Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

Από τη συναυλία στο Σπόρτιγκ για τους 15 της μοτοπορείας

με τη μουσική μπορείς να κάνεις επανάσταση...(από φιλικό blog)

 Στην ουρά για ένα εισιτήριο

 ενώ μέσα το στάδιο (τεραίν και κερκίδες) ήταν ήδη γεμάτο από κόσμο

 o Αλκίνοος Ιωαννίδης ...

... και ο Γιάννης Αγγελάκας επί σκηνής

την ίδια ώρα πολλοί ήταν εκείνοι που προσπαθούσαν να μπούν στο χώρο της συναυλίας

..και ν' ανταμώνουμε πιο συχνά. Μην περιμένουμε να συλλάβουν και 
να βασανίσουν 15 ανθρώπους για να μαζευτούμε... (Αλκίνοος Ιωαννίδης)

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

θα πάμε,

γιατί η οργή δικαιώνεται σαν γενεί σπόρος στη γή

γιατί η αξιοπρέπεια του καθενός είναι αξιοπρέπεια όλων μας

γιατί της δικαιοσύνης ο ήλιος είναι πιο λαμπρός από τη δικαιοσύνη τους.



από τον διαχειριστή

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Αισιοδοξία, το υπερόπλο των Αγορών (αναδημοσίευση)

Από Γιάννη Μακριδάκη (http://yiannismakridakis.gr/)


Πριν μερικά χρόνια σε ένα μπαρ στην Παλαιοχώρα Χανίων, χειμώνα καιρό με λιγοστό κόσμο και επαρχιακή ατμόσφαιρα, κάποιος μεθυσμένος θαμώνας, από τους καθηγητές δευτεροβάθμιας που βρέθηκε διορισμένος εκεί, με πλησίασε, ως καινούρια φάτσα που ήμουν, και μου είπε με ύφος στοχαστικό και βαθύ: Η αισιοδοξία είναι μισή αυτοκτονία.

Αυτή η στιγμή μου ‘ρχεται και μου ξανάρχεται στο νου όποτε ακούω τον μόνο Έλληνα που γνωρίζω να δηλώνει αισιόδοξος, τον Γιάννη Στουρνάρα.

Ο Υπουργός Οικονομικών διατυμπανίζει με κάθε τρόπο την αισιοδοξία του. Πότε δηλώνει πως είναι απλά αισιόδοξος για την πορεία της υπόθεσης, πότε δηλώνει το χειρότερο, πως είναι εκ φύσεως αισιόδοξος άνθρωπος.

Προσωπικά έχω πεισθεί πως κανένας άνθρωπος που έχει δυνατότητα να στοχάζεται δεν μπορεί να είναι αισιόδοξος. Όχι μόνο τώρα, όχι μόνο σε αυτή τη δύσκολη ιστορική περίοδο αλλά ανέκαθεν.

Η αισιοδοξία, και μάλιστα η δήλωση της αισιοδοξίας εκ φύσεως, είναι ένα ακόμα προϊόν της καταναλωτικής κουλτούρας που επέβαλε ο καπιταλισμός στις δυτικές κοινωνίες, αποτελεί μάλιστα το υπερόπλο για την επικράτησή του. Πριν από την χαλαρή ζωή, την ελαφριά τέχνη, την παράδοση στις υπαξίες της φιλοσοφίας του “να περνάμε καλά” και του “ο θάνατος και κάθε άλλο κακό δεν είναι για μας αλλά για άλλους”, δεν υπήρχαν άνθρωποι που να δηλώνουν αισιόδοξοι, πόσο μάλλον εκ φύσεως αισιόδοξοι. Διότι απλούστατα οι άνθρωποι γνώριζαν βιωματικά πως η ζωή έχει τα πάνω της και τα κάτω της, πως “όλα για τους ανθρώπους είναι”, πως όπως η φύση έχει άνοιξες και φθινόπωρα έτσι και η ζωή φέρνει πότε χαρές και πότε λύπες. Οι άνθρωποι που ζούσαν έξω από αυτή την υποζωή της φιάκας και της πλαστής πραγματικότητας που λέει πως το χρήμα είναι πλούτος, γνώριζαν πολύ καλά πως καμία στιγμή δεν διαρκεί για πάντα και είχαν πολύ βαθιά ριζωμένο μέσα τους πως το γέλιο μπορεί να τους βγει ξινό, έκαναν απαισιόδοξες σκέψεις δηλαδή ακόμα και σε στιγμές ευφορίας. Αυτή είναι η σοφία του ανθρώπου. Που ζει τη ζωή και γνωρίζει τις δυσκολίες του βίου. Βιώνει την μοναδική αλήθεια. Πως ο βίος είναι το αρσενικό της βίας. Πως η ζωή δηλαδή είναι σκληρή και κανείς δεν θα βγει ζωντανός απ’ αυτήν την μάχη.

Αυτά όμως δεν είναι πλέον για μας. Ήταν για παλαιούς ανθρώπους, τους υπανάπτυκτους προγόνους μας, που κάθε μέρα ξυπνούσαν αναγκασμένοι να παράξουν, να συλλέξουν και να αγωνιστούν σκληρά για τον επιούσιο. Εμείς, οι σπουδαγμένοι σε έγκυρα και χορηγούμενα από πολυεθνικές καπιταλιστικές εταιρίες πανεπιστήμια, οι υπηρέτες των Αγορών που θέλουν κλίμα ευφορίας διαρκές για να κινείται όσο περισσότερο το χρήμα (προς τα πάνω), μάθαμε να είμαστε και να δηλώνουμε αισιόδοξοι. Μας καλλιεργήθηκε η αίσθηση της αισιοδοξίας και λιπάνθηκε με τόσες πλαστές και πλάνες αξίες ο νους και η ψυχή μας, ώστε να φτάσουμε σε σημείο όχι μόνο να δηλώνουμε αισιόδοξοι αλλά και εκ φύσεως αισιόδοξοι. Όσο πιο βλαξ ή όσο πιο χειραγωγούμενος από την πολιτική της πλαστής πραγματικότητα των Αγορών είναι κανείς, τόσο πιο πολύ δηλώνει αισιόδοξος. Κι αν δεν θέλει για οποιονδήποτε λόγο να αποδεχτεί πως όλο αυτό το αίσθημα τού έχει καλλιεργηθεί τεχνηέντως, τότε δηλώνει το ακόμη πιο βλακώδες, πως είναι αισιόδοξος εκ φύσεως. Πως γεννήθηκε δηλαδή αισιόδοξος, σα να λέμε πως γεννήθηκε με την πεποίθηση πως θα επιβιώσει της ζωής.

Μέχρι την δεκαετία του 50 οι άνθρωποι φωτογράφιζαν τις κηδείες των αγαπημένων τους. Καλούσαν φωτογράφους στην τελετή και φτιάχνανε αρχεία με τις εικόνες, για να θυμούνται. Ήταν και αυτό μια οικογενειακή στιγμή και μια κοινωνική εκδήλωση διότι είχαν ζωντανή καθημερινά μέσα τους την αίσθηση του θανάτου, την έβλεπαν γύρω του στη φύση, γνώριζαν πως είναι όντα ταπεινά και πως μπορεί ανά πάσα στιγμή να φύγουν, είχαν τη βεβαιότητα πως ο θάνατος αποτελεί μια προοπτική για όλους και κυρίως για τους ίδιους. Με την επέλαση της χαλαρότητας στη ζωή, με την επέλαση της καπιταλιστικής ελαφράδας σε όλους τους τομείς, με την καλλιέργεια της καταναλωτικής αισιοδοξίας, ο άνθρωπος που έφυγε μακριά από το φυσικό του περίβλημα και κλείστηκε στα κλουβιά για να γίνει γρανάζι αλλά και ο άνθρωπος που χειραγωγήθηκε εκπαιδευόμενος στις υπαξίες του νέου συστήματος, απομακρύνθηκε από τον θάνατο, τον έβγαλε από την καθημερινότητά του κι από τη σκέψη του, τον κατέταξε στις δυστυχίες που δεν του αξίζουν και που είναι για άλλους, για τους υπανάπτυκτους, τους απολίτιστους, τους μη προοδευμένους. Κι άρχισε να φωτογραφίζει, να αρχειοθετεί, να θυμάται και να μοιράζεται με τους φίλους μόνο χαρές, γάμους, γεννήσεις, βαφτίσια, διακοπές. Άρχισε να ζει σε μια πλαστή πραγματικότητα αισιοδοξίας, διακοπτόμενη μονάχα από στιγμές κακών σκέψεων, σαν μάθαινε για τον θάνατο ή την ανίατη ασθένεια κάποιου γνωστού του και συνειδητοποιούσε προς στιγμήν πως δυστυχώς ίσως κι αυτά τον αφορούν, μα η τριγύρω χαλαρή και αισιόδοξη ατμόσφαιρα της πλάνας αγοράς, του έδιωχνε πολύ γρήγορα αυτή την έκλαμψη συνειδητότητας.

Και γίναμε μια πλαδαρή μάζα αισιόδοξων πιονιών για την ευχερέστερη κυκλοφορία του χρήματος. Και μόλις πέσει κάτω το διπλανό μας πιόνι, συνεχίζουμε τη “ζωή” μας πλανεμένοι από την τριγύρω εικονική πραγματικότητα δίχως να εντρυφήσουμε στον θάνατο, αφήνοντας την μεγάλη ευκαιρία να πάει χαμένη. Διότι ο φόβος του θανάτου μάς κάνει ανθρώπους. Ο φόβος του θανάτου παράγει την Τέχνη. Ο φόβος του θανάτου προάγει την Ζωή. Ο φόβος του θανάτου κάνει τον έναν να βλέπει τον διπλανό του ως συμπληρωματικό άνθρωπο και όχι ως ανταγωνιστικό άτομο. Ο φόβος του θανάτου δηλαδή είναι ο μοναδικός αντίπαλος της μετάλλαξης του ανθρώπου σε άψυχο άτομο, υπηρέτη των Αγορών. Γι’ αυτό μάς καλλιέργησαν την Αισιοδοξία, μας βγάλανε από τη Ζωή και τα χάσαμε όλα.

Η νέα κοινωνική τάξη της αυτοοργάνωσης, μηχανή πολέμου για την έξοδο από την κυριαρχία

Aπό εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr/) 


του Θοδωρή Σάρα

Οι σκέψεις που ακολουθούν τοποθετούνται μέσα στη φωτιά της εξέγερσης, του διαρκούς πειραματισμού και της δημιουργίας. Είναι ατελείωτες και ατέρμονες όσο υπάρχουν άνθρωποι, που αγωνίζονται και δημιουργούν ελεύθερα μέσα σε αυτόν τον κόσμο, εναντίον του υπάρχοντος, για την υπέρβαση του.

Καπιταλισμός-κρατισμός: Η μηχανή που σκοτώνει

Αυτή τη στιγμή διεξάγεται σε παγκόσμιο επίπεδο μία μεγάλη επίθεση στο σύνολο των πληθυσμών, που κατατάσσονται στη βάση της πυραμίδας της κυριαρχίας, όπως αυτή αναδύεται στα δίκτυα του παγκόσμιου καπιταλιστικού τύπου διακυβέρνησης. Με πιλότους υπερεθνικούς μηχανισμούς και δίκτυα διακυβέρνησης (ΔΝΤ, Διεθνείς τράπεζες, Περιφερειακές Ενώσεις, ΜΜΕ, στρατιωτικές ενώσεις κλπ) αναδύεται ένας νέος τρόπος οργάνωσης της παραγωγής- της κατανάλωσης- της επικοινωνίας με σκοπό φυσικά το καπιταλιστικό κέρδος, τις νέες περιφράξεις – σε δομές, πόρους, ενέργεια, γνώση, υγεία, πατέντες κλπ – τον κοινωνικό έλεγχο και την επανεκκίνηση του συστήματος μέσω μίας νέας διαδικασίας πρωταρχικής συσσώρευσης.

Η γνώση, η εργασία, και η γνωστική εργασία είναι στο επίκεντρο αυτής της επίθεσης αφού στα δίκτυα του δυτικού καπιταλισμού, αποτελεί το βασικό τομέα παραγωγής υπεραξίας, όχι μόνο στο επίπεδο της παραγωγής, αλλά και σε συμβολικό-σημειακό επίπεδο – είτε αυτό είναι το θέαμα, είτε η έρευνα, είτε η διαχείριση υποδομών πληροφορίας κλπ. Οφείλουμε πλέον να θεωρούμε την γνωστική εργασία όχι ως εργατική ή διευθυντική δύναμη, αλλά βασικό λιπαντικό της παγκόσμιας μηχανής κυριαρχίας, των κεφαλαίων, του θεάματος, και των υπερκρατικών μηχανισμών. Η γνωστική εργασία, το κογκνιταριάτο, τα τελευταία τριάντα χρόνια παράγει, δημιουργεί αξία μέσω της έρευνας, και της επικοινωνίας ακόμα και στο επίπεδο της σημειολογίας. Στην περιοχή του άξονα Ευρώπης-Αμερικής δηλώνεται ανοιχτά εδώ και αρκετά χρόνια, η προσπάθεια μετατροπής της πλειοψηφίας των γνωστικών εργαζόμενων, σε μία επισφαλή δυνητική μάζα-απόθεμα για τα εκάστοτε κυβερνητικά σχέδια της βιομηχανίας, των δικτύων-κρατών, και των Μμε. Τα χαρακτηριστικά του κογκνιταριάτου: ευελιξία, δια βίου μάθηση, εξατομίκευση, κατάρτιση, το εντάσσει ως επιμέρους μηχανή στη συναρμογή των ροών της κυριαρχίας, σε κεφαλαιοκρατικό, υπερ-κρατικό, κι επικοινωνιακό επίπεδο. Η εποχή της ταξικής ειρήνευσης κογκνιτάριων – κεφαλαίου, τελείωσε με το τέλος και της εποχής του καζινο-καπιταλισμού.

Ο ιδιότυπος οικονομικός πόλεμος που έχουν κηρύξει τα αφεντικά σε όλο τον κόσμο, τείνει πλέον να δημιουργεί τριτοκοσμικές συνθήκες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης μέσα στις ίδιες τις μητροπόλεις του καπιταλισμού. Παράλληλα μία πιθανή παρέμβαση στην κατανάλωση των δισεκατομμυρίων κολασμένων της μισθωτής εργασίας στην Κίνα, την Ινδία και αλλού, δημιουργεί οικονομίστικα και μόνο, συνθήκες δυνητικής ανάκαμψης του καπιταλισμού-κρατισμού. Από την άλλη πλευρά, η Κίνα έχει ήδη μπει στην τροχιά της δημιουργίας της δικής της γνωστικής τάξης εργαζομένων με την προσαρμογή των προγραμμάτων σπουδών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αναγνωρίζοντας έτσι τη σημασία της, στην παραγωγή, την αναπαραγωγή και την κυκλοφορία των καπιταλιστικών ροών, στους τομείς της έρευνας, της διοίκησης, του μάρκετινγκ, της διαφήμισης, κλπ

Όλα αυτά συνδέονται με την ανάδυση ενός νέου μοντέλου υποκειμενοποίησης των ατόμων, δηλαδή τεχνικών βιοπολιτικού και ανατομικού ελέγχου του εαυτού, που βασίζεται στη διασπορά του φόβου, και του τρόμου, αντί της κλασσικής υποκειμενοποίησης που στηριζόταν στον έλεγχο και την εσωτερίκευση ως αξιακών μεγεθών της μεγέθυνσης, της ανάπτυξης, της καριέρας, της κατανάλωσης σημείων θεάματος, κλπ, της προηγούμενης φάσης της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Το ένστικτο του θανάτου κινητοποιεί οποιαδήποτε καταναλωτική, θεαματική, και άλλη στάση των ατόμων, δημιουργώντας μία νέα κωδικοποίηση των ροών της καθημερινότητας, που βασίζεται στην just in time διαχείριση του χρόνου και του χώρου, στην ανάδυση μίας κουλτούρας του εφήμερου ατομικισμού, και της εξατομίκευσης. Η διαχείριση του θανάτου, η θέληση της μηχανής του καπιταλισμού να προβλέψει κάθε συμπεριφορά διακινδύνευσης (ρίσκου) οδηγεί στην κατασκευή προφίλ δυνητικά επικίνδυνων, παραβατικών συμπεριφορών, στους τομείς της υγείας, του πόλεμου, της ασφάλειας, κλπ. Το μοντέλο αυτό συνδέεται με την ανάδυση μίας νέας μηχανής επιτήρησης, που βασίζεται στην επιτήρηση των πληροφοριακών ιχνών, τη δημιουργία δυνητικών προφίλ, καθενός από εμάς, και την αποθήκευση τους σε τεράστιες βάσεις δεδομένων – εφοριακών, DNA, δικαστικών, κλπ. Είναι το κυβερνοπτικό όπως περιέγραψα και αλλού, όπου: επιτήρηση και προσομοίωση του ρίσκου είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της νέας κυριαρχίας, που ελέγχει το κυβερνοσώμα των κολασμένων.

Οι νέοι μηχανισμοί υποκειμενοποίησης στηρίζονται από επιστημονικούς φορείς, πανεπιστημιακά ιδρύματα, εκπαιδευτικά συστήματα, εταιρείες επικοινωνίας και δημοσκοπήσεων, κλπ, που μελετούν και στήνουν σενάρια διαχείρισης της οποιαδήποτε κρίσης. Ήδη από τη δεκαετία του ’60 καταστασιακοί, μεταδομιστές κριτικοί της κοινωνίας, νέα κοινωνικά κινήματα επεσήμαναν τον αυξημένο ρόλο της επιστήμης της κυβερνητικής, της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας, κλπ, στις διαδικασίες ελέγχου, επιτήρησης, και επικοινωνίας. Η μόνη διαφορά είναι ότι στην εποχή μας κυριαρχεί πλέον η εξατομίκευση, η ακριβής διαχείριση του χρόνου και του χώρου, με στόχο την ελαστικοποίηση της διαδικασίας συσσώρευσης, τη διαρκή κωδικοποίηση/επανακωδικοποίηση των ροών πληροφορίας. Πολύ έντεχνα οι εκάστοτε κρίσεις μπορούν πλέον να μετατεθούν στο εκάστοτε ευνοϊκό για τους κυρίαρχους πεδίο – πολιτικό, οικονομικό, επικοινωνιακό, θεαματικό και/η στρατιωτικό – προκειμένου να τις διαχειριστούν κατάλληλα, αποδομώντας τις εκάστοτε μοριακές εξεγέρσεις των κυριαρχούμενων. Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι τα παγκόσμια δίκτυα της κυριαρχίας είναι παντοδύναμα, αλλά ότι διαθέτουν όλα εκείνα τα μέσα διαχείρισης της πληροφορίας, που τα μετατρέπουν σε φρούρια απροσπέλαστα από τις κραυγές μας.

Η εξατομίκευση αναδύεται μέσα από τη μαζική παραγωγή-κατανάλωση και έλεγχο αλλά πλέον συνδέεται με την ελαστικοποίηση τους. Η πληροφορία οφείλει να ρέει αδιάκοπα μέσα στα δίκτυα της παγκόσμιας μηχανής. Κάθε παύση, κάθε σαμποτάζ της ροής αυτής, δημιουργεί δυνητικούς κινδύνους για το σύστημα. Κάθε εκτροπή του συστήματος προς πιο αυταρχικές λύσεις, όπως ο φασισμός δεν μπορεί παρά να είναι στιγμές της κυβερνητικής διαχείρισης. Ένας πολιτισμός που βασίζεται πλέον στον ατομικισμό και το εφήμερο δεν μπορεί να παράγει μαζικά φασιστικά φαινόμενα. Αντίθετα, μπορεί να παράγει καταστάσεις παράνοιας, παραλληλότητες, αντιφάσεις, μικροφασισμούς με σκοπό πάντα τη διαχείριση των σωμάτων μας, για να τα καταστήσει μέρη της αυταρχικής μηχανής του καπιταλισμού. Κάποια στιγμή θα επανέλθω στο θέμα του φασισμού και του μικροφασισμού.

Φυσικά, ο παγκόσμιος πόλεμος δεν αφορά μόνο τα πλήθη των κολασμένων και τα αφεντικά, αλλά και τις μεταξύ τους αντιθέσεις, στο χώρο και στο χρόνο. Στους κόμβους των ροών του κεφαλαίου και του ελέγχου δημιουργούνται ρήξεις, συγκρούσεις που οδηγούν σε αλλαγές στους κώδικες διαχείρισης της καθημερινότητας. Όσον αφορά τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, οι ίδιες αλλαγές βιώνονται στο πετσί μας. Με μία πρόσθετη παρατήρηση, δεν είναι ο ελλαδικός κοινωνικός σχηματισμός το επίκεντρο του πολέμου. Είναι η ίδια η δυτική Ευρώπη, που σύντομα θα δοκιμάσει τα αποτελέσματα της γενικευμένης αδιαφορίας της στην επίθεση των πληθυσμών της Ελλάδας, και γενικότερα του Νότου. Η επίθεση στις κοινωνικές δυνάμεις της επισφάλειας, της νεολαίας, της τρίτης ηλικίας, κλπ, στο όνομα της τρομοκρατίας του χρέους, είναι η επικοινωνιακή τακτική για την αποβλάκωση των πληθών της Δυτ. Ευρώπης. Το θέαμα και η αναδυόμενη συναίνεση δεν βασίζεται πλέον στο φετιχισμό του εμπορεύματος αλλά στη σημειολογία της καταστροφής και του θανάτου – ατομικού, “εθνικού”, ευρωπαϊκού, και πάει λέγοντας.

Από την άλλη πλευρά, το επισφαλές κογκνιταριάτο στην Ελλάδα, νέοι σε ποσοστό 35%, που με τη μορφή brain drain θα μεταναστεύσουν προφανώς προς την Ευρώπη των ευκαιριών, θα λειτουργήσουν ως δεξαμενή πίεσης των εκεί γνωστικών εργαζόμενων, και όπως είναι φυσικό ως ο αποδιοπομπαίος τράγος. Το ίδιο φυσικά ισχύει για τους Ιρλανδούς, και μερικά ίσως τους Ισπανούς και τους Πορτογάλους. Το 50% των νέων που κοσμούν τα κιτάπια των στατιστικών του ελληνικού κράτους, το 25% της επίσημης ανεργίας, το 10% των ντόπιων που αποτελούνται από μετανάστες, η γενίκευση της επισφάλειας, η ολοένα μεγαλύτερη ανασφάλεια εργαζόμενων, συνταξιούχων, νέων, κλπ, σίγουρα έχει αφοπλίσει την κοινωνική βόμβα στην Ελλάδα. Η τραβεστί εργασία, ο συνδυασμός εργασίας-ανεργίας-επισφάλειας αποτελεί μία μεγάλη κοινωνική δεξαμενή, που ή θα ενσωματωθεί στις σύγχρονες επιταγές του καπιταλισμού, ή θα αυτονομηθεί για να δημιουργήσει νέους κώδικες, νέες σχέσεις στην καθημερινή ζωή, πέρα από το υπάρχον σύστημα εκμετάλλευσης και κυριαρχίας.

Είναι γεγονός ότι όλες αυτές οι αλλαγές συνοδεύονται με αλλαγές στις τεχνολογίες εκμετάλλευσης, παραγωγής, ενέργειας, κλπ, με τη βιοτεχνολογία και την πράσινη ανάπτυξη να παίρνει το πάνω χέρι, οδηγώντας σε ακόμα μεγαλύτερη καταστροφή τον πλανήτη.

Η παγκόσμια μηχανή κυριαρχίας βρίσκεται σε μία διασταύρωση και καλείται να επιλέξει δρόμο. Και όπως είναι φυσικό οι δικές μας μηχανές, η διάταξη, ο προσανατολισμός τους, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στο σαμποτάρισμα, την καταστροφή της κυριαρχίας και τη δημιουργία δομών φυγής από το υπάρχον. Μία νέα Τάξη αναδύεται έξω από τα όρια του παραδοσιακού ταξικού πολέμου, όπως διεξήχθη μέχρι και τη δεκαετία του ’70 μέσα στη διαδικασία της παραγωγής, της κατανάλωσης και του θεάματος.

Η νέα Τάξη της Αυτοοργάνωσης,

κινείται πάνω και έξω από τα όρια του καπιταλισμού-κρατισμού, αναδύεται από τις μοριακές αντιστάσεις και τις νέες μορφές οργάνωσης των πληβείων. Η νέα αυτή τάξη αυτοοργανώνεται, σε κοινωνικά ιατρεία, ωδεία, σωματεία βάσης, καταναλωτικούς και παραγωγικούς συνεταιρισμούς, εναλλακτικά νομίσματα, συνελεύσεις γειτονιών, αυτοδιαχειριζόμενα εργοστάσια, συλλογικότητες ανοιχτού λογισμικού, κλπ. Η νέα Τάξη της Αυτοοργάνωσης, αναδύεται ως μία νέα μηχανή πολέμου μέσα στο χάος που προκαλεί ο καπιταλισμός-κρατισμός – οι υπερεθνικοί μηχανισμοί διακυβέρνησης σε παγκόσμιο επίπεδο – αναδεικνύοντας ένα πολλαπλό επίπεδο της καθημερινής πάλης, πέρα από τα στεγανά της παραδοσιακής πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης.

Από το Δεκέμβρη του ’08 έως και σήμερα, σε παγκόσμιο επίπεδο, ένα πλήθος εγχειρημάτων αυτοοργάνωσης απλώθηκε μέσα στα δίκτυα της καθημερινής ζωής, προσπαθώντας να ανακαταλάβει δημόσιους χώρους, πλατείες, μονάδες παραγωγής, κτίρια, δίκτυα κατανάλωσης, χώρους υγείας, την τέχνη, κλπ, από τη νέα πρωταρχική συσσώρευση του καπιταλισμού-κρατισμού, από την εξάπλωση των περιφράξεων σε κάθε γραμμομοριακή σχέση, στην προσπάθεια τους να εμπορευματοποιήσουν κάθε κύτταρο σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο. Στην Ελλάδα πάνω από 200 τέτοιες συλλογικοποιήσεις δρουν, χωρίς σε αυτές να προσμετράμε τα όποια αναρχικά-αντεξουσιαστικά εγχειρήματα.

Οι αντιστάσεις αυτές της Τάξης της Αυτοοργάνωσης, ρέουν προς την κατεύθυνση μίας δυνητικής συναρμογής, μίας νέας μηχανής πολέμου, που πιθανά μπορεί να γίνει το όχημα για το ταξίδι μας, προς μία Νέα Γη. Τα χαρακτηριστικά αυτής της Γης, θα είναι η ελεύθερη συνύπαρξη και συνδημιουργία των όρων για την απελευθέρωση κάθε μοναδικότητας, κάθε προσωπικότητας. Η συνύπαρξη μας θα στηρίζεται στις αρχές της αλληλεγγύης, της αμοιβαίας βοήθειας, της ελευθερίας, της άμεσης δημοκρατίας κι ομοφωνίας, της αυτοοργάνωσης, ενάντια και πέρα από τη μηχανή του καπιταλισμού, του κράτους, του θεάματος και της πληροφορίας.

Τα παιδιά κάτω στον κάμπο κυνηγάνε…τι;.
Εμείς…πώς;

Εμείς… τι κάνουμε μπροστά σε αυτό τον κυκεώνα, μέσα στο χάος που παράγει η παγκόσμια μηχανή της κυριαρχίας; Τι μπορούμε και πού θέλουμε να πάμε; Μπορούμε να συνεχίσουμε να αντιπαλεύουμε την παγκόσμια καπιταλιστική μηχανή απομονωμένοι, στα στεγανά όρια μίας κατάληψης ή ενός κοινωνικού χώρου μερικών εκατοντάδων ανθρώπων; Μπορούμε να αντεπιτεθούμε, να κολλήσουμε τη μηχανή με πεσίματα, “αλητεία”, επίκληση στο “αυθόρμητο”, κόλλημα στις ταυτότητες, και τις ορθοδοξότητες; Τι αναζητούμε όντως ως γρανάζια της μηχανής που περιέγραψα; Τι στόχους θέτουμε σε σχέση με την υπέρβαση που θέλουμε να κάνουμε; Με ποιους προχωράμε και προς τα που;

Η γνώμη μου είναι ότι οφείλουμε, με περισσή ευγένεια στην πολλαπλότητα του κοινωνικού γίγνεσθαι, χωρίς απολυτότητες και συμπλέγματα, να βρεθούμε με τα εκατομμύρια των κολασμένων, των καταθλιπτικών, των αρρώστων, που η παγκόσμια μηχανή παράγει καθημερινά με το φόβο, την ανασφάλεια, την επισφάλεια. Οφείλουμε να συμμετάσχουμε στην ανάδυση της νέας Τάξης της Αυτοοργάνωσης, ως του νέου ταξικού κινήματος, που μπορεί να οδηγήσει στην υπέρβαση της κυριαρχίας. Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει κλεισμένοι στους τέσσερις τοίχους οποιαδήποτε ελευθεριακής ιδεολογίας, δεν μπορεί να γίνει αναπαράγοντας μέσα στις πρακτικές μας, τις αξίες και τις παραδόσεις του υπάρχοντος.

Η νέα Τάξη, δεν είναι ο πόλος της αντίφασης ανάμεσα σε κεφάλαιο κι εργασία, αλλά η Τάξη που αυτοοργανώνεται μέσα στο χάος του καπιταλισμού-κρατισμού, που αναδύεται και χαράσσει το δρόμο για την υπέρβαση του, σε κάθε μικρομοριακό αγώνα της καθημερινότητας μας.
Επιμέρους μέλημα μας, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να είναι η δημιουργία όλων εκείνων των προϋποθέσεων που θα αναδείξουν το πλήθος των επισφαλών εργαζόμενων και των κογκνιτάριων, της πλειοψηφίας δηλαδή της νεολαίας, ως πυρήνα των δημιουργών της νέας Τάξης της αυτοοργάνωσης. Οι νέοι κογκνιτάριοι μπορούν να οδηγήσουν – χωρίς να καθοδηγήσουν – τη νέα κοινωνική τάξη της αυροοργάνωσης, που αναδύεται στα δίκτυα των ελευθεριακών ροών, να γίνουν η ατμομηχανή μίας νέας επανάστασης, που δεν αρνείται απλά την εξάρτηση της από τη μηχανή, αλλά την καταστρέφει δημιουργώντας νέες κοινωνικές σχέσεις, νέες διαδικασίες αυτοθέσμισης της χαράς, που προέρχεται από την απελευθέρωση της επιθυμίας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

Σκέφτομαι συχνά ότι η στείρα άρνηση της κυριαρχίας, το στείρο αντί- δεν οδηγεί στην έξοδο μας από το σύστημα. Αντίθετα ενισχύει όλες εκείνες τις αντιφάσεις, που είναι κυρίαρχες μέσα στη μηχανή κεφάλαιο-κράτος, όπως η ιεραρχική διακυβέρνηση, η λογική των αναθέσεων, το εμπόρευμα, το θέαμα, η αυταρχία, ο φασισμός και άλλα. Το αντί- χωρίς προεικόνιση, χωρίς ορατότητα της Νέας Γης που θέλουμε, χωρίς δημιουργία, χωρίς την κατάφαση της διαρκούς εξέγερσης δεν πρόκειται παρά να οδηγήσει στη μετάλλαξη του συστήματος. Ήδη η προσπάθεια των καθεστωτικών κομμάτων, ομάδων, ιδεολογιών, κλπ, να εντάξουν στη νεκρή σημειολογία τους έννοιες όπως η αυτοοργάνωση, η άμεση δράση, η αυτοδιαχείριση, κλπ, δείχνει ότι ο καπιταλισμός-κρατισμός κινείται προς την απορρόφηση των όποιων αυτόνομων-αντιεξουσιαστικών κραδασμών. 

Θα έλεγα μάλιστα ότι δυνητικά αυτοί οι κραδασμοί ίσως αποτελέσουν εκείνες τις γραμμές διεξόδου του συστήματος από την κρίση, που με τη σειρά τους θα πυροδοτήσουν αλλαγές για την επανεκκίνηση του. Είναι γνωστή η κριτική στην αυτονομία της δεκαετίας του '70 και '80, που λέει ότι η άρνηση της εργασίας και το σαμποτάζ, οδήγησαν μέσα από τη σύγκρουση των δύο μερών της καπιταλιστικής σχέσης, στη γενίκευση της ελαστικοποίησης της καθημερινής ζωής, των σχέσεων επισφάλειας στην παραγωγή, την κατανάλωση και αλλού. Είναι γνωστό, επίσης, ότι ο καπιταλισμός ως τάξη οργάνωσης των κοινωνικών σχέσεων, κωδικοποιεί και επανακωδικοποιεί σε μία διαρκή διαδικασία το σύνολο αυτών των σχέσεων. Αυτό είναι εξάλλου, μέχρι και τις μέρες μας τουλάχιστον, το αποτέλεσμα των κρίσεων του. Αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος αλλά και ο δούρειος ίππος του.

Χρειάζεται να ανακαλύψουμε λοιπόν εκείνη τη σύζευξη των ατόμων, εκείνο το ρίζωμα, μέσα στην καθημερινή μας πάλη, που θα ξετυλίξει τις δημιουργικές δυνάμεις των μερίδων της κοινωνίας, που αντιστέκεται. Οφείλουμε να συγκροτήσουμε άμεσα, και με πυρήνα τις δυνάμεις της γνωστικής εργασίας, την τάξη της αυτοοργάνωσης, της αξιοπρέπειας, και της αλληλεγγύης. Μία τάξη πέρα από τις παραδοσιακές τάξεις της καπιταλιστικής μηχανής, πέρα από ταυτότητες, πέρα από ιδεολογίες, πέρα από κάθε εξάρτηση από την παρούσα κοινωνία, ακόμα και μία οποιαδήποτε ταυτότητα κάποιου “αναρχικού/αντεξουσιαστικού” παραδείσου. Γιατί οι ταυτότητες λειτουργούν ως εμπόδιο της ροής και της κίνησης, της διαρκούς εξέγερσης και δημιουργίας στο υπάρχον και πέρα από αυτό. Ενώ, παράλληλα, οι ταυτότητες χρησιμοποιούνται από την κυβερνητική επικοινωνία και τον έλεγχο στην προσπάθεια της μηχανής, να διαιρέσει για να ελέγξει, να επανασυνθέσει για να κατασκευάσει φοβισμένα ζόμπι – υποκείμενα, ως εξαρτήματα της.

Χρειάζεται να μπολιάσουμε τις ενεργές αντιστασιακές δυνάμεις της κοινωνίας, με τη θετικότητα της άρνησης της εργασίας, για τη χαρά της ζωής και του έρωτα, της δημιουργία και της τέχνης, της συνεργασίας, της άμεσης βοήθειας, της αλληλεγγύης. Να μιλήσουμε μαζί τους, να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε, να ακούσουμε και να συμπράξουμε, με τις γνώσεις αλλά και τις αξίες μας, στο πλευρό τους. Όχι ως ήρωες, ούτε ως λυτρωτές, αλλά ως σώματα της διαρκούς εξέγερσης, ως σαμποτέρ και καλλιτέχνες, ως μοναδικότητες στις κοιλάδες μίας πληθυντικής συλλογικής πραγματικότητας.

Οφείλουμε να ξεπεράσουμε τον ερασιτεχνικό παραδοσιακό πόλεμο της άρνησης και του σαμποτάζ, που πλέον μετατράπηκε σε κομμάτι της θεαματικής μηχανής των μέσων. Η παγκόσμια μηχανή κυριαρχίας δεν αντιπαλεύεται με βόμβες μολότωφ και πέτρες.

Χρειάζεται να επινοήσουμε μία μορφή δικτυακής οργάνωσης, που θα αποτελέσει τη δική μας μηχανή πολέμου, και θα μας οδηγήσει έξω από την κυριαρχία. Κι αυτή η μηχανή δεν πρέπει απλά και μόνο να καταστρέφει αλλά να δημιουργεί όλες εκείνες τις νέες συνθήκες ζωής, που θα βασίζονται στις αναδυόμενες αξίες των ίδιων των εξεγερμένων. Θα έλεγα ότι πρέπει επιτέλους να τελειώνουμε με την τυραννία της έλλειψης δομής, την εξουσία της “αντιεξουσίας”, τη στείρα αναπαραγωγή της εξουσίας του πολεμιστή, του γραφιά, του σοφού, του υποδόρειου καταμερισμού ηρωικών ρόλων, στα πλαίσια των ομάδων μας. 

Μπορούμε και οφείλουμε να περάσουμε στην κοινωνική δικτύωση των συνελεύσεων μας, με στόχο τη διάχυση των σκοπών μας, των ενεργειών μας, της επικοινωνίας στο σύνολο της κοινωνίας. Με απώτερο σκοπό το συντονισμό του αγώνα και της αλληλεγγύης των επιμέρους μερών της Τάξης της Αυτοοργάνωσης, των μοριακών της αντιστάσεων στη γειτονιά, την πόλη, τη μονάδα παραγωγής και κατανάλωσης, την υγεία, τη μόρφωση, και όπου αλλού. Κοινωνική δικτύωση που δεν θα υποστηρίζεται με την ηλεκτρονική δυνητικοποίηση της καθημερινότητας, αλλά θα αναδύεται μέσα από την αμεσότητα των σχέσεων μας στους χώρους που ζούμε, μαθαίνουμε, ερωτευόμαστε, δημιουργούμε. Να πούμε όχι σε οποιαδήποτε λογική γραφειοκρατικής, κάθετης οργάνωσης της ζωής, να προχωρήσουμε όμως στη δικτυακή συναρμογή και σύζευξη των συνελεύσεων, των εγχειρημάτων, των ατόμων, των ομάδων, που εμπνέονται από τις αξίες της Τάξης μας. Και εδώ οφείλουμε να ξεπεράσουμε το φετιχισμό των λέξεων, των εννοιών, των ανόητων διαχωρισμών σε ταυτότητες ηλιθίων: ατομιστές και κοινωνιστές, οικολόγοι και εργατιστές, ομοσπονδιακούς, κλπ. Η κοινωνική ζωή και η Τάξη της αυτοοργάνωσης δεν χωράει σε καλούπια, δεν συνταγολογείται, ρέει μέσα στη δίνη της σημερινής κρίσης, αυτοθεσμίζοντας και δημιουργώντας όλες εκείνες τις δομές ρήξης και υπέρβασης με το υπάρχον, αναδυόμενη από τη συλλογική σύζευξη των μοναδικοτήτων μας. Αυτός ο υπέροχος αισθητικός, λογικός, κοινωνικός, κόσμος του καθενός, όπως βουτάει και αναδύεται μέσα στις μπαμπούσκες της συλλογικής μας δημιουργίας. Χάος και Τάξη φίλοι μου. Η Τάξη της Αυτοοργάνωσης.

Κι αφού επιλέξουμε τον τρόπο και το δρόμο της δικτύωσης, να ενεργοποιήσουμε όλες τις ιδέες, τις φαντασίες, τις σκέψεις, τις γνώσεις για να οργανώσουμε τη ζωή στον τομέα της σίτισης, της στέγασης, της ένδυσης, της γνώσης, της ενέργειας, της υγείας, της γνώσης, επινοώντας νέες οριζόντιες κι αντιεραρχικές δομές για την κάλυψη των αναγκών όλων. Να επινοήσουμε νέες τεχνικές, νέες τεχνολογίες που θα απελευθερώσουν μία για πάντα τον άνθρωπο από την εργασία, και την εκμετάλλευση, τον κυβερνοπτικό έλεγχο, την καταστροφή του περιβάλλοντος.

Χρειάζεται να επιθυμήσουμε το ανέφικτο, σε κάθε τομέα της καθημερινότητας μας. Να δημιουργήσουμε όλες εκείνες τις συνθήκες που θα βοηθήσουν στην ανάδυση της μοναδικότητας του καθενός, της διαφορετικότητας, και της πολλαπλότητας του γίγνεσθαι. Να χαρούμε την πορεία μας στη ζωή, μέσα από την καλλιέργεια των ιδιαιτεροτήτων και των δεξιοτήτων μας. Να υπερβούμε κάθε διάκριση, που τέμνει το σώμα μας, προκειμένου να το διαχειριστεί η εκάστοτε εξουσιαστική αρχή. Να αποδομήσουμε κάθε κώδικα, κάθε έθος, κάθε συνήθεια, κάθε ρουτίνα που παγώνει το διαρκές γίγνεσθαι, τη διαρκή επιλογή της ικανοποίησης της επιθυμίας. Να πειραματιστούμε, να γνωρίσουμε, κάθε τι που αφορά την ικανοποίηση κύρια των επιθυμιών μας. Ο καπιταλισμός μέχρι τώρα διαχειριζόταν ανάγκες κι ανασφάλειες, αφήνοντας στον τομέα των θεσμών του μεταφυσικού να παράγουν “παράδεισους” όπου θα ικανοποιούνται οι επιθυμίες. 
Η Τάξη μας δεν διαχειρίζεται ανάγκες αλλά αυτοδιαχειρίζεται επιθυμίες, όπως αυτές αναδύονται από τη θέληση μας για ζωή, χαρά, δημιουργία.

Χρειάζεται να τελειώσουμε με κάθε τελεολογία, έναν επέκεινα λόγο που υπόσχεται παραδείσους στο μέλλον. Ας τελειώνουμε με τις χιλιαστικές ιδεολογίες των πεφωτισμένων πρωτοπόρων κάθε παράδοσης, τους πατέρες της εκκλησίας, του δόγματος, της “αναρχίας”. Να τραγουδήσουμε και να ζήσουμε το παρόν των καθημερινών μικρών και μεγάλων εξεγέρσεων των αισθήσεων και της φαντασίας, της ποίησης των δημιουργών της Νέας Γης.

Να τραγουδήσουμε ότι η ελευθερία δεν είναι μία υπόσχεση για το μέλλον, αλλά ο διαρκής αγώνας στον παρόν της πολλαπλότητας του γίγνεσθαι, που αναδύεται μέσα από τον αγώνα ενάντια σε κάθε φραγμό, κάθε εμπόδιο που θέτει η εξουσία και οι αρχές της, που ριζώνει και ζει μέσα στην άνθιση των μοναδικοτήτων μας. Η επιθυμία, οι μηχανές απελευθέρωσης της, είναι συζεύξεις, είναι η τέχνη της συλλογικής ζωής. Η απελευθέρωση της επιθυμίας δεν θεσμοποιείται, δεν εμπορευματοποιείται, δεν γίνεται μέσα από την ιεράρχηση σε νόρμες, ρουτίνες, πρόγραμμα, έλεγχο για την ποσοτική μεγέθυνση της. Η επιθυμία δεν έχει ταυτότητα, ρέει, σε ένα παιχνίδι δημιουργιών, μετασχηματισμών, θεσμίσεων και αποδομήσεων στο τώρα, στο παρόν, μέσα στις συντροφιές των εξεγερμένων, κι όχι στις συνταγές των επαναστατών του μέλλοντος. Η επιθυμία απελευθερώνεται μέσα στο μεθύσι της κοινωνικής δημιουργίας,της αυτοθέσμισης, της αυτοκυβέρνησης και της αυτοοργάνωσης.

Σε αυτή την προοπτική να δημιουργήσουμε νέες αρχιτεκτονικές, νέες πολεοδομίες, με ευγένεια προς το φυσικό περιβάλλον. Να δημιουργήσουμε εκείνες τις συνθήκες που θα οδηγήσουν στην απεξάρτηση μας από το πλαστικό, το πετρέλαιο, τη βιοτεχνολογία, κλπ, που θα καλλιεργούν με σκοπό τη χαρά της ζωής, για τη ζωή και όχι το κέρδος.

Τέλος χρειάζεται να τελειώνουμε μία και για πάντα με όλους τους μηδενισμούς – θρησκευτικούς, ιδεολογικούς, οπαδικούς, πολιτικούς, σεξιστικούς– οι οποίοι ενισχύουν τη μιζέρια, τη μνησικακία, και την εξουσία. Κανένας εθισμός σε οποιοδήποτε κυριαρχικό λόγο, σε οποιαδήποτε ουσία, είτε ιδεολογική, είτε ανθρωπιστική, είτε χημική, δεν οδήγησε ποτέ στην ελευθερία της απόλαυσης. Αντίθετα έγινε στοιχείο για τη διάκριση και τη διαχείριση των εξεγερμένων, τακτικός στόχος για τη διάλυση και την ενσωμάτωση των δημιουργών. Η μιζέρια δεν εμπνέει τη δημιουργία αλλά την καταστροφή και το θάνατο της επιθυμίας. Ο μηδενισμός αντιστρατεύεται τις δυνάμεις της ζωής, και οφείλουμε να τον υπερκεράσουμε συντρίβοντας κάθε αποπαίδι του. Ο μηδενισμός αποθεώνει το θάνατο, οδηγεί στην αυτοκαταστροφή των μοναδικοτήτων μας.

Πάμε λοιπόν να ξανανακαλύψουμε τη ζωή, να σταθούμε ο ένας δίπλα στον άλλον, να οργανώσουμε το ταξίδι μας στη Νέα Γη. Αυτό οφείλουμε στους εαυτούς μας, και αυτό θα πράξουμε.

Για την άνθιση των μοναδικοτήτων μας.
Για τη συλλογική ευτυχία
Για μία ζωή ελευθερίας και αυτόνομης δημιουργίας.
Για την απελευθέρωση της Τάξης μας,
της Τάξης της αυτοοργάνωσης.

Οι ενάρετες μεγάλες επιχειρήσεις που πληρώνουν τους φόρους τους…

Από "ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ" ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΑΓΩΝΑ


Αφού τελειώσανε με τον υπ αριθμ. 1 εχθρό του λαού τους δημοσίους υπαλλήλους, είναι αλήθεια ότι το παλεύανε για κάμποσα χρόνια μέχρι να τους ξεπαστρέψουν, τα όπλα στράφηκαν και στον υπ αριθμ. 2 εχθρό, τους μικροεπαγγελματίες και μικροεπιχειρηματίες. Η υψηλή φορολογία που θα τους επιβληθεί με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, είναι σίγουρο ότι θα σβήσει και τα τελευταία υπολείμματα από δαύτους, με ταχύτητα τέτοια, που οι εισαγωγείς λουκέτων δεν θα μπορούν να προλάβουν τη ζήτηση.

Για μεν τους πρώτους τα αμαρτήματα πολλά και πολυπαινεμένα, για δε τους δεύτερους, ένα, αλλά ασυγχώρητο, η φοροδιαφυγή. Τόσο στη μια περίπτωση, όσο και στην άλλη, αρωγοί, οι παραχαράκτες των αριθμών, οι ζογκλέρ της επιστημονικής παραπληροφόρησης και διαστροφής. Τεράστιο το κράτος από τη μιά, τεράστια η φοροδιαφυγή από την άλλη. Και σ’ όλο το πλάνο πανταχού απών, ο υπ αριθμ, 3 εχθρός, το μεγάλο κεφάλαιο, οι πολυεθνικές, οι εφοπλιστές και τα λοιπά καλόπαιδα.

Αν μη τι άλλο, το θέμα είναι αισθητικό. Ανάμεσα στον αξύριστο, βρωμιάρη μπογιατζή και στον ντυμένο στην “πένα στο καντίνι” μεγαλοπαπάρα, αν σου ζητηθεί να υποδείξεις τον απατεώνα, το δάχτυλο ασυναίσθητα θα σταθεί στον πρώτο.

Πολύ ιδρώτας έπεσε τον τελευταίο καιρό για να στοιχειοθετηθεί η συμβολή των μικρών στο ομολογουμένως μεγάλο έλλειμμα κρατικών εσόδων από τη φορολογία. Αν οι μεγάλοι φοροδιαφεύγουν κατά τι, (βάζοντας στην άκρη τις “νόμιμες” φοροαπαλλαγές), οι μικροί φοροδιαφεύγουν κατά τι περισσότερο, για το λόγο ότι είναι πολλοί περισσότεροι. Στη λογική αυτή, φτάνει η απλή αναφορά στην αριθμητική πλειοψηφία που συγκροτεί μια κατηγορία, για να απαλειφθούν από την εξίσωση τα ποσά που κάθε μια κατηγορία αποκρύπτει, ωσάν η μέση φοροδιαφυγή των μικρών να είναι ίδια με τη μέση φοροδιαφυγή, (νόμιμη και παράνομη), των μεγάλων.

Έτσι, το πρόβλημα εντοπίστηκε, φυσικά με την επιστράτευση στοιχείων επί στοιχείων, και κομψών γραφικών παραστάσεων, επί ακόμα κομψότερων τοιούτων, στο μεγάλο αριθμό αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών και μικροεπιχειρηματιών, σε αντίθεση με τις προοδευμένες χώρες όπου η τάξη αυτή εμφανίζεται σημαντικά συρρικνωμένη, προς όφελος των μεγαλύτερων, φορολογικά ενάρετων επιχειρήσεων. Η συσχέτιση λοιπόν, όπως εξ υπονοείται της φοροδιαφυγής με την ύπαρξη μικρών επιχειρήσεων δεν διαφέρει και πολύ από την συσχέτιση (όπως είχαμε δείξει στη Θεωρία των Πελαργών), της μείωσης των γεννήσεων στη Γερμανία κάποια εποχή με τη μείωση του πληθυσμού των πελαργών. Το παράδειγμα αυτό, που, εκ των πραγμάτων, παραπέμπει στο συμπέρασμα ότι τα μωρά τα φέρνουν οι πελαργοί, διδάσκεται σε όλα τα τμήματα στατιστικής για να δείξει πόσο φαιδρά αποτελέσματα μπορεί να παράξει η ανόητη χρήση της στατιστικής και της συσχέτισης παράταιρων αριθμών.

Μπορεί στην Ελλάδα το χόμπι της παρακολούθησης των κινήσεων των μεγάλων επιχειρήσεων και πολυεθνικών που αλωνίζουν στη χώρα μας να μην είναι διαδεδομένο, γιαυτό άλλωστε και αλωνίζουν, είναι όμως, και με το παραπάνω στις χώρες στις οποίες πασχίζουμε να μοιάσουμε, ιδίως στην Αμερική και το Μεγάλο Βασίλειο.

Δημοσιεύματα τις τελευταίες μέρες από το Reuters, BBC, Guardian, Sunday Times, κλπ έφεραν στο φως τα έργα και ημέρες της αρετής των μεγάλων πολυεθνικών.

Η E-Bay, σύμφωνα με τη Sunday Times, βρέθηκε να καταβάλει στο ΗΒ για το 2010, φόρο 1.2 εκ. λιρών σε σύνολο πωλήσεων 800 εκ. Θεωρώντας ότι δουλεύει με ένα ποσοστό κέρδους 23%, το κέρδος της στο ΗΒ θα έπρεπε να ήταν γύρω στα 181 εκ., ποσό που αντιστοιχεί σε φόρο 51 εκ. Αντ’ αυτού πλήρωσε μόνο 1.2 εκ.
Τα Starbucks, σύμφωνα με το Reuters, σε διάστημα 14 ετών πλήρωσαν στο ΗΒ φόρο 8.6 εκ λιρών. Τον περασμένο χρόνο είχαν πωλήσεις στο ΗΒ 400 εκ λίρες, αλλά ο φόρος που κατέβαλαν ήταν 0. Από το 1998 δε που λειτουργούν στο ΗΒ, για συνολικές πωλήσεις πάνω από 3 δις πλήρωσαν φόρο λιγότερο από 1% επί των κερδών.

Το Facebook πλήρωσε τον προηγούμενο χρόνο στο ΗΒ φόρο 238,000 λίρες για πωλήσεις 20.4 εκ λιρών. Και τούτο, λόγω μεταφοράς μέρους του εισοδήματος στην Ιρλανδία, όπου οι φόροι είναι χαμηλότεροι.
Σύμφωνα με τον Guardian, το Amazon τα τελευταία τρία χρόνια έκανε πωλήσεις 7.6 δις στο ΗΒ, για να πληρώσει μηδενικό φόρο. Ο λόγος είναι ότι η εταιρία είχε μεταφέρει τα κεντρικά της γραφεία στο Λουξεμβούργο, όπως έκανε προσφάτως και η δική μας η ΦΑΓΕ. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι πωλήσεις που κάνει η Amazon Αγγλίας πληρώνονται στο Λουξεμβούργο, όπου και φορολογούνται με χαμηλό συντελεστή.
Η Google έχει τα κεντρικά της στο Δουβλίνο, και ο φόρος που πλήρωσε αυτό το χρόνο στο ΗΒ για έσοδα 400 εκ ήταν μόνο 6 εκ.
Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι οι περιπτώσεις αυτές στο ΗΒ δεν είναι μοναδικές και δακτυλοδεικτούμενες. Μιας και βρήκε το δρόμο η μια, δεν υπάρχει λόγος να μην το κάνουν και οι άλλες. Και φυσικά, δεν υπάρχει λόγος να αποκλείουμε το γεγονός ότι τον δρόμο αυτό της αρετής δεν τον έχουν ανακαλύψει και εταιρίες που δραστηριοποιούνται σε άλλες χώρες, όπως και στη δική μας.

Πριν σημάνει λοιπόν επίθεση στη μικροεπιχειρηματικότητα, ας ξεκαθαρίσουμε το τοπίο και στη μεγαλοεπιχειρηματικότητα, χωρίς πειραγμένα στοιχεία και εσκεμμένες παραλείψεις.

Η Vodafone, κλήθηκε να πληρώσει πρόστιμο 76 εκ ευρώ για τις γνωστές υποκλοπές. Το πλήρωσε; Όχι φυσικά. Το πρόστιμο αυτό ακυρώθηκε μετά τιμών και επαίνων από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου το 2010…


CYNICAL

Σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ... (αναδημοσίευση)


 Aπό εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr/)

Η σάτιρα δεν έχει όρια. Ούτε η βλακεία. Η σάτιρα όμως, και αυτό την διαχωρίζει από τη βλακεία, είναι άποψη και θέση. Όταν λοιπόν σατιρίζει κάποιος έναν πολιτικό, ένα γεγονός, μια τραγωδία, αυτόματα εκφράζει και την άποψή του. Κρίνει, κατακρίνει, επικροτεί, αποδομεί. Η σάτιρα είναι πρωτίστως αποδομητική. Αποδομεί τον καθωσπρεπισμό, τα στερεότυπα, αυτό που λέμε “politically correct” κτλ. 

Η “φάρσα”, κακόγουστη σίγουρα, που έγινε στη Λιάνα Κανέλλη στο κτίριο του Φαλήρου, απέτυχε. Δεν προκάλεσε γέλιο, δεν αποδόμησε ένα βίαιο γεγονός, δεν μας ξαλάφρωσε. Αντίθετα, προκάλεσε θυμό, απέχθεια, και κυρίως, μας φόβισε. Όχι όλους και όλες, όχι για τον ίδιο λόγο. Μπορούμε ίσως να αποδώσουμε τα δάκρυα της Κανέλλη σε συναισθηματική φόρτιση ενός ανθρώπου που συνειδητοποιεί ξαφνικά ότι βρίσκεται στην έρημο της αδιαφορίας και του κυνισμού. Σπάει μπροστά στη θέα της μετάλλαξης των παλιών “συμμάχων” σε εχθρούς. Ο κάθε άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του αγωνιστή, με το δίκιο ή το άδικό του, δεν έχει σημασία, κλαίει για τη θιγμένη του αξιοπρέπεια, από θυμό, θλίψη ή πείσμα. 

Το πολιτικό σύστημα, καταρρακωμένο, αποσύρεται και τη θέση του παίρνει το πιο απεχθές του πρόσωπο. Μαζί η κοινωνία αναδεικνύει και αυτή όλα της τα πρόσωπα. Σε αυτή την κατάσταση, όλοι και όλες θα έρθουμε αντιμέτωπες με το πρόσωπο του κτήνους. 

Οι μάσκες πέφτουν, κάθε μέρα μια αποκάλυψη. 

Εμείς, από τη μεριά μας ξέρουμε ότι δεν θα αφήσουμε το φασισμό να περάσει, ούτε αυτόν που ξεμπροστιάζεται κάθε μέρα μπροστά μας, ούτε τον άλλο που προσπαθεί να ξεπλυθεί στο λάιφ-στάιλ της “σάτιρας” και της “μόδας”, και στα γρανάζια της κρατικής μηχανής. Δεν θα φοβηθούμε, γιατί το ξέρουμε ότι αν επιτρέψουμε στο φόβο να κυριαρχήσει, επιτρέπουμε την επέλαση του ολοκληρωτισμού. 

Μ. Χ.

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

το κόστος (αναδημοσίευση)


Η πρώτη μνήμη μου για τη λέξη κόστος ήταν όταν άκουσα την μητέρα μου, για μεγάλη μου δυστυχία, να μου λέει: "δεν μπορώ να στο πάρω, κοστίζει πολύ".

Αργότερα είχα την εντύπωση ότι η λέξη εντοπιζόταν μόνο δίπλα σε συγκεκριμένα επίθετα: οικονομικό κόστος, ψυχικό κόστος, πολιτικό κόστος, εργατικό κόστος, καλλιτεχνικό κόστος και πολλά άλλα.

Στην πορεία διαπίστωσα ότι το ρήμα είχε άπειρα αντικείμενα: του κόστισε τη ζωή του, του κόστισε τις σπουδές του, του κόστισε τη φήμη του,του κόστισε τα πάντα. Κι έτσι άρχισα να συνειδητοποιώ ότι η ζωή των ανθρώπων, είτε ατομικά, είτε ομαδικά, περιστρεφόταν γύρω από την ικανοποίηση και τον προσδιορισμό αυτής της λέξης.

Ταυτόχρονα γύρω από τη λέξη προστέθηκαν κι άλλα επίθετα: φθηνό, ακριβό, άμεσο, έμμεσο, συνολικό, μερικό. Άνοιξα τότε την μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, ανέτρεξα στο λήμμα κόστος κι ανάμεσα σε άλλα διάβασα τα εξής:
"κόστος: η συνολική αξία πράγματος τινός, το κόστος του σπιτιού, της ενδυμασίας, κ.λπ, η τιμή του πράγματος κατ' αντίθεση της τιμής πωλήσεως αυτού, το κόστος του 100 δραχμάς και το πωλούμε 110.
Η ακριβής εκτίμηση του σνολικού κόστους είναι κεφαλαιώδους σημασίας καθότι χρησιμεύει ως βάσις για τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους συμφώνως με την καθορισθείσα τιμήν πωλήσεως..."

Γρήγορα όμως κατάλαβα πως οι άνθρωποι δεν συμφωνούσαν στο μέγεθος του και αντίθετα το συναρτούσανε με τις ανάγκες τους και τις επιθυμίες τους.

[...] Άρχισα τότε να αναρωτιέμαι τι είναι αυτό το κόστος που μεταμοφώνεται στα πάντα κι όπου όταν δεν ικανοποιείται προκαλεί κατ' αρχάς φόβο κι αν συνεχίσει να μην ικανοποιείται προκαλεί πανικό στους ανθρώπους με αποτέλεσμα να ορίζει τη ζωή τους.

Η μικρή μου αναζήτηση με οδήγησε στα παρακάτω συμπεράσματα:
1. το κόστος είναι αφηρημένο κι έτσι απεικονίζεται με ότι θέλει, κυρίως με χρήματα, με υλικά αγαθά
2.συνήθως καλύπτεται από τους πολλούς ενώ λίγοι το καρπώνονται
3. σπάνια καλύπτεται με συνέπεια συνεχώς να αυξάνεται
4. η αδυναμία κάλυψής του πείθει τους πολλούς να δέχονται την υποτίμηση της ζωής τους στην προοπτική του κάποτε να καλυφθεί
5. οι λίγοι διαρκώς υπενθυμίζουν την αντικειμενική αδυναμία να καλυφθεί αν οι πολλοί δεν προσπαθήσουν περισσότερο ζητώντας λιγότερα
6. αυτοί που εκπροσωπούν τους πολλούς φοβούνται περισσότερο τη γνώμη των λίγων που έχουν τα μέσα και συνεπώς ελέγχουν το κόστος
7. το κόστος οδηγεί στην εξουσία κι η εξουσία στη διόγκωση του κόστους
8. το κόστος διογκώνεται γιατί οι πολλοί προσπαθούν να μιμηθούν τη ζωή των λίγων που καθόλου δεν είναι βέβαιο πως είναι ενδιαφέρουσα
9. το κόστος μειώνεται όταν δε παράγεις αλλά δυστυχώς ο πλανήτης χρειάζεται παραγωγή
10. το κόστος ποτέ δεν ενδιαφέρεται για τη ζωή, το μόνο που το ενδιαφέρει είναι η αυτοϊκανοποίησή του
11.επιβάλλει την ικανοποίησή του τρομοκρατώντας τους πολλούς πως θα πεθάνουν αν δε καλύψουν έστω κι ένα μικρό του μέρος
12. καταδυναστεύει τη ζωή των περισσότερων ανθρώπων που δεν έχουν τα χρήματα να το αγοράσουν, παραπλανώντας τους ότι αν είναι υπομονετικοί, εργατικοί κι ολιγαρκείς μπορεί κάποτε ν' αποκτήσουν τα χρήματα για να αγοράσουν ένα μέρος του

(άρθρο του Σάββα Γαβριηλίδη, από το περιοδικό ¨Κωπηλάτες¨)

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

τι είναι η επανάσταση; ένα εκατομμύριο τσιμπήματα μέλισσας, ένα εκατομμύριο αξιοπρέπειες (αναδημοσίευση)

σ.δ.: Βρήκα αυτό το κείμενο στο μαμούφι (http://mamoufi.blogspot.gr/) και το θεωρώ περισσότερο επίκαιρο από ποτέ. Ίσως η ανάγνωσή του να έχει να προσφέρει νέες ιδέες και νέα όπλα στη φαρέτρα των κινημάτων.


του John Holloway

Η επανάσταση επείγει περισσότερο από ποτέ. Είναι προφανές.

Ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να συλλάβουμε την επανάσταση είναι μέσα από τις ρωγμές στην υφή της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Μέσα από την αναγνώριση, δημιουργία, επέκταση, τον πολλαπλασιασμό και τη συμβολή χώρων ή στιγμών άρνησης-και-δημιουργίας, χώρων ή κινημάτων όπου ο κόσμος λέει «ΟΧΙ! ¡Ya basta! Εδώ όχι· εδώ δεν θα υποτάξουμε τις ζωές μας στην κυριαρχία του κεφαλαίου, εδώ θα κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο ή επιθυμητό!»

Η επανάσταση βρίσκεται απαραίτητα στα διάκενα. Είναι άκρως απίθανο η κατάργηση του καπιταλισμού να συμβεί ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο.

Αυτό το χαρακτηριστικό της επανάστασης έχει, στο παρελθόν, επισκιαστεί από την παράλογη ιδέα ότι κάθε κράτος αποτελούσε τη δική του κοινωνία, αντί να θεωρηθεί πως κάθε κράτος δεν είναι παρά ένα κομμάτι της παγκόσμιας καπιταλιστικής κοινωνίας.

Εάν αποδεχτούμε πως η επανάσταση περιορίζεται στα διάκενα, τότε ποια είναι τα σχετικά διάκενα, ποιοι οι σχετικοί χώροι; Πολλοί επαναστάτες αντιλαμβάνονται το κράτος ως έναν τέτοιο χώρο. Αυτό, ωστόσο, έχει το μειονέκτημα ότι το κράτος είναι μία μορφή οργάνωσης που αναπτύχθηκε για να υποστηρίξει το κεφάλαιο και για να εμποδίζει τον κόσμο από το να προσδιορίζει την ίδια του τη ζωή. Τόσο από την ιστορία του περασμένου αιώνα όσο και από το θεωρητικό συλλογισμό, προκύπτει πως είναι αδύνατο να δημιουργηθεί μία αυτοπροσδιοριζόμενη (ή κομμουνιστική) κοινωνία μέσα από μία μορφή οργάνωσης που έχει σχεδιαστεί για την καταπίεση του αυτοπροσδιορισμού. Η ριζική μεταμόρφωση της κοινωνίας μέσα από το κράτος δεν είναι δυνατή.

Όταν φανταζόμαστε τις ρωγμές στην καπιταλιστική κυριαρχία, είναι προτιμότερο να τις σκεφτόμαστε υπό όρους μη κρατικούς. Αυτές οι ρωγμές υπάρχουν σε πολλές μορφές ανά τον κόσμο. Ίσως είναι εδαφικές: «εδώ, σ’ αυτόν το χώρο (τη ζούγκλα Λακαντόνα στην Τσιάπας, ένα εργοστάσιο υπό κατάληψη ή ένα εναλλακτικό καφέ) δεν θα δεχτούμε τη λογική του κεφαλαίου· εδώ θα δημιουργήσουμε άλλες κοινωνικές σχέσεις». Ίσως υπάρχουν και ρωγμές στο χρόνο: «εδώ, σ’ αυτό το δρώμενο, όσο βρισκόμαστε μαζί, θα κάνουμε τα πράγματα με τρόπο διαφορετικό, θ’ ανοίξουμε παράθυρα προς έναν άλλο κόσμο». Ή ίσως σχετίζονται με συγκεκριμένες δραστηριότητες ή πόρους: «στο ζήτημα του νερού ή του software ή της εκπαίδευσης, θ’ αγωνιστούμε για να αποκλείσουμε την κυριαρχία του χρήματος και του κεφαλαίου, αυτές οι δραστηριότητες πρέπει να υπάγονται σε μία διαφορετική λογική.

Ο θάνατος του καπιταλισμού δεν θα είναι το αποτέλεσμα μιας μαχαιριάς στην καρδιά, θα προκύψει από ένα εκατομμύριο τσιμπήματα μέλισσας. Αυτά τα τσιμπήματα είμαστε εμείς.

Το ένα εκατομμύριο τσιμπήματα είναι ένα εκατομμύριο αξιοπρέπειες. Οι χώροι ή οι στιγμές της άρνησής μας είναι στιγμές δημιουργίας, στιγμές κατά τις οποίες κάνουμε αυτό που θεωρούμε απαραίτητο ή επιθυμητό. Χειραφετούμε την εξουσία-για μας από την εξουσία-επί που την κρατάει δέσμια. Καθώς καταστρέφουμε την καπιταλιστική κοινωνικότητα (επειδή εκείνη μας καταστρέφει), δημιουργούμε μία άλλη κοινωνικότητα που βασίζεται στο συλλογικό προσδιορισμό του πράττειν μας. Η απελευθέρωση-και-δημιουργία της εξουσίας μας-για, αποτελεί τον πυρήνα της κομμουνιστικής επανάστασης. Είναι, επίσης, απαραίτητη ως μέσο για την αντιμετώπιση της απειλής της υλικής φτώχειας: με αυτήν ανταμείβεται η αξιοπρέπεια σε μία κοινωνία που βασίζεται στην άρνηση της αξιοπρέπειας.

Οι αξιοπρέπειές μας είναι πέτρες που διαπερνούν το κρύσταλλο της καπιταλιστικής κυριαρχίας. Δημιουργούν τρύπες, αλλά όχι μόνο· δημιουργούν ρωγμές που εξαπλώνονται. Η κίνηση είναι ουσιώδης. Το κεφάλαιο προσπαθεί συνεχώς να γεμίσει τις ρωγμές, να απορροφήσει εκ νέου τις εξεγέρσεις μας· η εξέγερσή μας, για να παραμείνει ζωντανή, πρέπει να κινείται πιο γρήγορα από το κεφάλαιο. Ένας αυτόνομος χώρος που δεν εξαπλώνεται, που δεν μετατρέπεται σε ρωγμή, διατρέχει τον κίνδυνο να μεταμορφωθεί στο αντίθετό του, σε έναν θεσμό.

Ο καπιταλισμός είναι γεμάτος ρωγμές, μικρές (η επαναστατικότητα που βρίσκεται μέσα σε όλους μας ή μία ομάδα ανθρώπων που ενώνεται για να δημιουργήσει έναν αντικαπιταλιστικό χώρο) και μεγάλες (η ζούγκλα Λακαντόνα, το κίνημα στη Βολιβία, οι αναταραχές και οι αρνήσεις στη Γαλλία). Κάποιες φορές είναι τόσο μικρές ή τόσο φαινομενικά «απολιτικές» που δεν τις αναγνωρίζουμε. Η επανάσταση ξεκινά με την αναγνώριση των ρωγμών που ήδη υπάρχουν, και αναπτύσσεται με τη δημιουργία, την εξάπλωση, τον πολλαπλασιασμό και τη συμβολή νέων ρωγμών. Η συμβολή εξαρτάται περισσότερο από ωστικά κύματα και αντηχήσεις, παρά από επίσημες οργανωτικές δομές.

Η επανάσταση μέσα από ρωγμές είναι επανάσταση εδώ και τώρα. Η μαχαιριά στην καρδιά χρειάζεται προετοιμασία, βρίσκεται πάντα στο μέλλον. Τα εκατομμύρια τσιμπήματα μέλισσας, οι εκατομμύρια αξιοπρέπειες υπάρχουν εδώ και τώρα. Το ζήτημα δεν είναι πώς θα χτίσουμε το κίνημα για το μέλλον, αλλά πώς θα σπάσουμε τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις εδώ και τώρα. Ρήξη, άρνηση-και-δημιουργία εδώ και τώρα: αυτή είναι η πρόκληση της επανάστασης.

Η παλιά έννοια της επανάστασης βρίσκεται σε κρίση επειδή σε κρίση βρίσκεται και η βάση της, η αφηρημένη ή αλλοτριωμένη εργασία. Η παλιά έννοια ήταν η επαναστατική θεωρία του εργατικού κινήματος, του αγώνα της αμειβόμενης εργασίας (ή της αφηρημένης εργασίας) ενάντια στο κεφάλαιο.

Ο αγώνας του ήταν περιορισμένος γιατί η αμειβόμενη εργασία είναι το συμπλήρωμα του κεφαλαίου και όχι η άρνησή του. Η κρίση του εργατικού κινήματος (και της ίδιας της αμειβόμενης εργασίας) οδηγεί σ’ ένα βαθύτερο επίπεδο ταξικής πάλης: στην πάλη του πράττειν ενάντια στην αμειβόμενη εργασία (και, επομένως, ενάντια στο κεφάλαιο). Αυτή η νέα και βαθύτερη ταξική πάλη είναι που αναζητά έναν τρόπο να πορευθεί, πρακτικά και θεωρητικά. Είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας, η κρίση της αμειβόμενης εργασίας, είμαστε η εξέγερση του πράττειν ενάντια στον αλλότριο προσδιορισμό, είμαστε η ώθηση του πράττειν προς τον αυτοπροσδιορισμό. Είμαστε, με άλλα λόγια, η υπερχείλιση της δημιουργικότητας από τα δεσμά της εργασίας. Είμαστε, ταυτόχρονα, η απάντηση και η ερώτηση μιας νέας ταξικής πάλης· στη σωστή σειρά: πρώτα η απάντηση και ύστερα η ερώτηση.

Οι δυσκολίες αυτής της προσέγγισης είναι εμφανείς: αυτό το σημείο μπορεί να αφεθεί με ασφάλεια στον αναγνώστη. Ωστόσο, δεν βλέπω άλλο τρόπο. Το να παραιτηθούμε από την επανάσταση δεν αποτελεί επιλογή.

Ρωτώντας περπατάμε.

σ.δ.: οι υπαγραμμίσεις έγιναν από τον διαχειριστή

Ο ίσκιος της ζωής (αναδημοσίευση)

Από βλέμμα (http://vlemma.wordpress.com)


Για όσους αντέχουν ακόμη να πληρώνουν ενοίκιο ή δόση στεγαστικού, σούπερ μάρκετ και ασφάλιστρο, για όσους ψώνισαν φέτος σχολικά είδη στα παιδιά τους, η σαστισμάρα και η σύγχυση είναι ακόμη τα κυρίαρχα συναισθήματα. Οι σαστισμένοι όμως λιγοστεύουν διαρκώς. Και αυξάνονται οι ανήμποροι, οι αδρανείς, οι παραιτημένοι, οι γυμνοί· όσοι δεν πληρώνουν πια ασφαλιστικές εισφορές, ούτε εφορία, γιατί απλούστατα δεν δύνανται. Δεν έχουν. Δεν είναι εδώ πια, ανήκουν σε άλλο κόσμο, κινούνται σε άλλο χρόνο, όχι παρελθόντα, όχι στο φτωχό ’50 και το ’60 με τα μανταρισμένα πουλόβερ και τα γυρισμένα κοστούμια, ούτε καν εκεί. Αυτοί οι ανήμποροι προλέγουν ήδη το μέλλον. Τη γυμνή ζωή.....

Ακούω ιστορίες πρώην νοικοκυραίων και μαστόρων, εργαζομένων από τα δώδεκα ή τα δεκαπέντε τους χρόνια, καταγόμενων από παραποτάμια ή ορεινά χωριά βαριά από ιστορία και μύθους. Ηρθαν στην Αθήνα παιδιά, μπήκαν τσιράκια ή κάλφες σε εργαστήρια, σε βιοτεχνίες, έγιναν μάστορες, μερικοί έγιναν και μικροεπιχειρηματίες, βιοτέχνες, όλοι είχαν επάγγελμα, προκοπή, τιμή, μεγάλωσαν, σπούδασαν και προίκισαν παιδιά. Ηταν περήφανοι για όσα επέτυχαν. Και σχεδίαζαν ήρεμα στον χρόνο τους βίους τους. Δεν ήσαν άρπαγες και άπληστοι, καφεδάκι στο καμινέτο το πρωί, φαΐ στο κατσαρολάκι απ’ το σπίτι το μεσημέρι ή ένα ζεστό πιάτο στα μαγέρικα της οδού Κολοκοτρώνη, σιέστα κλεφτή πάνω στον πάγκο εργασίας, και δουλειά ώς αργά το βράδυ. Επιστροφή με το μπλε λεωφορείο στις συνοικίες της αντιπαροχής.

Ολο το εμπορικό κέντρο ήταν γεμάτο από μαστόρους, επαγγελματίες, βιοτέχνες, εμπόρους, τεχνίτες. Στο τρίγωνο Μοναστηράκι – Ομόνοια – Σύνταγμα, μαζί με του Ψυρρή των τσαγκαράδων. Εκεί όπου σήμερα πληθωρίζονται καφέ, μπαρ, ουζερί, για χίπστερ και χασομέρηδες, άνεργους και άεργους, εκεί όπου κάποιοι βλέπουν ανάπτυξη μέσα από την κατανάλωση φρέντο και ρόκα–παρμεζάνα. Συνταξιοδοτούνται κακήν κακώς οι παλαιοί, άλλοι ολόκληρη με σαράντα χρόνια ένσημα, άλλοι προώρως μειωμένη, άλλοι χρεοκοπούν και κολλάνε κηδειόχαρτα «εκποίηση», «πωλείται η επιχείρηση», «ενοικιάζεται το παρόν, πληροφορίες εντός». Ο κόσμος της εργασίας και του εμπορίου φεύγει, το centro storico μετατρέπεται σε φαν παρκ για άνεργους, χώρος τράνζιτο γι’ ανθρώπους τράνζιτο, χωρίς προέλευση, ρίζα, προορισμό. Χώρος χωρίς χρόνο.

Ακούω ιστορίες, ανασυστήνω ζωές. Χήρες που σπούδασαν παιδιά πλένοντας σκάλες και γραφεία, ψήνοντας καφεδάκια κάτω απ’ το κλιμακοστάσιο για τους εργαζομένους στο μέγαρο, που είχαν σπίτι το παραχωρημένο υπόγειο πλάι στον λέβητα, στολισμένο με κεντήματα, χράμια και αγαλματίδια από αρχαίες μπομπονιέρες. Ζουν με την κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ, πάντα εκεί, πλάι στον λέβητα, στο πάντα στολισμένο δωμάτιο. Και καταριούνται αυτόν που τους έκοψε τη σύνταξη και τα φάρμακα για την οσφυαλγία και την πίεση. Που τους έκοψε το τελευταίο ξερό κλαδάκι της πληβείας ζωής.

Πίσω από κάθε ψηλό παράθυρο στα μαραμένα εμποροβιοτεχνικά μέγαρα του κέντρου, στις οδούς με τα ένδοξα ονόματα Χρυσοσπηλαιωτίσσης, Νικίου, Κολοκοτρώνη, Πραξιτέλους, Αιόλου, Ρόμβης, Κλειτίου, κινούνται ακόμη άνθρωποι και ξεδιπλώνονται ιστορίες. Οσοι πρόλαβαν τη σύνταξη του μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας, έζησαν ολόκληρο το greek dream και αποχώρησαν. Αλλοι δεν πρόλαβαν, τους μάγκωσε η χρονόπορτα και τους συνέθλιψε. Εδώ και καιρό αδυνατούν να πληρώσουν το ΤΕΒΕ, δεν μπορούν να πάρουν σύνταξη· υποαπασχολούμενοι, βγάζουν το νοίκι και ψωνίζουν γαύρο πρωινό στην Αγορά.

Ακούω το ευφρόσυνο καναρίνι στον 5ο όροφο βιοτεχνικής πολυκατοικίας· δεν το βλέπω γιατί με τυφλώνει η αντηλιά, πίσω απ’ το παμφάγο φως ξέρω όμως ότι ξεπροβάλλει μια αναλόγως εκθαμβωτική γωνία Ακροπόλεως. Το πορτοκαλί καναρίνι συναγωνίζεται το άμουσο ράδιο που φλυαρεί σε ακατάληπτη γλώσσα· και τα δύο συντροφεύουν τον παλαίμαχο τεχνίτη. Η λωρίδα φωτοσκόνης χαϊδεύει και εξωραΐζει παλαιές μεταλλοδερμάτινες πολυθρόνες, το μικρό ψυγείο, τον ψηλό πάγκο με το βαρύ σίδερο, ρεκλάμες, Κασμήρια ΔΔΔ, Ελληνοβρετανική, αρχαία φιγουρίνια με σταυρωτά γιλέκα, το τηλέφωνο βακελίτη, κάρτες για μανταρίστρες και κουμποτρυπούδες, το γκαζάκι οπωσδήποτε. Απέναντι ένας ξεχασμένος χρυσοχόος, ένας αδαμαντοκολλητής, λογιστικό γραφείο, μια φθαρμένη εμαγιέ επιγραφή Εισαγωγαί Υλικών Αργυροχρυσοχοΐας με περίτεχνα γράμματα Art Deco. Ενας θνήσκων κόσμος, ο κόσμος των τεχνών και του εμπορίου. Γεμάτος ζωές ακόμη, ίσκιους, παρουσίες, φωνές, έργα χειρών, ιστορίες με βουλευτές και εφέτες, αστεϊσμούς, κουμπαριές, με αλληλεγγύη και μικροδάνεια, με δόσεις και δοσίματα. Αντηλιά, σκόνη, ίσκιος. Ο ίσκιος της ζωής.

ζωγραφική: Πάρις Χαβιάρας 

Τοπικοποίηση, κοινωνικοποίηση, αποανάπτυξη


Η συζήτηση με θέμα "Τοπικοποίηση, κοινωνικοποίηση, αποανάπτυξη", που έγινε την τρίτη μέρα του 1ου εναλλακτικού φεστιβάλ αλληλέγγυας και συνεργατικής οικονομίας (19, 20, 21/10/2012, Ελληνικό). 

Στη συζήτηση πήραν μέρος οι: Γιώργος Κολέμπας (πρώην εκπαιδευτικός, βιοκαλλιεργητής, μέλος οικοκοινότητας, συγγραφέας), Γιώργος Λιερός (συγγραφέας), Γιάννης Μπίλλας (εκπαιδευτικός, βιοκαλλιεργητής, μέλος των Από Κοινού - Κίνηση Πολιτών για την Αποανάπτυξη και την Άμεση Δημοκρατία-www.apokoinou.com), Γιώργος Καλλής (καθηγητής στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης). Συντονισμός: Ηλιόσποροι.

δείτε εδώ το βίντεο των ομιλιών.