του Άγγελου Βλάχου
Διαδρομές της ακροδεξιάς θηριωδίας στη σύγχρονη Ελλάδα: μια εγκληματική συμμορία με το πολιτικό προσωπείο.
Δεν μιλάμε πλέον για «αυγά», όπως επί χρόνια κάναμε. Μιλάμε για φίδια που μας πνίξανε και δαγκώνουν ακατάσχετα. Για κόμπρες θανατηφόρες που η εντεταλμένη Πολιτεία –συνειδητά(;)– παραβλέπει. (Ώς πότε;)
Παραβλέπει τα χαστούκια, τις απειλές κατά της ζωής, τα στιλέτα, τα μικρομαχαιρώματα, τους εμπρησμούς –ούτε έναν δεν έχω δει να προσάγεται με βραχιολάκια στα χέρια on camera– μέχρι να φτάσουμε σε έναν ακόμη φόνο, τον φόνο του 34χρονου αντιφασίστα Παύλου Φύσσα (δεν είναι ο πρώτος...).
Από ένα μπουλούκι θρασύδειλων βδελυγμάτων μαχαιροβγαλτών, συντεταγμένα μέλη ομάδας κρούσης των μπινέδων. Εκείνων στους οποίους έδωσαν την εμπιστοσύνη τους σχεδόν μισό εκατομμύριο ψηφοφόροι(;): παιδιά της διπλανής πόρτας, λέει, συμπαθείς συνταξιούχοι, φτωχά εργατικά στρώματα σε μη προνομιούχες περιοχές και άλλοι αναξιοπαθούντες διπλανοί μας που θέλησαν έτσι «να τιμωρήσουν το πολιτικό Σύστημα». Όπως ακριβώς κάνανε το ’33 οι Γερμανοί, αποκαμωμένοι από τη Βαϊμάρη.
Σύνθετα αίτια, σκοτεινές διασυνδέσεις
Αλλά κάνουν κάποιο λάθος διάφοροι φίλοι που αναφέρονται ΜΟΝΟ σε παραπλανημένα κοινωνικά στρώματα κ.λπ. Αυτά παρέχουν όψιμα και ανεπίγνωστα το κουκί τους, μετά την κατάρρευση των «μεγάλων αφηγημάτων» αλλά και την ανεπάρκεια του φιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης να χωρέσει τις επιμέρους μονάδες σε έναν ουρανό που δεν έχει θέση για όλους.
Προσωπικά, πιστεύω πως δεν είναι μόνο η οικονομική δυσπραγία, οι συνέπειες της κρίσης, ο πολιτικός ανορθολογισμός, η εγκληματική ελαφρότητα της καταδίκης συλλήβδην του κοινοβουλευτισμού ή η λειτουργική ανεπάρκεια και η ξεχειλωμένη αγραμματοσύνη συμπολιτών(;) μας που τροφοδοτούν αυτό το ρεύμα εξύμνησης του ναζισμού. Το ρεύμα της άρνησης του «άλλου», της ενοχοποίησης του διαφορετικού, της θηριώδους καφρίλας και της απύλωτης απανθρωπιάς. Νομίζω πως υπάρχει και ένα –μη ορατό– βάρος της Ιστορίας που επικάθεται σε επάλληλα στρώματα στη Φρίκη που ζούμε.
Διαισθάνομαι όλο και περισσότερο μεγαλώνοντας πως υπάρχουν ισχνά, αλλά υπαρκτά, διασταυρούμενα νήματα που συνδέουν την –ποινική– συμμορία του Μιχαλολιάκου με το παρελθόν της χώρας. Αντιλαμβάνομαι πως δεν είναι εύκολο να εξηγήσει κανείς την καταγωγικότητα της σκατίλας που μας έχει πνίξει, αλλά η οργανωμένη κλιμακούμενη βία έχει και πρόσημο και διαδρομές. Είναι φασιστική και στρέφεται εναντίον μεμονωμένων ατόμων. Και ακριβώς αντίστροφα: κάθε βία που ασκείται ατομικά, δηλαδή α-πολιτικά και μάλιστα από ομάδα έναντι του ατόμου, δεν μπορεί παρά να έχει φασιστικά χαρακτηριστικά.
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει ένα ποσοστό ανθρώπων γύρω μας σ’ αυτή την κοινωνία(;) που ζούμε με υπόρρητη αναφορά, συσχέτιση και διασύνδεση με τις πιο μαύρες σελίδες στο παρελθόν αυτού του τόπου: από τους βασιλικούς Επίστρατους, τους κατ' επάγγελμα πραξικοπηματίες στρατιωτικούς του Μεσοπολέμου (αυτούς που στελέχωσαν το μετεμφυλιακό κράτος) και τους Κυνηγούς του Κονδύλη έως τη φασιστική οργάνωση Ε.Ε.Ε. που έδρασε στη Θεσσαλονίκη και τους αλκίμους της δεκαετίας του ’30 (διαβάστε λ.χ. Αντώνη Λιάκο, Νεανικές οργανώσεις: Η εμφάνιση των νεανικών οργανώσεων – Το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης, Λωτός, 1987) και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του Μεταξά. (Σημειώνω με αυτή την αφορμή ότι 27-28 Σεπτεμβρίου διεξάγεται στο κεντρικό Πανεπιστήμιο ένα συνέδριο για την περίοδο αυτή.) Τομή, ασφαλώς, για την απογείωση της διχαστικής βίας αποτελεί η ναζιστική Κατοχή με τη δημιουργία των γερμανοντυμένων παραστρατιωτικών σωμάτων που έμειναν γνωστά ως «ένοπλος δωσιλογισμός». Αυτός σηματοδοτεί ένα νέο ρήγμα με ανυπολόγιστες συνέπειες και τους λεκέδες του αίματος ορατούς για δεκαετίες.
Τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας είναι απλώς ο πιο γνωστός σχηματισμός ανάμεσά τους: προχτές μόλις στα Γιαννιτσά μέλος της Χ.Α. σήκωσε το χέρι σε χιτλερικό χαιρετισμό στο μνημόσυνο με τα 120 θύματα που σφαγίασαν με αποτρόπαιο τρόπο ΟΧΙ οι ναζί αλλά οι ιδεολογικοί του πρόγονοι(!), οι Σουμπερίτες…
Για το συγκεκριμένο γεγονός, διαβάστε το πρόσφατο βιβλίο του Θανάση Φωτίου Η ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα: Η αιματηρή πορεία του Φριτς Σούμπερτ και του ελληνικού «Σώματος Κυνηγών» στην κατοχική Κρήτη και Μακεδονία (Επίκεντρο, 2011) και θα φρίξετε με τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των εγκλημάτων που διέπραξαν οι οπαδοί του ναζισμού στην πατρίδα μας. Μιλάμε για Ολοκαυτώματα με χιλιάδες στοιχειοθετημένους αμάχους. Γεγονότα που ήταν «εκτός ύλης» για όσους η εγκύκλια γνώση τους σταματάει στην αυτοδικία της φρικιαστικής εξόντωσης των Ταγματασφαλιτών –κατά πλειοψηφία– στον Μελιγαλά.
Κοινοβουλευτική αναβάπτιση
Αλλά τα καθοίκια δεν σταμάτησαν εκεί: εκμεταλλευόμενα τον Εμφύλιο, αυτοί οι καταδικασμένοι –επίσημα– και ρητά σε θάνατο «για συνεργασία με τον κατακτητή» σε περίοδο πολέμου (για να μην ξεχνιόμαστε), με διαταγή του Συμμαχικού Στρατηγείου στη Μέση Ανατολή (άνοιξη 1944), ξαναβαφτίστηκαν στην κολυμβήθρα της «Εθνικοφροσύνης» μετά τα Δεκεμβριανά. Γίνανε άμωμοι στυλοβάτες της πατρίδας, οι απόπατοι που ασελγούσαν στο σώμα της, αυτοί που ωφελήθηκαν από τις εβραϊκές περιουσίες εκείνων που έστειλαν στους φούρνους (αυτοί τους οδήγησαν στα βαγόνια για το Άουσβιτς – όχι η Βερμαχτ), στελέχωσαν προνομιακά τη Δημόσια Διοίκηση, προήχθησαν στο στράτευμα και, ως μέλη ενός διευρυμένου εγκληματικού δικτύου (όπως ακριβώς έκαναν διεθνώς όλοι οι υπόλοιποι ναζί μεταπολεμικά), αλληλοϋποστηρίχτηκαν λυσσαλέα, έστησαν περιουσίες με πυρήνα τον μαυραγοριτισμό, διέπραξαν απειράριθμες προβοκάτσιες, ανέστειλαν επί μακρόν τα ειρηνευτικά μέτρα συμφιλίωσης, διαδραμάτισαν ρόλο σε πολιτικές συνωμοσίες αλλά και δολοφονίες (η υπόθεση Λαμπράκη το 1963 είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου). Οι ίδιοι εξάλλου πρωταγωνίστησαν στην «Εθνοσωτήριο Επανάσταση» της 21ης Απριλίου, με δυο λόγια συμμετείχαν, συνήθως από το σκοτάδι του περιθωρίου και των ποικιλώνυμων παρακρατικών μηχανισμών, στη διακυβέρνηση της χώρας.
Επίσης, και τότε λειτούργησαν εκ παραλλήλου «κοινοβουλευτικά»: έβγαλαν βουλευτές, συμμετείχαν σε κυβερνήσεις, πήραν μαζικά συντάξεις ως αντιστασιακοί, οι σφαγείς των νηπίων που φόραγαν λίγα χρόνια πριν με περηφάνια τη σβάστικα στο περιβραχιόνιο…
Διαβάστε τις μελέτες του συναδέλφου Στράτου Δορδανά Έλληνες εναντίον Ελλήνων: Ο κόσμος των Ταγμάτων Ασφαλείας στην κατοχική Θεσσαλονίκη 1941-1944 (Επίκεντρο, 2006) και κυρίως Η γερμανική στολή στη ναφθαλίνη: Επιβιώσεις του δωσιλογισμού στη Μακεδονία, 1945-1974 (Εστία, 2011) για να δείτε την πορεία των Φον Γιοσμάδων και των Γκοτζαμάνηδων στους οποίους αναφέρεται σήμερα κατ' όνομα ο Νίκος Ξυδάκης και παλιότερα χιουμοριστικά –διότι έτσι μόνο μπορούσε– ο αλησμόνητος Δημήτρης Ψαθάς με τον Φον Δημητράκη.
Είναι επίσης εντυπωσιακό πως όλα αυτά τα έχει αναδείξει περισσότερο η Λογοτεχνία και όχι η μαχόμενη Ιστοριογραφία. Με πρόσχημα τις νωπές πληγές, θυμάμαι –από παιδί ακόμα όταν ρώταγα– την αδυναμία να ακουμπήσουμε τα ζητήματα αυτά επειδή είναι «πολιτικά» και «δεν είναι καιρός ακόμη να τα πιάσουμε». Βλέπουμε πού καταλήξαμε… Ο εμετός της Ιστορίας ως ανάστροφο πρόσωπο της συλλογικής Μνήμης. Με φόντο πρόσωπα του Χθες στο λερναίο κτήνος του Σήμερα. Και την Ιστορία των ιστορικών, με ελάχιστες εξαιρέσεις, απούσα. Και το πρόβλημα των Αρχείων να μην είναι το μικρότερο. Ενδεικτικά, σε μια Διοίκηση που δεν πετούσε σπασμένο συνδετήρα, στην αυγή της μεταπολίτευσης τα πρακτικά του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου πολτοποιήθηκαν. Ήσαν εξάλλου άχρηστα – χιλιάδες σελίδες ανακριτικού και δικαστικού υλικού. Θα ήταν, το δίχως άλλο, τυχαίο..
Προσπάθειες άλωσης της κοινωνίας
Τι μένει να κάνουμε; Κατ’ αρχάς να μάθουμε: αρκεί να κουνηθεί κανείς από τον βολικό καναπέ. Διαβάστε ένα βιογραφικό του Μιχαλολιάκου, τη δράση, τις παρέες και τις επιρροές του. Ψάξτε λίγο τα άλλα πρωτοπαλίκαρα της τρομοκρατικής βίας και τις συνάφειές τους στα ’70, τότε που δρούσαν στη σκιά του περιθωρίου. Για χρόνια καπηλεύονταν τα μνημόσυνα και τις «γιορτές του Μίσους», επιδεικνύοντας ξεχωριστή εμμονή στο «cult του αίματος» – με πρόσχημα τον πολιτικό διχασμό του παρελθόντος. Εχθρός βασικός ο «κουμμουνιστής», αλλά επίσης ο φιλελεύθερος αστός και γενικότερα όποιος εναντιωνόταν στο χυδαίο παραλήρημα, μείγμα παράνοιας και φαντασιώσεων μεγαλείου μιας ασώματης φυλής και ενός ανιστορικού έθνους. Έγιναν γνωστοί, αλλά με καταφανώς αρνητικό αντίκτυπο το οποίο και εισέπραξαν, από τη δολοφονική επίθεση κατά του συναδέλφου Δημήτρη Κουσουρή πριν από μια δεκαπενταετία. Από τότε κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι του εξωραϊσμού της εικόνας τους. Ποτάμια περιθωριακής μελάνης (της διαπλοκής των μίντια που έχουν ανάγκη από χαστούκια για να τραφούν) χύθηκαν πριν το τσουνάμι της συγκυρίας απογειώσει στη δημοσιότητα το image της αποτελεσματικής διεκπεραίωσης έναντι των «κοινωνικών απειλών» όπως οι μετανάστες, οι διανοούμενοι κ.λπ. (πλέον πρόσφατη, η περίπτωση δικαστικής δίωξης του Σάββα Μιχαήλ). Κάπως έτσι, οι «πόλεμοι της Μνήμης» εξελίχτηκαν πια σε πεζοδρομιακή στυγερή βία σε βάρος –πάντα– ασθενέστερων και ευάλωτων ατόμων και ομάδων.
Και αυτό που ζούμε σήμερα είναι η επιστροφή της Φρίκης –σαν déjà vu– ένα πράγμα αψιμυθίωτο. Δεν είναι καινούρια όλα αυτά. Κάποιοι από τους συμπολίτες μας αλλά και τις πολιτικές ελίτ τα ανακαλύπτουν τώρα ερυθριώντας και επιχειρώντας να κρυφτούν πίσω από τον καθωσπρεπισμό των «ίσων αποστάσεων», επειδή τους βολεύει μικροπολιτικά αυτή η αθλιότητα. Για να κρατάνε τα μπόσικα εμπορευόμενοι –με στοχευμένες δόσεις– αμεροληψία και αντικειμενικότητα από τις «υπερβολές».
Και ακόμη θλιβερότερο – κάποιοι συνεχίζουν να αναπαράγουν τη «θεωρία των δύο άκρων», επιχειρώντας να περιθωριοποιήσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Ψαρεύοντας όχι στα «θολά νερά» αλλά στους βόθρους, κυριολεκτικά. Όχι. Αυτή δεν είναι μια θεμιτή (αλλά ούτε και λυσιτελής) πολιτική αντιμετώπιση. Για να οικειοποιηθώ τον Ταλλεϋράνδο, «είναι χειρότερο από έγκλημα: είναι Λάθος!».