Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Οι ενάρετες μεγάλες επιχειρήσεις που πληρώνουν τους φόρους τους…

Από "ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ" ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΓΩΝΑ


Αφού τελειώσανε με τον υπ αριθμ. 1 εχθρό του λαού τους δημοσίους υπαλλήλους, είναι αλήθεια ότι το παλεύανε για κάμποσα χρόνια μέχρι να τους ξεπαστρέψουν, τα όπλα στράφηκαν και στον υπ αριθμ. 2 εχθρό, τους μικροεπαγγελματίες και μικροεπιχειρηματίες. Η υψηλή φορολογία που θα τους επιβληθεί με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, είναι σίγουρο ότι θα σβήσει και τα τελευταία υπολείμματα από δαύτους, με ταχύτητα τέτοια, που οι εισαγωγείς λουκέτων δεν θα μπορούν να προλάβουν τη ζήτηση.

Για μεν τους πρώτους τα αμαρτήματα πολλά και πολυπαινεμένα, για δε τους δεύτερους, ένα, αλλά ασυγχώρητο, η φοροδιαφυγή. Τόσο στη μια περίπτωση, όσο και στην άλλη, αρωγοί, οι παραχαράκτες των αριθμών, οι ζογκλέρ της επιστημονικής παραπληροφόρησης και διαστροφής. Τεράστιο το κράτος από τη μιά, τεράστια η φοροδιαφυγή από την άλλη. Και σ’ όλο το πλάνο πανταχού απών, ο υπ αριθμ, 3 εχθρός, το μεγάλο κεφάλαιο, οι πολυεθνικές, οι εφοπλιστές και τα λοιπά καλόπαιδα.

Αν μη τι άλλο, το θέμα είναι αισθητικό. Ανάμεσα στον αξύριστο, βρωμιάρη μπογιατζή και στον ντυμένο στην “πένα στο καντίνι” μεγαλοπαπάρα, αν σου ζητηθεί να υποδείξεις τον απατεώνα, το δάχτυλο ασυναίσθητα θα σταθεί στον πρώτο.

Πολύ ιδρώτας έπεσε τον τελευταίο καιρό για να στοιχειοθετηθεί η συμβολή των μικρών στο ομολογουμένως μεγάλο έλλειμμα κρατικών εσόδων από τη φορολογία. Αν οι μεγάλοι φοροδιαφεύγουν κατά τι, (βάζοντας στην άκρη τις “νόμιμες” φοροαπαλλαγές), οι μικροί φοροδιαφεύγουν κατά τι περισσότερο, για το λόγο ότι είναι πολλοί περισσότεροι. Στη λογική αυτή, φτάνει η απλή αναφορά στην αριθμητική πλειοψηφία που συγκροτεί μια κατηγορία, για να απαλειφθούν από την εξίσωση τα ποσά που κάθε μια κατηγορία αποκρύπτει, ωσάν η μέση φοροδιαφυγή των μικρών να είναι ίδια με τη μέση φοροδιαφυγή, (νόμιμη και παράνομη), των μεγάλων.

Έτσι, το πρόβλημα εντοπίστηκε, φυσικά με την επιστράτευση στοιχείων επί στοιχείων, και κομψών γραφικών παραστάσεων, επί ακόμα κομψότερων τοιούτων, στο μεγάλο αριθμό αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών και μικροεπιχειρηματιών, σε αντίθεση με τις προοδευμένες χώρες όπου η τάξη αυτή εμφανίζεται σημαντικά συρρικνωμένη, προς όφελος των μεγαλύτερων, φορολογικά ενάρετων επιχειρήσεων. Η συσχέτιση λοιπόν, όπως εξ υπονοείται της φοροδιαφυγής με την ύπαρξη μικρών επιχειρήσεων δεν διαφέρει και πολύ από την συσχέτιση (όπως είχαμε δείξει στη Θεωρία των Πελαργών), της μείωσης των γεννήσεων στη Γερμανία κάποια εποχή με τη μείωση του πληθυσμού των πελαργών. Το παράδειγμα αυτό, που, εκ των πραγμάτων, παραπέμπει στο συμπέρασμα ότι τα μωρά τα φέρνουν οι πελαργοί, διδάσκεται σε όλα τα τμήματα στατιστικής για να δείξει πόσο φαιδρά αποτελέσματα μπορεί να παράξει η ανόητη χρήση της στατιστικής και της συσχέτισης παράταιρων αριθμών.

Μπορεί στην Ελλάδα το χόμπι της παρακολούθησης των κινήσεων των μεγάλων επιχειρήσεων και πολυεθνικών που αλωνίζουν στη χώρα μας να μην είναι διαδεδομένο, γιαυτό άλλωστε και αλωνίζουν, είναι όμως, και με το παραπάνω στις χώρες στις οποίες πασχίζουμε να μοιάσουμε, ιδίως στην Αμερική και το Μεγάλο Βασίλειο.

Δημοσιεύματα τις τελευταίες μέρες από το Reuters, BBC, Guardian, Sunday Times, κλπ έφεραν στο φως τα έργα και ημέρες της αρετής των μεγάλων πολυεθνικών.

Η E-Bay, σύμφωνα με τη Sunday Times, βρέθηκε να καταβάλει στο ΗΒ για το 2010, φόρο 1.2 εκ. λιρών σε σύνολο πωλήσεων 800 εκ. Θεωρώντας ότι δουλεύει με ένα ποσοστό κέρδους 23%, το κέρδος της στο ΗΒ θα έπρεπε να ήταν γύρω στα 181 εκ., ποσό που αντιστοιχεί σε φόρο 51 εκ. Αντ’ αυτού πλήρωσε μόνο 1.2 εκ.
Τα Starbucks, σύμφωνα με το Reuters, σε διάστημα 14 ετών πλήρωσαν στο ΗΒ φόρο 8.6 εκ λιρών. Τον περασμένο χρόνο είχαν πωλήσεις στο ΗΒ 400 εκ λίρες, αλλά ο φόρος που κατέβαλαν ήταν 0. Από το 1998 δε που λειτουργούν στο ΗΒ, για συνολικές πωλήσεις πάνω από 3 δις πλήρωσαν φόρο λιγότερο από 1% επί των κερδών.

Το Facebook πλήρωσε τον προηγούμενο χρόνο στο ΗΒ φόρο 238,000 λίρες για πωλήσεις 20.4 εκ λιρών. Και τούτο, λόγω μεταφοράς μέρους του εισοδήματος στην Ιρλανδία, όπου οι φόροι είναι χαμηλότεροι.
Σύμφωνα με τον Guardian, το Amazon τα τελευταία τρία χρόνια έκανε πωλήσεις 7.6 δις στο ΗΒ, για να πληρώσει μηδενικό φόρο. Ο λόγος είναι ότι η εταιρία είχε μεταφέρει τα κεντρικά της γραφεία στο Λουξεμβούργο, όπως έκανε προσφάτως και η δική μας η ΦΑΓΕ. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι πωλήσεις που κάνει η Amazon Αγγλίας πληρώνονται στο Λουξεμβούργο, όπου και φορολογούνται με χαμηλό συντελεστή.
Η Google έχει τα κεντρικά της στο Δουβλίνο, και ο φόρος που πλήρωσε αυτό το χρόνο στο ΗΒ για έσοδα 400 εκ ήταν μόνο 6 εκ.
Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι οι περιπτώσεις αυτές στο ΗΒ δεν είναι μοναδικές και δακτυλοδεικτούμενες. Μιας και βρήκε το δρόμο η μια, δεν υπάρχει λόγος να μην το κάνουν και οι άλλες. Και φυσικά, δεν υπάρχει λόγος να αποκλείουμε το γεγονός ότι τον δρόμο αυτό της αρετής δεν τον έχουν ανακαλύψει και εταιρίες που δραστηριοποιούνται σε άλλες χώρες, όπως και στη δική μας.

Πριν σημάνει λοιπόν επίθεση στη μικροεπιχειρηματικότητα, ας ξεκαθαρίσουμε το τοπίο και στη μεγαλοεπιχειρηματικότητα, χωρίς πειραγμένα στοιχεία και εσκεμμένες παραλείψεις.

Η Vodafone, κλήθηκε να πληρώσει πρόστιμο 76 εκ ευρώ για τις γνωστές υποκλοπές. Το πλήρωσε; Όχι φυσικά. Το πρόστιμο αυτό ακυρώθηκε μετά τιμών και επαίνων από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου το 2010…


CYNICAL

Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ... (αναδημοσίευση)


 Aπό εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr/)

Η σάτιρα δεν έχει όρια. Ούτε η βλακεία. Η σάτιρα όμως, και αυτό την διαχωρίζει από τη βλακεία, είναι άποψη και θέση. Όταν λοιπόν σατιρίζει κάποιος έναν πολιτικό, ένα γεγονός, μια τραγωδία, αυτόματα εκφράζει και την άποψή του. Κρίνει, κατακρίνει, επικροτεί, αποδομεί. Η σάτιρα είναι πρωτίστως αποδομητική. Αποδομεί τον καθωσπρεπισμό, τα στερεότυπα, αυτό που λέμε “politically correct” κτλ. 

Η “φάρσα”, κακόγουστη σίγουρα, που έγινε στη Λιάνα Κανέλλη στο κτίριο του Φαλήρου, απέτυχε. Δεν προκάλεσε γέλιο, δεν αποδόμησε ένα βίαιο γεγονός, δεν μας ξαλάφρωσε. Αντίθετα, προκάλεσε θυμό, απέχθεια, και κυρίως, μας φόβισε. Όχι όλους και όλες, όχι για τον ίδιο λόγο. Μπορούμε ίσως να αποδώσουμε τα δάκρυα της Κανέλλη σε συναισθηματική φόρτιση ενός ανθρώπου που συνειδητοποιεί ξαφνικά ότι βρίσκεται στην έρημο της αδιαφορίας και του κυνισμού. Σπάει μπροστά στη θέα της μετάλλαξης των παλιών “συμμάχων” σε εχθρούς. Ο κάθε άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του αγωνιστή, με το δίκιο ή το άδικό του, δεν έχει σημασία, κλαίει για τη θιγμένη του αξιοπρέπεια, από θυμό, θλίψη ή πείσμα. 

Το πολιτικό σύστημα, καταρρακωμένο, αποσύρεται και τη θέση του παίρνει το πιο απεχθές του πρόσωπο. Μαζί η κοινωνία αναδεικνύει και αυτή όλα της τα πρόσωπα. Σε αυτή την κατάσταση, όλοι και όλες θα έρθουμε αντιμέτωπες με το πρόσωπο του κτήνους. 

Οι μάσκες πέφτουν, κάθε μέρα μια αποκάλυψη. 

Εμείς, από τη μεριά μας ξέρουμε ότι δεν θα αφήσουμε το φασισμό να περάσει, ούτε αυτόν που ξεμπροστιάζεται κάθε μέρα μπροστά μας, ούτε τον άλλο που προσπαθεί να ξεπλυθεί στο λάιφ-στάιλ της “σάτιρας” και της “μόδας”, και στα γρανάζια της κρατικής μηχανής. Δεν θα φοβηθούμε, γιατί το ξέρουμε ότι αν επιτρέψουμε στο φόβο να κυριαρχήσει, επιτρέπουμε την επέλαση του ολοκληρωτισμού. 

Μ. Χ.

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

το κόστος (αναδημοσίευση)


Η πρώτη μνήμη μου για τη λέξη κόστος ήταν όταν άκουσα την μητέρα μου, για μεγάλη μου δυστυχία, να μου λέει: "δεν μπορώ να στο πάρω, κοστίζει πολύ".

Αργότερα είχα την εντύπωση ότι η λέξη εντοπιζόταν μόνο δίπλα σε συγκεκριμένα επίθετα: οικονομικό κόστος, ψυχικό κόστος, πολιτικό κόστος, εργατικό κόστος, καλλιτεχνικό κόστος και πολλά άλλα.

Στην πορεία διαπίστωσα ότι το ρήμα είχε άπειρα αντικείμενα: του κόστισε τη ζωή του, του κόστισε τις σπουδές του, του κόστισε τη φήμη του,του κόστισε τα πάντα. Κι έτσι άρχισα να συνειδητοποιώ ότι η ζωή των ανθρώπων, είτε ατομικά, είτε ομαδικά, περιστρεφόταν γύρω από την ικανοποίηση και τον προσδιορισμό αυτής της λέξης.

Ταυτόχρονα γύρω από τη λέξη προστέθηκαν κι άλλα επίθετα: φθηνό, ακριβό, άμεσο, έμμεσο, συνολικό, μερικό. Άνοιξα τότε την μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, ανέτρεξα στο λήμμα κόστος κι ανάμεσα σε άλλα διάβασα τα εξής:
"κόστος: η συνολική αξία πράγματος τινός, το κόστος του σπιτιού, της ενδυμασίας, κ.λπ, η τιμή του πράγματος κατ' αντίθεση της τιμής πωλήσεως αυτού, το κόστος του 100 δραχμάς και το πωλούμε 110.
Η ακριβής εκτίμηση του σνολικού κόστους είναι κεφαλαιώδους σημασίας καθότι χρησιμεύει ως βάσις για τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους συμφώνως με την καθορισθείσα τιμήν πωλήσεως..."

Γρήγορα όμως κατάλαβα πως οι άνθρωποι δεν συμφωνούσαν στο μέγεθος του και αντίθετα το συναρτούσανε με τις ανάγκες τους και τις επιθυμίες τους.

[...] Άρχισα τότε να αναρωτιέμαι τι είναι αυτό το κόστος που μεταμοφώνεται στα πάντα κι όπου όταν δεν ικανοποιείται προκαλεί κατ' αρχάς φόβο κι αν συνεχίσει να μην ικανοποιείται προκαλεί πανικό στους ανθρώπους με αποτέλεσμα να ορίζει τη ζωή τους.

Η μικρή μου αναζήτηση με οδήγησε στα παρακάτω συμπεράσματα:
1. το κόστος είναι αφηρημένο κι έτσι απεικονίζεται με ότι θέλει, κυρίως με χρήματα, με υλικά αγαθά
2.συνήθως καλύπτεται από τους πολλούς ενώ λίγοι το καρπώνονται
3. σπάνια καλύπτεται με συνέπεια συνεχώς να αυξάνεται
4. η αδυναμία κάλυψής του πείθει τους πολλούς να δέχονται την υποτίμηση της ζωής τους στην προοπτική του κάποτε να καλυφθεί
5. οι λίγοι διαρκώς υπενθυμίζουν την αντικειμενική αδυναμία να καλυφθεί αν οι πολλοί δεν προσπαθήσουν περισσότερο ζητώντας λιγότερα
6. αυτοί που εκπροσωπούν τους πολλούς φοβούνται περισσότερο τη γνώμη των λίγων που έχουν τα μέσα και συνεπώς ελέγχουν το κόστος
7. το κόστος οδηγεί στην εξουσία κι η εξουσία στη διόγκωση του κόστους
8. το κόστος διογκώνεται γιατί οι πολλοί προσπαθούν να μιμηθούν τη ζωή των λίγων που καθόλου δεν είναι βέβαιο πως είναι ενδιαφέρουσα
9. το κόστος μειώνεται όταν δε παράγεις αλλά δυστυχώς ο πλανήτης χρειάζεται παραγωγή
10. το κόστος ποτέ δεν ενδιαφέρεται για τη ζωή, το μόνο που το ενδιαφέρει είναι η αυτοϊκανοποίησή του
11.επιβάλλει την ικανοποίησή του τρομοκρατώντας τους πολλούς πως θα πεθάνουν αν δε καλύψουν έστω κι ένα μικρό του μέρος
12. καταδυναστεύει τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων που δεν έχουν τα χρήματα να το αγοράσουν, παραπλανώντας τους ότι αν είναι υπομονετικοί, εργατικοί κι ολιγαρκείς μπορεί κάποτε ν' αποκτήσουν τα χρήματα για να αγοράσουν ένα μέρος του

(άρθρο του Σάββα Γαβριηλίδη, από το περιοδικό ¨Κωπηλάτες¨)

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

τι είναι η επανάσταση; ένα εκατομμύριο τσιμπήματα μέλισσας, ένα εκατομμύριο αξιοπρέπειες (αναδημοσίευση)

σ.δ.: Βρήκα αυτό το κείμενο στο μαμούφι (http://mamoufi.blogspot.gr/) και το θεωρώ περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Ίσως η ανάγνωσή του να έχει να προσφέρει νέες ιδέες και νέα όπλα στη φαρέτρα των κινημάτων.


του John Holloway

Η επανάσταση επείγει περισσότερο από ποτέ. Είναι προφανές.

Ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να συλλάβουμε την επανάσταση είναι μέσα από τις ρωγμές στην υφή της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Μέσα από την αναγνώριση, δημιουργία, επέκταση, τον πολλαπλασιασμό και τη συμβολή χώρων ή στιγμών άρνησης-και-δημιουργίας, χώρων ή κινημάτων όπου ο κόσμος λέει «ΟΧΙ! ¡Ya basta! Εδώ όχι· εδώ δεν θα υποτάξουμε τις ζωές μας στην κυριαρχία του κεφαλαίου, εδώ θα κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο ή επιθυμητό!»

Η επανάσταση βρίσκεται απαραίτητα στα διάκενα. Είναι άκρως απίθανο η κατάργηση του καπιταλισμού να συμβεί ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο.

Αυτό το χαρακτηριστικό της επανάστασης έχει, στο παρελθόν, επισκιαστεί από την παράλογη ιδέα ότι κάθε κράτος αποτελούσε τη δική του κοινωνία, αντί να θεωρηθεί πως κάθε κράτος δεν είναι παρά ένα κομμάτι της παγκόσμιας καπιταλιστικής κοινωνίας.

Εάν αποδεχτούμε πως η επανάσταση περιορίζεται στα διάκενα, τότε ποια είναι τα σχετικά διάκενα, ποιοι οι σχετικοί χώροι; Πολλοί επαναστάτες αντιλαμβάνονται το κράτος ως έναν τέτοιο χώρο. Αυτό, ωστόσο, έχει το μειονέκτημα ότι το κράτος είναι μία μορφή οργάνωσης που αναπτύχθηκε για να υποστηρίξει το κεφάλαιο και για να εμποδίζει τον κόσμο από το να προσδιορίζει την ίδια του τη ζωή. Τόσο από την ιστορία του περασμένου αιώνα όσο και από το θεωρητικό συλλογισμό, προκύπτει πως είναι αδύνατο να δημιουργηθεί μία αυτοπροσδιοριζόμενη (ή κομμουνιστική) κοινωνία μέσα από μία μορφή οργάνωσης που έχει σχεδιαστεί για την καταπίεση του αυτοπροσδιορισμού. Η ριζική μεταμόρφωση της κοινωνίας μέσα από το κράτος δεν είναι δυνατή.

Όταν φανταζόμαστε τις ρωγμές στην καπιταλιστική κυριαρχία, είναι προτιμότερο να τις σκεφτόμαστε υπό όρους μη κρατικούς. Αυτές οι ρωγμές υπάρχουν σε πολλές μορφές ανά τον κόσμο. Ίσως είναι εδαφικές: «εδώ, σ’ αυτόν το χώρο (τη ζούγκλα Λακαντόνα στην Τσιάπας, ένα εργοστάσιο υπό κατάληψη ή ένα εναλλακτικό καφέ) δεν θα δεχτούμε τη λογική του κεφαλαίου· εδώ θα δημιουργήσουμε άλλες κοινωνικές σχέσεις». Ίσως υπάρχουν και ρωγμές στο χρόνο: «εδώ, σ’ αυτό το δρώμενο, όσο βρισκόμαστε μαζί, θα κάνουμε τα πράγματα με τρόπο διαφορετικό, θ’ ανοίξουμε παράθυρα προς έναν άλλο κόσμο». Ή ίσως σχετίζονται με συγκεκριμένες δραστηριότητες ή πόρους: «στο ζήτημα του νερού ή του software ή της εκπαίδευσης, θ’ αγωνιστούμε για να αποκλείσουμε την κυριαρχία του χρήματος και του κεφαλαίου, αυτές οι δραστηριότητες πρέπει να υπάγονται σε μία διαφορετική λογική.

Ο θάνατος του καπιταλισμού δεν θα είναι το αποτέλεσμα μιας μαχαιριάς στην καρδιά, θα προκύψει από ένα εκατομμύριο τσιμπήματα μέλισσας. Αυτά τα τσιμπήματα είμαστε εμείς.

Το ένα εκατομμύριο τσιμπήματα είναι ένα εκατομμύριο αξιοπρέπειες. Οι χώροι ή οι στιγμές της άρνησής μας είναι στιγμές δημιουργίας, στιγμές κατά τις οποίες κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο ή επιθυμητό. Χειραφετούμε την εξουσία-για μας από την εξουσία-επί που την κρατάει δέσμια. Καθώς καταστρέφουμε την καπιταλιστική κοινωνικότητα (επειδή εκείνη μας καταστρέφει), δημιουργούμε μία άλλη κοινωνικότητα που βασίζεται στο συλλογικό προσδιορισμό του πράττειν μας. Η απελευθέρωση-και-δημιουργία της εξουσίας μας-για, αποτελεί τον πυρήνα της κομμουνιστικής επανάστασης. Είναι, επίσης, απαραίτητη ως μέσο για την αντιμετώπιση της απειλής της υλικής φτώχειας: με αυτήν ανταμείβεται η αξιοπρέπεια σε μία κοινωνία που βασίζεται στην άρνηση της αξιοπρέπειας.

Οι αξιοπρέπειές μας είναι πέτρες που διαπερνούν το κρύσταλλο της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Δημιουργούν τρύπες, αλλά όχι μόνο· δημιουργούν ρωγμές που εξαπλώνονται. Η κίνηση είναι ουσιώδης. Το κεφάλαιο προσπαθεί συνεχώς να γεμίσει τις ρωγμές, να απορροφήσει εκ νέου τις εξεγέρσεις μας· η εξέγερσή μας, για να παραμείνει ζωντανή, πρέπει να κινείται πιο γρήγορα από το κεφάλαιο. Ένας αυτόνομος χώρος που δεν εξαπλώνεται, που δεν μετατρέπεται σε ρωγμή, διατρέχει τον κίνδυνο να μεταμορφωθεί στο αντίθετό του, σε έναν θεσμό.

Ο καπιταλισμός είναι γεμάτος ρωγμές, μικρές (η επαναστατικότητα που βρίσκεται μέσα σε όλους μας ή μία ομάδα ανθρώπων που ενώνεται για να δημιουργήσει έναν αντικαπιταλιστικό χώρο) και μεγάλες (η ζούγκλα Λακαντόνα, το κίνημα στη Βολιβία, οι αναταραχές και οι αρνήσεις στη Γαλλία). Κάποιες φορές είναι τόσο μικρές ή τόσο φαινομενικά «απολιτικές» που δεν τις αναγνωρίζουμε. Η επανάσταση ξεκινά με την αναγνώριση των ρωγμών που ήδη υπάρχουν, και αναπτύσσεται με τη δημιουργία, την εξάπλωση, τον πολλαπλασιασμό και τη συμβολή νέων ρωγμών. Η συμβολή εξαρτάται περισσότερο από ωστικά κύματα και αντηχήσεις, παρά από επίσημες οργανωτικές δομές.

Η επανάσταση μέσα από ρωγμές είναι επανάσταση εδώ και τώρα. Η μαχαιριά στην καρδιά χρειάζεται προετοιμασία, βρίσκεται πάντα στο μέλλον. Τα εκατομμύρια τσιμπήματα μέλισσας, οι εκατομμύρια αξιοπρέπειες υπάρχουν εδώ και τώρα. Το ζήτημα δεν είναι πώς θα χτίσουμε το κίνημα για το μέλλον, αλλά πώς θα σπάσουμε τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις εδώ και τώρα. Ρήξη, άρνηση-και-δημιουργία εδώ και τώρα: αυτή είναι η πρόκληση της επανάστασης.

Η παλιά έννοια της επανάστασης βρίσκεται σε κρίση επειδή σε κρίση βρίσκεται και η βάση της, η αφηρημένη ή αλλοτριωμένη εργασία. Η παλιά έννοια ήταν η επαναστατική θεωρία του εργατικού κινήματος, του αγώνα της αμειβόμενης εργασίας (ή της αφηρημένης εργασίας) ενάντια στο κεφάλαιο.

Ο αγώνας του ήταν περιορισμένος γιατί η αμειβόμενη εργασία είναι το συμπλήρωμα του κεφαλαίου και όχι η άρνησή του. Η κρίση του εργατικού κινήματος (και της ίδιας της αμειβόμενης εργασίας) οδηγεί σ’ ένα βαθύτερο επίπεδο ταξικής πάλης: στην πάλη του πράττειν ενάντια στην αμειβόμενη εργασία (και, επομένως, ενάντια στο κεφάλαιο). Αυτή η νέα και βαθύτερη ταξική πάλη είναι που αναζητά έναν τρόπο να πορευθεί, πρακτικά και θεωρητικά. Είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας, η κρίση της αμειβόμενης εργασίας, είμαστε η εξέγερση του πράττειν ενάντια στον αλλότριο προσδιορισμό, είμαστε η ώθηση του πράττειν προς τον αυτοπροσδιορισμό. Είμαστε, με άλλα λόγια, η υπερχείλιση της δημιουργικότητας από τα δεσμά της εργασίας. Είμαστε, ταυτόχρονα, η απάντηση και η ερώτηση μιας νέας ταξικής πάλης· στη σωστή σειρά: πρώτα η απάντηση και ύστερα η ερώτηση.

Οι δυσκολίες αυτής της προσέγγισης είναι εμφανείς: αυτό το σημείο μπορεί να αφεθεί με ασφάλεια στον αναγνώστη. Ωστόσο, δεν βλέπω άλλο τρόπο. Το να παραιτηθούμε από την επανάσταση δεν αποτελεί επιλογή.

Ρωτώντας περπατάμε.

σ.δ.: οι υπαγραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή

Ο ίσκιος της ζωής (αναδημοσίευση)

Από βλέμμα (http://vlemma.wordpress.com)


Για όσους αντέχουν ακόμη να πληρώνουν ενοίκιο ή δόση στεγαστικού, σούπερ μάρκετ και ασφάλιστρο, για όσους ψώνισαν φέτος σχολικά είδη στα παιδιά τους, η σαστισμάρα και η σύγχυση είναι ακόμη τα κυρίαρχα συναισθήματα. Οι σαστισμένοι όμως λιγοστεύουν διαρκώς. Και αυξάνονται οι ανήμποροι, οι αδρανείς, οι παραιτημένοι, οι γυμνοί· όσοι δεν πληρώνουν πια ασφαλιστικές εισφορές, ούτε εφορία, γιατί απλούστατα δεν δύνανται. Δεν έχουν. Δεν είναι εδώ πια, ανήκουν σε άλλο κόσμο, κινούνται σε άλλο χρόνο, όχι παρελθόντα, όχι στο φτωχό ’50 και το ’60 με τα μανταρισμένα πουλόβερ και τα γυρισμένα κοστούμια, ούτε καν εκεί. Αυτοί οι ανήμποροι προλέγουν ήδη το μέλλον. Τη γυμνή ζωή.....

Ακούω ιστορίες πρώην νοικοκυραίων και μαστόρων, εργαζομένων από τα δώδεκα ή τα δεκαπέντε τους χρόνια, καταγόμενων από παραποτάμια ή ορεινά χωριά βαριά από ιστορία και μύθους. Ηρθαν στην Αθήνα παιδιά, μπήκαν τσιράκια ή κάλφες σε εργαστήρια, σε βιοτεχνίες, έγιναν μάστορες, μερικοί έγιναν και μικροεπιχειρηματίες, βιοτέχνες, όλοι είχαν επάγγελμα, προκοπή, τιμή, μεγάλωσαν, σπούδασαν και προίκισαν παιδιά. Ηταν περήφανοι για όσα επέτυχαν. Και σχεδίαζαν ήρεμα στον χρόνο τους βίους τους. Δεν ήσαν άρπαγες και άπληστοι, καφεδάκι στο καμινέτο το πρωί, φαΐ στο κατσαρολάκι απ’ το σπίτι το μεσημέρι ή ένα ζεστό πιάτο στα μαγέρικα της οδού Κολοκοτρώνη, σιέστα κλεφτή πάνω στον πάγκο εργασίας, και δουλειά ώς αργά το βράδυ. Επιστροφή με το μπλε λεωφορείο στις συνοικίες της αντιπαροχής.

Ολο το εμπορικό κέντρο ήταν γεμάτο από μαστόρους, επαγγελματίες, βιοτέχνες, εμπόρους, τεχνίτες. Στο τρίγωνο Μοναστηράκι – Ομόνοια – Σύνταγμα, μαζί με του Ψυρρή των τσαγκαράδων. Εκεί όπου σήμερα πληθωρίζονται καφέ, μπαρ, ουζερί, για χίπστερ και χασομέρηδες, άνεργους και άεργους, εκεί όπου κάποιοι βλέπουν ανάπτυξη μέσα από την κατανάλωση φρέντο και ρόκα–παρμεζάνα. Συνταξιοδοτούνται κακήν κακώς οι παλαιοί, άλλοι ολόκληρη με σαράντα χρόνια ένσημα, άλλοι προώρως μειωμένη, άλλοι χρεοκοπούν και κολλάνε κηδειόχαρτα «εκποίηση», «πωλείται η επιχείρηση», «ενοικιάζεται το παρόν, πληροφορίες εντός». Ο κόσμος της εργασίας και του εμπορίου φεύγει, το centro storico μετατρέπεται σε φαν παρκ για άνεργους, χώρος τράνζιτο γι’ ανθρώπους τράνζιτο, χωρίς προέλευση, ρίζα, προορισμό. Χώρος χωρίς χρόνο.

Ακούω ιστορίες, ανασυστήνω ζωές. Χήρες που σπούδασαν παιδιά πλένοντας σκάλες και γραφεία, ψήνοντας καφεδάκια κάτω απ’ το κλιμακοστάσιο για τους εργαζομένους στο μέγαρο, που είχαν σπίτι το παραχωρημένο υπόγειο πλάι στον λέβητα, στολισμένο με κεντήματα, χράμια και αγαλματίδια από αρχαίες μπομπονιέρες. Ζουν με την κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ, πάντα εκεί, πλάι στον λέβητα, στο πάντα στολισμένο δωμάτιο. Και καταριούνται αυτόν που τους έκοψε τη σύνταξη και τα φάρμακα για την οσφυαλγία και την πίεση. Που τους έκοψε το τελευταίο ξερό κλαδάκι της πληβείας ζωής.

Πίσω από κάθε ψηλό παράθυρο στα μαραμένα εμποροβιοτεχνικά μέγαρα του κέντρου, στις οδούς με τα ένδοξα ονόματα Χρυσοσπηλαιωτίσσης, Νικίου, Κολοκοτρώνη, Πραξιτέλους, Αιόλου, Ρόμβης, Κλειτίου, κινούνται ακόμη άνθρωποι και ξεδιπλώνονται ιστορίες. Οσοι πρόλαβαν τη σύνταξη του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας, έζησαν ολόκληρο το greek dream και αποχώρησαν. Αλλοι δεν πρόλαβαν, τους μάγκωσε η χρονόπορτα και τους συνέθλιψε. Εδώ και καιρό αδυνατούν να πληρώσουν το ΤΕΒΕ, δεν μπορούν να πάρουν σύνταξη· υποαπασχολούμενοι, βγάζουν το νοίκι και ψωνίζουν γαύρο πρωινό στην Αγορά.

Ακούω το ευφρόσυνο καναρίνι στον 5ο όροφο βιοτεχνικής πολυκατοικίας· δεν το βλέπω γιατί με τυφλώνει η αντηλιά, πίσω απ’ το παμφάγο φως ξέρω όμως ότι ξεπροβάλλει μια αναλόγως εκθαμβωτική γωνία Ακροπόλεως. Το πορτοκαλί καναρίνι συναγωνίζεται το άμουσο ράδιο που φλυαρεί σε ακατάληπτη γλώσσα· και τα δύο συντροφεύουν τον παλαίμαχο τεχνίτη. Η λωρίδα φωτοσκόνης χαϊδεύει και εξωραΐζει παλαιές μεταλλοδερμάτινες πολυθρόνες, το μικρό ψυγείο, τον ψηλό πάγκο με το βαρύ σίδερο, ρεκλάμες, Κασμήρια ΔΔΔ, Ελληνοβρετανική, αρχαία φιγουρίνια με σταυρωτά γιλέκα, το τηλέφωνο βακελίτη, κάρτες για μανταρίστρες και κουμποτρυπούδες, το γκαζάκι οπωσδήποτε. Απέναντι ένας ξεχασμένος χρυσοχόος, ένας αδαμαντοκολλητής, λογιστικό γραφείο, μια φθαρμένη εμαγιέ επιγραφή Εισαγωγαί Υλικών Αργυροχρυσοχοΐας με περίτεχνα γράμματα Art Deco. Ενας θνήσκων κόσμος, ο κόσμος των τεχνών και του εμπορίου. Γεμάτος ζωές ακόμη, ίσκιους, παρουσίες, φωνές, έργα χειρών, ιστορίες με βουλευτές και εφέτες, αστεϊσμούς, κουμπαριές, με αλληλεγγύη και μικροδάνεια, με δόσεις και δοσίματα. Αντηλιά, σκόνη, ίσκιος. Ο ίσκιος της ζωής.

ζωγραφική: Πάρις Χαβιάρας 

Τοπικοποίηση, κοινωνικοποίηση, αποανάπτυξη


Η συζήτηση με θέμα "Τοπικοποίηση, κοινωνικοποίηση, αποανάπτυξη", που έγινε την τρίτη μέρα του 1ου εναλλακτικού φεστιβάλ αλληλέγγυας και συνεργατικής οικονομίας (19, 20, 21/10/2012, Ελληνικό). 

Στη συζήτηση πήραν μέρος οι: Γιώργος Κολέμπας (πρώην εκπαιδευτικός, βιοκαλλιεργητής, μέλος οικοκοινότητας, συγγραφέας), Γιώργος Λιερός (συγγραφέας), Γιάννης Μπίλλας (εκπαιδευτικός, βιοκαλλιεργητής, μέλος των Από Κοινού - Κίνηση Πολιτών για την Αποανάπτυξη και την Άμεση Δημοκρατία-www.apokoinou.com), Γιώργος Καλλής (καθηγητής στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης). Συντονισμός: Ηλιόσποροι.

δείτε εδώ το βίντεο των ομιλιών.

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Ανταλλακτική οικονομία (αναδημοσίευση)

Από τον ΚΙΜΠΙ
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Κόσμος του Επενδυτή την 23/12/2011

Το κείμενο αυτό είχε αναρτηθεί παληότερα στο blog http://kibi-blog.blogspot.com διατηρεί όμως την "φρεσκάδα" του παραμένοντας πάντα επίκαιρο. Μου το θύμισε η συγκυρία της διοργάνωσης του 1ου Φεστιβάλ Αλληλέγγυας και Συνεργατικής Οικονομίας που έγινε το τριήμερο 19,20,21 Οκτώβρη στο Ελληνικό.


ΕΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ, η προϊστορία παίρνει την εκδίκησή της από την Ιστορία. Και μάλιστα -πώς να το φανταστεί κανείς;- μέσω των Χριστουγέννων. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Μετά τις γιορτές, η εμπορευματική οικονομία θα κάνει τον απολογισμό της στις χώρες της ύφεσης, των μνημονίων και της λιτότητας. Και θα βρει το ταμείο μείον. Πολύ μείον. Και θα πέσει κλάμα, μεταφορικό και κυριολεκτικό. Διότι αυτή τη φορά η οικονομία του δώρου δεν θα έχει κάνει το θαύμα της. Αυτή η επιβίωση της προϊοστορίας, το δώρο, βασικός τρόπος συναλλαγής των ανθρώπων πριν εδραιωθεί η ανταλλαγή σε είδος ή σε χρήμα, παίρνει την εκδίκησή της από την εμπορευματική οικονομία διά της απουσίας της. 

ΣΚΕΦΤΕΙΤΕ ΤΟ ΛΙΓΟ. Υπάρχουν κλάδοι που κάνουν ακόμη και το 50% του ετήσιου τζίρου τους την περίοδο των γιορτών. Ακόμη και θεσμοί του λεγόμενου κοινωνικού κράτους που θεσπίστηκαν με υπόρρητο προορισμό να τονώσουν τον ετήσιο οικονομικό κύκλο, όπως ο 13ος μισθός, τα δώρα φιλοφρόνησης μεταξύ συναλλασσομένων ή από εργοδότες προς υπαλλήλους φέτος θα λάμψουν διά της απουσίας τους. 

Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, παρά τις ποικίλες συγκρούσεις του με παραδόσεις παλιότερων κοινωνικών σχηματισμών, μεγέθυνε στο έπακρο έθιμα με εμπορευματική αξία και περιθώρια κέρδους. Τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά, μια περίοδος γεμάτη αρχαίες παραδόσεις προσφοράς χωρίς προσδοκία ανταπόδοσης, εξελίχθηκαν σ’ ένα εμπορευματικό ντελίριο στο οποίο επενδύθηκαν κολοσσιαία ποσά. Έπειτα ακολούθησε και το Πάσχα και στις μέρες μας οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν φτάσει να μας υπενθυμίζουν ακόμη και τις ονομαστικές γιορτές αγαπημένων προσώπων και φίλων, προκειμένου να κερδίσουν έστω κι ένα χιλιοστό αύξησης του τζίρου σε δώρα. Αν γνώριζαν και τα γενέθλια ή τις επετείους γάμων μας, θα τα περιλάμβαναν στους σχεδιασμούς τους. Και τα δώρα στην εποχή της ολιστικής εμπορευματοποίησης δεν είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία προϊόντων. Δώρο, μας υπενθυμίζουν τα «πουμπλί» γιορταστικά αφιερώματα των ΜΜΕ, μπορεί να είναι οτιδήποτε. Από ένα ανόητο, φθηνό μπιχλιμπίδι του ενός ευρώ, μέχρι ένα αυτοκίνητο, ένα ιστιοπλοϊκό σκάφος ή ένα ακριβό μονόπετρο δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Ανάλογα με το απόθεμα αγάπης και χρήματος που διαθέτει κανείς.

ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ, ο εμπορευματικός μας πολιτισμός, ιδιαίτερα στην καπιταλιστική του κορύφωση, πέφτει θύμα της τεράστιας επιτυχίας του. Επένδυσε πολλά, πάρα πολλά στον πολιτισμό που θέλησε να εξαλείψει και να υποκαταστήσει πλήρως: στον πολιτισμό του δώρου, ο οποίος, κατά τους ανθρωπολόγους, μαζί με τις άλλες μορφές ανταλλακτικής και πάντως μη χρηματικής οικονομίας, καλύπτει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας, πολλών χιλιάδων χρόνων, από την εμπορευματική και ιδιαίτερα τη χρηματική του εκδοχή.

Η ΛΙΤΟΤΗΤΑ και η ύφεση συντρίβουν αυτό το εμπορευματικό κεκτημένο. Το δώρο, για την ακρίβεια η αγορά του δώρου, είναι το πρώτο που θα συντριβεί ή θα συρρικνωθεί δραματικά όσο οι συνήθειές μας θα προσαρμόζονται σ’ αυτό που μας περιγράφουν ως μοιραία κατάσταση. Σε συνθήκες στάσης πληρωμών προς την κοινωνία, οι προτεραιότητες αλλάζουν. Η επιβίωση των ανέργων, των υποαμειβόμενων ή απλήρωτων μισθωτών, των συνταξιούχων που υποβαθμίζονται σε μια κατάσταση υποσιτισμού περιθωριοποιεί ως πολυτελείς τις ανάγκες ηθικής, συναισθηματικής αξίας και αλληλεγγύης προς τέκνα, εγγόνια, βαφτιστήρια, ανίψια, γονείς, θείους, μπατζανάκηδες, συγγενείς γενικώς, φίλους, συναδέλφους, γνωστούς. Το μότο των ημερών είναι «να βρεθούμε, αλλά τα δώρα κομμένα και δεν παρεξηγούμεθα» και αντιρρήσεις πολλές δεν ακούγονται από την άλλη πλευρά, που άλλοτε θα αντέτεινε «μα πώς, να έρθουμε σπίτι σας με τα χέρια ξερά;».

ΒΕΒΑΙΩΣ, επειδή η αρχέγονη παράδοση έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτική στον χρόνο από οποιαδήποτε μεταγενέστερη νεωτερικότητα που απαιτεί την εκδήλωση της προσφοράς και την έκφραση της συγγενικής ή φιλικής αγάπης συσκευασμένη σε αμπαλάζ με πολυτελή χαρτιά και χρυσές κορδέλες, το πιθανότερο είναι οι άνθρωποι να αποδειχθούν εφευρετικοί σε υποκατάστατα δώρου. Το λέμε στην πλάκα εδώ και καιρό, αλλά μην εκπλαγείτε αν αρχίσει το πάρε δώσε των δώρων εκ των ενόντων, χωρίς άμεσο οικονομικό κόστος. Έχεις, για παράδειγμα, πενήντα ρίζες ελιές στο χωριό σου, αλλά δεν έχεις ανάγκη και τους οκτώ τενεκέδες λάδι που βγάζουν. Οπότε σκας μύτη στο ρεβεγιόν της Πρωτοχρονιάς στον κουμπάρο σου μ’ έναν τενεκέ, εν ανάγκη του κοτσάρεις και μια κόκκινη κορδέλα να το κάνεις υπερπαραγωγή. Κι αυτός καταϋποχρεώνεται και, όταν σου ανταποδίδει την επίσκεψη, εμφανίζεται στην πόρτα με μια καλαθούνα που του ’στειλε η μάνα του απ’ το χωριό με δέκα χωριάτικα αυγά, ένα τάπερ με χωριάτικη πίτα κι ένα σακούλι με χειροποίητο ξινοτραχανά, που τον έχεις επιθυμήσει από τότε που ήταν μέρα παρά μέρα το πρωινό ή το βραδινό σου. Αντιλαμβάνεστε ότι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του πληθυσμού αυτής της μορφής η ανταλλακτική οικονομία μπορεί να περιλάβει δεκάδες προϊόντα αγροτο-βουκολικής προέλευσης, από κρασί και τσίπουρο μέχρι τυροκομικά, λαχανικά και φρούτα από οικιακά μποστάνια και οπωρώνες. Μια ολόκληρη παραοικονομία της διατροφής- γιατί παραοικονομία θα τη θεωρήσει η τροϊκανή μας δημοκρατία- μπορεί να αποτρέψει έναν ενδεχόμενο λιμό για ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού των πόλεων, ακόμη κι αν η χώρα χρεοκοπήσει. 

ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ Η ΕΦΕΥΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ των ανθρώπων όταν πρόκειται να δώσουν τη μάχη της επιβίωσης δεν γνωρίζει όρια, καταγωγές και ονομασίες προέλευσης, μπορούμε να φανταστούμε την επέκταση αυτής της ανταλλακτικής οικονομίας στις πόλεις των απολυμένων μισθωτών και των υποαμειβόμενων δημοσίων υπαλλήλων σε είδη που καλύπτουν ευρύτερες ανάγκες, πέρα από τη διατροφή. Είσαι, για παράδειγμα, βιβλιοφάγος, έχεις εκατοντάδες βιβλία που τα έχεις διαβάσει, δεν χωρούν πια στη βιβλιοθήκη, οπότε διαλέγεις μερικά, τα συσκευάζεις και τα δωρίζεις στον κολλητό σου. Ο οποίος είναι μανιώδης συλλέκτης δίσκων και σου ανταποδίδει με την πρώτη ευκαιρία τρία τέσσερα καλά CD, ενδεχομένως και μερικά σπάνια βινίλια. Έπειτα, η σύζυγος, που στις καλές εποχές αγόραζε τα ρούχα με το κιλό και τώρα οι ντουλάπες σφύζουν από αφόρετα συνολάκια, που δεν της κάνουν κιόλας γιατί έχει στρογγυλέψει, αποφασίζει να τα ξεσκαρτάρει και μερικές ελαφρές μεταποιήσεις να τα χαρίσει στην καλύτερή της φίλη ή στην ανιψιά της. Κι η αγαπημένη της ανιψιά, φοιτήτρια πια, σαΐνι στα μαθηματικά, ενθουσιασμένη από τα ρούχα που της χάρισε η θεία, αφιερώνει ένα απόγευμα την εβδομάδα για να κάνει ιδιαίτερα στη μικρή της ξαδέλφη, κόρη της θείας, που δυσκολεύεται στο γυμνάσια. Η δε καλύτερή της φίλη, που έχει καταϋποχρεωθεί από τις σούπερ κασμιρένιες μπλούζες που της χάρισε, της προσφέρει ως αντίδωρο μερικά ζευγάρια γόβες σε αρίστη κατάσταση που αδυνατεί η ίδια να φορέσει, διότι το ουρικό οξύ είναι ανεβασμένο -ου γαρ μόνον…- και «γεννάει» επώδυνους κάλους στα πόδια. 

ΚΙ ΑΥΤΗ Η ΝΕΑ ανταλλακτική οικονομία μπορεί να πάρει άπειρες μορφές, να περιλάβει χιλιάδες είδη και αγαθά, ακόμη κι εκείνα η πονηρή οικολογία τα στέλνει πριν την ώρα της στην ανακύκλωση για να απορροφηθούν οι νέες σειρές προϊόντων που ο κύκλος ζωής τους όλο και μικραίνει για να στηρίξει την αειφορία πωλήσεων και κερδών των πολυεθνικών. Μπορεί να περιλάβει υπηρεσίες και δεξιότητες των ανθρώπων – «θα σου δωρίσω ένα service στο αυτοκίνητο», «κι εγώ θα στο ανταποδώσω κρατώντας τα λογιστικά σου βιβλία», «θα σου βάψω το σπίτι», «θα κάνω αγγλικά στο παιδί σου»… Κι έτσι η τρόικα, η κυβέρνηση Παπαδήμου ή όποια τη διαδεχθεί μπορούν να μετρούν πανικόβλητες τις αποτυχίες των δημοσιονομικών τους στόχων, να αντικρίζουν με τρόμο την ύφεση να αναρριχάται σε διψήφια νούμερα και ν’ απορούν πώς είναι η δυνατό η κοινωνία να επιβιώνει, γιατί δεν έχουν λιμοκτονήσει οι συνταξιούχοι, γιατί δεν έχουν αυτοκτονήσει οι μισθωτοί, γιατί δεν έχουν μεταναστεύσει οι άνεργοι, γιατί επιμένουν να ζουν και ν’ αντιστέκονται και με την παραοικονομία του δώρου και της ανταλλαγής, εκπέμποντας ένα ευδιάκριτο μήνυμα, πως υπάρχει ζωή πέρα από το ευρώ, την Ε.Ε., την υποταγή στους πιστωτές, το PSI, πως η κοινωνία μπορεί να οργανώσει την επιβίωσή της και πως το μόνο παράταιρο πράγμα είναι αυτή η εξουσία που μένει κολλημένη να μετρά δείκτες, εικονικό χρήμα, πλασματικά χρέη, αναπτυξιακές επιδόσεις, αδιάφορη για την κατάσταση των ανθρώπων, μα τρομοκρατημένη από την κραυγή τους: «Δεν θα πεθάνουμε, κουφάλες! Κακά Χριστούγεννα και δυστυχισμένος ο καινούργιος χρόνος σας. Και τελευταίος!»

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

η μεγαλύτερη ήττα μας είναι ότι συνηθίσαμε (αναδημοσίευση)


Από ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ

 Όσο ζω μαθαίνω κι όσο μαθαίνω πληγώνομαι. Μαθαίνω να συνειδητοποιώ. Να καταλαβαίνω. Ξαφνικά, η γνώση γίνεται αδυναμία. Η αντίληψη της πραγματικής κατάστασης δημιουργεί το αίσθημα της ασφυξίας, όπως μου έγραψε και μία καλή φίλη στο twitter. Όσοι δεν αντέχουν να συνηθίσουν, πνίγονται. Οι άλλοι απλώς πεθαίνουν. Αυτές τις επιλογές άφησε στους εαυτούς μας η αδράνεια. Είναι μια ήττα. Η μεγαλύτερη. Η συνήθεια της εξαθλίωσης.....

Το ότι κανείς Έλληνας δεν πιστεύει τον Σαμαρά όταν λέει ότι αυτό θα είναι το τελευταίο πακέτο μέτρων, δεν είναι εξυπνάδα. Εξυπνάδα θα ήταν αν αντιδρούσαμε στο ψέμα και τα κάναμε λαμπόγυαλο φωνάζοντας «Τέρμα το πάση θυσία. Η θυσία μας δε θα γίνει κέρδος σας». Δε φωνάζουμε. Δεν τα κάνουμε λαμπόγυαλο. Άρα είναι βλακεία. Εμφανίζονται ως τυχεροί αυτοί που πιστεύουν τη διαβεβαίωση του Σαμαρά. Μακάριοι. Μέχρι την ημέρα που θα αρρωστήσουν.
Τότε θα αντιληφθούν ότι τα «τελευταία μέτρα» ήταν και τα τελευταία τους. Μάλλον θα λείπουν από τα επόμενα. Τα μέτρα θα συνεχίσουν, αυτοί όχι. Διαβάζω στην «Καθημερινή», το ευαγγέλιο του νεοφιλελευθερισμού και φυλλάδα της Τρόικας, ότι ο ΕΟΠΥΥ χρωστά μόνο για εφέτος στο ΕΣΥ περίπου 1,5 δισ. ευρώ για νοσήλια και εξετάσεις ασφαλισμένων και τα νοσοκομεία έχουν λάβει μόλις 70 εκατ. ευρώ από αυτές τις οφειλές.
Διαβάζω ότι δε γίνονται εφημερίες λόγω έλλειψης κονδυλίων, ότι δεν πραγματοποιούνται βασικές εξετάσεις λόγω έλλειψης γιατρών, ότι δε γίνονται χειρουργεία, ότι δεν υπάρχει προσωπικό για να δουλέψει το μικροβιολογικό και το ακτινολογικό εργαστήριο. Σε ένα νοσοκομείο χτες, σε δέκα σήμερα, σε όλα αύριο.
Μια ακόμη επιτυχία του ΕΟΠΥΥ. Αυτού του εκτρώματος που κατασκεύασε ο Λοβέρδος. Ο άνθρωπος που το όνομά του είναι πιο ανατριχιαστικό κι από σύρσιμο κιμωλίας σε πίνακα γράφει βιβλία, ετοιμάζεται να δημιουργήσει κόμμα και πιθανόν να ενταχθεί στην ανασχηματισμένη κυβέρνηση. Είναι ακόμη ελεύθερος αν και ευθύνεται για τον θάνατο ανθρώπων που δεν αγόρασαν τα φάρμακά τους, που δε χειρουργήθηκαν όταν έπρεπε, που δεν πήραν τη σύνταξή τους και δεν είχαν να φάνε.
Παράλληλα, όλη η κυβερνητική αγωνία περιορίζεται στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Δε θα έχουμε νοσοκομεία, αλλά θα έχουμε κερδοφόρες τράπεζες. Πάση θυσία. Το βρίσκουμε λογικό. Όλοι μας! Για να μην αντιδρούμε όπως πρέπει, το βρίσκουμε λογικό. Είναι προφανές. Συνηθίσαμε το παράλογο, τον εκβιασμό, την εκτέλεση. Συνηθίσαμε. Όλα μια συνήθεια είναι. Ακόμη και το να ζεις δίχως αξιοπρέπεια.
Τα σχολεία δεν έχουν πετρέλαιο. Δεν πειράζει. Τα παιδιά τους πηγαίνουν σε ιδιωτικά σχολεία. Εκείνα έχουν και πετρέλαιο και κηροζίνη άμα χρειαστεί. Τα υπόλοιπα παιδιά ας κάνουν μάθημα με τα μπουφάν για όσο αντέξουν. Κατοχή έχουμε άλλωστε. Έχουμε και ευρώ. Ας μην τα θέλουμε όλα δικά μας. Τι κακό έχει δηλαδή η πνευμονία σ’ ένα παιδί; Είναι μία δικαιολογημένη θυσία για την ανακεφαλοποίηση των τραπεζών. Αλίμονο αν δεν την κάνει αυτή τη θυσία το παιδί. Άλλωστε όλοι μαζί τα φάγαμε. Έτσι δεν είναι; Οπότε κι αυτό το παιδί κάτι θα έφαγε όσο ήταν έμβρυο στην κοιλιά της μάνας του. Τώρα ας ενταχθεί κι αυτό στη συλλογική ευθύνη που κατάφεραν να μας εμφυτεύσουν στο άδειο μας κεφάλι.
Ο ΜΑΤατζής φαίνεται, τον βλέπεις. Το δακρυγόνο το νιώθεις. Το γκλομπ σε πονάει. Η συνήθεια δεν κάνει τίποτε από αυτά. Χώνεται μέσα μας και μας σκουλικιάζει. Μας κατατρώει. Συνηθίσαμε στις διαπιστώσεις. Ξεγελιόμαστε ότι είμαστε έξυπνοι επειδή καταλαβαίνουμε ότι μας κοροϊδεύουν μέχρι να μας εξοντώσουν. Όχι, δε ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Απλώς περιμένουμε. Δεν είναι ντροπή η ήττα. Καταγέλαστος είναι όποιος δεν άφησε το ίχνος του σε μία μάχη, επειδή δεν τόλμησε να τη δώσει. Μια ακόμη συνηθισμένη διαπίστωση. Έτσι, για να μας βρίσκεται μέσα στις τόσες άλλες…

Αναρτήθηκε από OSTRIA  

Προβολή της ταινίας »Δευτέρες με λιακάδα» του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα στο Πάρκο Ναυαρίνου,Τρίτη 23/10,20:00

σημείωση:
σε περίπτωση βροχής η προβολή μετατίθεται 
για την ερχόμενη Πέμπτη 25/10, την ίδια ώρα




Η ταινία δε βασίζεται σε μία πραγματική ιστορία,αλλά σε χιλιάδες…


Πέντε φίλοι που ζουν σε μια παραθαλάσσια πόλη της Ισπανίας μένουν ξαφνικά άνεργοι, όταν το ναυπηγείο,όπου εργάζονταν,κλείνει. Ο χρόνος τους κυλά πια ανάμεσα στην αναζήτηση εργασίας τα πρωινά και στις επισκέψεις στο ίδιο συνοικιακό μπαρ τα βράδια.

Μια από τις πιο επιτυχημένες καλλιτεχνικά και εισπρακτικά ισπανικές παραγωγές των τελευταίων χρόνων,οι «Δευτέρες με λιακάδα» (2002) του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα είναι μια γλυκόπικρη κομεντί με έντονο το στοιχείο του κοινωνικού σχολιασμού.Απέσπασε 5 βραβεία Goya, μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας,σκηνοθεσίας και ανδρικής ερμηνείας (Χαβιέ Μπαρντέμ), ενώ προτάθηκε και για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.

Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

εξομολόγηση (αναδημοσίευση)



Είμαι άνθρωπος. Δίχως το "α" κεφαλαίο. Δίχως να εκπληρώνω την ετυμολογία της λέξης. Έτσι απλά. Γιατί κάπως πρέπει να προσδιοριστώ για να υπάρξω. Ανάγκη βέβαια που πάλι προκύπτει απ' το γεγονός ότι ανήκω στο συγκεκριμένο είδος.

Δεν ξέρω γιατί γεννήθηκα έτσι, ούτε και γιατί δεν είμαι κάτι άλλο.
Βρέθηκα σ' ένα σώμα - έτσι έμαθα να το λέω - που καθώς δεν ήταν μόνο του, έπρεπε κάπου να οριοθετήσει τόπο.
Βρέθηκα να νιώθω και να σκέφτομαι, όλο και περισσότερα όσο περνούσε ο χρόνος. Και πάλι έπρεπε να βρω τον τόπο μου ανάμεσα στους άλλους. 

Αυτό τότε μου το είπαν "κοινωνία".
Και τον τρόπο που το φως ανάσταινε στο γύρω μου τα χρώματα - τα μέσα και τα έξω από τα μάτια μου - μου τον είπανε "πατρίδα".

Δίχως να καταλάβω κι ούτε στ' αλήθεια να θυμάμαι, το πότε, το πως και το γιατί, έμαθα πως ο νόμος είναι αυτό που θα χάραζε τα όρια στο πως υπάρχω. Πολλές ήταν οι φορές που αυτό δεν το κατάλαβα. Είτε γιατί οι εξηγήσεις που μου δώσανε δεν ήτανε κατανοητές, είτε γιατί αυτό που ένιωθα να με τραβά απ' το μανίκι δεν χώραγε σ' αυτούς.

Και τότε έμαθα το τι σημαίνει τιμωρία.
Στο σώμα αρχικά, καθώς αυτό ήταν το πιο χειροπιαστό μου σύνορο. Και στο ότι ένιωθα έπειτα.

Και τότε ήταν - πάλι χωρίς να το πολυκαταλάβω - που άρχισε το δίκιο να με απασχολεί. Κι εκεί ήταν που μάλλον την έχασα την μπάλα. Οι άνθρωποι - αυτούς που αναγνώριζα σαν όμοιούς μου δηλαδή - ξεκίνησαν να με πολιορκούν. Γιατί το μόνο δίκιο που εκάτεχα δεν ήταν άλλο παρά τ' ότι γεννήθηκα. Άνθρωπος ανάμεσα σ' ανθρώπους.

Κι έπειτα ήρθε ο χρόνος. Μέτρο του είδους μου κι αυτό.
Και έχασα και την έκπληξη. Αλλά και τη χαρά. 
Και ξέχασα.
Πως "κοινωνία" δεν είναι παρά ο τόπος ο δικός μου - όσος κι αν είναι - που χώρεσα το νου μου και το σώμα μου, αλλά και την ψυχή μου.

Και ήταν τότε που έμαθα ότι με την ψυχή μου παίζουν. Δεν ξέρω ποιοι, δεν ξέρω πως. Αν το κατείχα θα με έγραφα σαν άνθρωπο με το "α" κεφαλαίο. Δεν το 'χω καταφέρει.

Ξέρω μονάχα πως το δίκιο που στα χέρια μου κρατώ είναι το ότι γεννήθηκα. Ούτε πιο λίγο ούτε και πιο πολύ απ' τους υπόλοιπους. Με σκέψη και ψυχή.

Δεν ξέρω, ούτε ποιος νόμος ούτε ποιο δίκιο μπορεί να με χωρέσει. Ξέρω όμως ότι πρέπει την κούτρα μου να ξύσω και να θυμηθώ... γιατί αφέθηκα εδώ. Κι αν πράγματι με πονάει το "α" εκείνο, στη λέξη άνθρωπος, από μικρό να το αλλάξω σε μεγάλο.

Τις μάχες με μάθαν να μισώ, ίσως για να ξεχάσω.... πως κι η ανάσα δεν είναι άλλο παρά αυτό.
Και η χαρά το ίδιο....