από την Αντιστροφή Προοπτικής
Με αφορμή την απεργία πείνας των πολιτικών κρατουμένων, κάποιες σκέψεις πάνω στην ταινία των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι (Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά εδώ)
Με αφορμή την απεργία πείνας των πολιτικών κρατουμένων, κάποιες σκέψεις πάνω στην ταινία των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι (Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά εδώ)
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A, όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
K.Π. Kαβάφης, 1896
Στη φυλακή Ρεμπιμπία στα προάστια της Ρώμης μερικοί βαρυποινίτες ξεκινούν πρόβες για να ανεβάσουν τον «Ιούλιο Καίσαρα» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Η ταινία ξεκινά από το τέλος. Η αυλαία του μικρού θεάτρου των φυλακών πέφτει, οι θεατές αποχωρούν και οι κρατούμενοι πρέπει να γυρίσουν ξανά στα κελιά τους. Είναι η πιο ωμή λύση του δράματος. Τα τείχη, που για λίγες στιγμές ήλπιζες πως μπορούσαν να πέσουν, επιστρέφουν. Τώρα η φυλακή γίνεται «πραγματικά αφόρητη» – όπως παραδέχεται ένας κρατούμενος.
Είναι η τέχνη υπόσχεση ελευθερίας; Πρέπει, ίσως εξαρχής, να διαχωρίσουμε την τέχνη από το πλαστό της ομοίωμα. Γιατί αν η αυθεντική τέχνη διαφυλάσσει μέσα της τον κόσμο της ουτοπίας, είναι σίγουρο πως υπάρχει και μια άλλη, ψεύτικη και ανούσια, που στο βλέμμα της πραγματώνεται μόνο η δυστοπία. Αυτή είναι η πραγματική αντίθεση μεταξύ ελευθερίας και εγκλεισμού. Η τέχνη της ουτοπίας κόντρα στη σύγχρονη βαρβαρότητα. Θα ήταν λάθος λοιπόν να δούμε αυτή την ταινία σαν ένα ακόμα δράμα φυλακής, μια κραυγή αγωνίας για τις συνθήκες εγκλεισμού ή ως μια ωδή στον λυτρωτικό ρόλο της τέχνης. Εδώ έχουμε μια ταινία που μιλά για όλους μας και για αυτό αξίζει να την παρατηρήσουμε βαθύτερα.
Τι είναι τελικά η φυλακή; Τα τείχη που ο Καβάφης περιγράφει δεν είναι φτιαγμένα από οπλισμένο σκυρόδεμα. Είναι η ίδια η ζωή. Κάποιοι δημοσοφιστές λένε πως οι φυλακές είναι ο καθρέπτης της κοινωνίας. Μόνο που ανάμεσα στην κοινωνία και τα ανθρώπινα κλουβιά υπάρχει ένας αποφασιστικός κρίκος που κρατά πάντα κλειδωμένη την αλυσίδα γύρω από τα πόδια μας. Είναι η εξουσία· και η πραγματική της εικόνα, απαλλαγμένη από το καμουφλάζ της κυρίαρχης αφήγησης, ζωγραφίζεται στους τείχους αυτών των “ευγενών” ιδρυμάτων μαζικού “σωφρονισμού.”
Συνηθίσαμε να σκεφτόμαστε τις φυλακές σαν τους τόπους που καταλήγει κάποιος όταν παραβιάσει τον νόμο και την τάξη, όταν καταλύσει το δίκαιο. Αλίμονο, όπως μας έδειξε ο Φουκώ, ο Νόμος εφευρέθηκε για να νομιμοποιήσει τη φυλακή και όχι το αντίστροφο. Η φυλακή προϋπάρχει του νόμου, η τιμωρία προϋπάρχει της δικαιοσύνης. Γιατί αυτή η δικαιοσύνη, που τόσο εξυμνούν οι θιασώτες του Νόμου, δεν συγκροτεί τίποτα παραπάνω από τους εκ των υστέρων νομιμοποιητικούς λόγους των κυρίαρχων τάξεων.Δεν είναι λοιπόν η κοινωνία αντανάκλαση της φυλακής, αλλά η Εξουσία. Αυτή που αναμόρφωσε θεσμοδικαιικά την κοινωνία ώστε να μοιάζει με φυλακή. Εδώ εντοπίζεται και το περιεχόμενο της απελπισμένης κραυγής του ποιητή που ήδη από το 1896 μας προειδοποιεί για τον επερχόμενο ολοκληρωτισμό: τα τείχη κτίζονται γύρω από τις κοινωνίες του ελέγχου και της καταστολής χωρίς “αιδώ” και υπό την κρυπτική και υπόκωφη λειτουργία των μηχανικών της εξουσίας. Με τέτοιον τρόπο που ξαφνικά θα βρεθείς με τη φυλακή ολόγυρα χωρίς να ακούσεις ποτέ “κρότον κτιστών”.
Στις εφιαλτικές συνθήκες του σύγχρονου καπιταλισμού η φυλακή είναι η ίδια η πραγματικότητα· ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης όπου το πανοπτικόν του Μπένθαμ ορίζει τη συνολική εικόνα. Οι κοινωνίες του ελέγχου και της καταστολής όπου κάθε κίνηση ανιχνεύεται και κάθε συμπεριφορά καθυπαγορεύεται είναι η τραγική πραγματικότητα που βιώνουμε και για την οποία μας μιλούν χωρίς περιστροφές οι αδελφοί Ταβιάνι.
Μα αν η φυλακή είναι η εξουσία, η τέχνη τι ρόλο παίζει; Μήπως απλά εντείνει τραγικά τον εγκλεισμό, αφού η υπόσχεσή της για ελευθερία αίρεται τραγικά τη στιγμή που πέφτει η αυλαία; Μήπως καλύτερα να ζούμε μέσα στη συνεχώς επαναλαμβανόμενη αυτοεικόνα του παρόντος, ναρκωμένοι στα σκουπίδια της μαζικής κουλτούρας, πνιγμένοι στα σκατά της μικροαστικής μιζέριας, χωρίς (τυφλές) ελπίδες φυγής; Αφού τα κάγκελα είναι πάντα εδώ, ποιος ο λόγος να ζωγραφίζουμε με κιμωλία στους γκρίζους τοίχους ένα παράθυρο;
Η φυγή προϋποθέτει αυτογνωσία. Η ελευθερία συνείδηση. Αν κάτι διαχωρίζει τους ανθρώπους από τα βόδια, είναι ακριβώς αυτή η εκζήτηση της ελευθερίας. Γιατί αν είναι να ζήσουμε ευτυχισμένα έγκλειστοι χωρίς συνείδηση του εγκλεισμού, χίλιες φορές ας ζήσουμε ελεύθεροι πολιορκημένοι. Αυτό είναι το μήνυμα των Ταβιάνι και αυτός ο τελικό ρόλος της πραγματικής τέχνης στο θρυμματισμένο κόσμο του σήμερα.
Ο Καίσαρας πρέπει λοιπόν να πεθάνει γιατί προδίδει τη δημοκρατία, γιατί απειλεί τους θεσμούς της κοινωνίας που τον ανέδειξε, γιατί αμφισβητεί τη σύγκλητο και τους νόμους της πολιτείας, γιατί η αυτονομημένη εξουσία του στρατηγού που υπέταξε τόσους και τόσους λαούς στο όνομα της Ρώμης απειλεί να αφανίσει την ίδια την πολιτεία. Ο Καίσαρας είναι η βίαιη γέννηση αυτής της σύγχρονης μορφής κράτους που έφερε η αυτοκρατορία. Ο απόλυτος κυρίαρχος της εικόνας και των θεαμάτων, ο αυταρχικός δυνάστης του κόσμου. Ο Καίσαρας είναι η ίδια η φυλακή.