιη αναστροφή του Δικαίου και η ανεστραμμένη αντανάκλαση της πραγματικότητας στο νομικό μας Δίκαιο και στις συνειδήσεις που υποτάσσονται στην κυρίαρχη ιδεολογία του κεφαλαίου. Έπειτα εμείς τρέχουμε να καλύψουμε αυτά που χρωστάμε στα κλεμμένα κεφάλαια που μας πήραν! Αυτό και αν είναι η μεγαλύτερη διαστροφή του Δικαίου και της ιστορίας των λαών.

Έτσι μόνο μια λύση υπάρχει. Επαναστατική απαλλοτρίωση του κεφαλαίου και επαναφορά του πλούτου στους πραγματικούς δημιουργούς και ιδιοκτήτες του. Όποια άλλη λύση, χωρίς αυτή την απαλλοτρίωση, απλώς αναπαράγει τη θηλιά στο λαιμό μας και γιγαντώνει τον βρικόλακα που λέγεται κεφάλαιο! 

Αν κάποιος διέστρεφε το πραγματικό νόημα και χαμογελούσε ειρωνικά ακούγοντας το σύνθημα «Νόμος είναι το Δίκαιο του Εργάτη» ας το ξανασκεφτεί γιατί η αφελής ή ανεύθυνη άρνησή του σημαίνει ότι «Νόμος είναι το Δίκαιο του Κεφαλαίου»!http://aristeripolitiki.blogspot.gr/2011/12/blog-post_27.html

Μέση λύση δεν υπάρχει και ας το βάλουν καλά το μυαλό τους οι κάθε λογίς γεφυροποιοί, σοσιαλίζοντες, «αριστεροί» και «αριστερούτσικοι».

Ο όρκος των Ισπανών γιατρών (video με ελλ. υπότιτλους)

Κάντε ΚΛΙΚ στην εικόνα να δείτε το video



Aπό: http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=iDvUUt9j5MM

Κατερίνα Γώγου - Για την αποκατάσταση του μαύρου

Της Χρυσούλας Παπαϊωάννου 
Αναδημοσίευση από το ΠΟΝΤΙΚΙ


Ένα ντοκιμαντέρ για την Κατερίνα Γώγου, τη γυναίκα που κατέληξε να 
σηκώσει στους ώμους της όλο το βάρος της νεοελληνικής κοινωνίας.

Έτσι βάφτισε ο σκηνοθέτης Αντώνης Μποσκοΐτης το ντοκιμαντέρ για τη ζωή και την ποίηση της διάσημης περσόνας των Εξαρχείων. Μιας γυναίκας που ξεκίνησε σαν ένα ελαφρόμυαλο κοριτσάκι που χόρευε τουίστ και κατέληξε να σηκώσει στους λεπτούς ώμους της όλο το βάρος της νεοελληνικής κοινωνίας....

Νιάου, νιάου, βρε γατούλα, με τη ροζ μυτούλα… Το πρώτο καρέ που πέφτει από την κινηματογραφική διαδρομή της Κατερίνας Γώγου (1940-1993) είναι η ταινία ορόσημο του νέου ελληνικού κινηματογράφου της ανεμελιάς και της ελαφρότητας. Δίπλα στην τσαχπινιά της Αλίκης Βουγιουκλάκη ξεχωρίζει ένα ακόμη χαριτωμένο μουτράκι, με κοντοκουρεμένο μαλλί, παιχνιδιάρικα μάτια και σκέρτσο στον χορό. Της Κατερίνας Γώγου. Την ώρα που παρακολουθούμε το χαρωπό τσα-τσα, το νιαζιάρικο νιαούρισμα της καλοπέρασης και του αθώου ρομάντζου, παρεμβάλλονται πλάνα από το «Βαρύ πε πόνι» του Παύλου Τάσιου. Εκεί η Γώγου είναι σκοτεινή, εσωστρεφής, με βλέμμα χαμένο στη μοναξιά και την απορία. Και είναι ακριβώς αυτή η ματιά που θα πυροδοτήσει τη γραφομηχανή της να πάρει μπροστά και να υπονομεύσει με στίχους τα σαθρά θεμέλια της νεοελληνικής κοινωνίας

Στην άκρη του κάδρου 
Ο Αντώνης Μποσκοΐτης, σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ «Κατερίνα Γώγου - Για την απο­κατάσταση του μαύρου», δεν επέλεξε τυχαία αποσπάσματα από τις δύο αυτές ταινίες για να κάνει με έναν τρόπο την εισαγωγή του. Γιατί αυτό ήταν η Κατερίνα Γώγου. Για τους πολλούς, ένας κινηματογραφικός ρόλος, άλλοτε της χορευταρούς και ελαφρόμυαλης κόρης, άλλοτε της υπάκουης υπηρέτριας, που έπαιζε πάντα στην άκρη του κάδρου. Για κάποιους άλλους, όμως, ήταν ένα πλάσμα σκοτεινό και απόκοσμο, που τριγυρνούσε στα Εξάρχεια και κατήγγελλε κάθε μορφή πατριαρχίας ή καταπίεσης, που υπερασπιζόταν τα δικαιώματα των μεονοτήτων – είτε ήταν μετανάστες, είτε πρεζάκια, είτε τραβεστί, είτε καταπιεσμένες γυναίκες –, που ζούσε πάντα στην άκρη του κάδρου της ζωής. Στο περιθώριο μιας μοναξιάς που ούρλιαζε για βοήθεια μέσα από εμπρηστικούς και απελπισμένους στίχους. Αυτή η εικόνα της αποτυπώθηκε μοναδικά στην «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσιου.

Το ντοκιμαντέρ δεν «διαβάζεται» ως εγχειρίδιο μύησης στο ποιητικό σύμπαν της Γώγου. Περισσότερο ως οδηγός αποκρυπτογράφησης της ποίησής της, μέσα από το πορτρέτο της. Ποια ήταν, πώς ξεκίνησε, πού έφτασε. Τι πέρασε, τι τη διαμόρφωσε, ποια τραύματα και αναμνήσεις έχτισαν πετραδάκι - πετραδάκι μια ψυχή ενός ανθρώπου, που, όπως λέει ο ποιητής Θανάσης Νιάρχος, «ανάμεσα στο ευχάριστο και το αναμενό μενο, προτίμησε το απρόβλεπτο και το εξαιρετικά οδυνηρό». Ναι, κάτι τέτοιες φράσεις είναι που φωτίζουν την προσωπικότητα της καταραμένης ποιήτριας. Οι άνθρωποι που μιλούν στην κάμερα του Μποσκοΐτη καταθέτουν ο καθένας τη μαρτυρία του ή την άποψή του ή και την ερμηνεία του. Ο Λευτέρης Ξανθόπουλος, για παράδειγμα, τη συ γκρίνει με την Τζουλιέτα Μασίνα στο «La strada» του Φεντερίκο Φελίνι. «Στην Ελλάδα», λέει, «δεν ευδοκίμησε ο χαρακτήρας του θηλυκού κλόουν». Και ο θεατής αρχίζει να καταλαβαίνει πώς έπεσε πάνω της ο ίσκιος της κατάρας που τη βάραινε σε όλη της τη ζωή, πιάνοντας το νήμα ήδη από την κινηματογραφική της καριέρα. «Έπαιζε συχνά τον ρόλο της υπηρέτριας. Η οργή των ποιημάτων της προέρχεται από τη συμπάθεια των σκηνοθετών και των παραγωγών να κάνει τέτοιους ρόλους», εξηγεί ο ποιητής Γιώργος Χρονάς. Και ο Αντώνης Καφετζόπουλος συμπληρώνει «την κυνηγούσε η επιτυχία του comic relief ζευγαριού με τον Τζανετάκο που τους έβαζε να κάνουν συνεχώς ο Φίνος». 

Η παθολογική σχέση με την κόρη της 
Από την ενότητα του κινηματογράφου που υπογραμμίζει την αντίφαση στην καριέρα, τη ζωή και την περσόνα της, το ντοκιμαντέρ περνάει στην ενότητα των παιδικών χρόνων, των βιωμάτων. Την ουσία περιγράφει η βιογράφος της Γώγου, Αγάπη - Βιργινία Σπυράτου: «Έλεγε για τα παιδικά της χρόνια ότι ήταν σαν άκαμπτα ξυλιασμένα παιδιά που ένας κίτρινος σκύλος τα ξεθάβει και τα γυρίζει συνέχεια πίσω σε εκείνη». Στα παιδικά χρόνια χαράκτηκαν πληγές και μετουσιώθηκαν αργότερα σε ποίηση. Το προσωπικό έγινε πολιτικό γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Η βία που έζησε ως παιδί, είτε από τον αυστηρό πατέρα της, είτε από έναν γιατρό που ήθελε να επιβεβαιώσει την παρθενιά της σε ηλικία 13 ετών, πήρε σάρκα και οστά αργότερα σε μπόλικες κόλλες χαρτί, που έσταζαν φαρμάκι ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης, φαλλοκρατισμού, σεξισμού. Πολλοί ακόμα μιλούν για την Κατερίνα Γώγου. Η Μάρω Κοντού, η Ελένη Πορτάλιου, ο Γιώργος Κορδέλλας (πρώην σύντροφος της Γώγου, που προίκισε το ντοκιμαντέρ με ένα πραγματικά σπάνιο αρχείο), ο Νάνος Βαλαωρίτης, η Όλια Λαζαρίδου, η Λένα Πλάτωνος, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Νίκος Καλογερόπουλος (απαγγέλλει συγκλονιστικά ένα ποίημα). Για τον χαρακτήρα της, τις πολιτικές της απόψεις, τη σχέση της φυσικά με τα Εξάρχεια κ.τλ. Δεν θα μπορούσε να μην θιγεί και το κεφάλαιο ναρκωτικά. Στο ντοκιμαντέρ, μάλιστα, αποκαλύπτεται, όπως υποστηρίζουν η Μάρω Κοντού, ο Γιώργος Γαρμπής και ο Δημήτρης Ταρνανάς, ότι αυτή που είχε συμμετάσχει σε έκδοση αφίσας με μότο «το κράτος πουλάει την ηρωίνη» έπεσε η ίδια στο πιο σκληρό ναρκωτικό όταν πήγε να βοηθήσει την εξαρτημένη από τις ουσίες κόρη της Μυρτώ, καρπό του γάμου της με τον Παύλο Τάσιο. 

Το χρέος των άλλων 
Το ντοκιμαντέρ έχει μια σκοτεινιά. Το βλέπεις και θέλεις μετά να τρέξεις να ρουφήξεις μια τζούρα αέρα. Θα μπορούσε αυτό να χρεωθεί στα μείον του. Όμως, όχι. Γιατί αυτό δεν ήταν η Γώγου; Μια απόκοσμη ποιήτρια, ένα κατατρεγμένο χτικιό της μοναξιάς, χτυπημένο από την αδυναμία της ευαισθησίας που έχουν οι άνθρωποι οι οποίοι μπορούν να αφουγκραστούν τις λεπτές αποχρώσεις της ζωής. Και είναι αυτοί ακριβώς που ενδεχομένως έρχονται στον κόσμο για να αναλάβουν μια αποστολή. Την περιγράφει γλαφυρά ο Θανάσης Νιάρχος: «Τα άτομα αυτά που νομίζουμε ότι αυτοκαταστρέφονται, στην πραγματικότητα αναλαμβάνουν να ξεχρεώσουν λογαριασμούς που διστάζουν να ξεχρεώσουν οι άλλοι». 


Ο Αντώνης Μποσκοΐτης μάς μιλάει για την ταινία 

Γιατί έκανες αυτό το ντοκιμαντέρ; Τι σε γοήτευσε και σε γοητεύει στην προσωπικότη τα και το έργο της Γώγου; 

Θυμάμαι την Αρλέτα σε μία συνέντευξη που μου είχε δώσει πριν από μερικά χρόνια να λέει ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να συνεργαστεί με καλλιτέχνες σαν τον Άσιμο και τη Γώγου, διότι στην κατάσταση που βρίσκονταν θα ήταν σαν να τους εκμεταλλεύεται. Μου είχε προξενήσει μεγάλη εντύπωση η δήλωση αυτή και δεν θεώρησα πως η τραγουδο ποιός και ερμηνεύτρια αναφερόταν στο αντισυστημικό του χαρακτήρα και του έργου τους, μα στα προβλήματα, απ’ τα οποία κατατρέχονταν. Εν προκειμένω, δεν θα μπορούσαν αυτά τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Κατερίνα Γώγου να μη θιγούν σε ένα κινηματογραφικό πορτρέτο της. Ωστόσο, ανέκαθεν με έλκυαν οι «καταραμένοι βίοι» των καλλιτεχνών, αυτών που, σύμφωνα και με τον Θανάση Νιάρχο, αναλαμβάνουν να σηκώσουν τα βάρη για όλους εμάς τους βολεμένους και ενδεχομένως τους άτολμους. Όταν μάλιστα ένας βίος συναρπαστικός για εμάς, όσο και τυραννικός για τους ίδιους τους καλλιτέχνες, συνδυάζεται με ένα αξιόλογο έργο τους, τότε η περίπτωσή τους συνολικά με εξιτάρει πολύ ως σκηνοθέτη - βιογράφο τους. Και η Κατερίνα Γώγου, όσο και αν ακόμη αμφισβητείται από το ποιητικό - λογοτεχνικό κατεστημένο, υπήρξε σίγουρα μια πολύ σπουδαία ποιήτρια. 

Τι εκπροσωπεί για σένα η Γώγου σήμερα; Πώς «στέκεται» ο λόγος της τώρα;

Αν ζούσε η Γώγου σήμερα θα πλησίαζε τα 73. Πώς θα ήταν; Μία αναρχική γηραιά πριμαντόνα των Εξαρχείων που θα τριγύριζε ακόμη στην πλατεία και θα έβριζε φωναχτά με άριες τους μπάτσους και τους καφενόβιους συμπολίτες; Μία αποτοξινωμένη απ’ όλα κυρία που θα έγραφε ποιήματα για τον Ιησού Χριστό; Ειλικρινά δεν μπορώ να τη φανταστώ, τη συντηρεί μέσα μου ο ροκ μύθος του «Ζήσε έντονα - Πέθανε νέος» κι ας έφυγε εκείνη στα 53 της. Ο λόγος της στέκεται και παραστέκεται αν υποτεθεί πως βιώνουμε το πιο σκληρό ρατσιστικό πρόσωπο της νεοελληνικής κοινωνίας. Κατά τη γνώμη μου την ίδια αξία με το «Σαλό ή 120 ημέρες στα Σόδομμα» του Παζολίνι έχουν και τα ποιήματα της Γώγου. Βρίθουν από ανυπόφορα σκληρές εικόνες και νοήματα. Τότε περνιόνταν για αλληγορίες, σήμερα διαβάζονται σαν προφητείες για το πιο ζοφερό, όχι μέλλον, αλλά παρόν του κόσμου μας. 

Μετά την περιπέτεια της ταινίας, τι έμαθες παραπάνω για τη Γώγου; 

Εκείνο που με σόκαρε και με συγκίνησε πολύ και δεν το γνώριζα ήταν η πραγματική αιτία που η Κατερίνα Γώγου οδηγήθηκε στην αυτοκαταστροφή από τα ναρκωτικά. Επίσης ένα ποίη μά της που γράφτηκε για τη Σόνια, την τραβεστί που δολοφονήθηκε στα Εξάρχεια, και που γι’ αυτό θέλησα να το διαβάσει μέσα στην ταινία η τρανσέξουαλ Εύα Κουμαριανού. Τέλος, αρκετά πράγματα, σημαντικά και μελαγχολικά, τα οποία ανέσυρε από τη μνήμη του ο σκηνοθέτης Γιώργος Κορδέλλας, ένας πολύ δικός της άνθρωπος. 

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή του ιστολογίου

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

Το οικονομικοχρηματιστικό και το οικολογικό χρέος

Aναδημοσίευση από εφημρίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr)
Του Γιώργου Κολέμπα 



Το έχουμε ξαναδιατυπώσει: πίσω από την παγκόσμια οικονομική κρίση βρίσκεται στην ουσία η οικολογική κρίση. Με την έννοια της έλλειψης πόρων και ενέργειας από τη μια και την πεπερασμένη δυνατότητα του πλανητικού συστήματος να απορροφήσει τον μεγάλο όγκο των αποβλήτων μας από την άλλη.

Η οικονομική κρίση, έχει γίνει πια καθαρό σε όλους, οφείλεται στο γεγονός ότι η καπιταλιστική οικονομία κινείται πλέον με βάση το χρέος. Πραγματικά, η μεγάλη αύξηση της παγκόσμιας κατανάλωσης τα τελευταία 15-20 χρόνια (βασικά μεταξύ 1990-2007) πυροδοτήθηκε και στηρίχθηκε από την μαζική χορήγηση δανείων από τις τράπεζες. Είχαμε παντού αυξανόμενα επίπεδα χρέους. Των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, των κυβερνήσεων. Με τη μορφή καταναλωτικών χρεών, χρηματοπιστωτικών επενδύσεων, δημοσίων χρεών, εξωτερικών χρεών σε κάθε χώρα. Στο προηγούμενο της κρίσης διάστημα το χαρακτηριστικό ήταν η αύξηση ιδίως των καταναλωτικών χρεών. Χρησιμοποιήθηκαν σαν μηχανισμός, ώστε η κατανάλωση να γίνει ο βασικός μοχλός της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Εκ των πραγμάτων τα καταναλωτικά δάνεια χρησιμοποιήθηκαν για να αποσυνδέσουν τις καταναλωτικές δαπάνες των εργαζομένων και των μισθωτών από τα αντίστοιχα εισοδήματά τους (« Δεν έχεις τα λεφτά για μεγαλύτερο και καινούργιο αυτοκίνητο; Πάρε το με χρηματοδότηση από την τράπεζά σου». «Δεν έχεις όλα τα λεφτά για ιδιόκτητο και μεγάλο σπίτι; Πάρε στεγαστικό δάνειο». Στην κουλτούρα του «δανείσου και ξόδευε» είναι πιο ευάλωτα τα κοινωνικά στρώματα χαμηλού εισοδήματος και η μεσαία τάξη. Όμως αυτή η κουλτούρα δεν φέρνει μακροπρόθεσμα ευημερία για αυτά, αλλά στο τέλος-όταν δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια-μάλλον φέρνει δυστυχία, αφού τα κάνουν έρμαια των πιστωτών).

Βέβαια δεν ήταν όλες οι οικονομίες το ίδιο επιρρεπείς στη δυναμική αυτή των χρεών. Στις λεγόμενες «αναδυόμενες» οικονομίες (π.χ. Κίνα, Ινδία) μάλιστα είχαμε αποταμιεύσεις από το 2001 μέχρι 2008. Αλλά και στις «προηγμένες» οικονομίες είχαμε δύο διαφορετικές, βασικά, συμπεριφορές σε σχέση με τα χρέη, το ίδιο διάστημα. Στις «φιλελεύθερες οικονομίες της αγοράς» (π.χ. ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Καναδάς, Αυστραλία κ.λπ.) είχαμε ενθάρρυνση για υψηλότερα επίπεδα καταναλωτικού χρέους, από ό,τι στις λεγόμενες «συντονισμένες οικονομίες της αγοράς» (π.χ. Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Σκανδιναβία κ.λπ.), παρόλο που και στα δύο είδη καπιταλισμού συμφωνούν ότι θα πρέπει να επιδιώκεται η «ανάπτυξη». Και σε περιόδους κρίσης η «ανάκαμψη». Διαφέρουν μόνο στον τρόπο: οι μεν τη στηρίζουν στην κατανάλωση, οι δε στις παραγωγικές επενδύσεις. 

Και στις δύο περιπτώσεις οι κυβερνήσεις-σε περιόδους κρίσης-τείνουν να δανείζονται χρήματα για να τονώσουν την «ανάκαμψη» (χρειάσθηκαν τεράστια χρηματικά ποσά π.χ. στο τέλος του 2008 και αρχές 2009, ώστε να «σταθεροποιηθεί» το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, και αυτά εξασφαλίσθηκαν από αυξημένο δημόσιο δανεισμό σε όλες τις πληγείσες από την κρίση χώρες: υπολογίζεται πάνω από 7-8 τρισεκατομμύρια δολάρια). Το γεγονός αυτό έχει σαν αποτέλεσμα εκτός από το μεγάλωμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής «φούσκας» και την κατάρρευση της ίδιας της χρηματοπιστωτικής αγοράς, λόγω απώλειας της «εμπιστοσύνης». Οι ίδιες οι πρακτικές των κυβερνήσεων και των οικονομικών ιθυνόντων, που εφαρμόστηκαν για να τονώσουν την οικονομική ανάπτυξη, οδηγούν τελικά στην οικονομική κατάρρευση. Δεν είναι βασικά η «ανευθυνότητα» ή η «απληστία» των αγορών -αν και έπαιξε σημαντικό ρόλο- η αιτία της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της κρίσης των δημοσιονομικών χρεών. Η βασικότερη αιτία είναι η ίδια η επιδίωξη της συνέχισης και της προστασίας της οικονομικής ανάπτυξης και της επικρατούσας αντίστοιχης ιδεολογίας της. 

Η πιστωτική κρίση και η ύφεση-που ζούμε σήμερα στον καπιταλιστικό κόσμο-είναι μέρος μόνο της συστημικής αποτυχίας του παραγωγικοκαταναλωτικού καπιταλιστικού προτύπου. Επακόλουθο των οικονομικών επιπτώσεων που έχει η όλο και μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη. Όμως και η αυξημένη κατανάλωση υλικών αγαθών και η αυξημένη παραγωγή τους απαιτούν αυξημένη χρήση υλικών και ενέργειας. Επίσης έχουν αυξημένη παραγωγή αποβλήτων, όσο και να αυξάνεται ο βαθμός απόδοσης της χρησιμοποιημένης τεχνολογίας. 

Το τελικό αποτέλεσμα των αυξημένων οικονομικών δραστηριοτήτων του οποιασδήποτε μορφής κεφαλαίου είναι η κατάρρευση των αποθεμάτων των φυσικών πόρων του πλανήτη και του περιβάλλοντος. Αυτό φαίνεται και από τη «φούσκα» των τιμών των υλικών αγαθών. Αυτή οφείλεται εν μέρει μόνο στην κερδοσκοπία. Κύρια αιτία της είναι η συνειδητοποίηση των αγορών ότι υπάρχει πλέον μεγάλο πρόβλημα στον εφοδιασμό. Περιβαλλοντικοί παράγοντες, ελλείψεις πόρων, η οικονομική διεύρυνση στην Ν.Α. Ασία (αναδυόμενες χώρες) κ.λπ., μειώνουν τη διάρκεια ζωής των πεπερασμένων αποθεμάτων που έχουν απομείνει. Ο ανταγωνισμός μεταξύ της εξασφάλισης τροφής και της εξασφάλισης της μετακίνησης(τρόφιμα ή βιοκαύσιμα) συμβάλει π.χ. στην αύξηση των τιμών των τροφίμων. Η αύξηση των εκπομπών του άνθρακα και η συνακόλουθη κλιματική αλλαγή, η μείωση της βιοποικιλότητας, η αποψίλωση και οι πυρκαγιές των δασών, η μείωση των ιχθυαλιευμάτων, η έλλειψη νερού, η υποβάθμιση των καλλιεργούμενων εδαφών συμβάλλουν στην μείωση της αποδοτικότητας και των οικονομικών δραστηριοτήτων των ανθρώπων και διογκώνουν το πρόβλημα της ικανοποίησης των βιοτικών αναγκών τους.

Οι υλικές και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επιδιωκόμενης ανάπτυξης είναι εξίσου υπεύθυνες για τη κρίση, όσο και οι επιπτώσεις της δράσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μας οδηγεί εκτός της δημιουργίας οικονομικών χρεών και στη δημιουργία οικολογικών χρεών. Η ανικανότητά μας να ρυθμίσουμε τις χρηματοοικονομικές αγορές συνδυάζεται με την ανικανότητά μας να προστατέψουμε τους φυσικούς πόρους και να περιορίσουμε τις οικολογικές καταστροφές. Τα χρέη που αφήνουμε στα παιδιά μας και τις μελλούμενες γενιές δεν θα είναι μόνο οικονομικά-που θα πρέπει να πληρώσουν τους πιστωτές μας-θα είναι και οικολογικά προς τον πλανήτη και τα οικοσυστήματα-που θα πρέπει να τα αποκαταστήσουν ξεπληρώνοντάς τα, αν θέλουν φυσικά να επιβιώσουν στο μέλλον. 

Προς το παρόν και τα οικολογικά μας χρέη είναι το ίδιο «επισφαλή», όσο και τα χρηματοοικονομικά. Κανένα από τα δύο είδη δεν αντιμετωπίζουμε ακόμα σωστά, αφού επιμένουμε στη κατεύθυνση της καταναλωτικής ανάπτυξης. Η με αυτόν τον τρόπο επιδιωκόμενη –έστω και βραχυπρόθεσμα-επάνοδο στην «ευημερία», δεν πρόκειται να έρθει και να είναι βιώσιμη. Είμαστε καταδικασμένοι σε αποτυχία, αν επιμένουμε στη ποσοτική μεγέθυνση των ΑΕΠ και των κάθε είδους οικονομικών δραστηριοτήτων και κατανάλωσης, που μπορεί να υπονομεύουν τη μελλοντική μας ύπαρξη. Γιατί η κακώς εννοούμενη σημερινή ευημερία, μπορεί να υπονομεύει πραγματικά τις συνθήκες στις οποίες μπορεί να βασισθεί η αυριανή μας ευημερία. Η παρούσα κατάρρευση, που βιώνουμε και σαν ελληνική κοινωνία, είναι ένα μήνυμα ότι το «αύριο είναι ήδη εδώ», αν δεν αλλάξουμε ρότα. 

Πηγή: Τοπικοποίηση

Κανένας μόνος του στην κρίση (Σημαντικό !)

Αναδημοσίευση από: Ιστορική Περιπέτεια (http://istor-tasoula.blogspot.gr/)


Η κρίση και η απειλή κοινωνικής καταστροφής
Όταν στις 23 Απριλίου 2010 ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοίνωνε την απόφαση προσφυγής στο ΔΝΤ και στους μηχανισμούς της Ε.Ε. και της ΕΚΤ για τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, ήταν σαφές πως άνοιγε μια καινούργια σελίδα στην ιστορία αυτού του τόπου. Δυο χρόνια αργότερα, είναι κοινή διαπίστωση όλων, εντός και εκτός Ελλάδας, ότι η χώρα μας ζει μια από τις χειρότερες περιόδους της νεότερης ιστορίας της, καθώς την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και τον περιορισμό της λαϊκής κυριαρχίας συνοδεύουν εντεινόμενα φαινόμενα κοινωνικής καταστροφής, που τείνει να προσλάβει πρωτοφανείς, για τα μεταπολεμικά δεδομένα, διαστάσεις.

Η κοινωνική καταστροφή έγκειται, κατά κύριο λόγο, στη ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων λαϊκών τάξεων και στρωμάτων, των μισθωτών του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών της πόλης και της υπαίθρου, των μικροβιοτεχνών, των μικρεμπόρων, της μεγάλης πλειονότητας των κάθε είδους μικροεπιχειρηματιών. Η απαξίωση της εργασίας, με τις περικοπές μισθών που καταδικάζουν μεγάλο μέρος των εργαζομένων να ζει πολύ κάτω από τα όρια της φτώχειας, σε συνδυασμό με την εκρηκτική άνοδο του ποσοστού των ανέργων, που έφτασε πια τα επίπεδα της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, έχει άμεσες επιπτώσεις και στα μικροϊδιοκτητικά λαϊκά στρώματα, με την αθρόα συρρίκνωση του κύκλου εργασιών και τη διακοπή λειτουργίας μικροεπιχειρήσεων, που οδηγεί στην πύκνωση των γραμμών των νεόπτωχων και των ανέργων και με κόσμο προερχόμενο και από τα στρώματα αυτά.

Οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης είναι ιδιαίτερα οδυνηρές για τη νεολαία μας, η μεγάλη πλειονότητα της οποίας βρίσκεται αντιμέτωπη με την πραγματικότητα ή την άμεση απειλή της ανεργίας, ενώ ο τόπος μας αρχίζει να ζει και πάλι τον εφιάλτη της μαζικής μετανάστευσης, που τώρα πια αφορά κυρίως σε ειδικευμένο δυναμικό και ιδιαίτερα σε πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Την εικόνα της κοινωνικής καταστροφής συμπληρώνει η τάση συρρίκνωσης έως και διάλυσης κάθε μορφής κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας, που είναι ολοφάνερη πια στον τομέα της δημόσιας υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης. Όλο και μεγαλύτερα τμήματα του λαού μας τείνουν να στερηθούν ακόμα και τις στοιχειώδεις παροχές ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, με τραγικές συνέπειες κυρίως για τους ηλικιωμένους απόμαχους της εργασίας.

Αντίστοιχη απαξίωση κάθε έννοιας δικαιώματος σε δημόσιες υπηρεσίες διαπιστώνεται και εντείνεται στον τομέα της εκπαίδευσης, όπου φέτος τα σχολεία λειτούργησαν χωρίς βιβλία, πολλά απ’ αυτά και χωρίς θέρμανση, ενώ η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση καθίσταται αδύνατη για όλο και αυξανόμενο ποσοστό νέων, που οι οικογένειές τους αδυνατούν, πλέον, να ανταποκριθούν στα έξοδα που συνεπάγεται το μοναδικό σε όλη την Ευρώπη φαινόμενο της παραπαιδείας των φροντιστηρίων.

Σημαντική πλευρά των φαινομένων κοινωνικής καταστροφής αποτελεί η εξάπλωση μιας αίσθησης ανημπόριας και αδιεξόδου, που σχετίζεται άμεσα τόσο με την αλματώδη αύξηση ψυχικών νοσημάτων, με κύρια εκδήλωση τη μαζική κατάθλιψη, όσο και με την κατακόρυφη αύξηση των αυτοκτονιών. Αντιστοίχως, εξαιρετικά απειλητική προβάλλει η ένταση της εγκληματικότητας, που τείνει να προσλάβει πρωτοφανή χαρακτηριστικά, εντείνοντας το συνολικότερο κλίμα ανασφάλειας και δημιουργώντας ευνοϊκό πεδίο για την ασύδοτη τρομοκρατική και δολοφονική δράση φασιστικών παρακρατικών μηχανισμών.

Περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε, σε όλη τη μεταπολεμική ιστορία αυτού του τόπου, το κυρίαρχο αίσθημα εθνικής ταπείνωσης, ο περιορισμός των λαϊκών δημοκρατικών ελευθεριών, η εντεινόμενη οικονομική εξαθλίωση και η δυναμική προβολή του φασισμού ως διεξόδου, διαμορφώνουν έναν εκρηκτικό συνδυασμό που προμηνύει ένα ζοφερό μέλλον για τον λαό μας, για τη ζωή μας, για τον τόπο μας. Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση και τους τεράστιους κινδύνους που προδιαγράφονται, η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι ίδια με αυτήν που έδωσε ο λαός μας σε άλλες κρίσιμες στιγμές της ιστορίας του και συνοψίζεται σε δυο λέξεις: Αλληλεγγύη-Αντίσταση!

Η ιστορική εμπειρία. Η αντιμετώπιση του κινδύνου κοινωνικής καταστροφής στα χρόνια της κρίσης του ’30 και στην περίοδο της Κατοχής.
Προφανώς, δεν είναι η πρώτη φορά που έχουμε βρεθεί ως ελληνικός λαός μπροστά στο φάσμα της κοινωνικής καταστροφής. Σε δυο περιπτώσεις, με τη μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 και με την κατάκτηση της πατρίδας μας από τις δυνάμεις του φασιστικού Άξονα, ζήσαμε καταστάσεις που δεκαετίες μετά εξακολουθούν να παραμένουν εφιαλτικές στην ιστορική μνήμη. Εντούτοις, και στις δυο αυτές περιπτώσεις, ο λαός μας μπόρεσε να ανταπεξέλθει και να βγει νικητής, εξαιτίας ακριβώς του συνδυασμού της Αλληλεγγύης με την Αντίσταση.

Έχουν ειπωθεί και έχουν γραφτεί πολλά για τους συνδικαλιστικούς αγώνες της περιόδου 1930-36 και ακόμα περισσότερα για το μεγάλο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης κατά την περίοδο της Κατοχής. Λίγα, όμως, είναι γνωστά για το υπόβαθρο πάνω στο οποία στηρίχτηκαν και οικοδομήθηκαν όλα αυτά, και που δεν είναι άλλο από την ανάπτυξη και στις δυο περιπτώσεις κινημάτων κοινωνικής αλληλεγγύης. Η αναφορά σ’ αυτά τα κινήματα, η άντληση από την εμπειρία τους, η μελέτη των μορφών εκδήλωσής τους, μας είναι και σήμερα εξαιρετικά πολύτιμη, καθώς βιώνουμε καταστάσεις που θυμίζουν έντονα εκείνους τους καιρούς, τηρουμένων βέβαια των όποιων αναλογιών.

Η κρίση του 1929 έκανε την εμφάνισή της πολύ σύντομα και στην Ελλάδα, για να αποκορυφωθεί το 1932 με την κήρυξη του ελληνικού κράτους σε κατάσταση πτώχευσης. Η εκτίναξη της ανεργίας, η διακοπή λειτουργίας μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων, η εξαθλίωση των εργαζομένων, μισθωτών και μικροϊδιοκτητών της πόλης και της υπαίθρου, έφεραν μεγάλο μέρος του πληθυσμού αντιμέτωπο με το φάσμα της πείνας, ακόμα και με τον κίνδυνο θανάτων από πείνα.

Κι όμως! Στην Ελλάδα όχι μόνο δεν πέθανε κανένας από πείνα εκείνα τα χρόνια, αλλά πολύ γρήγορα επιβλήθηκε η λήψη μέτρων για την οικονομική ανακούφιση των λαϊκών τάξεων, με την καθιέρωση μαζικών διανομών τροφίμων, επιδομάτων σε ανέργους, ακόμα και με την επέκταση του νηπιώδους ως τότε συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων. Το αποτέλεσμα αυτό προέκυψε μέσα από τον συνδυασμό των αγώνων του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος με ένα ισχυρό δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης, που βασίστηκε στις μορφές αλληλεγγύης που διατηρούσαν στην καθημερινότητά τους οι σχετικά νεοσύστατοι προσφυγικοί συνοικισμοί, αλλά επεκτάθηκε σε όλες σχεδόν της εργατικές και λαϊκές συνοικίες και πόλεις σε ολόκληρη τη χώρα.

Πάνω σ’ αυτή την πρόσφατη τότε εμπειρία θεμελιώθηκε το γιγαντιαίων διαστάσεων κίνημα κοινωνικής αλληλεγγύης και στα χρόνια της Κατοχής. Όσο κι αν συνήθως παραβλέπεται ή έστω υποτιμάται, η Μάχη της Επιβίωσης που έδωσε το ΕΑΜ από τον πρώτο καιρό της συγκρότησής του, κατά τον κρίσιμο χειμώνα του 1941-42 και στη συνέχεια, ήταν που εξάλειψε τη μοιρολατρική αποδοχή της τραγικής πραγματικότητας που επέβαλε η φασιστική κατοχή, ανασυγκρότησε τον διαρρηγμένο κοινωνικό ιστό στις εργατικές και λαϊκές συνοικίες και πόλεις και στην ύπαιθρο, αναπτέρωσε το ηθικό του λαού, δημιουργώντας του την αίσθηση της αυτοπεποίθησης, ότι, όπως μπορεί να αντιμετωπίζει την πείνα με συλλογικές μορφές αλληλεγγύης και διεκδίκησης, έτσι μπορεί να αντιμετωπίσει και τους κατακτητές.

Όπως έγραφε ο Δημήτρης Γληνός στο «Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ», δεν μπορείς να ζητήσεις από έναν λαό εξαθλιωμένο να πολεμήσει. Η αναγνώριση της τεράστιας προσφορά της Μάχης της Επιβίωσης στην ανάπτυξη του αντιστασιακού μας κινήματος εκφράστηκε και με το τραγούδι που βρέθηκε στα χείλη της μεγάλης πλειονότητας του λαού μας, όταν πλέον το κίνημα Αντίστασης είχε φουντώσει για τα καλά: «Το ΕΑΜ μας έσωσε απ’ την πείνα, θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά».

Για ένα δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης
Οι εργατικές και λαϊκές συνοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων είναι αυτές που βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα. Η τεράστια πλειονότητα των κατοίκων τους ανήκει σ’ εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται άμεσα από τις συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών, και ήδη έχουν φανεί έντονα τα προβλήματα στην καθημερινότητα της ζωής τους.

Η συγκρότηση και ανάπτυξη δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης προσλαμβάνει, ως εκ τούτου, χαρακτήρα επείγοντος, καθώς η οποιαδήποτε καθυστέρηση μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες. Η δυναμική κάλυψη του κενού με τη φασιστική δημαγωγία και τη μετατόπιση της αντίθεσης από αντίθεση μεταξύ του εργαζόμενου λαού και των κυρίαρχων οικονομικο-πολιτικών δυνάμεων, σε αντίθεση μέσα στις τάξεις του ίδιου του λαού, δεν είναι κάποιος δευτερεύων κίνδυνος. Πάνω απ’ όλα και πριν απ’ όλα, όμως, βρίσκεται αυτή καθαυτή η ανάγκη να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις ώστε κανένας συμπολίτης μας να μη μείνει μόνος απέναντι στην κρίση, από καμιά άποψη.

Να μη στερηθεί κανένας το καθημερινό φαγητό. Με την ίδρυση λαϊκών κοινωνικών παντοπωλείων και την ανάπτυξη δικτύου τροφοδότησης κατευθείαν από τους παραγωγούς, χωρίς τη μεσολάβηση εμπορικού κυκλώματος, με την οργανωμένη μαζική απαίτηση μείωσης των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης από τα σουπερμάρκετ, με την απαίτηση λειτουργίας συσσιτίων με ευθύνη των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κι εκεί που χρειάζεται με την ίδρυση και λειτουργία τους με λαϊκή πρωτοβουλία.

Να μη λείψουν από κανέναν τα ρούχα και τα παπούτσια. Με την οργάνωση και λειτουργία ανταλλακτικών παζαριών, με την εξαπόλυση εκστρατείας με σύνθημα «Δεν πετάμε τίποτα! Το καθετί μπορεί να είναι χρήσιμο σε κάποιον άλλον». Με αξιοποίηση τοπικών βιοτεχνιών για την προμήθεια προϊόντων σε χαμηλές τιμές.

Να μη μείνει κανένα νοικοκυριό χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή νερό. Με την οργάνωση συνεργείων επανασύνδεσης, με μαζικές κινητοποιήσεις που να απαιτήσουν την παράταση του χρόνου μέχρι τη διακοπή, καθώς και τη δραστική μείωση της τιμής των παρεχομένων υπηρεσιών, ακόμα και τη δωρεάν παροχή του σε άνεργους, άπορους, χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους. Στον βαθμό που το κίνημα κοινωνικής αλληλεγγύης αναπτύσσεται, μπορεί να εκφραστεί και με τη μαζική άρνηση πληρωμής λογαριασμών για την άσκηση πίεσης. Θα τολμήσουν να κόψουν το ρεύμα σε ολόκληρη την περιοχή;

Κανένας δεν επιτρέπεται να μείνει χωρίς γιατρό ή χωρίς φάρμακα. Η ίδρυση λαϊκών κοινωνικών ιατρείων, με την εθελοντική προσφορά γιατρών και αργότερα με την επαγγελματική τους απασχόληση με αμοιβή χαμηλή μεν αλλά αξιοπρεπή, αποτελεί επιτακτική προτεραιότητα. Όπως και η ένταξη φαρμακείων της περιοχής στο δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης, με την προσφορά φαρμάκων σε άπορους συμπολίτες μας και την κάλυψη των εξόδων από λαϊκό ταμείο αλληλεγγύης, σε συνδυασμό και με την οργάνωση κινητοποιήσεων για την επιβολή της δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από τα νοσοκομεία της ευρύτερης περιοχής. Ακόμα και με τη μορφή κατάληψής τους, με όρους μαζικούς και σε συνεννόηση με το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό.

Κανένα παιδί να μη μείνει χωρίς βιβλία, κανένα σχολείο να μη λειτουργήσει τον χειμώνα χωρίς θέρμανση. Αν χρειαστεί, σε συνεργασία με τους συλλόγους εκπαιδευτικών και γονέων και κηδεμόνων, να αρνηθούμε να στείλουμε τα παιδιά μας σε σχολεία διαλυμένα. Θα τολμήσουν να κηρύξουν άκυρη τη σχολική χρονιά σε ολόκληρες συνοικίες; Πόσο μάλλον, αν το παράδειγμα το ακολουθήσουν και άλλες περιοχές;

Επιβάλλεται να δοθεί συντριπτικό πλήγμα στον αποκλεισμό εκατοντάδων παιδιών από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με την ίδρυση κοινωνικών φροντιστηρίων. Με εθελοντική συμμετοχή εκπαιδευτικών, με την επαγγελματική απασχόλησή τους κατόπιν, έξω από τα κυκλώματα της εμπορευματοποιημένης παραπαιδείας. Αντίστοιχα, θα πρέπει να λειτουργήσουν κοινωνικά φροντιστήρια ξένων γλωσσών.

Η διοργάνωση με κάθε ευκαιρία λαϊκών γιορτών και πολιτιστικών εκδηλώσεων, το αγκάλιασμα και η προβολή πρωτοβουλιών νέων παιδιών, μουσικών συγκροτημάτων, η δημιουργία θεατρικών και κινηματογραφικών ομάδων, η εξασφάλιση της δυνατότητας καθενός να συμμετέχει στον πολιτισμό, στη διασκέδαση και την ψυχαγωγία, δεν μπορεί παρά να αποτελεί, επίσης, βασικό στόχο ενός κινήματος κοινωνικής αλληλεγγύης. Επιδιώκουν να μας μετατρέψουν σε υποτακτικούς και εξαθλιωμένους μαζανθρώπους. Θα απαντήσουμε με την αντιπαράταξη ενός λαϊκού πολιτιστικού μετώπου, θέτοντας τις βάσεις μια νέας πολιτιστικής αναγέννησης.

Σε ένα πλατύ λαϊκό κίνημα κοινωνικής αλληλεγγύης, στη συγκρότηση ενός δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση της κρίσης, έχει θέση καθένας και καθεμιά που αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητά του. Προφανώς, δεν έχουν καμιά θέση οποιοιδήποτε θέλουν να στρέψουν τμήματα των λαϊκών τάξεων, στρωμάτων ή κατηγοριών ενάντια σε άλλα. Κατά συνέπεια, οι φασίστες, οι ρατσιστές, οι κυνηγοί κεφαλών φτωχών ανθρώπων αποκλείονται εξ ορισμού.

Σε ένα λαϊκό κίνημα κοινωνικής αλληλεγγύης δεν έχουν θέση οι διαχωρισμοί μεταξύ Ελλήνων και μεταναστών. Ανεξάρτητα από την άποψη που μπορεί να έχει καθένας για το μεταναστευτικό ζήτημα, η στοιχειώδης εξασφάλιση κοινωνικής προστασίας όλων των κοινωνικών ομάδων που υφίστανται στις συνέπειες της κρίσης αποτελεί και την ασφαλέστερη εγγύηση για την ένταξη όλων στον κοινωνικό κορμό και για την αντιμετώπιση εκείνων των φαινομένων παραβατικότητας που προκαλεί η έσχατη εξαθλίωση.

Ένα κίνημα κοινωνικής αλληλεγγύης είναι σαφώς κίνημα με πολιτικά χαρακτηριστικά. Δεν στοχεύει στη φιλανθρωπία, αλλά στην ανάπτυξη νέων μορφών λαϊκής συλλογικότητας και κινητοποίησης, με διακηρυγμένη την αντίθεσή του στην κυρίαρχη πολιτική που μας οδηγεί στην οικονομική εξαθλίωση και την ηθική εξαχρείωση. Αυτό δεν σημαίνει πως θα μετατραπεί σε πεδίο αντιπαραθέσεων μεταξύ εκπροσώπων κομματικών σχηματισμών, κάτι που θα το οδηγούσε σε βέβαιη απομαζικοποίηση και αποτυχία. Δεν μπορεί να αποκλειστεί κανένας, ακόμα και κάποιος που πολιτικά μπορεί να στηρίζει δυνάμεις που ευθύνονται για την κοινωνική καταστροφή, αλλά αναγνωρίζει την ανάγκη διαμόρφωσης δικτύου κοινωνικής αλληλεγγύης. Η εξασφάλιση της ευρύτητας δεν σημαίνει την αποσιώπηση της ευθύνης αυτών των δυνάμεων, αλλά συνάμα δεν μπορεί να επιτευχθεί με αποκλεισμούς λαϊκών ανθρώπων που εξακολουθούν να τις εμπιστεύονται.

Δεν ιδρύουμε πολιτικό κόμμα ούτε πολιτικό μέτωπο. Συγκροτούμε δίκτυο κοινωνικής αλληλεγγύης και η ορθότητα της πολιτικής πρότασης καθενός (ατόμου και κοινωνικής ή πολιτικής συλλογικότητας) που συμμετέχει σ’ αυτό κρίνεται από την προσφορά του στην υλοποίηση στόχων που απορρέουν από τη συνειδητοποίηση της κρισιμότητας της περιόδου που ζούμε ως λαός.

Γιώργος Αλεξάτος

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή του ιστολογίου

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

Ο Κεμάλ αλλάζει τον κόσμο... (αναδημοσίευση)

Της Δήμητρας Κωσταγιώργου*

Από: Εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr)


Ακούστε τώρα την ιστορία του δικού μας Κεμάλ.

Ο Κεμάλ είναι απλός τραπεζοϋπάλληλος. Σηκώνεται το πρωί στις 6 και περνάει όλη του τη μέρα ανάμεσα στους αριθμούς και στα μηδενικά. Ανάμεσα στον καθωσπρεπισμό και την αδικία του κόσμου που αποτυπώνεται πάνω στα μηδενικά των βιβλιαρίων. Ανάμεσα στο “δε βαριέσαι” και στο “γιατί”. Και ως άλλος Μεφίστο, φωνάζει πάντα την κρίσιμη στιγμή, που όλα έχουν διαλυθεί: μα εγώ ένας απλός ηθοποιός είμαι, τι ζητάτε από μένα;

Τώρα που πήραν όλους τους υπόλοιπους συναδέλφους του και αφού κατάφερε να χτίσει ένα λεπτοδουλεμένο συντεχνιακό και γραφειοκρατικό φρούριο, ήρθαν να πάρουν και αυτόν. Όχι, όχι δεν πρόκειται απλά για το μισθό του. Τα 100 με 500 ευρώ που θα χάσει θα τον πονέσουν. Αλλά αυτό θα γίνει γιατί μετρούσε μέχρι τώρα τη δουλειά του ακριβώς όπως τα αφεντικά του. Έγινε, χωρίς να το καταλαβαίνει, το αναλώσιμο μιας γιγαντιαίας μηχανής που παράγει χρήμα και χρέος. Κι έτσι, χωρίς να αντιλαμβάνεται τι έχει κάνει, χωρίς συναισθήματα και ανθρώπινους δεσμούς, αφέθηκε. Άφησε τον εαυτό του και τη δουλειά του στα χέρια των αρχόντων που με λύκου δόντι και λιονταριού προβιά ξεκινάνε τώρα να τον κρεμάσουν.

Όταν τελειώνει, λοιπόν, το μελάνι στους εκτυπωτές στα καταστήματα, τι κάνουμε; Τους ξεζουμίζουμε μέχρι τελευταίας ρανίδας, κι ύστερα τους πετάμε. Τελευταία, ψάχνουμε για το πιο φτηνό μελάνι σε αντικατάσταση. Αν ο Κεμάλ αντιληφθεί ότι έγινε και ο ίδιος ένα τέτοιο μελάνι, τότε θα αποχωρήσει από τον κόσμο της “ομαλότητας”, της “διαπραγμάτευσης”, του ξεπουλήματος του ίδιου του του εαυτού. Κι έπειτα τι; Αν δώσει όρκο ότι θα αλλάξουν οι καιροί, θα προχωρήσει με τις τρύπιες του σημαίες σε έναν αγώνα που πάλι θα τον ορίζουν άλλοι και για μια ακόμα φορά θα 'ναι από τα πριν χαμένος;

Οι καιροί των σωτήρων τελειώσανε Κεμάλ. Η απογοήτευση, ο θυμός και η απελπισία πολλές φορές ζωγραφίζεται στο πρόσωπό σου, αλλά πρέπει να καταλάβεις ότι σε φοβούνται. Φοβούνται τη στιγμή που στη δουλειά σου θα αρχίσεις να συζητάς με τον διπλανό σου για το τι πρέπει να κάνεις. Φοβούνται τη στιγμή που το όνομά σου θα αρχίσει να αντιστέκεται. Φοβούνται να σε βλέπουν να απεργείς, ειδικά όταν ξέρεις ότι πόσο δύσκολη θα είναι η επόμενη μέρα για σένα. Και πιο πολύ θα φοβηθούν όταν δουν να ενώνεσαι χωρίς να μεσολαβούν καλοθελητές και ειδικοί. Όταν θα οργανώσεις την αντίστασή σου χωρίς αυτούς. Και να ξέρεις ότι δεν υπάρχουν συνταγές επιτυχίας, οι δρόμοι ανοίγονται περπατώντας.

Υ.Γ.: Για σένα Κεμάλ που πιστεύεις ότι ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ, πρέπει να σου πούμε καληνύχτα. Για σένα Κεμάλ που έχεις καταλάβει ότι είναι πλέον θέμα αξιοπρέπειας, της δικής σου και των παιδιών σου, σου λέω ότι δεν είσαι μόνος. Είναι πάρα πολλοί εκεί έξω που περιμένουν κι εσένα.

*εργαζόμενη σε τράπεζα
Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή του ιστολογίου

Άλλο είναι η ζωή κι άλλο αυτό που ζούμε (αναδημοσίευση)



Του Γιάννη Μακριδάκη (http://yiannismakridakis.gr)
Πηγή: Εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr)


Τον τελευταίο καιρό κάνω ένα πείραμα. Έβαλα σπόρους μπρόκολου σε μια γλάστρα και ίδιους σπόρους σε μια πρασιά στο χωράφι. Τους πότιζα κάθε μέρα και παρατηρούσα την εξέλιξη.

Οι σπόροι εντός της γλάστρας, φύτρωσαν και αμέσως άρχισαν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, λόγω πυκνοκατοίκησης. Έκαναν ψηλό και λιγνό βλαστό πριν ακόμα βγάλουν το τρίτο φύλλο. Γίνανε ψηλοί και αδύναμοι μέχρι το σημείο που οι περισσότεροι εξ αυτών λύγισαν, διπλώθηκαν και άρχισαν να σέρνονται και να ακουμπούν στο χώμα της γλάστρας. Ένα δυο φυτά επέζησαν, συνέχισαν να στέκουν ψηλά και άρχισαν να αναπτύσσουν φυλλαράκι, κι αυτά όμως είναι ασθενικά λόγω της πρόωρης προσπάθειας να πάρουν μπόι και να ξεχωρίσουν από τα άλλα.

Οι σπόροι που έβαλα στο χωράφι, αναπτύσσονται κανονικά και όλα τα φυτά φαίνονται ότι έχουν προοπτική.

Ακριβώς έτσι γίνεται εδώ και μερικές δεκαετίες και με τους ανθρώπους. Οι σύγχρονοι γονείς μεγαλώνουν παιδιά μέσα σε ένα ανταγωνιστικό συστημικό περιβάλλον σχολείων και πανεπιστημίων, τα εφοδιάζουν με μοναδικό όραμα να πάρουν πτυχία και μεταπτυχιακά για να αποκτήσουν μια καλή θέση ενοικίασης του εαυτού τους είτε σε πολυεθνική είτε στο δημόσιο και να βγάζουν εύκολα και ξεκούραστα φράγκα. Μόνη προοπτική και μόνο ζητούμενο το χρήμα και μάλιστα το όσο γίνεται πιο πολύ και πιο άκοπα.

Τα παιδιά ανταγωνιζόμενα αποκτούν ύψος αλλά όχι ρίζες, τα περισσότερα κλατάρουν στην πορεία και τα υπόλοιπα έχουν γίνει πειθήνια γρανάζια ενός συστήματος που απομυζεί τις ζωές τους, δίχως να έχουν άλλην προοπτική και άλλον τρόπο επιβίωσης αφού ούτε ριζικό σύστημα ανέπτυξαν όταν έπρεπε ούτε μαθήματα ιδανικών της ζωής έλαβαν από το σπίτι ή το σχολείο τους.

Και καταλήξαμε στο σήμερα. Με ανθρώπους που όταν τους κόβεις το χρήμα είναι σαν υπολογιστές που τους κόβεις την παροχή ενέργειας. Με ανθρώπους άβουλους που έχουν ως καθημερινή ασχολία να κυκλοφορούν το χρήμα, ανθρώπους αδύναμους να αντιδράσουν, ανήξερους να παράξουν, ανήμπορους ακόμα και να εξαγοράσουν τη ζωή, όπως έμαθαν να κάνουν, λόγω έλλειψης του κινητήριου μοχλού, του χρήματος.

Αλλού είναι η ζωή φίλοι και φίλες. Η ζωή υπάρχει μόνο όπως την ορίζει η Φύση. Διότι ο άνθρωπος είναι πλάσμα της Φύσης. Αλλά μέσα στην πληθώρα των ύβρεων που διαπράττει τόλμησε να ορίσει ακόμα και τη ζωή αλλιώς. Και έφυγε από τη Φύση. Μπήκε σε ένα σύμπαν παράλληλο, σε μια φούσκα, όρισε άλλα ιδανικά, σνομπάρισε τα πρωταρχικά και αρχέγονα και τώρα το πληρώνει. Και θα το πληρώσουν ακόμα πιο ακριβά οι επόμενες γενιές. Όσες καταφέρουν να υπάρξουν.

Αυτό τον καιρό νιώθω σαν ινδιάνος που βρίσκεται σε πόλεμο με τα χλωμά πρόσωπα που απειλούν τη γη του. Και το κακό είναι είναι Αύγουστος κι έρχονται όλοι αυτοί οι «ανυποψίαστοι» αστοί στο χωριό και σε όποια κουβέντα κάνουμε, τσακωνόμαστε. Διότι η νοοτροπία του ότι όλα είναι δεδομένα αρκεί να έχεις το χρήμα να τα αγοράσεις, είναι εμποτισμένη στο είναι τους. Και η αδυναμία κατανόησης των συνεπειών της κάθε απλής τους κίνησης. Και το ότι καταναλώνουν ολοένα και περισσότερη ενέργεια απειλώντας το φυσικό μου περιβάλλον με βιομηχανικές ΑΠΕ, ή το ότι αδιαφορούν για τα πάντα διότι έτσι έμαθαν στην αστική ατομική κοινωνία που ζουν, προσωπικά με εξοργίζει. Και ο Αύγουστος που φέρνει τις εμπόλεμες παρατάξεις σώμα με σώμα, ακόμα αργεί να φύγει. Εμείς εδώ ζούμε το τέλος του καλοκαιριού κι εκείνοι την αρχή του. Από Αύγουστο χειμώνα λέγανε οι παλιοί, μπρόκολα και κουνουπίδια φυτέψαμε ήδη, ενώ οι τωρινοί αστοί λένε ακόμα καλές διακοπές και σε δέκα μέρες θα λένε καλό χειμώνα. Πώς να συνεννοηθείς;

Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή του ιστολογίου

O χρυσαυγιότατος μητροπολίτης και τα «καλά παιδιά» του

 Ο "άξιος συνεχιστής" του Σεβαστιανού, κομμουνιστοφάγος 
και χρυσαυγίτης μητροπολίτης Ανδρέας.

Οι λεγόμενες «γιορτές του μίσους» πραγματοποιούνται, αδιαλείπτως, εδώ και χρόνια, τέλη Αυγούστου, στον Γράμμο και το Βίτσι. Οι συγκεντρωμένοι γιορτάζουν «την συντριβήν του κομμουνιστοσυμμοριτισμού» και τη σωτηρία της Ελλάδος από τον «σλαυοκομμουνισμό». Ως εδώ, ανεξάρτητα με την ενόχλησή μας, δύσκολα μπορούμε να ψέξουμε το πράγμα καθαυτό. Ο καθείς δικαιούται να είναι όσο ακροδεξιός ή βασιλοχουντικός θέλει, να αναπαράγει τα περί «κόκκινων τσακαλιών» και «μητραλοιών», μισόν αιώνα μετά τη λήξη του Εμφυλίου, άσχετα με το αν αυτό μόνο θλίψη ή θυμηδία, ανάλογα με τη σκοπιά που το βλέπουμε, προξενεί. Ψόγος όμως, και μάλιστα σοβαρός, υπάρχει όταν δημόσια πρόσωπα (όπως οι βουλευτές της ΝΔ Στ. Κωνσταντινίδης και Ζ. Τζηκαλάγιας, πέρσι) πλαισίωναν τούτες τις «γιορτές». Και βέβαια, ο τοπικός μητροπολίτης. Ο κ. Ανδρέας.

Ο νυν μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, υπέρτιμος και έξαρχος Βορείου Ηπείρου, στη γραμμή του προκατόχου του κ. Σεβαστιανού, είναι τακτικός θαμών και θιασώτης των γιορτών αυτών. Φέτος, ξεπερνώντας τις καλύτερες επιδόσεις του (πέρσι είχε πει ότι ο Γ. Παπανδρέου θέλει να «μαστουρώσει όλη την Ελλάδα» με τον νόμο περί αποποινικοποίησης), εκφώνησε έναν καθαρά πολιτικό και διχαστικό λόγο, βγαλμένο από τα βάθη των εμφυλιακών χρόνων: Ύμνησε τη ΣΦΕΒΑ, εξέφρασε τη «λύπη του γιατί ταπεινώνονται οι γενναίοι αξιωματικοί, ενώ πριμοδοτούνται τενεκέδες αντιστασιακοί του γλυκού νερού» και, ωρυόμενος κατά του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ, αναφώνησε: «Ο Γράμμος ζει και μας οδηγεί!». Μπορεί όλα αυτά, από την απόσταση της Αθήνας, να μοιάζουν παρωχημένα και γραφικά, ωστόσο δεν είναι — αρκεί να σκεφτούμε το κύρος «του δεσπότη» σε μια τοπική κοινωνία. Και πολύ σωστά επισημαίνει το ζήτημα, απευθυνόμενος προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο Τάσος Κουράκης.

Στη φετινή γιορτή, όμως, υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος, που κάνει τα πράγματα όχι απλώς θλιβερά, αλλά εξοργιστικά και επικίνδυνα. Και αυτή είναι η μαζική παρουσία «αγωνιστών» της Χρυσής Αυγής, καθώς και του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος, Χρήστου Παππά. (Δεν χρειάζεται, νομίζω, να εξηγήσω γιατί αυτό το στοιχείο κάνει όλη τη διαφορά, πόσο διαφορετική σημασία παίρνει η τελετή, όταν δεν παρίστανται μόνο κάποια γερόντια και απόστρατοι, αλλά την αγκαλιάζουν μαζικά τα δολοφονικά «τάγματα» της Χρυσής Αυγής). Ο Σεβασμιώτατος, λοιπόν, παρακάλεσε τον «κύριο βουλευτή» (ο οποίος υπό τις ιαχές «Αλήτες-προδότες-πολιτικοί», δήλωνε: «Μισούμε όλους αυτούς τους προδότες κι αυτούς θέλουμε να εξοντώσουμε. Μισούμε όλους τους ανθέλληνες, όλα αυτά τα ερυθρά σκουπίδια»), να μεταφέρει στο Κοινοβούλιο την οργή του «τοπικού ιεράρχη» για όλα τα παραπάνω (τους «τενεκέδες» κλπ.). Και ο ιεράρχης, κλείνοντας τον λόγο του, στράφηκε στους Χρυσαυγίτες, «αυτά τα παιδιά τα καλά, τα αγωνιστικά», όπως τα αποκάλεσε κατά λέξη, με «την ευχή και την προσευχή»: «Να μην αργήσει ο καιρός που τις μαύρες μπλούζες που φοράτε τώρα που αγωνίζεστε θα τις αντικαταστήσετε με γαλάζιες και άσπρες μπλούζες. Αυτή είναι η ευχή μου».

O χρυσαυγιότατος μητροπολίτης και τα «καλά παιδιά» του

Το βρίσκω ανατριχιαστικό: ο μητροπολίτης χέρι χέρι με τους Χρυσαυγίτες. Γιατί είναι άλλο να είσαι ακροδεξιός, νοσταλγός της Χούντας, κήρυκας του μίσους (που κι αυτές δεν είναι, εδώ που τα λέμε, οι ιδεωδέστερες και πλέον προσήκουσες ιδιότητες για έναν ποιμενάρχη) και άλλο να αγκαλιάζεις τα «καλόπαιδα» μιας νεοναζιστικής εγκληματικής συμμορίας. Ο μητροπολίτης, με την ενέργειά του αυτή, αποτελεί όνειδος για το ποίμνιο, τον τόπο του, την ελληνική Δημοκρατία, αλλά και την Εκκλησία.

Πηγή: Η ΑΥΓΗ-ΕΝΘΕΜΑΤΑ, 2/9/2012

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

H oρατή ακροδεξιά (αναδημοσίευση)

Πηγή: REDNotebook
Του Νικόλα Σεβαστάκη

Η ρατσιστική ακροδεξιά ριζώνει, στρατολογεί, οργανώνει «τάγματα ασφαλείας». Η φυσική παρουσία των ανθρώπων της πάει παράλληλα με τη διείσδυση των απόψεών της στις διαδικτυακές κυψέλες, στον σχολιασμό των μπλογκς και στο δηλητήριο των social media. Φυσικά για όποιον μπαίνει καθημερινά δυο και τρεις φορές σε λεωφορεία ή ψωνίζει ακόμα από μικρά μαγαζιά, τα σχήματα ερμηνείας του κόσμου και οι συνταγές ορθοπραξίας της ακροδεξιάς καταγράφουν αξιοσημείωτη παρουσία. Μια ολόκληρη γωνιά του ελληνικού «καφενείου», των τόπων της λαϊκής κοινωνικότητας, αναδίδει την ατμόσφαιρά της. Το ίδιο συμβαίνει στους δρόμους και στις λαϊκές αγορές.

Οι εξηγήσεις για το φαινόμενο, παρά τις σημαντικές αποχρώσεις, εντάσσονται στο γενικό και μάλλον νωθρό σχήμα «η μεγάλη κρίση υποθάλπει τα άκρα». Οι συντηρητικές φιλελεύθερες φωνές σπεύδουν να κατακεραυνώσουν, κατά τα συνήθη, τον «λαϊκισμό της ανομίας» ως τον βασικό φορέα εκκόλαψης όλων των κοινωνικών και πολιτιστικών δεινών. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, το ίδιο νήμα συνδέει τα πιο διαφορετικά φαινόμενα λαϊκής διαμαρτυρίας, κοινωνικού θυμού και απείθειας των τελευταίων δυο χρόνων: ανάμεσα στην Κόρινθο της Χρυσής Αυγής και στις Κερατέες ή στα Δεν Πληρώνω των προηγούμενων χρόνων, δεν υφίσταται καμιά ουσιαστική διαφορά. Το πνεύμα της ανομίας και της άρνησης απλώθηκε σαν ζοφερό πέπλο πάνω από την ελληνική κοινωνία στο όνομα της δυσφορίας για τα Μνημόνια και της αγανάκτησης για την κατάρρευση του μοντέλου ευημερίας το οποίο διαμορφώθηκε στη διάρκεια μιας αριστερόστροφης (η περίφημη «αριστερή ιδεολογική ηγεμονία») Μεταπολίτευσης.

Απέναντι σε αυτή την πασίγνωστη πια αφήγηση, το σύνολο σχεδόν της Αριστεράς θεωρεί ότι ο εκφασισμός της κοινωνίας είναι συνέπεια της οικονομικής αιμορραγίας των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων. Το επιχείρημα λέει ότι το οξύ κοινωνικό πρόβλημα και συγχρόνως η εμπλοκή των νεοφιλελεύθερων ελίτ διακυβέρνησης στην αναπαραγωγή του, ωθούν στην απόγνωση μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, το πρόβλημα της ακροδεξιάς δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το γενικότερο ζήτημα των αυταρχικών εκτροπών που προωθούνται και από φορείς του mainstream πολιτικού συστήματος. Η αντιμετώπισή του φαινομένου επαφίεται στην ανάπτυξη ενός ισχυρού κοινωνικού κινήματος το οποίο και θα υπερασπιστεί τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης απέναντι στον πολύμορφο κοινωνικό δαρβινισμό και στις ρατσιστικές του εκβλαστήσεις.

Όπως και αν οργανώνεται όμως η εξήγηση για το ακροδεξιό ρεύμα, οι δυο παραδοσιακοί της πυλώνες, ο φιλελεύθερος νομικισμός και ο κοινωνιοκεντρικός οικονομισμός, δυσκολεύονται απέναντι σε αυτόν τον αντίπαλο. Ο φιλελεύθερος νομικισμός σπεύδει να εντάξει την ακροδεξιά στη χώρα του «ανορθολογισμού» ή αλλιώς στην επικράτεια των λαϊκιστικών παρεκκλίσεων από τη νομιμότητα. Συνηθίζοντας στις συνοπτικές αναγωγές και σε μια ορισμένη σοφία του κοινού νου, καλλιεργεί την ιδέα ότι η έξοδος από την κρίση (μέσα από την ορθολογική καπιταλιστική αναμόρφωση μιας ιδιαίτερης περίπτωσης, της ελληνικής) θα γεννήσει μια πιο θετική κοινωνική ψυχολογία και συγχρόνως μια νέα ιστορική ευκαιρία για την ηγεμονία του ορθολογικού Κέντρου. Τα άκρα (δηλαδή, κατά το οικείο σχήμα, αμφότεροι οι αριστεροί και δεξιοί αρχαϊσμοί) θα χάσουν σταδιακά την αίγλη τους με το κοπιώδες πέρασμα σε μια νέα φάση ευρωπαϊκής ασφάλειας για τη χώρα και την τραυματισμένη μεσαία τάξη της.

Ας σκεφτούμε όμως και την αριστερή στάση απέναντι στην πρόκληση της διάχυτης ακροδεξιάς. Εδώ και πολλούς μήνες ένα πράγμα έχει γίνει κάτι παραπάνω από φανερό: ότι η συνηθισμένη προσφυγή στο «κοινωνικό» δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση των εθνικιστικών/ ρατσιστικών λόγων και πρακτικών. Πολύ απλά: το κοινωνικό δεν αρκεί διότι η ακροδεξιά, όπως διαμορφώνεται πλέον στη βάναυση «κασιδιάρικη» εκδοχή της, είναι με τον δικό της τρόπο κοινωνική και πληβειακή, προστατευτική και «αντικατοχική»˙ διεκδικεί, δηλαδή, τη δική της εκδοχή κοινοτισμού και φιλολαϊκού «κοινωνισμού» προωθώντας έναν σωβινισμό της πρόνοιας στο πλαίσιο μιας επιθετικής αμφισβήτησης των ελίτ και των καθεστωτικών ισορροπιών τους. Αυτό σημαίνει ότι το αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο και η διαρκής επικέντρωση στις κοινωνικές καταστροφές των μνημονιακών πολιτικών δεν αγγίζουν την υπόγεια δυναμική του ωμού αντιφιλελεύθερου ριζοσπαστισμού: αυτός ο τελευταίος επιχειρεί πλέον την αντιστροφή/ επανιδιοποίηση των αξιών του αντιφατικού κινήματος των πλατειών, ένα εναλλακτικό προς την Αριστερά μοντέλο λαϊκής εξέγερσης. Παράγει μια απτή, ευανάγνωστη και δραστική μετάφραση των διάσπαρτων αντι-ελίτ και ηθο-αναμορφωτικών ευαισθησιών που κυκλοφορούν ευρέως. Κολυμπάει, άνετα, στο γενικευμένο τιμωρητικό σύνδρομο το οποίο εκτρέφεται από την ατομική δυσθυμία και την κοινωνική ατροφία.

Τέλος, υπάρχει ένα θέμα πιο μακρινό από τα άμεσα και συγχρόνως περισσότερο απαιτητικό για τη σκέψη μας. Σε ένα από τα γνωστότερα κείμενά του, την Επιστολή για τον Ανθρωπισμό, ο Xάιντεγκερ, μιλώντας για τον μαρξισμό, λέει το εξής: η διάσταση της κοινωνικής αλλοτρίωσης είναι ιστορικά ουσιώδης αλλά όχι οντολογικά πρωταρχική. Το οντολογικά πρωτεύον, συνεχίζει, είναι η «απώλεια του οίκου», το ξερίζωμα και η εμπειρία της ανεστιότητας. Για τον Χάιντεγκερ, ο οποίος στο σημείο αυτό επαναλαμβάνει μια βασική πεποίθηση των οπαδών της «συντηρητικής Επανάστασης» του Μεσοπολέμου, η κοινωνική θεωρία της αλλοτρίωσης, ιδίως στην εκδοχή της ως αποξένωσης των παραγωγών στην καπιταλιστική συνθήκη, δεν είναι ικανή να αναγνωρίσει αυτή την άλλη θεμελιακή διάσταση.

Διαχρονικά, ο δεξιός ριζοσπαστισμός (είτε ως «αντιπλουτοκρατικός» σωβινισμός είτε ως εθνοφυλετισμός) επενδύει περισσότερο στις εμπειρίες του ξεριζώματος, του αποπροσανατολισμού και της απώλειας του κόσμου. Από την προδρομική εποχή του Μωρίς Μπαρές μέχρι σήμερα, η ακροδεξιά ορίζει ως έσχατο δεινό τον «ξεριζωμένο» όχι τον εκμεταλλευόμενο ή ταξικά δυναστευόμενο άνθρωπο. Η αντιμεταναστευτική ρητορεία βασίζεται άλλωστε στην ιδέα ότι ο Έλληνας έγινε ξένος στον τόπο του, ότι ο τόπος μας «έχει κατακτηθεί» από μια ξένη δύναμη. Με άλλα λόγια, η εθνική/ εθνοτική αλλοτρίωση, έτσι όπως την προβάλλει ο ακροδεξιός ριζοσπαστισμός, εμφανίζεται ως η ουσία των υλικών και πολιτικών ηττών μιας ολόκληρης περιόδου.

Θα αναρωτηθεί κάποιος ποια σχέση μπορεί να έχει η ακροδεξιά των μαχαιρωμάτων, των στολών παραλλαγής και των καταδρομικών επιχειρήσεων για την «εκκαθάριση της χώρας» με την ανεστιότητα. Το ερώτημα φυσικά δεν εγείρεται με αυτή τη γελοία μορφή. Αυτό που εννοώ εδώ είναι ότι υπάρχουν διάχυτες προ-πολιτικές αγωνίες ταυτότητας και μια δυσφορία εξαιτίας της θλιβερής μεταμόρφωσης των πλαισίων ζωής, του βιωματικού τοπίου των ανθρώπων. Η εικόνα του «κέντρου της Αθήνας» λειτουργεί πλέον ως συμβολικό ισοδύναμο κάθε υπαρξιακού ξεριζωμού και βιοτικού ξεπεσμού ανεξάρτητα από τα αίτιά τους. Η «απώλεια του οίκου» συνδέεται με τη συρροή μη ελεγχόμενων και παράδοξων αλλαγών στη δομή της καθημερινότητας. Μια τέτοια αίσθηση απώλειας και βιωματικής πρόσκρουσης σε ένα «χαοτικό πραγματικό» επιτείνεται αλλά δεν παράγεται από την προϊούσα οικονομική κατάρρευση συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων.

Πέρα λοιπόν από την κοινωνική οδύνη λειτουργούν εν τέλει και άλλες κλίμακες φόβων σε αστικά (και όχι μόνο σε αστικά) περιβάλλοντα όλο και πιο εχθρικά. Δεν έχει νόημα να στιγματίζει κανείς αυτούς τους φόβους ως ανορθολογικούς ή συντηρητικούς: αποτελούν μια διάσταση υπαρκτή, έναν παράγοντα σημαντικό για την πρακτική ζωή αλλά και για τις μύχιες πολιτικές διαθέσεις των ανθρώπων σε μια εποχή όπου αυτοί (όλοι μας δηλαδή) καταμετρούν κάθε λογής απώλειες και όχι μόνο τα χαμένα τους εισοδήματα.

Η Αριστερά πιστεύει κατά κανόνα ότι η σκοπιά του κοινωνικού συμφέροντος, δηλαδή ένα είδος οικονομικού ορθολογισμού των στρωμάτων που πλήττονται, θα καταφέρει να διαλύσει τον ζόφο που πλανιέται πάνω από τη χώρα. Πολλές φορές ωστόσο άλλες αγωνίες, ξένες προς το κοινωνικό πρόβλημα, παράδοξες για κάθε ανάλυση με όρους συμφερόντων και κατανομής πόρων, προσδιορίζουν τις κοινωνικές συμπεριφορές και την αυτοσυνείδηση των πολιτών. Η διείσδυση του εθνορατσισμού και η νομιμοποίηση της ακροδεξιάς «τιμωρητικής βίας» είναι φαινόμενα που μπορεί να έχουν μεγαλύτερο βάθος και συνέπειες στο μέλλον. Για αυτό τον λόγο πρέπει να αναθεωρηθεί η αντίληψη που θεωρεί ότι μια «ταξική» ορθολογική επιλογή αποτελεί την μοναδική απάντηση.