Δευτέρα 12 Μαΐου 2014

Η Γιορτή για τα πέντε χρόνια του Πάρκου της Ναυαρίνου

Κυριακή 11 Μάη. Μαζί με τη γιορτή της Μητέρας ήταν και η δική μας γιορτή, η γιορτή του πάρκου μας. Η γιορτή της Γής, μητέρας όλων μας, κοιτίδα ζωής, πηγή αστείρευτη ελπίδας και δύναμης.


Από νωρίς πρώτοι και καλύτεροι εορτάζοντες οι μικροί μας φίλοι. Που είχαν να κάνουν πολλά: να ζωγραφίσουν, να φτιάξουν ψηφιδωτά, να μυηθούν στα φυτέματα, στις κατασκευές αντικειμένων. Να διασκεδάσουν με την καλή μας ξυλοπόδαρη, ν' ακούσουν τις χορωδίες, να πάρουν δώρα, να παίξουν στην παιδική τους χαρά.






Υπήρχαν και παρουσιάσεις συλλογικών εγχειρημάτων από τη γειτονιά. Η Τράπεζα Χρόνου, ο Σκόρος, Η Συλλογική Κουζίνα του Αυτόνομου Στεκιού, ο Ζήκος, η Αυτοοργανωμένη Δομή Υγείας Εξαρχείων (ΑΔΥΕ), οι Τροφοσυλλέκτες ήταν εκεί.


Ακούσαμε μουσικές, πολυφωνικά ηπειρώτικα από τη χορωδία της Συνέλευσης της Ακαδημίας Πλάτωνος και γνωστά τραγούδια διασκευασμένα για χορωδία από τη χορωδία Εξαρχείων. Γευτήκαμε την μαγειρική τέχνη των ανθρώπων του πάρκου. 




Με τις γκάϊντες και την καλή μας ξυλοπόδαρη κάναμε και μια βόλτα προς την πλατεία. Η υποδοχή των θαμώνων της αλλά και των περαστικών ήταν η καλύτερη προσφορά για όλους όσους μοχθούμε καθημερινά ώστε το πάρκο να μείνει στους κατοίκους της περιοχής, σε κάθε έναν από τους επισκέπτες του και φίλους του.





Ας ευχηθούμε με τα έργα μας και στα δέκα και στα είκοσι και στα πενήντα του χρόνια και γιατί όχι και στα χιλιόχρονά του.

Δύο βίντεο από τη βόλτα μας με τις γκάϊντες στην πλατεία.



Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

γερατιό (αναδημοσίευση)

στο καφενείο της Γιασεμή-δυτ.Πελοπόννησος
(πλανόδιοι μουσικοί στο "είδα τα μάτια σου  κλαμένα καλή μου"

by ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ

Τέχνη είναι να κρατάς τη γιορτή όχι των αισθήσεων αλλά του νοήματος. 

Τέχνη είναι μια φευγαλέα επαφή με το σώμα του πλάσματος που ποθούμε. Να ζητάς απ’ το δέρμα να δώσει μιαν απάντηση. 

Τέχνη είναι το αίτημα της ανταπόκρισης. Η παραδείσια περιοχή των λεπτών και λαθραίων σημείων. 

Τέχνη είναι τα ασήμαντα θέματα που ξεφτίζουν. Το φιτίλι που καπνίζει τη σπιρτάδα στην ατμόσφαιρα. 

Τέχνη είναι η ζούρλια ν’ αγαπήσεις τη γριά που θα γίνεις κάποτε. Το ανάερο σφυράκι που θα σου καρφώσει στο γόνατο την εμμονή του θανάτου. Τ’ ακροαστικά, οι γρίπες που θα αθροίσουν τις δύσκολες εποχές. 

Τέχνη είναι η ανθρωπίλα που φινίρει τις αντιφάσεις. Οι άνθρωποι που θα περιθάλψεις με τις πιο γενναίες μεταφορές. 

Τέχνη είναι να στεγάζεις τους απόντες μέσα στη γραφή.

Πέμπτη 8 Μαΐου 2014

Γιορτή για τα 5 χρόνια του Πάρκου της Ναυαρίνου


Ήρθε επιτέλους η στιγμή να γιορτάσουμε τα 5 χρόνια ηρωικής παρουσίας του Αυτοδιαχειριζόμενου πάρκου Ναυαρίνου στα Εξάρχεια και η συγκίνησή μας είναι μεγάλη. 

Την Κυριακή 11 Μαίου από τις 12 το μεσημέρι μια ολοήμερη γιορτή στήνεται στο πάρκο με τη συμμετοχή φίλων, συλλογικοτήτων και γειτόνων. 

Περιλαμβάνει εργαστήρια για παιδιά όλων των ηλικιών, από απλά όπως π.χ. ζωγραφική με δακτυλομπογιές με την Ελένη μέχρι εργαστήρια κατασκευής ψηφιδωτού με την άλλη Ελένη και τη Δέσπω και επίδειξη στένσιλ από ομάδα στενσιλάδων για μεγαλύτερα παιδιά και ενήλικες. 

Ανακυκλώνοντας άχρηστα υλικά θα κατασκευάσουμε μουσικά όργανα με την Κατερίνα αλλά και σβούρες, θα στηθεί από 13:00 μέχρι 15:00 εργαστήρι επισκευής ποδηλάτων από τον Τζουλιάνο, θα ξετυλιχτεί μια ιστορία για το πάρκο με την πολύτιμη συμβολή της Ιωάννας, η Μαρία θα ζωγραφίζει μεταμορφώνοντας τα προσωπάκια, η Τέρρυ θα κόβει βόλτες με τα ξυλοπόδαρα, η Ρόζα θα είναι ένα λουλούδι και θα κάνει παντομίμα, θα γίνονται μπαλονοκατασκευές και θα φυτέψουμε στο περιβόλι και στην παιδική χαρά. 

Στις 17:00 οι αγαπημένες Τσιριτσάντσουλες παρουσιάζουν την παράσταση ΑΣΤΡΟΑΠΕΡΓΙΑ (διάρκειας 60΄) που απευθύνεται σε παιδιά από 5 μέχρι 95 χρόνων και θα ακολουθήσει παραδοσιακό γλέντι με τη συμμετοχή χορευτικής ομάδας και εκλεκτών μουσικών, φίλων του πάρκου. Δυο Στέφανοι, ο Γανωτής και ο Φίλος, η Αυγερινή και η παρέα τους θα κάνουν παιχνίδι! Θα έχουμε τη χαρά ακόμα να φιλοξενήσουμε δυο νέες αυτοοργανωμένες χορωδίες, το Πολυφωνικό καφενείο της Ακαδημίας Πλάτωνος και την Χορωδία Εξαρχείων καθώς και μπάντα με γκάιντες!! 

Θα δούμε σχέδια από το κοντέινερ που ετοιμάζεται πυρετωδώς από φοιτητές της Αρχιτεκτονικής και σύντομα θα έρθει στο πάρκο για να φιλοξενεί τις συνελεύσεις και τις δράσεις μας. 

Θα φάμε χορτοφαγικά, θα πιούμε κρασί βιολογικό και θα έχουμε την ευκαρία να γνωρίσουμε από κοντά αυτοοργανωμένες κοινωνικές δομές των Εξαρχείων. 

Η συνέλευση του πάρκου θα κάνει τα πάντα ώστε όλη αυτή η υπερπαραγωγή να βγει σε πέρας και να περάσουμε όλοι μας ωραία. 

Σας περιμένουμε όλους με χαρά την Κυριακή! 
Αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυαρίνου

Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Ας μεθύσουμε από τις στάχτες χιλιάδων μάηδων



όσο η ιστορία γράφει για τα τσαλακωμένα μας όνειρα,
όσο στις σελίδες της μνημονεύονται οι τόποι όπου στοιχειώνουν όνειρα,
όσο στις σελίδες της μνημονεύονται οι στιγμές που μάτωσε η γή.
χρονιές μήνες και μέρες, νύχτες παγερές και μέρες χωρίς ήλιο.
όσο καπνίζουν ακόμη τα αποκαϊδια μιας καλύβας
που πρόχειρα στήσαμε για να μην ξεπαγιάζουμε τις νύχτες.

Προχώρα,
ας μεθύσουμε από τις στάχτες χιλιάδων μάηδων
από την αλήθεια του ότι ο άλλος είσαι εσύ και εσύ ο άλλος
τότε μόνο...σαν το δεχτώ, σαν το δεχτείς η λευτεριά.

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Εξάρχεια: στα ίχνη της ιστορίας και της ζωής της γειτονιάς

Φωτογραφίες από τον περίπατο του υποψηφίου δημάρχου Αθήνας Γαβριήλ Σακελλαρίδη και των υποψηφίων δημοτικών συμβούλων του συνδυασμού "Ανοικτή Πόλη" στη γειτονιά των Εξαρχείων.



Ο περίπατος ξεκίνησε από το σχολείο του Πικιώνη στην οδό Σίνα, συνεχίσθηκε στο σχολικό συγκρότημα στην οδό Πρασσά (που πλέον έκλεισε με απόφαση του Υπουργείου Παιδείας) και στη συνέχεια σταμάτησε στο κατειλημμένο από τους κατοίκους της περιοχής Πάρκο Ναυαρίνου.


Μέσω της οδού Τζαβέλα όπου απετήθη φόρος τιμής στους αγώνες της νεολαίας το 2008 έφτασε στο απειλούμενο με κατεδάφιση λαϊκής αρχιτεκτονικής οίκημα στην οδό Θεμιστοκλέους και Τζαβέλα και στη συνέχει στην πλατεία Εξαρχείων μπροστά από την μπλε πολυκατοικία.


Μέσω της πεζοδρομημένης οδού Θεμιστοκλέους ανέβηκε ως την οδό Ερεσσού και στη συνέχεια μέσω της οδού Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας κατευθύνθηκε στο κτήριο του υπουργείου Πολιτισμού όπου κατά τη διάρκεια της δικτατορίας βασανίσθηκαν χιλιάδες αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα.


Ο περίπατος κατέληξε στο σπίτι όπου έμενε ως το τέλος της ζωής του ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης. Συγκινητική ήταν η απαγγελία δύο ποιημάτων του από την ηθοποιό και υποψήφια δημοτική σύμβουλο του συνδυασμού της Ανοικτής Πόλης Αννίτα Δεκαβάλλα.

Ὅταν βραδιάζει
Ὅταν βραδιάζει, μέσα μου, ξυπνοῦν τὰ περασμένα... 
Ξυπνοῦν ἀργά, σὰ μουσικὲς νεκρὲς ἀπὸ καιρό,
σὰ μουσικὲς ποὺ χάθηκαν, καὶ ποὺ τὶς λαχταρῶ,
κι ἔρχονται πάλι, μαγικὰ κι ἀνέλπιδα, σὲ μένα...

Πόθοι, παράπονα παλιά, νοσταλγικὲς φωνές,
λόγια βαθιὰ κι ἀξέχαστα, κι ὡστόσο ξεχασμένα,
παράξενα χειμαιρικὲς ἀγάπες μακρινές,
ὅπως ἡ φλόγα μιᾶς αὐγῆς, ὑψώνονται σὲ μένα

Μιὰ βρύση, τότε, μαγική, μοῦ λύνεται ξανά,
καὶ τὸ τραγούδι ρυθμικὸ στὰ χείλη μου ἀνεβαίνει,
ἕνα τραγούδι καθαρό, καθὼς τὰ δειλινὰ
ποὺ μέσα του λυτρώνονται, καὶ ζοῦν οἱ πεθαμένοι...

Πολλοί ήταν αυτοί που αναφέρθηκαν λεπτομερώς σε κάθε σημείο αναφοράς του περιπάτου τονίζοντας την ιστορία τους, επισημαίνοντας τα καίρια προβλήματα του χώρου, ανακαλώντας μνήμες πολιτισμού και αντίστασης. 


Ο Νίκος Σαραντάκος μίλησε για αρκετή ώρα στον τελευταίο σταθμό του περιπάτου στο σπίτι του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη τόσο για τη ζωή και το έργο του ποιητή όσο και για το σπίτι όπου έζησε και τη σημασία του για την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης. Στη συνέχεια αναφέρθηκε λεπτομερώς σε όλη την ιστορία της πόλης, από την ανακήρυξή της ως πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους ως τις μέρες μας. Αναφέρθηκε στα τοπωνύμια των γειτονιών της, στα ποτάμια και τους λόφους της, στους ανθρώπους και τις κοινωνικές ομάδες που διαμόρφωσαν την υφή του πολεδομικού, πολιτικού και κοινωνικού ιστού της. Ήταν μια ομιλία για τη ψυχή της Αθήνας, μια αναστήλωση των λέξεών της, των λέξεων της πόλης που ζούμε.

Κάθε δρόμος, κάθε σταθμός του περιπάτου είχε το συμβολισμό του και υποδήλωνε το ενδιαφέρον του Γαβριήλ Σακελλαρίδη και των συνεργατών του τόσο για την ιστορία της γειτονιάς όσο και για τα προβλήματά της.

Τον περίπατο που ήταν ενταγμένος στον προεκλογικό αγώνα της Ανοικτής Πόλης, δημοτικής παράταξης στο Δήμο Αθήνας, ακολούθησαν εκατοντάδες κάτοικοι της γειτονιάς αλλά και μέλη συλλογικοτήτων και εγχειρημάτων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.

Σάββατο 26 Απριλίου 2014

Η άνοδος των αντικοινωνικών (αναδηοσίευση)

By The Machinist 

Η γενικευμένη απάθεια της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στις εφεδρείες της άρχουσας τάξης στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία και τις παραφυάδες της δεν είναι σημερινό, μεμονωμένο περιστατικό. Στην χώρα των νοικοκυραίων, υπάρχει ιστορικό συναίνεσης και ένοχης υπομονής.

Πάντα υπήρχαν πρόθυμοι, είτε στην γερμανική κατοχή, όπου ξεπετάχτηκαν οι μαυραγορίτες και οι ρουφιάνοι, είτε στην χούντα οι καταδότες και οι συνεργάτες της αστυνομίας, είτε ακόμα και επί τουρκοκρατίας. Το χειρότερο είναι πως όλοι αυτοί, με κάποιον τρόπο ή πλούτισαν και προσπαθούν στο σήμερα να διατηρήσουν τα προνόμιά τους ή έθαψαν τόσο βαθιά τους σπόρους τους που φύτρωσαν οι απόγονοι των ιδεών και της νοοτροπίας τους.

Αλλά και φτάνοντας στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, ακόμα διαπιστώνεται μια αδικαιολόγητη ανοχή του λαού, απέναντι σε διεφθαρμένα κόμματα και αντιπροσώπους των κεφαλαιοκρατών, που μάλιστα νομοθετούν ανερυθρίαστα υπέρ των ισχυρών. Μάλιστα τους ψηφίζει όλους αυτούς και σε περιπτώσεις τους υποστηρίζει οπαδικά. Ακόμα και η διάχυτη εμφυλιακή ατμόσφαιρα που διχάζει χρόνια αυτόν τον λαό, είναι απόρροια και της δικής του μαλθακότητας να απαιτήσει δικαιοσύνη.

Στην σύγχρονη Ελλάδα, αυτοί που ουσιαστικά συντηρούν το κάθε καθεστώς, είναι οι λεγόμενοι “μετριοπαθείς”. Αυτοί κάνουν πλάτες στους πραγματικούς εξτρεμιστές, σ’ αυτούς που αποφασίζουν να αυτοβαπτιστούν ως “Μεσσίες” και να διαφεντεύουν τις μάζες. Οι μετριοπαθείς, ψύχραιμοι και δήθεν ορθολογιστές, είναι οι κοινωνοί της απάθειας, αυτοί που τους ανέχονται και θέλουν να καταστείλουν και οποιεσδήποτε αντιδράσεις.

Είναι χαρακτηριστική η υπομονή μεγάλης μερίδας του πληθυσμού απέναντι σε αυταρχικές, ρατσιστικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές, που ανήκουν σε όλο το φάσμα του φασισμού. Είναι θέμα νοημοσύνης; Αντίληψης; Ψυχολογίας; Όλα αυτά μαζί; Ή μήπως αυτή η πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί, κοινωνικά και πολιτικά, τους κάνει να αισθάνονται οικεία και άνετα; Όπως τα γουρούνια με την λάσπη. Το θέμα είναι καθαρά ηθικό και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται. Ο μέσος ελληναράς, ενδιαφέρεται για την δουλειά ΤΟΥ, το σπίτι ΤΟΥ και το πορτοφόλι ΤΟΥ. Όλα τα υπόλοιπα αν δεν του αποφέρουν κάποιο κέρδος, δεν βρίσκονται στην σφαίρα ενδιαφερόντων του. Ακριβώς γι’ αυτό και η δημόσια σφαίρα αφήνεται βορά στα νύχια των επαγγελματιών πολιτικών, των σταυροφόρων των free press και του κάθε “Ποταμιού”.

Η επικρατούσα συνθήκη προβλέπει ένα πιάτο φαΐ και ιδιωτική tv, άντε και κάνα βυζί. Για τους πιο “προνομιούχους”, σκυλάδικο και Μύκονος. Όσο αυτά διασφαλίζονται, όροι όπως τα δικαιώματα (ανθρώπινα και εργασιακά), η παιδεία, η υγεία, τα δημόσια αγαθά, η ισότητα κοκ, θα ακούγονται “κομμουνιστικά” ή πιο γραφικά κι από την Σαντορίνη. Αυτό δεν ισχύει μόνο σε ενεστώτα χρόνο, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, αλλά στην Ελλάδα ίσχυε πάντα. Η επιβίωση του καθενός χωριστά, ήταν είναι και θα είναι πάνω απ’ όλα. Ακόμα κι αν το κράτος δεν παρέχει τίποτα ή μόνο τα απολύτως στοιχειώδη, οι αντιδράσεις έχουν καμφθεί, καθώς ο πολίτης υποβιβάστηκε διαχρονικά και τεχνηέντως σε παθητικό δέκτη-καταναλωτή.

Τι μπορεί να αποτρέψει την άνοδο κάθε αντικοινωνικού στοιχείου; Αναμφίβολα -αφού στις μαζικές επιφοιτήσεις δεν πιστεύω- μια καταστροφή μεγάλης κλίμακας στον ελληνικό χώρο. Μια τραγωδία κολοσσιαίων διαστάσεων, που ούτε οι “μετριοπαθείς” δεν θα μπορούσαν να καλύψουν ή να ανεχθούν. Για αφύπνιση ούτε που το συζητάω. Υπάρχει η ανάγκη μιας νέας παραγωγής κουλτούρας, συμβόλων και οραμάτων. Ακριβώς γιατί όλα τα αντίστοιχα παλιά έχουν μεταμφιεστεί με μοντέρνες φορεσιές, κάποιες εκ των οποίων γνώριμες και αποδεκτές από το νεοελληνικό life style.

Μάλιστα, περνούν στην διαχείριση όλου του θυμού που προκύπτει από τις καταφανείς αδικίες και τον διοχετεύουν στον ρατσισμό και την μισαλλοδοξία. Αυτό το πανηγύρι που συνδέεται με πολλές διανοητικές και ψυχικές παθολογίες, το ονομάζουν “πατριωτισμό” (δηλαδή εθνικισμό), χειραγωγώντας την συλλογική συνείδηση. Η κατασκευή αποδιοπομπαίων τράγων αποπροσανατολίζει και διαιωνίζει τα στερεότυπα τα οποία εξευγενίζονται ή κανιβαλίζονται, ανάλογα με το σενάριο που εξυπηρετεί τον απώτερο σκοπό, δηλαδή την διάσωση της κυρίαρχης κορπορατικής ελίτ στην Ελλάδα. Της σύμπραξης πολιτικού προσωπικού, επιχειρηματιών και καναλαρχών.

Η εκπαίδευση των μεσοαστών και των μικροαστών βεβαίως, για έτη πολλά από τα ΜΜΕ, αποσκοπούσε και αποσκοπεί στην υιοθέτηση πειθήνιας συμπεριφοράς, στην κατάποση όλων των ψεμάτων και στην διατήρηση της πλάνης, πως οι ελίτ και οι “από κάτω”, έχουν τα ίδια συμφέροντα. Είναι ένας τύπος σωφρονισμού, σκοπός του οποίου είναι η διατήρηση της “κοινωνικής γαλήνης” που συχνά επικαλούνται και σήμερα οι κυβερνώντες.

Kατά κάποιον τρόπο πρόκειται για ψυχολογικό εκβιασμό, αφού συνδέουν την δική τους ηγεμονία και μακροημέρευση με την επιβίωση (άντε και την καλοπέραση) της μάζας. Γι’ αυτό ακριβώς έχουν ξεφυτρώσει πάρα πολλοί που προσπαθούν να στρογγυλέψουν τις εξόφθαλμες αδικίες και φρίκες, ενώ παράλληλα μας καλούν να δούμε “αισιόδοξα” το μέλλον και ν’ αφήσουμε στην άκρη το σκυθρωπό πρόσωπο της κριτικής σκέψης. Η κριτική σκέψη και η ανάλυση της πραγματικότητας περνάνε σε δεύτερη μοίρα, λοιδορούνται και διαπομπεύονται. Ας πούμε ότι για να μιλάς για το τι συμβαίνει αυτή την στιγμή στην Ελλάδα, το να βλέπεις και να ακούς, αλλά να μην σιωπάς, είναι συνώνυμο του ότι κάνεις κακό στον τουρισμό (sic).

Ακόμα και σε παρέες, οι συζητήσεις περί πολιτικών θεωρούνται tres passe, βαρετές, δυσάρεστες. Η αποθέωση του ιδιωτικού βίου ως μόνο ενδιαφέρον, είναι ένα μεθυστικό άρωμα απάθειας και απόδειξη όξινης αλλοτρίωσης. Μια συνειδησιακή ύβρις και βλάσφημη αποχαύνωση. Και το παράδοξο είναι πως όσοι λένε ότι δεν ασχολούνται με την πολιτική θεωρούν εαυτούς (αλλά θεωρούνται και από τους ομοίους τους) ως “έξυπνοι” που “δεν βάζουν σκοτούρες στο μυαλουδάκι τους”. Δηλαδή ο ηλίθιος που αφήνει ακόμα και διεφθαρμένους να εξουσιάζουν, είναι ο “νορμάλ” στην μνημονιακή Ελλάδα. Κι εκεί που είχαμε την καρκινογένεση, πλέον το απολιτίκ και εγωκεντρικό μιμίδιο κάνει μετάσταση σε όλο το σώμα της κοινωνίας και ονομάζεται πλέον φασισμός.

Ποτέ μα ποτέ, αυτοί που ενδιαφέρονταν μόνο για το τομάρι τους δεν είχαν καλό τέλος. Στην χώρα μας αποτελούν πλειοψηφία, οπότε μόνο μια μαζική καταστροφή μπορεί να οδηγήσει σε αφύπνιση. Και σ’ αυτό μην βάλετε στο νου σας σεισμούς και καταποντισμούς. Η απάθεια γεννά τέρατα και η ανοχή τα θρέφει.
Κι όπως έλεγε η Γώγου, ποτέ δεν σημαδεύουν στα πόδια, ο στόχος είναι στο κεφάλι.

Δεν θα σε σώσει κανείς ηλίθιε (αναδημοσίευση)


του Θωμά Γιούργα

Το 9ο τεύχος του UNFOLLOW, κάτω από τη σκιά του Τσίπρα, προειδοποιεί: ‘Δεν θα σε σώσει αυτός’. Το σαφές υπονοούμενο είναι ότι κανείς δεν πρόκειται να σε σώσει, αφού καμία αυθεντική σωτηρία δεν μπορεί να έχει παθητικό πρόσημο. Η ενημέρωση, η συμμετοχή, η διεκδίκηση, το ρίσκο των κεκτημένων, η αμφιβολία, η αναζήτηση είναι πολιτικές ενέργειες-προαπαιτούμενα για την ατομική και την συλλογική σωτηρία. Η παθητικότητα της μεσσιανικής προσδοκίας για σωτηρία-delivery από τον πεφωτισμένο ηγέτη οδηγεί αναπόδραστα σε διαρκή ματαίωση και αλλοτρίωση της ταυτότητας του πολίτη και της κοινωνίας.

Δυστυχώς, το άρωμα της παθητικότητας και της προσήλωσης στην ιδιωτεία είναι διάχυτο στην ελληνική πραγματικότητα εδώ και δεκαετίες. Αν το δούμε σε ένα γενικότερο πλαίσιο, η κυρίαρχη στάση ζωής δεν απέχει ιδιαίτερα από το σχήμα: ‘εκπαίδευση αποκλειστικά και μόνο για να βρω δουλειά – κατανάλωση για να νοηματοδοτήσω τη ζωή μου’.

Αυτή η πρωτοφανής αφοσίωση στην ιδιωτική σφαίρα και η αποχή από τα ‘’πολιτικά’’ θεωρείτο σχεδόν αρετή και ένδειξη σωφροσύνης, νοημοσύνης. Η ταύτιση της πολιτικής ενέργειας με τον επαγγελματία πολιτικό δημιούργησε την ψευδαίσθηση της κανονικότητας και περιόρισε ασφυκτικά την έννοια της πολιτικής ευθύνης την οποία μεταβιβάσαμε άνευ όρων (εξαιρουμένων των πελατειακών) στους full-time επαγγελματίες της πολιτικής.

Η πολιτική έκφραση, ακόμα και στις παρέες, καταδικαζόταν ως ανυπόφορα μπανάλ, παρωχημένη, περιττή. Όμως, το μοντέλο του περιχαρακωμένου ιδιώτη δεν έμεινε πουθενά και ποτέ ατιμώρητο. Φυσικό επόμενο, η ενασχόληση με τα κοινά να αφεθεί στα πιο λούμπεν στοιχεία της κοινωνίας. Μιλάμε για πρωτοφανή και διαρκή παράδοση της δημόσιας σφαίρας στους κουτοπόνηρους μακιαβελιστές που διοίκησαν και διοικούν τη χώρα. Ακόμα χειρότερα, η αρρώστια του απαθούς ιδιώτη επιφέρει συνειδησιακή αποχαύνωση σε όλες τις εκφράσεις της ζωής. Η μετάσταση της νόσου της πολιτικής και συνειδησιακής αποχαύνωσης ονομάζεται φασισμός. Πλέον, αυτός ο απολιτίκ καρκίνος βρίσκεται σε στάδιο νεοναζιστικής μετάστασης. Η άνοδος των ελλήνων ναζί δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα τελικό σύμπτωμα του απολιτίκ καρκίνου, το οποίο μάλιστα αποπροσανατολίζει από τα βαθύτερα αίτια της ελληνικής νοσηρότητας.

Η πανταχού παρούσα α-συνειδησιακή ύβρις ‘’εγώ δεν ασχολούμαι με τα πολιτικά’’ θεμελιώνει την άτη του κοινωνικού δαρβινισμού. Πολύ απλά και αναπόφευκτα, η κοινωνία που απέχει από τα δημόσια θα λαμβάνει ως αντίδωρο γεωργιάδηδες να δηλώνουν: ‘’όποιος δεν προσαρμόζεται, πεθαίνει’’. Η απειλή είναι απολύτως σοβαρή και καθόλου μεταφορική. Η οικονομική αποτυχία, η αδυναμία κάποιου να προσαρμοστεί στην προκλητικά στοχευόμενη αναδιανομή του πλούτου προς τα πάνω θα μεταφράζεται σε θάνατο της αξιοπρέπειας ή ακόμα και σε βιολογικό θάνατο.

Με αυτά τα δεδομένα, η μόνη αναίμακτη επαναστατική πράξη ενάντια στον κοινωνικό δαρβινισμό και τον ναζισμό είναι η συνειδησιακή αφύπνιση και η προσπάθεια αυτονόμησης της σκέψης. Ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν υπάρχουν αρκετοί συνειδησιακοί κήρυκες στην ελλάδα του σήμερα. Έτσι καλούμαστε ως μονάδες να πετύχουμε την προσωπική μας συνειδησιακή αφύπνιση. Φαντάζει σχεδόν ακατόρθωτο εγχείρημα για μια κοινωνία ναρκωμένη, τρομοκρατημένη και βαθιά χτυπημένη από τον καρκίνο του απαίδευτου απολιτίκ ιδιώτη.

Μονάχα μια συνειδησιακή επανάσταση θα προσφέρει στην κοινωνία την απαραίτητη μαγιά πολιτών ώστε να επανακαταλάβουμε τη δημόσια σφαίρα και να επιβάλλουμε την πολιτική ατζέντα από τα κάτω προς τα πάνω. Φαντάζει ουτοπικό αλλά είναι ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος.

Γιατί, κανένας δεν πρόκειται να σε σώσει, idiot!
Σε σύνδεση με τα παραπάνω, η διαχρονική σκέψη του Μπερτολτ Μπρεχτ:
“Ο χειρότερος αναλφάβητος είναι ο πολιτικά αναλφάβητος. Δεν ακούει τίποτε, δεν βλέπει τίποτε, δεν συμμετέχει στην πολιτική ζωή. Μοιάζει σαν να μην γνωρίζει ότι το κόστος ζωής, η τιμή των φασολιών, του αλευριού, του ενοικίου, των φαρμάκων, όλα εξαρτώνται από πολιτικές αποφάσεις. Ακόμα χειρότερα περηφανεύεται για την πολιτική του άγνοια, φουσκώνει το στήθος του και δηλώνει πως μισεί την πολιτική. Δεν γνωρίζει, ο ηλίθιος, πως εξαιτίας της αποχής του από την πολιτική υπάρχει η πορνεία, το εγκαταλελειμμένο παιδί, ο ληστής και ακόμα χειρότερα, οι διεφθαρμένοι κυβερνήτες, οι λακέδες των διεθνών εταιρειών που μας εκμεταλλεύονται.”

σελίδες από το ημερολόγιο της Έρημης Χώρας (αναδημοσίευση)

  
από τον Costinho
  
Και λες να το ρίξεις λίγο έξω -γιορτινές μέρες είπαν, άλλωστε. Τυχαίνεις σε κλαμπ λουσάτο, εκεί βγήκε ο κλήρος με τους φίλους. Λούσο, λέμε τώρα· όλα ψευδοροφές και νέον, όλα ψευδή, όλα ψευδά. Πιάνεις τον εαυτό σου κρατούμενο. Πορτιέρηδες· πληρωμένα σκιάχτρα που ανοίγουν την πόρτα απ'έξω. Όταν υποδέχεσαι κάποιον η πόρτα ανοίγει από μέσα, αυτό ξέρω εγώ. Ψιλά γράμματα. Άμα επιβιώνεις από την ξεφτίλα, τη βάζεις σε λέξεις· να εξευμενίσεις ό,τι περίσσεψε. Περιήγηση στην Έρημη Χώρα, άδειοι πόθοι κενά βλέμματα τυραννισμένα σώματα, το Άουσβιτς σε εκδοχή αυτοϊκανοποίησης. Κλαμπ. Μονοσύλλαβος κωδικός, εύκολος, λίγα γράμματα, ένας ήχος, γρήγορος. Ατέρμονη ανορθογραφία. Γυναίκες που δεν είναι γυναίκες, που θυμίζουν γυναίκες. Η γυναικεία όψη εδώ λησμονείται, κανείς δεν φαίνεται να θυμάται ότι οι ιέρειες είναι ρόλος σε τελετή, όχι σιλουέτες αφημένες στην τύχη τους. Πρώτα πρώτα οι γυναίκες οι ίδιες, αυτές το ξεχνάνε και το πνίγουν σε τόνους από κολώνιες· αποσμητικές, που δεν οσμίζουν, που μόνο απωθούν. Που τρομάζουν. Κάθε ερωτικό μικρόβιο σε ακτίνα δύο μέτρων πέφτει νεκρό, κάθε πόθος ξενιτεύεται προς άγνωστη κατεύθυνση και δεν ξαναγυρίζει πίσω. Φρούρια υπερβολών οι στολές τους, τρομακτικές αποστάσεις. Προσδοκίες στον αέρα με μυρωδιά απειλής. Ακόμα και στο σαφάρι, στη ζούγκλα, ένα θήραμα κάπου κάπως υπονοείται· κάποιος κάπως υποκρίνεται τον κυνηγό. Κανείς δεν βγαίνει από εδώ ζωντανός. Κυρίως επειδή δεν μπήκε καν ζωντανός.

Η Έρημη Χώρα σε εικόνες καθημερινής συνάφειας, ανίερης και ταπεινωμένης. Αγόρια σε αμήχανο σχηματισμό πίνουν ματαιοδοξία με χαμηλό δείκτη αλκοόλ, βγάζουν selfies -έτσι λένε τώρα τη μοναξιά, τη φωνάζουν εαυτό- και αναβάλλουν τις ερωτήσεις για άλλη ζωή. Δεν θα το ψάξουν ούτε το πρωί που θα σηκωθούν· ό,τι έγινε, έγινε. Πέρασε κι αυτή η μέρα, πιάσαμε λίγο κώλο, κάπου ακουμπήσαμε. Τυχαία ίσως, αλλά δεν έχει σημασία αυτό. Αρκεί που μας σηκώθηκε. Κλικ κι άλλο κλικ, ψηφιακός ο ήχος, ψευδής. Βγαλ'την καλή, να φαίνονται και οι γκόμενες στο μπαγκράουντ. Γκόμενες στο μπαγκράουντ. Ποτέ πρωταγωνίστριες, ποτέ ηρωίδες.Κλικ. Μονοσύλλαβος κι αυτός ο κωδικός, εύκολες λειτουργίες, απλές πρωτοζωικές, γρήγορες. Ένστικτο και ανάγκη, παντού γύρω υπομνήσεις της κατάθλιψης. Νέο επάγγελμα στη διασκέδαση, ο φωτογράφος. Παλεύει να καταγράψει κι αυτός την επιδημία, να νιώσει ο καθένας σημαντικός, να θυμηθεί ότι ήρθε με παρέα εδώ, ότι έχει φίλους, το λέει και η φωτογραφία, έχω φίλους έχω ζωή, είμαι ένα μικρό θέμα στις ειδήσεις του βίου μου, στα κοσμικά, εκεί που μέχρι μία ώρα πριν δεν υπήρχα καν, δεν ήξερα τι γύρευα μέσα σ'αυτά τα ρούχα· εκεί στα κοσμικά, δηλαδή στα απόκοσμα. Κι όχι εκείνα όπου αντηχούν προσευχές και χρησμοί, λάθη και διαψεύσεις. Ούτε ερωτήσεις ούτε απαντήσεις. Σαν ένα γιγάντιο ΚΨΜ, αλλά χωρίς τον χαβαλέ των πιστών της κοινότητας. Καμία ευλάβεια. Εδώ η στέρηση είναι σημαία, όχι καταναγκασμός.

Η πίστα δεν είναι πίστα, στη θέση της πίστας βρίσκεται ένα τεράστιο μπαρ, μπάρμαν μούρες μέσα χορεύουν συνταγές φτηνής χημείας και χορηγούς με δόντια, ο κόσμος γύρω γύρω, οι πελάτες. Καθόμαστε χαζεύουμε τα μπαρ, προσκυνάμε ό,τι καταναλώνουμε, δεν χρειάζεται ο χορός, δεν απαιτείται τίποτα. Όλοι σε στοίχιση· κανένα σώμα δεν σαλεύει. Μάθανε ότι αν σαλέψουν λίγο, μπορεί όλα να μετακινηθούν, μπορεί να αλλάξουν θέση, μπορεί να απογυμνωθεί καμιά πλάτη και ο κόσμος ν'αλλάξει χρώμα. Αμάν κάνανε να καταλάβουν τα παλιά τα χρώματα, κάποια γκρι και λίγα τιρκουάζ του βαρετού, που να μαθαίνουν τώρα καινούρια; Η μουσική, ποια μουσική, πλέον το αυτό που υπάρχει στη θέση της μουσικής από τον κουφό δισκοθέτη -ακριβώς όπως τα αφηγήθηκε ο αγαπητικός της Ρέας Φραντζή. Ο φίλος του ο Παπαγιώργης, στον Ασημάκη, λέει πως η σοφή δολιότητα του προσωρινού είναι ότι ο χρόνος αθροίζεται αθόρυβα κάτω από την μύτη μας. Λέει επίσης ότι ο χώρος είναι ο χειρότερος εκμαυλιστής και ρουφιάνος του χρόνου. Κάπως δένουν τώρα όλα αυτά, κάπως γίνονται στέρεα μέσα μου. Ως δικαιολογία περισσότερο.

* *

Σκέφτομαι κάποια που της αρέσουν οι δικαιολογίες. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να κινείται ο κόσμος, έστω. Τρόπος. Αν κάτι πληρώναμε μέχρι τώρα είναι ότι βρίσκουμε τρόπους. Έτσι περνάνε οι μέρες από εδώ μεριά. Νικάμε με τις λέξεις, δεν εξευμενίζουμε τίποτα, δεν χρειάζεται, όλα μας δίνονται σαν χάρη. Η ζωή που φτιάχνουμε επιστρέφει ακέραια και γενναιόδωρη. Ξέρουμε που να ακουμπήσουμε, μάθαμε με τον καιρό· μάθαμε και με τον χώρο. Ξέρουμε που και πόσο να σταθούμε. Δεν μας αρκεί πάντα, αλλά όσο πληρώνεις, καλά είναι. Με το αίμα ζεις, καμιά πληγή δεν σου είναι ξένη, τίποτα δεν είναι τρομακτικό. Τίποτα δεν είναι τρομακτικό μέσα στον τρόμο της υπόλοιπης ζωής, της ζωής μπροστά· σ'αυτόν τον εξαιρετικά γλυκό τρόμο των πάντων, των όσων ακούμπησες, της ζωής που δεν υπολογίζεται. Μόνο σχεδιάζεται και μετά ξεφεύγει. Όλα μαγεύουν και μαγεύονται. Ξέρεις έτσι ότι υπάρχεις και δεν χρειάζεται κανένας φωτογράφος. Οι πιο ωραίες φωτογραφίες είναι εκείνες που υπονοούν, εκείνες που κρύβουν, όχι αυτές που αποτυπώνουν. Τα φαινόμενα απατούν, έλεγε ο επιστήμονας, τα ακούσματα φανερώνουν. Οι ωραιότερες φωτογραφίες είναι κοντινά των ακουσμάτων, πλησιάσματα του αυτιού στις εικόνες. Μουσική είναι ένα χαμόγελο που δεν ντρέπεται, κυρίως εκείνο που δεν βγάζει κανένα ήχο. Που σκίζει τη σιωπή με το δικό του τρόπο -γράφω "τρόπο", αλλά αρχικά ξεχνάω το ρο. Με το δικό του τόπο. Να'χεις αυτιά να τ'ακούς όλα αυτά, να εκπαιδεύεσαι στα πλησιάσματα, να σου φανερώνονται μορφές και χειρονομίες. Ασπούμε ένα χαμόγελο που μοιράζεται, χωρίς στολή, χωρίς κολώνια, χωρίς υπερβολές. Είναι από μόνο του υπερβολή, γιατί μπορεί να χωρέσει όλο τον κόσμο. (το'ξερες ότι σ'ένα χαμόγελο μπορείς να μάθεις τα πάντα; για κάποιον ή για την κάποια). Να μαθαίνεις. Ή να βλέπεις στα κλεφτά μια πλάτη, απογυμνωμένη -ασπούμε γυναικεία, της ομορφιάς- και να υποθέτεις κάθε στοιχείο της όψης σε ανφάς, κοντινό. Αυτός είναι φωτογράφος όχι μαλακίες, ντίτζιταλ και φώτοσοπ. Σχηματίζεις με το νου σου μια μορφή -έτσι στα αυθαίρετα, χωρίς στοιχεία- και είναι αυτό μια ερωτική πράξη. Είναι ο μισός δρόμος. Η μάχη της γοητείας, το έτσι που μαίνεται στα χαρακώματα των επιθυμιών και των άρρητων σκέψεων, όχι μόνο είναι ιερή υπόθεση και μέλημα καθήκον από τα λίγα, αλλά βγαίνουν όλοι νικητές. Μετά να επιστρέφεις ξανά, να παίρνεις ώρα -και χώρο, χώρα- και από τις σκιές της πλάτης, την κάθε γραμμή, την κάθε αμυχή -την κάθε συνάντηση με τον ήλιο, αυτό είναι η αμυχή- να επιβεβαιώνεις κάθε υπόθεση, κάθε αυθαιρεσία σου. Αυθαίρετα και πάλι. Γιατί το έτσι δεν εξηγείται, μόνο βιώνεται. Να μυρίζεσαι τα αγγίγματα, να ακούς τα βλέμματα, να γεύεσαι τους ήχους· τον ήχο της σύσπασης των μυών στις άκρες του στόματος ασπούμε. (έτσι σχηματίζεται το χαμόγελο, σύσπαση μυών είναι και τίποτ'άλλο). Να μπερδεύεις τις αισθήσεις, να μπερδεύεσαι· μπορείς;

Τίποτα δεν είναι έρημο εκεί απάνω -ξέρεις που- όλα όμως είναι χώρα, όλα μπορούν να γίνουν χώρα, χώρος, χρόνος. Τίποτα δεν είναι τρομακτικό, αρκεί να βρίσκεις τρόπο να καλύψεις τα χιλιόμετρα. Κάθε αίσθηση υπονοεί κάποια χιλιόμετρα, κάθε αίσθηση καλύπτει μια απόσταση, χρειάζεται ένα χρόνο, ένα χώρο, ένα χορό. Το σώμα τότε, το κάθε σώμα, σαλεύει και όλα αλλάζουν θέση, σαλεύουν και τα μυαλά, σαλεύουν και οι αποστάσεις και τα χιλιόμετρα και οι τρόποι, χρώματα πηγαινοέρχονται, επιθυμίες μαίνονται, όλα αλλάζουν θέση ξανά, όλα αλλάζουν θέση ξανά, πλάτες απογυμνώνονται και φανερώνουν μορφές, φανερώνουν ακούσματα, όλα αλλάζουν θέση ξανά, ξανά και ξανά, όλα ξανάρχονται σε μας.

Να είμαι αυτό το παιδί που χαζεύει τα πυροτεχνήματα. Μου αρκεί. Κι ας μη μαγεύεται πια, κι ας ξέρει το παραμύθι. Πάντα το ήξερε. Να είσαι πάνω σε ώμους. Να πατάς στους ώμους, καλύτερα από το να πατάς στο έδαφος. Αρκεί. 

Τα δύο αστεράκια που χωρίζουν εδώ τα κείμενα δεν είναι σημεία στίξης. Είναι πυροτεχνήματα. Έτσι μπορώ να πηγαίνω από το σκοτάδι στην ομορφιά. Με εκρήξεις. Φαντασμαγορικές και άχρηστες, αν μου μιλάς για χρησιμότητα.

Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Εγώ, ο λίβελος (αναδημοσίευση)



Οι βεβαιότητές μου είναι και οι μικρές μου τραγωδίες. Αν εγώ, ο μικρός και μέγας ανίσχυρος δε στοιχίσω το γραφτό μου με το παγκόσμιο ποδοβολητό είμαι χαμένος. Ο λίβελος μπορεί να φαίνεται κάτι αποτρόπαιο μα είναι ιαματικός. Ο λίβελος έχει την οργή και το όργιο που σε κρατούν ζωντανό. Είναι πρώτης σειράς στασίδι στην εκκλησιά της γλώσσας. Δεν έχει λήθες, ταπεινοφροσύνες και γλυκερά αισθήματα. Όσο τιποτένιος κι αν είναι διαλαλεί πονετικά το ξεχαρβάλωμα της ύπαρξης. Γράφεται για να ξεβγάλει διαπιστώσεις και βεβαιότητες, διαιωνίζοντας έναν δημιουργικό θυμό που κάνει λογοτεχνίες και φιλοσοφίες και πουτανιές. 

Ο λίβελος είναι συστατικό της λογοτεχνίας και της ποιητικής του συναισθήματος. Θυμίζει πως η ζωή είναι ένα ακριβό σχολείο. Πως τα μαθήματα είναι πανάκριβα. Πως στη ζωή δεν έχει δωρεάν παιδεία. Πληρώνεις και μαθαίνεις. Δεν πληρώνεις, δεν μαθαίνεις. Ο λίβελος φανερώνει πως η ιστορία είναι ένα αλώνι γεμάτο γαϊδουρομούλαρα που κλωτσά το ένα το άλλο. Δαγκωματιές, ακρωτηριασμοί, καρφιά. Μπόχα και δυσωδία και φριχτοί πόλεμοι και πάθος για νέα σφαγή. Ο λίβελος χρησιμοποιεί τη γλώσσα ως ιδεολογικό όπλο ενάντια σε κερατιάτικες κατεστημένες βεβαιότητες. Σε μαθαίνει να γράφεις και να αυτοαναιρείσαι. Να ξορκίζεις την αταξία γύρω σου με το δικό σου τρόπο χρησιμοποιώντας το σκοτεινό θάλαμο του μυαλού. 

Ο λίβελος μπορεί να αρχίζει παρωδώντας ένδοξους κομμένους λαιμούς που έπεσαν για την πατρίδα και να τελειώνει ειρωνευόμενος το πανδαιμόνιο αλληλοεξόντωσης για του Χριστού την πίστη την αγία. Μπορεί να στήνει έρωτες και να γκρεμίζει άμβωνες. Ο λίβελος ακόμη κι αν είναι μνησίκακος και φορτικός και άδικος δεν προκαλεί κακό διότι εξαρχής και προγραμματικά αυτοσυστήνεται ως τέτοιος. Την λύσσα του και την ωμότητά του την έχει προμετωπίδα κραυγάζοντας πως δεν κόπτεται δήθεν για δικαιοσύνη και αλήθεια αλλά για να ξεφτίσει βεβαιότητες επικαλούμενος μοιραία άλλες βεβαιότητες συνήθως κατάπτυστες και άσεμνες και μη αποδεκτές. 

Ο λιβελογράφος είναι ένα πληγωμένο ζώο. Κι η αλήθεια του πληγωμένου ζώου είναι η επιβίωση. Να βρει ανάσα, να κρατηθεί στη ζωή. Κι αν κρατηθεί στη ζωή να υπενθυμίσει, να ξεσκεπάσει το δόλο αρχόντων και δούλων, αρχιερέων και μη. Ο λίβελος είναι κατεξοχήν συγκρουσιακός. Ο λίβελος είναι το αληθινό όπλο των εξεγερμένων. Των συγγραφέων και των ποιητών που δεν αποδέχονται τη χλαπάτσα του διαφημιστή και το ρεμπελιό των ευνούχων αστών. Ο λίβελος υποκλέπτει τη ζωή για να στοιχειώσει τα δικά του φαντάσματα. Ο λιβελογράφος διεγείρεται απ’ την ταπεινή τέχνη του χαρτογράφου που ανατρέπει τα ονόματα των πραγμάτων άρα και τη θέση τους άρα και τις βεβαιότητες που απορρέουν απ’ το αεικίνητον της εξουσίας. 

Ο λιβελογράφος προκαλεί τη μήνιν του παντοδύναμου αυτοκράτορα αφού γίνεται το ανελέητο μάτι των τυφλωμένων υπηκόων του. Ο λιβελογράφος είναι ο σεσημασμένος ηδονιστής που όσο πιπέρι κι αν του βάζουν στη γλώσσα αποθηριώνεται εσχάτως, αντιστεκόμενος με μιαν αμετακίνητη προσήλωση στην ουτοπία, που λέει, κι αν με σκεπάσει εμένα ο θάνατος θ’ ακούγεται από πάνω μου αιωνίως το ποδοβολητό της ζωής. Τίποτε μάταιο κι όλα μάταια. Αγώνας ενάντια στους διαστρεβλωτές και τους ψευδομάρτυρες της ζωής. Μην πιστεύεις σε θεούς δαίμονες και ήρωες. Γίνε θεός δαίμονας και ήρωας. Η μεγάλη έκρηξη δεν υπήρξε ποτέ. Άπειρες εκρήξεις μονάχα στον άπειρο κυκλικό ορίζοντα. Σπέρματα αλλαγές διαπορθμεύσεις στη γλυπτή αρμονία του σύμπαντος. Πέρα απ’ την παραφορά και την υπόσχεση, το έλεος, την ευφροσύνη και την ευσπλαχνία, τους γάμους, τους θανάτους και τις λατρείες υπάρχει ο λόγος που χορδίζει την ανάγκη για ποίηση, εξέγερση κι αθώο λυτρωτικό γαμήσι.