Ότι...
Μπορεί να ντύσεις την εικόνα του άστεγου που κοιμάται στο παγκάκι μ' ένα ψέμα περί ατομικής επιλογής, για να μην πληγωθεί το δικό σου παιδί... Μπορεί να μεταφράσεις σε ισορροπισμό χωρίς δίχτυ το σάλτο του αυτόχειρα που αγωνιά για το αύριο των άλλων, για να μην ταραχτεί το δικό σου παιδί... Μπορεί να υψώσεις αγάλματα στις πλατείες και στα πάρκα ώστε να κρύψουν τους πεινασμένους που κάνουν ουρές στα συσσίτια, για να πιει ήρεμα το τοξικό του γάλα το δικό σου παιδί... Μπορεί να ζωγραφίσεις με άλλο χρώμα το αίμα και το θάνατο που ρέουν κάθε μέρα, για να μη δει εφιάλτη το δικό σου παιδί...
Ότι...
Μπορεί να τα κάνεις αυτά χαρούμενο ξενόγλωσσο τραγούδι για να χορέψει το δικό σου παιδί...
Άνοιξα τα μάτια και είδα...
* Το αυτονόητο: διαδηλώσεις, πορείες, αναγραφή συνθημάτων, σπάσιμο παρμπρίζ (τέντωσα τα μάτια και δεν είδα ακόμα γκρέμισμα κρατικών κινητών και ακινήτων) για τη δολοφονία ενός παλικαριού που δεν πλήρωσε εισιτήριο από έναν συνειδητά μεταλλαγμένο σε κεφαλοκυνηγό τέως άνθρωπο. Σα να λέμε: για την άρνηση υποταγής στον κατακτητή.
* Το αυτονόητο: την ανάληψη ευθύνης των δικαζομένων για τη συμμετοχή στα παραπάνω. Σα να λέμε: τη στοιχειώδη αντίσταση στον κατακτητή.
** Το μη αυτονόητο: τις κραυγές εκείνων που θέλουν οργανωμένο και διαρκή αγώνα ενάντια στη δολοφονία της Παιδείας και της Υγείας να εμπαίζονται, να λοιδορούνται και να καταπνίγονται από τις παρατάξεις που νέμονται τον θεσμοθετημένο συνδικαλισμό.
** Το μη αυτονόητο: την κάθε λογής ανθρωποφαγία, το μαυραγοριτισμό, την επιλογή της κουκούλας του καταδότη και του δημίου ως μέσου χρηματισμού, με χαρακτήρα «συνετισμού των μαζών».
** Το μη αυτονόητο: την αντιμετώπιση κάθε στρατιωτικής επέμβασης, επεκτατικής ή «ανθρωπιστικού χαρακτήρα», με ερμηνείες διεθνούς δικαίου --- δηλαδή, νομικού, οικονομικού/εμπορικού δικαίου, δηλαδή τρισχιλιετούς αθλιότητας.
Ήπια νερό και δεν ξεδίψασα...
Η αλληλεγγύη, η ύψωση του αναστήματος απέναντι στις όποιες Αρχές, η διεκδίκηση με όποιον τρόπο του κεφαλαιώδους δικαιώματος στη ζωή απέναντι σ' έναν κρατικό, ντόπιο και παγκόσμιο, μηχανισμό κυριολεκτικής σήψης και δολοφονικής μανίας (σα να λέμε: η απαίτηση για τα στοιχειώδη, για τα αυτονόητα) έφτασαν να επαινούνται ως παλικαριά, μαγκιά, εντιμότητα, ηρωισμός... από μια κοινωνία που παρατηρεί ακόμα --- σα να λέμε: ακολουθεί τα χνάρια του θεοποιημένου από την ίδια κράτους, το οποίο σχεδόν παρακαλάει να υπάρχει ακόμα και ως έχει, στο οποίο αναθέτει τη ζωή της και συγχρόνως το κατηγορεί.
Κάνει ζέστη κι ο ιδρώτας στεγνώνει πάνω στα σεντόνια...
Ακολουθούν τα ρίγη πολιτισμικού αποτροπιασμού απέναντι στη φύση από εκείνους που έμμισθα εκπαιδεύουν την αποχαυνωμένη κοινωνία στη διαφθορά:
- απέναντι στη μάνα που θηλάζει σε δημόσια θέα,
- απέναντι στα παιδιά που γεννιούνται ανεξέλεγκτα (!) σε χώρες που οι λαοί λιμοκτονούν... στις ίδιες χώρες που δεν είχαν ποτέ (ή που κατάργησαν) και την ελάχιστη έννοια πρόνοιας.
Παραχαράσσοντας την Ιστορία, αποσιωπώντας ότι ο χριστιανισμός (η θρησκεία που ως προϊόν εκπολιτισμού εξάγεται εδώ και αιώνες ακόμα -με άμεση ή έμμεση βία και με αντίδωρο την εδαφική προτεραιότητα ενός εκάστου δόγματος- από τον πρώτο και τον «νέο» κόσμο στον δεύτερο και στον τρίτο) απαγορεύει την αντισύλληψη --- όμοια όπως ανάγουν σε μύθο των αναρχοκομμουνιστών πως το δίδυμό της κεφάλαιο καταπατά, επί αιώνες ώς τώρα, σ' αυτές τις ίδιες ηπείρους την ελευθερία, την εδαφική και οικονομική ανεξαρτησία, το δικαίωμα στο νερό και στην τροφή, πως εισήγαγε δικής του έμπνευσης ενδοφυλετικό αλληλοσπαραγμό, όπλα, ναρκωτικά και κατασκευασμένες ασθένειες.
Σ' ένιωσα να στριφογυρνάς, ξυπνώντας από τον ήχο της βροχής στα δέντρα του βόρειου κήπου σου...
Και πόνεσα στη σκέψη σου.
Πώς θα αποβιβαστεί σ' αυτόν τον κόσμο το δικό σου παιδί;
Ακόμα κι αν γεννηθεί στην ακρογιαλιά μιας σμαραγδένιας θάλασσας, στην πλαγιά μιας καταπράσινης οροσειράς, στα βάθη του πιο τροπικού δάσους... ακόμα κι αν οι ερωτευμένοι με τον έρωτα και την έφοδο στον ουρανό τραγουδούν δυνατότερα από τις μπόμπες... ακόμα κι αν οι στρατιές των εξεγερμένων το προστατεύουν αποτελεσματικά από τα δηλητήρια και τις αιχμές του «πολιτισμένου» κόσμου...
Θα 'ρθεί η στιγμή που θα ξεφύγει.
Που θα δει το αίμα κόκκινο και το θάνατο μαύρο.
Που θα πάει εκεί που σκοτώνουν 15χρονα και 20χρονα... θα τρέξει πλάι στους θαλασσοπνιγμένους πρόσφυγες... θα ανοίξει τα φτερά για κει που 5χρονα έχουν για παιχνίδι τη σφεντόνα απέναντι σε τανκς και πυραύλους...
Θέλοντας να δει με τα μάτια του όσα δε θα μπορείς πια να του κρύψεις, θέλοντας να τα πολεμήσει με πάθος, με την αυθύπαρκτη αίσθηση δικαίου που έχουν όλα τα παιδιά πριν τα περιλάβει η κοινωνία των ενηλίκων.
Φοβήθηκα πως...
Δεν θα το νανουρίσεις γι' αυτά, δεν θα σκιρτά η καρδιά σου στα πρώτα του λόγια αν πει λέξη γι' αυτά, δεν θα κλάψεις από αγαλλίαση βλέποντάς το να μπουσουλάει στην αυλή ενόσω εκείνο συνεχίζει για τη Μεσολογγίου ή την Κολομβία, για τη ΓΑΔΑ ή τη Συρία, για τη Γουατεμάλα ή την Τσιάπας...
Είδα ένα όνειρο, φοβήθηκα και θέλησα να σου γράψω.
Μα τώρα που το σκέφτηκα καλύτερα, ησύχασα.
Παιδί της Γης, ακόμα κι αν η δύναμη όλων των γονιών του Σύμπαντος συνωμοτήσει για να σε κρατάει «αλλού», ξέρω πως κάπου εδώ θα σε συναντήσω.