Ονειρεύεται ο Αντόνιο ότι η γή που δουλεύει του ανήκει, ονειρεύεται ότι ο ιδρώτας του πληρώνεται με δικαιοσύνη και αλήθεια, ονειρεύεται ότι υπάρχει σχολείο για να γιατρέψει την άγνοια και φάρμακο για να τρομάξει τον θάνατο, ονειρεύεται ότι το σπίτι του φωτίζεται και ότι το τραπέζι του γεμίζει, ονειρεύεται ότι η γή του είναι λεύτερη και ότι είναι θέμα του λαού του να κυβερνά και να κυβερνιέται, ονειρεύεται πως είναι εντάξει με τον ίδιο του τον εαυτό και με τον κόσμο. Ονειρεύεται ότι πρέπει να αγωνιστεί για να αποκτήσει αυτό το όνειρο, ονειρεύεται πως πρέπει να υπάρξουν νεκροί για να υπάρξει ζωή.
Ονειρεύεται ο Αντόνιο και ξυπνάει...
τώρα ξέρει τι να κάνει και βλέπει τη γυναίκα του καθισμένη στις φτέρνες να φυσά τη φωτιά, ακούει το παιδί του να κλαίει, βλέπει τον ήλιο να χαιρετά την Ανατολή και ακονίζει τη ματσέτα του χαμογελώντας.
Ένας άνεμος σηκώνεται και ανακατεύει τα πάντα, αυτός σηκώνεται και πηγαίνει να συναντήσει άλλους. Κάτι του λέει πως η επιθυμία του είναι επιθυμία πολλών και πηγαίνει να τους βρεί.
*****
Ονειρεύεται ο αντιβασιλιάς ότι η γή του σείεται από έναν άνεμο φοβερό που τα πάντα σηκώνει, ονειρεύεται πως αυτό που έκλεψε τού το παίρνουν, ονειρεύεται πως το σπίτι του καταστρέφεται και ότι το βασίλειο που κυβέρνησε καταρρέει.
Ονειρεύεται και δεν κοιμάται. Ο αντιβασιλιάς πηγαίνει στους φεουδάρχες και αυτοί του λέν πως ονειρεύονται το ίδιο. Ο αντιβασιλιάς δεν ξεκυράζεται, πηγαίνει στους γιατρούς και όλοι μαζί καταλήγουν πως πρόκειται για ινδιάνικη μαγεία και όλοι μαζί καταλήγουν πως μονάχα με αίμα θα λευτερωθεί από αυτή την κατάρα κι' ο αντιβασιλιάς διατάζει να σκοτώσουν και να φυλακίσουν και χτίζει περισσότερες φυλακές και φυλάκια και το όνειρο συνεχίζει να τον κρατά άγρυπνο.
Σ' αυτήν τη χώρα όλοι ονειρεύονται. Πλησιάζει η ώρα του ξυπνήματος.
από τις Ιστορίες του Γερο-Αντόνιο, του υποδιοικητή Μάρκος (SubComandante Marcos).
Μετάφραση Γιώργος Καρατζάς
Εκδόσεις Ροές