Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

το κόστος (αναδημοσίευση)


Η πρώτη μνήμη μου για τη λέξη κόστος ήταν όταν άκουσα την μητέρα μου, για μεγάλη μου δυστυχία, να μου λέει: "δεν μπορώ να στο πάρω, κοστίζει πολύ".

Αργότερα είχα την εντύπωση ότι η λέξη εντοπιζόταν μόνο δίπλα σε συγκεκριμένα επίθετα: οικονομικό κόστος, ψυχικό κόστος, πολιτικό κόστος, εργατικό κόστος, καλλιτεχνικό κόστος και πολλά άλλα.

Στην πορεία διαπίστωσα ότι το ρήμα είχε άπειρα αντικείμενα: του κόστισε τη ζωή του, του κόστισε τις σπουδές του, του κόστισε τη φήμη του,του κόστισε τα πάντα. Κι έτσι άρχισα να συνειδητοποιώ ότι η ζωή των ανθρώπων, είτε ατομικά, είτε ομαδικά, περιστρεφόταν γύρω από την ικανοποίηση και τον προσδιορισμό αυτής της λέξης.

Ταυτόχρονα γύρω από τη λέξη προστέθηκαν κι άλλα επίθετα: φθηνό, ακριβό, άμεσο, έμμεσο, συνολικό, μερικό. Άνοιξα τότε την μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, ανέτρεξα στο λήμμα κόστος κι ανάμεσα σε άλλα διάβασα τα εξής:
"κόστος: η συνολική αξία πράγματος τινός, το κόστος του σπιτιού, της ενδυμασίας, κ.λπ, η τιμή του πράγματος κατ' αντίθεση της τιμής πωλήσεως αυτού, το κόστος του 100 δραχμάς και το πωλούμε 110.
Η ακριβής εκτίμηση του σνολικού κόστους είναι κεφαλαιώδους σημασίας καθότι χρησιμεύει ως βάσις για τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους συμφώνως με την καθορισθείσα τιμήν πωλήσεως..."

Γρήγορα όμως κατάλαβα πως οι άνθρωποι δεν συμφωνούσαν στο μέγεθος του και αντίθετα το συναρτούσανε με τις ανάγκες τους και τις επιθυμίες τους.

[...] Άρχισα τότε να αναρωτιέμαι τι είναι αυτό το κόστος που μεταμοφώνεται στα πάντα κι όπου όταν δεν ικανοποιείται προκαλεί κατ' αρχάς φόβο κι αν συνεχίσει να μην ικανοποιείται προκαλεί πανικό στους ανθρώπους με αποτέλεσμα να ορίζει τη ζωή τους.

Η μικρή μου αναζήτηση με οδήγησε στα παρακάτω συμπεράσματα:
1. το κόστος είναι αφηρημένο κι έτσι απεικονίζεται με ότι θέλει, κυρίως με χρήματα, με υλικά αγαθά
2.συνήθως καλύπτεται από τους πολλούς ενώ λίγοι το καρπώνονται
3. σπάνια καλύπτεται με συνέπεια συνεχώς να αυξάνεται
4. η αδυναμία κάλυψής του πείθει τους πολλούς να δέχονται την υποτίμηση της ζωής τους στην προοπτική του κάποτε να καλυφθεί
5. οι λίγοι διαρκώς υπενθυμίζουν την αντικειμενική αδυναμία να καλυφθεί αν οι πολλοί δεν προσπαθήσουν περισσότερο ζητώντας λιγότερα
6. αυτοί που εκπροσωπούν τους πολλούς φοβούνται περισσότερο τη γνώμη των λίγων που έχουν τα μέσα και συνεπώς ελέγχουν το κόστος
7. το κόστος οδηγεί στην εξουσία κι η εξουσία στη διόγκωση του κόστους
8. το κόστος διογκώνεται γιατί οι πολλοί προσπαθούν να μιμηθούν τη ζωή των λίγων που καθόλου δεν είναι βέβαιο πως είναι ενδιαφέρουσα
9. το κόστος μειώνεται όταν δε παράγεις αλλά δυστυχώς ο πλανήτης χρειάζεται παραγωγή
10. το κόστος ποτέ δεν ενδιαφέρεται για τη ζωή, το μόνο που το ενδιαφέρει είναι η αυτοϊκανοποίησή του
11.επιβάλλει την ικανοποίησή του τρομοκρατώντας τους πολλούς πως θα πεθάνουν αν δε καλύψουν έστω κι ένα μικρό του μέρος
12. καταδυναστεύει τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων που δεν έχουν τα χρήματα να το αγοράσουν, παραπλανώντας τους ότι αν είναι υπομονετικοί, εργατικοί κι ολιγαρκείς μπορεί κάποτε ν' αποκτήσουν τα χρήματα για να αγοράσουν ένα μέρος του

(άρθρο του Σάββα Γαβριηλίδη, από το περιοδικό ¨Κωπηλάτες¨)

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

τι είναι η επανάσταση; ένα εκατομμύριο τσιμπήματα μέλισσας, ένα εκατομμύριο αξιοπρέπειες (αναδημοσίευση)

σ.δ.: Βρήκα αυτό το κείμενο στο μαμούφι (http://mamoufi.blogspot.gr/) και το θεωρώ περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Ίσως η ανάγνωσή του να έχει να προσφέρει νέες ιδέες και νέα όπλα στη φαρέτρα των κινημάτων.


του John Holloway

Η επανάσταση επείγει περισσότερο από ποτέ. Είναι προφανές.

Ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να συλλάβουμε την επανάσταση είναι μέσα από τις ρωγμές στην υφή της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Μέσα από την αναγνώριση, δημιουργία, επέκταση, τον πολλαπλασιασμό και τη συμβολή χώρων ή στιγμών άρνησης-και-δημιουργίας, χώρων ή κινημάτων όπου ο κόσμος λέει «ΟΧΙ! ¡Ya basta! Εδώ όχι· εδώ δεν θα υποτάξουμε τις ζωές μας στην κυριαρχία του κεφαλαίου, εδώ θα κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο ή επιθυμητό!»

Η επανάσταση βρίσκεται απαραίτητα στα διάκενα. Είναι άκρως απίθανο η κατάργηση του καπιταλισμού να συμβεί ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο.

Αυτό το χαρακτηριστικό της επανάστασης έχει, στο παρελθόν, επισκιαστεί από την παράλογη ιδέα ότι κάθε κράτος αποτελούσε τη δική του κοινωνία, αντί να θεωρηθεί πως κάθε κράτος δεν είναι παρά ένα κομμάτι της παγκόσμιας καπιταλιστικής κοινωνίας.

Εάν αποδεχτούμε πως η επανάσταση περιορίζεται στα διάκενα, τότε ποια είναι τα σχετικά διάκενα, ποιοι οι σχετικοί χώροι; Πολλοί επαναστάτες αντιλαμβάνονται το κράτος ως έναν τέτοιο χώρο. Αυτό, ωστόσο, έχει το μειονέκτημα ότι το κράτος είναι μία μορφή οργάνωσης που αναπτύχθηκε για να υποστηρίξει το κεφάλαιο και για να εμποδίζει τον κόσμο από το να προσδιορίζει την ίδια του τη ζωή. Τόσο από την ιστορία του περασμένου αιώνα όσο και από το θεωρητικό συλλογισμό, προκύπτει πως είναι αδύνατο να δημιουργηθεί μία αυτοπροσδιοριζόμενη (ή κομμουνιστική) κοινωνία μέσα από μία μορφή οργάνωσης που έχει σχεδιαστεί για την καταπίεση του αυτοπροσδιορισμού. Η ριζική μεταμόρφωση της κοινωνίας μέσα από το κράτος δεν είναι δυνατή.

Όταν φανταζόμαστε τις ρωγμές στην καπιταλιστική κυριαρχία, είναι προτιμότερο να τις σκεφτόμαστε υπό όρους μη κρατικούς. Αυτές οι ρωγμές υπάρχουν σε πολλές μορφές ανά τον κόσμο. Ίσως είναι εδαφικές: «εδώ, σ’ αυτόν το χώρο (τη ζούγκλα Λακαντόνα στην Τσιάπας, ένα εργοστάσιο υπό κατάληψη ή ένα εναλλακτικό καφέ) δεν θα δεχτούμε τη λογική του κεφαλαίου· εδώ θα δημιουργήσουμε άλλες κοινωνικές σχέσεις». Ίσως υπάρχουν και ρωγμές στο χρόνο: «εδώ, σ’ αυτό το δρώμενο, όσο βρισκόμαστε μαζί, θα κάνουμε τα πράγματα με τρόπο διαφορετικό, θ’ ανοίξουμε παράθυρα προς έναν άλλο κόσμο». Ή ίσως σχετίζονται με συγκεκριμένες δραστηριότητες ή πόρους: «στο ζήτημα του νερού ή του software ή της εκπαίδευσης, θ’ αγωνιστούμε για να αποκλείσουμε την κυριαρχία του χρήματος και του κεφαλαίου, αυτές οι δραστηριότητες πρέπει να υπάγονται σε μία διαφορετική λογική.

Ο θάνατος του καπιταλισμού δεν θα είναι το αποτέλεσμα μιας μαχαιριάς στην καρδιά, θα προκύψει από ένα εκατομμύριο τσιμπήματα μέλισσας. Αυτά τα τσιμπήματα είμαστε εμείς.

Το ένα εκατομμύριο τσιμπήματα είναι ένα εκατομμύριο αξιοπρέπειες. Οι χώροι ή οι στιγμές της άρνησής μας είναι στιγμές δημιουργίας, στιγμές κατά τις οποίες κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο ή επιθυμητό. Χειραφετούμε την εξουσία-για μας από την εξουσία-επί που την κρατάει δέσμια. Καθώς καταστρέφουμε την καπιταλιστική κοινωνικότητα (επειδή εκείνη μας καταστρέφει), δημιουργούμε μία άλλη κοινωνικότητα που βασίζεται στο συλλογικό προσδιορισμό του πράττειν μας. Η απελευθέρωση-και-δημιουργία της εξουσίας μας-για, αποτελεί τον πυρήνα της κομμουνιστικής επανάστασης. Είναι, επίσης, απαραίτητη ως μέσο για την αντιμετώπιση της απειλής της υλικής φτώχειας: με αυτήν ανταμείβεται η αξιοπρέπεια σε μία κοινωνία που βασίζεται στην άρνηση της αξιοπρέπειας.

Οι αξιοπρέπειές μας είναι πέτρες που διαπερνούν το κρύσταλλο της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Δημιουργούν τρύπες, αλλά όχι μόνο· δημιουργούν ρωγμές που εξαπλώνονται. Η κίνηση είναι ουσιώδης. Το κεφάλαιο προσπαθεί συνεχώς να γεμίσει τις ρωγμές, να απορροφήσει εκ νέου τις εξεγέρσεις μας· η εξέγερσή μας, για να παραμείνει ζωντανή, πρέπει να κινείται πιο γρήγορα από το κεφάλαιο. Ένας αυτόνομος χώρος που δεν εξαπλώνεται, που δεν μετατρέπεται σε ρωγμή, διατρέχει τον κίνδυνο να μεταμορφωθεί στο αντίθετό του, σε έναν θεσμό.

Ο καπιταλισμός είναι γεμάτος ρωγμές, μικρές (η επαναστατικότητα που βρίσκεται μέσα σε όλους μας ή μία ομάδα ανθρώπων που ενώνεται για να δημιουργήσει έναν αντικαπιταλιστικό χώρο) και μεγάλες (η ζούγκλα Λακαντόνα, το κίνημα στη Βολιβία, οι αναταραχές και οι αρνήσεις στη Γαλλία). Κάποιες φορές είναι τόσο μικρές ή τόσο φαινομενικά «απολιτικές» που δεν τις αναγνωρίζουμε. Η επανάσταση ξεκινά με την αναγνώριση των ρωγμών που ήδη υπάρχουν, και αναπτύσσεται με τη δημιουργία, την εξάπλωση, τον πολλαπλασιασμό και τη συμβολή νέων ρωγμών. Η συμβολή εξαρτάται περισσότερο από ωστικά κύματα και αντηχήσεις, παρά από επίσημες οργανωτικές δομές.

Η επανάσταση μέσα από ρωγμές είναι επανάσταση εδώ και τώρα. Η μαχαιριά στην καρδιά χρειάζεται προετοιμασία, βρίσκεται πάντα στο μέλλον. Τα εκατομμύρια τσιμπήματα μέλισσας, οι εκατομμύρια αξιοπρέπειες υπάρχουν εδώ και τώρα. Το ζήτημα δεν είναι πώς θα χτίσουμε το κίνημα για το μέλλον, αλλά πώς θα σπάσουμε τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις εδώ και τώρα. Ρήξη, άρνηση-και-δημιουργία εδώ και τώρα: αυτή είναι η πρόκληση της επανάστασης.

Η παλιά έννοια της επανάστασης βρίσκεται σε κρίση επειδή σε κρίση βρίσκεται και η βάση της, η αφηρημένη ή αλλοτριωμένη εργασία. Η παλιά έννοια ήταν η επαναστατική θεωρία του εργατικού κινήματος, του αγώνα της αμειβόμενης εργασίας (ή της αφηρημένης εργασίας) ενάντια στο κεφάλαιο.

Ο αγώνας του ήταν περιορισμένος γιατί η αμειβόμενη εργασία είναι το συμπλήρωμα του κεφαλαίου και όχι η άρνησή του. Η κρίση του εργατικού κινήματος (και της ίδιας της αμειβόμενης εργασίας) οδηγεί σ’ ένα βαθύτερο επίπεδο ταξικής πάλης: στην πάλη του πράττειν ενάντια στην αμειβόμενη εργασία (και, επομένως, ενάντια στο κεφάλαιο). Αυτή η νέα και βαθύτερη ταξική πάλη είναι που αναζητά έναν τρόπο να πορευθεί, πρακτικά και θεωρητικά. Είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας, η κρίση της αμειβόμενης εργασίας, είμαστε η εξέγερση του πράττειν ενάντια στον αλλότριο προσδιορισμό, είμαστε η ώθηση του πράττειν προς τον αυτοπροσδιορισμό. Είμαστε, με άλλα λόγια, η υπερχείλιση της δημιουργικότητας από τα δεσμά της εργασίας. Είμαστε, ταυτόχρονα, η απάντηση και η ερώτηση μιας νέας ταξικής πάλης· στη σωστή σειρά: πρώτα η απάντηση και ύστερα η ερώτηση.

Οι δυσκολίες αυτής της προσέγγισης είναι εμφανείς: αυτό το σημείο μπορεί να αφεθεί με ασφάλεια στον αναγνώστη. Ωστόσο, δεν βλέπω άλλο τρόπο. Το να παραιτηθούμε από την επανάσταση δεν αποτελεί επιλογή.

Ρωτώντας περπατάμε.

σ.δ.: οι υπαγραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή

Ο ίσκιος της ζωής (αναδημοσίευση)

Από βλέμμα (http://vlemma.wordpress.com)


Για όσους αντέχουν ακόμη να πληρώνουν ενοίκιο ή δόση στεγαστικού, σούπερ μάρκετ και ασφάλιστρο, για όσους ψώνισαν φέτος σχολικά είδη στα παιδιά τους, η σαστισμάρα και η σύγχυση είναι ακόμη τα κυρίαρχα συναισθήματα. Οι σαστισμένοι όμως λιγοστεύουν διαρκώς. Και αυξάνονται οι ανήμποροι, οι αδρανείς, οι παραιτημένοι, οι γυμνοί· όσοι δεν πληρώνουν πια ασφαλιστικές εισφορές, ούτε εφορία, γιατί απλούστατα δεν δύνανται. Δεν έχουν. Δεν είναι εδώ πια, ανήκουν σε άλλο κόσμο, κινούνται σε άλλο χρόνο, όχι παρελθόντα, όχι στο φτωχό ’50 και το ’60 με τα μανταρισμένα πουλόβερ και τα γυρισμένα κοστούμια, ούτε καν εκεί. Αυτοί οι ανήμποροι προλέγουν ήδη το μέλλον. Τη γυμνή ζωή.....

Ακούω ιστορίες πρώην νοικοκυραίων και μαστόρων, εργαζομένων από τα δώδεκα ή τα δεκαπέντε τους χρόνια, καταγόμενων από παραποτάμια ή ορεινά χωριά βαριά από ιστορία και μύθους. Ηρθαν στην Αθήνα παιδιά, μπήκαν τσιράκια ή κάλφες σε εργαστήρια, σε βιοτεχνίες, έγιναν μάστορες, μερικοί έγιναν και μικροεπιχειρηματίες, βιοτέχνες, όλοι είχαν επάγγελμα, προκοπή, τιμή, μεγάλωσαν, σπούδασαν και προίκισαν παιδιά. Ηταν περήφανοι για όσα επέτυχαν. Και σχεδίαζαν ήρεμα στον χρόνο τους βίους τους. Δεν ήσαν άρπαγες και άπληστοι, καφεδάκι στο καμινέτο το πρωί, φαΐ στο κατσαρολάκι απ’ το σπίτι το μεσημέρι ή ένα ζεστό πιάτο στα μαγέρικα της οδού Κολοκοτρώνη, σιέστα κλεφτή πάνω στον πάγκο εργασίας, και δουλειά ώς αργά το βράδυ. Επιστροφή με το μπλε λεωφορείο στις συνοικίες της αντιπαροχής.

Ολο το εμπορικό κέντρο ήταν γεμάτο από μαστόρους, επαγγελματίες, βιοτέχνες, εμπόρους, τεχνίτες. Στο τρίγωνο Μοναστηράκι – Ομόνοια – Σύνταγμα, μαζί με του Ψυρρή των τσαγκαράδων. Εκεί όπου σήμερα πληθωρίζονται καφέ, μπαρ, ουζερί, για χίπστερ και χασομέρηδες, άνεργους και άεργους, εκεί όπου κάποιοι βλέπουν ανάπτυξη μέσα από την κατανάλωση φρέντο και ρόκα–παρμεζάνα. Συνταξιοδοτούνται κακήν κακώς οι παλαιοί, άλλοι ολόκληρη με σαράντα χρόνια ένσημα, άλλοι προώρως μειωμένη, άλλοι χρεοκοπούν και κολλάνε κηδειόχαρτα «εκποίηση», «πωλείται η επιχείρηση», «ενοικιάζεται το παρόν, πληροφορίες εντός». Ο κόσμος της εργασίας και του εμπορίου φεύγει, το centro storico μετατρέπεται σε φαν παρκ για άνεργους, χώρος τράνζιτο γι’ ανθρώπους τράνζιτο, χωρίς προέλευση, ρίζα, προορισμό. Χώρος χωρίς χρόνο.

Ακούω ιστορίες, ανασυστήνω ζωές. Χήρες που σπούδασαν παιδιά πλένοντας σκάλες και γραφεία, ψήνοντας καφεδάκια κάτω απ’ το κλιμακοστάσιο για τους εργαζομένους στο μέγαρο, που είχαν σπίτι το παραχωρημένο υπόγειο πλάι στον λέβητα, στολισμένο με κεντήματα, χράμια και αγαλματίδια από αρχαίες μπομπονιέρες. Ζουν με την κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ, πάντα εκεί, πλάι στον λέβητα, στο πάντα στολισμένο δωμάτιο. Και καταριούνται αυτόν που τους έκοψε τη σύνταξη και τα φάρμακα για την οσφυαλγία και την πίεση. Που τους έκοψε το τελευταίο ξερό κλαδάκι της πληβείας ζωής.

Πίσω από κάθε ψηλό παράθυρο στα μαραμένα εμποροβιοτεχνικά μέγαρα του κέντρου, στις οδούς με τα ένδοξα ονόματα Χρυσοσπηλαιωτίσσης, Νικίου, Κολοκοτρώνη, Πραξιτέλους, Αιόλου, Ρόμβης, Κλειτίου, κινούνται ακόμη άνθρωποι και ξεδιπλώνονται ιστορίες. Οσοι πρόλαβαν τη σύνταξη του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας, έζησαν ολόκληρο το greek dream και αποχώρησαν. Αλλοι δεν πρόλαβαν, τους μάγκωσε η χρονόπορτα και τους συνέθλιψε. Εδώ και καιρό αδυνατούν να πληρώσουν το ΤΕΒΕ, δεν μπορούν να πάρουν σύνταξη· υποαπασχολούμενοι, βγάζουν το νοίκι και ψωνίζουν γαύρο πρωινό στην Αγορά.

Ακούω το ευφρόσυνο καναρίνι στον 5ο όροφο βιοτεχνικής πολυκατοικίας· δεν το βλέπω γιατί με τυφλώνει η αντηλιά, πίσω απ’ το παμφάγο φως ξέρω όμως ότι ξεπροβάλλει μια αναλόγως εκθαμβωτική γωνία Ακροπόλεως. Το πορτοκαλί καναρίνι συναγωνίζεται το άμουσο ράδιο που φλυαρεί σε ακατάληπτη γλώσσα· και τα δύο συντροφεύουν τον παλαίμαχο τεχνίτη. Η λωρίδα φωτοσκόνης χαϊδεύει και εξωραΐζει παλαιές μεταλλοδερμάτινες πολυθρόνες, το μικρό ψυγείο, τον ψηλό πάγκο με το βαρύ σίδερο, ρεκλάμες, Κασμήρια ΔΔΔ, Ελληνοβρετανική, αρχαία φιγουρίνια με σταυρωτά γιλέκα, το τηλέφωνο βακελίτη, κάρτες για μανταρίστρες και κουμποτρυπούδες, το γκαζάκι οπωσδήποτε. Απέναντι ένας ξεχασμένος χρυσοχόος, ένας αδαμαντοκολλητής, λογιστικό γραφείο, μια φθαρμένη εμαγιέ επιγραφή Εισαγωγαί Υλικών Αργυροχρυσοχοΐας με περίτεχνα γράμματα Art Deco. Ενας θνήσκων κόσμος, ο κόσμος των τεχνών και του εμπορίου. Γεμάτος ζωές ακόμη, ίσκιους, παρουσίες, φωνές, έργα χειρών, ιστορίες με βουλευτές και εφέτες, αστεϊσμούς, κουμπαριές, με αλληλεγγύη και μικροδάνεια, με δόσεις και δοσίματα. Αντηλιά, σκόνη, ίσκιος. Ο ίσκιος της ζωής.

ζωγραφική: Πάρις Χαβιάρας 

Τοπικοποίηση, κοινωνικοποίηση, αποανάπτυξη


Η συζήτηση με θέμα "Τοπικοποίηση, κοινωνικοποίηση, αποανάπτυξη", που έγινε την τρίτη μέρα του 1ου εναλλακτικού φεστιβάλ αλληλέγγυας και συνεργατικής οικονομίας (19, 20, 21/10/2012, Ελληνικό). 

Στη συζήτηση πήραν μέρος οι: Γιώργος Κολέμπας (πρώην εκπαιδευτικός, βιοκαλλιεργητής, μέλος οικοκοινότητας, συγγραφέας), Γιώργος Λιερός (συγγραφέας), Γιάννης Μπίλλας (εκπαιδευτικός, βιοκαλλιεργητής, μέλος των Από Κοινού - Κίνηση Πολιτών για την Αποανάπτυξη και την Άμεση Δημοκρατία-www.apokoinou.com), Γιώργος Καλλής (καθηγητής στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης). Συντονισμός: Ηλιόσποροι.

δείτε εδώ το βίντεο των ομιλιών.

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Ανταλλακτική οικονομία (αναδημοσίευση)

Από τον ΚΙΜΠΙ
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Κόσμος του Επενδυτή την 23/12/2011

Το κείμενο αυτό είχε αναρτηθεί παληότερα στο blog http://kibi-blog.blogspot.com διατηρεί όμως την "φρεσκάδα" του παραμένοντας πάντα επίκαιρο. Μου το θύμισε η συγκυρία της διοργάνωσης του 1ου Φεστιβάλ Αλληλέγγυας και Συνεργατικής Οικονομίας που έγινε το τριήμερο 19,20,21 Οκτώβρη στο Ελληνικό.


ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ, η προϊστορία παίρνει την εκδίκησή της από την Ιστορία. Και μάλιστα -πώς να το φανταστεί κανείς;- μέσω των Χριστουγέννων. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Μετά τις γιορτές, η εμπορευματική οικονομία θα κάνει τον απολογισμό της στις χώρες της ύφεσης, των μνημονίων και της λιτότητας. Και θα βρει το ταμείο μείον. Πολύ μείον. Και θα πέσει κλάμα, μεταφορικό και κυριολεκτικό. Διότι αυτή τη φορά η οικονομία του δώρου δεν θα έχει κάνει το θαύμα της. Αυτή η επιβίωση της προϊοστορίας, το δώρο, βασικός τρόπος συναλλαγής των ανθρώπων πριν εδραιωθεί η ανταλλαγή σε είδος ή σε χρήμα, παίρνει την εκδίκησή της από την εμπορευματική οικονομία διά της απουσίας της. 

ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΤΟ ΛΙΓΟ. Υπάρχουν κλάδοι που κάνουν ακόμη και το 50% του ετήσιου τζίρου τους την περίοδο των γιορτών. Ακόμη και θεσμοί του λεγόμενου κοινωνικού κράτους που θεσπίστηκαν με υπόρρητο προορισμό να τονώσουν τον ετήσιο οικονομικό κύκλο, όπως ο 13ος μισθός, τα δώρα φιλοφρόνησης μεταξύ συναλλασσομένων ή από εργοδότες προς υπαλλήλους φέτος θα λάμψουν διά της απουσίας τους. 

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, παρά τις ποικίλες συγκρούσεις του με παραδόσεις παλιότερων κοινωνικών σχηματισμών, μεγέθυνε στο έπακρο έθιμα με εμπορευματική αξία και περιθώρια κέρδους. Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά, μια περίοδος γεμάτη αρχαίες παραδόσεις προσφοράς χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, εξελίχθηκαν σ’ ένα εμπορευματικό ντελίριο στο οποίο επενδύθηκαν κολοσσιαία ποσά. Έπειτα ακολούθησε και το Πάσχα και στις μέρες μας οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν φτάσει να μας υπενθυμίζουν ακόμη και τις ονομαστικές γιορτές αγαπημένων προσώπων και φίλων, προκειμένου να κερδίσουν έστω κι ένα χιλιοστό αύξησης του τζίρου σε δώρα. Αν γνώριζαν και τα γενέθλια ή τις επετείους γάμων μας, θα τα περιλάμβαναν στους σχεδιασμούς τους. Και τα δώρα στην εποχή της ολιστικής εμπορευματοποίησης δεν είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία προϊόντων. Δώρο, μας υπενθυμίζουν τα «πουμπλί» γιορταστικά αφιερώματα των ΜΜΕ, μπορεί να είναι οτιδήποτε. Από ένα ανόητο, φθηνό μπιχλιμπίδι του ενός ευρώ, μέχρι ένα αυτοκίνητο, ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος ή ένα ακριβό μονόπετρο δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ανάλογα με το απόθεμα αγάπης και χρήματος που διαθέτει κανείς.

ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ, ο εμπορευματικός μας πολιτισμός, ιδιαίτερα στην καπιταλιστική του κορύφωση, πέφτει θύμα της τεράστιας επιτυχίας του. Επένδυσε πολλά, πάρα πολλά στον πολιτισμό που θέλησε να εξαλείψει και να υποκαταστήσει πλήρως: στον πολιτισμό του δώρου, ο οποίος, κατά τους ανθρωπολόγους, μαζί με τις άλλες μορφές ανταλλακτικής και πάντως μη χρηματικής οικονομίας, καλύπτει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, πολλών χιλιάδων χρόνων, από την εμπορευματική και ιδιαίτερα τη χρηματική του εκδοχή.

Η ΛΙΤΟΤΗΤΑ και η ύφεση συντρίβουν αυτό το εμπορευματικό κεκτημένο. Το δώρο, για την ακρίβεια η αγορά του δώρου, είναι το πρώτο που θα συντριβεί ή θα συρρικνωθεί δραματικά όσο οι συνήθειές μας θα προσαρμόζονται σ’ αυτό που μας περιγράφουν ως μοιραία κατάσταση. Σε συνθήκες στάσης πληρωμών προς την κοινωνία, οι προτεραιότητες αλλάζουν. Η επιβίωση των ανέργων, των υποαμειβόμενων ή απλήρωτων μισθωτών, των συνταξιούχων που υποβαθμίζονται σε μια κατάσταση υποσιτισμού περιθωριοποιεί ως πολυτελείς τις ανάγκες ηθικής, συναισθηματικής αξίας και αλληλεγγύης προς τέκνα, εγγόνια, βαφτιστήρια, ανίψια, γονείς, θείους, μπατζανάκηδες, συγγενείς γενικώς, φίλους, συναδέλφους, γνωστούς. Το μότο των ημερών είναι «να βρεθούμε, αλλά τα δώρα κομμένα και δεν παρεξηγούμεθα» και αντιρρήσεις πολλές δεν ακούγονται από την άλλη πλευρά, που άλλοτε θα αντέτεινε «μα πώς, να έρθουμε σπίτι σας με τα χέρια ξερά;».

ΒΕΒΑΙΩΣ, επειδή η αρχέγονη παράδοση έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτική στον χρόνο από οποιαδήποτε μεταγενέστερη νεωτερικότητα που απαιτεί την εκδήλωση της προσφοράς και την έκφραση της συγγενικής ή φιλικής αγάπης συσκευασμένη σε αμπαλάζ με πολυτελή χαρτιά και χρυσές κορδέλες, το πιθανότερο είναι οι άνθρωποι να αποδειχθούν εφευρετικοί σε υποκατάστατα δώρου. Το λέμε στην πλάκα εδώ και καιρό, αλλά μην εκπλαγείτε αν αρχίσει το πάρε δώσε των δώρων εκ των ενόντων, χωρίς άμεσο οικονομικό κόστος. Έχεις, για παράδειγμα, πενήντα ρίζες ελιές στο χωριό σου, αλλά δεν έχεις ανάγκη και τους οκτώ τενεκέδες λάδι που βγάζουν. Οπότε σκας μύτη στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς στον κουμπάρο σου μ’ έναν τενεκέ, εν ανάγκη του κοτσάρεις και μια κόκκινη κορδέλα να το κάνεις υπερπαραγωγή. Κι αυτός καταϋποχρεώνεται και, όταν σου ανταποδίδει την επίσκεψη, εμφανίζεται στην πόρτα με μια καλαθούνα που του ’στειλε η μάνα του απ’ το χωριό με δέκα χωριάτικα αυγά, ένα τάπερ με χωριάτικη πίτα κι ένα σακούλι με χειροποίητο ξινοτραχανά, που τον έχεις επιθυμήσει από τότε που ήταν μέρα παρά μέρα το πρωινό ή το βραδινό σου. Αντιλαμβάνεστε ότι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του πληθυσμού αυτής της μορφής η ανταλλακτική οικονομία μπορεί να περιλάβει δεκάδες προϊόντα αγροτο-βουκολικής προέλευσης, από κρασί και τσίπουρο μέχρι τυροκομικά, λαχανικά και φρούτα από οικιακά μποστάνια και οπωρώνες. Μια ολόκληρη παραοικονομία της διατροφής- γιατί παραοικονομία θα τη θεωρήσει η τροϊκανή μας δημοκρατία- μπορεί να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο λιμό για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού των πόλεων, ακόμη κι αν η χώρα χρεοκοπήσει. 

ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ Η ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ των ανθρώπων όταν πρόκειται να δώσουν τη μάχη της επιβίωσης δεν γνωρίζει όρια, καταγωγές και ονομασίες προέλευσης, μπορούμε να φανταστούμε την επέκταση αυτής της ανταλλακτικής οικονομίας στις πόλεις των απολυμένων μισθωτών και των υποαμειβόμενων δημοσίων υπαλλήλων σε είδη που καλύπτουν ευρύτερες ανάγκες, πέρα από τη διατροφή. Είσαι, για παράδειγμα, βιβλιοφάγος, έχεις εκατοντάδες βιβλία που τα έχεις διαβάσει, δεν χωρούν πια στη βιβλιοθήκη, οπότε διαλέγεις μερικά, τα συσκευάζεις και τα δωρίζεις στον κολλητό σου. Ο οποίος είναι μανιώδης συλλέκτης δίσκων και σου ανταποδίδει με την πρώτη ευκαιρία τρία τέσσερα καλά CD, ενδεχομένως και μερικά σπάνια βινίλια. Έπειτα, η σύζυγος, που στις καλές εποχές αγόραζε τα ρούχα με το κιλό και τώρα οι ντουλάπες σφύζουν από αφόρετα συνολάκια, που δεν της κάνουν κιόλας γιατί έχει στρογγυλέψει, αποφασίζει να τα ξεσκαρτάρει και μερικές ελαφρές μεταποιήσεις να τα χαρίσει στην καλύτερή της φίλη ή στην ανιψιά της. Κι η αγαπημένη της ανιψιά, φοιτήτρια πια, σαΐνι στα μαθηματικά, ενθουσιασμένη από τα ρούχα που της χάρισε η θεία, αφιερώνει ένα απόγευμα την εβδομάδα για να κάνει ιδιαίτερα στη μικρή της ξαδέλφη, κόρη της θείας, που δυσκολεύεται στο γυμνάσια. Η δε καλύτερή της φίλη, που έχει καταϋποχρεωθεί από τις σούπερ κασμιρένιες μπλούζες που της χάρισε, της προσφέρει ως αντίδωρο μερικά ζευγάρια γόβες σε αρίστη κατάσταση που αδυνατεί η ίδια να φορέσει, διότι το ουρικό οξύ είναι ανεβασμένο -ου γαρ μόνον…- και «γεννάει» επώδυνους κάλους στα πόδια. 

ΚΙ ΑΥΤΗ Η ΝΕΑ ανταλλακτική οικονομία μπορεί να πάρει άπειρες μορφές, να περιλάβει χιλιάδες είδη και αγαθά, ακόμη κι εκείνα η πονηρή οικολογία τα στέλνει πριν την ώρα της στην ανακύκλωση για να απορροφηθούν οι νέες σειρές προϊόντων που ο κύκλος ζωής τους όλο και μικραίνει για να στηρίξει την αειφορία πωλήσεων και κερδών των πολυεθνικών. Μπορεί να περιλάβει υπηρεσίες και δεξιότητες των ανθρώπων – «θα σου δωρίσω ένα service στο αυτοκίνητο», «κι εγώ θα στο ανταποδώσω κρατώντας τα λογιστικά σου βιβλία», «θα σου βάψω το σπίτι», «θα κάνω αγγλικά στο παιδί σου»… Κι έτσι η τρόικα, η κυβέρνηση Παπαδήμου ή όποια τη διαδεχθεί μπορούν να μετρούν πανικόβλητες τις αποτυχίες των δημοσιονομικών τους στόχων, να αντικρίζουν με τρόμο την ύφεση να αναρριχάται σε διψήφια νούμερα και ν’ απορούν πώς είναι η δυνατό η κοινωνία να επιβιώνει, γιατί δεν έχουν λιμοκτονήσει οι συνταξιούχοι, γιατί δεν έχουν αυτοκτονήσει οι μισθωτοί, γιατί δεν έχουν μεταναστεύσει οι άνεργοι, γιατί επιμένουν να ζουν και ν’ αντιστέκονται και με την παραοικονομία του δώρου και της ανταλλαγής, εκπέμποντας ένα ευδιάκριτο μήνυμα, πως υπάρχει ζωή πέρα από το ευρώ, την Ε.Ε., την υποταγή στους πιστωτές, το PSI, πως η κοινωνία μπορεί να οργανώσει την επιβίωσή της και πως το μόνο παράταιρο πράγμα είναι αυτή η εξουσία που μένει κολλημένη να μετρά δείκτες, εικονικό χρήμα, πλασματικά χρέη, αναπτυξιακές επιδόσεις, αδιάφορη για την κατάσταση των ανθρώπων, μα τρομοκρατημένη από την κραυγή τους: «Δεν θα πεθάνουμε, κουφάλες! Κακά Χριστούγεννα και δυστυχισμένος ο καινούργιος χρόνος σας. Και τελευταίος!»

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

η μεγαλύτερη ήττα μας είναι ότι συνηθίσαμε (αναδημοσίευση)


Από ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ

 Όσο ζω μαθαίνω κι όσο μαθαίνω πληγώνομαι. Μαθαίνω να συνειδητοποιώ. Να καταλαβαίνω. Ξαφνικά, η γνώση γίνεται αδυναμία. Η αντίληψη της πραγματικής κατάστασης δημιουργεί το αίσθημα της ασφυξίας, όπως μου έγραψε και μία καλή φίλη στο twitter. Όσοι δεν αντέχουν να συνηθίσουν, πνίγονται. Οι άλλοι απλώς πεθαίνουν. Αυτές τις επιλογές άφησε στους εαυτούς μας η αδράνεια. Είναι μια ήττα. Η μεγαλύτερη. Η συνήθεια της εξαθλίωσης.....

Το ότι κανείς Έλληνας δεν πιστεύει τον Σαμαρά όταν λέει ότι αυτό θα είναι το τελευταίο πακέτο μέτρων, δεν είναι εξυπνάδα. Εξυπνάδα θα ήταν αν αντιδρούσαμε στο ψέμα και τα κάναμε λαμπόγυαλο φωνάζοντας «Τέρμα το πάση θυσία. Η θυσία μας δε θα γίνει κέρδος σας». Δε φωνάζουμε. Δεν τα κάνουμε λαμπόγυαλο. Άρα είναι βλακεία. Εμφανίζονται ως τυχεροί αυτοί που πιστεύουν τη διαβεβαίωση του Σαμαρά. Μακάριοι. Μέχρι την ημέρα που θα αρρωστήσουν.
Τότε θα αντιληφθούν ότι τα «τελευταία μέτρα» ήταν και τα τελευταία τους. Μάλλον θα λείπουν από τα επόμενα. Τα μέτρα θα συνεχίσουν, αυτοί όχι. Διαβάζω στην «Καθημερινή», το ευαγγέλιο του νεοφιλελευθερισμού και φυλλάδα της Τρόικας, ότι ο ΕΟΠΥΥ χρωστά μόνο για εφέτος στο ΕΣΥ περίπου 1,5 δισ. ευρώ για νοσήλια και εξετάσεις ασφαλισμένων και τα νοσοκομεία έχουν λάβει μόλις 70 εκατ. ευρώ από αυτές τις οφειλές.
Διαβάζω ότι δε γίνονται εφημερίες λόγω έλλειψης κονδυλίων, ότι δεν πραγματοποιούνται βασικές εξετάσεις λόγω έλλειψης γιατρών, ότι δε γίνονται χειρουργεία, ότι δεν υπάρχει προσωπικό για να δουλέψει το μικροβιολογικό και το ακτινολογικό εργαστήριο. Σε ένα νοσοκομείο χτες, σε δέκα σήμερα, σε όλα αύριο.
Μια ακόμη επιτυχία του ΕΟΠΥΥ. Αυτού του εκτρώματος που κατασκεύασε ο Λοβέρδος. Ο άνθρωπος που το όνομά του είναι πιο ανατριχιαστικό κι από σύρσιμο κιμωλίας σε πίνακα γράφει βιβλία, ετοιμάζεται να δημιουργήσει κόμμα και πιθανόν να ενταχθεί στην ανασχηματισμένη κυβέρνηση. Είναι ακόμη ελεύθερος αν και ευθύνεται για τον θάνατο ανθρώπων που δεν αγόρασαν τα φάρμακά τους, που δε χειρουργήθηκαν όταν έπρεπε, που δεν πήραν τη σύνταξή τους και δεν είχαν να φάνε.
Παράλληλα, όλη η κυβερνητική αγωνία περιορίζεται στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Δε θα έχουμε νοσοκομεία, αλλά θα έχουμε κερδοφόρες τράπεζες. Πάση θυσία. Το βρίσκουμε λογικό. Όλοι μας! Για να μην αντιδρούμε όπως πρέπει, το βρίσκουμε λογικό. Είναι προφανές. Συνηθίσαμε το παράλογο, τον εκβιασμό, την εκτέλεση. Συνηθίσαμε. Όλα μια συνήθεια είναι. Ακόμη και το να ζεις δίχως αξιοπρέπεια.
Τα σχολεία δεν έχουν πετρέλαιο. Δεν πειράζει. Τα παιδιά τους πηγαίνουν σε ιδιωτικά σχολεία. Εκείνα έχουν και πετρέλαιο και κηροζίνη άμα χρειαστεί. Τα υπόλοιπα παιδιά ας κάνουν μάθημα με τα μπουφάν για όσο αντέξουν. Κατοχή έχουμε άλλωστε. Έχουμε και ευρώ. Ας μην τα θέλουμε όλα δικά μας. Τι κακό έχει δηλαδή η πνευμονία σ’ ένα παιδί; Είναι μία δικαιολογημένη θυσία για την ανακεφαλοποίηση των τραπεζών. Αλίμονο αν δεν την κάνει αυτή τη θυσία το παιδί. Άλλωστε όλοι μαζί τα φάγαμε. Έτσι δεν είναι; Οπότε κι αυτό το παιδί κάτι θα έφαγε όσο ήταν έμβρυο στην κοιλιά της μάνας του. Τώρα ας ενταχθεί κι αυτό στη συλλογική ευθύνη που κατάφεραν να μας εμφυτεύσουν στο άδειο μας κεφάλι.
Ο ΜΑΤατζής φαίνεται, τον βλέπεις. Το δακρυγόνο το νιώθεις. Το γκλομπ σε πονάει. Η συνήθεια δεν κάνει τίποτε από αυτά. Χώνεται μέσα μας και μας σκουλικιάζει. Μας κατατρώει. Συνηθίσαμε στις διαπιστώσεις. Ξεγελιόμαστε ότι είμαστε έξυπνοι επειδή καταλαβαίνουμε ότι μας κοροϊδεύουν μέχρι να μας εξοντώσουν. Όχι, δε ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Απλώς περιμένουμε. Δεν είναι ντροπή η ήττα. Καταγέλαστος είναι όποιος δεν άφησε το ίχνος του σε μία μάχη, επειδή δεν τόλμησε να τη δώσει. Μια ακόμη συνηθισμένη διαπίστωση. Έτσι, για να μας βρίσκεται μέσα στις τόσες άλλες…

Αναρτήθηκε από OSTRIA  

Προβολή της ταινίας »Δευτέρες με λιακάδα» του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα στο Πάρκο Ναυαρίνου,Τρίτη 23/10,20:00

σημείωση:
σε περίπτωση βροχής η προβολή μετατίθεται 
για την ερχόμενη Πέμπτη 25/10, την ίδια ώρα




Η ταινία δε βασίζεται σε μία πραγματική ιστορία,αλλά σε χιλιάδες…


Πέντε φίλοι που ζουν σε μια παραθαλάσσια πόλη της Ισπανίας μένουν ξαφνικά άνεργοι, όταν το ναυπηγείο,όπου εργάζονταν,κλείνει. Ο χρόνος τους κυλά πια ανάμεσα στην αναζήτηση εργασίας τα πρωινά και στις επισκέψεις στο ίδιο συνοικιακό μπαρ τα βράδια.

Μια από τις πιο επιτυχημένες καλλιτεχνικά και εισπρακτικά ισπανικές παραγωγές των τελευταίων χρόνων,οι «Δευτέρες με λιακάδα» (2002) του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα είναι μια γλυκόπικρη κομεντί με έντονο το στοιχείο του κοινωνικού σχολιασμού.Απέσπασε 5 βραβεία Goya, μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας,σκηνοθεσίας και ανδρικής ερμηνείας (Χαβιέ Μπαρντέμ), ενώ προτάθηκε και για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

εξομολόγηση (αναδημοσίευση)



Είμαι άνθρωπος. Δίχως το "α" κεφαλαίο. Δίχως να εκπληρώνω την ετυμολογία της λέξης. Έτσι απλά. Γιατί κάπως πρέπει να προσδιοριστώ για να υπάρξω. Ανάγκη βέβαια που πάλι προκύπτει απ' το γεγονός ότι ανήκω στο συγκεκριμένο είδος.

Δεν ξέρω γιατί γεννήθηκα έτσι, ούτε και γιατί δεν είμαι κάτι άλλο.
Βρέθηκα σ' ένα σώμα - έτσι έμαθα να το λέω - που καθώς δεν ήταν μόνο του, έπρεπε κάπου να οριοθετήσει τόπο.
Βρέθηκα να νιώθω και να σκέφτομαι, όλο και περισσότερα όσο περνούσε ο χρόνος. Και πάλι έπρεπε να βρω τον τόπο μου ανάμεσα στους άλλους. 

Αυτό τότε μου το είπαν "κοινωνία".
Και τον τρόπο που το φως ανάσταινε στο γύρω μου τα χρώματα - τα μέσα και τα έξω από τα μάτια μου - μου τον είπανε "πατρίδα".

Δίχως να καταλάβω κι ούτε στ' αλήθεια να θυμάμαι, το πότε, το πως και το γιατί, έμαθα πως ο νόμος είναι αυτό που θα χάραζε τα όρια στο πως υπάρχω. Πολλές ήταν οι φορές που αυτό δεν το κατάλαβα. Είτε γιατί οι εξηγήσεις που μου δώσανε δεν ήτανε κατανοητές, είτε γιατί αυτό που ένιωθα να με τραβά απ' το μανίκι δεν χώραγε σ' αυτούς.

Και τότε έμαθα το τι σημαίνει τιμωρία.
Στο σώμα αρχικά, καθώς αυτό ήταν το πιο χειροπιαστό μου σύνορο. Και στο ότι ένιωθα έπειτα.

Και τότε ήταν - πάλι χωρίς να το πολυκαταλάβω - που άρχισε το δίκιο να με απασχολεί. Κι εκεί ήταν που μάλλον την έχασα την μπάλα. Οι άνθρωποι - αυτούς που αναγνώριζα σαν όμοιούς μου δηλαδή - ξεκίνησαν να με πολιορκούν. Γιατί το μόνο δίκιο που εκάτεχα δεν ήταν άλλο παρά τ' ότι γεννήθηκα. Άνθρωπος ανάμεσα σ' ανθρώπους.

Κι έπειτα ήρθε ο χρόνος. Μέτρο του είδους μου κι αυτό.
Και έχασα και την έκπληξη. Αλλά και τη χαρά. 
Και ξέχασα.
Πως "κοινωνία" δεν είναι παρά ο τόπος ο δικός μου - όσος κι αν είναι - που χώρεσα το νου μου και το σώμα μου, αλλά και την ψυχή μου.

Και ήταν τότε που έμαθα ότι με την ψυχή μου παίζουν. Δεν ξέρω ποιοι, δεν ξέρω πως. Αν το κατείχα θα με έγραφα σαν άνθρωπο με το "α" κεφαλαίο. Δεν το 'χω καταφέρει.

Ξέρω μονάχα πως το δίκιο που στα χέρια μου κρατώ είναι το ότι γεννήθηκα. Ούτε πιο λίγο ούτε και πιο πολύ απ' τους υπόλοιπους. Με σκέψη και ψυχή.

Δεν ξέρω, ούτε ποιος νόμος ούτε ποιο δίκιο μπορεί να με χωρέσει. Ξέρω όμως ότι πρέπει την κούτρα μου να ξύσω και να θυμηθώ... γιατί αφέθηκα εδώ. Κι αν πράγματι με πονάει το "α" εκείνο, στη λέξη άνθρωπος, από μικρό να το αλλάξω σε μεγάλο.

Τις μάχες με μάθαν να μισώ, ίσως για να ξεχάσω.... πως κι η ανάσα δεν είναι άλλο παρά αυτό.
Και η χαρά το ίδιο....

Λέγεται Βασιλογιάννης Αθανάσιος και είναι "καθηγητής" όργανο των Νεοναζί


Ναζί καθηγητής απειλεί μαθητές σε σχολείο των Εξαρχείων

Βασιλογιάννης Αθανάσιος

"Καθηγητής φιλόλογος" στο 46ο Γυμνάσιο Νεάπολης Εξαρχείων.
Υποτίθεται ότι είναι παιδαγωγός.

Αυτός λοιπόν ο "δάσκαλος" παιδιών απείλησε αλλοδαπούς μαθητές της πρώτης Γυμνασίου ότι θα φέρει την ΧΑ να τους ... συνετίσει.
Τα παιδιά έβαλαν τα κλαματα και τα υπερασπίστηκαν οι Έλληνες συμμαθητές τους. 
Ο Βασιλογιάννης απέβαλε τους Έλληνες μαθητές που αντιστάθηκαν. 
Η διευθύντρια παραδέχτηκε το παραπάνω περιστατικό αλλά δεν έχει προχωρήσει σε καμία καταγγελία ή πειθαρχική δίωξη του καθηγητή.

Το σχολείο βρίσκεται 
Ασκληπιού και Λάμπρου Κατσώνη, κοντά στη λεωφ. Αλεξάνδρας.

Ο θαυμαστής του Χίτλερ μόλις ήλθε η ακροδεξιά στα πράγματα "αναβαθμίστηκε" και μετατέθηκε αστραπιαία σαν υποδιευθυντής στο εν λόγω σχολείο που είναι πολύ κοντά στο σπίτι του.

Δείτε και το σχετικό έγγραφο της διεύθυνσης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο οποίο αποδεικνύεται ότι η μετάθεση (με την αστεία δικαιολογία ότι εκ παραδρομής δεν είχε μετατεθεί νωρίτερα) του εν λόγω νεοναζί "καθηγητή" έγινε για να εξυπηρετηθούν τα σχέδια της Χρυσής Αυγής. 

Θ' αφήσουμε αυτό το τέρας ελεύθερο να δολοφονεί τις ψυχές των παιδιών ; 


Συμπληρωματικό (από Tvxs.gr)-Ρεπορτάζ: Νίκος Μίχος



Σάλος έχει ξεσπάσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από το πρωί της Παρασκευής όταν έγινε γνωστή η είδηση πως ο φιλόλογος καθηγητής Α.Β., του 46ου Γυμνασίου Νεάπολης Εξαρχείων, απείλησε αλλοδαπούς μαθητές του ότι θα καλέσει την Χρυσή Αυγή να τους... "συνετίσει". Σύμφωνα με τις πληροφορίες, μάλιστα, ο Α.Β. απέβαλε τους Έλληνες μαθητές, που υπερασπίστηκαν τους αλλοδαπούς συμμαθητές τους. Το tvxs.gr επικοινώνησε με διευθυντικά στελέχη του σχολείου που ουσιαστικά επιβεβαίωσαν το γεγονός επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι το συγκεκριμένο σχολείο «δεν είναι το μικρό σπίτι στο λιβάδι».   
«Δεν είμαστε το μικρό σπίτι στο λιβάδι. Είμαστε ένα σχολείο κοντά στην οδό Ιπποκράτους. Όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις 10% του πληθυσμού έχουν τέτοιες απόψεις. Εδώ που είμαστε 260 μαθητές, συν οι γονείς, συν το προσωπικό – κοντά δηλαδή στα 500 άτομα – δεν θα υπάρχουν και τέτοιες απόψεις;», δηλώνει η διεύθυνση για το πρωτοφανές επεισόδιο που συνέβη προ δεκαπενθημέρου.

«Εμείς έχουμε 150 αλλοδαπούς μαθητές από 19 χώρες. Προσπαθούμε να φτιάξουμε μια κοινότητα με προγράμματα για γονείς, παιδιά και οικογένειες. Είμαστε το ένα από τα δυο σχολεία που έχουν πρόγραμμα ειδικής αγωγής, δηλαδή πρόγραμμα ένταξης. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι είμαστε ένα σχολείο διακρίσεων», συμπληρώνουν από το σχολείο.

Από το υπουργείο Παιδείας μας πληροφόρησαν ότι ήδη οι αρμόδιοι ερευνούν την υπόθεση προβαίνοντας στις προβλεπόμενες διαδικασίες, και μόλις καταλήξουν σε πόρισμα θα πραγματοποιηθεί επίσημη ανακοίνωση με την θέση του υπουργείου πάνω στο θέμα. Λίγες ώρες αργότερα ανακοινώθηκε πως ο περιφερειακός διευθυντής εκπαίδευσης Αττικής Γιάννης Κουμέντος διέταξε τη διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης. 

Οι ευθύνες σε τρίτο πρόσωπο (αναδημοσίευση)



του Πολύφημου

Γενική απεργία 18/10/2012. Γενική απεργία 26/9/2012. Μια γενική απεργία των τελευταίων μηνών. Οποιαδήποτε. Λίγες ημέρες πριν μια νέα ανακοίνωση μέτρων, λίγες ημέρες πριν οι εκφοβιστικές σειρήνες των νομίμως εκλεγμένων διαχειριστών-δημίων μας ηχήσουν ξανά. Τυποποιημένη επανάληψη.

Συνδικαλιστές, συνδικάτα, σωματεία για μια φορά ακόμη στα κάγκελα. Αφίσες, ντουντούκες, καλέσματα. Όλοι προσπαθούν να πείσουν τους εργαζόμενους να κατέβουν στην απεργία. Όλοι κατακεραυνώνουν τα μέτρα. Τα νέα κάθε φορά μέτρα. Τα προαποφασισμένα, όπως εκ των υστέρων έχει γίνει συνήθεια ν’ αποδεικνύεται, μέτρα.

Οι εργαζόμενοι στην πλειοψηφία τους παγωμένοι και φοβισμένοι από αυτά που τους έχουν βρει τα τελευταία χρόνια. Σαφώς και υπάρχει διαχωρισμός από ποιόν και το τι λέγεται κάθε φορά. Δεν ξεχνά κανείς το πώς οι κυβερνητικές/εργοδοτικές πλειοψηφίες των συνδικαλιστικών οργάνων μας έφτασαν στο 1 ευρώ αύξηση. Το πώς έφτασαν το συνδικαλισμό να γίνει ταυτόσημος με εφαλτήριο για πολιτικές καριέρες. Το πώς εντέχνως, με όλα αυτά, έφεραν το συνδικαλιστικό κίνημα στην πλήρη του απαξίωση.

Τα ΜΜΕ δεν απεργούν για να καλύψουν την απεργία, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς λειτουργούν προκειμένου ο κόσμος να κατέβει στην απεργία, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη και οι αρχές εκείνες που είναι αρμόδιες για την τάξη –και την περασμένη εβδομάδα απαγόρευαν «τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις»- έχει κάνει την απαιτούμενη διαφήμιση στο νέο μας απόκτημα από το Ισραήλ τον «Αίαντα» και όλες τις «αδελφές» αντλίες νερού προκειμένου να μας φοβίσει.Παρόλα αυτά ο κόσμος δίνει το δικό του παρόν στο κέντρο της Αθήνας.

19/10/2012 όπως 27/09/2012, όπως πολλές άλλες «επόμενες» μέρες από γενικές απεργίες. Πίσω στη δουλειά με μια απογοήτευση ζωγραφισμένη στα πρόσωπα των περισσοτέρων απεργών,για διαφορετικούς λόγους ενδεχομένως ο καθένας. Ο ένας γιατί νιώθει κουρασμένος να κατεβαίνει σε κάθε συλλαλητήριο και σε κάθε απεργία και να βλέπει τις ίδιες περίπου φάτσες. Ο άλλος γιατί περίμενε ότι έστω και κάποιο μέτρο θα είχε ανακοπεί. Ο τρίτος γιατί έχει βαρεθεί να κάνει πέντε φορές την κάθε πορεία για να βρει τον έναν συνάδελφο στην μία συγκέντρωση και τον άλλο στην άλλη για να διαπιστώσουν όλοι τα πλεονεκτήματα του «μαζί πιέζουμε».

Και η απογοήτευση μετατρέπεται σε θυμό όταν ακούς από αυτούς που δεν απεργούν ποτέ φράσεις του τύπου «Και τώρα τι κάνατε;», «Πήγατε τη βόλτα σας και γυρίσατε;», «Ό,τι είναι να γίνει θα γίνει», «Αν προκηρυχθούν συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις δεν θα είμαστε εκεί» (λες και ήταν στις 24ωρες), «Δεν τα βγάζουμε οικονομικά για να κάνουμε απεργία», «Ας βρούνε εναλλακτικούς τρόπους αγώνα», «Συμφέρει το κράτος / εργοδότη όταν κάνουμε απεργία γιατί δεν μας πληρώνει» και άλλα τέτοια κοινότοπα φληναφήματα.

Βαρέθηκα να μεταθέτουμε τις ευθύνες μονίμως στους άλλους. Φταίει η Κυβέρνηση για τα μέτρα που παίρνει, την οποία κάποιοι εξέλεξαν. Φταίνε οι συνδικαλιστές, τις ηγεσίες των οποίων κάποιοι εξέλεξαν. Φταίνε τα «λαμόγια», που παλιότερα ορισμένοι είχαν αναδείξει σε πρότυπα, αλλά για τα οποία σήμερα όλοι νίπτουν τας χείρας τους. Φταίνε, φταίνε, φταίνε… Ποιοι είναι αυτοί οι κάποιοι; Φταίνε μονίμως κάποιοι άλλοι και όχι εμείς. Η ευθύνη μόνο σε τρίτο πρόσωπο…

Βαρέθηκα το κλαψούρισμα όσων επιμένουν να βλέπουν και να παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως αιωνίως αθώο. Βαρέθηκα την παθητικότητα και την μοιρολατρία.Βαρέθηκα το χυδαίο βρίσιμο των πάντων χωρίς πρώτα να αναρωτιούνται αυτοί που βρίζουν αυτό που είχε γράψει ο Α. Γκράμσι «Αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούληση μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;» Ας μην ξέρουν, γαμώτο, τον Γκράμσι. Ας αναρωτηθούν απλώς το αυτονόητο: «εγώ πού ήμουν; Τι έκανα; Τι δεν έκανα; Τι κάνω;»

Κοιταχτήκαμε όλοι στον καθρέφτη μας για να αναλογιστούμε τις πραγματικές μας ευθύνες, για την ιστορία που γράφεται και την παρακολουθούμε σαν ένα φυσικό φαινόμενο; Χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι εμείς την γράφουμε, είτε το αντιλαμβανόμαστε είτε όχι, με τη στάση μας, στο δρόμο ή στον καναπέ.

Μάλλον όχι γιατί αρκούμαστε να τρώμε από τα έτοιμα. Όχι από τα έτοιμα λεφτά. Από τις έτοιμες κατακτήσεις των αγώνων των άλλων. Αυτές, που δεν μάθαμε ποτέ να αναγνωρίζουμε, αλλά τις θεωρούσαμε αυτονόητες. Αρκούμαστε να διαπραγματευόμαστε το πενθήμερο, το οκτάωρο, τις συλλογικές συμβάσεις, τον κατώτατο μισθό, τα βαρέα & ανθυγιεινά, τα όρια συνταξιοδότησης, τα κοινωνικά δικαιώματα, την υγεία, την παιδεία. Αρκούμαστε να διαπραγματευόμαστε το ξεπούλημα των θυσιών των άλλων, χωρίς εμείς να θυσιάζουμε τίποτα, ή μάλλον καλύτερα πιστεύοντας ότι δεν θυσιάζουμε τίποτε, ενώ χάνουμε τα πάντα. Αρκούμαστε να είμαστε δήθεν επαναστάτες, αναζητώντας πάντα το λιγότερο δυνατό κόστος. Αρκούμαστε να απαξιούμε τις προηγούμενες γενιές και να τους επιρρίπτουμε ευθύνες με μεγάλη ευκολία χωρίς η δική μας η γενιά να έχει κατακτήσει τίποτα.

Βαρέθηκα να χαλαλίζω τον οίκτο μου σε ανθρώπους που στέκονται απόντες, για ανθρώπους που δηλώνουν αντιφασίστες & αντιρατσιστές και στην ζωή τους, στην δουλειά τους, στην οικογένειά τους, στο ή στη σύντροφό τους και στα παιδιά τους, είναι μεγαλύτερα φασισταριά από αυτά τα φουσκωμένα ανιστόρητα & κομπλεξικά δίποδα της Χρυσής Αυγής. Βαρέθηκα να τους δικαιολογώ, να τους συγχωρώ, να αναζητώ τρόπο να μπω στο μυαλό τους. Βαρέθηκα τον μανδύα των ψευδοδιλλημάτων τους και των συνεχώς εναλλασσόμενων δικαιολογιών τους για την απραξία τους.Βαρέθηκα να κρύβονται πίσω από τις φράσεις «Όλοι είναι ίδιοι», «Όλοι είναι πουλημένοι», «Μα τι κάνουν;» Και εσύ; Εσύ που ρωτάς; Εσύ που είσαι;

Πρώτον δεν είναι όλοι οι ίδιοι, δεύτερον δεν είναι όλοι πουλημένοι και τρίτον όταν κάποιοι αποφασίζουν να κάνουν κάτι εσύ ακολουθείς; Τι άλλο πρέπει να γίνει για να αντιδράσεις; Είναι σαν να μου λες ότι κάποιος άλλος πρέπει να σου πει να αναπνεύσεις για να ζήσεις. Πρέπει να ειπωθεί αυτό; Δεν νιώθεις να πνίγεσαι; Δεν νιώθεις χωρίς οξυγόνο; Δεν νιώθεις το σκοτάδι να σε πλευρίζει από παντού;

Τί περιμένεις; Ποιόν περιμένεις; Κανένας συνδικαλιστής, κανένα κόμμα δεν έχει καμία αξία χωρίς εσένα. Εσύ είσαι ο πυρήνας της αλλαγής.

Εσύ πρέπει να σκεφτείς, να αντιδράσεις και όχι να λουφάξεις. Δεν μπορείς μονίμως να ρίχνεις την ευθύνη στον επόμενο ή στον προηγούμενο. Αν πάρουμε στα χέρια μας την ευθύνη που μας αναλογεί, παράλληλα θα πάρουμε στα χέρια μας ξανά τη ζωή μας.

Κανείς δεν περιμένει ένα θαύμα από τη γενική απεργία στις 18 Οκτωβρίου, ούτε από αυτήν της 26ηςΣεπτεμβρίου, ούτε από καμία σκέτη γενική απεργία. Ας μην τρέφουμε αυταπάτες. Μια δυναμική συμμετοχή όμως στους δρόμους είναι βασική προϋπόθεση για οτιδήποτε άλλο. Βιώνουμε πρωτοφανείς καταστάσεις, από τα φαινόμενα τύπου Κασιδιάρη και της ανεγκέφαλης παρέας του μέχρι την οικονομική, κοινωνική και ατομικήμας εξαθλίωση. Κάθε συνέχεια προϋποθέτει ξεκάθαρους στόχους, απτούς αλλά όχι περιοριστικούς, ρεαλιστικούς για να πάμε ένα βήμα παραπέρα και όχι για να εγκλωβιστούμε σε αμυντικά χαρακώματα και στα λίγα ψίχουλα που θα μας πετάξουν. Στόχους που θα μας δώσουν την ανάσα εκείνη που χρειαζόμαστε για να βγούμε στην επιφάνεια. Στόχους που δεν θα μεταθέτουν την ανάσα μας αυτή σε κάποιο θολό και απόμακρο μέλλον.

Εδώ και τρία χρόνια, νιώθουμε ότι αυτοτροφοδοτούμε την ελπίδα μας χωρίς σημείο αναφοράς ένα όνειρο τέτοιο σαν αυτό που έδωσε ώθηση σε προηγούμενες γενιές για όλα όσα άντεξαν και κέρδισαν. Ο κόσμος θα έπρεπε να είχε στραφεί στην αριστερά συνειδητά αλλά μόνο αν είχε πιστέψει ότι εκεί υπάρχει ελπίδα, ότι οι κινητοποιήσεις μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα. Κινητοποιήσεις με στόχους που να ενοποιούν το κίνημα και την εργατική τάξη, εμάς όλους δηλαδή. Οφείλουμε να συγκεντρωνόμαστε όλοι μαζί και όχι ο καθένας μόνος του γιατί μόνο με αυτό τον τρόπο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τον εχθρό απέναντί μας, τον ταξικό εχθρό όπως συχνά λέμε.

Δεν αποδεχόμαστε την νέα πραγματικότητα ως τετελεσμένη. Μολονότι νιώθουμε τις αντοχές μας να εξαντλούνται, θα μείνουμε εκεί. Στον καθημερινό αγώνα, στο δρόμο. Μηδενική ανοχή και συνεχής σύγκρουση. Και με τον εαυτό μας. Εκείνο τον εαυτό μας που μας τραβά πίσω, που μας θυμίζει πόσο έχουμε κουραστεί, απογοητευτεί, εξοργιστεί. Το κράτος της κοινωνικής συναίνεσης είναι οριστικά παρελθόν. Μαζί τους και όλα τα εργατικά και τα αστικά δημοκρατικά δικαιώματα της προηγούμενης περιόδου. Όλα όσα γνωρίσαμε, εμείς ως γενιά, και τα θεωρούσαμε ως αυτονόητα, είναι οριστικά παρελθόν. Δεν μπορούμε πλέον να σφυρίζουμε αδιάφορα και να μένουμε αμέτοχοι στην ίδια τη ζωή μας. Δεν φταίνε πάντα οι άλλοι. Δεν φταίνε μόνο οι άλλοι. Ας επωμιστούμε τις ευθύνες μας, ας δώσουμε τον αγώνα μας, ας παλέψουμε για όσα μας λένε ότι δεν θα ξανάρθουν. Ας κρατήσουμε, έστω, καθαρό το βλέμμα μας για όταν η επόμενη γενιά θα μας ζητά το λόγο.

«Πρώτα ήρθαν για τους κομμουνιστές, αλλά δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής.

Μετά ήρθαν για τους Εβραίους, αλλά δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν ήμουν Εβραίος.

Μετά ήρθαν για τους συνδικαλιστές, αλλά δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν ήμουν συνδικαλιστής.

Μετά ήρθαν για τους Καθολικούς, αλλά δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί ήμουν Προτεστάντης.

Μετά ήρθαν για μένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να διαμαρτυρηθεί.»

Μπέρτολτ Μπρεχτ

ΥΓ. Το Inprecor θυμάται και τιμά με το συγκεκριμένο άρθρο, όσο μπορεί να γίνει αυτό, τον Ξενοφώντα Λούγαρη, τον 65χρονο ναυτεργάτη που άφησε την τελευταία του πνοή από ανακοπή καρδιάς στη διαδήλωση την ημέρα της γενικής απεργίας στις 18 Οκτωβρίου 2012, καταπονημένος ήδη από τα πολλά χρόνια ανεργίας, και τον Δημήτρη Κοτζαρίδη, τον 53χρονο οικοδόμο μέλος του ΠΑΜΕ, που, επίσης όντας πολύ καιρό άνεργος, χάθηκε πέρυσι στη συγκέντρωση για τη γενική απεργία στις 20 Οκτωβρίου 2011 και πάλι από ανακοπή καρδιάς. Και οι δύο όρθιοι στον αγώνα μέχρι τέλους.