Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Πράσινοι “ήρωες” (αναδημοσίευση)


Στην Γαλλία σκοτώθηκε 21χρονος που διαδήλωνε ενάντια στην κατασκευή φράγματος σε κάποια περιοχή στα νότια της χώρας.

Μα γιατί διαδηλώνουν οι άνθρωποι ενάντια σε τέτοιου είδους έργα; Το φράγμα δεν είναι πράσινη ανάπτυξη; Είναι δυνατόν τόσο νερό που τρέχει στα ποτάμια να πηγαίνει χαμένο στη θάλασσα (και όχι να έρχεται στα καζανάκια των διαμερισμάτων μας); Τι επιτέλους θέλουν όλοι αυτοί οι μηδενιστές, οι μόνιμοι διαφωνούντες με όλα και στέκονται τροχοπέδη στην ανάπτυξη;

Ερωτήματα ασυνείδητων και απαίδευτων που έχουν αυτοαναγορευθεί παράγοντες και μπροστάρηδες της ανεξέλεγκτης πλέον πορείας των καταναλωτών προς την ύβρη και την κατάρρευση.

Προφανώς το εν λόγω φράγμα όπως και όλα τα τέτοιου είδους φράγματα και άλλα παρόμοια έργα εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σταματούν να είναι “πράσινα” όταν η κλίμακά τους ξεπερνά τα όρια αντοχής του τόπου και του τοπίου, όταν, απλούστατα, η καταστροφή που προξενούν για να κατασκευαστούν είναι περισσότερη από το όφελος που θα προσφέρουν αφού και αν λειτουργήσουν.

Αυτή την απλής λογικής και αυτονόητη παράμετρο όμως επιλέγουν να μην την παρουσιάζουν ποτέ οι τιμητές της “πράσινης ανάπτυξης”, είτε επειδή οι ίδιοι είναι αργυρώνητοι πολιτικοί είτε μίσθαρνα εργολάβων και πολυεθνικών δημοσιογραφικά φερέφωνα. Οπότε έχοντας ως πρόσχημα και άλλοθι μιαν ανύπαρκτη πράσινη ανάπτυξη φωνασκούν διαβάλλοντας κινήματα ανθρώπων και σκοτώνουν διαδηλωτές με χειροβομβίδες τα όργανά τους.

Η ανθρωπότητα τώρα που έχει πλέον φτάσει στην μέγιστη ύβρη και παραπαίει ετοιμόρροπη, θα έχει ολοένα και περισσότερες, ολοένα και βιαιότερες τέτοιου είδους συγκρούσεις στα πεδία των μαχών αλλά και στα πεδία της έκφρασης.

Στόχος των μεν η απόλυτη επικράτηση των ασυνείδητων καταναλωτών επί του οικοσυστήματος και η πλήρης άλωσή του που θα επιφέρει φυσικά τον απόλυτο θάνατο και αφανισμό ειδών και ανθρωπότητας, στόχος των δε η αντίσταση και η υπεράσπιση του ανθρώπου και των άλλων πλασμάτων, η αλλαγή κατεύθυνσης στην πορεία της ανθρωπότητας, η σμίκρυνση, η τούβλο προς τούβλο ελεγχόμενη κατακρήμνιση του πύργου της ύβρης πριν την μεγάλη παταγώδη και καταστροφική κατάρρευση που διαφαίνεται ήδη.

Οι βίαιοι θάνατοι υπερασπιστών της ζωής είναι απόδειξη της μαυρίλας που φέρνει η πράσινη ανάπτυξη, όπως την προωθούν τα μεγάλα συμφέροντα των καταναλωτών μέσω της διαπλοκής των κυβερνήσεων και των ΜΜΕ.

Οι βίαιοι θάνατοι των υπερασπιστών της ζωής και οι ολοένα και περισσότερες τέτοιου είδους αντιδράσεις ανθρώπων ενάντια στις πολιτικές αποφάσεις των καταναλωτών και των πολυεθνικών που τους ποδηγετούν και τους εκμεταλλεύονται είναι η υγιής παρακαταθήκη της ανθρωπότητας στην πορεία της προς την συνειδητότητα. Οι νεκροί αυτοί είναι οι πράσινοι “ήρωες” του άμεσου μέλλοντός μας ως ανθρωπότητα.

Gentrification- αστικός “εξευγενισμός” και αόρατες περιφράξεις:Εκδήλωση-συζήτηση


Παρασκευή 31/10, 20:00 
στο Αυτόνομο Στεκι Ζ. Πηγής 95-97 & Ισαύρων 

Με κεντρικό άξονα την αβάσταχτη βαρύτητα των περιφράξεων συνεχίζουμε με την εκδήλωση: Gentrification- αστικός “εξευγενισμός” και αόρατες περιφράξεις. 

Εισήγηση: Γεωργία Αλεξανδρή (ανθρωπογεωγράφος).

Αλληλεγγύη είναι... (αναδημοσίευση)

από τον Οικοδόμο

Τα τελευταία χρόνια, της «κρίσης», ακούμε καθημερινά όλο και περισσότερα χείλη να ξεστομίζουν τη λέξη «αλληλεγγύη». Για αλληλεγγύη μιλούν οι δυνάστες, για αλληλεγγύη και οι καταπιεσμένοι. Για τους γεννημένους και μεγαλωμένους στο καπιταλιστικό σύστημα η έννοια της λέξης «αλληλεγγύη» παραμένει σκόπιμα θολή ή παρουσιάζεται παρερμηνευμένη, γιατί έτσι συμφέρει την τάξη που έχει την εξουσία.

Στις μέρες μας, στην Ελλάδα, η αλληλεγγύη βαφτίζεται από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης «κοινωνικές δράσεις». Μέσα από τη συστηματική και στοχευμένη στο θυμικό των ανθρώπων προπαγάνδα και με καμπάνιες τύπου «όλοι μαζί μπορούμε», οι κρατούντες πασχίζουν να πείσουν το λαό πως αλληλεγγύη είναι τα «κοινωνικά παντοπωλεία» των δήμων, τα σάντουιτς του “μίστερ Easy”, το «κουλούρι με τυρί» στα σχολεία, τα ψίχουλα του «κοινωνικού μερίσματος», η «φιλανθρωπία» των «μεγαλοκυριών» της αστικής τάξης, δηλαδή, με δυο λέξεις, τα αποφάγια των χορτασμένων.

Από τη σοσιαλιστική Κούβα, από το 1960, στο μεγάλο σεισμό της Χιλής, μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές και που εκατοντάδες Κουβανοί γιατροί και υγειονομικό προσωπικό δίνουν μάχη με τον θανατηφόρο ιό «έμπολα» στην Αφρική, περισσότεροι από 800.000 Κουβανοί πολίτες βρέθηκαν σε 147 χώρες του πλανήτη για να προσφέρουν εθελοντικά την αλληλεγγύη του λαού τους σε λαούς που υπέφεραν από φυσικές καταστροφές, επιδημίες, αλλά και από την καταπίεση των αποικιοκρατών.

Όταν οι Κουβανοί έσπευσαν στην Αγκόλα για να βοηθήσουν το λαό της που πολεμούσε για την ανεξαρτησία του, κάποιοι δυτικοί ρώτησαν τον Ραούλ Κάστρο τι θα πάρει η Κούβα ως αντάλλαγμα για την προσφορά της αυτή. Ο κομαντάντε Ραούλ τους απάντησε: «Από την Αγκόλα θα πάρουμε πίσω μόνο τους νεκρούς μας»! Μια τέτοια απάντηση και, κυρίως, στάση φαντάζει σχεδόν εξωπραγματική για τους πολίτες της καπιταλιστικής δύσης. Για τους Κουβανούς η αλληλεγγύη, αυτή η βαθιά και ουσιαστική αλληλεγγύη προς τον συνάνθρωπο, είναι κάτι το αυτονόητο όσο και ο αέρας που αναπνέουν. Η Κουβανική Επανάσταση έδωσε στη λέξη αλληλεγγύη την πραγματική της υπόσταση: «Δεν χαρίζουμε από αυτό που μας περισσεύει, μοιραζόμαστε αυτό που έχουμε»!* Ο πρωτοπόρος λαός της Κούβας με τις λίγες υλικές δυνατότητες λόγω του πολύχρονου οικονομικού αποκλεισμού του από τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές και τους συμμάχους τους (μεταξύ των οποίων και η Ελληνική κυβέρνηση) κρατά ψηλά τη σημαία της διεθνιστικής αλληλεγγύης, δείχνοντας στην πράξη ότι οι ανθρώπινες αξίες δεν «κοστολογούνται» ούτε λογίζονται ως «ισοδύναμα»…

* Η φράση αυτή βγήκε από τα χείλη της Ίβις Αλμπίσα Γκονζάλες, αντιπροσώπου του Κουβανικού Ινστιτούτου Φιλίας των Λαών (ICAP) της Αβάνας, που μίλησε στην εκδήλωση που διοργάνωσαν προχτές το βράδυ (Παρασκευή 24/10) ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Χοσέ Μαρτί», η Hasta la Victoria Siempre, το Ελληνικό Δίκτυο Αλληλεγγύης (μπλόγκερς) La Red Solid@ria Griega και οι εκδόσεις Διεθνές Βήμα, με θέμα: "Η Κούβα και η διεθνιστική αλληλεγγύη σήμερα". Στον κατάμεστο φιλόξενο χώρο του Ερνέστο Art Café στη Νέα Φιλαδέλφεια, παρουσία των πρέσβεων της Κούβας Οσβάλντο Κομάτσο Μαρτίνεζ και Βενεζουέλας Φαρίντ Φερνάντεζ, εκπροσώπων της τέχνης και του αθλητισμού, και πολλών ακόμα φίλων της Κούβας, την ώρα που έξω, ανάμεσα σε αστραπές και βροντές, ο μαύρος αττικός ουρανός «άνοιγε» και το νερό πλημμύριζε τους δρόμους, τα λόγια της εκπροσώπου του Κουβανικού λαού ήταν μια αποστομωτική απάντηση στις «αξίες» της καπιταλιστικής δύσης και παράλληλα μια φωτεινή αχτίδα αισιοδοξίας για τους καταπιεσμένους όπου γης: Όσο θα υπάρχουν άνθρωποι που θα διαφυλάσσουν ζωντανά, θα υπερασπίζονται και θα παλεύουν για τα πανανθρώπινα ιδανικά του σοσιαλισμού-κομμουνισμού, η ανθρωπότητα δικαιούται να ελπίζει σε ένα καλύτερο μέλλον.

Αυτόνομα Κινήματα και Εξουσία (αναδημοσίευση)


από το περιοδικό Βαβυλωνία 
Των Θοδωρή Καρυώτη, Αντώνη Μπρούμα

“[...] για μας το περιεχόμενο του επαναστατικού προτάγματος είναι να γίνουν οι άνθρωποι ικανοί να παίρνουν στα χέρια τους τις υποθέσεις τους και το μόνο μέσο για να αποκτήσουν αυτή την ικανότητα είναι να παίρνουν τις υποθέσεις τους στα χέρια τους όλο και περισσότερο”.
Κ. Καστοριάδης (1979).

[...] Αυτό που αναδύεται είναι μια εναλλακτική κοινωνία : ο σκοπός είναι η εξουσία, όχι η κρατική εξουσία, αλλά οι άνθρωποι να αυτο-οργανώνονται πάνω σε διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις ως συλλογική μη διαχωρισμένη εξουσία 
(Zibechi 2010 : 44).

Η κοινωνική αναμέτρηση διεξάγεται σήμερα με πολεμικούς όρους. Η καπιταλιστική κυριαρχία επιλύει τις σύγχρονες αντιφάσεις της όχι με την παραχώρηση δικαιωμάτων και προνομίων στα κατώτερα στρώματα, όπως έκανε στο παρελθόν, αλλά με την εγκαθίδρυση μιας μόνιμης κατάστασης εξαίρεσης, όπου όλα τα μέτρα κοινωνικής μηχανικής είναι νομιμοποιημένα και κάθε είδους διαμαρτυρία θεωρείται εχθροπραξία. Η εύρεση των νέων ισορροπιών αποτελεί ακόμη ζητούμενο, που θα απαντηθεί με την αλλαγή –ή μη– των συσχετισμών δύναμης από την είσοδο των από κάτω στο προσκήνιο της πολιτικής. Σε αυτό το κοινωνικοιστορικό πλαίσιο αναδύεται στην Ευρώπη το ενδεχόμενο κυβερνήσεων της αριστεράς, με προμετωπίδα τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το νεοφερμένο Podemos στην Ισπανία, ως αντιπαραβολή στο ενδεχόμενο ενός νεοφιλελεύθερου αυταρχισμού, κοινωνικά παγιωμένου σε εθνικιστικές βάσεις.

Οι περίοδοι καθεστωτικής κρίσης αποτελούν στιγμές κοινωνικού ανταγωνισμού, όπου οι θέσεις των αντιτιθέμενων κοινωνικών δυνάμεων ρευστοποιούνται. Στην παρούσα κρίση τα αυτόνομα κινήματα αναδύονται μέσα από τις σύγχρονες αντιφάσεις του καπιταλισμού ως τα κύρια συλλογικά υποκείμενα με δυνατότητες για ριζοσπαστικές συνθέσεις και κοινωνικές αλλαγές. Αποτελούν τον βασικό αντίπαλο της καπιταλιστικής κυριαρχίας στη σύγχρονη κοινωνική αναμέτρηση, με τις εξελίξεις στα κοινοβούλια αλλά και οπουδήποτε αλλού να αποτελούν ουσιαστικά αντανάκλαση της άμπωτης ή της παλίρροιας των κινημάτων. Εντούτοις, δομούνται ως υποκείμενα με όρους, που για την ώρα αδυνατούν να ανοίξουν απελευθερωτικές προοπτικές σε μακρο – κοινωνικό επίπεδο και, τελικά, έτσι να σηκώσουν το βάρος της αναμέτρησης. Μοιραία λοιπόν, μεγάλα κομμάτια των καταπιεζόμενων εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε μία αριστερή διαμεσολαβητική προοπτική με πεδίο πάλης και τελικό ορίζοντα τα αποσυντιθέμενα έθνη – κράτη.

Ως κοινωνικοί αγωνιστές, με συνείδηση ότι ο κόσμος που θέλουμε μπορεί να έρθει μόνο με αγώνες από τα κάτω, έχουμε χρέος να ασχοληθούμε σοβαρά με το ενδεχόμενο αριστερής διακυβέρνησης για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί πρέπει να αναστοχαζόμαστε διαρκώς πάνω στις ανεπάρκειες των αυτόνομων κινημάτων, που ένα τέτοιο ενδεχόμενο αναδεικνύει. Και δεύτερον, επειδή ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι δίκοπο μαχαίρι, αφού, αν πληρωθεί, μπορεί μερικώς να αναδιατάξει τον κοινωνικό ανταγωνισμό, δίνοντας ζωτικό χώρο στα κινήματα στην αναμέτρηση με την καπιταλιστική κυριαρχία, αλλά, κυρίως, μπορεί να δημιουργήσει -όπως συμβαίνει ήδη- τάσεις ενσωμάτωσης και αφομοίωσης των κινημάτων στις λογικές της κρατικής διαχείρισης.

Αριστερή Γραφειοκρατία και Κράτος
Στη θεωρία η σχέση της κομμουνιστικής αριστεράς με το κράτος προβάλλεται πάντοτε ως εργαλειακή. Η κατάληψη του αστικού κράτους παρουσιάζεται ως αναγκαίο κακό στον δρόμο για την εργατική εξουσία. Με την έφοδο στα χειμερινά ανάκτορα ξεκινά ο μετασχηματισμός του κράτους – κόμματος της αστικής τάξης σε μία εργατική δημοκρατία – δικτατορία του προλεταριάτου. Η εργαλειακή όμως αυτή προσέγγιση του κράτους βυθίζεται ήδη σε επίπεδο θεωρίας μέσα στις αντιφάσεις της. Ακόμη και στις πιο εκλεπτυσμένες εκδοχές της αδυνατεί να δώσει απαντήσεις στο ποιος θα είναι ο ρόλος της γραφειοκρατίας του πρωτοπόρου κόμματος σε σχέση με την αυτονομία του κόσμου της εργασίας, ποιες είναι οι δυναμικές του φαινομένου της γραφειοκρατίας, που φυσικά δεν εντοπίζεται μόνο στα αστικά κράτη, και, τελικά, πως θα επιτύχει μια τέτοια μετάβαση, όταν τα μέσα που χρησιμοποιούνται είναι αντιδιαμετρικά αντίθετα από τον σκοπό.

Η ιστορική όμως πράξη στη σχέση αριστεράς και κράτους δεν ήταν ποτέ ούτε τόσο απλοϊκή ούτε και τόσο αθώα. Κατά τον 20ο αιώνα σχεδόν στον μισό πλανήτη οι αριστερές γραφειοκρατίες, όπου ανελίχθησαν στην κρατική εξουσία μέσα από τους αγώνες των εργατών, στα θεμέλια του αστικού κράτους οικοδόμησαν κράτη και μάλιστα κράτη διαχωρισμένα από τις κοινωνικές τάξεις που υποτίθεται ότι θα αποτελούσαν το κέντρο των αποφάσεων. Με όλες τις νίκες της αριστεράς –εκλογικές ή άλλου τύπου– οι λαϊκές μορφές οργάνωσης –τα σοβιέτ, τα εργατικά συμβούλια, οι λαϊκές συνελεύσεις– παραγκωνίστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες από την κεντρική εξουσία της νέας διευθυντικής τάξης. Αλλά και όπου δεν τα κατάφεραν να καταλάβουν το αστικό κράτος και να οικοδομήσουν πάνω σε αυτό τα δικά τους κράτη, οι αριστερές γραφειοκρατίες λειτούργησαν ως αυτό που νομοτελειακά μόνο μπορούν να αποτελέσουν, δηλαδή ως δυνάμεις διαμεσολάβησης και ανάθεσης και όχι ως δόμηση του συλλογικού υποκειμένου του εργατικού κινήματος. Στην προσπάθεια δε να χτυπήσουν την στρατιωτική και πολιτική ισχύ του αστικού κράτους με τα ίδια του τα όπλα, έχτισαν τις οργανωτικές τους δομές, δηλαδή τα κόμματα “νέου τύπου”, με πολλά από τα στοιχεία της ιεραρχικής γραφειοκρατίας του αστικού κράτους και του καπιταλιστικού τρόπου λήψης αποφάσεων στην παραγωγή.

Από την παλίρροια των εργατικών κινημάτων, που ιστορικά ολοκληρώθηκε στον μεσοπόλεμο, μέχρι και σήμερα έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Στην Ευρωπαϊκή και εγχώρια συγκυρία της ενδεχόμενης ανέλιξης μίας αριστερής γραφειοκρατίας στην κρατική εξουσία η κατάληψη του κράτους δεν αντιμετωπίζεται πλέον καν εργαλειακά σαν αναγκαίο κακό, αλλά σαν στρατηγικός στόχος για την κοινωνική σωτηρία από τις επιπτώσεις που έχει επιφέρει ο νεοφιλελευθερισμός στον κοινωνικό ιστό. Στη σύγχρονη αριστερή μυθολογία, το κράτος εκλαμβάνεται αρρήτως ως το τελευταίο οχυρό της πολιτικής απέναντι στη γιγάντωση της κοινωνικής εξουσίας του κεφαλαίου, και έτσι ουσιαστικά απεμπολούνται οι αναλύσεις περί της αστικής φύσης του. Η σύγχρονη λοιπόν αντίληψη της αριστερής γραφειοκρατίας για το κράτος είναι πολλά βήματα πίσω ακόμη και από τις παλαιότερες λανθασμένες προσεγγίσεις, που ήδη κρίθηκαν ιστορικά ως καταστροφικές για την υπόθεση της απελευθέρωσης. Μην έχοντας μάλιστα μία πρόταση εξουσίας για την – έστω μερική – ενίσχυση των σύγχρονων δυνάμεων κοινωνικής εξουσίας που αντιτίθενται στην εξουσία του κεφαλαίου και πραγματώνουν στην πράξη νέους όρους σύνταξης της κοινής ζωής, η αντίληψη αυτή είναι πίσω ακόμη και από τις παρελθούσες πια σοσιαλδημοκρατικές εκδοχές της αριστεράς, όσες τουλάχιστον διατηρούσαν κάποια ελάχιστη σχέση με τον στρατηγικό στόχο του μετασχηματισμού της κοινωνίας.

Τι όμως τελικά αντιπροσωπεύει η σύγχρονη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στην αριστερή γραφειοκρατία και το κράτος; Δεν είναι τυχαίο πως το επιχείρημα της κοινωνικής σωτηρίας μέσω της κατάληψης της κρατικής εξουσίας ελκύει μεγάλο μέρος των καταπιεζόμενων, που διατηρούν ακόμη την ανάμνηση των Δυτικών κρατών πρόνοιας και μία – αν και ελάχιστη – προσδοκία από συλλογικές κινητοποιήσεις ως μέσο ανάθεσης / πίεσης για υλικές απολαβές από τον βασικό φορέα διαμεσολάβησης του ανταγωνισμού, το κράτος. Μολονότι σήμερα πολλοί τείνουν να βλέπουν στο μεταπολεμικό ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος το μόνο αποτελεσματικό τρόπο εξασφάλισης κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων για τη μεγάλη μάζα του πληθυσμού, είναι προφανές πλέον, από ιστορική σκοπιά, ότι αυτός ο διακανονισμός ήταν προσωρινός, αλλά και περιορισμένης εμβέλειας· είχε δε ως μοναδικό σκοπό να κατευνάσει τις αναστατωμένες εργατικές τάξεις των μετααποικιοκρατικών δυνάμεων και να αποτρέψει τον σοβιετικό κίνδυνο. Ομοίως, οι σημερινές αριστερές γραφειοκρατίες δεν προσπαθούν να αντιπροσωπεύσουν την είσοδο του κοινωνικού παράγοντα στο προσκήνιο, δηλαδή τις κοινωνικές δυναμικές της ρήξης με την καπιταλιστική κυριαρχία και της δημιουργίας νέων όρων της κοινής ζωής, που είναι πια διάχυτες σε κάθε πτυχή του κοινωνικού και σε κάθε ήπειρο του πλανήτη. Αντίθετα, αποπειρώνται να αντιπροσωπεύσουν με όρους παλαιάς κοπής τις προσδοκίες των συμπιεζόμενων μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων να γυρίσουν στο καπιταλιστικό παρελθόν του κράτους πρόνοιας, τότε που ο ανταγωνισμός διεξαγόταν περισσότερο με όρους κοινωνικής συναίνεσης παρά επιβολής.

Είναι, λοιπόν, κατανοητό το ότι το φιλόδοξο σχέδιο ανακατανομής του πλούτου προς όφελος των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί ενθουσιασμό και προσδοκία σε ένα μεγάλο κομμάτι των κοινωνικών κινημάτων, εντός και εκτός Ελλάδας. Άλλωστε, στην παρούσα συνθήκη, ο νεοκευνσιανισμός του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να προελαύνει με ένα δονκιχωτικό ηρωισμό μέσα στα συντρίμμια που αφήνει πίσω του ο αδηφάγος νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος, αφού λεηλάτησε για δεκαετίες τον Παγκόσμιο Νότο, καταναλώνει αυτή τη στιγμή την ευρωπαϊκή περιφέρεια. Η εικόνα αυτή εξηγεί τις διαστάσεις που έχει πάρει η φήμη του ΣΥΡΙΖΑ στο εξωτερικό, και τις μεγάλες προσδοκίες που γεννά η εκλογική του άνοδος. Ωστόσο, αντίθετα με τον ευρωπαίο που παρακολουθεί την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ από απόσταση, ο εγχώριος ψηφοφόρος έχει συνείδηση ότι η δυνατότητα του κόμματος αυτού για ριζοσπαστική αλλαγή, ακόμα και αν πάρει τη εξουσία, θα είναι πολύ περιορισμένη.

Εκτιμούμε ότι οι προσδοκίες των επισφαλών μεσαίων στρωμάτων για επιστροφή σε κάποιον πιο συμβατό με τον άνθρωπο καπιταλισμό δεν πρόκειται να εκπληρωθούν. Τα σύγχρονα έθνη-κράτη διέρχονται σοβαρή κρίση, τόσο από την ισχυροποίηση και διάχυση της κοινωνικής εξουσίας του κεφαλαίου και των μη κρατικών δομών του, όσο και από τις εγγενείς αντιφάσεις τους ως θεσμών αντιπροσώπευσης. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η κατάληψη του κράτους δε συνεπάγεται την κατάκτηση της κοινωνικής εξουσίας. Επιπλέον, η σύγχρονη αναμέτρηση διεξάγεται ανάμεσα στην ισχυροποιημένη κοινωνική εξουσία του κεφαλαίου και την κοινωνική αντιεξουσία των καταπιεζόμενων. Οι ριζοσπαστικές κοινωνικές αλλαγές του αύριο δεν περνούν μέσα από το αστικό κράτος και τους θεσμούς αντιπροσώπευσής του, αλλά μέσα από την ανατροπή και αποδιάρθρωση των κρατικών θεσμών και την ανάδυση κοινωνικών δομών εξουσίας εμμενών και αδιαχώριστων από την κοινωνία. Υπό αυτούς τους όρους η κατάληψη του αστικού κράτους από μία αριστερή γραφειοκρατία μόνο αρνητική μπορεί να αποβεί για τα αυτόνομα κινήματα, αν δεν διευρύνει τους ζωτικούς χώρους ανάπτυξής της κοινωνικής τους εξουσίας κόντρα στην εξουσία του συμπλέγματος εθνών κρατών / διεθνούς κεφαλαίου.

Ωστόσο, η απόρριψη από μέρους της μεταρρυθμιστικής οδού που πρεσβεύει η σύγχρονη αριστερά δεν συνεπάγεται μια άκριτή αποδοχή της επαναστατικής παρακαταθήκης του 20ού αιώνα. Σε ένα ύστερο καπιταλισμό άυλης και κατακερματισμένης εργασίας, όπου το χρέος και η τρομολαγνεία αποτελούν τα νέα εργαλεία πειθάρχησης, και όπου τα κέντρα εξουσίας είναι απομακρυσμένα από το πληθυσμό πάνω στον οποίο κυριαρχούνε, δεν υπάρχει πλέον ούτε Χειμερινό Ανάκτορο για να καταλάβουμε ούτε βεβαίως και προοπτική κατατρόπωσης του αντιπάλου με στρατιωτικούς όρους. Η γειτονιά, ο δρόμος, η πλατεία, έχουν -σε μεγάλο βαθμό- αντικαταστήσει το εργοστάσιο ως ο χώροι εκτύλιξης του κοινωνικού και ταξικού ανταγωνισμού. Η επανανοηματοδότηση της έννοιας της κοινότητας, το σπάσιμο της κοινωνικής απομόνωσης, η δημιουργία οριζόντιων και συμμετοχικών δομών στηριγμένων στην ισότητα, την αλληλεγγύη και την αμοιβαία αναγνώριση, αποτελούν σήμερα επαναστατική πρακτική.

Σήμερα είναι καταφανές ότι μια πραγματικά ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή θα είναι αποτέλεσμα όχι των πράξεων μιας πεφωτισμένης πρωτοπορίας, αλλά της τελικής αναμέτρησης ανάμεσα σε μια εκτενή και προϋπάρχουσα μορφή κοινωνικής συνύπαρξης με τις δομές της κυριαρχίας. Σε αυτό το πνεύμα, τα νεότατα κινήματα δεν επιδιώκουν να μεταρρυθμίσουν τις υπάρχουσες πολιτικές και οικονομικές δομές, αλλά να χτίσουν χιλιάδες μικρές εναλλακτικές στις ρωγμές του υπάρχοντος συστήματος, εκεί δηλαδή που οι καπιταλιστικές αξίες δεν μπορούν να επικρατήσουν. Στην εξατομίκευση της καπιταλιστικής αγοράς και στην γραφειοκρατία του κράτους αντιπροτείνουν τη συλλογική διαχείριση των κοινών αγαθών, μέσα από την αυτοοργάνωση των οριζόντιων κοινοτήτων που δημιουργούνται γύρω από αυτά. Οικοδομούν έτσι τις υλικές συνθήκες της πολιτικής αυτονομίας, την κοινωνική αναπαραγωγή που το κράτος και η αγορά αδυνατούν πλέον να εξασφαλίσουν, και δημιουργούν νέες φαντασιακές σημασίες κοινωνικής συνεργασίας για να αντικαταστήσουν τις κυρίαρχες αξίες της ατομικής κοινωνικής ανέλιξης και υλικής ευημερίας.

Aυτόνομα Κινήματα & Αριστερές Κυβερνήσεις
Η έντάσεις ανάμεσα στα αυτόνομα κινήματα και τις αριστερές κυβερνήσεις έγιναν εμφανείς στη Νοτια Αμερική την προηγούμενη δεκαετία, με την επανεμφάνιση της κρατιστικής αριστεράς. Η παράδοση της αυτονομίας έχει γερές ρίζες στη Λατινική Αμερική, σε μεγάλο βαθμό λόγω της πολιτικής οργάνωσης των ιθαγενών πληθυσμών, με σημαντικότερο –αλλά όχι μοναδικό– παράδειγμα τους Ζαπατίστας, άλλα και λόγω της δράσης μία πληθώρας κινημάτων που δεν επιλέγουν την πεπατημένη οδό για τους αγώνες τους: τους ακτήμονες της Βραζιλίας, τα ανακτημένα εργοστάσια της Αργεντινής, το πόλεμο του νερού στη Βολιβία. Ενώ τα κινήματα αυτά γιγαντώθηκαν σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης επέλασης, την δεκαετία που πέρασε βρέθηκαν αντιμέτωπα με μία σειρά από αριστερές κυβερνήσεις, προϊόντα και αυτές του κοινωνικού αναβρασμού που προκάλεσε η νεοφιλελεύθερη άλωση: από την μετριοπαθή σοσιαλδημοκρατία του Λούλα στη Βραζιλία ή του Κίρσνερ στην Αργεντινή, μέχρι πειράματα ριζοσπαστικού πολιτικού μετασχηματισμού όπως αυτά του Τσάβες στη Βενεζουέλα και -σε μικρότερο βαθμό- του Μοράλες στην Βολιβία.

Ένα πρώτο εμφανές αποτέλεσμα της επικράτησης της αριστεράς για τα κινήματα βάσης υπήρξε η άμβλυνση (αλλά όχι η οριστική παύση) της καταστολής. Η απόσυρση της κυβερνητικής κάλυψης από τους τραμπούκους των γαιοκτημόνων και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, η μείωση των βασανισμών και των φυλακίσεων, σήμανε μία τεράστια αλλαγή για τα κινήματα αυτά, που πληρώνουν για την πολιτική τους δράση βαρύ φόρο αίματος.

Μια άλλη θετική πτυχή ήταν η παύση των πιο θεαματικών και καταστροφικών σχεδίων νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης, και κυρίως της εξόρυξης μεταλλευμάτων. Ωστόσο, πολλές «προοδευτικές» κυβερνήσεις, με πρόσχημα την «ανάπτυξη» επανέφεραν τα μεγαλεπήβολα σχέδια μεταμφιεσμένα σε «επενδύσεις εθνικού ενδιαφέροντος». Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η Βενζουέλα, όπου μια μορφή λαϊκής αυτονομίας ευδοκίμησε την εποχή του Τσάβες, έχει μια ξεχωριστή θέση σε αυτή τη λίστα· ωστόσο η εμμονή στη χρήση ορυκτών καυσίμων ως κινητήρια δύναμη της οικονομίας συνεχίζει να έχει ως αποτέλεσμα μεγάλη περιβαλλοντική καταστροφή αλλά και –κυρίως– τον εκτοπισμό ή των αφανισμό ιθαγενών πληθυσμών. Είναι προφανές ότι οι κυβερνήσεις, ακόμα και όταν είναι αριστερές, παραμένουν προσηλωμένες στο καπιταλιστικό φαντασιακό της απεριόριστης ανάπτυξης.

Η μεγαλύτερη, όμως, απειλή που παρουσιάζουν οι αριστερές κυβερνήσεις για τα κινήματα βάσης είναι η απώλεια της αυτονομίας τους. Οι αριστερές κυβερνήσεις θαυμάζουν τα κοινωνικά κινήματα για τις σχέσεις αλληλεγγύης που δημιουργούν στο εσωτερικό τους, για τη σύνδεση τους με την κοινωνία, για τη φαντασία και δημιουργικότητα με την οποία λύνουν τα προβλήματα και, κυρίως, για το πόσο μεγάλες αλλαγές μπορούν να προκαλέσουν με ανύπαρκτα ή ελάχιστα οικονομικά μέσα. Σε αυτή την κατεύθυνση,πολλές Λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις προσπάθησαν να εργαλειοποιήσουν τα κινήματα για να ασκήσουν κοινωνική πολιτική, μετατρέποντας πολλούς από τους πιο εμφανείς και δυναμικούς αγωνιστές σε γραφειοκράτες, κατευνάζοντας τα πιο ριζοσπαστικά κομμάτια των κινημάτων μέσα από πολιτικές κοινωικών παροχών και διεξάγοντας ένα χαμηλής έντασης πόλεμο ενάντια στα κινήματα που αρνούνται να ευθυγραμμιστούν με την κρατική πολιτική –κάποιες φορές φτάνοντας να τα κατηγορήσουν ως «πράκτορες της δεξιάς». Όχι μόνο δεν «εμπλουτίζεται» έτσι το κράτος με τη δυναμική των κοινωνικών κινημάτων, αλλά και αυτά υποτάσσονται στα σχέδια του, χάνουν τη δυναμική τους και συνήθως διαλύονται. Αντίστοιχη εμπειρία είχαμε στην Ελλάδα όταν το «ριζοσπαστικό» ΠΑΣΟΚ με την άνοδό του στην εξουσία το 1981 σήμανε το τέλος του μεταπολιτευτικού αναβρασμού, και ενσωμάτωσε ένα μεγάλο μέρος της ευρύτερης αριστεράς στη φαυλοκρατία που εγκαθίδρυσε. Το ίδιο θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε και για την κυβέρνηση του Φελίπε Γκονθάλεθ στην Ισπανία την ίδια εποχή.

Η Άλλη Προοπτική – τα Σύγχρονα Αυτόνομα Κινήματα ως Συλλογικά 
Υποκείμενα για την Κοινωνική Αλλαγή
Τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο έχει εμφανώς κλείσει ένας μεγάλος κύκλος κινητοποίησης στην Ελλάδα, αλλά και παγκόσμια, ο οποίος έχει αφήσει πίσω μία σημαντική παρακαταθήκη αμεσοδημοκρατικών δομών (εργατικοί συνεταιρισμοί, τοπικές συνελεύσεις, κοινωνικά κέντρα, δομές αλληλεγγύης, κινήσεις υπεράσπισης των κοινών αγαθών, εγχειρήματα κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας), αλλά και μία μεγάλη κόπωση και απογοήτευση, αφού το πρόγραμμα της νεοφιλελεύθερης επίθεσης των τελευταίων χρόνων εκτελέστηκε κατά γράμμα παρά την έντονη προσπάθεια και το μεγάλο προσωπικό κόστος χιλιάδων αγωνιστών. Η ματαίωση εύκολα μπορεί να βυθίσει τις συλλογικότητες σε εσωστρέφεια και να επιτρέψει σε κάποια κομμάτια του κινήματος –ήδη επιρρεπή σε αυτές τις πρακτικές- να επιστρέψουν στους δρόμους της αυτάρεσκης αναζήτησης της «ιδεολογικής καθαρότητας» και του «πραγματικού» επαναστατικού υποκειμένου, δρόμους που στον εικοστό αιώνα αποτελέσανε εισιτήριο χωρίς επιστροφή προς την πολιτική ασημαντότητα και τον σεχταρισμό.

Το πολιτικό κενό που αφήνει αυτή η απογοήτευση, αλλά και η έλλειψη ουσιαστικού οράματος κοινωνικού μετασχηματισμού από τα κάτω, εκμεταλλεύονται τα κόμματα της κοινοβουλευτικής αριστεράς για να επαναφέρουν την λογική της ανάθεσης και να γίνουν οι κεντρικοί φορείς και εντολοδόχοι της επιθυμίας για κοινωνική αλλαγή. Επαναλαμβάνοντας τις πρακτικές του 20ού αιώνα, χρησιμοποιούν την ηγεμονική τους θέση για να καρπωθούν την πολιτική υπεραξία των κοινωνικών κινητοποιήσεων και για να δημιουργήσουν δομές αντιπροσώπευσης στο εσωτερικό των κινημάτων, περιθωριοποιώντας τις στοχεύσεις και τα αιτήματα που δεν ταιριάζουν στο πολιτικό τους πρόγραμμα και εκτρέποντας έτσι τη δράση των κοινωνικών υποκειμένων προς την κοινοβουλευτική οδό

Μένει ακόμα πολύς δρόμος στα νεοφώτιστα οριζόντια κινήματα για να υπερβούν το τοπικό και το συγκεκριμένο, να συνδεθούν με το ευρύτερο πολιτικό γίγνεσθαι, να δημιουργήσουν νέους πολιτικούς χώρους στους οποίους θα συνδιαμορφώνονται οι όροι της κοινής μας ζωής, να περάσουν δηλαδή από την συνύπαρξη στη σύμπραξη. Ωστόσο, τα οριζόντια και προεικονιστικά κινήματα, μολονότι βρίσκονται στη μειοψηφία, αποτελούν σήμερα την βασική ανταγωνιστική δύναμη προς το υπάρχον σύστημα κυριαρχίας, που πλησιάζει γοργά στα κοινωνικά και οικολογικά του όρια.

Τα αυτόνομα κινήματα στοχεύουν όχι στην κατάληψη της εξουσίας, αλλά στο διασκορπισμό της: φαντάζονται νέους θεσμούς διαχείρισης της κοινωνικής και οικονομικής ζωής για να αντικαταστήσουν την αστική δημοκρατία, που έχει βυθιστεί σε μία βαθιά δομική κρίση αναπαραγωγής, αντιπροσώπευσης και οικολογικής βιωσιμότητας. Και αυτό δεν σημαίνει την εκπόνηση ενός συγκροτημένου εξουσιαστικού σχεδίου, αλλά τη σφυρηλάτηση δεσμών και θεσμών που θα επιτρέψουν τη σύνθεση του συγκεκριμένου και του τοπικού με το καθολικό και το παγκόσμιο. Οι αγώνες για τα κοινά αγαθά, τη γνώση, τη γη, το νερό, την υγεία, αφήνουν μία παρακαταθήκη προσιτών και συμμετοχικών θεσμών, που μπορούν να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά μίας εξουσίας των προσώπων και όχι των αντιπροσώπων. Το πείραμα του ελευθεριακού κοινοτισμού υποδεικνύει τη δημιουργία πολιτικά ενεργών κοινοτήτων και τη χρήση των αυτοδιοικητικών θεσμών ως ανάχωμα στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό και ως πρόσφορο πεδίο εφαρμογής της απομεγέθυνσης και της τοπικοποίησης. Η υπόσχεση της αυτοδιαχείρισης της εργασίας, των εργατικών συνεταιρισμών και της ομότιμης παραγωγής, δείχνουν ένα μονοπάτι μέσα, ενάντια και πέρα από το κράτος και την αγορά. Σε κάθε περίπτωση, η νέα συντάσσουσα δύναμη θα είναι πολύμορφη, αντανακλώντας τις χιλιάδες αγωνιστικές υποκειμενικότητες που γεννάει η κυριαρχία του κεφαλαίου σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής.

Δεν υπάρχει βέβαια τίποτα το αναπόφευκτο στην ανάδυση αυτού του νέου κόσμου, καμία τελεολογική βεβαιότητα ότι αυτός θα επέλθει, όπως και δεν εκπληρώθηκαν οι νομοτελειακές προβλέψεις έλευσης της ελεύθερης κοινωνίας του 19ου αιώνα. Η πάλη για την επικράτηση των από κάτω απέναντι στην κυριαρχία του κεφαλαίου θα εκτυλιχτεί στο ενδεχομενικό πεδίο του κοινωνικού ανταγωνισμού, και θα εξαρτηθεί από την πρόθεση τους να μετουσιώσουν την απογοήτευση σε κοινωνική δημιουργικότητα, να απεγκλωβιστούν απο περιοριστικές ταυτότητες και ιδεολογικές βεβαιότητες, να προσπεράσουν τις υποσχέσεις διαμεσολάβησης και να αυτοσυγκροτηθούν σε δρών και θεσμίζον κοινωνικό υποκείμενο.

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Ευάλωτες πολιτείες (αναδημοσίευση)



Αυτές οι εικόνες με τα αυτοκίνητα το ένα πάνω στο άλλο στους κεντρικούς δρόμους του λεκανοπεδίου, με τις πλημμυρισμένες υπόγειες διαβάσεις και με όλην αυτή την κατάσταση είναι ενδεικτικές κάποιων, ελαφρών βεβαίως και ασήμαντων σε σχέση με άλλες, συνεπειών της ανάπτυξής μας, τις οποίες λουζόμαστε κυριολεκτικά ως ανθρωπότητα καταναλωτών.

Τίποτε δεν είναι μοιραίο ή τυχαίο. Όλα είναι αποτέλεσμα ενεργειών των ανθρώπων που συνδυάζονται με διαδικασίες χαοτικές, άρα ασύλληπτες και απρόβλεπτες μεταξύ τους και με τις φυσικές ενεργειακές πηγές.

Η φύση δεν είναι επιθετική ούτε εκδικείται. Απλά κάνει αυτό που έχει να κάνει μιας και υπήρχε για χιλιάδες χρόνια εκεί όπου εμείς τα τελευταία λίγα, φτιάξαμε και θεωρούμε δεδομένο τον “ρεαλισμό μας”. Όταν π.χ. εγκυβωτίζεις ή μπαζώνεις ένα ρέμα για να κάνεις δρόμο ή σπίτια είναι απολύτως βέβαιον ότι μια μέρα θα κλαις, αν δεν σε κλαίνε οι οικείοι σου.

Οι αχανείς εκατομμυρίων καταναλωτών μητροπόλεις, στις οποίες τείνει να κατοικεί η ανθρωπότητα των καταναλωτών, ο ένας πάνω στον άλλον, είναι εκ των πραγμάτων ανοχύρωτες και ευάλωτες στα φυσικά (και όχι μόνο) φαινόμενα, οι δε πληθυσμοί τους τελείως μα τελείως ανασφαλείς και εκτεθειμένοι καθημερινά σε κινδύνους που επιφέρουν θάνατο. Απειλούνται από όλα. Από πλημμύρες, σεισμούς, τυφώνες, φυσικούς και εργαστηριακούς ιούς, “δυστυχήματα” και εγκλήματα κανιβαλισμού προερχόμενου από συνθήκες πανικού ή χρηματικής και υλικής ανέχειας.

Τα αποστειρωμένα αστικά περιβάλλοντα και “ασφαλή” τσιμεντοκυτία που στεγάζουν τους καταναλωτές, οι οποίοι είναι πλέον δευτέρας και τρίτης γενεάς δηλαδή γεννημένοι σε αιχμαλωσία και μεγαλωμένοι εντός μη φυσικού βιοτόπου, καθώς και τα επεξεργασμένα, συσκευασμένα τρόφιμα μαζικής παρασκευής τα οποία “καταναλώνουν”, τους καθιστούν οργανισμούς δίχως καμία γραμμή άμυνας για να αντεπεξέλθουν στους κινδύνους. Ούτε αντισώματα διαθέτουν ούτε γνώσεις, ούτε εμπειρίες, κανένα όπλο δηλαδή για να χρησιμοποιήσει μεθοδευμένα ή ενστικτωδώς ο οργανισμός τους ώστε να αμυνθεί σε στιγμές κινδύνου.

Η αποπροσανατολισμένη ανθρωπότητα έχει δηλαδή μεταλλαχθεί ήδη, όχι μόνο σε μη δυνάμενο υπερασπιστή του εαυτού της αλλά και σε θανάσιμο εχθρό του. Ως κάτι τελείως αφύσικο πια, ως καρκίνωμα που ολοένα εξαπλώνεται απειλώντας το οικοσύστημα, εκλαμβάνει ως επιθέσεις εις βάρος της την ύπαρξή του και μόνο, πόσω μάλλον τις επελάσεις των υγειών κυττάρων του, τα οποία διεκδικούν απλά, με ολοένα αυξανόμενη αναλογικά την αντίδρασή τους, τον προαιώνιο ζωτικό τους χώρο, τον καταπατημένο από την δράση των καταναλωτών.

Με άλλα λόγια, όσο συνεχίζει ο άνθρωπος αυτή την πολιτική, του να θεωρεί δηλαδή τον εαυτό του κάτι έξω και υπεράνω του οικοσυστήματος, κάτι αφύσικο που έχει τη φύση εχθρό και προσπαθεί να την καθυποτάξει, τόσο πιο αδύναμος θα νιώθει εμπρός στο μεγαλείο της και τόσο πιο έντρομος θα οδηγείται προς τον οδυνηρό και στείρο θάνατό του.

Συνεταιρισμοί

Του Γιώργου Σταματόπουλου
από efsyn

Δύο είναι -νομίζω- οι θεμελιώδεις ανασταλτικοί παράγοντες στη σύσταση και τη λειτουργία και τη μακροημέρευση συνεταιριστικών οντοτήτων.

Από τη μία το μέγιστο φαινόμενο, που είναι άλυτο, σχεδόν, φιλοσοφικό πρόβλημα, αυτό του φόβου μπροστά στην ελευθερία, το ότι είμαστε ανίκανοι δηλαδή να διαχειριστούμε την ελευθερία μας ως συνεταιριστές. Το έχουν αναλύσει θαυμάσια ο Ντοστογιέφσκι στον Μεγάλο Ιεροεξεταστή στους «Αδελφούς Καραμαζόφ» και ο Εριχ Φρομ στο ομώνυμο βιβλίο του.

Το δεύτερο τεράστιο πρόσκομμα είναι η συνείδηση που κουβαλάμε οι πλείστοι εξ ημών. Το εγώ τού καθενός έχει γαλουχηθεί μέσα σ' αυτή τη συνείδηση. Στόχος του ήταν πάντα (του εγώ) να επικρατήσει, να κυριαρχήσει. Αυτή την απόφαση παίρνει όταν πήγνυται και σκληρούται, όταν σχηματίζει την κοσμοεικόνα του, το κοσμοείδωλό του. Απ' αυτό το «εγώ» δεν λείπουν οι σχέσεις σύγκρουσης και οι σχέσεις εξουσίας.

Για να υπάρξεις σ' έναν συνεταιρισμό, απαιτείται απόλυτη ισοτιμία, αφού προηγουμένως παραιτηθείς από όλες σχεδόν τις αξίες που έχει εγκαταστήσει στην καθημερινότητα ο καπιταλισμός. Και τα δύο αυτά είναι τρομερά δύσκολα.

Υπάρχουν και καλά που απορρέουν από τη συνεταιριστική δομή, με πρώτο και κύριο το πολιτικό πρόταγμα. Ο κόσμος αρχίζει να μυείται σ' έναν άλλο, πολιτικό τρόπο ύπαρξης, μακριά από αφεντικά και κάθε είδους διαπλοκή. Βήμα βήμα επανευρίσκεται η χαμένη επαφή, ξαναφτιάχνονται οι παρέες. Ο ηδονισμός της κατανάλωσης χάνει την αίγλη του και στη θέση του εμφανίζονται οι αξίες της ολιγάρκειας, που όμως είναι αυτάρκεια, η αλληλεγγύη· ξαναφτιάχνεται δειλά η κοινότητα με έργα και όχι με λόγια. Η αυτάρκεια δεν σημαίνει ότι παραιτούμαστε από τον δημόσιο χώρο ή τον προσφέρουμε αμαχητί στο κράτος. Αντιθέτως, η επιμονή μας έχει καταλάβει σημαντικό κομμάτι του δημόσιου χώρου, όχι όπως η τηλεόραση ή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γίνεται όμως παράδειγμα, όχι για απλή επιβίωση αλλά και για πολιτική παρέμβαση, ακομμάτιστη, ανεξάρτητη τέλος πάντων.

Ολα αυτά νομίζω αρχίζουν να σχηματίζουν τον νέο ανθρωπολογικό τύπο, αυτόν που βασίζεται στην αυτοοργάνωση και την αυτοδιαχείριση, έξω από κόμματα εξουσίας, με πίστη όμως στις συλλογικότητες.

Βεβαίως, χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση και προπαντός αυστηρή εφαρμογή της ισοτιμίας. Η απληστία και η πλεονεξία είναι προϊόν κοινωνικών σχέσεων, απόρροια μιας παντοδύναμης πολιτικής Παιδείας που βασίζεται στην κατάκτηση της εξουσίας χωρίς ηθικούς φραγμούς.

Αυτήν την παιδεία καταργούν η αυτοοργάνωση και η αυτονομία καθώς και η αυτοδιαχείριση των ζωών μας, προσπαθώντας να βάλουν στη θέση τους την ήπια συνύπαρξη και τον σεβασμό προς τον διπλανό, δημιουργώντας έναν νέο, απελευθερωμένο, δημόσιο χώρο.

Είναι δύσκολο, ναι, όχι όμως ακατόρθωτο, αρκεί κάποιος να έλθει σ' επαφή με τη φιλοσοφία της αυτονομίας ή να αναγκαστεί να συνυπάρξει σ' ένα συνεταιριστικό σχήμα εργασίας.

Πάντοτε οι συνεταιρισμοί ήταν αυτοί που βοήθησαν το εργατικό και αγροτικό κίνημα και αντιστάθηκαν σθεναρά στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς. Ο εκφυλισμός τους οφείλεται σε πολλούς λόγους, αλλά τώρα είναι η ώρα να αποδείξουν ότι είναι η μόνη απάντηση στην καπιταλιστική λαίλαπα και στην κατασκευασμένη οικονομική κρίση. Και όχι μόνο απάντηση. Είναι το πρότυπο για την οικονομία του μέλλοντος, για μια νέα πολιτική στάση.
gstamatopoulos@efsyn.gr

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

με τα μάτια ανοιχτά (αναδημοσίευση)


από τον COSTINHO

Το όνομά του είναι Μπαχάα Μπαντρ. Ήταν δηλαδή. Πια δεν βρίσκεται στη ζωή, αλλά με κάποιο τρόπο, για κάποιο λόγο, το όνομα το προφέρουμε πάντα σε ενεστώτα, σε χρόνο του παρόντος -είναι αν μη τι άλλο μια υπενθύμιση, ένα μνημείο όλων αυτών που κάποιος υπήρξε και υπάρχει. Ήταν επίσης δεκατριών χρονών. Ήταν, δεν είναι. Το παρόν της ηλικίας σταματάει όταν σταματάει και η δυνατότητα του μέλλοντός της. Γίνεται μόνο παρελθόν. Η ηλικία είναι άλλωστε καταγραφή του χρόνου που παρήλθε. Είχε και ένα δίδυμο αδερφό. Είχε, δεν έχει. Κανείς από τους δύο δεν είναι αδερφός για τον άλλον. Ο αδερφός συντάσσεται μόνο σε χρόνο παρελθόντος. Τώρα, αυτός που γεννήθηκε μαζί του, που μοιράστηκε για δεκατρία χρόνια όλους τους χρόνους, ακόμα κι αν κανείς τους δεν έμαθε πως κλίνονται οι μέλλοντες, ακουμπάει τα μάτια στα μάτια του, τόσο που να μην τον βλέπει. Να μη μπορεί, γιατί δεν μπορεί. Τα μάτια του Μπαχάα είναι ανοιχτά, λες και θέλει να τα βλέπει όλα, σαν να μπορεί, ακόμα και τώρα που σταμάτησαν όλοι οι χρόνοι για κείνον, τώρα που έχασε αδερφό και κόσμο, τώρα που έχασε όλους τους χρόνους. Κι η γη της Παλαιστίνης, χώμα και νερό όπως κάθε γη, μαζί κι οι γιοι της Παλαιστίνης, χώμα και νερό όπως όλοι οι γιοι, τα ανοιχτά μάτια του θα κάνουν ξανά χώμα και ζωή, σαν να μην τελειώνει ποτέ το χώμα, σαν από αυτά να πρέπει να τρέξει το νερό, το νερό όλης της γης που επιβάλλει η ζωή, που επιβάλλει τη ζωή, να μένουν τα μάτια ανοιχτά, να προφέρεται η λέξη Παλαιστίνη πάντα σε χρόνο παρόντος, ποτέ σε παρελθόν, ποτέ σε μάτια κλειστά που δεν μπορούν. Η γη μεγαλώνει, η ζωή διαστέλλεται, το χώμα και το νερό δεν σταματάνε ποτέ και σαν από πείσμα όλα ξανά υπάρχουν· με όλο το πένθος και όλο το άνθος. Τα μάτια των παιδιών μπορούν να ακουμπάνε, μπορούν να μένουν ανοιχτά όταν οι αδερφοί δεν είναι πια αδερφοί, όταν τελειώνει ο κόσμος. Μάτια που έμαθαν να αποχαιρετούν, που έμαθαν και να βλέπουν πέρα από το τέλος του κόσμου.

Η μικρή Μαντλίν πρέπει τώρα να είναι εφτά. Όταν έκλεινε τριών είχε ζητήσει για δώρο να πάρει το τρένο. To ride a train. Δεν ξέρω πως διάολο μεταφράζεται αυτό έτσι που να χωράει όλες τις σημασίες του, όλες αυτές που τουλάχιστον για ένα παιδί είναι πάντα ανοιχτές και, κυρίως, πιθανές. Το δώρο της το προσφέρει ο πατέρας, που δεν ξέρω αν κινηματογράφησε όλη τη βόλτα της μικρής με το τρένο, αλλά φρόντισε να δούμε όλοι τα τελευταία σαρανταδύο δευτερόλεπτα της προσμονής αυτής της βόλτας. Το τρένο πλησιάζει και τα μάτια ανοίγουν καθώς αυτό πλησιάζει, καθώς γίνεται πιθανό αυτό που η Μαντλίν δεν ήξερε καν αν είναι απίθανο, που ήξερε μόνο από λέξεις, που φαντάστηκε μόνο από λέξεις -λέξεις που κάθε παιδί βρίσκει τρόπο να τις κάνει προσμονή. Τα μάτια μεγαλώνουν, γεμίζουν με τρένο, ανοίγουν κι άλλο για να το χωρέσουν -γιατί καλά είναι να προσμένεις, αλλά που να φανταστείς πόσο πιο μεγάλο από τα μάτια σου μπορεί να είναι κάτι· που να ξέρεις τι χωράει και τι όχι. Μέσα σε σαραντακάτι δευτερόλεπτα τα μάτια γεμίζουν, λάμπουν, μαγεύονται, απορούν, καθρεφτίζουν, παραδίνονται, αγχώνονται, ακούνε, ξεχειλίζουν, ανυπομονούν, φοβούνται και λίγο, προσμένουν ακατάπαυστα. Τα μάτια των παιδιών, ανοιχτά και ορθάνοιχτα από ζωή, από προσμονή, από λαχτάρα για ό,τι φαντάστηκαν ότι υπάρχει, πέρα από κάθε πραγματικότητα, μέσα σε κάθε πραγματικότητα, κόντρα σε κάθε πιθανότητα και ερήμην της, κόντρα σε κάθε χρόνο και ερήμην του, τα μάτια πάνω στον κόσμο, πάνω στη γη και μέσα από τη γη, βλέπουν. Βλέπουν τα πάντα και έτσι υπάρχουν τα πάντα. Βλέπουν ό,τι θέλουν και έτσι υπάρχουν αυτά που θέλουν· όλα αυτά που θέλουν. Δεν θέλουν να βλέπουν το θάνατο και γι'αυτό δεν υπάρχει ο θάνατος. Ακουμπάνε θεόκλειστα πάνω του και έτσι φοβάται εκείνος. Που δεν υπάρχει για κανέναν.

Μάνος Χατζιδάκις: Με μεθά η αναρχία



Ουδέποτε επιδίωξε να λειτουργήσει ως σοφός ή ως «δάσκαλος» των πολλών. Προτιμούσε να συναναστρέφεται με ανθρώπους που σκέφτονταν, με ανθρώπους που διεκδικούσαν το δικό τους μερίδιο ευθύνης στην συνδιαμόρφωση αυτού που θα ονομάζαμε «κοινός βίος».

Παρ’ όλα αυτά, σήμερα πολλά από τα λεγόμενά του λειτουργούν ως πνευματικός οδηγός, ως μπούσουλας σε μία κοινωνία που διαρκώς ρέπει προς ό,τι ο ίδιος σιχαινόταν. Τον λαϊκισμό, την υποκρισία, τον φασισμό, την πνευματική φτώχεια.

Ο Μάνος Χατζιδάκις λειτουργεί σήμερα ως προφήτης, ως καθοδηγητής και ας μην το επιδίωξε o ο ίδιος ποτέ. Τα τσιτάτα του γνωρίζουν την καθολική αποδοχή, μόνο που ο ίδιος δεν ήθελε ανθρώπους που λειτουργούν με τσιτάτα. Δεν ήθελε καθοδηγητές, ούτε προόριζε ποτέ τον εαυτό του για κάτι τέτοιο.

«Μα ποτέ δεν θέλω να υπάρξω εποικοδομητικό στοιχείο κανενός κόσμου» θα γράψει το 1968, προφητικά στον Νίκο Γκάτσο, υπερασπιζόμενος την ελευθερία του, μα και την ελευθερία του κόσμου που σήμερα τον έχει ανάγκη. Την ελευθερία ακόμη και από τον ίδιο.


«Με μεθά η αναρχία και η όποια αντίδραση στην ολοένα αυξανόμενη οργάνωση του κόσμου τούτου. Και νά’ σαι βέβαιος, πως η οργάνωση αυτή θα φτάσει σε τέτοια σημεία σκληρότητας, που τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της σήμερον θα μας φαίνονται παράδεισοι ελευθεριών. Γι’ αυτό και νοιώθω την ανάγκη ν’ αρχίσω να προσανατολίζομαι προς την μεριά αυτού που έρχεται κι όχι αυτού που φεύγει»

«Αν κάτι λατρεύω με πάθος είναι η ελευθερία που μου χαρίζει η ποιητική μου φύση», θα συμπληρώσει χωρίς να γνωρίζει ότι αυτή ακριβώς η ποιητική φύση, 35 χρόνια μετά, θα μοιάζει όλο και περισσότερο εξορισμένη από το μυαλό και τη ζωή αυτού του νέου κόσμου που ήρθε.

Αν ζούσε ο Μάνος Χατζιδάκις, σήμερα θα γινόταν 89 ετών. Γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου του 1925, στην Ξάνθη.

διβάστε περισσότερα εδώ

...αν είναι να βρεις την αγάπη σου καλύτερα ξεκίνα με τα πόδια (αναδημοσίευση)


το βρήκαμε στις Ιστορίες λέξεων

Η σκέψη λεν πως τρέχει πιο γρήγορα απ’ το φως… 
μα αν είναι να βρεις την αγάπη σου καλύτερα ξεκίνα με τα πόδια

Όταν συναντιόμαστε με τους ανθρώπους που επιλέγουμε στις αναζητήσεις μας, εκείνο που αρχικά μας ελκύει και μας γοητεύει, είναι εκείνο που κρυφά ποθούμε από τον εαυτό μας, αλλά διστάζουμε να προχωρήσουμε στην πραγμάτωσή του μόνοι μας, γιατί δεν έχουμε μια σφαιρική εικόνα για τον εαυτό μας. Εναποθέτουμε λοιπόν σε εκείνους την προσδοκία μας, πως μέσα από εκείνους, χάρη στην συμβολή τους στην ζωή μας, θα έρθει η πολυπόθητη λύτρωση που θα μας χαρίσει τον εαυτό μας ολάκερο. Αγκιστρωνόμαστε από την ελπίδα μας, την οποία την μεταθέτουμε στο πρόσωπο που μας ενδιαφέρει και αγωνιζόμαστε ώστε να τελεσφορήσει η σχέση, η οποία φαντασιώνουμε πως θα μας φέρει τα μαγικά δώρα, ώστε να πειστούμε πως αξίζουμε την χαρά, την ευτυχία, την ολοκλήρωση.

Οι προσδοκίες μας από τις σχέσεις μας με τους άλλους
Επειδή δεν πιστεύουμε αρκετά στον εαυτό μας ή επειδή έχουμε παραμείνει παιδιά, όπου καρτερικά περιμένουμε τη μαμά ή τον μπαμπά να επιβεβαιώσουν τις ικανότητές μας, να μας επιτρέψουν το δικαίωμα στο όνειρο, να σμιλέψουν την αξία μας, περιμένουμε τον «από μηχανής Θεό» να μας φέρει μια έτοιμη λύση, την οποία υπηρετούμε ως δούλοι των προσώπων στα οποία παρατηρούμε την αντανάκλασή μας. Συνδεόμαστε εξαρτητικά μαζί τους προσμένοντας από εκείνους την σωτηρία, ενώ στην πραγματικότητα αναβάλουμε την υλοποίηση των ονείρων μας, γιατί όλη μας η ενασχόληση στρέφεται στην εξυπηρέτηση εκείνων οι οποίοι φανταζόμαστε πως θα μας φέρουν το όνειρο στο χρυσοφόρο άρμα και δεν εστιάζεται στην ανοικοδόμηση της εικόνας μας, ώστε η θέαση της να μας πείσει πως μπορούμε να τα καταφέρουμε και να προχωρήσουμε στο μονοπάτι της ζωής μας ως νικητές και όχι ως ακόλουθοι.

Αυτό συχνά το αποκαλούμε αγάπη, έρωτα, φιλία, ενώ η αλήθεια είναι πιο πολύπλοκη και για αυτό ό,τι διαδραματίζεται ανάμεσα μας, μας προκαλεί σύγχυση και δεν μας απελευθερώνει.

Οι σχέσεις αγάπης αφορούν δυο ανθρώπους, οι οποίοι ενώ αρχικά ελκύονται ο ένας από τον άλλον, κυρίως λόγω των προσδοκιών που τρέφει ο ένας για τον άλλον, σταδιακά επέρχονται ζυμώσεις στη σχέση τους, όπου εκείνο που υπερισχύει είναι το ενδιαφέρον του ενός για τον άλλον, που εκδηλώνεται με την μορφή συχνών αλληλεπιδράσεων που προκαλούν τρυφερότητα και καθησυχαστικά συναισθήματα. Ακόμα και όταν υπάρχουν έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις, στο τέλος εκείνο που επικρατεί είναι η νηνεμία και η γαλήνια αίσθηση της σιγουριάς και της ασφάλειας που εδραιώνει την εμπιστοσύνη μεταξύ μας.

Στις σχέσεις που επικρατεί η προσδοκία, ενώ αρχικά οι συναισθηματικές αντιδράσεις συνοδεύονται από μια θύελλα συναισθημάτων που τα διακρίνει η υπερβολή, σταδιακά επέρχεται η εξασθένιση των θετικών συναισθημάτων και η απομυθοποίηση συνοδεύεται από πάταγο, όπου τα πάντα εξαφανίζονται λες και ήταν ατμός που διαλύθηκε. Και αυτό γιατί κάθε φορά που η προσδοκία υπερισχύει, το πρόσωπο που την αισθάνεται νιώθει τόσο έντονη την ανάγκη να μεταθέσει στο άλλο πρόσωπο την επιθυμία του για την κάλυψη των ελλείψεων του, οπότε εξαρτάται από αυτό, και η σύνδεση δεν γίνεται σύνθεση όπου υπερισχύει η αμοιβαιότητα, αλλά μεταλλάσσεται σε γάντζωμα, όπου εκείνο που επικρατεί είναι η εμμονή, το πάθος που το μεγιστοποιεί η προσμονή της λύτρωσης. Στην σκέψη λοιπόν πως μπορεί να το χάσει, οι ανασφάλειες του θεριεύουν, αισθάνεται μετέωρος και οι αντιδράσεις του γίνονται παρορμητικά απαιτητικές, προκειμένου να κρατηθεί από την σχέση, όχι γιατί αγαπάει, αλλά γιατί θεωρεί το άλλο πρόσωπο ως σανίδα σωτηρίας του, όπου χωρίς αυτήν φαντάζεται πως θα επέλθει ο αφανισμός του. Στις σχέσεις προσδοκίας κάθε αυτόνομη κίνηση του άλλου ή κάθε έκφραση αγάπης που εκφράζεται σε άλλα πρόσωπα προκαλεί αναταραχή στον ψυχισμό στην σκέψη της απώλειας όχι της αγάπης αλλά του υποστυλώματος, οπότε η επερχόμενη κατεδάφιση προκαλεί δυσφορία, θυελλώδη συναισθήματα και παρορμητικές αντιδράσεις. Όσο λοιπόν γίνεται αντιληπτό, ότι κανείς δεν μπορεί να γιατρέψει τις πληγές του ή να του αποκαταστήσει τον ερειπωμένο του κόσμο, θυμώνει και απευθύνεται ληστρικά οπουδήποτε, προκειμένου να διατηρήσει αλώβητη την ψευδαίσθηση, πως κάποια στιγμή θα επέλθει η ολοκλήρωση όχι με δική του προσπάθεια, αλλά μέσω κάποιου άλλου. 

Στις σχέσεις αγάπης αυτό που αγαπάμε στο άλλο πρόσωπο, είναι όλες εκείνες οι ιδιαίτερες εκδηλώσεις που ενισχύουν την αγάπη ανάμεσά μας, όπως η έγνοια του ενός για τον άλλον, ο θαυμασμός για κάθε αυτόνομη έκφραση που κάνει τον εαυτό του καθενός μας να αναδεικνύεται και η χαρά του που μας ευφραίνει, γιατί το καθετί το μοιραζόμαστε μεταξύ μας. Η σκέψη του και μόνο μας καθησυχάζει και μας προκαλεί ένα αίσθημα γαλήνης και απελευθέρωσης, ενώ η δημιουργικότητά μας γίνεται όλο και πιο ακμαία και πιο παραγωγική στη σκέψη ενός αμοιβαίου «μαζί». Για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε σχέσεις αγάπης, χρειάζεται να έχουμε συμβιβαστεί με την ιδέα πως παρότι δεν είμαστε τέλειοι, παρόλο που το παρελθόν μας δεν ήταν ρόδινο, παραμένουμε άρτιοι και δεν αποζητάμε στο άλλο πρόσωπο να μας συμπληρώσει με τεχνητό τρόπο, αλλά να μας αγαπήσει και να το αγαπήσουμε. Το αίτημα που απευθύνουμε είναι αίτημα αγάπης και όχι χρησιμοποίησης του άλλου προσώπου, για να αποκτήσουμε ένα δικό μας προσωπείο.

Είναι πολύ εύκολο μια σχέση προσδοκίας να μας ξεγελάσει και να την παρερμηνεύσουμε ως σχέση αγάπης νανουρίζοντας το όνειρό μας, το οποίο σταδιακά μπορεί να αποδειχτεί εφιάλτης.

Όσο όμως παρατηρούμε τα συναισθήματά μας, όσο είμαστε σε επαφή με αυτά και με τον σεβασμό προς τον εαυτό μας, τόσο πιο εύκολα μπορούμε να τοποθετούμε στο συρτάρι της μνήμης οτιδήποτε δεν μπορεί να διαρκέσει, παίρνοντας τις αποφάσεις μας και να αφοσιωθούμε με ενδιαφέρον σε εκείνους, όπου η στοργή, το ενδιαφέρον, η τρυφερότητα, η έμπρακτη αφοσίωση, η αμοιβαία εξέλιξη, η συναισθηματική αλληλεπίδραση, πυκνώνουν τον ψυχισμό μας και κάνουν την αγάπη ανθεκτική και πηγαία.

κείμενο της Αγγελικής Μπολουδάκη

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2014

Φεστιβάλ Εξαρχείων:Φωτογραφίες


Φωτογραφίες από την πρώτη μέρα του φεστιβάλ (Σάββατο 18 Οκτώβρη)
Η ανταπόκριση στο κάλεσμα της Λαϊκής Συνέλευσης Εξαρχείων προς τους κατοίκους αλλά και προς όλους όσους συχνάζουν στη γειτονιά ήταν πολύ μεγαλύτερη από τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις. Παρόλο που πολύ κοντά μας υπάρχε παράλληλη χρονικά εκδήλωση παρόμοιου χαρακτήρα. 
Παρευρέθηκαν και συμμετείχαν με όλες τους τις δυνάμεις στην προετοιμασία, πραγματοποίηση και περιφρούρηση των εκδηλώσεων δεκάδες επισκέπτες, κάτοικοι και επαγγελματίες, δομές και συλλογικότητες που συσπειρώνονται στη Λαϊκή Συνέλευση Εξαρχείων, όπως: Αυτοοργανωμένη Δομή Υγείας Εξαρχείων (ΑΔΥΕ), Κ-ΒΟΞ, Κοινωνική Κουζίνα  El Chef, Λέσχη Υπογείως, Νοσότρος, Πάρκο Ναυαρίνου, Σκόρος, Στέκι Μεταναστών, Δίκτυο Κοινωνικής Αλληλεγγύης Εξαρχείων. 


Η πρώτη μέρα του φεστιβάλ απέδειξε το πόσο η γειτονιά έχει ανάγκη από μια ανοικτή συνέλευση, μαζική και προσανατολισμένη στο να πάρουν οι κάτοικοι τη γειτονιά στα χέρια τους. Ακόμη περισσότερο έδειξε πόσο αναγκαία είναι η περιφρούρηση τόσο των εκδηλώσεων όσο και όλων των δημόσιων χώρων στη γειτονιά. Είναι αλήθεια ότι το φεστιβάλ στην πρώτη μέρα δέχθηκε προκλήσεις από περίεργους θαμώνες, στημένους για να προκαλέσουν. Οι επεμβάσεις της ομάδας περιφρούρησης απέτρεψαν άμεσα κάθε πρόκληση και κάθε απειλή επεισοδίων.  




Το φεστιβάλ συνεχίζεται και τελειώνει σήμερα Κυριακή με το εξής πρόγραμμα
11:00-12:00 Καθαρίζουμε την πλατεία
12:00 – 13:00 Παράσταση τσίρκου για παιδιά από το τσίρκο Κατσιβάτσε
13:00-14:00 Διαδραστικό Αντιρατσιστικό Παιδικό Πρόγραμμα
14:00-16:00 Μπαλόνια, face painting, κατασκευές
17:30-18:30 Περιήγηση στα Εξάρχεια
19:00-21:00 Συζήτηση: «Ελευθερία και συνύπαρξη στο δημόσιο χώρο»
21:00 Λαϊκό γλέντι με τους Bandallusia
παράλληλες δράσεις
«Τα Εξάρχεια στο χρόνο»: έκθεση ζωγραφικής παιδιών και προβολή ταινιών μικρού μήκους για τα Εξάρχεια.
Ανταλλακτικό παζάρι από το Σκόρο.
Συλλογική κουζίνα-προσφορά από επαγγελματία της γειτονιάς

Μέσα στο φεστιβάλ θα υπάρχουν πάγκοι με ενημερωτικό υλικό από κάθε συλλογικότητα που δραστηριοποιείται στα Εξάρχεια και θέλει να συμμετάσχει. Θα μετέχει το Δι.Κ.Α. Εξαρχείων και οι ΤΡΟΦΟΣΥΛΛΕΚΤΕΣ. Θα μοιράζουμε ενημερωτικό υλικό και θα συλλέγουμε τρόφιμα από όποιον/α θάθελε να φέρει.

έκθεση ζωγραφικής: από τα παιδιά της γειτονιάς

"Μικροί" και "μεγάλοι" μαθαίνουν να φτιάχνουν με τα χέρια τους..


Ο "Σκόρος" επί τώ έργω

στο Κουκλοθέατρο

Από τη συζήτηση για τη βία και τον κοινωνικό κανιβαλισμό: χωρίς πάνελ, χωρίς "ειδικούς" και με μεγάλη συμμετοχή στην κουβέντα, παρά το γεγονός ότι κράτησε πάνω από 2 ώρες.

Από τη θεατρική παράσταση, «Μαμά Φρικιό» του Ντάριο Φο 
με τη θεατρική ομάδα Theatre de Votanique