Οι φωτογραφίες των κακοποιημένων από την αστυνομία νεαρών στο Βελβεντό εντάσσονται σε μια μακρά, σχεδόν αρχαϊκή, παράδοση προσβολής και εικονογράφησης της προσβολής του νικημένου αντιπάλου. Τα πρησμένα πρόσωπα, οι εκχυμώσεις, τα κόκκινα από το αίμα μάτια φέρνουν στο μυαλό τα καρατομημένα κεφάλια των λήσταρχων μετά τη σύλληψή τους, του Γιαγκούλα για παράδειγμα, ο οποίος εντελώς συμπτωματικά έδρασε, μεταξύ άλλων και στην ίδια περιοχή της Κοζάνης, θα έλεγα ακόμη και του Άρη Βελουχιώτη, αν δεν ήξερα πως αυτή η αναφορά θα δημιουργούσε συσχετισμούς και παρανοήσεις που θα προτιμούσα να αποφύγω. Σε εκείνες τις φωτογραφίες τα κεφάλια, με τα μισάνοιχτα και άδεια μάτια, τα στραβωμένα στόματα, τα ανάκατα μαλλιά, ήταν ταυτόχρονα τρόπαια των διωκτικών αρχών, σημεία σωφρονισμού, αν όχι τρομοκράτησης, του πληθυσμού και, βέβαια, μεταστοιχειώσεις μιας πολεμικής τελετουργίας εξαγνισμού και ανθρωποφαγίας, καθυπόταξης της επιθυμίας. Η Τζούλια Κρίστεβα στη μονογραφία της «Το κομμένο κεφάλι» παρατηρεί πως η πρακτική του αποκεφαλισμού εμφανίζεται σε περιόδους κοινωνικών διχασμών, είναι το έμβλημα και ταυτόχρονα «η βίαιη παραδοχή των εσωτερικών μας ρηγμάτων, μιας μύχιας αστάθειας που επιταχύνει τις [ιστορικές] κινήσεις και τις κρίσεις». Ευτυχώς, δεν βρισκόμαστε πλέον κι ας ευχηθούμε πως δεν βρισκόμαστε ακόμα σε μια τέτοια περίοδο οριστικής ρήξης, όπου ο αποκεφαλισμός του εχθρού δηλώνει κατά κυριολεξία την οριστική του ήττα και ταπείνωση. Ακόμη έχουμε την πολυτέλεια της μεταφοράς. Από αυτήν την άποψη, το αδέξιο φώτοσοπ πάνω στα σημάδια των βασανισμών δεν ήταν ούτε ένδειξη προχειρότητας ούτε αποτέλεσμα αδιαφορίας. Λειτουργούσε ευφημιστικά: δεν επεδίωκε να κρύψει τα σημάδια του ξυλοδαρμού ούτε να εξωραΐσει απλώς την πραγματικότητα, επεδίωκε, μέσα από την παρέμβαση αυτή να δηλώσει αλαζονικά πως ο κατασταλτικός μηχανισμός έχει το δικαίωμα και τη δύναμη παρέμβασης σε κάθε όψη της πραγματικότητας, ακόμη και στην εικόνα εκείνη που φαινομενικά τον εκθέτει .
Εντούτοις, η δημοσιοποίηση αυτών των φωτογραφιών μετά την ευφημιστική επέμβαση του φώτοσοπ είναι, κατά τη γνώμη μου, μια συγκλονιστική στιγμή μετάβασης των κοινωνικών σχέσεων. Γιατί βέβαια δεν είναι πρωτοφανής όσο κι αν είναι εξοργιστική η κακοποίηση ενός υπόπτου από την αστυνομία –και όχι μόνον την ελληνική. Ούτε είναι πρωτοφανής η δημοσίευση φωτογραφιών υπόπτων με εμφανή σημάδια βασανισμού. Μόνο που συνήθως αυτή η αυταρχική αστυνομική βία είχε σαφή ταξικά χαρακτηριστικά και για αυτό εξάλλου, όταν γινόταν αντιληπτή, εκτός από έναν γενικόλογο αποτροπιασμό για την αυθαιρεσία της εξουσίας, σπανίως είχε ουσιαστικό αντίκτυπο στην κοινή γνώμη· αφορούσε κυρίως ανθρώπους που η κοινωνική τους θέση, το οικονομικό και το συμβολικό τους κεφάλαιο δεν μπορούσε να τους προστατεύσει από το βασανισμό και καθιστούσε τα σημάδια του στις φωτογραφίες σχεδόν αόρατα, σαν να μην έφεραν καμία πληροφοριακή αξία. Εδώ όμως η περίπτωση είναι διαφορετική. Τα παιδιά αυτά ανήκουν στη μεσαία τάξη, σε μια κοινωνική ομάδα που τα οικονομικά και πολιτιστικά της εφόδια θα έπρεπε να απλώνουν, ακόμη και σε αυτήν την ακραία παραβατικότητα, ένα δίχτυ ασφαλείας τόσο μέσα στο αστυνομικό τμήμα όσο και στη δημόσια σφαίρα. Ποιος θα φανταζόταν, πριν από είκοσι, πριν από δέκα, πριν από πέντε χρόνια, πως παιδιά αυτής ακριβώς της τάξης, ακόμη κι αν συλλαμβάνονταν για ένα ανάλογο έγκλημα δεν θα αντιμετωπίζονταν από την αστυνομία, από την ειδησεογραφία, από την πολιτική με κάποιον σεβασμό ακόμη και με κάποιον ερωτισμό για την υπερβατική ορμητικότητα της παραβατικότητάς τους; Εδώ έχει κανείς την αίσθηση πως συμβαίνει το αντίθετο, πως το πολιτιστικό και συμβολικό κεφάλαιο των παιδιών αυτών εξέθρεψε το κακοποιητικό μένος της αστυνομίας.
Με άλλα λόγια, ο βασανισμός, η δημοσιοποίηση των φωτογραφιών, το κακότεχνο φώτοσοπ είναι μια συγκλονιστική από σημειολογική άποψη καταγραφή μιας πτώσης: της τάξης αυτής που χάνει τα εισοδήματά της, χάνει τα δικαιώματά της και τώρα χάνει την εικόνα της, χάνει τη δυνατότητα συμβολικής προστασίας της, μπορεί πλέον και αυτή να γίνει αντικείμενο διαπόμπευσης. Στα κακοποιημένα πρόσωπα των νεαρών ληστών, στις εκχυμώσεις του βασανισμού, βλέπει κανείς το σημάδι ενός φθόνου διπλής κατεύθυνσης, το σημάδι ενός Κάιν που θα αρχίσει σύντομα τη βασανιστική και αποσυνάγωγή του περιπλάνηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.