Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φασισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φασισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

O χρυσαυγιότατος μητροπολίτης και τα «καλά παιδιά» του

 Ο "άξιος συνεχιστής" του Σεβαστιανού, κομμουνιστοφάγος 
και χρυσαυγίτης μητροπολίτης Ανδρέας.

Οι λεγόμενες «γιορτές του μίσους» πραγματοποιούνται, αδιαλείπτως, εδώ και χρόνια, τέλη Αυγούστου, στον Γράμμο και το Βίτσι. Οι συγκεντρωμένοι γιορτάζουν «την συντριβήν του κομμουνιστοσυμμοριτισμού» και τη σωτηρία της Ελλάδος από τον «σλαυοκομμουνισμό». Ως εδώ, ανεξάρτητα με την ενόχλησή μας, δύσκολα μπορούμε να ψέξουμε το πράγμα καθαυτό. Ο καθείς δικαιούται να είναι όσο ακροδεξιός ή βασιλοχουντικός θέλει, να αναπαράγει τα περί «κόκκινων τσακαλιών» και «μητραλοιών», μισόν αιώνα μετά τη λήξη του Εμφυλίου, άσχετα με το αν αυτό μόνο θλίψη ή θυμηδία, ανάλογα με τη σκοπιά που το βλέπουμε, προξενεί. Ψόγος όμως, και μάλιστα σοβαρός, υπάρχει όταν δημόσια πρόσωπα (όπως οι βουλευτές της ΝΔ Στ. Κωνσταντινίδης και Ζ. Τζηκαλάγιας, πέρσι) πλαισίωναν τούτες τις «γιορτές». Και βέβαια, ο τοπικός μητροπολίτης. Ο κ. Ανδρέας.

Ο νυν μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, υπέρτιμος και έξαρχος Βορείου Ηπείρου, στη γραμμή του προκατόχου του κ. Σεβαστιανού, είναι τακτικός θαμών και θιασώτης των γιορτών αυτών. Φέτος, ξεπερνώντας τις καλύτερες επιδόσεις του (πέρσι είχε πει ότι ο Γ. Παπανδρέου θέλει να «μαστουρώσει όλη την Ελλάδα» με τον νόμο περί αποποινικοποίησης), εκφώνησε έναν καθαρά πολιτικό και διχαστικό λόγο, βγαλμένο από τα βάθη των εμφυλιακών χρόνων: Ύμνησε τη ΣΦΕΒΑ, εξέφρασε τη «λύπη του γιατί ταπεινώνονται οι γενναίοι αξιωματικοί, ενώ πριμοδοτούνται τενεκέδες αντιστασιακοί του γλυκού νερού» και, ωρυόμενος κατά του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ, αναφώνησε: «Ο Γράμμος ζει και μας οδηγεί!». Μπορεί όλα αυτά, από την απόσταση της Αθήνας, να μοιάζουν παρωχημένα και γραφικά, ωστόσο δεν είναι — αρκεί να σκεφτούμε το κύρος «του δεσπότη» σε μια τοπική κοινωνία. Και πολύ σωστά επισημαίνει το ζήτημα, απευθυνόμενος προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, ο Τάσος Κουράκης.

Στη φετινή γιορτή, όμως, υπάρχει μια κρίσιμη παράμετρος, που κάνει τα πράγματα όχι απλώς θλιβερά, αλλά εξοργιστικά και επικίνδυνα. Και αυτή είναι η μαζική παρουσία «αγωνιστών» της Χρυσής Αυγής, καθώς και του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος, Χρήστου Παππά. (Δεν χρειάζεται, νομίζω, να εξηγήσω γιατί αυτό το στοιχείο κάνει όλη τη διαφορά, πόσο διαφορετική σημασία παίρνει η τελετή, όταν δεν παρίστανται μόνο κάποια γερόντια και απόστρατοι, αλλά την αγκαλιάζουν μαζικά τα δολοφονικά «τάγματα» της Χρυσής Αυγής). Ο Σεβασμιώτατος, λοιπόν, παρακάλεσε τον «κύριο βουλευτή» (ο οποίος υπό τις ιαχές «Αλήτες-προδότες-πολιτικοί», δήλωνε: «Μισούμε όλους αυτούς τους προδότες κι αυτούς θέλουμε να εξοντώσουμε. Μισούμε όλους τους ανθέλληνες, όλα αυτά τα ερυθρά σκουπίδια»), να μεταφέρει στο Κοινοβούλιο την οργή του «τοπικού ιεράρχη» για όλα τα παραπάνω (τους «τενεκέδες» κλπ.). Και ο ιεράρχης, κλείνοντας τον λόγο του, στράφηκε στους Χρυσαυγίτες, «αυτά τα παιδιά τα καλά, τα αγωνιστικά», όπως τα αποκάλεσε κατά λέξη, με «την ευχή και την προσευχή»: «Να μην αργήσει ο καιρός που τις μαύρες μπλούζες που φοράτε τώρα που αγωνίζεστε θα τις αντικαταστήσετε με γαλάζιες και άσπρες μπλούζες. Αυτή είναι η ευχή μου».

O χρυσαυγιότατος μητροπολίτης και τα «καλά παιδιά» του

Το βρίσκω ανατριχιαστικό: ο μητροπολίτης χέρι χέρι με τους Χρυσαυγίτες. Γιατί είναι άλλο να είσαι ακροδεξιός, νοσταλγός της Χούντας, κήρυκας του μίσους (που κι αυτές δεν είναι, εδώ που τα λέμε, οι ιδεωδέστερες και πλέον προσήκουσες ιδιότητες για έναν ποιμενάρχη) και άλλο να αγκαλιάζεις τα «καλόπαιδα» μιας νεοναζιστικής εγκληματικής συμμορίας. Ο μητροπολίτης, με την ενέργειά του αυτή, αποτελεί όνειδος για το ποίμνιο, τον τόπο του, την ελληνική Δημοκρατία, αλλά και την Εκκλησία.

Πηγή: Η ΑΥΓΗ-ΕΝΘΕΜΑΤΑ, 2/9/2012

Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012

H oρατή ακροδεξιά (αναδημοσίευση)

Πηγή: REDNotebook
Του Νικόλα Σεβαστάκη

Η ρατσιστική ακροδεξιά ριζώνει, στρατολογεί, οργανώνει «τάγματα ασφαλείας». Η φυσική παρουσία των ανθρώπων της πάει παράλληλα με τη διείσδυση των απόψεών της στις διαδικτυακές κυψέλες, στον σχολιασμό των μπλογκς και στο δηλητήριο των social media. Φυσικά για όποιον μπαίνει καθημερινά δυο και τρεις φορές σε λεωφορεία ή ψωνίζει ακόμα από μικρά μαγαζιά, τα σχήματα ερμηνείας του κόσμου και οι συνταγές ορθοπραξίας της ακροδεξιάς καταγράφουν αξιοσημείωτη παρουσία. Μια ολόκληρη γωνιά του ελληνικού «καφενείου», των τόπων της λαϊκής κοινωνικότητας, αναδίδει την ατμόσφαιρά της. Το ίδιο συμβαίνει στους δρόμους και στις λαϊκές αγορές.

Οι εξηγήσεις για το φαινόμενο, παρά τις σημαντικές αποχρώσεις, εντάσσονται στο γενικό και μάλλον νωθρό σχήμα «η μεγάλη κρίση υποθάλπει τα άκρα». Οι συντηρητικές φιλελεύθερες φωνές σπεύδουν να κατακεραυνώσουν, κατά τα συνήθη, τον «λαϊκισμό της ανομίας» ως τον βασικό φορέα εκκόλαψης όλων των κοινωνικών και πολιτιστικών δεινών. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, το ίδιο νήμα συνδέει τα πιο διαφορετικά φαινόμενα λαϊκής διαμαρτυρίας, κοινωνικού θυμού και απείθειας των τελευταίων δυο χρόνων: ανάμεσα στην Κόρινθο της Χρυσής Αυγής και στις Κερατέες ή στα Δεν Πληρώνω των προηγούμενων χρόνων, δεν υφίσταται καμιά ουσιαστική διαφορά. Το πνεύμα της ανομίας και της άρνησης απλώθηκε σαν ζοφερό πέπλο πάνω από την ελληνική κοινωνία στο όνομα της δυσφορίας για τα Μνημόνια και της αγανάκτησης για την κατάρρευση του μοντέλου ευημερίας το οποίο διαμορφώθηκε στη διάρκεια μιας αριστερόστροφης (η περίφημη «αριστερή ιδεολογική ηγεμονία») Μεταπολίτευσης.

Απέναντι σε αυτή την πασίγνωστη πια αφήγηση, το σύνολο σχεδόν της Αριστεράς θεωρεί ότι ο εκφασισμός της κοινωνίας είναι συνέπεια της οικονομικής αιμορραγίας των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων. Το επιχείρημα λέει ότι το οξύ κοινωνικό πρόβλημα και συγχρόνως η εμπλοκή των νεοφιλελεύθερων ελίτ διακυβέρνησης στην αναπαραγωγή του, ωθούν στην απόγνωση μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. Σύμφωνα με αυτή την οπτική, το πρόβλημα της ακροδεξιάς δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από το γενικότερο ζήτημα των αυταρχικών εκτροπών που προωθούνται και από φορείς του mainstream πολιτικού συστήματος. Η αντιμετώπισή του φαινομένου επαφίεται στην ανάπτυξη ενός ισχυρού κοινωνικού κινήματος το οποίο και θα υπερασπιστεί τις αξίες της κοινωνικής αλληλεγγύης απέναντι στον πολύμορφο κοινωνικό δαρβινισμό και στις ρατσιστικές του εκβλαστήσεις.

Όπως και αν οργανώνεται όμως η εξήγηση για το ακροδεξιό ρεύμα, οι δυο παραδοσιακοί της πυλώνες, ο φιλελεύθερος νομικισμός και ο κοινωνιοκεντρικός οικονομισμός, δυσκολεύονται απέναντι σε αυτόν τον αντίπαλο. Ο φιλελεύθερος νομικισμός σπεύδει να εντάξει την ακροδεξιά στη χώρα του «ανορθολογισμού» ή αλλιώς στην επικράτεια των λαϊκιστικών παρεκκλίσεων από τη νομιμότητα. Συνηθίζοντας στις συνοπτικές αναγωγές και σε μια ορισμένη σοφία του κοινού νου, καλλιεργεί την ιδέα ότι η έξοδος από την κρίση (μέσα από την ορθολογική καπιταλιστική αναμόρφωση μιας ιδιαίτερης περίπτωσης, της ελληνικής) θα γεννήσει μια πιο θετική κοινωνική ψυχολογία και συγχρόνως μια νέα ιστορική ευκαιρία για την ηγεμονία του ορθολογικού Κέντρου. Τα άκρα (δηλαδή, κατά το οικείο σχήμα, αμφότεροι οι αριστεροί και δεξιοί αρχαϊσμοί) θα χάσουν σταδιακά την αίγλη τους με το κοπιώδες πέρασμα σε μια νέα φάση ευρωπαϊκής ασφάλειας για τη χώρα και την τραυματισμένη μεσαία τάξη της.

Ας σκεφτούμε όμως και την αριστερή στάση απέναντι στην πρόκληση της διάχυτης ακροδεξιάς. Εδώ και πολλούς μήνες ένα πράγμα έχει γίνει κάτι παραπάνω από φανερό: ότι η συνηθισμένη προσφυγή στο «κοινωνικό» δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση των εθνικιστικών/ ρατσιστικών λόγων και πρακτικών. Πολύ απλά: το κοινωνικό δεν αρκεί διότι η ακροδεξιά, όπως διαμορφώνεται πλέον στη βάναυση «κασιδιάρικη» εκδοχή της, είναι με τον δικό της τρόπο κοινωνική και πληβειακή, προστατευτική και «αντικατοχική»˙ διεκδικεί, δηλαδή, τη δική της εκδοχή κοινοτισμού και φιλολαϊκού «κοινωνισμού» προωθώντας έναν σωβινισμό της πρόνοιας στο πλαίσιο μιας επιθετικής αμφισβήτησης των ελίτ και των καθεστωτικών ισορροπιών τους. Αυτό σημαίνει ότι το αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο και η διαρκής επικέντρωση στις κοινωνικές καταστροφές των μνημονιακών πολιτικών δεν αγγίζουν την υπόγεια δυναμική του ωμού αντιφιλελεύθερου ριζοσπαστισμού: αυτός ο τελευταίος επιχειρεί πλέον την αντιστροφή/ επανιδιοποίηση των αξιών του αντιφατικού κινήματος των πλατειών, ένα εναλλακτικό προς την Αριστερά μοντέλο λαϊκής εξέγερσης. Παράγει μια απτή, ευανάγνωστη και δραστική μετάφραση των διάσπαρτων αντι-ελίτ και ηθο-αναμορφωτικών ευαισθησιών που κυκλοφορούν ευρέως. Κολυμπάει, άνετα, στο γενικευμένο τιμωρητικό σύνδρομο το οποίο εκτρέφεται από την ατομική δυσθυμία και την κοινωνική ατροφία.

Τέλος, υπάρχει ένα θέμα πιο μακρινό από τα άμεσα και συγχρόνως περισσότερο απαιτητικό για τη σκέψη μας. Σε ένα από τα γνωστότερα κείμενά του, την Επιστολή για τον Ανθρωπισμό, ο Xάιντεγκερ, μιλώντας για τον μαρξισμό, λέει το εξής: η διάσταση της κοινωνικής αλλοτρίωσης είναι ιστορικά ουσιώδης αλλά όχι οντολογικά πρωταρχική. Το οντολογικά πρωτεύον, συνεχίζει, είναι η «απώλεια του οίκου», το ξερίζωμα και η εμπειρία της ανεστιότητας. Για τον Χάιντεγκερ, ο οποίος στο σημείο αυτό επαναλαμβάνει μια βασική πεποίθηση των οπαδών της «συντηρητικής Επανάστασης» του Μεσοπολέμου, η κοινωνική θεωρία της αλλοτρίωσης, ιδίως στην εκδοχή της ως αποξένωσης των παραγωγών στην καπιταλιστική συνθήκη, δεν είναι ικανή να αναγνωρίσει αυτή την άλλη θεμελιακή διάσταση.

Διαχρονικά, ο δεξιός ριζοσπαστισμός (είτε ως «αντιπλουτοκρατικός» σωβινισμός είτε ως εθνοφυλετισμός) επενδύει περισσότερο στις εμπειρίες του ξεριζώματος, του αποπροσανατολισμού και της απώλειας του κόσμου. Από την προδρομική εποχή του Μωρίς Μπαρές μέχρι σήμερα, η ακροδεξιά ορίζει ως έσχατο δεινό τον «ξεριζωμένο» όχι τον εκμεταλλευόμενο ή ταξικά δυναστευόμενο άνθρωπο. Η αντιμεταναστευτική ρητορεία βασίζεται άλλωστε στην ιδέα ότι ο Έλληνας έγινε ξένος στον τόπο του, ότι ο τόπος μας «έχει κατακτηθεί» από μια ξένη δύναμη. Με άλλα λόγια, η εθνική/ εθνοτική αλλοτρίωση, έτσι όπως την προβάλλει ο ακροδεξιός ριζοσπαστισμός, εμφανίζεται ως η ουσία των υλικών και πολιτικών ηττών μιας ολόκληρης περιόδου.

Θα αναρωτηθεί κάποιος ποια σχέση μπορεί να έχει η ακροδεξιά των μαχαιρωμάτων, των στολών παραλλαγής και των καταδρομικών επιχειρήσεων για την «εκκαθάριση της χώρας» με την ανεστιότητα. Το ερώτημα φυσικά δεν εγείρεται με αυτή τη γελοία μορφή. Αυτό που εννοώ εδώ είναι ότι υπάρχουν διάχυτες προ-πολιτικές αγωνίες ταυτότητας και μια δυσφορία εξαιτίας της θλιβερής μεταμόρφωσης των πλαισίων ζωής, του βιωματικού τοπίου των ανθρώπων. Η εικόνα του «κέντρου της Αθήνας» λειτουργεί πλέον ως συμβολικό ισοδύναμο κάθε υπαρξιακού ξεριζωμού και βιοτικού ξεπεσμού ανεξάρτητα από τα αίτιά τους. Η «απώλεια του οίκου» συνδέεται με τη συρροή μη ελεγχόμενων και παράδοξων αλλαγών στη δομή της καθημερινότητας. Μια τέτοια αίσθηση απώλειας και βιωματικής πρόσκρουσης σε ένα «χαοτικό πραγματικό» επιτείνεται αλλά δεν παράγεται από την προϊούσα οικονομική κατάρρευση συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων.

Πέρα λοιπόν από την κοινωνική οδύνη λειτουργούν εν τέλει και άλλες κλίμακες φόβων σε αστικά (και όχι μόνο σε αστικά) περιβάλλοντα όλο και πιο εχθρικά. Δεν έχει νόημα να στιγματίζει κανείς αυτούς τους φόβους ως ανορθολογικούς ή συντηρητικούς: αποτελούν μια διάσταση υπαρκτή, έναν παράγοντα σημαντικό για την πρακτική ζωή αλλά και για τις μύχιες πολιτικές διαθέσεις των ανθρώπων σε μια εποχή όπου αυτοί (όλοι μας δηλαδή) καταμετρούν κάθε λογής απώλειες και όχι μόνο τα χαμένα τους εισοδήματα.

Η Αριστερά πιστεύει κατά κανόνα ότι η σκοπιά του κοινωνικού συμφέροντος, δηλαδή ένα είδος οικονομικού ορθολογισμού των στρωμάτων που πλήττονται, θα καταφέρει να διαλύσει τον ζόφο που πλανιέται πάνω από τη χώρα. Πολλές φορές ωστόσο άλλες αγωνίες, ξένες προς το κοινωνικό πρόβλημα, παράδοξες για κάθε ανάλυση με όρους συμφερόντων και κατανομής πόρων, προσδιορίζουν τις κοινωνικές συμπεριφορές και την αυτοσυνείδηση των πολιτών. Η διείσδυση του εθνορατσισμού και η νομιμοποίηση της ακροδεξιάς «τιμωρητικής βίας» είναι φαινόμενα που μπορεί να έχουν μεγαλύτερο βάθος και συνέπειες στο μέλλον. Για αυτό τον λόγο πρέπει να αναθεωρηθεί η αντίληψη που θεωρεί ότι μια «ταξική» ορθολογική επιλογή αποτελεί την μοναδική απάντηση.

Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Αντιμετωπίζοντας το φασισμό (αναδημοσίευση)

Πηγή: Λέσχη ανυπόταχτης θεωρίας (http://ilesxi.wordpress.com/)


του Σπύρου Μαρκέτου

Νυρεμβέργη
Εμπειρία, θεωρία και στρατηγική της νίκης

Τρεις μήνες αφότου αποκαλύφθηκε, στις εκλογές του Μαίου, η κλιμάκωση της φασιστικής απειλής, κι ενώ η ακροδεξιά χούντα που μας κυβερνά τροφοδοτεί συστηματικά τον ρατσισμό για να φορτώσει στους μετανάστες τα κρίματα των τραπεζιτών, εμφανίζονται σοβαρές ενδείξεις ότι η κοινωνία αφυπνίζεται. Δεν είναι περίεργο ότι έρχονται από τη βάση μάλλον παρά από την κορυφή.

Οι διεργασίες φαίνεται να έχουν προχωρήσει ιδίως σε μέρη όπου σχηματίστηκαν Αντιφασιστικά Μέτωπα, όπως η Καβάλα, το Ρέθυμνο και η Κορινθία. Αν τις δούμε σε ιστορική προοπτική θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε προσπάθειες να φτιαχτούν τοπικά ‘ενιαία μέτωπα’, σε αντιδιαστολή προς τα ευρύτερα ‘λαϊκά μέτωπα’, τα οποία περιλαμβάνουν και μη αριστερές δυνάμεις, και γι’ αυτόν το λόγο συχνά ανακόπτουν τις ριζοσπαστικές διαθέσεις της βάσης.

Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι τα ενιαία μέτωπα αποτελούν απαραίτητο στοιχείο της στρατηγικής με την οποία αντιμετωπίζεται ο φασισμός, και μάλιστα ότι χρειάζεται ακόμη ευρύτερη μαζική κινητοποίηση ενάντια στη μαζική κινητοποίηση που επιδιώκουν οι ναζί, των απόκληρων, αλλά σε αντιδραστική βάση. Θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο να φτιαχτούν σε κάθε πλατεία και γειτονιά, μέσα στο άγριο φθινόπωρο που μας έρχεται, λαϊκές κουζίνες, τις οποίες ως τώρα κυρίως οι αναρχικοί οργανώνουν, λαϊκά ιατρεία και ομάδες νομικής συνδρομής. Αλλά όλα αυτά δεν αρκούν, χρειάζεται οπωσδήποτε και η δημιουργία αντιφασιστικών ομάδων βάσης, οι οποίες θα ματαιώσουν το σχέδιο των μαχαιροβγαλτών να κερδίσουν το δρόμο. Και τέτοιες ομάδες δεν μπορούν να δημιουργηθούν παρά μόνο με τη συνεργασία όλων των τάσεων που δραστηριοποιούνται στον αντιφασιστικό αγώνα. Ο δρόμος θέλει συντονισμένη δράση, όχι ιδεολογική καθαρότητα.

Απαιτείται πρώτα πρώτα λοιπόν οι ήδη οργανωμένες αντιφασιστικές δυνάμεις να συνεννοηθούν χωρίς χρονοτριβή για συντονισμό της δράσης σε τοπικό όσο και κεντρικό επίπεδο. Προφανώς υπάρχουν διαφορές απόψεων ή και στρατηγικής, αλλά πιο σημαντικά είναι τα πάμπολλά σημεία επαφής, και η κοινή ανάγκη είναι πλέον επιτακτική. Είναι απαραίτητο σε όλα τα μέρη οι δυνάμεις του αντιφασισμού να συνεργαστούν στο πλαίσιο των τοπικών κινήσεων, και να μη μένουν διάσπαρτες. Και επίσης είναι αυτονόητο ότι, για παράδειγμα, στις συγκεντρώσεις της Κίνησης Ενωμένοι Ενάντια στον Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή πρέπει πάντοτε να καλείται να μιλήσει κόσμος από την Κίνηση Απελάστε τον Ρατσισμό, και το αντίστροφο.

Αυτό που προέχει όμως είναι να συνεννοηθούν οι ηγεσίες αυτών των κινήσεων με αντιφασίστες από τον αναρχικό χώρο και την υπόλοιπη αριστερά, ώστε να φτιαχτεί εγκαίρως ένα ενιαίο μέτωπο, ικανό ν’ ανταποκριθεί στις σημερινές προκλήσεις. Δικαιολογίες του τύπου "Οι μεν είναι στην Ανταρύα, οι δε στον Σύριζα, και οι άλλοι αναρχικοί", ή "τον αντιφασιστικό συντονισμό πρέπει να τον δούμε συγκεκριμένα την κάθε φορά", δείχνουν ελλειπέστατη κατανόηση των προβλημάτων. Ελπίζω ότι οι ηγεσίες των αντιφασιστικών κινήσεων δεν θα δώσουν και άλλο χρόνο απρόσκοπτης οργάνωσης στους κασιδιάρηδες και στο κράτος. Πρέπει να πρυτανεύσει επιτέλους η λογική της κοινής κινητοποίησης και νίκης, και όχι του "φυλάω το μαγαζάκι μου", που είδαμε σε ποιά χάλια οδήγησε το ΚΚΕ. Εδώ διδάσκει μάλιστα και η εμπειρία κινημάτων άλλων χωρών, ιδίως εκείνων που κατόρθωσαν πράγματι να νικήσουν τους φασίστες.

Η Βρετανία του 1970-1980, όπου το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ο θατσερισμός προκάλεσαν κοινωνική και πολιτική πόλωση, μας δίνει ένα τέτοιο παράδειγμα. Το ναζιστικό Εθνικό Μέτωπο (National Front) είχε πρακτικές, δυνάμεις και επιρροή ανάλογες της σημερινής Χρυσής Αυγής, και τροφοδοτούνταν από μια πολύ ευρύτερη δεξαμενή της ρατσιστικής ακροδεξιάς που είχαν στήσει ηγετικά στελέχη των Συντηρητικών, όπως ο Ήνοχ Πάουελ. Το συνέτριψε όμως η Αντιναζιστική Συμμαχία (Anti-Nazi League, ANL), μια μετωπική οργάνωση της αριστεράς, φτιαγμένη με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (Socialist Workers Party, SWP), η οποία έκανε εξαιρετική δουλειά στα γήπεδα, στους δρόμους και στη νεολαία και οργάνωσε κινήματα που άφησαν τη σφραγίδα τους στην εποχή, όπως το Rock Against Racism. Eύλογα υποστηρίζεται ότι χωρίς την ANL η Βρετανία θα είχε τον δικό της Λεπέν πολύ πριν τη Γαλλία.


Η Αντιφασιστική Δράση (Anti-Fascist Action, AFA) συνέχισε τη δεκαετία του 1980 το έργο της ANL. Οργάνωνε στους δρόμους επιχειρήσεις με στρατιωτική πειθαρχία, αλλά καθοδηγούνταν από μια ανοιχτή κεντρική επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν πολλές ομάδες της αριστεράς και των αναρχικών. Στους αγώνες της εστιάζει το εκπληκτικό Τσακίζοντας τους φασίστες,του Σην Μπέρτσαλ (Sean Birchall, Beating theFascists. The Untold Story of Anti-Fascist Action, Freedom Press, Λονδίνο 2010), γραμμένο από αναρχική σκοπιά. Αξίζει να διαβαστεί, δίπλα σε μερικά άλλα βιβλία τα οποία δίνουν μια σύγχρονη κατανόηση του τι είναι ο φασισμός και πώς νικιέται.

Ευτυχώς έχει μεταφραστεί στη γλώσσα μας μια ωραία μελέτη που συμπυκνώνει την εμπειρία της πρώτης φάσης του μεταπολεμικού αντιφασιστικού κινήματος στη Βρετανία, το Ποτέ ξανά, του ιστορικού Κόλιν Σπαρκς (Colin Sparks, Ποτέ ξανά, Κίνηση Απελάστε τον Ρατσισμό, Αθήνα 2011 [1980]). Ο Σπαρκς ήταν δραστήριο μέλος της AΝL, όπως άλλωστε και ο Ντέηβ Ρέντον, ένας άλλος πολύ καλός ιστορικός, του οποίου η μελέτη Όταν αγγίξαμε τον ουρανό: Η Αντιναζιστική Συμμαχία 1977-1981 επείγει να μεταφραστεί (David Renton, When We Touched the Sky: The Anti-Nazi League 1977-1981, New Clarion Press, Cheltenham 2006). Και φυσικά, ο κόσμος που ενδιαφέρεται ν’ αποκτήσει μια πιο θεωρητική και συνολική κατανόηση του φασισμού διαβάζει πρώτα πρώτα το συνθετικό έργο του μεγάλου ιστορικού Ρόμπερτ Πάξτον (Robert Paxton Η ανατομία του φασισμού, Κέδρος, Αθήνα 2006), δυστυχώς είναι εξαντλημένο, αλλά βρίσκεται σχετικά εύκολα σε μορφή .pdf στο διαδίκτυο.

Οι τρεις πυλώνες του αντιφασισμού


Το σύντομο και καλογραμμένο βιβλίο του Σπαρκς αναλύει εύληπτα και παραστατικά τέσσερεις μάχες της αριστεράς ενάντια στον φασισμό. Δύο που χάσαμε (Γερμανία και Ισπανία στη δεκαετία του 1930) και δύο που κερδίσαμε (Βρετανία στις δεκαετίες του 1930 και του 1970-1980). Εξετάζει στρατηγικές και προτείνει τακτικές. Ένα σημαντικό του πόρισμα είναι ότι η πάλη ενάντια στον φασισμό στηρίζεται σε τρεις πυλώνες, που πρέπει και οι τρεις να προσεχτούν εξίσου. Δεν μπορείς να παραμελήσεις κανέναν τους.

Ο πρώτος πυλώνας είναι η αντίκρουση της συνθηματολογίας των φασιστών. Η μάχη για το νού και την καρδιά του λαού, ο οποίος σε καιρούς κρίσης αποξενώνεται από το σύστημα, αλλά δεν στρέφεται αυτόματα στην αριστερά. Ο δεύτερος πυλώνας είναι η μαζική κινητοποίηση: στη μάχη ενάντια στη Χρυσή Αυγή πρέπει να κινητοποιηθούν όλοι οι διαθέσιμοι μαζικοί φορείς, από τα συνδικάτα και την τοπική αυτοδιοίκηση ως τους επιστημονικούς συλλόγους και τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων. Και ο τρίτος απαραίτητος πυλώνας είναι ο έλεγχος των δρόμων. Δεν υπάρχει ούτε ένα ιστορικό παράδειγμα στο οποίο να νίκησε η αριστερά τον φασισμό δίχως να οργανωθεί για να κατακτήσει, ενάντια σε φασίστες και δυνάμεις καταστολής, τον δημόσιο χώρο. Οι ναζί πρέπει να διωχτούν από τους δρόμους, και αυτό δεν γίνεται με προσευχές, αλλά με μάχιμη οργάνωση. Όλοι εκείνοι που φαντάζονται πως ο φασισμός αντιμετωπίζεται με εκδηλώσεις πολιτισμικού σνομπισμού ή με κηρύγματα περί μη βίας, ας θυμηθούν πόσο πολύ βοήθησαν παλαιότερα οι αντιλήψεις τους την άνοδο του Χίτλερ και του Μουσσολίνι, και πόσο καθοριστικά συνέβαλαν δυστυχώς στο ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Ιδανικός εκφραστής τους ήταν ο Τσάμπερλαιν, ο ανόητος βρετανός πρωθυπουργός που προώθησε την πολιτική του "κατευνασμού".

Δυστυχώς έχουμε και ανάμεσά μας πολλούς Τσάμπερλαιν. Ως πρόσφατα η αριστερά, με κύρια εξαίρεση την ΚΕΕΡΦΑ, εγκατέλειπε τους αναρχικούς μόνους τους στη μάχη των δρόμων. Οι ηγεσίες του Συνασπισμού και του ΚΚΕ εθελοτυφλούσαν μπροστά στο πρόβλημα του φασισμού, και δυστυχώς άφησαν, παρ’ όλες τις επίμονες εκκλήσεις μας, το φίδι να εκκολαφθεί στον Άγιο Παντελεήμονα και τώρα πια να σέρνεται σ’ όλη την Ελλάδα. Η τύφλωσή τους οφειλόταν εν μέρει στο ανεπαρκές θεωρητικό τους υπόβαθρο. Ως πρόσφατα δεν είχαν καμιά εποπτεία της κρίσης του ύστερου καπιταλισμού, πόσο μάλλον του φασισμού. Είχανε μείνει στον Πουλαντζά οι μεν, στον Δημητρώφ οι δε. Εν μέρει όμως οφειλόταν και στον πάγιο φόβο τους για τη μαζική κινητοποίηση, στην οποία ποτέ δεν πρωτοστάτησαν, παρ’ όλες τις πιέσεις που δέχονταν από την ίδια τους τη βάση, και την οποία στήριξαν μόνον όποτε έλπισαν ότι θα μπορούσαν να την μετριάσουν ή να την ελέγξουν. Αλλά ο ελληνικός λαός έχει πλέον μπεί αμετάκλητα σε τροχιά κινητοποίησης, και από εμάς εξαρτάται αν θα πάει αριστερά ή άκρα δεξιά.

Η ανεργία είναι πολιτική επιλογή


Δεν είναι όμως αυτό το μόνο πρόβλημα με τις αριστερές ηγεσίες. Εξίσου θλιβερό είναι ότι τους λείπουν η φαντασία και η τόλμη για ν’ αρθρώσουν ένα όραμα ικανό να κινητοποιήσει το λαό και να τον απομακρύνει από την ηλίθια, αλλά ωστόσο για πολλούς πειστική, ρητορεία της άκρας δεξιάς –“Διώξτε τους μετανάστες, τσακίστε την αριστερά, και τα προβλήματά σας λύθηκαν”. Ας δούμε, για παράδειγμα, ένα κομβικής σημασίας πρόβλημα, αυτό της ανεργίας. Οι άνεργοι επίσημα πλησιάζουν ήδη το ένα τέταρτο του εργατικού δυναμικού, αλλά στην πραγματικότητα το ξεπερνούν κατά πολύ, και θα παίξουν κρίσιμο ρόλο στην επερχόμενη σύγκρουση. Όπως και οι περισσότεροι απ’ όσους πλήττονται από τη μνημονιακή πολιτική, εγκαταλείποντας τα κυβερνητικά κόμματα πηγαίνουν είτε αριστερά είτε στη Χρυσή Αυγή. Οι αναλύσεις του Χριστόφορου Βερναρδάκη και άλλων έχουν τεκμηριώσει πως συνιστούν μια από τις τρεις κοινωνικές δεξαμενές από τις οποίες αντλούν κυρίως ψήφους οι μαχαιροβγάλτες, δίπλα στους εργοδότες και μικροϊδιοκτήτες, και το προσωπικό των σωμάτων ασφαλείας. Θα έπρεπε φυσικά να δίνουν δύναμη στην αριστερά, αλλά συχνά αδιαφορούν γι’ αυτήν, καθώς ο λόγος της λίγο τους αγγίζει. Τα όσα ψελλίζουν στο ζήτημα της ανεργίας ο Σύριζα και το ΚΚΕ δεν ενθουσιάζουν κανέναν.

Τι θα έλεγε μια αληθινή αριστερά για τους ανέργους, ώστε να μην τους αφήσει να γίνουν λεία των χρυσαυγιτών; Είναι πολύ απλό και πολύ δύσκολο μαζί. Σίγουρα, πάντως, όχι αυτά που λέει σήμερα. Θα έλεγε, κατά τη γνώμη μου, ότι μπορεί να λύσει και πράγματι θα λύσει άμεσα το πρόβλημα. Με έναν τρόπο όμως τον οποίο μάλλον δεν διανοούνται οι ηγεσίες της. Οι ίδιες που, για να γίνουμε λίγο κακοί, πρόπερσι θεωρούσαν την κρίση επικοινωνιακό κόλπο των καπιταλιστών, πέρισυ αρνούνταν να κάνουνε λόγο για το χρέος, και ως τώρα εξακολουθούν να θεωρούν καταστροφή τη δραχμή. Και ποτέ τους δεν πόνταραν στη μαζική κινητοποίηση, που είναι απαραίτητη για κάθε πραγματική αλλαγή.

Μια αληθινή αριστερή κυβέρνηση μπορεί και πρέπει να κάνει μισό εκατομμύριο προσλήψεις σε φορείς του δημοσίου για την κάλυψη άμεσων κοινωνικών αναγκών μέσα στον αμέσως ερχόμενο χρόνο, και άλλο μισό εκατομμύριο μέσα στον επόμενο, όταν θα έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλες διοικητικές υποδομές. Ναι, μιλάμε σοβαρά για ένα εκατομμύριο προσλήψεις μέσα σε δυο χρόνια, ώστε να εξαφανιστεί η ανεργία. Οι ανάγκες υπάρχουν, όλος ο κόσμος συμφωνεί εδώ, χρειαζόμαστε απαραίτητα και επειγόντως νηπιαγωγούς, νοσοκόμους και κοινωνικές λειτουργούς, καθηγητές και γιατρούς, δασοφύλακες και καθαρίστριες, και κάθε λογής ανθρώπους ικανούς και πρόθυμους να προσφέρουν. Έτσι ώστε οι εργαζόμενοι στο δημόσιο από 670.000 σήμερα να γίνουν, σε πείσμα τραπεζιτών και νεοφιλελεύθερων, 1.670.000 σε δυο χρόνια. Λεφτά υπάρχουν;

Εδώ μια αληθινή αριστερά θα απαντούσε ότι φυσικά και λεφτά υπάρχουν, αλλά είτε αφήνονται στις τσέπες των πλούσιων είτε δίνονται στους τραπεζίτες και στους μαφιόζους που αρπάζουν τη δημόσια περιουσία. Η φορολόγηση του πλούτου, η κατάργηση των φοροαπαλλαγών του κεφαλαίου, και η κοινωνικοποίηση των τραπεζών, των υπηρεσιών κοινής ωφελείας και των στρατηγικών βιομηχανιών αρκούν για να χρηματοδοτήσουν την εξαφάνιση της ανεργίας. Συμπληρωματικά υπάρχει η λύση των ελλειμματικών προϋπολογισμών, στηριγμένων εν μέρει σε εσωτερικό δανεισμό κι εν μέρει στην έκδοση χρήματος, η οποία στις τρέχουσες συνθήκες υποαπασχόλησης του παραγωγικού δυναμικού μικρό μόνον κίνδυνο πληθωρισμού προκαλεί.

Αν ο κύριος όγκος των νεοπροσλαμβανόμεων παίρνει καθαρά χίλια ευρώ (ή μάλλον, αύριο, ισοδύναμες δραχμές) τον μήνα, που δυστυχώς σήμερα πλέον φαντάζουν ζηλευτός μισθός, τότε το συνολικό ετήσιο κόστος μιας θέσης εργασίας, μαζί με όλες τις ασφαλιστικές εισφορές, τους φόρους κλπ. είναι της τάξης των είκοσι χιλιάδων ευρώ (ή δραχμών). Το συνολικό ετήσιο κόστος της απασχόλησης μισού εκατομμύριου εργαζομένων είναι λοιπόν περίπου 10 δισεκατομμύρια. Η απασχόληση ενός εκατομμυρίου ανθρώπων, που εξαλείφει κυριολεκτικά την ανεργία, στοιχίζει 20 δις. Στην πραγματικότητα πολύ λιγότερα, γιατί μειώνει κατακόρυφα το κόστος των επιδομάτων, αναζωογονεί τα ταμεία, δημιουργεί πλήθος άλλες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα και, σπρώχνοντας όλους τους μισθούς προς τα πάνω, βελτιώνει την ενεργό ζήτηση, η οποία αλυσιδωτά ενισχύει τα οικονομικά του κράτους.

Με άλλα λόγια, η συνολική λύση αυτού που αναγνωρίζεται ως το βασικό κοινωνικό πρόβλημα σήμερα κοστίζει αρκετά λιγότερο από το ένα δέκατο του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (επίσημα, 227 δις ευρώ το 2010), αλλά και από τους τόκους που πλήρωσε το δημόσιο στους τοκογλύφους το 2011 (17 δις). Λιγότερα απ’ όσα δίνει το δημόσιο για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους μέσα σ’ ένα τρίμηνο (κάπου 70 δις το χρόνο), και πολύ λιγότερα από το ένα δέκατο όσων δώσαμε από το 2008 στους χρεωκοπημένους τραπεζίτες (συνολικά 218 δις, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του αναλυτή Πάνου Παναγιώτου). Τέλος, θα κοστίσει λιγότερο από την αύξηση του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης που προκάλεσε μόνο μέσα στο 2011 η καταστροφική πολιτική των κομμάτων εξουσίας (19 δις) ή τη μείωση του εγχώριου προϊόντος τα τρία τελευταία χρόνια (20 δις), που προκλήθηκε από την ίδια πολιτική, και όχι πολύ παραπάνω από τα καθαρά ποσά που κάθε χρόνο στέλνουν οι ξένοι καπιταλιστές στο εξωτερικό (πάνω από 10 δις για τόκους, μερίσματα και κέρδη). Όλα αυτά πρέπει να τα φωνάξουμε δυνατά στα παπαγαλάκια του νεοφιλελευθερισμού, που από αύριο άλλωστε θα προσπαθούν να συνέλθουν από το κραχ του ευρώ.

Δεν υπάρχει αμεσότερος τρόπος από αυτόν για την αναδιανομή του προϊόντος προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων, ή για την επανεκκίνηση της οικονομίας. Δεν πρόκειται για κανένα κομμουνιστικό μέτρο, ο Ρούζβελτ έκανε πολύ χειρότερα στις ΗΠΑ του 1930, αλλά σίγουρα αλλάζει τους κοινωνικούς συσχετισμούς ριζικά υπέρ της εργασίας. Η σημερινή μαζική ανεργία δεν είναι οικονομική αναγκαιότητα, είναι πολιτική επιλογή. Που γίνεται πολύ πιο εύκολη για τους κρατούντες από την αφωνία της σημερινής αριστεράς. Και με τη σειρά της διευκολύνει αφάνταστα το σχέδιό τους, να επιβάλουν τον κοινωνικό κανιβαλισμό, μέσω και της Χρυσής Αυγής.

Φυσικά, για να γίνουν όλα αυτά πρέπει να διώξουμε τους σημερινούς κυβερνώντες και ν’ ανατρέψουμε το πλέγμα εξουσίας. Αν δεν τα κάνουμε τώρα αυτά δεν θα τα κάνουμε ποτέ όσο ζούμε. Από μόνη της η απορρόφηση ενός εκατομμυρίου ανέργων είναι παλιός καλός κεϋνσιανισμός, όσο και αν φοβούνται ακόμη και να την φανταστούν οι οικονομικοί εγκέφαλοι της παλιάς αριστεράς. Αλλάζει βέβαια η σημασία της αν συνοδευτεί από τα γνωστά μέτρα που συνεχώς επαναλαμβάνουμε – διαγραφή του χρέους, έξοδο από το ευρώ, εθνικοποίηση των τραπεζών, έλεγχο της κίνησης κεφαλαίων, εργατικό έλεγχο, και τα λοιπά. Αλλά και πάλι όλα αυτά δεν αρκούν. Η αλλαγή πορείας της χώρας χρειάζεται και να επικυρωθεί συμβολικά.

Κάθαρση

Την προηγούμενη φορά, η ταφόπλακα του ναζισμού μπήκε στη Νυρεμβέργη. Στην ίδια πόλη που χρησιμοποιούσε ο Χίτλερ για επιδείξεις ισχύος των ναζιστών, εκεί όπου είχαν διακηρυχθεί οι ρατσιστικοί Νόμοι της Νυρεμβέργης, οι Σύμμαχοι που νίκησαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο δίκασαν απο το 1945 ως το 1949 παραπάνω από εκατό στελέχη του καθεστώτος. Εκτός από τους ηγέτες των Ναζί, πολλοί από τους οποίους στάλθηκαν στην αγχόνη, καταδικάστηκαν σε βαρειές ποινές ανώτατοι δικαστές, γιατροί, στρατιωτικοί, παρακρατικοί, προπαγανδιστές, και κάθε λογής παρατρεχάμενοι.

Με τις Αρχές της Νυρεμβέργης συμπεριλήφθηκαν στα εγκλήματα πολέμου, που τιμωρούνται από το διεθνές δίκαιο, η κακομεταχείριση ή η υπαγωγή σε καταναγκαστική εργασία πολιτών των κατεχόμενων χωρών, καθώς και η λεηλασία δημόσιας ή ιδωτικής περιουσίας. Οι φόνοι, οι εξανδραποδισμοί, οι απελάσεις και οι διώξεις με βάση πολιτικά, φυλετικά ή θρησκευτικά κριτήρια χαρκτηρίστηκαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Κρίθηκε επίσης ότι οι διαταγές ανωτέρων δεν συνιστούν ελαφρυντικό. Οι αρχές αυτές βρίσκουν βέβαια εφαρμογή και στην ανθρωπιστική κρίση στην οποία οδηγήθηκαν η Ελλάδα και άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, και ίσως να μην αργήσει η ώρα που θα χρησιμοποιηθούν εναντίον όσων μας έφεραν στη σημερινή κατάσταση.

Όταν ανατραπεί το καθεστώς, με την ψήφο ή με λαϊκή εξέγερση, θα έρθει η ώρα της κάθαρσης. Πρώτα πρώτα θα λειτουργήσει η Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου, ώστε να μάθει ο ελληνικός λαός πώς και γιατί δημιουργήθηκε το χρέος που νομιμοποίησε την πτώχευση και την υποδούλωσή μας. Ώστε να τεκμηριωθεί πέρα από κάθε αμφιβολία πως το χρέος είναι απεχθές και ούτε πρέπει ούτε μπορεί να πληρωθεί, ιδίως στην κατάσταση ανάγκης στην οποία μας έριξαν οι κανιβαλικές επιλογές Τρόικας και κυβέρνησης. Αλλά τελικά μάλλον θα χρειαστεί, για να κλείσουμε το θλιβερό κεφάλαιο των μνημονίων και των αντιδημοκρατικών εκτροπών, και κάτι ανάλογο με τη Δίκη της Νυρεμβέργης. Ώστε να λογοδοτήσουν επιτέλους οι πολιτικοί υπεύθυνοι της καταστροφής, οι ηγέτες των νεοναζί υποτακτικών τους, οι τραπεζίτες και οι καπιταλιστές που τους χρηματοδοτούν, και οι τηλεπερσόνες που σπέρνουν κυνικά το μίσος για να διαιρέσουν το λαό. Μια Δίκη του Αγίου Παντελεήμονα ίσως;

Το καθεστώς είναι τρωτό, και η Χρυσή Αυγή, που ετοιμάζεται να σταθεί ανάμεσα στο λαό και στα ελικόπτερα, ακόμη περισσότερο. Αλλά αν δεν αντιμετωπιστεί συστηματικά κι εγκαίρως, μπορεί να γίνει επικίνδυνος εχθρός αύριο. Δεν πρόκειται να εξαφανιστεί από μόνη της, και δεν πρόκειται να νικηθεί αν δεν εργαστούμε σύντονα γι’ αυτόν το σκοπό. Ο χαμένος χρόνος πρέπει να κερδηθεί. Και η ιστορική μνήμη πρέπει ν’ αναζωογονηθεί όχι μόνον όσον αφορά τα θύματα και τα εγκλήματα, αλλά και όσον αφορά την τιμωρία.

Σημείωση: οι υπογραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή του ιστολογίου

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2012

Ο Εκφασισμός της κοινωνίας (αφήγηση)


ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΨΥΧΟΓΙΟΥ (Αριστερό Στέκι)

Σήμερα το πρωί γύρω στις 9.00πμ, Χρυσαυγίτες επιτέθηκαν με σκυλιά σε μετανάστες στην Λιοσίων κοντά στο σταθμό των ΚΤΕΥΛ για Κομοτηνή.

Στην προσπάθεια της μία συντρόφισσα να τους αποσπάσει την προσοχή κορνάριζε με το αυτοκίνητό της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κινηθούν απειλητικά προς το μέρος της. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι οι παρόντες στο περιστατικό είχαν μείνει «Παυλόπουλοι», απαθείς, αδιάφοροι.

Όσοι είναι απαθείς είναι το ίδιο επικίνδυνοι. Ο εκφασισμός της κοινωνίας δεν εδραιώνεται μόνο με τις επιθέσεις των ασπόνδυλων, αλλά και με το «δεν με νοιάζει», που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αποκτήνωσή της.

Δανεικό κείμενο και φωτογραφία από Ελευθερία Ψυχογιού

Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

Φασισμός: Πλάνη ή επιλογή; (αναδημοσίευση)


Το φως καίει το φασισμό; 
Μετά το μπουγέλο και τα χτυπήματα του Κασιδιάρη σε ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή, εναντίον της Ρένας Δούρου και της Λιάνας Κανέλη, πολλοί πίστεψαν ότι όσοι ψήφισαν την νεοναζιστική οργάνωση, “χωρίς να ξέρουν”, τώρα δεν θα το επαναλάβουν, αφού η XA έδειξε το “πραγματικό της πρόσωπο”. Η εκτίμηση αυτή είναι προέκταση μιας άλλης, της σ. Αλέκας, που προέβλεπε καθησυχάζοντας το πανελλήνιο, πριν τις 6 Μάη ότι “μόλις οι φασίστες μπουν στη Βουλή θα βάλουν τις γραβάτες και θα γίνουν κοινοβουλευτικά αρνάκια”. Πάνω κάτω μια παρόμοια επιθυμία εξέφρασε πρόσφατα ο Στάθης προεξοφλώντας ότι το “φως καιει τον Φασισμό!

Όσοι σκέφτονται έτσι μάλλον δεν έχουν αντιληφθεί οι ίδιοι περί τίνος πρόκειται. Αυτοί οι 440 χιλιάδες που ψήφισαν στις 6/5 τη φασιστική συμμορία ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν και δεν είναι καθόλου παραπλανημένοι, όπως αρέσκεται δυστυχώς να φαντάζεται η αριστερά. Από μια άποψη αυτή η πλάνη έχει την εξήγησή της. Ο κόσμος της αριστεράς αδυνατεί να κατανοήσει τον τρόπο σκέψης και την οικτρή πνευματική κατάσταση των οπαδών της ΧΑ, γιατί πολύ απλά έχει εντελώς διαφορετικές αξίες, από τη σαπίλα που έχουν στον εγκέφαλό τους οι 440 αυτές χιλιάδες. Υπάρχει όμως ακόμα ένας λόγος. Η αριστερά δεν μπορεί να χωνέψει πως ο “σοφός, τιμημένος και ηρωικός λαός”, αυτό το κατεξοχήν επαναστατικό υποκείμενο σύμφωνα με τις γραφές, περιλαμβάνει στις τάξεις του τόσες χιλιάδες καθάρματα. “Είναι αδύνατο να συμβαίνει κάτι τέτοιο, δεν μπορεί, προφανώς δεν ξέρουν τι ψήφισαν”. “Οπότε ας πάμε για ένα νέο γύρο επεξηγήσεων. Δεν μπορεί τώρα που είδαν και στην tv θα καταλάβουν ότι είναι εγκληματική οργάνωση”. Μάταιος κόπος.

Αμέσως μετά το σόου του Κασιδιάρη στον ΑΝΤ1 τα δεξιά λαϊκά blogs πήραν φωτιά. Την ώρα που τα αστικά επιτελεία καταδίκαζαν μετά βδελυγμίας το περιστατικό, η λαϊκή τους βάση ξεσέλωνε: “Επιτέλους κάποιος να αρχίσει τις σφαλιάρες στους πολιτικούς”, “γεια στα χέρια σου” και διάφορες άλλες επευφημίες προς τον νέο ήρωα της εθνικοφροσύνης. Ο Κασιδιάρης δεν έκανε τίποτα τυχαία, ούτε έχασε τον έλεγχο όπως ειπώθηκε. Η ενέργειά του ήταν ψυχρή και στοχευμένη, κάνοντας πραγματικότητα την υπόσχεση της XA ότι θα μετατρέψει τη βουλή σε ρινγκ. Στις 12/6 ένας άλλος, ο Παναγιώταρος σε συγκέντρωση στο Φλοίσβο επανέλαβε ότι θα πέσουν σφαλιάρες στη βουλή αν κανείς “ανοίξει συζήτηση για τα εθνικά” για να συνεχίσει λέγοντας ότι ομάδες ΧΑυγιτών θα οργανώνουν εφόδους στους βρεφονηπιακούς σταθμούς και θα πετάνε έξω τα παιδιά των μεταναστών για να μπουν στη θέση τους ελληνοπαίδες. Ο φασιστικός οχετός σε όλο του το μεγαλείο. Να είναι σίγουροι όλοι όσοι θέλουν να αποκαλύψουν τη ΧΑ, ότι τα ξερατά του Παναγιώταρου κάνουν επίσης θραύση στο πατριωτικό ποίμνιο.

Τσάμπα λοιπόν η προσπάθεια να αποκαλυφθεί ο ρόλος της ΧΑ ως εγκληματική συμμορία. Μια τέτοια προσέγγιση δεν προσφέρει τίποτα. Η οργάνωση αυτή δεν αρνείται τις ιδεολογικές της καταβολές, ούτε κρύβει τους στόχους και τις πρακτικές της. Αντιθέτως ακριβώς πάνω σ’ αυτά οικοδομεί τα δίκτυά και την επιρροή της. Είναι σαν να παραβιάζει κανείς ανοιχτές πόρτες, τρώγοντας το χρόνο του να μιλάει για πράγματα που τα ξέρουν μέχρι και οι πέτρες.

Χτίζουν τρομοκρατώντας
Αν για κάτι πρέπει να προβληματιστεί ο κόσμος της αριστεράς είναι για την στάση των κομμάτων και των οργανώσεών του απέναντι στη γνωστή συμμορία. Και να δει επειγόντως τι θα κάνει, δεδομένου ότι δεν είναι πλέον στο απυρόβλητο της δράσης της. Μέχρι πρότινος πολλοί νόμιζαν ότι η ΧΑ θα συνεχίσει να φυτοζωεί στο περιθώριο κοπανώντας που και που κανέναν πακιστανό. Η τακτική της αριστεράς ήταν ότι δεν αξίζει να ασχολείται κανείς με τη ΧΑ, γιατί αφενός τη διαφημίζει και αφετέρου μπαίνει σε ένα πόλεμο συμμοριών που δεν απασχολεί την κοινωνία. Τώρα φαίνεται πόσο λάθος ήταν αυτή η άποψη. Η ΧΑ έχτισε τη δύναμη της πάνω στα χτυπήματα και κει που δρούσε ανενόχλητη η επιρροή της έγινε ακόμα μεγαλύτερη. Ο πυρήνας της φασιστικής προπαγάνδας βασίζεται στο αήττητο των ομάδων κρούσης. Όσο αυτές παραμένουν στο απυρόβλητο μπορούν να στρατολογούν ανενόχλητα νέα μέλη και έτσι να γίνονται πραγματικά ισχυρές. Τα μέλη τους αισθάνονται ότι ανήκουν σε μια ισχυρή ομάδα που μπορεί να τα προστατεύει έναντι οποιοδήποτε και έτσι απολαμβάνουν κύρος και ενδεχομένως άλλα προνόμια που θα γίνουν ακόμα περισσότερα όταν οι ομάδες αυτές κυριαρχήσουν στην περιοχή, στην πόλη ή στη χώρα. Οι προσδοκίες του υπόκοσμου που συσπειρώνεται στις φασιστικές συμμορίες γίνονται ακόμα μεγαλύτερες βλέποντας τα ποσοστά τους να πολλαπλασιάζονται. Το σχέδιο της ΧΑ είναι αντιγραφή των μεθόδων που ακολούθησαν οι φασίστες στην Ιταλία στη δεκαετία του ΄20 και λίγο αργότερα επανέλαβε το ναζιστικό κόμμα στη Γερμανία.
Ο Κασιδιάρης με την, σε απευθείας μετάδοση, χειροδικία κατά των βουλευτίνων της αριστεράς έδωσε ένα σαφές μήνυμα. Η ανοιχτή επίθεση ενάντια στην αριστερά έχει ήδη ξεκινήσει και θα κλιμακωθεί. Κάθε φασιστική ομάδα κρούσης μπορεί να επαναλάβει το ίδιο. Οι συνέπειες είναι ανύπαρκτες. Η αστυνομία “αδυνατεί” να συλλάβει τον τραμπούκο εντός 48ωρου, δείχνοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι οι συμμορίτες τυγχάνουν πλήρους ασυλίας. Το κάθε τσογλάνι μπορεί να επαναλάβει τις κινήσεις του Κασιδιάρη, βλέποντας ότι δεν έχει καμία συνέπεια και μπορεί ανενόχλητος να περηφανεύεται για τα κατορθώματά του. Επίσης γνωρίζει ότι αν ποτέ φτάσει μια ανάλογη υπόθεση στα δικαστήρια τότε μπορεί να αναβάλλεται μέχρι την παραγραφή της και να την σκαπουλάρει, όπως τα 6 καθάρματα που επιχείρησαν πριν 4 μέρες να δολοφονήσουν στο σπίτι του έναν αιγύπτιο ψαρά μετανάστη στο Πέραμα, αφού πρώτα είχαν προαναγγείλει ότι θα τακτοποιήσουν  τους αιγύπτιους στην ιχθυόσκαλα.

Και η αριστερά το χαβά της
Και ενώ η αριστερά θα έπρεπε μετά από όλα αυτά να βαρέσει συναγερμό, συνεχίζει τον ύπνο του δικαίου. Το ΚΚΕ, αφού απέτυχε στις προγνώσεις περί εξημέρωσης των αγριμιών, δια της γγ δηλώνει σε συνέντευξη στις 7/6, εξ αφορμής του επεισοδίου στον ΑΝΤ1, ότι
“Η απάντηση στην “Χρυσή Αυγή” δεν μπορεί να είναι ούτε οδόντας αντί οδόντος ούτε κάποια πολιτική ρεβανσισμού. Την απάντηση καταρχήν πρέπει να τη δώσει στις εκλογές ο λαός. Δεν χρεώνουμε βεβαίως αυτούς που ψήφισαν την “Χρυσή Αυγή” με τις ενέργειες και τους προσανατολισμούς του κόμματος αυτού. Ωστόσο πρέπει να το συνειδητοποιήσουν ότι έχουν το όπλο της ψήφου και να οδηγήσουν στο εκλογικό περιθώριο την “Χρυσή Αυγή”, γιατί αυτό της αξίζει. Πάνω απ’ όλα όμως, τέτοια ναζιστικά μορφώματα μπορεί να τα αντιμετωπίσει ένα καλά οργανωμένο και βαθύτατα πολιτικοποιημένο εργατικό – λαϊκό κίνημα.”
Στο ίδιο μήκος κύματος και το Σχόλιο του Γραφείου Τύπου για την επίθεση φασιστοειδών εναντίον στελέχους του ΚΚΕ στο εκλογικό περίπτερο του Κόμματος στην Αγία Παρασκευή στις 12/6/2012:
“Τα φασιστοειδή και η τρομοκρατική τους δράση, μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με την απομόνωση και καταδίκη τους από τον ίδιο το λαό, με την ισχυροποίηση του εργατικού λαϊκού κινήματος. Μόνο ένα λαϊκό κίνημα της ρήξης και της ανατροπής μπορεί να εξουδετερώσει το φασισμό και το ναζισμό, που είναι γέννημα θρέμμα του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος”.

Το σκεπτικό της υπόλοιπης αριστεράς πλην ελαχίστων εξαιρέσεων δεν διαφέρει σε τίποτα από αυτό του ΚΚΕ. Προς θεού όχι φυσική αντιπαράθεση με τα καθάρματα. Σημασία έχει η “πολιτική τους απομόνωση” και εγγύηση γι’ αυτό είναι η “ισχυροποίηση του μαζικού κινήματος”. Και γιατί δηλαδή για να απαντηθεί ένας τραμπουκισμός δύο αλητών με ένα κωλόσκυλο, εναντίον κάποιων συγκεκριμένων ανθρώπων, πρέπει να ισχυροποιηθεί το λαϊκό κίνημα και να καταδικαστεί από το λαό; Γιατί τόσος κόπος; Πόσο ακόμα να ισχυροποιηθεί; Και εν πάση περιπτώσει αν νιώσουμε ότι είμαστε επαρκώς ισχυροποιημένοι τότε εντάξει; Με τους μαλάκες που κοπάνησαν τον σύντροφό μας θα γίνει κάτι; Θα πληρώσουν με 2 μήνες διακοπές στο ΚΑΤ; Ή εμείς είμαστε υπεράνω σαρκικών επιθυμιών, οσιομάρτυρες του “λαϊκού κινήματος”, που δια της θυσίας μας, θα συγκινηθεί και θα ισχυροποιήσει τον εαυτό του; Αν κάποιος δεχτεί μια επίθεση πρέπει να πάρει την άδεια και των γειτόνων για να ξετρυπώσει και να τιμωρήσει τον τσόγλανο που του επιτέθηκε; Που έχει γραφτεί αυτό; Είναι μια από τις 10 εντολές; Δουλευόμαστε τώρα; Κι αν η ΧΑ πάρει στις εκλογές τα διπλά ποσοστά από το ΚΚΕ τι θα πρέπει να συμπεράνουμε; Μήπως ότι ο λαός αντί να καταδικάσει, επιβράβεψε τα κωλόπαιδα του Μιχαλιοβλιάκου; Αλλά βέβαια όταν σου επιτίθεται ένας λεχρίτης ναζιστής, και συ νομίζεις ότι σε χτύπησε το “μακρύ χέρι του συστήματος”, άντε μετά να ψάξεις στο σωστό μέρος να τον βρεις και να του εξηγήσεις τι θα πει βερίκοκο.

Οι ιδεολογικές και πολιτικές αναλύσεις δεν είναι για να μπερδευόμαστε, αλλά για να βλέπουμε πίσω από τα φαινόμενα. Πράγματι οι φασίστες είναι η πέμπτη φάλαγγα της αστικής αντεπανάστασης, το “μακρύ χέρι του συστήματος”. Και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους χέρι του συστήματος είναι και το αφεντικό της Ελληνικής Χαλυβουργίας μέλος αυτού του συστήματος είναι. Και τι βγαίνει από όλες αυτές τις γενικά σωστές σκέψεις. Ότι αν σε κοπανήσει ένας μπάτσος και τον ανακαλύψεις ποιος είναι, ή ένας φασίστας, ή αν ένα αφεντικό σου έχει φαει 3 μισθούς, τι κάνεις; Επιβεβαιώνεις τη θεωρία σου ότι όλοι αυτοί είναι ένα ολόκληρο σύστημα; Και μετά προσεύχεσαι ο κόσμος να βρει το δρόμο του θεού; Ή παίρνεις συγκεκριμένα μέτρα εναντίον τους; Ρωτάμε λοιπόν ξανά; Με τα θρασύδειλα τσογλάνια του Μιχαλολιάκου, θα γίνει κάτι ή θα περιμένουμε να συνειδητοποιηθεί ο λαός ότι όλα αυτά είναι “γέννημα θρέμμα του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος” και έτσι δια της ως μαγείας πτώσης του να καθαρίσουμε και με τη συγκεκριμένη αληταρία. Όποιος έχει μια ελάχιστη σχέση με τη λογική αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι αυτή η σωστή σειρά για να διευθετηθεί το ζήτημα.

Τι καταλαβαίνουν τώρα απ’ όλες αυτές τις φιλοσοφίες τα παρακρατικά και θρασύδειλα σκουλήκια; “Συνεχίζουμε να κοπανάμε τα κομμούνια. Δεν πρόκειται να απαντήσουν, δεν ξέρουν από πού τους έρχεται”. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της νωχελικής στάσης της αριστεράς. Όταν τα φασιστόμουτρα φτάνουν να χτυπάνε ατιμώρητα ακόμα και βουλευτές της αριστεράς και δεν παίρνουν καμία απάντηση, τότε το μόνο που μένει είναι να αποθρασυνθούν εντελώς. Κάθε μέρα τα χτυπήματα εντείνονται. Οι φασίστες έχουν φτάσει να κάνουν μπλόκα στις δυτικές συνοικίες που υποτίθεται η αριστερά έχει 40%. Στο Πέραμα μπούκαραν σε κατοικία οικογένειας αιγυπτίων μεταναστών στέλνοντας σε κωματώδη κατάσταση 28χρονο πατέρα 3 παιδιών στην εντατική την ώρα που κοιμόταν στην ταράτσα του σπιτιού. Δεκάδες περιστατικά καθημερινά, που δεν τα μαθαίνει κανείς. Μαχαιρωμένοι μετανάστες, με νεκρούς όπως στο Ξυλόκαστρο και το Λουτράκι, επιθέσεις σε στέκια και εκδηλώσεις όπως στηνΠάντειο την προηγούμενη βδομάδα (παρόλο που από κει έφυγαν με φορεία). Κάθε βράδυ καίγονται εκλογικά περίπτερα του ΚΚΕ, του Συριζα και της Ανταρσύα από ομάδες της ΧΑ. Αυτό το καραγκιοζιλίκι με τα τσογλάνια του Μιχαλολιάκου και του Κασιδιάρη πρέπει να τελειώσει εδώ και τώρα. Και αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουν όχι μόνο τα οργανωμένα μέλη των ομάδων κρούσης, αλλά και όσοι ηλίθιοι σκέφτονται ότι θα έχουν κάτι να κερδίσουν από μια μελλοντική συνδρομή τους σε αυτές τις βρωμοσυμμορίες. Δεν παει να ναι και δεκάδες χιλιάδες που το σκέφτονται. Μόλις καταλάβουν ότι οι καγκουριές τους θα έχουν άμεσα επιπτώσεις τότε θα το σκεφτούν δύο και τρεις φορές να ασχοληθούν με τα “κοινά”.

Η πεπονόφλουδα της “βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται”
Μετά τα ατιμώρητα χτυπήματα της ΧΑ έχει πέσει μια ατελείωτη υποκριτική κλάψα στα media για το “φασιστικό μόρφωμα” και τις αιτίες που το προκαλεί: “Η κρίση, η απογοήτευση, η ανεργία, η φτώχεια, η διάλυση του κοινωνικού ιστού, η ανασφάλεια, η εγκληματικότητα” κ.ο.κ. όλοι κάτι έχουν να προσθέσουν στην κοινωνιολογική ανάλυση του “φαινομένου”. Είναι όμως ο φασισμός “φαινόμενο”; Είναι το αναπόφευκτο τέκνο των αντικειμενικών συνθηκών; Και τι βγαίνει μετά την μπόλικη κοινωνιολογία; Καταρχήν κάποιο δίκιο έχουν και όσοι οργανώνονται στο “μόρφωμα” και γίνονται αρωγοί του “φαινομένου”. Ακόμα κι αν έχουν παρασυρθεί. Οι συνετές δυνάμεις ας φροντίσουν λοιπόν να ενημερώσουν αυτόν τον κόσμο ότι η βία δεν είναι λύση. Και σεις της αριστεράς που τώρα πέφτετε θύματα αυτής της βίας, ας προσέχατε όταν από το Δεκέμβρη του 2008 μέχρι και σήμερα καλύπτατε όλες τις βίαιες συμπεριφορές των οπαδών σας τα λιντσαρίσματα και τα αυγουλώματα κατά εκπροσώπων της κυβέρνησης και του αστικού κόσμου. Άλλοι μεταξύ των οποίων και ο Τζήμερος μιλάνε για τη “βία των δύο άκρων που πρέπει να απομονωθεί και να εξοβελιστεί από το πολιτικό σύστημα”. Και για όλους μαζί “η ακροδεξιά βία νομιμοποιήθηκε από την ακροαριστερή. Τραμπούκοι από δω, τραμπούκοι από κει”. Αυτό είναι το τελικό συμπέρασμα όλη αυτή της κουβέντας.

Η αριστερά εγκλωβισμένη στην αστική νομιμότητα, στο πασιφισμό, στο φόβο της μήπως τρομάξει η “κοινή γνώμη” και στην έλλειψη κάθε προετοιμασίας μπροστά στη όξυνση της αντιπαράθεσης από την αστική αντίδραση, προσπαθεί όχι να απαντήσει αλλά να καλμάρει τα πνεύματα. Το ΚΚΕ δηλώνει ξανά δια της σ. Αλέκας “να γίνουν οι εκλογές και μετά βλέπουμε”. Να το έλεγε αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ να πούμε ότι κάτι περιμένει από τις εκλογές, αλλά το ΚΚΕ έχει κι αυτό να περιμένει κάτι, ή μήπως δεν θέλει να χαλάσει το κλίμα των ημερών;

Η χώρα κάθε μέρα θυμίζει μέρες του 44 και του 45, όταν οι ταγματασφαλίτες και οι χίτες έσπερναν τον τρόμο με δολοφονίες αγωνιστών και πυρπολήσεις σπιτιών αριστερών οικογενειών, κυρίως στην επαρχία και μετά μέσα στις μεγάλες πόλεις. Και η αριστερά κάθεται και συναγελάζεται με όλους αυτούς που εδώ και χρόνια μιλάνε για υγειονομικές βόμβες, για λαθρομετανάστες, για τη βία των διαδηλωτών, για κουκουλοφόρους και για τρομοκράτες που υπερασπίζεται η αριστερά. Με αυτούς που άνοιξαν το δρόμο στους ναζιστές και τώρα “πέφτουν από τα σύννεφά” με τους καρπούς τους.

Πολλοί αριστεροί διανοητές αλλά και πολιτικά της στελέχη ισχυρίζονται ότι η ΧΑ είναι εγκληματική συμμορία λόγω της δράσης της και αναρωτιούνται αν έχει θέση μέσα σε ένα “δημοκρατικό καθεστώς”. Όμως η εγκληματική δράση της ΧΑ έχει άμεση σχέση με τις ιδέες της, και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα και όχι γενικά και αόριστα οι “βίαιες συμπεριφορές απ’ όπου κι αν προέρχονται”. Είναι προφανές ότι πάρα τις “καταδίκες” από τα φερέφωνα του αστισμού, της δράσης της ΧΑ, ταυτόχρονα την χρησιμοποιούν, εξισώνοντάς την, ως την άλλη όψη της κινηματικής βίας, και επομένως αν καταδικάζεις την μια πρέπει να καταδικάσεις και την άλλη. Στο σημείο αυτό η αριστερά κρατάει μια εντελώς μεσοβέζική στάση. “Αφουγκράζεται” αφενός την κινηματική βία, αρκεί πάντα να είναι “μαζική”, όμως δεν την προκρίνει ως μέσο επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων, και επομένως δεν υιοθετεί πρακτικές που ξεπερνάνε τα όρια που θέτει η αστική νομιμότητα. Η αριστερά αντί να κρατήσει μια ξεκάθαρη πολιτική στάση, όταν αρχίσουν τα δύσκολα το ρίχνει την κοινωνική ψυχολογία και κυρίως βγάζει την ουρά της απ’ έξω, αποποιούμενη κάθε ευθύνη “ακραίων ενεργειών”. Και αφού λοιπόν η ίδια δεν έχει σχέση με ακραίες ενέργειες, τότε μπορεί να έχει λόγο για τις εγκληματικές πράξεις της ΧΑ. Και η κουβέντα από την κοινωνιολογία που “προκαλεί φαινόμενα και μορφώματα” πάει στη νομική της διάσταση. Εννοείται στην υπαρκτή νομική αστική διάσταση. Μπορεί λοιπόν μια οργάνωση που προβαίνει σε εγκληματικές ενέργειες να είναι νόμιμη; Για να έλθει αμέσως η απάντηση. Εσείς που κλείνεται εργοστάσια, καιτε την Αθήνα, μπλοκάρετε λιμάνια και δρόμους, χτίζετε πρυτάνεις στα γραφεία τους, μπορείτε να είστε νόμιμοι; Μήπως και εσείς δεν είστε “φαινόμενο και μόρφωμα” που αφού το κοινωνιολογήσουμε από κοινού, στη συνέχεια θα πρέπει να λάβουμε και τα μέτρα μας όπως και με τη ΧΑ; “Τέρμα πια οι ακρότητες στην πολιτική ζωή”. Αυτό είναι το καταστάλαγμα που βγαίνει από τέτοιου είδους συζητήσεις.

Ιδέες και πράξεις
Για να μην χανόμαστε σε κοινωνιολογικές μπουρδολογίες για τις βίαιες συμπεριφορές, ας επανέλθουμε στην ουσία αυτής της συζήτησης. Και η ουσία είναι το αδιαίρετο των ιδεών και των συμπεριφορών που τις συνοδεύουν.
Το πρόβλημα λοιπόν με τους φασίστες είναι οι ιδέες τους, οι βρωμερές ρατσιστικές τους ιδέες. Η αντίληψη ότι υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι άνθρωποι, άνθρωποι που πρέπει να έχουν δικαιώματα και άλλοι που πρέπει να μην έχουν. Άνθρωποι που χωράνε και άνθρωποι που πρέπει να πεταχτούν στον καιάδα. Άνθρωποι που πρέπει να έχουν περίθαλψη, μόρφωση και δουλειά και άλλοι που πρέπει να πεθαίνουν σαν τα σκυλιά. Οι φασιστές εκπροσωπούν την αστική αντεπανάσταση στην πιο βρωμερή της μορφή, αντλώντας από το κατακάθι της ανθρώπινης ιστορίας ότι πιο ελεεινό σκοταδιστικό ιδεολόγημα χρησιμοποίησαν οι άρχουσες τάξεις προηγούμενων κοινωνικών σχηματισμών, προκειμένου να νομιμοποιήσουν την κοινωνική και πολιτική τους εξουσία. Από το κυνήγι των εβραίων στο μεσαίωνα, των “αιρετικών και των μαγισσών” της ιεράς εξέτασης, τις φυλετικές διακρίσεις και τις κάστες στις δουλοκτητικές κοινωνίες που επέτρεπαν το δουλεμπόρια και τα σκλαβοπάζαρα. Αυτές είναι οι ιδέες που επιχειρούν να ξαναφέρουν τα φασιστόμουτρα στην εποχή της νεοτερικότητας για να μας υπενθυμίσουν ότι τα γρανάζια της “ιστορικής νομοτέλειας” δεν οδηγούν “αναπόφευκτα” όπως νόμιζαν οι σοφοί επίγονοι του SPD και της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών στην κοινωνική απελευθέρωση, αλλά ενδεχομένως και σε μια σύγχρονη καπιταλιστική δουλοκτητική κοινωνία. Ακόμα και αν η εργασία στον καπιταλισμό της εποχής του Μαρξ έπρεπε να διατίθεται ελεύθερα στην αγορά από τους ιδιοκτήτες της.

Αυτή είναι η ουσιαστική συζήτηση που δεν γίνεται, καταφεύγοντας για λόγους ευκολίας στο υποτίθεται κραυγαλέο ζήτημα της εγκληματικής δράσης των φασιστών. Δεν υπάρχει λοιπόν βία από μόνη της, που πρέπει να καταδικαστεί. Ακόμα και για αυτούς που καταδικάζουν τη βία “από όπου κι αν προέρχεται” την δικαιολογούν όταν κάποιος αμύνεται σε μια επίθεση που δέχεται. Η αυτοάμυνα προβλέπεται και δικαιολογείται ακόμα και από το αστικό δίκαιο. Επομένως η συζήτηση καταλήγει ξανά στους σκοπούς και τους λόγους της βίας. Ποιος θα τολμήσει να καταδικάσει έναν πατέρα που εκτέλεσε τον βιαστή της κόρης του;
Έτσι αυτό που έχει σημασία είναι η οργανική σχέση της φασιστικής βίας με το σχέδιο που επιφυλάσσουν οι φασίστες, είτε λένε ότι έχουν σχέση με τον Χίτλερ είτε παριστάνουν τους αγνούς πατριώτες, για την κοινωνία. Σε αυτή τη συζήτηση δεν βοηθάει καθόλου η κοινωνιολογική προσέγγιση του “φαινομένου”. Ο φασισμός δεν είναι φαινόμενο, ούτε “μόρφωμα”, που δήθεν προέκυψε από τα κακά που μας έχουν κατακλύσει τα τελευταία δίσεκτα έτη. Ο φασισμός είναι συνειδητή πολιτική επιλογή και όχι αυθόρμητη λύση ανάγκης γιατί κάποιος έμεινε άνεργος ή στη γειτονιά ζουν περισσότεροι από “όσους χωράνε” πακιστανοί. Η κοινωνιολογική προσέγγιση που δήθεν αναζητά στην οικονομική κρίση, την ανεργία ή στη “λαθρομετανάστευση” και την “εγκληματικότητα” τις αιτίες, είναι εκ του πονηρού και επιπλέον οδηγεί σε εντελώς λάθος συμπεράσματα. Ας πούμε ότι αν δεν ξεπεραστεί η κρίση θα έχουμε τους “άνεργους” φασίστες πάνω από τα κεφάλια μας. Ή αν δεν φύγουν οι “λαθρομετανάστες” τότε η ΧΑ θα βρίσκει χώρο για δράση. Στη Γερμανία το 33 κάτι αντίστοιχο θα σήμαινε ότι οι εβραίοι προκάλεσαν την ύπαρξη των ναζί.

Γι’ αυτό η δήθεν αντικειμενική κοινωνιολογία, όπως και η οικονομική “επιστήμη” δεν βοηθούν να βρεθεί καμία “κοινά αποδεκτή και λογική” λύση, σε ένα “κοινό πρόβλημα”, όπως η “κρίση”, το “μεταναστευτικό”, η “ανεργία” και η “βία”. Γιατί δεν υπάρχουν τέτοια κοινά ζητήματα. Ως κοινά τα παρουσιάζουν οι ταχυδακτυλουργοί της αστικής προπαγάνδας για να εφεύρουν στη συνέχεια μια δήθεν κοινή λύση -που είναι η δική τους ταξική λύση- βάζοντας τους πάντες μέσα στο βρακί τους. Ακόμα και σε ζητήματα που η αριστερά νόμιζε ότι μιλάνε από μόνα τους, όπως η ανεργία, που είναι ένα “αντικειμενικό” γεγονός, η αστική προπαγάνδα το χρησιμοποιεί για να διασπάσει την “ενιαία” εργατική τάξη, σε άνεργους τους ιδιωτικού τομέα που “έχουν σηκώσει όλη την κρίση στους ώμους τους για να πληρώνουν τους κρατικοδίαιτους διαπλεκόμενους και τεμπέληδες δημοσίους υπαλλήλους”. Αυτή η θεωρία για την ανεργία έχει εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς ανάμεσα στο “επαναστατικό υποκείμενο”. Τα δήθεν προνομιακά πεδία της αριστερής προπαγάνδας αποδεικνύονται εξίσου ευάλωτα με τα “δύσκολα” όπως το “μεταναστευτικό” που σύμφωνα με κάποιους καλύτερα “να αποφεύγουμε να παίζουμε μαζί του“.

Ο σκοπός και τα μέσα
Η αριστερά αν θέλει να αντιμετωπίσει το φασισμό θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να σταματήσει να παίζει κρυφτούλι, είτε στον πόλεμο των ιδεών, είτε -στην προέκτασή του- στο πόλεμο του δρόμου. Η αντιμετώπιση του φασισμού ως μιας “παρεκκλίνουσας εγκληματικής συμπεριφοράς” πρέπει να σταματήσει. Ο φασισμός είναι πολιτικό κίνημα, και η “συμπεριφορά” του είναι οργανικό κομμάτι της συγκρότησής του. Ο φασίστας που καιει το σπίτι μιας οικογένειας μεταναστών και μετά σπάει το κεφάλι ενός κνίτη, ενώ ο αρχηγός του μπουγελώνει και ρίχνει χαστούκια σε αριστερές βουλευτίνες, το κάνει δημόσια και πάνω σ’ αυτό χτίζει την επιρροή του. Διακηρύσσει ανοιχτά ότι θέλει να επιβάλλει ειδικό καθεστώς διακρίσεων, και υπόσχεται σε όσους τον ακολουθήσουν ότι θα έχουν προνόμια απ’ αυτό το καθεστώς. Όταν υπόσχονται στους “έλληνες” ότι θα ξαναπάρουν πίσω τις δουλειές που τους έκλεψαν οι ξένοι, ή ότι θα βρίσκουν από δω και στο εξής κρεβάτι στο νοσοκομείο και θέση στον παιδικό σταθμό που σήμερα τις έχουν καταλάβει “λαθρομετανάστες” αυτό είναι μια υπόσχεση, ότι αν ταχθείς μαζί τους θα έχεις μια καλύτερη τύχη, πατώντας έστω πάνω στα πτώματα των υπολοίπων. Όλοι καταλαβαίνουν, και πολύ περισσότεροι η σαπίλα που τους ακολουθεί, ότι τα πτώματα δεν θα είναι μόνοι οι “ξένοι”. Αυτοί δεν φτάνουν. Στα ειδικά καθεστώτα που υπόσχονται οι φασίστες την τύχη των “ξένων” θα την έχουν και όλοι όσοι δεν πληρούν τα πρότυπα του καλού πατριώτη. Οι ομοφυλόφιλοι, οι μειονότητες, οι κουλτουριάρηδες, όσοι τους υποστηρίζουν, οι τσιγγάνοι, πιθανόν οι άτεκνοι, ίσως κάποιοι που τα επαγγέλματα τους αλλά και οι απόψεις τους δεν είναι αρεστές στους χοντροβούβαλους που απειλούν με σφαλιάρες όποιον έχει άλλη γνώμη από τη δική τους. Ενδεχομένως και τους πιο ικανούς, τους πιο έξυπνους, αυτούς που πουλάνε πνεύμα. Είναι γνωστό ότι το πλεονέκτημα των ηλιθίων δεν είναι η ευφυία τους, ούτε οι ικανότητές τους. Αυτοί λοιπόν οι τενεκέδες θα αναμορφώσουν την κοινωνία. Κάθε ένας που νοιώθει ότι εκεί βρίσκεται ο οικείος χώρος του, θα ανακαλύψει ότι αυτός είναι ένας δρόμος για κοινωνική ανέλιξη. Έστω για να τα βγάλει πέρα σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που για να σε πάρουν σε μια δουλειά πρέπει να έχεις διδακτορικό από το Harvard University.

Οι φασίστες δεν είναι απλά μια οργισμένη αντίδραση των μικροαστών που συνθλίβονται από την κρίση. Είναι η διαχείριση του καπιταλισμού σε κρίση, και όσοι δελεάζονται από το φασισμό το κάνουν με πλήρη συνείδηση για ίδιον όφελος. Οι άνθρωποι αυτοί σκέφτονται απλά: Έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να επιβιώσουν όλοι σε αυτή την κατάσταση. Κάποιοι πρέπει να πέσουν στον καιάδα. Ας είμαι λοιπόν σε αυτούς που θα αποφασίζουν ποιοι θα την σκαπουλάρουν.

Κάθε σχέδιο τώρα χρειάζεται και ένα όραμα, κάτι που να το δένει ιδεολογικά. Ο φασισμός εδώ ψωνίζει από τα έτοιμα. Πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια, αντισημιστισμός, αντιμουσουλμανισμός, ομοφοβία, ξενοφοβία και οτιδήποτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να θέσει τη μισή κοινωνία σε υποψηφιότητα για κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Είναι αλήθεια ότι για πατρίδες που χάνονται, για μετανάστες που έρχονται κατά εκατομμύρια, για εγκληματικότητες και υγειονομικές βόμβες, για γκέτο και άλλα τινά μιλάει και ο επίσημος αστικός κόσμος, με τη διαφορά ότι αυτός θέλει να επιβάλει καθεστώς διακρίσεων με “νόμιμα” μέσα και όχι με σφαλιάρες. Θα πει κανείς, υπάρχει διαφορά; Ναι υπάρχει. Ένα τέτοιο καθεστώς δεν μπορεί να προκύψει με “νόμιμα μέσα“. Η νίκη του προϋποθέτει το τσάκισμα του εσωτερικού εχθρού. Αυτό είναι επιπλέον και η βασική προϋπόθεση για την νομιμοποίησή του στις κάλπες. Οι φασίστες όσο δίνουν την εκτύπωση ότι μπορούν να δώσουν λύσεις στο δρόμο τόσο θα επιβραβεύονται στις κάλπες, ακόμα και από κόσμο που θα σκέφτεται πονηρά, ότι είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουμε. Έτσι αρχικά έχτισε την επιρροή της η ΧΑ στον Άγιο Παντελεήμονα. Πολλοί κάτοικοι τη στήριξαν στο Δήμο με το πονηρό σκεπτικό ότι έτσι θα σωθεί η αξία των ακινήτων τους, ή ο τζίρος των μαγαζιών τους. Ή ότι μόνο έτσι θα μπει μια τάξη στην “εγκληματικότητα”. Μετά την επιτυχία του υποδείγματος, τώρα ακολουθούν εκατοντάδες χιλιάδες σε όλη την Ελλάδα. Είναι άξιο απορίας, τι ακριβώς αποκάλυψη χρειάζονται αυτοί για να σπάσουν από τη ΧΑ; Ότι είναι τραμπούκοι και δέρνουν κόσμο; Καλά κάνουν, θα απαντήσουν οι ψηφοφόροι τους.

Και τότε τι μένει; Ο μόνος τρόπος για να αποδομηθεί η ΧΑ είναι η αποδόμηση των ομάδων κρούσης. Αυτό είναι υπεραρκετό για να γίνει η επιρροή της σκορποχώρι. Η συζήτηση για το τι είναι η ΧΑ πρέπει να γίνει, καταρχήν στις γραμμές της αριστεράς και όλων όσων τάσσονται ήδη εναντίον της. Εκεί να γίνει μπόλικη συζήτηση και πάνω απ’ όλα να ξεκαθαρίσουμε τι είναι αυτό που έχουμε απέναντί μας. Και κυρίως ότι απέναντί μας έχουμε καθάρματα, που είναι έτοιμοι να αναλάβουν ρόλο δεσμοφύλακα στα στρατόπεδα συγκέντρωση και εθνικής αναμόρφωσης του Μιχαλοκασιδάρη. Αν το συνειδητοποιήσουμε αυτό, τότε έχουμε λύσει τα 3/4 του προβλήματος. Το υπόλοιπο 1/4 είναι να τους ισοπεδώσουμε. Γιατί δεν έχουμε καμία όρεξη να γίνουμε υπήκοοι στην δουλοκτητική κοινωνία που ευαγγελίζονται. Και για να ξεκαθαρίσουμε και κάτι τελευταίο. Τα καθάρματα που ονειρεύονται να γίνουν δεσμοφύλακες και που στο κεφάλι τους έχουν άχυρα, ένα πράγμα είναι σίγουρο. Ότι δεν παίρνουν από λόγια.
Κ. Μαραγκός
Από http://avantgarde2009.wordpress.com