ΚΟΙΝΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΤΗΤΩΝ.
Ενάντια στην αντικοινωνική βία, τον κοινωνικό κανιβαλισμό και τις επιθέσεις σε αυτοοργανωμένα στέκια και συλλογικότητες.
(Οι υπογραφές είναι ανοιχτές για όποιον επιθυμεί να το προσυπογράψει).
Ενάντια στην αντικοινωνική βία, τον κοινωνικό κανιβαλισμό και τις επιθέσεις σε αυτοοργανωμένα στέκια και συλλογικότητες.
(Οι υπογραφές είναι ανοιχτές για όποιον επιθυμεί να το προσυπογράψει).
ΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ
Εξάρχεια, τόπος μοναδικός, εμβληματικός και αδιάλειπτα παρών στην κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα του τόπου τα τελευταία 40 χρόνια. Ένας χώρος ζύμωσης του ανατρεπτικού, αποδοχής του διαφορετικού και πραγμάτωσης ή απώλειας ονείρων. Μια περιοχή που συνεχώς αλλάζει, προκειμένου να αφουγκραστεί το σήμερα και να ψηλαφίσει το αύριο. Η συχνότητα και η ένταση αυτής της αλλαγής είναι σαφώς μεγαλύτερη στην εποχή της κοινωνικής μετάβασης που ζούμε, όπως αυτό φαίνεται μέσα από την αποκαθήλωση μεγάλων αφηγήσεων και θεσφάτων του χτες και την ανάδυση καινούριων σημασιών και νοημάτων.
Η διάλυση και η μετάλλαξη παραδοσιακών ομάδων και η εμφάνιση μορφωμάτων με διαφορετικές αφετηρίες και αναφορές από αυτές που έχουμε συνηθίσει στη μεταπολίτευση, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Τα Εξάρχεια γίνονται για μια ακόμη φορά ένα σταυροδρόμι, που με οδηγό το άγνωστο είτε θα εκτοξεύσουν τη φαντασία και τη δημιουργία απ’ τα κάτω, κρατώντας ανοιχτή την ερώτηση, είτε θα βυθιστούν στη μαύρη τρύπα της αφάνειας, μιας εποχής που δεν πρόλαβε να συμβαδίσει και να κατανοήσει.
Το διακύβευμα αυτή τη στιγμή στα Εξάρχεια είναι κομβικό και σημαντικό. Μακριά από την εντέχνως καλλιεργημένη από τα ΜΜΕ εικόνα ενός παρατημένου και παρηκμασμένου γκέτο στην καρδιά της μητρόπολης, βιώνονται ως μια όαση ελευθερίας στην αστική έρημο από όσους ζουν, δραστηριοποιούνται, επισκέπτονται κι έχουν αναφορά την περιοχή για τις πολιτικές και κοινωνικές τους δραστηριότητες. Ο δημόσιος χώρος άλλωστε και δη οι ελεύθερες ζώνες στον αστικό ιστό είναι από τα κυριότερα «σημεία» της ατζέντας της ελευθερίας που διαμορφώνεται εκ νέου παγκοσμίως κατά την κοινωνική μεταμόρφωση που συντελείται. Το έδαφος ως δυνατότητα και πεδίο έκφραση, στην ολοένα πιο διευρυμένη κατάσταση εξαίρεσης που επιβάλλεται, αποκτά καταλυτικό ρόλο και καθίσταται αναγκαιότητα.
Το διακύβευμα αυτή τη στιγμή στα Εξάρχεια είναι κομβικό και σημαντικό. Μακριά από την εντέχνως καλλιεργημένη από τα ΜΜΕ εικόνα ενός παρατημένου και παρηκμασμένου γκέτο στην καρδιά της μητρόπολης, βιώνονται ως μια όαση ελευθερίας στην αστική έρημο από όσους ζουν, δραστηριοποιούνται, επισκέπτονται κι έχουν αναφορά την περιοχή για τις πολιτικές και κοινωνικές τους δραστηριότητες. Ο δημόσιος χώρος άλλωστε και δη οι ελεύθερες ζώνες στον αστικό ιστό είναι από τα κυριότερα «σημεία» της ατζέντας της ελευθερίας που διαμορφώνεται εκ νέου παγκοσμίως κατά την κοινωνική μεταμόρφωση που συντελείται. Το έδαφος ως δυνατότητα και πεδίο έκφραση, στην ολοένα πιο διευρυμένη κατάσταση εξαίρεσης που επιβάλλεται, αποκτά καταλυτικό ρόλο και καθίσταται αναγκαιότητα.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στα Εξάρχεια κυρίως συντελούνται εξαιρετικά ενδιαφέροντα κοινωνικά και πολιτικά πειράματα όπως για παράδειγμα η κοινότητα των προσφυγικών καταλήψεων που φιλοξενούνται στην περιοχή, το μέτωπο αγώνα γύρω από τα κοινά και την αλληλέγγυα οικονομία που συνευρίσκεται σ΄ αυτήν, οι lgbtq συλλογικότητες που διεκδικούν ριζοσπαστικά γύρω από το έμφυλο, τα εγχειρήματα και οι δομές πολιτικού ακτιβισμού με σταθερή και συνεχή παρουσία ή οι πρωτοβουλίες κατοίκων για αυτοδιαχείριση της γειτονιάς και πολιτιστική δημιουργία. Πειράματα που σε μια περίοδο κρίσης της αντιπροσώπευσης και του μεσσιανισμού της εξουσίας ενοχλούν, ανησυχούν και φοβίζουν του από πάνω ως μια εναλλακτική πρόταση εκτός του δικού τους φτωχοποιοημένου, αποδιαρθρωμένου παραδείγματος. Να τονίσουμε την ιδιαιτερότητα του προσφυγικού που μέσα απ’ το ξεπέρασμα φυλετικών, εθνοτικών και θρησκευτικών διαφορών στο πνεύμα της αυτοδιαχείρισης και της αλληλεγγύης μπορεί να αποτελέσει μια καινούρια πρόταση αποδοχής του «άλλου», ισότητας και θετικής πολιτισμικής διάδρασης στις σύγχρονες κοινωνίες. Και με αφορμή αυτό να εντοπίσουμε τη δυνατότητα ουσιαστικής όσμωσης μ’ έναν κόσμο που παρακινούμενος απ’ τη προσφυγική τραγωδία ήρθε στην Αθήνα από κάθε πλευρά της γης, όχι στο πλαίσιο της επιλεκτικής αναπλάσεως του λεγόμενου gentrification που συμβαίνει π.χ. στο Μεταξουργείο ή στον Κεραμεικό, αλλά στη βάση της κοινωνικής αυτονομίας και αξιοπρέπειας.
Απ’ όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι πίσω από το επιμελώς προπαγανδισμένο κατασκεύασμα περί «άβατου», «κράτους ανομίας» και λοιπών αρνητικών στερεοτύπων που συνοδεύουν πάντα τα Εξάρχεια στα τηλεοπτικά παράθυρα, υπάρχει ένας πλούτος δραστηριοτήτων, πράξεων και λόγου που απαντάει ακριβώς στο κύριο καθημερινό ερώτημα των ημερών. Τι κάνουμε τώρα που φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο όπου το βαρέλι μοιάζει απύθμενο και το αύριο πιο εχθρικό από το χτες.
Είναι λογικό λοιπόν αυτό το καινούριο μονοπάτι ελευθερίας που ιχνηλατείται, να φοβίζει την εξουσία που με καταστολή, σπίλωση και υπονόμευση, προσπαθεί να γύρει το διακύβευμα προς το μέρος της. Αυτό που δεν είναι καθόλου λογικό είναι σε ένα τόσο κομβικό σημείο, να παρατηρούνται ΑΚΡΑΙΑ φαινόμενα αυτοπροβοκαρίσματος, αυτοϋπονόμευσης κι ενός άκρατου αντικοινωνικού κανιβαλισμού από κομμάτια που επικαλούνται κι αναφέρονται συνεχώς στην περιοχή και που φιλοδοξούν επικυριαρχώντας να επιβάλλουν το στίγμα τους έναντι όλων των άλλων. Η ομοιογένεια και η ταύτιση ποτέ δεν ήταν το ζητούμενο στο ανταγωνιστικό κίνημα, τουναντίον ο πλουραλισμός και η πολυμορφία συνέθετα ένα πιο εκρηκτικό μίγμα πράξης και λόγου, διευρύνοντας τις δυνατότητες και τις επιλογές. Πόσο μάλλον τη σημερινή εποχή που η σύνθεση αφορά περισσότερο το σήμερα, παρά το αύριο καθώς σε μια περίοδο βιωμένων αλλαγών, η αναζήτηση περνάει απ’ τη θρησκευτικής χροιάς ιδεολογική ανάλυση και τη γενίκευση, περισσότερο στον κόσμο του αισθητού και στο πιο συγκεκριμένο. Το ετερόκλητο και το ανόμοιο, λοιπόν, θα έπρεπε να εκλαμβάνονται ως θετικά και προκλητικά στοιχεία της πολιτικής επανανοηματοδότησης και όχι ως πηγή προβλημάτων, δυσχερειών και στασιμότητας. Και δυστυχώς η συνύπαρξη τελευταία στα Εξάρχεια χάνεται στη σκιά ανούσιων παιχνιδιών μικροεξουσίας, αναδύοντας την αποφορά σχέσεων και συμπεριφορών σαπουνόπερας και μεσημεριανών τηλεμαγκαζίνο. Κι όταν ένα περιβάλλον ελευθερίας παρανοείται κι εκφυλίζεται, αυτό είναι παρεπόμενο.
Τέτοια περιβάλλοντα λειτουργούν μόνο με βάση την κατανόηση, την ανοχή και κυρίως το σεβασμό, όλα απαραίτητα συστατικά για τη σύγκλιση κινήσεων με διαφορετικές αφετηρίες. Τα στοιχειώδη μίνιμουμ δηλαδή, για να ξεπεραστούν διαφωνίες και να χωρέσουν αντίθετες πολλές φορές απόψεις και προσεγγίσεις στο ελεύθερο βήμα που δίνει η πολύπαθη περιοχή τα τελευταία 40 χρόνια. Πολλές φορές στο παρελθόν είχαν δοκιμαστεί στο πλαίσιο πολιτικού ανταγωνισμού, μικροπαραγοντισμοί και τάσεις μικροηγεμόνευσης, αλλά πάντα υπήρχε ένα πολιτικό και κοινωνικό όριο που δεν υπερβαίνονταν και καθιστούσε τη συνύπαρξη εφικτή. Για να το πούμε όσο πιο απλά μπορούμε, τα Εξάρχεια είναι χώρος Ελευθερίας, δεν ανήκουν σε κανέναν κι η αγκαλιά τους είναι ανοιχτή για όλους. Τα τελευταία φαινόμενα δείχνουν να υπερβαίνουν αυτό ακριβώς το όριο. Διάφορες μικροομάδες σε ένα κοινό συντονισμό, στο όνομα της ιδεολογικής καθαρότητας και διεκδικώντας μονοπώλιο περί του δικαίου των αγώνων τους, υιοθετούν πολεμική στάση απέναντι στους υπόλοιπους που δραστηριοποιούνται στην περιοχή και καθιστούν το σημείο συνδιαμόρφωσης ανύπαρκτο.
Μέσα σε νεομηδενιστικές φαντασιώσεις, εξαντλούν με θρησκευτική ευλάβεια, το περιεχόμενό τους στην καταστολή, δημιουργώντας μια μεταφυσική σχέση ετεροκαθορισμού με αυτή. Η μονότονη μυρωδιά βενζίνης στην πλατεία φεύγει ακόμα κι από το θεαματικό βασίλειο του lifestyle και χάνεται στη στείρα, μίζερη επανάληψη ενός πολιτικού αυτισμού που καθιστά οποιοδήποτε έξωθεν περιβάλλον ούτως ή άλλως εχθρικό. Κάνοντας το προλεχθέν όριο, όχι μόνο δυσδιάκριτο αλλά ουσιαστικά πεπερασμένο. Η αδυνατότητα σύγκλισης λοιπόν, οδηγεί στο επικίνδυνο καταφύγιο της βίας, βάζοντας στη θέση της διαλλακτικότητας τον αυταρχισμό και την επιβολή, με τις γνωστές παρενέργειες των τραμπουκισμών, της συκοφάντησης, της συνωμοσιολογίας και τη δημιουργία τοξικών καταστάσεων.
Η αλήθεια γίνεται ψέμα και φτάνουμε ν’ ακούμε για κατεχόμενα στα Εξάρχεια, τη στιγμή που η περίοδος της ωμής καταστολής με τους Δέλτα να μπαίνουν, να βαράνε και να ξεφτιλίζουν όποιον θέλουν στην πλατεία αποτελεί πολύ κοντινή παρακαταθήκη της φασιστικής κυβέρνησης Σαμαρά. Δεν υποβιβάζουμε την ένταση της καταστολής όπως φαίνεται κι από τις εκδικητικές ποινές στα δικαστήρια, την κατάσταση στις φυλακές ή στις εκκενώσεις καταλήψεων, εναρμονισμένης με τρομονόμους και με μια διαρκώς διογκούμενη κατάσταση εξαίρεσης της κυριαρχίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Το να βλέπουμε φαντάσματα όμως, για να ξορκίσουμε την πραγματικότητα είναι άλλο και δυστυχώς οι πραγματικοί εχθροί υπάρχουν και είναι κομβικής σημασίας να αντιμετωπιστούν.
Γι’ αυτό η πολιτική απομόνωση τέτοιων αποπροσανατολιστικών φαινομένων, που δεν ζητάν απλά να παίξουν χωρίς να έχουν καλεστεί, αλλά θέλουν να επιβάλλουν και τους κανόνες του παιχνιδιού, είναι απαραίτητη, δεδομένη, και έπρεπε να έχει γίνει χτες. Συνεπαγωγικά, προσωπικές ή συλλογικές διαφορές και κόντρες, μικρο στρατηγικές και μικροπολιτικές που εκδηλώνονται επ’ αφορμή κι επί τη ευκαιρία της όξυνσης αυτού του μητροπολιτικού φαινομένου που σκιάζει τελευταία τα Εξάρχεια, είναι τουλάχιστον άστοχες, επιπόλαιες και πολιτικά επιβλαβείς κι όποιοι διολισθαίνουν σ΄αυτές, θα πρέπει να σταματήσουν να το κάνουν, στεκόμενοι στο ύψος του πολιτικού τους υποβάθρου και της ιστορίας τους.
Για να συνεχίσει και η ιστορία στα Εξάρχεια να αποπνέει αέρα ελευθερίας, τόσο υπέρ πολύτιμου στα ασφυκτικά περιβάλλοντα των σύγχρονων πανοπτικών ολοκληρωτισμών. Εδώ λοιπόν χρειάζεται να τονίσουμε ξανά ότι οι ελεύθερες ζώνες στης μητροπόλεις – κεντρικές αλληλοδιαδρώμενες πολιτικές σκακιέρες ανά τον πλανήτη- είναι καταλυτικές τα μέγιστα στην καινούρια απελευθερωτική πρόταση στο πνεύμα των καινούριων σημασιών και χαρακτηριστικών που αναδύθηκαν στο δήμιο χώρο. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Ρώμης, όπου η απώλεια της γειτονιάς του Σαν Λορέντζο, μιας ελεύθερης ζώνης απ την εποχή της ιταλικής αυτονομία, εξαιτίας μαφιόζικων εμπλοκών, γκετοποίησης και ακραίας μητροπολιτικής βίας, αποσυντόνισε κι αποδυνάμωσε ένα ισχυρότατο κίνημα, με αποτέλεσμα οι φασίστες να έχουν πάρει το δρόμο στη γειτονική πρωτεύουσα και να δεσπόζουν με μεγάλες φασιστικές καταλήψεις στο κέντρο της. Το Kreuzberg στο Βερολίνο, βορά αυτή τη φορά ενός άλλου επικίνδυνου φαινομένου, που προαναφέρθηκε, του gentrification, χάνοντας τα ριζοσπαστικά του χαρακτηριστικά, ξεθώριασε σιγά-σιγά ως ένας πρώην αυτόνομος, αυτόνομος, εναλλακτικός παράδεισος που συναντιέται πλέον μόνο σε ρετρό λευκώματα και φωτογραφίες. Αντίθετα οι αυτόνομες κοινότητες της Ροζάβα, τα αδέρφια μας στο Standing Rock και τα αδιαλείπτως εδώ και μια εικοσαετία σήματα καπνού ελευθερίας από την Τσιάπας, συνεχίζουν να δίνουν στην ουτοπία το πρόσημο του εφικτού.
Απ’ όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι πίσω από το επιμελώς προπαγανδισμένο κατασκεύασμα περί «άβατου», «κράτους ανομίας» και λοιπών αρνητικών στερεοτύπων που συνοδεύουν πάντα τα Εξάρχεια στα τηλεοπτικά παράθυρα, υπάρχει ένας πλούτος δραστηριοτήτων, πράξεων και λόγου που απαντάει ακριβώς στο κύριο καθημερινό ερώτημα των ημερών. Τι κάνουμε τώρα που φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο όπου το βαρέλι μοιάζει απύθμενο και το αύριο πιο εχθρικό από το χτες.
Είναι λογικό λοιπόν αυτό το καινούριο μονοπάτι ελευθερίας που ιχνηλατείται, να φοβίζει την εξουσία που με καταστολή, σπίλωση και υπονόμευση, προσπαθεί να γύρει το διακύβευμα προς το μέρος της. Αυτό που δεν είναι καθόλου λογικό είναι σε ένα τόσο κομβικό σημείο, να παρατηρούνται ΑΚΡΑΙΑ φαινόμενα αυτοπροβοκαρίσματος, αυτοϋπονόμευσης κι ενός άκρατου αντικοινωνικού κανιβαλισμού από κομμάτια που επικαλούνται κι αναφέρονται συνεχώς στην περιοχή και που φιλοδοξούν επικυριαρχώντας να επιβάλλουν το στίγμα τους έναντι όλων των άλλων. Η ομοιογένεια και η ταύτιση ποτέ δεν ήταν το ζητούμενο στο ανταγωνιστικό κίνημα, τουναντίον ο πλουραλισμός και η πολυμορφία συνέθετα ένα πιο εκρηκτικό μίγμα πράξης και λόγου, διευρύνοντας τις δυνατότητες και τις επιλογές. Πόσο μάλλον τη σημερινή εποχή που η σύνθεση αφορά περισσότερο το σήμερα, παρά το αύριο καθώς σε μια περίοδο βιωμένων αλλαγών, η αναζήτηση περνάει απ’ τη θρησκευτικής χροιάς ιδεολογική ανάλυση και τη γενίκευση, περισσότερο στον κόσμο του αισθητού και στο πιο συγκεκριμένο. Το ετερόκλητο και το ανόμοιο, λοιπόν, θα έπρεπε να εκλαμβάνονται ως θετικά και προκλητικά στοιχεία της πολιτικής επανανοηματοδότησης και όχι ως πηγή προβλημάτων, δυσχερειών και στασιμότητας. Και δυστυχώς η συνύπαρξη τελευταία στα Εξάρχεια χάνεται στη σκιά ανούσιων παιχνιδιών μικροεξουσίας, αναδύοντας την αποφορά σχέσεων και συμπεριφορών σαπουνόπερας και μεσημεριανών τηλεμαγκαζίνο. Κι όταν ένα περιβάλλον ελευθερίας παρανοείται κι εκφυλίζεται, αυτό είναι παρεπόμενο.
Τέτοια περιβάλλοντα λειτουργούν μόνο με βάση την κατανόηση, την ανοχή και κυρίως το σεβασμό, όλα απαραίτητα συστατικά για τη σύγκλιση κινήσεων με διαφορετικές αφετηρίες. Τα στοιχειώδη μίνιμουμ δηλαδή, για να ξεπεραστούν διαφωνίες και να χωρέσουν αντίθετες πολλές φορές απόψεις και προσεγγίσεις στο ελεύθερο βήμα που δίνει η πολύπαθη περιοχή τα τελευταία 40 χρόνια. Πολλές φορές στο παρελθόν είχαν δοκιμαστεί στο πλαίσιο πολιτικού ανταγωνισμού, μικροπαραγοντισμοί και τάσεις μικροηγεμόνευσης, αλλά πάντα υπήρχε ένα πολιτικό και κοινωνικό όριο που δεν υπερβαίνονταν και καθιστούσε τη συνύπαρξη εφικτή. Για να το πούμε όσο πιο απλά μπορούμε, τα Εξάρχεια είναι χώρος Ελευθερίας, δεν ανήκουν σε κανέναν κι η αγκαλιά τους είναι ανοιχτή για όλους. Τα τελευταία φαινόμενα δείχνουν να υπερβαίνουν αυτό ακριβώς το όριο. Διάφορες μικροομάδες σε ένα κοινό συντονισμό, στο όνομα της ιδεολογικής καθαρότητας και διεκδικώντας μονοπώλιο περί του δικαίου των αγώνων τους, υιοθετούν πολεμική στάση απέναντι στους υπόλοιπους που δραστηριοποιούνται στην περιοχή και καθιστούν το σημείο συνδιαμόρφωσης ανύπαρκτο.
Μέσα σε νεομηδενιστικές φαντασιώσεις, εξαντλούν με θρησκευτική ευλάβεια, το περιεχόμενό τους στην καταστολή, δημιουργώντας μια μεταφυσική σχέση ετεροκαθορισμού με αυτή. Η μονότονη μυρωδιά βενζίνης στην πλατεία φεύγει ακόμα κι από το θεαματικό βασίλειο του lifestyle και χάνεται στη στείρα, μίζερη επανάληψη ενός πολιτικού αυτισμού που καθιστά οποιοδήποτε έξωθεν περιβάλλον ούτως ή άλλως εχθρικό. Κάνοντας το προλεχθέν όριο, όχι μόνο δυσδιάκριτο αλλά ουσιαστικά πεπερασμένο. Η αδυνατότητα σύγκλισης λοιπόν, οδηγεί στο επικίνδυνο καταφύγιο της βίας, βάζοντας στη θέση της διαλλακτικότητας τον αυταρχισμό και την επιβολή, με τις γνωστές παρενέργειες των τραμπουκισμών, της συκοφάντησης, της συνωμοσιολογίας και τη δημιουργία τοξικών καταστάσεων.
Η αλήθεια γίνεται ψέμα και φτάνουμε ν’ ακούμε για κατεχόμενα στα Εξάρχεια, τη στιγμή που η περίοδος της ωμής καταστολής με τους Δέλτα να μπαίνουν, να βαράνε και να ξεφτιλίζουν όποιον θέλουν στην πλατεία αποτελεί πολύ κοντινή παρακαταθήκη της φασιστικής κυβέρνησης Σαμαρά. Δεν υποβιβάζουμε την ένταση της καταστολής όπως φαίνεται κι από τις εκδικητικές ποινές στα δικαστήρια, την κατάσταση στις φυλακές ή στις εκκενώσεις καταλήψεων, εναρμονισμένης με τρομονόμους και με μια διαρκώς διογκούμενη κατάσταση εξαίρεσης της κυριαρχίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Το να βλέπουμε φαντάσματα όμως, για να ξορκίσουμε την πραγματικότητα είναι άλλο και δυστυχώς οι πραγματικοί εχθροί υπάρχουν και είναι κομβικής σημασίας να αντιμετωπιστούν.
Γι’ αυτό η πολιτική απομόνωση τέτοιων αποπροσανατολιστικών φαινομένων, που δεν ζητάν απλά να παίξουν χωρίς να έχουν καλεστεί, αλλά θέλουν να επιβάλλουν και τους κανόνες του παιχνιδιού, είναι απαραίτητη, δεδομένη, και έπρεπε να έχει γίνει χτες. Συνεπαγωγικά, προσωπικές ή συλλογικές διαφορές και κόντρες, μικρο στρατηγικές και μικροπολιτικές που εκδηλώνονται επ’ αφορμή κι επί τη ευκαιρία της όξυνσης αυτού του μητροπολιτικού φαινομένου που σκιάζει τελευταία τα Εξάρχεια, είναι τουλάχιστον άστοχες, επιπόλαιες και πολιτικά επιβλαβείς κι όποιοι διολισθαίνουν σ΄αυτές, θα πρέπει να σταματήσουν να το κάνουν, στεκόμενοι στο ύψος του πολιτικού τους υποβάθρου και της ιστορίας τους.
Για να συνεχίσει και η ιστορία στα Εξάρχεια να αποπνέει αέρα ελευθερίας, τόσο υπέρ πολύτιμου στα ασφυκτικά περιβάλλοντα των σύγχρονων πανοπτικών ολοκληρωτισμών. Εδώ λοιπόν χρειάζεται να τονίσουμε ξανά ότι οι ελεύθερες ζώνες στης μητροπόλεις – κεντρικές αλληλοδιαδρώμενες πολιτικές σκακιέρες ανά τον πλανήτη- είναι καταλυτικές τα μέγιστα στην καινούρια απελευθερωτική πρόταση στο πνεύμα των καινούριων σημασιών και χαρακτηριστικών που αναδύθηκαν στο δήμιο χώρο. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της Ρώμης, όπου η απώλεια της γειτονιάς του Σαν Λορέντζο, μιας ελεύθερης ζώνης απ την εποχή της ιταλικής αυτονομία, εξαιτίας μαφιόζικων εμπλοκών, γκετοποίησης και ακραίας μητροπολιτικής βίας, αποσυντόνισε κι αποδυνάμωσε ένα ισχυρότατο κίνημα, με αποτέλεσμα οι φασίστες να έχουν πάρει το δρόμο στη γειτονική πρωτεύουσα και να δεσπόζουν με μεγάλες φασιστικές καταλήψεις στο κέντρο της. Το Kreuzberg στο Βερολίνο, βορά αυτή τη φορά ενός άλλου επικίνδυνου φαινομένου, που προαναφέρθηκε, του gentrification, χάνοντας τα ριζοσπαστικά του χαρακτηριστικά, ξεθώριασε σιγά-σιγά ως ένας πρώην αυτόνομος, αυτόνομος, εναλλακτικός παράδεισος που συναντιέται πλέον μόνο σε ρετρό λευκώματα και φωτογραφίες. Αντίθετα οι αυτόνομες κοινότητες της Ροζάβα, τα αδέρφια μας στο Standing Rock και τα αδιαλείπτως εδώ και μια εικοσαετία σήματα καπνού ελευθερίας από την Τσιάπας, συνεχίζουν να δίνουν στην ουτοπία το πρόσημο του εφικτού.
Ας αποφασίσουμε λοιπόν τι θέλουμε για τα Εξάρχεια. Άλλο ένα αστικό μύθο μέσα απ’ τον οποίο σε λίγα χρόνια θα δικαιολογούμε την ιδιώτευσή και την πολιτική μας παραίτηση με κινηματογραφική νοσταλγία ή ένα ανυπόταχτο χώρο αντίστασης, αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης που θα μας επιτρέψει να φανταζόμαστε και να πράττουμε το αδύνατο κι απραγματοποίητο των ονείρων μας.
ΣΥΝΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ:
Λαϊκή Συνέλευση Εξαρχείων,
Ε.Κ.Χ Nosotros,
Αντιεξουσιαστική Κίνηση Αθήνας ,
Στέκι Μεταναστών,
Δίκτυο για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα , Προσφυγική Κατάληψη Νοταρά 26 ,
Προσφυγική Κατάληψη Όνειρο ,
Προσφυγική Κατάληψη Σπύρου Τρικούπη 17, Προσφυγική Κατάληψη Αραχόβης,
Προσφυγική Κατάληψη 5ο Σχολείο,
Προσφυγική Κατάληψη Αχαρνών 22.