Γιώργος Μουλουδάκης, 18 Απριλίου 2013
Το τυφλό βομβιστικό χτύπημα στη Βοστώνη ήρθε χθες να αναδεύσει νερά λιμνάζοντα και να υπενθυμίσει κάτι που μέσα στην κανονική ροή των ημερών -εκτός πολέμου, ας πούμε- ξεχνάμε: Ο πόλεμος είναι μια συνεχής πραγματικότητα, ένα στοιχείο της πρωτόγονης φύσης μας, μια έκφραση της ψυχικής μας στάσης απέναντι στον κόσμο. Τον περιέχουμε, τον πριμοδοτούμε, σχεδόν τον αποζητάμε μέσα στην ακινησία των πραγμάτων.
Το γεγονός ότι οι βόμβες έσκασαν στον τερματισμό του Μαραθωνίου υπενθυμίζει κάτι επιπλέον: Κανένα αρχαίο ήθος, καμιά εκεχειρία δεν πρόκειται να σταθεί εμπόδιο σε ανίερα σχέδια, καμιά ηθική συμφωνία δεν θα αποτρέψει το κακό όπως αναδύεται και εκρήγνυται εν είδει κεραυνού του Δία ή μυστηριώδους ζαριάς του Χάρου, που εδώ μοιάζει κι ο ίδιος να αγνοεί το σχέδιό του. Ποιος αποφασίζει για το ποιος θα περπατήσει δίπλα του όλον τον δρόμο ως τον Αχέροντα; Κανείς δεν θα μάθει. Μια απρόσεχτη θεϊκή πατούσα τσαλαπατά μυρμήγκια του σύμπαντος, εδώ, πάνω σ’ αυτή τη γη, σ’ αυτό το “θαλασσινό φτερό” που ταξιδεύει για δισεκατομμύρια χρόνια το άπειρο χωρίς εμφανή λόγο, και που αναρωτιέται κανείς στη σκιά τέτοιων γεγονότων αν ακόμα και το ίδιο το μάτι μιας ανώτερης δύναμης είναι ικανό να αντιληφθεί κάποια έστω δαιδαλώδη αιτιότητα στα μικρά-μεγάλα πράγματα που του συμβαίνουν. Η βία των καρφιών μέσα στη χύτρα-βόμβα και το κοντράστ αυτής της εικόνας με το τρυφερό αίμα ενός οχτάχρονου κορμιού που τα δέχεται, σαν εκούσια ανθρωποθυσία-εξαγνισμό ενός απάνθρωπου θεού, είναι ακατανόητα ακόμα και μέσα στο πιο πολύπλοκο σχέδιο.
Η ομορφιά είναι ένας τρόπος να ξεχνάμε τον θάνατο, μια υπόσχεση αιωνιότητας απ’ το ίδιο το χέρι που μας πετά εδώ και που μας παίρνει πάλι πίσω, ένα κόλπο, μια πλαστή υπόσχεση που μας καθησυχάζει, μια πρόνοια, ένα δώρο της τυχαιότητας (ή ενός πιο συμπαγούς σώματος συμπτώσεων -δεν ξέρω) για να αντέξουμε το ακατανόητο. Η Τέχνη προτείνει μια τέτοια ομορφιά με διάφορους τρόπους. Υποτίθεται πως την ακούμε.
Αν κάνουμε τη σκέψη πως ο κόσμος χωρίζεται σε δυο μεγάλα στρατόπεδα, της βίας και της μη βίας, θα λέγαμε σήμερα με βεβαιότητα πως ένα χτύπημα σαν αυτό στη Βοστώνη κρύβει παράλληλες επιδιώξεις πέραν της καιόμενης σάρκας, που παραμένει ένα σύμβολο μοναχά του τρόμου. Έχει ίσως σαν κύριο στόχο τη συναίνεση σε μια διαρκή θωράκιση της ζωής μας με ασήκωτες πανοπλίες, τη διολίσθηση σε αστυνομικού τύπου εξουσίες που θα μας προφυλάξουν όσο και θα μας ακινητοποιήσουν. Αν κάποιος ωφελείται απ’ αυτές, αυτός δεν βρίσκεται ανάμεσά μας. Έμποροι όπλων και συστημάτων παρακολούθησης και κάθε λογής υπάλληλοι μυστικών υπηρεσιών που θα δουν τους μισθούς τους να εκτινάσσονται είναι στη δεξαμενή αυτών των “τυχερών”. Καμιά ανεργία σε τέτοια μέρη. Ανάμεσά τους οι πολιτικοί μιας πολυπληθούς κατηγορίας (σχεδόν όλοι, δηλαδή), που θα στηρίξουν την επανεκλογή τους στον τρόμο των ψηφοφόρων, κάτι που -θυμάστε- έκανε με εκπληκτική για τον κοινό νου επιτυχία ο Μπους ο “νεότερος” πριν από μερικά χρόνια. Το πόσοι άνθρωποι χάθηκαν για να “προστατευθεί” αυτός ο περιούσιος λαός που θεωρεί τον θεό σύμμαχό του και που προσεύχεται σ’ αυτόν (κατά τον τότε ηγέτη του) για να αφανιστούν οι εχθροί του από προσώπου γης, είναι φυσικά ένα ερώτημα που ποτέ δεν θα τεθεί σε κανένα διεθνές μέσο ενημέρωσης που υπερασπίζεται την αναγκαιότητα του πολέμου, το δικαίωμά μας να εξολοθρεύουμε σαν κουνούπια μερικές χιλιάδες αλλόφυλους για να τη γλιτώνουμε εμείς.
Ωφελείται επίσης μια συγκεκριμένη θέαση του κόσμου, κατά την οποία η “ζωή”, ως επιβίωση, είναι το ύψιστο αγαθό. Το να δηλώσεις ευθαρσώς ότι το υψηλότερο αγαθό είναι η Πραγματική Ζωή -κάτι ασφαλώς διαφορετικό από την επιβίωση από ένα τρομοκρατικό χτύπημα- είναι κάτι σαν φωνή βοώντος εν τη ερήμω, κάτι που λίγοι θα κατανοήσουν.
Κανένα ισοζύγιο (θα έλεγα “κατά την ταπεινή μου γνώμη” εάν δεν επρόκειτο για βεβαιότητα στην οποία δεν χωρά καμιά αμφιβολία) δεν μπορεί να νομιμοποιήσει τις κινήσεις εκείνων των πολιτικών που αύριο θα θελήσουν να θωρακίσουν τη ζωή μας με σίδερα που θα εμποδίζουν τους “κακούς” να εισέρχονται όσο κι εμάς να ζούμε.
Και μένει να διερευνηθεί, με βάση το κίνητρο, ποιοι είναι εκείνοι που περισσότερο είχαν όφελος απ’ την τρομοκράτηση ανθρώπων που γιόρταζαν μια γιορτή του σώματος και του νου, έναν Μαραθώνιο, το ίδιο το σύμβολο της υπέρβασης προς κάτι υψηλότερο και ιερότερο.
(Ο Μαραθωνομάχος Ευκλής -κατά τον Θουκυδίδη- προσέφερε τη ζωή του για να έχει την τιμή να πει πρώτος και πάνοπλος στους Αθηναίους ένα “Νενικήκαμεν” τόσο ηχηρό και ψυχικά φορτισμένο στη χροιά του ώστε να ακούγεται στ’ αυτιά μας ακόμα και σήμερα. Ναι, ήταν Τέχνη αυτό το “Νενικήκαμεν!”)
Ποιοι λοιπόν, δυόμισι χιλιετίες μετά, είχαν το πιο διάφανο κίνητρο, άρα ήταν με βάση τους νόμους των πιθανοτήτων οι κύριοι αίτιοι -το ελάχιστον ως ηθικοί αυτουργοί- των εκρήξεων που ζητούν να αποπροσανατολίσουν τη ζωή μας; Για μένα είναι σαφές ότι εκείνοι που είχαν ένα τέτοιο κίνητρο είναι οι ίδιοι που αύριο θα έρθουν για να μας προστατεύσουν απ’ αυτούς τους τρομοκράτες.
Δοκιμάζοντας τώρα μια αυτόματη αναγωγή, θα πω ότι οι μορφές τρομοκρατίας είναι όσες και οι τρίχες στην κεφαλή της Ραπουνζέλ. Μια απ’ αυτές είναι η οικονομική τρομοκρατία που βιώνουμε και που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να μας πείσει πως ο τρόπος της είναι το μείζον αίτημα της ζωής μας και της ζωής των επερχόμενων γενεών. Το να της το επιτρέψουμε ισοδυναμεί με υπόκλιση σκλάβου στον ρυθμό του τύμπανου που του ζητά μια ομόθυμη και ομόρρυθμη ενέργεια για να κινηθεί η γαλέρα των άλλων -ας πούμε, εδώ, των τραπεζών. Αν καθίσουμε ακίνητοι παρατηρώντας το ανίερο πλεούμενο να προσαράζει στις ίδιες τις ακαθαρσίες των ναυπηγών του, ίσως ανακαλύψουμε ότι το απύθμενο πέλαγος που μας υπόσχονταν, το πλήρες καρχαριών και λοιπών τεράτων, είναι μια γυάλα με ακίνδυνα χρυσόψαρα.
Αλλά δεν είναι μόνο οι τράπεζες που υλοποιούν αυτή τη φαντασιακή μας γαλέρα. Ο χορός των μετονομασιών καλά κρατεί, διατηρεί την προσφιλή του συνήθεια να ντύνεται ευφάνταστες μουτσούνες και να κινείται σε μονότονους ρυθμούς εν είδει πολυπλόκαμου τέρατος, μιας Λερναίας Ύδρας που κανείς Ηρακλής δεν θα κατάφερνε σήμερα να εξολοθρεύσει.
Τρομοκρατία λέω το σκάσιμο όποιας απρόβλεπτης “βόμβας”, πραγματικής ή μη, με στόχο τη συναίνεσή μας στην υιοθέτηση της ανηθικότητας ως αναπόσπαστου στοιχείου της καθημερινότητας, στοιχείου που θα πρέπει με τη σειρά μας να αποδεχτούμε ως δεδομένο στη ζωή. Αποτέλεσμα θα ήταν μια κάθετη και οριστική απο-ιεροποίηση του βίου, το κοίταγμα του θανάτου απ‘ την πλευρά του απελπισμένου.
Σε αυτή τη θέση βρέθηκα πρόσφατα, όταν από άνθρωπο “της οικογενείας” (και να ένα στοιχείο που τονίζει την διεισδυτικότητα των ιών και την ικανότητά τους να αντέχουν ακόμα και σε αγαπητικές θερμοκρασίες) εκλάπη απ’ το συρτάρι μου ένα έργο-Δώρο άλλης εποχής και παρουσιάστηκε δημόσια ως εκπορνευόμενη νεανίς. Ο καημένος ο κλέφτης δεν μπορούσε να διανοηθεί πως δεν επρόκειτο για δεσποινίδα αλλά για τη σύζυγό μου, οπότε αύριο θα γελά και το παρδαλό κατσίκι μαζί του. Κρατάω ασφαλώς μόνο το διδακτικόν του πράγματος, με τον τρόπο που θα εξηγήσω παρακάτω.
Σε έναν πόλεμο ξέρεις ότι θα πυροβολήσεις τον εχθρό -αν είσαι κουρντισμένος στην αναγκαιότητα αυτής της πράξης και αν συμφωνείς να πυροβολήσεις ένα απλό σύμβολο όπως είναι ο απέναντί σου φαντάρος. Σε έναν μη πόλεμο, περιμένεις μια σειρά από αρχές να σε καθησυχάσουν, τη βεβαιότητα ύπαρξης μιας κοινής οικογένειας που στην αγάπη της, στο νιάσιμό της και στους κοινούς της στόχους μπορείς να βασιστείς. Τρομοκρατικό χτύπημα είναι εκείνο που δηλώνει περίτρανα πως στο εξής πρέπει να περιμένεις ακόμα κι απ’ τον ίδιο σου τον αδερφό να σε μαχαιρώσει. Σου προτείνει να θωρακιστείς, να τραβήξεις κι εσύ το μαχαίρι, να γίνεις ένα κτήνος για να προστατευθείς απ’ το κτήνος.
Αρνούμαι να “προστατεύσω” τη ζωή μου με τη βαριά πανοπλία της καχυποψίας, με το να τη φορτώσω τόνους λάσπης που δεν θα άντεχε. Το ισχυρότερο χτύπημα εναντίον της θα ήταν αυτή η δική μου εξομοίωση με το κτήνος.
Κατά τα λοιπά, μια βόμβα μπορεί να σκοτώσει αυτούς που θα είναι ατυχώς κοντά της, ή εκατομμύρια άλλους τη στιγμή που διασπείρει τον ιό του φόβου στην ψυχή κάθε τηλεθεατή. Ας φτιάξει ο καθείς το δικό του antivirus.