Παρασκευή 18 Ιουλίου 2014

Ο εργασιακός μεσαίωνας της Πλαίσιο Computers 


Είναι πλέον πρόδηλο ότι η εταιρεία Πλαίσιο έχει κυρήξει τον πόλεμο στους εργαζομένους της. Μοναδικός της σύμβουλος είναι η υπεροψία. Μια εταιρεία που έχτισε το όνομα της στα πτώματα των απολυμένων και εξοθούμενων σε παραίτηση υπαλλήλων της, οι οποίοι αριθμούν πάνω από 500 τα τελευταία 3 χρόνια. Διακηρύσει ότι δίνει εργασία σε 1100 άτομα αλλά αποκρύπτει το γεγονός ότι είναι μια εταιρεία πλυντήριο εργαζομένων....

Η ίδια εταιρεία δηλώνει περήφανη κέρδη πάνω από 75% και την ίδια ώρα αντί να κάνει αυξήσεις (στο όπως είναι πλέον γνωστό) εντελώς πιεσμένο προσωπικό της, στρώνει το χαλί ενός εργασιακού μεσαίωνα.

Πρωτοστάτης στην κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας. Με ενοικιαζόμενους εργαζομένους. Έχοντας 4ωρους εργαζομένους των οποίων τα βασικά δικαιώματα καταπατώνται με τον πιο βάναυσο τρόπο. Ατομικές συμβάσεις, “υποχρεωτικών” 10ωρων που έχουν “κενά σημεία” στη θέση των ωρών παραπάνω δουλειάς. “Πρωταθλήματα” ανταγωνισμού και "καρφώματος" μεταξύ των υπαλλήλων με έπαθλο την μη απολυσή τους, μηχανάκια χρονομέτρησης της παραγωγικότητας που μετράνε ακόμα και την ώρα που θα πάνε στην τουαλέτα και ένα σωρό άλλες πρακτικές που καθιστούν την ζωή των εργαζομένων της μαρτύριο.

Τελευταίο επεισόδιο στο μακρύ αυτό σήριαλ του success story είναι η ανίθικη μεθόδευση της ώστε να αντικαταστήσει τους 8ωρους εργαζόμενους της, με 4ωρους σκλάβους! Προφασιζόμενη ένα σωρό ανούσιες αφορμές απολύει παλιούς για να φέρει καινούργιους, κάνοντας από επιλογή και όχι ανάγκη, την 4ωρη εργασία κανόνα και όχι εξαίρεση.

Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι πίσω από τους στατιστικούς πίνακες, τις βραβεύσεις και τις στημένες συνεντεύξεις, η εταιρεία Πλαίσιο Computers είναι μια εταιρεία, που πλήρως εναρμονισμένη με τις καθεστωτικές κυβερνήσεις των μνημονίων, τσακίζει το ηθικό του εργαζόμενου, σκοτώνει τον μικρό-επιχειρηματία ανοίγοντας 52 Κυριακές τον χρόνο και επί της ουσίας σπρώχνει την κοινωνία στην εξαθλίωση, δημιουργώντας σκλαβοπάζαρα για τους νέους εργαζομένους.

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΛΑΙΣΙΟ 

Ο φόβος για «τους δρόμους που φλέγονται»... (αναδημοσίευση)


του Παναγιώτη Κακαλή

«Παλαιότερα, οι δρόμοι, αν θυμάστε φλέγονταν. Σήμερα όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που δεν πηγαίνουν. Ελάχιστοι πια, μαζεύονται για την «καθιερωμένη επαναστατική γυμναστική»!». Η άγρια χαρά που έδειχνε ο Α. Σαμαράς από το βήμα του συνεδρίου του «Εκόνομιστ» την περασμένη Πέμπτη, για την απουσία σοβαρής οργανωμένης αντίστασης του λαού στα άγρια μέτρα που εφαρμόζει η κυβέρνησή του, δεν αποσκοπούσε μόνο στο να ενισχύσει το κλίμα ηττοπάθειας στις γραμμές των «από κάτω» αλλά αποτελούσε ταυτόχρονα και ένα ισχυρό «επιχείρημα» για την απόφασή της κυβέρνησης να ανεβάσει ταχύτητα στην ήδη ξέφρενη αντιλαϊκή επέλαση.

Η νέα έλευση του κλιμακίου της τρόικας και τα όσα ειπώθηκαν στο συνέδριο του «Εκόνομιστ», ήρθαν να κονιορτοποιήσουν τις απατηλές προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν συστηματικά από κυβέρνηση και καθεστωτικά ΜΜΕ, πριν και μετά τις πρόσφατες εκλογές, περί δήθεν «χαλάρωσης» των μνημονίων, επικείμενων «φοροελαφρύνσεων» ή αλλαγή του μείγματος με έμφαση στην ανάπτυξη, προκειμένου να πουλήσουν ψεύτικες ελπίδες και να αποκοιμίσουν το λαό.

Αντί για «χαλάρωση» ξεκίνησε ήδη νέα κλιμάκωση της βάρβαρης επίθεσης σε όλα τα μέτωπα και ατόφια εφαρμογή του μείγματος «άγρια λιτότητα+μεταρρυθμίσεις». Αντί για φοροελαφρύνσεις έρχονται νέες φοροεπιδρομές με παράταση και μονιμοποίηση των «έκτακτων χαρατσιών», ενώ ανοίγει το μεγάλο κεφάλαιο της ρύθμισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που θα οδηγήσει σε μαζικούς πλειστηριασμούς ακινήτων, κυρίως πρώτης κατοικίας, αλλά και «μη βιώσιμων» επιχειρήσεων. Αυτό σημαίνει στην πράξη η υπόδειξη της τρόικας προς την κυβέρνηση «βρείτε λύση για τα κόκκινα δάνεια, χωρίς όμως να επηρεαστεί η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών».

«Η τρόικα έβαλε όλα τα θέματα στο τραπέζι» είναι το μήνυμα που εξέπεμψε το κυβερνητικό επιτελείο μετά το πρώτο ραντεβού των τεχνοκρατών με τους αρμόδιους υπουργούς, αναδεικνύοντας μάλιστα την απαίτηση των δανειστών ότι μέχρι το φθινόπωρο «πρέπει να υλοποιηθούν 600 δράσεις»(!) που έχουν συμφωνηθεί στα μνημόνια. Φυσικά στην αιχμή του δόρατος όλων αυτών των «δράσεων» και μεταρρυθμίσεων είναι για ακόμα μια φορά το εργασιακό (ομαδικές απολύσεις, νέα μείωση του «εργατικού κόστους» -μισθολογικού και μη - συνδικαλιστικός νόμος για την κατάργηση ουσιαστικά των απεργιών, νέο πογκρόμ κατά υπαλλήλων στο δημόσιο με νέο μισθολόγιο και μαζικές απολύσεις), το ασφαλιστικό («τέλος» σε επικουρικές και εφάπαξ και αλλεπάλληλες μειώσεις των κύριων συντάξεων μέχρι να πέσουν στα επίπεδα των 200-250 ευρώ σε ορίζοντα τριετίας), οι σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.

Αναγκαία διευκρίνιση: Φοροελαφρύνσεις θα υπάρξουν, αλλά θα είναι για ολίγους και εκλεκτούς, όπως οι εφοπλιστές και οι «επενδυτές». Ήδη η κυβέρνηση, έσπευσε διά στόματος του υπουργού Ναυτιλίας Μ. Βαρβιτσιώτη να χαρίσει τα «ψίχουλα» (περίπου 140 εκατ. ευρώ το χρόνο), που εθελοντικά είχαν συμφωνήσει οι εφοπλιστές να πληρώσουν, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του κόσμου ότι τάχα συμμετέχουν στα βάρη για την έξοδο από την κρίση. Οι επενδυτές όπως είναι γνωστό απαλλάσσονται διά νόμου από κάθε φορολογική επιβάρυνση τουλάχιστον για μια δεκαετία. Όσο για τη φορολογία των επιχειρήσεων, αρκεί να σημειώσουμε ότι το 2013 πλήρωσαν σε φόρους 1,68 δις όταν το σύνολο των φόρων που πλήρωσε ο λαός ανέρχονταν κοντά στα 44 δις(!).

«Καθιστούμε την Ελλάδα μια χώρα φιλική στις επενδύσεις, φιλική στην επιχειρηματικότητα», υπογράμμισε στο «Εκόνομιστ» ο Α. Σαμαράς, αναδεικνύοντας τον στρατηγικό στόχο των «μεταρρυθμίσεων» και γενικότερα της στρατηγικής εξόδου από την κρίση προς όφελος του κεφαλαίου.

«Αναστολή δημοκρατίας»

Την ίδια στιγμή όμως η κυβέρνηση, δεν μπορεί να κρύψει τον φόβο που τη διακατέχει για το εφιαλτικό ενδεχόμενο «οι δρόμοι να πάρουν φωτιά ξανά». Από την άποψη αυτή η παραπάνω φράση του Α. Σαμαρά είναι μάλλον μια αποτυχημένη προσπάθεια να ξορκίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο και να διασκεδάσει τους φόβους των κυβερνώντων. Μπορεί να προκαλεί εντύπωση στους κόλπους της αστικής τάξης και των δανειστών η ευκολία με την οποία περνάνε τα πιο βάρβαρα μέτρα, ωστόσο γνωρίζουν πολύ καλά ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον και πως η «αντίδραση» του λαού είναι «θέμα χρόνου». Δίχως να ξεχνάνε για μια στιγμή την ιστορική αλλά σχετικά πρόσφατη εμπειρία, κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αποτρέψουν το επαπειλούμενο «ξέσπασμα» του λαού κυρίως μέσω της ιδεολογικής χειραγώγησης και τρομοκρατίας, ενώ σε κάθε περίπτωση ετοιμάζονται για την βίαιη κατάπνιξή και καταστολή του.

«Δεν υπάρχει δημοκρατία, όταν όποιος θέλει καταλαμβάνει τους δρόμους ανεμπόδιστος, καίει καταστήματα και περιουσίες ατιμώρητα, ασκεί ανοικτά το παραεμπόριο, μπαίνει χωρίς διαβατήριο και εγκαθίσταται στη χώρα, καταλαμβάνει ανεξέλεγκτα δημόσιους χώρους, αυθαιρετεί και βιαιοπραγεί μέσα στα Πανεπιστήμια ή εμποδίζει, με το «έτσι θέλω», επενδύσεις που έχουν πάρει όλες τις απαραίτητες εγκρίσεις. Αυτά δεν γίνονται πουθενά στον κόσμο. Πουθενά! Κι όμως γίνονται στην Ελλάδα. Και τώρα, ένα-ένα, βήμα-βήμα, τα ξηλώνουμε όλα μέχρι τέλους…», ξιφούλκησε μπροστά στο ακροατήριο του συνεδρίου ο Α. Σαμαράς, επιδεικνύοντας τη βούληση της κυβέρνησης να επιμείνει πιο αποφασιστικά στη γραμμή της επιβολής της πολιτικής της διά πυρός και σιδήρου. Σε αυτή την πορεία δεν αναγνωρίζονται δικαιώματα για όσους αντιδρούν οργανωμένα και δημιουργούν «προσκόμματα» στην υλοποίηση των μνημονιακών μέτρων.

Από μόνο του το γεγονός ότι η κυβέρνηση αναγκάζεται να καταφεύγει όλο και πιο συχνά σε «ακραία» αυταρχικά μέτρα, όπως το μέτρο της επιστράτευσης των απεργών ή στη «βοήθεια» της δικαιοσύνης για να διαλύσει τις απεργίες και τις διαδηλώσεις, επιβεβαιώνει περίτρανα ότι τα περιθώρια «κοινωνικής» συναίνεσης ή ανοχής στην πολιτική που εφαρμόζει εξαντλούνται γρήγορα.

Ταυτόχρονα τα μονότονα επαναλαμβανόμενα χρεοκοπημένα ιδεολογήματα περί κρατισμού, «τελευταίας σοβιετικής χώρας στον κόσμο»(!) και τα κηρύγματα μίσους κατά των συντεχνιών και των βολεμένων, δεν παραμυθιάζουν παρά μόνο την πραγματική «συντεχνία», την αστική τάξη, τους φυσικούς συμμάχους και υποτακτικούς της. Οι τελευταίοι όμως διαρκώς λιγοστεύουν γιατί η άρχουσα τάξη αναγκάζεται να πατήσει επί των πτωμάτων τους για να επιβιώσει η ίδια, υποσκάπτοντας σημαντικά την «κοινωνική» βάση πάνω στην οποία στηρίζεται. Η συνεχής εκλογική συρρίκνωση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι μια σαφής ένδειξη, ωστόσο δεν πρέπει να υποτιμάται η ικανότητα της αστικής τάξης να ανασυνθέτει το πολιτικό της σύστημα «από τις στάχτες του».

Είναι μονόδρομος λοιπόν η διαρκής καταφυγή στην επίδειξη πυγμής απέναντι στο λαό, στην ιδεολογική τρομοκρατία και την κρατική καταστολή των λαϊκών αγώνων. Η ψήφιση μέχρι τέλος του χρόνου του συνδικαλιστικού νόμου με τον οποίο θα καταργείται επί της ουσίας το δικαίωμα της απεργίας, ενώ θα θεσπίζεται το δικαίωμα των εργοδοτών στην ανταπεργία (λοκ άουτ), επιβεβαιώνει, εκτός των άλλων, ότι κυρίαρχη πολιτική δεν μπορεί να επιβληθεί χωρίς τη σταθερή προσφυγή σε αυταρχικά-αντιδημοκρατικά μέτρα και ωμή χρήση της κρατικής βίας.

Περίτρανη απόδειξη αποτελεί η ειλημμένη, όπως όλα δείχνουν, απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει η ΕΛ.ΑΣ. στην αγορά μη επανδρωμένων αεροσκαφώνγια την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων! Το σχέδιο για την αγορά των λεγόμενων “Drones”, όπως αποκαλύφτηκε πριν από μερικές βδομάδες, έχει μπει στο στάδιο της υλοποίησης και οι αρμόδιοι δεν κρύβουν ότι στόχος είναι η αντιμετώπιση μεγάλων λαϊκών διαδηλώσεων, όπως αυτές που έγιναν την περίοδο 2010-2011, τότε που «οι δρόμοι φλέγονταν», σύμφωνα με τη γλαφυρή πρωθυπουργική έκφραση. «Είναι χαρακτηριστικό ότι η ιδέα για την αγορά μη επανδρωμένων αεροσκαφών γεννήθηκε την περίοδο των μεγάλων συγκεντρώσεων των «Αγανακτισμένων» στην πλατεία Συντάγματος», ανέφερε απροσχημάτιστα η «Καθημερινή» στις 22 Ιουνίου όταν αποκάλυπτε το επιχειρησιακό σχέδιο της ΕΛ.ΑΣ. και την προμήθεια αγνώστου ακόμα αριθμού μη επανδρωμένων αεροσκαφών από την ισραηλινή εταιρεία Israel Aerospace Industries (I.A.I.). Η ίδια εφημερίδα ανέφερε τότε ότι εξετάζεται ταυτόχρονα η επισκευή των καμερών παρακολούθησης που είχαν εγκατασταθεί το 2004 στην Αθήνα και σήμερα βρίσκονται εκτός λειτουργίας.

Ανοργάνωτος λαός μέχρι πότε;

Από την άλλη βέβαια προσφέρει κακή υπηρεσία όποιος επιχειρεί να εξωραϊσει την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα το λαϊικό κίνημα και ακόμα χειρότερα αν επιδιώκει να συσκοτίσει τις πραγματικές αιτίες που οδήγησαν σε αυτή. Δεν μπορεί να υπάρξει μια ελπιδοφόρα και σε γερές βάσεις «αναγέννηση» - ανασύνταξη του λαϊκού κινήματος αν δεν φωτιστούν σε βάθος οι αιτίες αυτές και ταυτόχρονα αν δεν αποδοθούν οι ευθύνες όπου πρέπει, για το γεγονός ότι την πιο κρίσιμη ώρα, την ώρα που ξέσπασε η καπιταλιστική κρίση, ο λαός βρέθηκε ουσιαστικά ανοργάνωτος και «εύκολη λεία» στα χέρια των τυράννων του

Κανείς βέβαια δεν επιτρέπεται να παραγνωρίσει τις αντικειμενικές αιτίες, όπως αυτές διαμορφώνονται από τη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, -(μειωμένη συμμετοχή της βαριάς βιομηχανίας, «θάλασσα» μικρών επιχειρήσεων 5-10 ατόμων, καθώς και των αυταπασχολούμενων)-, που ασφαλώς επηρρεάζουν καθοριστικά τόσο τον τρόπο διαμόρφωσης της ταξικής συνείδησης όσο και το βαθμό συμμετοχής και οργάνωσης των εργαζομένων στα συνδικάτα. Αρκεί να σημειωθεί ότι πριν από την κρίση ο αριθμός των συνδικαλισμένων στον ιδιωτικό τομέα δεν ξεπερνούσε το 17% του συνόλου των εργαζομένων σε αυτόν. Εννοείται ότι τα τελευταία χρόνια μετά δηλαδή την εκδήλωση της κρίσης η κατάσταση έχει χειροτερέψει κατά πολύ ως απόρροια τόσο της τρομερής αύξησης του αριθμού των ανέργων κατά ένα εκατομμύριο, της θεαματικής επέκτασης και κυριαρχίας των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, της αδήλωτης και μαύρης εργασίας, της κατάργησης των συλλογικών συμβάσεων και της θεσμοθέτησης των ατομικών, κοκ.

Ταυτόχρονα δεν μπορεί να κουκουλώνονται οι ευθύνες των κομμάτων εκείνων που υποτίθεται ότι είχαν σαν ιστορική αποστολή και αυτοσκοπό να οργανώσουν το λαό και να τον προετοιμάσουν από κάθε πλευρά για τη μεγάλη στιγμή της ταξικής πάλης, τη στιγμή δηλαδή που στην ημερήσια διάταξη μπαίνει το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας. Αν κάτι ανέδειξε με αδιαμφισβήτητο τρόπο η καπιταλιστική κρίση ήταν ακριβώς η κραυγαλέα και τραγική αποτυχία αυτών των κομμάτων να καταφέρουν να οργανώσουν το λαό, να τον συσπειρώσουν γύρω από ένα πρόγραμμα «διάσωσης» και σωτηρίας από την επίθεση του κεφαλαίου δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια αποφασιστική λαϊκή αντεπίθεση. Στην πραγματικότητα, προκειμένου να συγκαλύψουν την αποτυχία τους, τα κόμματα αυτά λειτούργησαν πυροσβεστικά και διασπαστικά απέναντι στους αυθόρμητους, ασύνταχτους και τυφλούς αγώνες του λαού που ξέσπασαν τα δύο πρώτα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης, οδηγώντας στην απογοήτευση, την παραίτηση και την ιδιώτευση εκατοντάδες χιλιάδες λαού που είχαν βγει «στους δρόμους που φλέγονταν». Προδίδοντας όμως τις προσδοκίες του λαού και την ιστορική αποστολή τους κατέδειξαν την ιδεολογικοπολιτική χρεοκοπία τους, που τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, δεν διαφέρει επί της ουσίας από τη χρεοκοπία της Β’ Διεθνούς.

Στην ημερήσια διάταξη λοιπόν είτε το έχουν συνειδητοποιήσει ορισμένοι είτε όχι, έχει μπει το ζήτημα της δημιουργίας ενός σύγχρονου επαναστικού κόμματος, που θα είναι απαλλαγμένο από τη γραφειοκρατική-αντιδημοκρατική λειτουργία, από τη νοσταλγία για τον «υπαρκτό», από το σεχταρισμό και το δογματισμό, θα στηρίζεται στη μαρξιστική θεωρία και θα «αντλεί την ποίησή του από το μέλλον»...Το νέο αυτό πολιτικό υποκείμενο θα πρωταγωνιστήσει για τη διαμόρφωση ενός κοινωνικοπολιτικού μετώπου με αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό περιεχόμενο, που θα συνδέει την πάλη για τα άμεσα μέτρα ανακούφισης του λαού με τη ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ, την ανατροπή του καπιταλισμού, με το βλέμμα σταθερά «στο βασίλειο της ελευθερίας».

Η μετωπική αυτή πολιτική δεν μπορεί να αποκλείει εκ των προτέρων την εφαρμογή της από μια αριστερή αντικαπιταλιστική κυβέρνηση ούτε τη συμμετοχή σε αυτήν. Αποτελεί όμως τραγική ψευδαίσθηση να περιμένει κανείς τη σωτηρία του λαού από μια εκλογική νίκη που θα πετύχει μια αριστερή κυβέρνηση, η οποία όμως νωρίτερα έχει δώσει όρκους πίστης στο ευρώ, την ΕΕ και έχει αναλάβει δεσμεύσεις για την στήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας, δηλαδή του κεφαλαίου. Σε αυτό το πλαίσιο μια εκλογική επιτυχία, όπως αυτή που επιδεικνύει ο ΣΥΡΙΖΑ με το «πρώτη φορά Αριστερά» στις ευρωεκλογές- δεν διαμορφώνει νέους πολιτικοκοινωνικούς συσχετισμούς υπέρ των λαϊκών συμφερόντων. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα, αλλά αυτό δεν «μέτρησε» υπέρ της ενίσχυσης των αγώνων του λαού ούτε δημιούργησε εμπόδια στην εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων, όπως δεν μέτρησε και τα προηγούμενα δύο χρόνια.

Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Δημοκρατία των χαφιέδων..


 Όχι πως είχαμε καμμιά ψευδαίσθηση ότι η δημοκρατία του αντωνάκι θα ξέχναγε τις φασιστικές της καταβολές. Άλλωστε αυτό γίνεται χρόνια τώρα και από άλλες κυβερνήσεις. Απλά περιοριζόταν στην παρακολούθηση του αντιπάλου για την εξουσία κόμματος και στον λεγόμενο αντεξουσιαστικό χώρο ή σε χώρους "τρομοκρατών".

Διαβάστε το κείμενο που ακολουθεί για να πάρετε μια γεύση "ασφάλειας" σε καιρούς φασιστικούς.

Παρακολουθούν βουλευτές και δημοσιογράφους!
πηγή: eksegersi.gr 

Ενας δημοσιογράφος λαμβάνει κλήση στο κινητό από έναν βουλευτή, όμως αντί ν’ ακούσει τον βουλευτή να του μιλάει, τον ακούει ακούει να μιλάει ανέμελος στην παρέα του, χωρίς να έχει ιδέα ότι ο δημοσιογράφος τον ακούει ακουσίως, αλλά κάποιοι άλλοι τον ακούνε εκουσίως! Τα «αφανή» κέντρα που παρακολουθούν και τον δημοσιογράφο και τον βουλευτή έμπλεξαν τις γραμμές τους!

Αν νομίζετε ότι πρόκειται για προσχέδιο σεναρίου αστυνομικής ταινίας, κάνετε λάθος. Πρόκειται για αληθινό περιστατικό, που συνέβη στην Ελλάδα του 2014, στην «καλύτερη δημοκρατία που είχαμε ποτέ», σαράντα χρόνια μετά την πτώση της χούντας.

Στις 9:15 το βράδυ του Σαββάτου 12 Ιούλη, ο Γεράσιμος Λιόντος, συντάκτης της «Κόντρας», δέχτηκε μια κλήση στο κινητό του τηλέφωνο από το κινητό του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Στρατούλη. Οταν απάντησε, δεν άκουσε τον Στρατούλη να του μιλά, αλλά άκουσε τον βουλευτή να συζητά φιλικά με κάποια παρέα. Φώναξε, ξαναφώναξε, πλην όμως ο Δ. Στρατούλης δεν απαντούσε, γιατί προφανώς δεν ήταν αυτός που κάλεσε τον Γ. Λιόντο. Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε με την παρέα του και ο Γ. Λιόντος άκουγε πεντακάθαρα τη συνομιλία τους! Αφησε ανοιχτό το τηλέφωνό του για περίπου τριάμισι λεπτά και μετά έκλεισε, καταλαβαίνοντας ότι «κάτι τρέχει».

Αμέσως επικοινώνησε με τον Δ. Στρατούλη, τον ενημέρωσε ότι δέχτηκε κλήση από το κινητό του και του ανέφερε τι συζητούσε με την παρέα του, για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι είχε ακούσει την παρεΐστικη κουβέντα. Ο Δ. Στρατούλης ήλεγξε το κινητό του και διαπίστωσε ότι δεν είχε γίνει κάποια κατά λάθος κλήση στο κινητό του Γ. Λιόντου. Δεν εμφανιζόταν εξερχόμενη κλήση προς το συγκεκριμένο κινητό!

Τα πράγματα είναι προφανή. Οι «γνωστοί-άγνωστοι» παρακολουθούν και τα δύο κινητά. Για τον σύντροφό μας δεν είχαμε καμιά αμφιβολία ότι παρακολουθείται. Είναι γνωστή η ιστορία του, έχει δημόσια δράση και ως δημοσιογράφος της «Κόντρας» και ως αγωνιστής του επαναστατικού κινήματος και δεν είμαστε αφελείς να πιστέψουμε ότι και αυτός και άλλοι σύντροφοί μας δεν παρακολουθούνται.

Αποκαλύφτηκε, όμως, ότι παρακολουθούν και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν παρακολουθούν μόνο τις εξερχόμενες και εισερχόμενες κλήσεις του κινητού του, αλλά χρησιμοποιούν το κινητό του και ως μέσο υποκλοπής και καταγραφής των συνομιλιών του. Ως κοριό! Υποκλέπτουν και καταγράφουν την πολιτική του δράση, αλλά και τις προσωπικές του στιγμές!

Πώς έγινε το μπέρδεμα και διοχέτευσαν μια τέτοια υποκλοπή στο κινητό του δημοσιογράφου της «Κόντρας» δεν το γνωρίζουμε. Το βέβαιο είναι πως ο Γ. Λιόντος και ο Δ. Στρατούλης έχουν ο ένας τον αριθμό του άλλου και έχουν επικοινωνήσει αρκετές φορές, στο πλαίσιο της επικοινωνίας που έχει ένας δημοσιογράφος με πολιτικά πρόσωπα.

Περιμέναμε μερικές μέρες, αφήνοντας στον Δ. Στρατούλη και τον ΣΥΡΙΖΑ το χρόνο να διερευνήσει την υπόθεση και να την καταγγείλουν. Επειδή δεν έχουν την πρόθεση να κάνουν τίποτα, μολονότι επιβεβαιώνονται οι καταγγελίες τους ότι τους παρακολουθούν, κάνουμε εμείς την αποκάλυψη του περιστατικού.

Ανάλογο περιστατικό είχε συμβεί και στο παρελθόν, όταν ο Γ. Λιόντος τηλεφώνησε από το σπίτι του στην «Κόντρα» κι αντί να βγει κάποιος από την εφημερίδα, βρέθηκε να ακούει τηλεφωνική συνομιλία ανάμεσα στις τότε βουλευτίνες του ΣΥΝ Στέλλα Αλφιέρη και Νίτσα Λουλέ. Και τότε ενημερώσαμε τις δύο βουλευτίνες (για να μην έχουν καμιά αμφιβολία, τους είπαμε και τι ακριβώς συζητούσαν) και τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κόμματος Φ. Κουβέλη, που δεσμεύτηκε να ερευνήσει το θέμα. Δεν προχώρησαν σε καμιά καταγγελία, για να μην τα χαλάσουν με την τότε κυβέρνηση.

Περιμένουμε να δούμε τι θα κάνει τώρα, μετά την αποκάλυψή μας, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος πριν λίγο καιρό κατήγγειλε ότι παρακολουθούνται τα τηλέφωνα των ηγετικών του στελεχών. Ποια υπηρεσία «βισμάτωσε» τα τηλέφωνα, αν είναι η ΕΥΠ, η αμερικάνικη CIA ή η γερμανική BND (η οποία αποδεδειγμένα κάνει παρακολουθήσεις και υποκλοπές στην Ελλάδα, όπως έχει γραφτεί και σε αστικά έντυπα – «Νέα», «Crash»), μας είναι αδιάφορο. Σημασία έχει ότι έχουν ξεσαλώσει τόσο πολύ που παρακολουθούν ακόμη και τα στελέχη της αστικής αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Για τους επαναστάτες το δίδαγμα είναι αυτονόητο: μην συζητάτε από το τηλέφωνο πράγματα που δε θέλετε να μαθευτούν. Αν θέλετε να κάνετε οποιαδήποτε συζήτηση και να μην σας ακούνε, απομακρύνετε κάθε κινητό από το χώρο της συζήτησης.

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

Επιτάφιος για έναν μέτριο άνθρωπο (αναδημοσίευση)


 από τον Γελωτοποιό

Δεν θα νικήσουμε. Το ξέρουμε τώρα πια. Όμως γνωρίζουμε ότι δεν γίνεται και να ηττηθούμε.

Γιατί δεν υπάρχει ήττα ή νίκη στην ιστορία. Οι προσπάθειες μας είναι μικρά κύματα στον ωκεανό της. Χρειάζονται πάντα οι υποχωρήσεις για να υπάρξουν διεκδικήσεις.

Δεν θα νικήσουμε. Ούτε θα ηττηθούμε. Ποιοι να νικήσουν; Και ποιοι να ηττηθούν;

Οι καλοί ενάντια στους κακούς. Οι τίμιοι ενάντια στους διεφθαρμένους. Οι ιδεολόγοι ενάντια στους τεχνοκράτες. Οι φτωχοί ενάντια στους πλούσιους. Οι πιστοί ενάντια στους άπιστους. Οι άνθρωποι ενάντια στους… Ποιους οφείλουμε να νικήσουμε; Από ποιους αναπότρεπτα θα νικηθούμε;

Δεν θα νικήσουμε. Και δεν το θέλουμε πια. Δεν ζητάμε τίποτα πια. Γιατί το ξέρουμε ότι όσα ζητήσαμε το βράδυ τα απευχόμαστε το πρωί. Δεν υπάρχουν σταθερές, δεν υπάρχουν δοκιμασμένες λύσεις.

Μέσα από την αταξία ξεπηδάει η τάξη. Και η τάξη δεν είναι αρμονία, είναι ό,τι συμβαίνει. Και τίποτα παραπάνω απ” ό,τι συμβαίνει δεν μπορεί να συμβεί.

Η επανάσταση, η ανατροπή, η αδικία, ο πόλεμος είναι απλές παράμετροι της εξίσωσης.

Κάποιοι θα παλέψουν να αλλάξουν την κοινωνία. Κάποιοι θα παλέψουν για να μην αλλάξει τίποτα. Το αποτέλεσμα είναι δεδομένο. Ο κόσμος θα αλλάξει. Το μόνο βέβαιο είναι η αλλαγή. Όμως η μορφή της αλλαγής είναι απογοητευτική για όλους. Ποτέ οι άνθρωποι δεν θα είναι απόλυτα ευτυχισμένοι και ίσοι, ποτέ η ειρήνη δεν θα είναι η μόνη επιλογή, ποτέ ο θάνατος δεν θα αφανιστεί.

Δεν θα ηττηθούμε. Όσο ζούμε θα συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι θεωρούμε σωστό και να αποφεύγουμε ό,τι θεωρούμε λάθος, τη συγκεκριμένη στιγμή. Γιατί τίποτα δεν είναι καλό και τίποτα δεν είναι κακό, αλλά η σκέψη μας τα κάνει τέτοια. Κι αν οι περιστάσεις αλλάξουν, κάτι θα βρούμε πάλι να πιστεύουμε ως καλό και ως κακό.

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς πεποιθήσεις. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αντιφάσεις. Η αντίφαση είναι το μόνο όπλο που μας έδωσε η φύση, για να μπορούμε να σηκώνουμε το βάρος της αβάσταχτης ελαφρότητας.

Πιστεύουμε στη δημοκρατία μέχρι να σταματήσουμε να πιστεύουμε σ” αυτήν. Αγαπάμε μέχρι να μισήσουμε.

Δεν θα νικήσουμε. Δεν θα νικηθούμε. Το δίπολο είναι απόρροια της λειψής μας λογικής. Ήττα-νίκη, εχθρός-φίλος, ευτυχία-δυστυχία, πόλεμος-ειρήνη. Δεν υπάρχει νίκη χωρίς ήττα, κακό αμιγές καλού, ούτε έχθρος που να μη γίνεται φίλος. Η ευτυχία η δική μας μπορεί να είναι η δυστυχία των άλλων και ο πόλεμος τίποτα άλλο από τα διαλείμματα της ειρήνης.

Το σκοτάδι είναι η έλλειψη του φωτός. Το φως δεν έχει αντίθετο, η ζωή δεν έχει αντίθετο, εγώ δεν έχω αντίθετο.

Δεν θα νικήσουμε ούτε θα ηττηθούμε. Γιατί χρησιμοποιώ τον πληθυντικό; Ανήκω σε κάποια ομάδα που πρέπει να νικήσει; Όχι, δεν ανήκω πουθενά και δεν πιστεύω κανέναν.

Ό,τι μας δίνεται ακόπιαστα είναι λανθασμένο, γιατί δεν είναι δικό μας. Οι ιδεολογίες και οι πεποιθήσεις σκοτώνουν τη σκέψη, την προσωπικότητα, τη ζωή. Οι ιδεολογίες και οι πεποιθήσεις σκορπίζουν το θάνατο. Οι άνθρωποι δολοφονούν για να επιβάλλουν την άποψη τους. Οι άνθρωποι θυσιάζονται για να επιβάλλουν την άποψη τους.

Ο εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμα, είναι η πεποίθηση.

Δεν θα νικήσω. Δεν το θέλω, αλλά και να το ήθελα δεν θα μπορούσα. Κάθε ανθρώπινη νίκη διαρκεί για μια ζωή. Και η ζωή είναι πιο σύντομη από ένα όνειρο.

Δεν θα ηττηθώ, δεν θα θυσιάσω τον εαυτό μου στο βωμό καμίας πίστης, παρότι ξέρω ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο λυτρωτικό από το να πιστεύεις χωρίς να αμφιβάλλεις.

Θα ζήσω μια ζωή με πολλές πικρές ήττες και πολλές μικρές νίκες. Η συνισταμένη τους θα είμαι εγώ. Αυτός ο άνθρωπος που έζησε τόσα -πολλά και λίγα.

Ούτε μεγαλοφυής ούτε αυτόματο. Ούτε μάρτυρας ούτε δυνάστης. Ούτε νικητής ούτε χαμένος.

Απλώς εγώ.

Απο το μακρινό Μεξικό, ο εξεγερμένους υποδιοικητής Μάρκος για την Παλαιστίνη.


.... Αυτό που επίσης θα συμβεί είναι ότι ο παλαιστινιακός λαός θα αντισταθεί, θα επιβιώσει, θα συνεχίσει να αγωνίζεται και να έχει τη συμπάθεια των από κάτω για τον αγώνα του.

Και ίσως, κάποιο μικρό αγόρι ή κορίτσι της Γάζας επιβιώσει.

Ίσως μεγαλώσει, και μαζί μ’ αυτό μεγαλώσει και ο θυμός, η αγανάκτηση, η οργή. Ίσως γίνει στρατιώτης ή πολιτοφύλακας σε κάποια από τις ομάδες που αγωνίζονται στην Παλαιστίνη.

Ίσως βρεθεί να πολεμά στο Ισραήλ, πυροβολώντας μ’ ένα τουφέκι, ή θυσιάζοντας τον εαυτό του, ζωσμένος με φυσίγγια δυναμίτη στη μέση του.

Και τότε, εκεί πάνω, θα γράφουν για τη βίαιη φύση των Παλαιστινίων, θα κάνουν δηλώσεις καταδικάζοντας αυτή τη βία και θα αρχίσει πάλι η συζήτηση περί σιωνισμού και αντισημιτισμού.

Και τότε κανείς δεν πρόκειται να ρωτήσει ποιος έσπειρε αυτό που θερίζει.

Από τους άντρες, τις γυναίκες, τα παιδιά και τους γέροντες του EZLN

Εξεγερμένος Υποδιοικητής Μάρκος

Πηγή: Indymedia

Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Οδός Θεμιστικλέους: Η Ιλιάδα του Ομήρου σε 12 αφηγήσεις


Ένα σπάνιο δώρο για τους Εξαρχειώτες και όχι μόνον

Ποιά είναι η τελευταία φορά που διαβάσατε την Ιλιάδα; 

Πότε καθήσατε σε ένα ευχάριστο μέρος ακούγοντας κάποιον να σας διαβάζει μια καταπληκτική ιστορία σε συνέχειες;

Από τη Δευτέρα 14 Ιουλίου και για ένα 12ήμερο, θα έχουμε την τύχη να φιλοξενούμε στον πεζόδρομο της Θεμιστοκλέους (διασταύρωση με Μεθώνης*), κάθε βράδυ στις 8μ.μ. τη Μάνια Μαράτου να μας αφηγείται την Ιλιάδα του Ομήρου. Σε full version και μετάφραση Ιάκωβου Πολυλά. Μια μοναδική εμπειρία για μικρούς και για μεγάλους!

Μετάφραση Ιάκωβου Πολυλά.

Μια πρωτοβουλία των κατοίκων της Θεμιστοκλέους και της Μάνιας μαράτου στα πλαίσια των δράσεων για την επαναλειτουργία της γειτονιάς.
*το σημείο παρουσίασης που αναγράφεται στην αφίσα άλλαξε για λόγους τεχνικούς.

Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Γιώργος Καλλής*: «Αποανάπτυξη: Το τέλος (;) της ανάπτυξης»


Συνέντευξη στο fractal  
Ερωτήσεις: Αλέξανδρος Παναγόπουλος 

«… Ήταν μία ψεύτικη ανάπτυξη, ανάπτυξη στα χαρτιά βασισμένη στο χρέος…». Με τα λόγια αυτά περιγράφει στο fractal ο Γιώργος Καλλής* τη διαδικασία παραγωγής πλούτου τα τελευταία τουλάχιστον τριάντα χρόνια στη Δύση στιγματίζοντάς την ως βασική αιτία της κρίσης. Δεν είναι πολλές οι περιπτώσεις ακαδημαϊκών δασκάλων, ιδίως του κλάδου της οικονομικής επιστήμης, που τολμούν να μιλούν και να προωθούν προτάσεις και ιδέες εκτός της ορθοδοξίας που επικρατεί στον χώρο τους. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν οι προτάσεις αυτές αμφισβητούν ευθέως το κυρίαρχο μοντέλο της νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης ως αντιοικολογικό και αντικοινωνικό. Σ΄αυτήν την κατηγορία ανήκει οκαθηγητής πολιτικής οικολογίας και οικολογικών οικονομικών στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης Γιώργος Καλλής, ο οποίος μιλάει στο fractal για την ιδέα της αποανάπτυξης. Μία θεωρία που ξεπήδησε από τον κλάδο των οικολογικών οικονομικών και αρνείται την ανάπτυξη με την παραδοσιακή της έννοια υποσχόμενη ταυτόχρονα οικολογική ευαισθησία και δημοκρατική εμβάθυνση.

- Ακούμε διαρκώς τα τελευταία 4-5 χρόνια ερμηνείες και προσεγγίσεις από οικονομολόγους από διαφορετικές σχολές γύρω από τις αιτίες και τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης όπως και για πιθανές λύσεις. Πώς θα μπορούσε όμως να περιγραφεί η κρίση με όρους των οικονομικών της οικολογίας; Ποια μπορεί να είναι η αφήγηση της από οικολογική σκοπιά;

H οικολογία λέει ότι η ιδέα της διαρκούς ανάπτυξης χωρίς όρια είναι ανθρώπινη επινόηση και δεν είναι συμβατή με τη φύση. Τίποτα στον φυσικό κόσμο δεν αναπτύσσεται επ’ αόριστον. Η ιδέα ότι η οικονομία συνεχώς μπορεί να αυξάνεται στους ρυθμούς ανάπτυξης που εμείς έχουμε αποφασίσει ότι χρειαζόμαστε για να αναπαράγεται το κεφάλαιο, δηλαδή 2-3% τον χρόνο, αυτή η ιδέα λοιπόν συναντά αργά ή γρήγορα οικολογικά, και όχι μόνον, όρια. Επί του προκειμένου, ήδη από τη δεκαετία 1970-80 συνάντησε ενεργειακά όρια, με την αύξηση της τιμής του πετρελαίου αλλά και της τιμής των πρώτων υλών. Συνάντησε όμως και κάποια άλλα όρια. Στις αναπτυγμένες οικονομίες της δύσης – πράγμα που γνωρίζουμε από τα παραδοσιακά οικονομικά όχι μόνο από τα οικολογικά οικονομικά – οι ταχείς ρυθμοί ανάπτυξης συναντώνται είτε σε μια οικονομία στα πρώτα βήματα της εκβιομηχάνισής της είτε μετά από μια μεγάλη καταστροφή. Η περίοδος ταχείας ανάπτυξης στην Δύση μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Το ίδιο και η Κίνα σήμερα, μία μικρή οικονομία που τώρα εκβιομηχανίζεται, αλλά αφού ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, θα φτάσει και αυτή χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για μία ήδη μεγάλη οικονομία να συνεχίζει να μεγαλώνει συνέχεια με 2, 3 ή 4% κάθε χρόνο. Είναι και μαθηματικά αδύνατο αλλά και οικολογικά αφού, αργά ή γρήγορα, υπεισέρχονται σημαντικοί περιορισμοί. Αυτό που συνέβη από τη δεκαετία του 1980 και μετά ήταν ότι, αφού δεν ήταν δυνατή η περαιτέρω μεγέθυνση των οικονομιών στις χώρες της Δύσης, αλλά ήταν απαραίτητη δεδομένου του τρόπου που λειτουργεί ο καπιταλισμός, η λύση που βρέθηκε – και δεν εννοώ εδώ ότι υπήρχε κάποια συνωμοσία – αλλά η λύση στην οποία έμμεσα κατέληξαν τα πράγματα ήταν ο δανεισμός και η αύξηση του χρέους. Αύξηση και του δημόσιου χρέους, όπως στην Ελλάδα, αλλά και του ιδιωτικού χρέους όπως στις περισσότερες άλλες χώρες. Δεν κάναμε κάτι ιδιαίτερο εμείς εδώ να αυτομαστιγωνόμαστε. Όλοι δανείστηκαν προκειμένου να διατηρήσουν αυτή την ψεύτικη ανάπτυξη, η οποία ήταν ανάπτυξη στα χαρτιά, ανάπτυξη με χρέος, με χρηματικά παράγωγα, με λογικές «θα πληρώσουμε μετά από 20 χρόνια …» κλπ.. Αυτό συνέβη σε όλες τις χώρες με φούσκες, στην αγορά κατοικίας, στα χρηματοπαράγωγα, στον οικογενειακό δανεισμό κοκ.

- Δηλαδή όπως το περιγράφετε τα οικολογικά οικονομικά κατά κάποιον τρόπο επαναφέρουν στη συζήτηση για την οικονομική ανάπτυξη το ζήτημα των φυσικών πόρων. Ότι δηλαδή η εκμετάλλευση και διανομή τους έχει κάποια όρια.

Ναι, όμως τα οικολογικά οικονομικά μας υπενθυμίζουν και κάτι άλλο: ότι υπάρχουν και επιπτώσεις. Η οικονομική διαδικασία παράγει και απόβλητα. Και όταν λέω απόβλητα δεν εννοώ μόνο σκουπίδια και τοξικά απόβλητα, τα οποία επίσης είναι σημαντικά, αλλά το πιο σημαντικό αυτή τη στιγμή είναι οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα, που είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, το οποίο σαν στρουθοκάμηλοι επιμένουμε να αγνοούμε. Η αλλαγή του κλίματος, η οποία είναι άμεσα συνυφασμένη, ένα προς ένα, με τη μεγέθυνση της οικονομίας είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, στο οποίο δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή να υπάρχει λύση. Yποτίθεται ότι ειδικοί και κυβερνήσεις συζητούν, ενημερώνονται και διαπραγματεύονται, αλλά φυσικά ποτέ δεν καταλήγουν σε καμία συμφωνία, αφού κανείς δεν τολμά να πει όχι στην ανάπτυξη. Το πρόβλημα εν τω μεταξύ διογκώνεται και ήδη βιώνουμε τα πρώτα αποτελέσματα. Aν οι επιστήμονες έχουν δίκιο, σε 20-30 χρόνια θα μιλάμε για τεράστιες αλλαγές και καταστροφές. Oπότε και από τις δύο πλευρές, και από την πλευρά της εκμετάλλευσης πόρων αλλά και από την πλευρά της εκροής αποβλήτων, η οικονομία περιορίζεται από το φυσικό περιβάλλον, θα έλεγα καλύτερα ότι εξαρτάται από το φυσικό περιβάλλον.

- Στην έρευνα και το έργο σας κεντρική θέση κατέχει η έννοια της «αποανάπτυξης» η οποία συνδέεται με αυτές τις οικολογικές διαστάσεις. Μπορείτε να μας εξηγήσετε σε τι ακριβώς συνίσταται αυτή η έννοια σε σχέση την οικονομία;

Ναι, ας το δούμε με την ανάγνωση που έκανα πριν. Δηλαδή της κρίσης, και της οικολογικής και της οικονομικής, ως προϊόν της υπέρμετρης ανάπτυξης η οποία ούτε εφικτή είναι ούτε επιθυμητή. Και δεν είναι εφικτή για τους λόγους που είπα, διότι υπάρχουν όρια στους πόρους και γιατί την κάνουμε εφικτή με δανεισμό και με ψεύτικο χρήμα. Aλλά δεν είναι και επιθυμητή γιατί, ακόμη και αν συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε, έστω και με 1-2 % τον χρόνο, αυτό σημαίνει τεράστια αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε 30-40 χρόνια, πράγμα που θα είναι καταστροφικό για τον πλανήτη. Δεν είναι και επιθυμητή όμως γιατί σε τίποτα δεν βελτιώνει το επίπεδο ζωής. Είναι μήπως ο μέσος Έλληνας πιο ευτυχισμένος σήμερα από ότι ήταν 30 χρόνια πριν επειδή η οικονομία μας είναι δυο φορές μεγαλύτερη; Οπότε υπό καμία έννοια δεν νομίζω ότι υπαρχει λόγος να συνεχίσουμε την ανάπτυξη. Αλλά ξέρουμε, και το ξέρουμε πολύ καλά εδώ στην Ελλάδα, ότι η έλλειψη ανάπτυξης εντός ενός συστήματος καπιταλιστικού, η έλλειψη αύξησης του ΑΕΠ δηλαδή, σύντομα φέρνει προβλήματα, ανεργία, αδυναμία αποπληρωμής χρεών, κ.ο.κ. Οπότε η αποανάπτυξη τι λέει; Η αποανάπτυξη λέει ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε και να αυτοκαταστρεφόμαστε. Πρέπει να ξεφύγουμε, να δραπετεύσουμε από αυτόν τον στόχο της ανάπτυξης, να φτιάξουμε ένα καλύτερο αύριο αλλά χωρίς να πρέπει να αναπτύσσεται η οικονομία, χωρίς να προσπαθούμε συνέχεια να αυξάνουμε το ΑΕΠ. Γνωρίζουμε βέβαια ότι αυτό εντός των οικονομίων που ζούμε δεν γίνεται, οπότε πρέπει να φτιάξουμε κάτι καινούργιο, μια κοινωνία η οποία να είναι βιώσιμη χωρίς ανάπτυξη. Αυτή είναι πολύ χονδρικά η ιδέα της αποανάπτυξης. Αυτό δεν σημαίνει την αντίστροφη διαδικασία της ανάπτυξης, δεν σημαίνει μείον 2% ΑΕΠ τον χρόνο. Αυτό είναι ύφεση, είναι καταστροφή. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από την έλλειψη ανάπτυξης σε μια κοινωνία ανάπτυξης. Απονανάπτυξη σημαίνει απελευθέρωση, να απελευθερωθούμε από την μανία της ανάπτυξης, να επιδιώξουμε το συλλογικό ευ ζην, χωρίς να το μετράμε σε ευρώ.

- Είναι λοιπόν μία θεωρία οικονομική-οικολογική αλλά και βαθιά πολιτική όπως την περιγράφετε. Από αυτή την άποψη τα γνωστά οικολογικά πολιτικά κόμματα και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη έχουν εγγράψει στοιχεία αυτής της θεωρίας στα προγράμματά τους;

Φυσικά την συζητούν αφού είναι μια ιδέα η οποία προέρχεται από το οικολογικό κίνημα. Τη συζητούν αλλά θα έλεγα ότι διστάζουν γιατί, όπως καταλαβαίνετε, πολιτικά ο όρος είναι ριψοκίνδυνος και δύσκολος να τον εξηγήσεις στον πολύ κόσμο στα 5 λεπτά που έχεις πρόσβαση στην τηλεόραση τον χρόνο. Θα έλεγα ότι γενικώς είναι μοιρασμένα τα πράγματα εντός των πράσινων κομμάτων. Δηλαδή κάποιοι την πιστεύουν την ιδέα, γιατί έχει να κάνει με βασικές αρχές του οικολογικού κινήματος. Κάποιοι άλλοι συνεχίζουν να είναι αιθεροβάμονες. Πιστεύουν ότι με ανάπτυξη και τεχνολογική πρόοδο μπορούμε και να λύσουμε τα οικολογικά προβλήματα και να συνεχίσει να αναπτύσσεται εσαεί η οικονομία, πράσινη αυτή την φορά. Τώρα κάποια πράσινα κόμματα, όπως στην Καταλονία για παράδειγμα, βάζουν επιλεκτικά το θέμα της αποανάπτυξης στο πρόγραμμά τους εννοώντας κυρίως μείωση της κατανάλωσης φυσικών πόρων. Δεν εννοούν όμως απαραίτητα εγκατάλειψη του στόχου της ανάπτυξης της οικονομίας, συνήθως μιλούν για επιλεκτική αποανάπτυξη κάποιων συγκεκριμένων τομέων, τομέων που μολύνουν πολύ.

- Άρα θα λέγαμε ότι η όλη ιδέα της «αποανάπτυξης» για την ώρα έχει περισσότερο κινηματικό χαρακτήρα παρά καθαρά πολιτικό.

Ναι, κινηματικό και επιστημονικό.

- Στη συζήτηση για την αποανάπτυξη η Αριστερά τι θέση μπορεί να έχει κατά τη γνώμη σας;

Ποια θέση μπορεί ή ποια θέση θα έπρεπε να έχει; Πιστεύω ότι θα έπρεπε να την ενστερνιστεί μια και είναι μια ιδέα κατεξοχήν αριστερή. Ο κινηματικός χαρακτήρας του εγχειρήματος είναι εντός της Αριστεράς. Και στην Ελλάδα και στην Ισπανία που γνωρίζω, στη βάση της Αριστεράς, στα νέα παιδιά που είναι οργανωμένα στον αριστερό ή στον αυτόνομο χώρο, η αποανάπτυξη είναι μια ιδέα που είναι αρκετά προσφιλής. Από την άλλη, η παραδοσιακή Αριστερά έχει και αυτή την αναπτυξιομανία της. Περισσότερο οι παλαιότερες γενιές θα έλεγα, αυτοί που μεγαλώσαν με τον Δρόμο με τις Φάμπρικες και τα 5ετή προγράμματα και είναι προσκολλημένοι στην ιδέα της εγχώριας παραγωγής και της κρατικής παρέμβασης προκειμένου να αναπτυχθεί η οικονομία. Υπάρχει φυσικά και θεωρητικό υπόβαθρο σε αυτές τις ιδέες που, απλουστευτικά, μπορούμε να πούμε ότι έχουν να κάνουν με την ιδέα ότι η έλευση του σοσιαλισμού απαιτεί πρώτα την ανάπτυξη των μέσων παραγωγής. Φυσικά, από την εποχή που έγραφε ο Μαρξ, τα μέσα παραγωγής έχουν υπεραναπτυχθεί, ένας φτωχός σήμερα ζει πιο πολλά χρόνια και με πρόσβαση σε περισσότερα υλικά αγαθά απ’ ότι ένας βιομήχανος την εποχή του Μαρξ, αλλά ο σοσιαλισμός ακόμα να έρθει και οι ανισότητες συνεχίζουν να αυξάνονται. Όχι, ο σοσιαλισμός και η ιδέα της ισότητας τίποτα δεν έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη. Μάλλον το αντίθετο. Αν αποφασίσουμε ότι έχουμε αρκετά πια, ίσως έρθει η ώρα να τα μοιράσουμε και πιο δίκαια.

Νομίζω λοιπόν ότι η ιδέα της αποανάπτυξης ταιριάζει πολύ στην Αριστερά υπό την έννοια ότι δίνει και ένα νέο λεξιλόγιο, μία νέα ιδέα, για να πει και να προτείνει κάτι καινούριο. Διότι νομίζω ότι δεν πείθει πια αυτή η ιστορία, δηλαδή άντε να πάρει η Αριστερά στα χέρια της το κράτος, να σταματήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, να αρχίσει η οικονομία να αναπτύσσεται και να λυθούν όλα τα προβλήματα. Άλλωστε τα ίδια προβλήματα αναπαράγει η Αριστερά και εκεί που έχει πάρει την πολιτική εξουσία. Δείτε τι γίνεται στην Λατινική Αμερική. Ο Μοράλες ή ο Κορέα εκλέχθηκαν στηριζόμενοι στα αυτόχθονα και στα οικολογικά κινήματα που ήταν ενάντια στις εξορύξεις. Και τι έκαναν αυτοί; Συνέχισαν τις εξορύξεις εντατικότερα, και κερδίζουν τις εκλογές στην πλάτη νέων φουσκών, με επενδύσεις σε δρόμους, χτισίματα και τα γνωστά αναπτυξιακά. Δεν θα αμφισβητήσω ότι διένειμαν τον πλούτο καλύτερα από τους κλεπτοκράτες τους οποίους διαδέχθηκαν, δηλαδή ότι έδωσαν μεγαλύτερο μέρος της πίτας στα χαμηλά στρώματα, αλλά συνέχιζουν με πολιτικές οι οποίες είναι καταστροφικές, τόσο για το περιβάλλον όσο και για τις ίδιες τις χώρες τους. Και σε τίποτα φυσικά δεν τα έβαλαν με το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, όπως διατείνονταν, αντιθέτως έγιναν οι καλύτεροι προμηθευτές του. Ο Κορέα τώρα καθιστά παράνομες τις περιβαλλοντικές οργανώσεις στον Ισημερινό, και ο Μοράλες τα βάζει με τους αυτόχθονες. Αυτούς που τους ψήφισαν.

- Η ίδια η αποανάπτυξη όμως δεν προϋποθέτει και μία αλλαγή σχετική με ζητήματα πολιτικής εκπροσώπησης; Πώς αντιμετωπίζει δηλαδή τους θεσμούς της αστικής δημοκρατίας (κοινοβουλευτισμό, εκλογές, κόμματα, δικαιώματα); Αναγνωρίζει την αξία και τη σημασία τους ή ελλοχεύει ο κίνδυνος να συγκροτηθεί ένα αυταρχικό κράτος στο όνομά της;

Όχι, αυτό το ενδεχόμενο δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το πώς εννοώ εγώ την αποανάπτυξη, αν και είναι αλήθεια ότι ελλοχεύει αυτός ο κίνδυνος αν κρίνω από αυτά που ακούω από ορισμένους αντιδραστικούς ή συντηρητικούς οικολόγους, οι οποίοι λένε ότι, αφού ο απλός κόσμος δεν αλλάζει με τίποτα, χρειάζεται μια παγκόσμια κυβέρνηση να επιβάλλει αυστηρά όρια. Ποιος θα εκλέξει και ποιος θα ελέγξει όμως αυτή την κυβέρνηση αν όχι οι απλοί άνθρωποι που υποτίθεται ότι δεν ξέρουν και χρειάζονται τους ειδικούς για να τους πουν τι πρέπει να κάνουν;

Όχι, η ιδέα που έχω εγώ και έχουν και οι άνθρωποι που δουλεύουμε μαζί, είναι ότι αποανάπτυξη και εμβάθυνση της δημοκρατίας είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Κρατάμε δηλαδή τους δημοκρατικούς θεσμούς που έχουμε κατακτήσει, και οι οποίοι εκφυλίζονται, και όχι μόνο αυτό, τους πάμε πολύ βαθύτερα. Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα κενό δημοκρατίας σε μεγάλο βαθμό. Δηλαδή πηγαίνουμε να ψηφίσουμε κάθε τέσσερα χρόνια μεταξύ δυο κομμάτων που πάνω κάτω λένε τα ίδια πράγματα και, στη συνέχεια, όποιο εκλεγεί, ό,τι αποφασίζει και υποδείξει, αυτό πρέπει να το δεχόμαστε για τέσσερα χρόνια, επειδή ψηφίσαμε μια φορά. Και ποιοι ψηφίζουν; Ψηφίζουν το 40% του πληθυσμού, στις δημοτικές εκλογές βλέπω σε διάφορους δήμους ψηφίζει το 10%. Αυτά είναι πληγή της δημοκρατίας, δεν είναι μία κανονική δημοκρατία.

- Ναι, πιο πολύ μοιάζει με τη μεταδημοκρατία που περιγράφει ο Κόλιν Κράουτς.

Ναι, είναι μεταδημοκρατία, γιατί δεν έχουμε πια πραγματική επιλογή. Αυτό βλέπει ο κόσμος και δεν πάει να ψηφίσει. Η αποανάπτυξη, ή τουλάχιστον αυτοί που γράφουμε για την αποανάπτυξη, εμπνεόμαστε από θεωρίες περί άμεσης δημοκρατίας. Δηλαδή περί διαδικασιών οι οποίες κάνουν τη δημοκρατία όχι απλώς μόνο ένα εκλογικό δικαίωμα κάθε τέσσερα χρόνια, αλλά την καθιστούν βαθιά και ουσιαστική. Ο Καστοριάδης φυσικά έχει γράψει πολλά για αυτό το θέμα και είναι ένας από τους συγγραφείς που διαβάζεται πολύ από αυτούς που μιλούν για αποανάπτυξη. Επίσης, το κίνημα των πλατειών συμβολίζει πάρα πολύ αυτή την ιδέα, την ιδέα δηλαδή ότι δεν μας αρκεί πια αυτή η κοινοβουλευτική δημοκρατία, θέλουμε πραγματική, άμεση δημοκρατία. Δεν θέλουμε φυσικά να καταργηθεί το κοινοβούλιο, αλλά θέλουμε να ανοίξει η δημοκρατία ως διαδικασία.

- Το ρωτάω περισσότερο διότι θα μπορούσε από κάποιους να χρησιμοποιηθεί πιθανώς κι εκ του πονηρού ως μία αντιδημοκρατική πρόταση.

Το να λέμε ότι η υπάρχουσα δημοκρατία δεν αρκεί, δεν σημαίνει ότι είμαστε κατά της δημοκρατίας, σημαίνει ότι θέλουμε να την πάμε παραπέρα. Τα πολιτικά συστήματα είναι για να αλλάζουν, η ιδέα του τέλους της ιστορίας ευτυχώς τελείωσε. Αυτό που λέω είναι ότι ο κοινοβουλευτισμός και έχει εκφυλιστεί και δεν αρκεί. Μπορούμε να πούμε ότι ο κοινοβουλευτισμός και η αντιπροσώπευση σε κάποια θέματα από αιρετούς, που επιλέγουμε κάθε τέσσερα χρόνια, είναι το ελάχιστο. Από εκεί και πέρα υπάρχει η καθημερινότητα και η καθημερινή διαβούλευση. Η δημοκρατία της αρχαίας Ελλάδας, που παίρνουμε σαν παράδειγμα, δεν είχε σχέση με την σημερινή δημοκρατία. Δεν ψήφιζαν κάθε τέσσερα χρόνια και μετά πηγαίναν σπίτια τους και έκαναν τη δουλειά τους. Σήμερα αυτή είναι η ιδέα της δημοκρατίας. Δεν μπορείς να διαμαρτύρεσαι για τίποτα μας λένε, αφού ψήφισες πριν τέσσερα χρόνια, αν θες περίμενε για να ξαναψηφίσεις σε άλλα τέσσερα. Δεν ήταν ποτέ αυτό αυτή η ιδέα της δημοκρατίας.

- Κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης στην Ελλάδα οργανώθηκε μία συστηματική προσπάθεια από τις οικονομικές, πολιτικές και μιντιακές ελίτ της χώρας να αποδοθεί η κρίση σε χρόνιες ελληνικές στρεβλώσεις και παθογένειες ώστε αφενός να περάσουν ομαλότερα τα μέτρα λιτότητας και αφετέρου να απαξιωθεί ακόμη περισσότερο ο ρόλος του κράτους στην οικονομία με αποτέλεσμα οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις να φαντάζουν αναπόφευκτες. Αν και στην Ισπανία η κρίση ξεκίνησε από το τραπεζικό σύστημα (φούσκα στεγαστικών δανείων), παρατηρήθηκε εκεί μία αντίστοιχη δαιμονοποίηση του κράτους, το μεγάλο ή κακό κράτος;

Παντού υπάρχει αυτή η δαιμονοποίηση, η οποία έχει αρχίσει από την εποχή της Θάτσερ και του Ρήγκαν, και κάθε τόσο επιστρέφει δριμύτερη. Πάντως, αν ήθελα να μπω σε συγκρίσεις, θα έλεγα ότι στην Ισπανία ακούμε λιγότερο για το κακό κράτος ή τους υπεράριθμους υπαλλήλους, αν και οι περικοπές στα νοσοκομεία και στα σχολεία και εδώ καλά κρατούν. Η διαφορά φυσικά από την Ελλάδα είναι ότι εδώ δεν είναι τόσο το κράτος το ίδιο το οποίο είναι χρεωμένο, όσο οι τράπεζες οι οποίες έδωσαν απλήρωτα στεγαστικά δάνεια σε πολύ κόσμο. Πάνω από τρία εκατομμύρια σπίτια στην Ισπανία παραμένουν άδεια. Αν φυσικά καταρρεύσουν οι τράπεζες το κράτος θα κληθεί να τις καλύψει. Για αυτό και είχε μεγαλώσει τόσο το κόστος δανεισμού της Ισπανίας, το οποίο μετά τις διαβεβαιώσεις του Ντράγκι έχει πέσει πάλι σε χαμηλά επίπεδα. Το μεγάλο αναπτυξιακό φαγοπότι στην Ισπανία είχε άλλα χαρακτηριστικά από το δικό μας. Έγινε από τις περιφερειακές τράπεζες στα συμβούλια των οποίων είχαν θέση οι τοπικοί κυβερνώντες και οι οποίες έδιναν απίστευτα δάνεια για να στηρίζουν τους μεγαλοεργολάβους με «αναπτυξιακά» έργα όπως το αεροδρόμιο φάντασμα της Ciudad Real, το οποίο είναι έτοιμο αλλά παραμένει κλειστό, αφου κανείς δεν θέλει να πετάξει εκεί. Μιλάμε για ένα κύκλωμα πολιτικών, εργολάβων και τραπεζιτών οι οποίοι καταλήστευσαν ουσιαστικά τον δημόσιο πλούτο.

Το ζήτημα εδώ λοιπόν δεν είναι η διαχείριση των ταμειών, των συντάξεων ή των δημόσιων οργανισμών. Οι περικοπές γίνονται απλώς για να αυξηθεί η πιστοληπτική ικανότητα της Ισπανίας και να πέσει το κόστος δανεισμού. Τώρα βέβαια γίνεται και στην Ισπανία όλη αυτή η κουβέντα «δεν κάναμε το ένα, δεν κάναμε το άλλο, δεν παράγουμε τίποτα, είμαστε τεμπέληδες, να κόψουμε τις σιέστες…», πράγματα τελείως γελοία. Να πεις στην Ελλάδα ότι δεν έχουμε παραγωγική οικονομία, πάει κι έρχεται, που πάλι αλήθεια δεν είναι. Να το πεις στην Ισπανία όμως, χώρα με βιομηχανίες κολοσσούς, στον χώρο της ένδυσης ή του αυτοκινήτου, με τεράστια εξαγωγική αγροτική οικονομία, μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου; Για ποιους τεμπέληδες Μεσόγειους μιλάμε; Το ξέρετε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ οι Έλληνες δουλεύουν πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε λαό στην Ευρώπη και οι Γερμανοί ή οι Ολλανδοί το λιγότερο; Το να έχουν οι εργαζόμενοι κοινωνικά δικαιώματα και ελεύθερο χρόνο είναι στοιχείο πολιτισμού, όχι τεμπελιά. Ας αφήσουμε την σιέστα ήσυχη.

- Κατά τη γνώμη σας αυτή η διαδικασία δημιουργίας και αναπαραγωγής δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού έχει ποτέ τέλος;

Το ύστερο καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται στο δανεισμό, δεν μπορεί να προχωρήσει, δεν μπορεί να συνεχίσει χωρίς δανεισμό. Πρόκειται για φαύλο κύκλο. Δανείζεσαι για να αναπτυχθείς και μετά υποτίθεται αναπτύσσεσαι για να αποπληρώνεις τα δάνεια. Δεν υπάρχει χώρος για μια σταθερή οικονομία, για μια στιγμή που θα μπορεί η οικονομία να πει, όπως ο λέει ο καθένας μας “αρκετά, έχω αρκετά”. Νομίζω ότι το καπιταλιστικό σύστημα μπορεί μόνο να μεγαλώνει ή να καταρρέει και εκεί ακριβώς είναι το πρόβλημα. Δηλαδή αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα πρέπει να πουλήσουμε τα πάντα για να αρχίσουμε να αναπτυσσόμαστε 6-7% το χρόνο για να ξεπληρώσουμε τα δάνεια, και μετά να δανειστούμε για να διατηρήσουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης κ.ο.κ.. Ένας τεράστιος φαύλος κύκλος ο οποίος κάπως πρέπει να σπάσει. Αυτό είναι η αποανάπτυξη. Η πρόταση ότι αυτός ο φαύλος κύκλος μπορεί και πρέπει επιτέλους να σπάσει.

*Γιώργος Καλλής, καθηγητής πολιτικής οικολογίας και οικολογικών οικονομικών στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης

Ας κρατήσουμε το τραγούδι μας για να βρούμε το δρόμο της ζωής μας (αναδημοσίευση)



Υπάρχει μια φυλή στην Αφρική, όπου η ημερομηνία γέννησης ενός παιδιού δεν υπολογίζεται από τη στιγμή που γεννήθηκε, ούτε από τη στιγμή της σύλληψης, αλλά από την ημέρα που το παιδί υπήρξε ως σκέψη στο μυαλό της μητέρας του. Και όταν μια γυναίκα αποφασίζει ότι θα έχει ένα παιδί, πάει και κάθεται κάτω από ένα δέντρο μόνη και ακούει όσο μπορεί να ακούσει το τραγούδι του παιδιού που θέλει να έρθει. Και αφού έχει ακούσει το τραγούδι, πάει πίσω στον άνθρωπο που θα είναι ο πατέρας του παιδιού, και το διδάσκει σ’ αυτόν. Και στη συνέχεια, όταν κάνουν έρωτα για να συλλάβουν σωματικά το παιδί, τραγουδούν το τραγούδι του παιδιού, ως ένα τρόπο για να το καλέσουν.

Στη συνέχεια, όταν η μητέρα είναι έγκυος, διδάσκει το τραγούδι του παιδιού στις μαίες και τις ηλικιωμένες γυναίκες του χωριού, έτσι ώστε όταν το παιδί γεννιέται, να τραγουδήσουν το τραγούδι του για να το υποδεχθούνε. Και καθώς το παιδί μεγαλώνει, οι άλλοι κάτοικοι του χωριού διδάσκονται το τραγούδι του. Εάν το παιδί πέσει και χτυπήσει ή όταν πονάει το γόνατο του, κάποιος αρχίζει να του τραγουδά το τραγούδι του. Ή όταν το παιδί κάνει κάτι θαυμάσιο, ή περνά μέσα από τις τελετές της εφηβείας και της ενηλικίωσης, οι κάτοικοι του χωριού τραγουδούν το τραγούδι του για να το τιμήσουν.

Στην αφρικανική φυλή υπάρχει μία άλλη περίσταση κατά την οποία οι κάτοικοι τραγουδούν για το παιδί Σε οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής του, κάποιος που διαπράττει ένα έγκλημα ή μια παρεκκλίνουσα κοινωνική πράξη καλείται στο κέντρο του χωριού και οι άνθρωποι στην κοινότητα σχηματίζουν ένα κύκλο γύρω του. Στη συνέχεια, τραγουδούν το τραγούδι του ενόχου.

Η φυλή αναγνωρίζει ότι η διόρθωση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς δεν είναι η τιμωρία. Είναι η αγάπη και η ανάμνηση της ταυτότητας. Όταν έχω αναγνωρίσει το δικό μου τραγούδι, δεν έχω καμία επιθυμία ή την ανάγκη να κάνω κάτι που θα βλάψει τον άλλο.

Και το τραγούδι είναι ο τρόπος μέσα από τη ζωή τους. Στο γάμο, τα τραγούδια των νεόνυμφων τραγουδιούνται, μαζί. Και τέλος, όταν αυτό το παιδί είναι ξαπλωμένο στο κρεβάτι, έτοιμο να πεθάνει, όλοι οι κάτοικοι γνωρίζουν το τραγούδι του, και του το τραγουδούν – για τελευταία φορά.

Μπορεί να μην έχουμε μεγαλώσει σε μια αφρικανική φυλή που τραγουδάει το τραγούδι μας σε κρίσιμες μεταβάσεις της ζωής μας, αλλά η ζωή πάντα μας υπενθυμίζει πότε είμαστε σε αρμονία με τον εαυτό μας και πότε όχι. Όταν αισθανόμαστε καλά, αυτό που κάνουμε ταιριάζει με το τραγούδι μας ενώ όταν αισθανόμαστε άσχημα, δεν συμβαίνει αυτό. Στο τέλος, θα αναγνωρίσουμε όλοι μας το τραγούδι μας και θα το τραγουδούμε καλά. Μπορεί να αισθανθούμε λίγο αμήχανα αυτή τη στιγμή, αλλά έτσι έχουν όλα όσα έχουν να κάνουν με σπουδαίους τραγουδιστές.

Ας κρατήσουμε το τραγούδι μας και θα βρούμε το δρόμο μας για το σπίτι.

[ΠΗΓΗ: banoosh.com - Μετάφραση: Αρκούλη Κυριακή]

ΚΙΜΠΙ: Ένας απλός θάνατος

αναδημοσίευση από τον ΚΙΜΠΙ


Σαν να τους ακούω κιόλας να μουρμουρίζουν, να σχολιάζουν χαμηλόφωνα, να σφίγγουν τα χείλη με συγκατάβαση τους φίλους, τους συγγενείς, τους συναδέλφους κι όσους περνούν απ’ αυτήν εδώ τη γωνιά – όλο και αραιότερα τελευταία-. Ο τίτλος και μόνο τους νομιμοποιεί να πουν: «Α, πάει, ο Κίμπι έχει πέσει σε βαριά (ή βαθιά;) κατάθλιψη. Η ανεργία τον έχει ρίξει επικίνδυνα». Φέρτε τα ζάναξ, πλακώστε τον στα λαντόζ , κάντε και μια μήνυση στην τρόικα και στην κυβέρνηση που ρίχνουν τον κόσμο στα χάπια κι εξαφάνισαν το χιούμορ, έστω και το μακάβριο.Δεν είναι όπως φαίνεται. Μπορεί να μού είναι δύσκολο έως αδύνατο να δω αυτή την περίοδο τη «φωτεινή πλευρά της ζωής», αλλά ακόμη κι ένας θάνατος μπορεί με έναν τρόπο να ρίξει κι άλλο φως σ’ αυτή την ήδη «φωτεινή πλευρά». Θα μου πείτε: τι σημασία έχει ένας ακόμη θάνατος ανάμεσα στους χιλιάδες που επέρχονται το κάθε λεπτό και δευτερόλεπτο, όλοι τους αδόκητοι, απρόσκλητοι, αιφνίδιοι ή βασανιστικοί, ήρεμοι ή τραγικοί, πρόωροι ή στο πλήρωμα του χρόνου, απίστευτοι ή φυσικοί; Ο θάνατος υπάρχει σε τόση αφθονία, άνισα κατανεμημένη κι αυτή, που περνά σχεδόν απαρατήρητος μέχρι να χτυπήσει την πόρτα, τη δική σου, του σπιτιού σου, του διπλανού σου. 

****
Βρέθηκα σε κάμποσες κηδείες τον τελευταίο καιρό, δεν ξέρω αν επιβεβαιώνουν τη στατιστική επιδείνωση στο ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων, σίγουρα όμως το γεγονός προδίδει πως η γενιά μου, οι μεσήλικες εκδρομείς του ’60, έχουμε μπει στον φυσιολογικό κύκλο του θανάτου. Ξεπροβοδίσαμε ήδη τη γενιά των γονιών μας, υφιστάμεθα και μια αραίωση μεταξύ μας μάλλον αναμενόμενη στατιστικά, σπανιότερα κλέβουμε τη σειρά κι από μερικούς νεότερους, έως και πολύ νεότερους, που η αιφνίδια φυγή τους προκαλεί σοκ (o Ν. Ρ., συνάδελφος, έφυγε πάνω στον ανθό του, ο Λ. Μ., φίλος, έχασε το γιό του, αυτό κι αν ήταν απίστευτο, ασήκωτο, ανείπωτο, αφύσικο…)

Το τελευταίο ξόδι που έγινα σιωπηλός του μάρτυρας ήταν του Νίκου Ζ. Φίλος, δεν έχει σημασία «πόσο φίλος», είχε πολλούς πιο φίλους από μένα, είδα μια μεγάλη, παχιά, όμορφη σκιά αγάπης από πολλούς φίλους και οικείους να κόβει τον καυτό, σκληρό ήλιο του αιφνίδιου θανάτου του, στην Αίγινα, σε ένα λευκό σπίτι πάνω από τη θάλασσα, εκεί που διάλεξε ν’ απλώσει τις τελευταίες του ρίζες. Ο Νίκος ήταν ναυτικός, κοντά σαράντα χρόνια περιπλανήθηκε στις θάλασσες του κόσμου, μεταφέροντας τον πλούτο των εθνών από τη μια ακτή στην άλλη, από τον ένα ωκεανό στον άλλο. Κυβερνούσε αυτά τα τεράστια φορτηγά με το υγρό ή ξηρό φορτίο τους, ή με κείνα τα γεωμετρικά στοιβαγμένα κοντέινερς, εκατοντάδες, χιλιάδες πια, που σε κάνουν ν’ αναρωτιέσαι πώς ισορροπούν στις φουρτούνες. Υποθέτω ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε περιστοιχισμένος από θάλασσα, πρέπει να την αγαπούσε πολύ τη θάλασσα, αλλιώς δεν αντέχεται, γίνεται φυλακή, κι ίσως γι’ αυτό είχε εγκαίρως διαλέξει το χώρο που θα ρίζωνε, όταν θα ’ρχόταν ο χρόνος να ριζώσει, ένα νησί, μια γη περικυκλωμένη από θάλασσα.

****
Έγινε στην Αίγινα. Πάνω που είχε αρχίσει να απολαμβάνει τη ζωή σαν καπετάνιος της στεριάς, κυβερνήτης της οικογενειακής, μικρής κιβωτού, με τις κόρες, τους γαμπρούς, τα εγγόνια, τους παλιούς και τους καινούργιους φίλους του, το νήμα κόπηκε. Σε μια ώρα το πολύ, με ένα έμφραγμα που επέπρωτο να το διαχειριστεί ένα κέντρο υγείας, σε ένα νησί μια ανάσα από την Αθήνα των δεκάδων νοσοκομείων, αλλά που ήταν το ίδιο σαν να βρισκόταν στο μέσο του Ειρηνικού ή του Ατλαντικού. Μένουν οι ζωντανοί οικείοι με την απορία: «τι θα γινόταν, αν…». Η απορία εξελίσσεται σε βασανιστική ενοχή, αλλά αν είναι να ’χουν οι πενθούντες ενοχές, τότε οι άλλοι, οι νεκροθάφτες του συστήματος υγείας, θα έπρεπε να ’χαν προ πολλού αυτοκτονήσει. 

Το «σύστημα» λύνει τα πράγματα με διαδικασίες συνοπτικές. Ο γιατρός γράφει στο πιστοποιητικό μια «αιτία θανάτου», που στην πραγματικότητα δεν είναι αιτία, αλλά αιτιατό, ο ληξίαρχος περνάει το συμβάν στο μεγάλο βιβλίο του κόσμου, με την ψυχρότητα ενός πίνακα αεροδρομίου που αναγγέλλει αφίξεις και αναχωρήσεις, κι οι άνθρωποι που έμειναν ξαφνικά με άδεια αγκαλιά ανεβαίνουν στο όχημα του θρήνου.

*****
«Αχ, γράψε κάτι ωραίο», μού είπε η Ελένη, η γυναίκα του Νίκου, στο μέσο του θρήνου της, όταν ο ένας μετά τον άλλο αρχίσαμε να αποχωρούμε από το οικόπεδο της θλίψης. Τι ωραίο να γράψεις για το πιο άσχημο της ζωής; Κατάπια την αμηχανία μου, συναίνεσα, τον λόγο μου τον τηρώ, ας είναι αυτό το μικρό πιάτο λέξεων η συμμετοχή μου στην «παρηγοριά» των συγγενών, των φίλων και των γειτόνων, που ήρθαν στο άσπρο σπίτι πάνω από τη θάλασσα, άλλος με το καλοψημένο ψητό, άλλος με τους ωραίους γίγαντες, άλλη με τα πλυμένα πιάτα και ποτήρια, άλλη με τα τραγούδια. Ένας πλήρης αποχαιρετισμός γίνεται με όλες τις αισθήσεις. 

*****
Απ’ όλες τις αισθήσεις, σ’ ένα ξόδι η πιο ευαίσθητη είναι η ακοή. Είτε συλλαμβάνει τη σιωπή, είτε τους λυγμούς, είτε τον θρήνο. Ο θρήνος της Ελένης ήταν ένα σοκ, εφάμιλλο με το σοκ του θανάτου του Νίκου, ίσως και ισχυρότερο. Τρεις ώρες, δέκα ώρες, είκοσι, σαράντα, πενήντα ώρες, ένας άγρυπνος θρήνος, απόλυτα εκτεθειμένος, τη μέρα βραχνός σαν το άγριο κύμα, τη νύχτα ήρεμος σαν τον φλοίσβο της θάλασσας. Αλλά αδιάκοπος. «Γιατί, ρε Νίκο, γιατί τώρα, γιατί Χριστέ μου, γιατί Θεέ μου, τι σκατά λέω, ποιος Χριστός και ποια Παναγία… Νίκο μου, χρυσέ μου Νίκο, καλέ μου Νίκο, γλυκέ μου Νίκο… Πού πήγες Νίκο, μια ζωή έφευγες Νίκο, αλλά ήξερα ότι θα γυρίσεις, πού πήγες τώρα, κανέναν άλλο δεν θέλω, τον Νίκο μου μόνο, όλα τα μοιραζόμασταν με το Νίκο…» Θρήνος ή ερωτική εξομολόγηση; «Το να ερωτεύεσαι είναι εύκολο, το να αγαπάς είναι το δύσκολο», είπε η Δώρα στον δικό της αποχαιρετισμό. Σαρανταέξι χρόνια μαζί και ταυτόχρονα χώρια, ο Νίκος καπετάνιος της θάλασσας, η Ελένη ναυτικός της στεριάς, καπετάνισσα της Ιουλιανού, της Αχαρνών, της Πατησίων, της πλατείας Βικτωρίας, καραβοκύρισσα και του άσπρου σπιτιού στην Αίγινα που φιλοξένησε κόσμο, πέτρες, κούτσουρα ξεβρασμένα από τη θάλασσα, δέντρα και λουλούδια, παιδιά ξεκίνησαν, παππούς και γιαγιά κατέληξαν να ξαναγίνονται παιδιά με τα παιδιά των παιδιών τους. Εξοικονόμησαν με κόπο κι επιμέλεια τον χρόνο της κοινής τους ζωής, αυτόν που δεν θα τον διέκοπταν πια οι πολύμηνες απουσίες στους ωκεανούς, παρά μόνο οι λιγόλεπτες φυγές, «πάω μέχρι το φούρνο», «πετάγομαι μέχρι το σούπερ μάρκετ», «λέω να πάω δυο μέρες στην Αίγινα», το πολύ, παρά μόνο η τέλεια και τελική διακοπή, αλλά κι αυτή στην ώρα της, όχι τώρα. «Γιατί Νίκο, γιατί τώρα…» Δεν ξέρω τι δηλώνει αυτό το «τώρα», ποιο μικρό, ταπεινό σχέδιο ζωής ανατρέπει, ξεσκίζει, τσαλαπατάει, ρημάζει. 

****
Δεν έχει τίποτε παράδοξο, ανατρεπτικό, δραματικό αυτή η ιστορία, δεν έχει σύνθετη πλοκή κι ανατροπές, δεν έχει το σασπένς μιας «Μικράς Αγγλίας», δεν είναι θαλασσινή περιπέτεια ούτε ανταρσία του Μπάουντι, είναι μια ιστορία σχεδόν κοινότοπη, χωρίς SOS, χωρίς ναυάγιο, έχει μόνο αγώνα επιβίωσης, χωρισμούς, σμιξίματα, οικογενειακές μαζώξεις, φιλικές συναθροίσεις, αγωνίες για τα παιδιά που μεγαλώνουν, έχει το σοκ της κρίσης, τον ανασχεδιασμό της ζωής, την προσαρμογή στα νέα δεδομένα που διαταράσσει τα σχέδια για ήσυχα συντάξιμα χρόνια, έχει τη νέα κοινωνικότητα που προκαλεί η ζωή του ναυτικού στη στεριά, έχει νέους φίλους, έχει μια νέα πολιτικοποίηση. Και στο τέλος έχει ένα έμφραγμα. Αλλά έχει και αγάπη, τόσο πολύτιμη και σπάνια, τόσο δύσκολα βιώσιμη στον αφρό της καθημερινότητας. Είναι η ιστορία του καθενός μας, είναι η ιστορία της διάσωσης του κοινωνικού μας ήθους μέσα στον ωκεανό της σκληρότητας και της εξατομίκευσης, είναι η ιστορία του Αδάμ και της Εύας, του Οδυσσέα και της Πηνελόπης, είναι η ιστορία του Ζορζ και της Αν, των ηρώων της «Αγάπης» του Χάνεκε, που έπειτα από δεκαετίες κοινής ζωής, προσπαθούν να διασώσουν τη σχέση τους από τον απρόσμενο «εισβολέα», το εγκεφαλικό. Όσοι έχουν δει την ταινία ίσως έχουν πειστεί γιατί ακόμη και μια δολοφονία μπορεί να είναι πράξη βαθιάς αγάπης.


****
Μια πράξη βαθιάς αγάπης αναζήτησε η Ελένη στον ακατάπαυστο θρήνο της για τον Νίκο. «Όχι στο χώμα, όχι στο παλιοχώμα, όχι στο βρομοχώμα, να τον ρίξουμε στη θάλασσα που λάτρευε, με τα ψαράκια. Στη θάλασσα…». Παράξενα πράγματα, την αγαπάει τη θάλασσα κι η Ελένη, κι ας την χώριζε από τον άντρα της το μεγαλύτερο διάστημα της κοινής του ζωής. Το παρατηρείς και στους τοίχους του σπιτιού, και στην αυλή, ένα σωρό καράβια, άλλα από ξύλα, άλλα από κομμάτια λαμαρίνας. «Στη θάλασσα με τα ψαράκια…» Ένας κλοιός ορθολογιστών, με καλές, φιλικές προθέσεις, αποκρούει δια της σιωπής του την έκκληση, η Σοφία κι η Δώρα, ανήσυχες για την αδελφή τους, ταλαντεύονται, «τι είν’ αυτά, να μη μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις με τον άνθρωπό σου, να πάμε να τον βγάλουμε τη νύχτα, να τον πάμε στη θάλασσα», ψιθυρίζει η Δώρα, αλλά όλοι κατά βάθος ξέρουν ότι δεν θα γίνει τίποτα, «ίσως αργότερα μια αποτέφρωση, ένα σκόρπισμα στη θάλασσα…», πετάει κάποιος, κάτι να λέμε τώρα, κανείς δεν μοιάζει να κυριολεκτεί, εκτός ίσως από την Ελένη. «Στη θάλασσα, με τα ψάρια». 

****
Ο ορθολογισμός λέει ότι τον νεκρό δεν τον ενδιαφέρει διόλου πού θα τον βάλουν, στο χώμα, στη θάλασσα, στο βουνό, κάτω από ένα δέντρο, ολόκληρο ή στα εξ ων συνετέθη. Αλλά είναι η μικρή, η ελάχιστη ματαιοδοξία του ζωντανού να επιλέξει αν θα εναποθέσει το κουφάρι του στη δοξασία της μετά θάνατον ζωής, ή στη συμπαντική αρχή της διατήρησης της υλοενέργειας. «Άντε, σαν πεθάνω στο καράβι, ρίξτε με μεσ’ στον γυαλό, να με φάνε τα μαύρα τα ψάρια και το αρμυρό νερό». Υποθέτω πως αυτό το μικρασιάτικο εκφράζει την ειδική επιλογή των ανθρώπων της θάλασσας για την τύχη του σώματός τους, είναι η μουσική εκδοχή της τελευταίας τους βούλησης. Ούτε αυτή η ελευθερία είναι αυτονόητη. Τόσο που το σκέφτεσαι να δεσμεύσεις τους δικούς σου με κάποια μακάβρια εντολή, αν και όταν προκύψει η ανάγκη. 

Ζηλεύω εκείνη την ινδική φυλή που τρέφεται με νεκρούς, πιστεύοντας ότι αντλεί δύναμη απ’ αυτούς, αλλά δεν θα το συμβούλευα για λόγους υγείας. Σκέφτομαι σαν εναλλακτική να μαγειρευτεί καλά η σάρκα μου και να ταϊστεί στ’ αδέσποτα σκυλιά- δεν θα έχουν καμιά αντίρρηση ή αποστροφή, η Δέσπω είπε πως κάτι ανάλογο ζητούσε ο πατέρας της-, αλλά δεν θα ήθελα να υποβάλω κανένα στην οδυνηρή διαδικασία, ούτε εγώ με τον υποκριτικό μου κυνισμό θα τ’ άντεχα. Μένει η καύση- καθαρή δουλειά, δεν αφήνει ίχνη, αλλά ακριβή ακόμη. Αλλά, αν το καλοσκεφτείς, όλα είναι μια οδυνηρή τελετουργία, ανούσια για τον νεκρό, βασανιστική για τους ζωντανούς. Οπότε, αδιάφορο μ’ αφήνει τι θα γίνει με το σώμα μου, κάνετέ το ό,τι θέλετε αν παραστεί ανάγκη ( εδώ, φτύνω τον κόρφο μου κρυφά, άπιστη κι η απιστία μπροστά στον φόβο του θανάτου). Αλλά ύστερα, μαζευτείτε κάπου, φάτε καλομαγειρεμένα φαγητά, πιείτε κρασιά και μπίρες, πείτε όμορφα τραγούδια, κάντε το ξόδι σαν εκδρομή στη θάλασσα, θυμηθείτε τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα, τα σοβαρά και τα αστεία, τα καλά και τ’ άσχημα γιατί η μόνη κληρονομιά των νεκρών είναι η ανάμνησή τους, η μόνη περιουσία των ζωντανών είναι η μνήμη τους. Απλά πράγματα.

*****
Άρχισα απ’ τον εαυτό μου και σ’ αυτόν πάλι κατέληξα. Συγνώμη Ελένη, συγνώμη Νίκο, συγνώμη σ’ όλους αν σας μετέτρεψα σε αντικείμενο παρατήρησης, συγνώμη αν σας χρησιμοποίησα σαν πρόσχημα για να φλυαρήσω, για να ομφαλοσκοπήσω, για να παίξω με τις λέξεις, για να ψευτολογοτεχνίσω, δεν είχα πρόθεση, δεν είχα σκοπιμότητα. Και δεν έχω κατάθλιψη, απλώς επεξεργάζομαι τη θλίψη… Η διαχείριση των συναισθημάτων είναι η γυμναστική της σκέψης. 

ΚΙΜΠΙ

Oscar Wild:Η σιωπή του Έρωτα


Έτσι όπως συχνά ο ήλιος με την εντυπωσιακή του λάμψη
διώχνει το θαμπό φεγγάρι, όσο και αν αντιστέκεται
στη σκοτεινή σπηλιά του, 
χωρίς να ακούσει
ούτε ένα τραγούδι από το αηδόνι·
έτσι η ομορφιά σου μου σφραγίζει τα χείλη
και κάνει παράφωνα για μένα τα πιο όμορφα τραγούδια.

Κι όπως την αυγή πάνω από τα λιβάδια
περνά ο άνεμος με τα ορμητικά του φτερά
και σπάει τα καλάμια με τα δυνατά φιλιά του
που αυτά μόνο, μπορούν να γίνουν όργανα τραγουδιού·
έτσι τα ορμητικά μου πάθη, παραδέρνουν συνέχεια μέσα μου
και η τόσο μεγάλη αγάπη κάνει την αγάπη μου βουβή.

Όμως τα μάτια μου σου έδειξαν εσένα·
γιατί είμαι σιωπηλός και η λύρα μου ακούρδιστη
πριν γίνει ο χωρισμός μας μοιραίος,
και πριν μας αναγκάσει να φύγουμε·
εσύ για άλλα χείλη που τραγουδούν με αρμονία,
κι εγώ εδώ να αναπολώ μάταια
φιλιά που δεν έδωσα, τραγούδια που δεν είπα.

Oscar Wild