Κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς τι παίζει στα σπίτια των Ελλήνων αυτή τη στιγμή. Υπάρχουν στατιστικές, αριθμοί, έρευνες, αναλύσεις, μαρτυρίες απλών ανθρώπων. Όμως στη πραγματικότητα τι συμβαίνει μέσα στα σπίτια μας με κάθε λεπτομέρεια, το γνωρίζουμε μόνο εμείς οι ίδιοι.
Τι υπάρχει πίσω από τον αριθμό ενάμιση εκατομμύριο άνεργοι; Πόσοι είναι μόνοι τους, πόσοι έχουν παιδιά, πόσοι είναι άρρωστοι, πόσοι έχουν ανάπηρους, χρόνια πάσχοντες ή ηλικιωμένους να βοηθήσουν. Πόσοι από αυτούς έχουν κάποιες άλλες πηγές βοήθειας εκτός από την δουλειά που τους λείπει και πόσοι δεν έχουν τίποτα και πεινάνε, δυστυχούν, είναι μέσα στη μαύρη απελπισία, δεν έχουν καμιά ελπίδα πια μέσα τους;
Τι υπάρχει πίσω από τους αριθμούς… τόσοι καρκινοπαθείς, καρδιοπαθείς, νεφροπαθείς, διαβητικοί, ή οτιδήποτε άλλη ασθένεια, δεν μπορούν να πάρουν τα φάρμακά τους, δεν μπορούν να πάνε στο γιατρό, δεν μπορούν να κάνουν ειδικές θεραπείες, δεν μπορούν να χειρουργηθούν…
Τι υπάρχει πίσω από τους αριθμούς που λένε τόσα παιδιά ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, τόσα λιποθυμάνε από τη πείνα, τόσα ζητιανεύουν, τόσα συντηρούνται με την οικογένειά τους στα συσσίτια, τόσα τα βοηθάει η γειτονιά ή οι φίλοι, τόσα ζουν σε συνθήκες πρωτόγονες στερούμενα τις βασικές ανέσεις.
Τι υπάρχει πίσω από τον αριθμό τόσες εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι δεν έχουν θέρμανση… τόσες εκατοντάδες χιλιάδες δεν μπορούν να αγοράσουν τα απαραίτητα, τόσες εκατοντάδες χιλιάδες δεν μπορούν να πληρώσουν το ρεύμα…
Η τραγωδία που εξελίχτηκε με τους φοιτητές στη Λάρισα περνάει το τοίχος του σκότους της ενημέρωσης και πέφτει σαν ένα γερό χαστούκι στη μούρη ολονών μας. Δεν μπορούν να το κρύψουν γιατί είναι συγκλονιστική, ανείπωτη τραγωδία.
Η μνημονιακή Ελλάδα όμως είναι γεμάτη από τη μια άκρη ως την άλλη με συγκλονιστικές τραγωδίες που εξελίσσονται κάθε λεπτό που μιλάμε, που ανασαίνουμε. Ούτε μπορεί να συλλάβει ο νους ενός ανθρώπου που ακόμα ζει στο νιρβάνα του, αυτοί οι βολεμένοι και νοικοκυρεμένοι ακόμα, μαζί με τις συμμορίες που κυβερνάνε το τόπο, τι σκηνές, τι δράματα, τι τραγωδίες παίζονται πίσω από τους τοίχους των σπιτιών.
Είναι άλλο πράγμα να ξέρεις πως άνθρωποι πεινάνε, κι άλλο να πεινάς. Είναι άλλο να ξέρεις πως τόσοι δεν έβαλαν πετρέλαιο κι άλλο να ξεπαγιάζεις μέσα στο σπίτι. Είναι άλλο να ξέρεις πως ο τάδε πέθανε γιατί δεν είχε λεφτά να πάει στο γιατρό κι είναι άλλο να ξεψυχάει στα χέρια σου ο δικός σου άνθρωπος χωρίς να μπορείς να τον βοηθήσεις. Είναι άλλο να ξέρεις πως κάποιος παρά πέρα πήδηξε από ένα μπαλκόνι απελπισμένος κι είναι άλλο να ακούσεις τον δικό σου άνθρωπο να πέφτει πριν προλάβεις καν να τον αρπάξεις να τον σώσεις…
Μαζί με τις άδειες τσέπες, την στυγνότητα της εξουσίας, την οικονομική τυραννία που απλώνει τα πλοκάμια της στις ζωές όλων και περισσότερων ανθρώπων, μαζί με τη ντροπή, τις ενοχές, τα αδιέξοδα που έχουν δημιουργηθεί, την αγωνία ενός αύριο που κανείς δεν ονειρεύεται πια, εκατοντάδες χιλιάδες ψυχές ξεσκίζονται. Ασταμάτητα, κάθε λεπτό. Ριγμένες σε μια κόλαση χωρίς τέλος.
Τα παιδιά αυτά μπορεί και να ξεπέρναγαν με κέφι, με φαντασία το γεγονός πως δεν είχαν λεφτά να βάλουν πετρέλαιο, κι έφτιαξαν μόνα τους αυτοσχέδιο μαγκάλι, μπορεί και να γέλαγαν όπως κάνουν όλα τα παιδιά και να λέγανε ανέκδοτα για το κρύο, ή να οργιζόντουσαν με όσους τους έφεραν σ΄αυτή τη θέση, όπως κάνουν όλα τα παιδιά….
Όπως έκαναν και τα δικά μου όλο το χειμώνα και φτιάχναμε ανέκδοτα για το κρύο.. όμως οι γονείς, οι αγαπημένοι τους που έμειναν πίσω και δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν και θα αισθανθούν τη κόλαση από σήμερα να τους σκεπάζει, πιθανά για πάντα, δεν θα γελάσουν. Η ψυχή τους θα γίνει σμπαράλια κι όταν το θέμα παλιώσει (μετά από λίγες μέρες) κανείς δεν θα τους θυμάται πια.
Όπως δεν θυμάται και δεν γνωρίζει κανείς πόσοι αυτοί τη στιγμή που μιλάνε… πεθαίνουν, τρελαίνονται, σβήνουν όχι γιατί η φύση ή ο όποιος θεός καθόρισε κάτι τέτοιο, αλλά γιατί το καθόρισαν ηλίθια, κούφια, αισχρά νούμερα. Νούμερα πάνω σε οθόνες που μεταφράζουν τον ανθρώπινο πόνο σε ψυχρή στατιστική.
Η μάνα, ο πατέρας, τα αδέλφια, οι φίλοι, θα μετρήσουν το χαμό με το δάκρυ τους, με τον πόνο, με το μαρτύριο που θα ανανεώνεται κάθε λεπτό και χειρότερο, οι τηλεπερσόνες, τα αφεντικά τους και οι λοβοτομημένοι πολίτες που ακόμα «καλά είναι» ούτε θα νοιαστούν περισσότερο από ότι οποιαδήποτε είδηση, ούτε θα το θυμούνται αύριο που κάποια νέα τραγωδία θα κατορθώσει να περάσει το τείχος της σιωπής της ενημέρωσης.
Όπως δεν μπορούν να νοιώσουν κι ούτε κι ενδιαφέρονται να μάθουν, τι σημαίνει ένα παιδί πεινάει, ένας άρρωστος πεθαίνει αβοήθητος, κάποιος κρυώνει, κάποιος φοβάται…
Κάποιος ζει στην ερημιά ανάμεσα σε πέντε εκατομμύρια κόσμο, κι αύριο αν σβήσει γιατί κάποιοι θεωρούν την ανθρώπινη ζωή παιχνιδάκι για να περνάνε την ώρα τους, θα είναι ένας ακόμα αριθμός στους πολύτιμους γ@μημένους πίνακές τους.