Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

The Greek Psycho (αναδημοσίευση)


από http://kakoskeimena.net/

Πάλι τα σύννεφα κινούνται λες και επίκειται βιβλική καταστροφή έξω ακριβώς από την πολυκατοικία μου. Το ένα εισβάλλει μέσα στο άλλο και εναλλάσσονται και κάποιες στιγμές φτιάχνουν λέξεις, σχήματα στον γκρίζο ουρανό απευθυνόμενα σε εμένα. Το στομάχι μου για μια ακόμα ημέρα κοντεύει να φτάσει στο λαιμό. Σιχαίνομαι αυτό το συναίσθημα τού να θέλεις μονίμως να τα βγάλεις όλα από μέσα σου αλλά στο τέλος να μη βγαίνει τίποτα και απλά να κρέμεσαι πάνω από το νιπτήρα με τα βρεφικά σου σάλια ακόμα να στάζουν. Και ξανά πίσω στο κρεββάτι με το νωπό μου σεντόνι να με σκεπάζει ανεπιτυχώς την ώρα που φαντάζομαι ότι είμαι ένας ημίγυμνος Χριστός από ψηλά, καθώς αλλάζω πλευρό συνέχεια και η καρδιά μου ακούγεται μέχρι το πάτωμα. 

Αυτή η καταραμένη σιωπή φταίει για όλα, φταίει γιατί βοηθά να ακούγεται μέχρι και ο τελευταίος ελάχιστος ήχος, ακόμα και αυτές οι εκνευριστικές σταγόνες τής βρύσης στο νεροχύτη που πέφτουν με σταθερό ρυθμό και μου μπερδεύουν την αίσθηση της ταχυπαλμίας. Και αυτός ο διάδρομος μέχρι την κουζίνα φαντάζει ατέλειωτη διαδρομή σε έρημο. Ήθελα, βλέπεις, να φτιάξω ένα σπίτι με ονειρικά, μακρινά μονοπάτια, ποτέ μου δεν φαντάστηκα ότι θα γίνουν εφιαλτικά περάσματα που θα με βασανίζουν σαν λαβύρινθος. Τα γυμνά μου πέλματα τρυπάνε πάνω σε σπασμένες συσκευασίες από τις ακριβότερες κρέμες ενυδάτωσης, καθώς γραβάτες έχουν μπλεχτεί με μπουκάλια που ακόμα κυλάνε, λες και το σπίτι έχει κατηφορική κλίση. Μάλλον γιατί είναι καιρός που όλα εδώ πέρα έχουν πάρει τον κατήφορο.

Τουλάχιστον αυτή η απέραντη θέα που ακόμα εξαπλώνεται ως πέρα έξω από την τεράστια τζαμαρία του σαλονιού με βοηθαέι κάπως να ξεχνιέμαι. Για αυτόν το λόγο δεν θέλησα να έχω γύρω μου συνέχεια χτισμένους τοίχους, το έκανα για να ατενίζω από τον 7ο όροφο τον καημένο τούτο κόσμο, έτσι καθώς θα κινείται και όλοι θα φαίνονται μικρά, τιποτένια ανθρωπάκια που περπατούν ασταμάτητα λες και δεν έχουν σαφή προορισμό. Και πάντα γούσταρα το να πάω ένα βήμα παραπέρα. Να κάθομαι με τις άκρες των δακτύλων μου στο μπαλκόνι, επιχειρώντας μια ριψοκίνδυνη ισορροπία, έχοντας από κάτω το ατέλειωτο κενό. Να κάνω ότι τάχα ετοιμάζομαι να πέσω και να γυρνάω πίσω, έτσι, για να νιώθω την αδρεναλίνη να ποτίζει τις φλέβες μου και να αιματώνει τον εγκέφαλο σε κλάσματα δευτερολέπτων. Να φαντάζομαι πώς είναι να ακροβατείς διαρκώς μεταξύ ζωής και θανάτου, με την ωραία ψευδαίσθηση της τελικής υπεροχής. Ανέκαθεν εξάλλου είχα την τάση να γεύομαι στο έπακρο τις συγκινήσεις μου. Ήταν γιατί έθετα εγώ τα όρια του εφικτού και τα ξεπερνούσα με την αυτοπεποίθηση που μου είχε δώσει η μόνιμη επιτυχία μου σε όλους τους τομείς. Μου διέφυγε βέβαια ότι κανένας δεν θα μπορέσει να με παρατηρήσει τόσο ψηλά που στέκομαι εδώ πάνω και ότι μάλλον θα φαίνομαι σαν χαρτάκι που πηγαινοέρχεται στον άνεμο. Γι’ αυτό ποτε δεν βρέθηκε έστω ένας να φωνάξει με αγωνία για να μην κάνω το μεγάλο μου άλμα. Ίσως γιατί οι περισσότεροι ασχολούνται μαζί σου στην άνοδο παρά στην πτώση.

Ξεπάγιασα και βρέθηκα να ψάχνω ζεστασιά θωπεύοντας τους βελούδινους καναπέδες μου, καθώς σέρνομαι στα τέσσερα σαν σκύλος που ψάχνει να εντοπίσει ουσίες απαγορευμένες. Στο γυάλινο τραπέζι απέναντι φαίνεται ακόμα διάσκορπη η λευκή σκόνη που την είχα πάντα για παρηγοριά μου και τόνωση στις ξέφρενες στιγμές μου. Εχτές ρούφηξα τις παραισθήσεις με τη βοήθεια της καλυτερότερης και ανάγλυφης επαγγελματικής μου κάρτας. Έκοψα τη δόση τόσες φορές όσες έπεσε ο δείκτης του χρηματιστηρίου, την ώρα που οι μετοχές μου γινόντουσαν τσιγαρόχαρτα και οι επενδύσεις μου καπνός. 

Αυτοκαταστρέφομαι, το ξέρω. Βάζω στο φουλ την ένταση από το dolby surround home cinema και χορεύω έτσι ξεβράκωτος και κυλιέμαι στα άψογα ιταλικά πλακάκια και σκίζω τις μεταξένιες ταπετσαρίες και γλυστράω από τον ίδιο μου τον ιδρώτα και σκάω με το κεφάλι στα εβένινα έπιπλα. Στο διάολο όλα! Τι σημασία έχει αφού πόνο σωματικό δεν νιώθω πια. Γενικά έχω αδειάσει από συναισθήματα σαν το άδειο πλέον ταμιευτήριό μου. Πήρα την ψιλή και κουρεύτηκα μόνος μου για να επιβεβαιώσω ότι με άγγιξε και εμένα το κούρεμα των καταθέσεων. Μου έμειναν μόνο όλες αυτές οι ρημαδιασμένες golden debit cards για να μου θυμίζουν το πόσο ερεθιζόμουνα όταν άκουγα τα χαρτονομίσματα να καταμετρώνται και να κατατίθενται αργά το βράδυ στο ΑΤΜ. Τι υπέροχος ήχος, στ’ αλήθεια, μερικές φορές ένιωθα τον προστάτη μου να συσπάται. Και η απόξειξη της επιτυχούς συναλλαγής, έτσι όπως πεταγόταν, θαρρείς ότι έμοιαζε με εσκπερμάτωση.

Όλα είχαν το νόημά τους τελικά. Ακόμα και οι επιπόλαιες μου σχέσεις, τα πηδήματα τής μιας βραδιάς σε σουίτες πολυτελείας με κορίτσια ακριβά που δεν τα άγγιζε όποιος κι όποιος. Που κοιτούσαν πρώτα αν έχεις φουσκωμένη την τσέπη και μετά αν είσαι έτοιμος να τις ικανοποιήσεις σαρκικά. Μερικές από δαύτες τις ερωτεύτηκα. Και αφέθηκα. Και έπαιξα πάλι με την ύπαρξη του ανθρώπου και έσπειρα λάθη εξώγαμα. Τέκνα που σχεδόν δεν γνώρισα ποτέ μου, που το πατρικό μου φίλτρο λειτούργησε μόνο ως σωλήνας για να διοχετεύονται διατροφές από δικαστικές αποφάσεις υπέρ μητέρων που ασκούσαν την επιμέλεια, υπενθυμίζοντας τη δική μου αμέλεια. Κανένας δεν με ρώτησε για τον δικό μου τον πατέρα, το μόνο που ξέρουν όλοι να λένε στις μπάσταρδες φυλλάδες τους είναι ότι κληρονόμησα τις επιχειρήσεις του και ότι όλα τα βρήκα έτοιμα. Ότι καπιτάλας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι και ότι στο δικό μου DNA έτρεχε η ουσία του πλούτου από την αρχή και ότι ποτέ μου δεν θα καταλάβω τα δράματα των ανθρώπων γιατί στην ψυχή μου υπάρχουν μόνο αριθμοί. Σαν αυτούς που παίζει συνέχεια η αναθεματισμένη μου 50άρα flat screen τηλεόραση εδώ και πέντε χρόνια τώρα. Άνεργοι, άστεγοι, πεινασμένοι που όλο αυξάνονται και μπουκώνουν την τρισδιάτατη οθόνη μου. Κανείς τους δεν κατάλαβε ότι είναι μέρος της μηχανής που πάντα η δικιά μου η κάστα λειτουργούσε. Αν εγώ δεν έβαζα τα τιμημένα κεφάλαιά μου κανείς τους δεν θα μπορούσε να το παίξει οικογενειάρχης. Εγώ γέμιζα το κουτάλι με φαγητό στο στόμα της κόρης σου, τι δεν καταλαβαίνεις;

Θα κατέβω κάτω στους δρόμους κι ας έχω τα χάλια μου. Ανοίγοντας μετά από μερόνυχτα την ταμπουρωμένη μου πόρτα, ένα έγγραφο γεμάτο σφραγίδες κρεμιέται σαν μήνυμα απειλητικό απ’ έξω. Κάποιος κλητήρας έβαλε την τελευταία ειδοποίηση για τον πλειστηριασμό του διαμερίσματος πάνω στο λείο ξύλο. Ρε τον καραγκιόζη, αν ήξερε πόσο κοστίζει αυτή η πόρτα δεν θα τολμούσε να βάλει ποτέ τα σάλια του εδώ. Φεύγω και ας μείνουν όλα ορθάνοιχτα να μπάζουν τον αέρα της φυγής μου. Έξω η πόλη δείχνει τόσο διαφορετική σε σύγκριση με το πώς τα έβλεπα όλα από τη βόλεψή μου τόσο καιρό, αφ’ υψηλού. Βλέπω σφιχτά στόματα και ρακένδυτους να ψάχνουν στα σκουπίδια. Βλέμματα παγερά, που θαρρείς ότι ανήκουν σε σώματα που δεν βλέπουν. Μανάδες που στέκονται στις ουρές με σάπια κατσαρολάκια στα χέρια, ψωμιά προχθεσινά που πέφτουν στο πεζοδρόμιο και παιδιά που ορμούν σαν τα ποντίκια να τσιμπίσουν ό,τι απέμεινε από τη γειτονιά τους που πια θυμίζει μια τεράστια φάκα. 

Στέκομαι στη μέση της λεωφόρου, για να κάνω ακόμα ένα από εκείνα τα παράξενα πειράματά μου πάνω στις ανθρώπινες αντιδράσεις. Ανοίγω τα χέρια και μένω έτσι, γυμνός, για να σταματήσω τη ροή του πλήθους. Κανένας δεν κάνει καν τον κόπο να απορήσει και να ενδιαφερθεί για το τί μου συμβαίνει. Σωριάζομαι κάτω από την εξάντληση, καθώς χιλιάδες περνάνε από πάνω μου και με ποδοπατάνε. Μένω έτσι για ώρες. Η νύχτα πέφτει. Ο κόσμος κρύφτηκε. Κι είμαι ακόμα στην καινούργια μου θέση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.