Ο βίος του Μπεντρεντίν.
Γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1358 (760 έτος Εγίρας) στη Σιμάβνα (Samawna, Αμμόβουνο στην ελληνική), μία μικρή πόλη, πολύ κοντά στην Αδριανούπολη. Η μητέρα του ήταν Ρωμιά, κόρη του φρούραρχου των Δημοτικών (Διδυμοτείχου) η οποία αφού ασπάσθηκε τον ισλαμισμό και πήρε το όνομα Μελέκ, παντρεύτηκε τον καδή του Διδυμοτείχου Ισραήλ. Ο Ισραήλ, ήταν ταυτόχρονα και γαζής, δηλαδή πολεμιστής της Πίστης. Η γενιά του αναγόταν σύμφωνα με τις πηγές στον ονομαστό ηγεμόνα των Σελτζούκων Αλαντίν Καϊκουμπάντ. Ο παππούς του, Αμπντούλ Αζίζ συγκαταλέγεται ανάμεσα στους εθνομάρτυρες των Οθωμανών, με ηρωικούς αγώνες στη Ρωμυλία και ένδοξο θάνατο σε μάχη με τους Βυζαντινούς.
Γόνος πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας ο Μπεντρεντίν, μεγάλωσε με τις αρχές της ισλαμικής πίστης και έλαβε σπουδαία για την εποχή εκείνη μόρφωση. Σπούδασε στο Ιεροδιδασκαλείο της Αδριανούπολης (φαίνεται ότι ο Πλήθων - Γεώργιος Γεμιστός ήταν συμμαθητής του εκεί).
Τις βασικές αρχές της Ισλαμικής πίστης τις διδάχθηκε αρχικά από τον πατέρα του και στη συνέχεια από τους ονομαστούς νομικούς Σαχίνι και Γιουσούφ. Μετέβη στην παλαιά πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Προύσα και παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας από τον ελληνικής καταγωγής διδάσκαλο Μαχμούτ Εφέντη. Το 1381 συνεχίζοντας τις σπουδές του πηγαίνει στο Ικόνιο όπου σπουδάζει Λογική και Αστρονομία κοντά στον σοφό Φεϊζουλάχ και λίγο μετά, πριν την ηλικία των 25, στα Ιεροσόλυμα και στο Κάιρο. Κατά την επιστροφή του από το καθιερωμένο για τους πιστούς ταξίδι στη Μέκκα, το 1383 ασπάσθηκε ή μάλλον καλύτερα μυήθηκε στο σουφισμό από το μεγάλο διδάσκαλο Seyh Χασάν Αχλατί.
Ένα ποίημα του Ρούμι που συμπυκνώνει την ανεξίθρησκη και μυστικιστική διδασκαλία των Σούφι :
«Για όνομα του θεού, τι πρέπει να γίνει, ω Μουσουλμάνοι, γιατί δεν το ξέρω ούτε κι εγώ.
Ούτε Χριστιανός, ούτε Εβραίος, ούτε Ζωροάστρης, ούτε Μουσουλμάνος είμαι.
Δεν κατάγομαι ούτε από την Ανατολή ούτε από την Δύση, ούτε από την ξηρά ούτε από την
θάλασσα, ούτε από τη γη, ούτε από τον ουρανό, ούτε από την Ινδία, Κίνα, Βουλγαρία, Σακσιν, ούτε από το Ιράκ, ούτε από τη γη του Χορασάν.
Δεν είμαι ούτε από τον παρόντα κόσμο, ούτε από τον άλλο, ούτε από τον παράδεισο
ούτε από την κόλαση.
Δεν είμαι ούτε από τον Αδάμ, ούτε από την Εύα.
0 τόπος μου είναι δίχως όρια.
Δεν έχω ούτε σώμα ούτε ψυχή, διότι ανήκω στην ψυχή του Αγαπημένου.
Είδα τους δύο κόσμους σαν ένα « Ένα ζητώ, ένα γνωρίζω, ένα βλέπω, ένα καλώ. Αυτός είναι ο πρώτος και Αυτός ο τελευταίος.
Αυτός είναι έξω και Αυτός είναι μέσα.
Δεν γνωρίζω κανέναν άλλο εκτός από τον «Ύψιστο» !
Μέθυσα από το ποτήρι της αγάπης, οι δύο κόσμοι έχουν βγει από τη θέα μου»
Ο Μπεντρεντίν στο Κάιρο ζει μερικά χρόνια ως μοναχός και έπειτα διορίζεται ως δάσκαλος του γιου και διαδόχου του θρόνου των Μαμελούκων. Μετά τον θάνατο του Χασάν Αλσλατί, αναλαμβάνει πια σεΐχης, δηλαδή ηγούμενος στη Μονή. Διαφορές και συγκρούσεις, μάλλον προσωπικής φύσης παρά θεολογικής τον αναγκάζουν να εγκαταλείψει τη μονή και να μεταβεί στο Ταμπρίζ (Tabriz), όπου γνωρίζεται με τους κιζιλμπάσηδες ή Κοκκινοκέφαλους και να επηρεαστεί από την αιρετική τους διδασκαλία. Οι κοκκινοέφαλοι έμειναν γνωστοί στην Ιστορία για τους αντιοθωμανικούς τους αγώνες (το 1511 προκάλεσαν μία τρομερή εξέγερση στη Μικρά Ασία η οποία παραλίγο να διαλύσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και ίδρυσαν τον 16ο Αιώνα την Αντιοθωμανική δυναστεία των Σαφαβιδών).
Τα χρόνια που έρχονται είναι πολύ δύσκολα για τους λαούς της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας. Ο Μπεντρεντίν, βλέπει με δέος τις τρομερές καταστροφές που επιφέρει η μογγολική λαίλαπα, την εξαθλίωση στην οποία βρίσκεται ο πληθυσμός, την αναρχία που επικρατεί και το ανήσυχο και μυστικιστικό του πνεύμα επαναστατεί. Ο Βαγιαζήτ έχει ηττηθεί το 1402 από το κατακτητή Τιμούρ Λαν, το οθωμανικό κράτος έχει εντελώς διαλυθεί και ένας αδελφοκτόνος πόλεμος, έχει ξεσπάσει ανάμεσα στα παιδιά του Σουλτάνου.
Οι πόλεμοι που δε φαίνεται να έχουν τέλος, προκαλούν αγανάκτηση στον τουρκικό λαό. Πολλοί έχουν μείνει για πάντα ανάπηροι, αδυνατούν να καλλιεργήσουν τη γη τους, ενώ ομάδες ληστών κάθε φυλής και θρησκείας προκαλούν παντού καταστροφές και λεηλασίες.
Ο Μπεντρεντίν την τρομερή εκείνη εποχή κοινωνικής και οικονομικής οπισθοδρόμησης για τους λαούς της περιοχής, μεταβαίνει στα εμιράτα του Καραμάν και του Γκερμιγιάν και αναπτύσσει ιεραποστολική δράση υπέρ του σουφισμού.
Ο σοφός πια Μπεντρεντίν, προβληματισμένος από όλα αυτά, μη μπορώντας να δώσει λύση μέσα από την διδασκαλία και τον τρόπο ζωής των δερβίσικων ταγμάτων, εξεγείρεται και αυτός μαζί με το λαό και προχωρεί στην διατύπωση πιο ριζοσπαστικών και φιλολαϊκών κηρυγμάτων.
Απομακρύνεται πλέον από τον θρησκευτικό μυστικισμό και τις απόκρυφες διδασκαλίες του σουφισμού και προσπαθεί να εφαρμόσει στην πράξη το όραμά του. Οραματίζεται μία αταξική κοινωνία χωρίς διακρίσεις φυλής, θρησκείας, φύλου, μία κοινωνία όπου θα επικρατεί η απόλυτη κοινοκτημοσύνη και ισότητα, μία κοινωνία ανεκτικότητας, αδελφοσύνης και ευδαιμονίας. Διδάσκει τη μονογαμία, επιτρέπει τη μουσική, το αλκοόλ. Αλλάζει την κλασική προσευχή του Ισλάμ, διευρύνοντας το θρησκευτικό του πιστεύω στο «Ένας είναι ο Θεός» και παραλείπει το «και προφήτης Αυτού ο Μωάμεθ».Δεν δέχεται τη μέλλουσα Κρίση και την ανάσταση των σωμάτων. Ο Παράδεισος και η κόλαση αποτελούν επίγειες καταστάσεις.
Οι θρησκευτικές τελετές των πιστών του, τελούνται ως αναμνήσεις, σύμφωνα με το τυπικό των ησυχαστών Αγιορειτών μοναχών και συμμετέχει και ο ορθόδοξος κλήρος. Θεωρεί και διδάσκει ότι για την ενοποίηση του κόσμου είναι απαραίτητη η ενοποίηση των θρησκειών και ειδικά των μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών. Για το λόγο αυτό όπως μας παραδίδει ο Δούκας, ο Μπεντρεντίν και ο Μουσταφά δίδασκαν, ότι «όποιος από τους Τούρκους πει ότι οι Χριστιανοί δεν είναι θεοσεβούμενοι, διαπράττει ασέβεια. Κάθε Τούρκος όταν συναντάει έναν χριστιανό, οφείλει να τον φιλοξενεί και να τον τιμά σαν άγγελο του Αλάχ». ( βλ. Ιωάννης Μελάς «Το Κομουνιστικό Κίνημα του Σεΐχη Μπεντρεντίν Σιμαναβή, Καντασκέρ των Οθωμανών πριν από την Άλωση 1416-1418» Αθήνα 1983 ).
Η διδασκαλία του Μπεντρεντίν.
Η διδασκαλία του Μπεντρεντίν ήταν αντίθετη σε πολλά θεμελιώδη στοιχεία της ισλαμικής τάξης και οργάνωσης. Επέτρεπε την κατανάλωση οίνου, όπως και οι Μπεκτασήδες, κάτι που απαγορεύεται ρητά από το Ισλάμ. Δίδασκε τη μονογαμία και την κοινοκτημοσύνη, αλλά εξαιρούσε τη γυναίκα απ' αυτήν. Επέτρεπε τη μουσική. Δίδασκε την ισότητα όλων των θρησκειών και θεωρούσε ότι η ενοποίηση του κόσμου προϋποθέτει την ενοποίηση όλων των θρησκειών. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Μπεντρεντίν τελούσε θρησκευτικές τελετές (ζικρ/ντικρ = ανάμνηση) κατά το τυπικό των Αγιορειτών ησυχαστών στις οποίες συμμετείχε και χριστιανικός κλήρος. Ακόμα και την κλασική προσευχή του Ισλάμ είχε αλλάξει, διευρύνοντας το θρησκευτικό του πιστεύω στο «ένας είναι ο θεός» παραλείποντας το «και προφήτης αυτού ο Μωάμεθ». Εξυπακούεται ότι δεν πίστευε ούτε στη μέλλουσα Κρίση ούτε στην ανάσταση του σώματος. Σε όλες τις αρχές του Ισλάμ εκείνος έδινε μια πολύ εσωτερική, ψυχοκεντρική ερμηνεία, ουσιαστικά συνεχίζοντας την παράδοση και άλλων κορυφαίων σουφί φιλοσόφων. 0 μυστικισμός του Μπεντρεντίν έχει και το υπερβατικό στοιχείο της ένωσης με τον θεό, την Αλήθεια (haqq), που αποτελεί τον απώτερο, αλλά όχι και τον μοναδικό στόχο ενός μυστικιστή.
0 ίδιος περιγράφει μια τέτοια πνευματική του εμπειρία με πολύ συγκίνηση, όπως αρμόζει σε ένα τέτοιο βίωμα: «Βρέθηκα σε έκσταση και απόμεινα θαυμάζοντας την παρουσία του θεού. Η συγκίνηση μ' έπνιξε... Μια μέρα είδα το σώμα μου ως ολοκλήρωση του θεού... ( 0 μύστης που γνώρισε τον θεό χάνει κάθε του αίσθημα. Απλώνεται σε όλη την οικουμένη. Γίνεται ένα με τα βουνά και τα ποτάμια. Δεν υπάρχει εδώ ή έπειτα. Όλα είναι μία και μόνη στιγμή.» Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η θεωρία για την επίδραση του Μπεντρεντίν και άλλων σούφικων δερβίσικων κύκλων, όπως των Αχήδων, σε προοδευτικούς μουσουλμανικούς κύκλους με τους οποίους ήρθε σε επαφή ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος του Μιστρά και δέχτηκε σημαντική επίδραση στη σκέψη και φιλοσοφία του, αλλά και ο μαθητής του, Γεώργιος Τραπεζούντιος.
Βέβαια ο Τραπεζούντιος αντιπαθούσε τον Γεμιστό, διότι θεωρούσε ότι υποστήριζε μια θρησκεία που, όπως έλεγε, δεν θα ήταν ούτε χριστιανική ούτε μουσουλμανική, αλλά συγγενής με την αρχαία ειδωλολατρία και την οποία, όπως προέβλεπε ο Γεμιστός, σύντομα θα την ασπαζόταν όλος ο κόσμος.
Φαίνεται μάλιστα πως ο Μπεντρεντίν και ο Πλήθων ήταν συμμαθητές στην εφηβεία τους στον Μεντρεσέ (Ιεροδιδασκαλείο) της Αδριανούπολης. Όπως μαρτυρεί ο βυζαντινός ιστοριογράφος ) Δούκας, ο κύριος συνεργάτης του Μπεντρεντίν, ο Μουσταφά, προφανώς καθ' υπόδειξη του, «εξέθετο γαρ δόγμα» «όποιος από τους Τούρκους πει ότι οι Χριστιανοί δεν είναι θεοσεβούμενοι, αυτός είναι ο ασεβής. Και όλοι όσοι πιστεύουν σε αυτήν την αρχή, όταν συναντούν κάποιον χριστιανό, οφείλουν να τον φιλοξενούν και να τον τιμούν ως άγγελον του Διός» (Δούκας, «Βυζαντινοτουρκική ιστορία», νεοελληνική απόδοση Βρ. Καραγής, εκδ. Κανάκη, Αθήνα 1997, σ. 245-7 και Ιωάννης Μελάς, Το Κομμουνιστικό Κίνημα του Σεΐχη Μπεντρεντίν Σιμαβναβή, Καντασκέρ των Οθωμανών πριν από την Άλωση 1416-1418, Αθήνα 1983).
Αν και επιφανής δημοδιδάσκαλος (είχε φτάσει στο βαθμό του ανώτατου στρατοδίκη- καντασκέρη), δεν διστάζει να έρθει σε σύγκρουση με τις διδαχές του με το κοινωνικό κατεστημένο της οθωμανικής κοινωνίας. Δεν τολμούν λόγω του πραγματικά ενάρετου βίου του και του γεγονότος ότι ήταν πολύ αγαπητός στο λαό να τον πειράξουν. Η διδασκαλία του σιγά σιγά, διαδίδεται μεταξύ των Τούρκων, Ελλήνων και Εβραίων φτωχοαγροτών. Ο Μπεντρεντίν, όντας επικίνδυνος εξορίζεται στη Νίκαια της Βιθυνίας. Εκεί γνωρίζεται με το Μουσταφά Μπιορκλουτζέ, έναν ελληνομαθή μουσουλμάνο βοσκό και με τον εβραίο ντονμέ (αρνησίθρησκο) Τορλάκ Κεμάλ. Με την επίδραση αυτών η διδασκαλία του γίνεται πιο μαχητική, πιο ριζοσπαστική και επαγγέλλεται πια μία κομουνιστική επανάσταση, που θα εξισώσει όλες τις φυλές της Ανατολής και θα οδηγήσει στην κυριαρχία των λαϊκών μαζών.
Το 1416 οργανώνεται ένας πραγματικός επαναστατικός στρατός στη Μικρά Ασία και τη Βλαχία. Χριστιανοί, μουσουλμάνοι και Εβραίοι, Τούρκοι και Έλληνες κατατάσσονται μαζικά στο στρατό αυτό, για να αποδειχθεί περίτρανα ότι στην αναφερόμενη εποχή, οι φτωχές αγροτικές μάζες δεν διαχωρίζονταν από θρησκευτικά και εθνικά μίση. Οι εξαθλιωμένοι δουλοπάροικοι κατάλαβαν ότι για να νικήσουν, θα πρέπει να δώσουν τα χέρια και να αγωνισθούν μαζί για την απελευθέρωσή τους. Στο κίνημα γρήγορα εισέρχονται και οι δερβίσηδες των τόσων πολλών ταγμάτων της εποχής, οι οποίοι το οργανώνουν σε πραγματική στρατιωτική βάση.
Οι αντάρτες φορούσαν όλοι την ίδια στολή, έτρωγαν από κοινά συσσίτια και μοιράζονταν τα πάντα εκτός από τις γυναίκες.Δεν υπήρχε διαχωρισμός φυλής και θρησκείας μεταξύ τους. (βλ. Γιάννη Κορδάτου «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας» τόμος VIII, σελ. 332-333).
Η καταστολή.
Ο Μουσταφά από τα βουνά του Καράμπουρνου, κάτω από τον κόλπο της Σμύρνης, περνάει στη Χίο. Εκεί γνωρίζεται με ένα Κρητικό καλόγερο στη μονή της Τουρλωτής της Χίου. Ο καλόγερος ισχυρίζεται το αλλόκοτο συνεπαρμένος από τον Μουσταφά. Ότι γνώριζε τον Μουσταφά από τη Σάμο και ότι εκείνες τις ημέρες τον επισκεπτόταν τις νυχτερινές ώρες διασχίζοντας πεζή το πέλαγος από τη Σμύρνη στη Χίο !
Οι προεστοί της Χίου, αλλά και οι περισσότεροι χριστιανοί μοναχοί ασπάζονται τις διδαχές του Μπεντρεντίν. Το κίνημα θέριεψε και οι αντάρτες εξοπλίσθηκαν. Στην δόξα του, έφτασε να έχει πάνω από δέκα χιλιάδες άνδρες υπό τα όπλα. (βλ. «Ιστορία των Ελλήνων» τόμος 7, σελ. 560-561 εκδόσεις Δομή, Αθήνα 2005).
Ο σουλτάνος Μωάμεθ Α’, πανικοβάλλεται. Οργανώνει πανστρατιά και χτυπάει τους επαναστάτες. Αρχικά, στέλνει τον αρνησίθρησκο Σέρβο Σισμάν (βασιλοπαίδι) με 6000 γενίτσαρους εναντίον του Μουσταφά. Στα στενά όμως του Στυλαρίου Όρους ο Σισμάν υφίσταται πανωλεθρία και οι γενίτσαροι στην κυριολεξία κατακρεουργούνται από τους άτακτους του Μουσταφά. «Οι αποστάτες του Ισλάμ, εκδικήθηκαν με την ψυχή τους τον αποστάτη του Χριστού», γράφει ο Μελάς στη μονογραφία του για τον Μπεντρεντίν.
Ο πόλεμος συνεχίστηκε. Υπό την ηγεσία του πιστού Βαγιαζήτ πασά ο σουλτανικός στρατός παρελαύνει στη Βιθυνία και δεν αφήνει τίποτα όρθιο. Σφάζει και καταστρέφει ότι βρει, εντελώς αδιάκριτα. Η τελική μάχη δόθηκε στην Έφεσο, όπου ήταν ιδιαίτερα σφοδρή και αιματηρή.
Ο Μουσταφά τελικά συλλαμβάνεται στην Έφεσο, μαζί με χιλιάδες αγωνιστές, (κάπου 3000) όπου και βρίσκουν μαρτυρικό θάνατο.
(βλ. «Παγκόσμια Ιστορία» της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ, παρ. 1138-1139).
Το ίδιο τέλος θα βρουν και οι δερβίσηδες του Τορλάκ Κεμάλ, τους οποίους θα απαγχονίσουν οι γενίτσαροι ομαδικά στον κάμπο της Μαγνησίας.
Το τέλος
Ο Μπεντρεντίν συλλαμβάνεται με τη σειρά του στις Σέρρες και παραδίδεται στα χέρια του Σουλτάνου. Μετά από μία παράνομη και εικονική δίκη, απαγχονίζεται στην αγορά της πόλης, μπροστά από μία ταβέρνα, στις 18 Δεκεμβρίου του 1420. Ήταν εξήντα ετών.
«Οι νικητές σκουπίσανε τα ματωμένα τους σπαθιά
στ' άσπρα δίχως ραφές πουκάμισα των νικημένων
κι η γή π' όλοι μαζί την είχαν τραγουδήσει
κι η γή που την οργώσανε τ' αδερφικά τους χέρια ποδοπατήθηκε
απ' τα πέταλα των αλόγων που φτάσαν το πρωί
μπρός στο παλάτι της Αδριανούπολης
Νικήθηκαν».
Το Έπος του seyh Bedreddin.
Το κίνημα του Μπεντρεντίν δεν ξεχάστηκε για αιώνες από τον τουρκικό και ελληνικό λαό. (Δεν ξεχάστηκε και από τους ιστορικούς εκπροσώπους της άρχουσας τάξης που πάντα μιλούν με περιφρόνηση και πάθος για τις λαϊκές επαναστάσεις βλ. Χάμμερ «Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» σε μετάφραση Κροκίδα τόμος Β’ σελίδες 20-23, όπου χαρακτηρίζει το κίνημα του Μπεντρεντίν ως ολέθριο και επικίνδυνο).
Από την ανακοίνωση του καθηγητή Οθωμανικών και σύγχρονων Τουρκικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Princeton, Heath W. Lowry :
"Μία από τις σημαντικότερες πλευρές του υλικού που διασώζεται στους καταλόγους (tahrirs) των Σερρών είναι το ότι ρίχνουν φως στο ρόλο του Σεΐχη Μπεντρεντίν Σιμαβνάογλου, ο οποίος εκτελέστηκε ως πολιτικός επαναστάτης στην αγορά της πόλης στις αρχές της δεκαετίας του 1400. Παρά το γεγονός αυτό, η μνήμη του συνέχισε να ζει στις Σέρρες και σε ολόκληρο τον 15ο και 16ο αιώνα, δεδομένου ότι ένας μουσουλμανικός ναός καθώς και μια κατοικία δερβίση που φέρουν το όνομά του, εμφανίζονται στις κτηματολογικές αποτυπώσεις. Το ότι το κίνημα του Μπεντρεντίν συνέχισε να επιζεί σε όλη την Τουρκοκρατία συνάγεται από το γεγονός ότι το 1923 οι Τούρκοι των Σερρών (οι οποίοι είχαν προέλθει από την ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία) ξέθαψαν το λείψανό του και το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη.Από τις εκατοντάδες χιλιάδες Οθωμανών που πέθαναν και ενταφιάστηκαν στα Βαλκάνια στην περίοδο 1354-1923, μόνο το λείψανο του Σεΐχη Μπεντρεντίν συνόδεψε την αποχώρηση των Τούρκων στο τέλος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου".
(B' Διεθνές Επστημονικό Συνέδριο για τις Σέρρες, 6-9 Απριλίου 2006).
Στην εφημερίδα "Το Βήμα" στις 04/04/1999 γράφει ο Κώστας Τσιπήρας (Ταξίδια με αυτοκίνητο):
"Πριν από μερικούς μήνες διαβάζοντας την τουρκική εφημερίδα «Χουριέτ» βρέθηκα μπροστά σε μια απίθανη είδηση: μια ομάδα μπεκτασήδων μουσουλμάνων είχαν επισκεφθεί πρόσφατα την πόλη των Σερρών για να προσκυνήσουν τον τάφο ενός από τους ιδρυτές της αίρεσης του σιιτισμού, του σεΐχη Μπεντρεντίν, παρ' ότι τα οστά του έχουν μεταφερθεί από το 1924 στην Κωνσταντινούπολη και παρ' ότι στη θέση του μαυσωλείου του, στην οδό Βενιζέλου 63, υπάρχει σήμερα το φαρμακείο του Αχ. Λιθαρή!"
Ο Μπεντρεντίν, ο Μουσταφά και ο Τορλάκ, ανήκουν στους μάρτυρες της τουρκικής αριστεράς. Θα έλεγε κανείς, χωρίς κάποια δόση υπερβολής στους Αγίους της τουρκικής αριστεράς. Τόσο οι Τούρκοι κομουνιστές, όσο και οι αναρχικοί τους σέβονται και τους τιμούν.
Ο Μπεντρεντί σε τουρκικό βιβλίο.
Ο Ναζίμ Χικμέτ, ο μεγάλος ποιητής του βασανισμένου τουρκικού λαού, ο αγαπημένος τεχνίτης του έμμετρου λόγου, έχει γράψει το περίφημο έπος του Μπεντρεντίν, το οποίο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1936. Το έπος ξεκινάει με μία συγκλονιστική εικόνα :
Το πουκάμισο ενός φυλακισμένου που κρέμεται στο παράθυρο, παίρνει μέσα στο σκοτάδι το σχήμα του Μουσταφά, ο οποίος καλεί τον ποιητή να γνωρίσει την ιστορία του Μπεντρεντίν και να δει όσα έγιναν εκείνα τα χρόνια τα παλιά.
Παραθέτω κάποια αποσπάσματα, γιατί το κομουνιστικό κίνημα του Μπεντρεντίν, συνδέει τις λαϊκές παραδόσεις του τουρκικού κα ελληνικού λαού και αποτελεί μέσα στην ιστορία ένα κοινό, προοδευτικό σημείο επαφής των λαών μας (από την έκδοση των ποιημάτων του Ναζίμ Χικμέτ, που έγινε το 1951 στις Λαϊκές Δημοκρατίες, Εκδοτικό «Νέα Ελλάδα»).
Η ΜΑΧΗ
(αναφέρεται στη μάχη του Μουσταφά με το σουλτανικό στρατό στην Έφεσο ).
'Ήταν ζεστό ένα μεσημέρι
κι η ζέστη ήτανε σαν το μαχαίρι με ματωμένο χέρι
με σίδερο πυρό. ¨Ήτανε ζέστη
το συνεφόκαμα θολό τα γνέφια ήταν πυρωμένα
και βουρκωμένα στον ουρανό,
κι' αυτός ακίνητος σα μαργωμένος μαρμαρωμένος
πάνω απ' τα βράχια και η ματιά του
σαν αετίσια κοίταζε ίσια πέρα στα στάχυα προς την καμπιά.
Κει κάτω ήταν η τρυφερή κει κάτω ήταν η πιο τραχιά
η πιο σφιχτόχερη κι η απλοχέρα η ερωτιάρα
η εμορφιά, η πιο ωραία μέσα στις γυναίκες.
Ήταν η γη. Η γη που τώρα και στην αντάρα γεννοβολά.
Από τα μάκρη ερχόταν πέρα Το βασιλόπουλο ο Μουράτ
Ερχόταν τώρα σαν τον αέρα με το φιρμάνι του Πατισάχ
την εκατόχρονη τάξη να φέρει στις Αϊντινλιώτικες τις καμπιές,
ερχόταν τώρα με το σεφέρι για να τσακίσει τα ρεμπελιά,
ερχόταν μπόρα με το σεφέρι του βασιλιά,
ερχόταν τώρα για να ρημάξει το Μουσταφά
τον Μπεντρεντίν να ρίξει κάτω να του τσακίσει τον ταϊφά
Ήτανε Τούρκοι φτωχοί ζευγίτες απ’ το Αϊντίν
Γραικοί ψαράδες από τη Σάμο κι Οβραίοι έμποροι
και φτωχογιοί και φαμελίτες ωσάν την άμμο.
Όλοι σύντροφοι του Μπεντρεντίν.
Είχανε μείνει από τις δέκα δυό χιλιάδες
Οι άλλοι επήγαν για να μπορούνε όσοι θα ζήσουν
τράτα ομάδι για να τραβούνε απ’το γιαλό
για να δουλεύουν το σίδερό τους σαν την δαντέλα
τη γης ν’ ανοίγουν τραγουδιστά
Κι όλοι αντάμα σύκα να τρώνε απ την τσαπέλα
τραγανιστά !
Να διαφεντεύουν έργο ή γιορτάσι αδελφωμένο, αγκαλιαστά.
Και μοναχά να είναι μόνοι όταν θα θέλουν λόγια να πούνε,
σ’ ένα κορίτσι αγαπημένο, λαχταριστά.