Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

Όχι στη φίμωση της ΕΡΤ. Κάλεσμα της ΠΟΣΠΕΡΤ σε συμπαράσταση έξω από το Συμβούλιο της Επικρατείας.


Συζητείται σήμερα (27 Σεπτέμβρη) στις 9 το πρωί  στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η αίτηση της ΠΟΣΠΕΡΤ με την οποία ζητεί να ανασταλεί η από 11.6.2013 απόφαση του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα και του υφυπουργού στον Πρωθυπουργό Σ. Κεδίκογλου για το κλείσιμο της ΕΡΤ.

Πρόεδρος της Ολομέλειας του ΣΤΕ είναι ο Σωτήρης Ρίζος και εισηγητής έχει οριστεί ο σύμβουλος Επικρατείας Κ. Κουσούλης.

Η ΠΟΣΠΕΡΤ καλεί κάθε πολίτη που αντιστέκεται στη φίμωση της ΕΡΤ να συμπαρασταθεί, κατεβαίνοντας στην Πανεπιστημίου στις 9 το πρωί, όπου και συνεδριάζει το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Νάμαστε όλοι εκεί.

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Κατάσχεση σπιτιού άνεργης για χρέος 751 ευρώ!


πηγή: http://denplirono.wordpress.com/

Άνεργη κινδυνεύει να χάσει τοσπίτι της από το Δήμο Αθήνας για χρέος 751,35 ευρώ! Οσο κι αν ακούγεται απίστευτο, η διοίκηση του Δήμου, εφαρμόζοντας το «γράμμα του νόμου», χωρίς καμία ντροπή, προχώρησε σε έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, για το προαναφερόμενο χρέος που αφορά έργο αποχέτευσης στέλνοντας για ακόμα μία φορά μήνυμα ότι όποιος χρωστάει ακόμα και… ένα ευρώ θα πληρώσει, όποιο δράμα κι αν βιώνει.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κατά πληροφορίες, η – άνεργη πλέον – ιδιοκτήτρια είχε προχωρήσει σε ρύθμιση με το Δήμο ώστε να καταβάλλει το ποσό με δόσεις. Κατέβαλε κάποιες, αλλά λόγω οικονομικών δυσκολιών δεν μπόρεσε να πληρώσει τις υπόλοιπες, οπότε η διοίκηση του Δήμου ανέθεσε σε δικαστικό επιμελητή να συντάξει έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας.

Σύμφωνα με την έκθεση, η αξία του ακινήτου (βρίσκεται στο λόφο Σκουζέ) που κινδυνεύει να βγει στο «σφυρί» εκτιμήθηκε σε 200.000 ευρώ, ενώ η τιμή πρώτης προσφοράς σε περίπτωση πλειστηριασμού σε 160.000 ευρώ.

Η εξωφρενική και ανάλγητη απόφαση προστίθεται σε μια καθημερινή πλέον πρακτική που ακολουθείται από μια σειρά δημοτικές αρχές απέναντι σε ανθρώπους που βρίσκονται σε αδυναμία να πληρώσουν είτε μικρές είτε μεγάλες οφειλές, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να χάσουν ό,τι έχουν και δεν έχουν.

Για παράδειγμα, πάλι η δημοτική αρχή Αθήνας το Μάρτη απειλούσε με κατασχέσεις και αναγκαστικούς πλειστηριασμούς ακινήτων στη συμβολή των οδών Κύπρου και Πατησίων, επειδή οι ιδιοκτήτες τους δεν είχαν συμβάλλει, βάσει των προβλεπόμενων σε σχετικό νόμο, χρηματικά στο ποσό της απαλλοτρίωσης εκεί οικοπέδου. Τουλάχιστον σε εκείνη την περίπτωση ιδιοκτήτης κινδύνευε να χάσει το σπίτι του για χρέος 7.195 ευρώ…

Σε κάθε περίπτωση, είναι αδιανόητο ότι σε τέτοιους καιρούς γενικευμένης ανέχειας για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, η δημοτική αρχή, υλοποιώντας το καθαρά εισπρακτικό και φορομπηχτικό θεσμικό πλαίσιο των κυβερνήσεων, στην ίδια αντιλαϊκή ρότα χαρατσώματος των δημοτών, να κινεί διαδικασίες για κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, ενώ οι λαϊκές οικογένειες δυσκολεύονται να πληρώσουν ακόμα και για τα βασικά.

Για να αντιληφθεί ο λαός το μέγεθος του εμπαιγμού, πρέπει να αναφέρουμε ότι ο δήμαρχος Αθήνας Γ. Καμίνης πρόσφατα συμμετείχε στην περιβόητη πρωτοβουλία 5 δημάρχων της χώρας με στόχο, όπως διακηρύσσουν, να υπάρξουν παρεμβάσεις στην κατεύθυνση της «κοινωνικής πολιτικής» και της «βελτίωσης της ποιότητας των υπηρεσιών προς τον πολίτη». Κοροϊδεύουν τον κόσμο…

Θυμίζουμε τέλος ότι τους τελευταίους μήνες έχουν αυξηθεί οι διαδικασίες κατάσχεσης σπιτιών ανέργων, όπως η περίπτωση του άνεργου μεταλλεργάτη στο Πέραμα για χρέη στην εφορία, καθώς εκείνη άλλου άνεργου στον Πειραιά για χρέη στην ΕΥΔΑΠ. Μετά από δυναμική παρέμβαση του Συνδικάτου Μετάλλου οι κατασχέσεις δεν προχώρησαν.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Ας λέμε το όνομά του (αναδημοσίευση)


από http://ixnilasies.blogspot.gr/
Απόστολος Λυκεσάς

Ας λέμε το όνομά του.
Παύλος Φύσσας.
Αμήχανες τηλεοπτικές κεφαλές πετροβολούν τώρα με ασυνάρτητες λέξεις αποχαυνωμένους αστούς και τους υπαγορεύουν ότι πρέπει να ξυπνήσουν από τον Όμορφο Μεγάλο Ζαχαρωτό Ύπνο στον οποίο τους είχαν εκπαιδεύσει. Το μασκαρεμένο Τέρας που συνόδευε γριούλες στην τράπεζα, το Λυσσασμένο Σκυλί που τα βράδια, έστηνε φονικό καρτέρι σε σκουρόχρωμους, αυτό το τόσο Βολικό Τέρας που χάριν διασκέδασης έριχνε κανένα χαστουκάκι, να που έσπασε την αλυσίδα του φανερώνοντας, πίσω απ’ τον μπερντέ της «δημοκρατίας» τα αφεντικά του και αφαιρώντας το άλλοθι από τους μικροαστούς.

Ας λέμε το όνομά του.
Παύλος Φύσσας.
Εργάτης, μουσικός και ποιητής του δρόμου.
Ιδιότητες τις οποίες οι δίαυλοι της αντικειμενικής ενημέρωσης προσπάθησαν, δεκαετίες τώρα να μας πείσουν ότι είναι ασύμβατες η μία με την άλλη.
Ως εργάτης θα έπρεπε να είναι απαίδευτο ανδρείκελο, αποκτηνωμένος από κούραση και κατανάλωση μαζικής χυδαιότητας. Θα έπρεπε να μισεί τους πάντες και δηλητηριάζεται από τα αδιέξοδά του.
Ως καλλιτέχνης θα έπρεπε: να έχει αλλάξει γειτονιά, να βγάζει τους δίσκους του, να κάνει όπως κάθε «καλό παιδί» τις δημόσιες σχέσεις του, να κονομάει όπως μπορεί για να αυγαταίνει τους λογαριασμούς του, να αλλάζει γυναίκα κάθε εξάμηνο, να δίνει συνεντεύξεις στις οποίες δεν έχει τίποτα να πει, να χασκογελάει σαν ηλίθιος και να είναι συγκρατημένα προπετής καθότι το «υφάκι» διδάσκεται ως τρόπος ζωής. Να μιμείται την τάση της πιάτσας- με το αποκρουστικό τσιφτετέλι της ξανθιάς πάνω στα τραπέζια- παρά να φτύνει την αηδία του στην υποκρισία με έμμετρη επανάσταση και μελωδικό έρωτα.
Και πάνω απ’ όλα θα έπρεπε να έχει ξεχάσει την καταγωγή του και να δίνει συμβουλές για το πώς μπορεί κανείς να γίνει υποταγμένος και ποταπός, δηλαδή «επιτυχημένος». 

Ας λέμε το όνομά του.
Παύλος Φύσσας.
Εργάτης και καλλιτέχνης.
Ιδιότητες οι οποίες όταν συνυπάρχουν δημιουργούν αρρυθμίες στην Θεριζοαλωνιστική Μηχανή του υφέρποντος φασισμού.

Παύλος Φύσσας.
Τον δολοφόνησαν ναζιστές.

Μέρα με ήλιο θα φύγετε καθάρματα (αναδημοσίευση)


της Δάφνης Σφέτσα

Ο Παύλος δολοφονήθηκε. Αντί για σιγή, επιτρέψτε μου για ένα λεπτό να κλάψω, ένα λεπτό να φοβηθώ. Μονάχα ένα λεπτό. Πού φτάσαμε και πού οδεύουμε κύριοι; Ένα λεπτό, μια αιωνιότητα, ένας αιώνας αγώνων, κόκκινων κατακτήσεων, κόκκινων από το αίμα των νεκρών, “ναι σε όλα” και ένας αιώνας σβήνεται από το χάρτη. Ενός λεπτού σιγή για τον αιώνα που πέθανε, για τον αιώνα που πια δεν ζει.

Μέρα με τη μέρα νικάνε οι κακοί. Κι απέναντί τους ένα διαιρεμένο εμείς να ξεσκίζει τις σάρκες του. Οι φτωχοί τους πιο φτωχούς, οι πιο φτωχοί τους περισσότερο, πάτος στη φτώχεια δεν υπάρχει, ούτε στην εξαθλίωση. “Ως πού θα φτάσει αυτή η ιστορία;” το ερώτημα γυρίζει από στόμα σε στόμα μα αυτή η ιστορία προορισμό δεν έχει, το ταξίδι είναι που μετράει και το ταξίδι αυτό δεν έχει τέλος. Θα συνεχίζει όσο οι επιβάτες παρακαλάνε τα στοιχειά της φύσης για να βρουν απάνεμο λιμάνι. Όσο τις σάρκες μας ξεσκίζουμε, προσδοκώντας ανάσταση νεκρών και ζωή αιώνια αμήν. Μα αυτή η ζωή μας έλαχε κι αν δεν την κερδίσουμε μόνο από πόνο θα καταλάβουμε.

2

Ουαί υποκριτές. “Να τεθεί εκτός νόμου”. Ποιου νόμου; Μήπως καλύτερα να τεθεί εκτός πράξης νομοθετικού περιεχομένου; Σε ένα άρθρο φέρτε το κι αυτό αλήτες φαρισαίοι. Τάχα δεν υπάρχουν οι νόμοι που απαγορεύουν να δέρνεις, να ληστεύεις, να πουλάς προστασία, να πουλάς ναρκωτικά, να μαχαιρώνεις, να σκοτώνεις, να συστήνεις εγκληματική οργάνωση που τα κάνει όλα και συμφέρει -εσάς συμφέρει, το κράτος έκτακτης ανάγκης σας, τα σάπια οράματά σας... Ειρωνία ο νόμος δεν γουστάρει ανθρωποκτονία και μέχρι στιγμής ακόμη ανθρώπους θεωρεί και τους μη Έλληνες. Μην πω: ανθρώπους θεωρεί ακόμη μέχρι τώρα τους φτωχούς. Μα ποιος θα τον εφαρμόσει; Ποιος θα βρεθεί να τους δικάσει;

Γελοία υποκείμενα. Τόσες μαρτυρίες, τόσα βίντεο και φωτογραφίες, τόσα περιστατικά που κολαούζο δεν θέλουν για τη συνεργασία αστυνομίας και χρυσής αβγής, ένοπλο τμήμα της έχουν καταντήσει τα πρωτοπαλίκαρά σας με τα μηχανάκια, με τη δική σας ανοχή, με τις δικές σας ευλογίες. Οι γιατροί τώρα ακούστηκαν, έστω μια φωνούλα, τόσα χρόνια όμως φωνάζουν για τις επιθέσεις, την “προπόνηση” για την δολοφονία του Παύλου στα σκουρόχρωμα κορμιά των ξένων. Ξένιος Δίας η απάντησή σας και τώρα έρχεστε να μιλήσετε για νόμο.

Για ποιο συνταγματικό τόξο μιλάτε ρε; Του Συντάγματος που σαν όρνια βάλατε κάτω και ξεσκίσατε; Επιστρατεύσατε ακόμη και τα δέντρα που αναζητούσαν λίγο ουρανό και τώρα τάχα παραδίνετε μαθήματα δημοκρατίας; Για ποια δημοκρατία τολμάτε και μιλάτε; Τη Δημοκρατία που ο πρωθυπουργός λογαριασμό δεν δίνει παρά μονάχα στους φίλους, Έλληνες και ξένους (ναι εδώ δεν έχει ρατσισμό και ελληνική ανωτερότητα), εφοπλιστές, κατασκευαστές, πετρελαιάδες, καναλάρχες, ομαδάρχες. Για ποια Δημοκρατία; Των κρατικών απαγωγών σε βάρος πολιτών μέσα στο μαύρο της νύχτας στην Χαλκιδική για ένα κομμάτι χρυσό στα χέρια κατασκευαστών, καναλαρχών, του άρχοντα των διοδίων; Για ποια Δημοκρατία τολμάτε να μιλάτε; Τη Δημοκρατία που κλείνει πανεπιστήμια και νοσοκομεία, ορχήστρες, ραδιόφωνα και σχολεία και στη θέση τους ανοίγει στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους δικούς μας μαύρους, στις δικές μας φυτείες, στο δικό μας Νότο με τους δικούς μας λευκούς κουκουλοφόρους; Τη Δημοκρατία της διαπόμπευσης οροθετικών γυναικών; Τη Δημοκρατία της αυτοκτονίας, της ανεργίας, της μετανάστευσης, τη Δημοκρατία της μαζικής απόγνωσης, των συσσιτίων μόνο για τους εξαθλιωμένους έλληνες που εσείς εξαθλιώσατε και για φταίχτη δείξατε αυτόν που στην τσέπη έχει ακόμα πιο λίγα;

Ο μόνος νόμος που γνωρίζετε είναι της ζούγκλας και σεις δεν είστε παρά λαθροκυνηγοί, σκοτώνετε ψυχές και τις κορνιζάρετε να στολίζουν τα γραφεία σας. Τώρα λέτε θα θέσετε εκτός νόμου τις καραμπίνες σας και περιμένετε από μας πιστοποιητικό φρονημάτων. Να καούμε στην κόλαση καλύτερα χίλιες φορές.

3

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη βία από τη βία της φτώχειας. Κι αυτήν την έχει εργολαβία το κράτος, συμφωνώ κυρ φαήλε, μάνα και πατέρας της βίας είστε, της πιο σκληρής και αδυσώπητης, της βίας στα κορμιά μας, στις ψυχές μας, στο δρόμο που δέρνετε ανάπηρους που διαμαρτύρονται γιατί στον καιάδα τους πετάτε ως σπαρτιατολάγνοι που στε, στο σπίτι που δεν έχει το ρεύμα να πληρώσει και το κόβετε, στο παιδί που αφήνετε στο πεζοδρόμιο να τρυπιέται γιατί το σχολείο του έκλεισε τις πόρτες, στη γειτονιά που ένα στέκι έχει να αντιστέκεται στο φασισμό και το κλειδαμπαρώνετε, το κάνετε σημαία στη μάχη για την επιβολή της νομιμότητας αποδεικνύοντας ακριβώς τι εννοείτε: για σας νομιμότητα είναι ο Καιάδας όπως ανά τους αιώνες ντύνεται, βία είναι ο Σπάρτακος, όπως ανά τους αιώνες αντιστέκεται.

Πέφτετε από τα σύννεφα τάχα μου για τους επιγόνους των Ναζί, δικοί σας βουλευτές όμως δεν ψήφιζαν για άρση ασυλίας του κατσαρίδα κι εκεί δεν είδα την πυγμή του ηγέτη. Διαγράφετε με μια κίνηση του χεριού όποιον δεν υπακούει στις εντολές των “δανειστών”, στις εντολές ελλήνων και ξένων με φράγκα αλλά όσοι κλείνουν το μάτι στους επιγόνους, το “αδερφό σας κόμμα” που έλεγε ο εγκληματίας των βορείων, υπεύθυνος του κόμματός σας, με το οποίο συνεργασία αποζητά ο στρατηγός άνεμος, γι αυτούς δεν έχει αρχηγικές μαγκιές του μονόφθαλμου. Τη δουλειά τους (σας) κάνουν κι αυτοί, γεμίσαμε λαγούς με πετραχήλια. Σας προβληματίζουν οι Ναζί μόνο για τα ποσοστά που σας παίρνουν, ψηφοθηρία στα σανατόρια, ψάχνετε ψηφαλάκια μέσα σε φούρνους, ανάμεσα από σαπούνια.

Το σάπιο φρούτο δεν ωριμάζει, πιστέψτε το πια που να με πάρει ο διάολος.

4

Αν δεν κοιτάς εκεί που θες να πας, θα πας εκεί που κοιτάς, λένε μα δεν απαντούν: αν όλοι οι δρόμοι πάνε στην κόλαση, εσύ πού να κοιτάς; Μεγαλοστομίες, ταρατατζούμ και φληναφήματα. Ας είμαστε ρεαλιστές. Έτσι είναι η κατάσταση, τα πράγματα δεν αλλάζουν.

Περπάτα στα σκοτεινά σοκάκια του ρεαλισμού. Και οι μαύροι ακόμη στις φυτείες μαστιγώνονται, στα παζάρια εξαγοράζονται, στις στάσεις των λεωφορείων απαγορεύεται να καθίσουν -ελπίζω να έχουν εισιτήριο. Μάταιο να σηκώσουν κεφάλι, τα πράγματα δεν αλλάζουν.

Και οι γυναίκες απ το σπίτι απαγορεύεται να βγουν, απαγορεύεται να μιλήσουν, να ντυθούν, να ψηφίσουν, να εκλεγούν, να ανασάνουν. Μάταιο να σηκώσουν κεφάλι, τα πράγματα δεν αλλάζουν.

Και στις εξορίες ακόμη πέτρες κουβαλάνε, οι λεπροί στέλνουν φιλιά από τη Σπιναλόγκα, τα βιβλία παραδίνονται στις φλόγες, η εφημερίδα κρύβεται πίσω από το μανίκι, το παιδί πεθαίνει μετά από 48 ώρες δουλείας.

Περπάτα στα σκοτεινά σοκάκια της πρόσφατης ιστορίας του ανθρώπου. Πριν δώσει το αίμα του για ένα οχτάωρο, μία αργία, για μια ισότητα, για μια ελευθερία, το κεφάλι του σήκωσε και είδε: όλοι οι δρόμοι στην κόλαση οδηγούν. Η πυξίδα δείχνει μονάχα την πυρά, έτσι ήταν πάντα, ας είμαστε ρεαλιστές.

Μια ηλιαχτίδα τρύπωσε και ο Παύλος ανά τους αιώνες δεν έδωσε το αίμα του για το τίποτα.

Φονιάδες των λαών, Νοικοκυραίοι (αναδημοσίευση)


από http://strangejournal.wordpress.com 



Νέος άνθρωπος έχασε την ζωή του στο Κερατσίνι. Το αίμα του χύθηκε από μαχαίρι χρυσαυγίτη φονιά. Το μαχαίρι οπλίστηκε από ηθικούς αυτουργούς. Δεν είναι μόνο οι ναζιστές εγκληματίες, ούτε τ’ αφεντικά τους, η μαφία που λυμαίνεται για χρόνια τον τόπο. Είναι και ο νοικοκυραίος. Αυτός που δεν διάλεξε πλευρά γιατί δεν τον αφορά (νομίζει ο ναζισμός) ή που επέλεξε να πάει με τα “λεβεντόπαιδα με τις μαύρες μπλούζες”.


Ο δρόμος μέχρι να έχουμε νεκρό, ήταν σύντομος αλλά φάνηκε ως αιώνας, από την στιγμή που ο νοικοκυραίος έβαλε στην βουλή τους νοσταλγούς του Χίτλερ. “Εγέρθουτου” έλεγε γορίλας στους δημοσιογράφους στην πρώτη συνέντευξη του αρχηγού τους μετά τις εκλογές. Άρεσε η στρατιωτική πειθαρχία απέναντι στους “ρουφιάνους-δημοσιογράφους”.

Ο Κασιδιάρης χαστούκιζε την Κανέλλη στον αέρα τηλεοπτικής εκπομπής και οι νοικοκυραίοι πανηγύριζαν, γιατί κι αυτή είναι μέρος του “σάπιου συστήματος”, ενώ οι πιο άρρωστοι, την κατηγορούσαν ότι τους πήγε κόντρα. Σκηνικά που θυμίζουν Ιράν εκτυλίχθηκαν στο θέατρο Χυτήριο για να μην ανέβει παράσταση, με την ναζιστική συμμορία να κάνει ότι θέλει με πρόσχημα την “προστασία της ορθοδοξίας”. Τότε ο νοικοκυραίος συντασσόταν μαζί τους, όπως και το παπαδαριό, αφού δεν έπρεπε να ανεβαίνει “βλάσφημη” παράσταση και από Αλβανό μάλιστα.

Στην κουβέντα για τον Χίτλερ που τον υμνούσαν και τον υμνούν στα έντυπά τους οι χρυσαυγίτες, ο νοικοκυραίος είχε να απαντήσει ότι “κι ο Στάλιν έκανε εγκλήματα“. Έψαχνε τον απέναντι χωρίς να τον ενδιαφέρει με ποιανού το μέρος είναι. Εξάλλου σ’ αυτή την χώρα ο αντικομμουνισμός έχει μείνει ως κατάλοιπο της χούντας. Του άρεσαν τα “συσσίτια μόνο για Έλληνες” και “αιμοδοσία μόνο για Έλληνες”, γιατί οι ξένοι “μας παίρνουν τις δουλειές” και είναι “εγκληματίες” (sic) που αξίζουν να φάνε κι ένα χέρι ξύλο (στην καλύτερη) και να γυρίσουν από εκεί που ήρθαν. Στα πογκρόμ των μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας, στους σπασμένους πάγκους μικροπωλητών και στο κυνήγι ανθρώπων, οι νοικοκυραίοι τα θεώρησαν αντίποινα.

Όταν οι σβάστικες μεταμφιέστηκαν σε μαιάνδρους και τα χέρια σηκώθηκαν ψηλά “για να χαιρετήσουν τον ήλιο”, ο νοικοκυραίος παντελώς αμόρφωτος και βλάκας καθώς είναι, επέμενε πως είναι αρχαιοελληνικά σύμβολα, που ο κακός ο Χίτλερ τα έκλεψε επειδή μας θαύμαζε κι εμείς πρέπει να είμαστε και περήφανοι, άσχετα αν συνδέθηκαν με μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Νοικοκυραίε, είσαι ο ηθικός αυτουργός του ναζιστικού τέρατος. Εσύ τους ψήφισες, εσύ τους έδωσες άλλοθι για να μιλάνε για “χέρια που είναι καθαρά κι ας χαιρετούν φασιστικά”. Εσύ θεωρείς όλους τους υπόλοιπους “ανθέλληνες”. Εσύ θες να τιμωρήσεις τα λαμόγια που βέβαια εσύ πάλι στήριζες, αλλά σου έκοψαν τις χάρες. Εσύ νοικοκυραίε τους έβλεπες να ανοίγουν πανό με το σύμβολο της χούντας και δεν σοκαρίστηκες, ίσως επειδή γούσταρες Παπαδόπουλο.

Δεν περίμενα νοικοκυραίε και τίποτα καλύτερο από σένα, αφού η αισθητική σου και η αντίληψή σου, βολτάρουν μεταξύ τζατζικιού και σανδαλιού από το Μοναστηράκι. Είσαι ικανός να στηρίξεις τα χειρότερα καθάρματα, ακόμα κι αυτούς που αρνούνται το Ολοκαύτωμα και το Άουσβιτς.

Νοικοκυραίε, το ότι δεν κράτησες κι εσύ μαχαίρι ή δεν φοράς (ακόμα) μπλουζάκι της Χρυσής Αυγής, δεν σημαίνει ότι παίρνεις άφεση αμαρτιών. Κι επίσης, βγάλε από το μυαλουδάκι σου-όσο διαθέτεις βέβαια- ότι θα συγχωρεθεί η άγνοιά σου.

“Μα, τόσοι που ψήφισαν Χρυσή Αυγή είναι ναζιστές;” ρωτάνε δήθεν αθώα οι “ουδέτεροι” και αυτοί που σφυρίζουν αδιάφορα. Μα και οι Γερμανοί που στήριξαν τον Χίτλερ δεν γεννήθηκαν ναζί, έγιναν ναζί, όταν η παράνοια ενδύθηκε την αίγλη του “έθνους” και αθωώθηκε ιδεολογικά, λόγω της μαζικής συμμετοχής. Όταν νοικοκυραίε βολεμένε, σήκωσαν το χέρι για να χαιρετήσουν φασιστικά, όταν κυνηγούσαν με τάγματα εφόδου τους πάσης φύσεως αντιφρονούντες και διαφορετικούς.

Εσύ νοικοκυραίε πιστεύεις σε δύο άκρα, επειδή στο είπε ο Πρετεντέρης, επειδή ο φασισμός και αυτοί που τον πολεμούν, γίνονται το ίδιο πράγμα, αρκεί εσύ να έχεις την ησυχία σου.

Ο νοικοκυραίος είναι ο πιο συνεπής σύμμαχος της ανελευθερίας, της αναλήθειας, της άγνοιας, της αδικίας, της ανομίας και της αλητείας. Οτιδήποτε στερητικό μπορεί να μπει μπροστά ως χαρακτηριστικό για να περιγράψει τον νοικοκυραίο. Εκφράζει εκείνη την δουλική πλευρά του ανθρώπου, που εύκολα υποκύπτει, υπακούει και συμμορφώνεται. Είναι αυτός που κινείται μεταξύ μεροκάματου και tv. Και είναι υπεύθυνος για όλες τις τυραννίες ανά τον κόσμο, γιατί ποτέ δεν κατέβασε το χέρι του που τις στήριζε ή παρέμενε συνειδητά απαθής και αριβίστας, κοιτώντας μόνο το τομάρι του.

Όμως νοικοκυραίε, φτάνει και η δική σου ώρα. Πρέπει να πονέσεις και μάλιστα πολύ. Γιατί ο ναζισμός σκοτώνει χωρίς διακρίσεις.

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Για τον Μανώλη


Τρεις αυτοκτονίες μέσα σε μερικές εβδομάδες στη Λέσβο. Πόνος! Αναζήτηση αιτιών. Ωστόσο η τελευταία αυτοκτονία στο Μόλυβο συγκλονίζει. Ο Μανώλης έδωσε τέλος στη ζωή του. Με αξιοπρέπεια, με θάρρος, με τόλμη. Όχι δεν είχε ψυχολογικά προβλήματα.

Ένας άνθρωπος με τις δικές του ευαισθησίες. Με ευαισθησίες που κάποτε είχαμε ως κοινωνία και τις έχουμε ξεχάσει. Όχι δεν φιλοδοξούμε να κάνουμε το ψυχογράφημα του αυτόχειρα. Η ζωή έχει γράψει τη δική της ανάλυση. Και την έγραψε με το πιο δραματικό τρόπο. Δεν είναι εύκολο να δώσεις τέλος στη ζωή σου. Πάντα για κάποιους θα είναι θάρρος, πάντα για κάποιους θα είναι δειλία.

Τι μπορείς όμως να κάνεις αν δεν αντέχεις να βλέπεις τον κόσμο σου; Τι μπορείς να κάνεις αν δεν αντέχεις να βλέπεις τον αργό και βασανιστικό θάνατο να πλησιάζει εσένα και τους συνανθρώπους σου; Δεν έχουμε όλοι τις ίδιες αντοχές!

Αν κάποτε νιώσεις ότι το όνειρο γκρεμίζεται και δεν έχεις από κάπου να πιαστείς τότε η φυγή ίσως να είναι η τελευταία πράξη.

Ο Μανώλης θα μείνει στο αρχείο γεγονότων της Λέσβου ως αυτόχειρας. Θα μείνει όμως στην καρδιά μας ως ένας μεγάλος ποιητής της ζωής και συνάμα ως ένας ρομαντικός επαναστάτης. Γιατί ο Μανώλης αυτοκτόνησε όχι για να λυτρωθεί. Το σημείωμα που άφησε είναι το μήνυμά του προς όλους εμάς. Μήνυμα – αστραπή, μήνυμα – φωτιά που σαρώνει τα πάντα. Σημείωμα που αξίζει να το τρίψουμε στα μούτρα του κάθε πολιτικάντη. Αρκετά με το ψέμα , αρκετά με την υποκρισία.

Γιατί σ’ αυτό τον τόπο δεν δολοφονεί μόνο η Χρυσή Αυγή. Δολοφονούν και αυτά τα γαμημένα μνημόνια! Και κανείς δεν μιλάει για αυτές τις δολοφονίες. Περνάνε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων για μερικές μέρες και…μετά η δολοφονία θα συνεχιστεί.

Δεν θέλει κανείς ελεημοσύνη. Ζητάει το αυτονόητο ο κόσμος, αυτοκτονεί για το αυτονόητο. Υπάρχει μία λέξη που λέγεται Αξιοπρέπεια. Αν την στερήσεις από τους Ανθρώπους τότε τους οδηγείς στο θάνατο. Πάγωσε η καρδιά μας. Πάγωσε όχι μόνο με την άδεια τσέπη. Πάγωσε με το"ειδεχθές άλγος". Κι όταν έχεις παγώσει είσαι νεκρός. Οι περισσότεροι εξακολουθούν να περιφέρουν το κορμί τους. Και ελπίζουν… Οι «άλλοι» δεν ελπίζουν. Δεν περιφέρουν το κορμί τους. Κι όμως κάνουν τη μεγαλύτερη επαναστατική πράξη. Αρκεί να ξέρουμε να διαβάζουμε…

Γιατί τη στιγμή που το σώμα του Μανώλη κατέληγε στο έδαφος ίσως μια φωτιά να έχει φυτευθεί … και μια ελπίδα....

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Άνθρωποι Γουρούνια (αναδημοσίευση)

Το γουρούνι είναι δικό τους και δικό μας

του Πάνου Μουχτερού
από ΤΑ ΚΑΚΩΣ ΚΕΙΜΕΝΑ 

Για ‘μένα, είναι εντελώς λάθος αυτή η άποψη που έχει ο πολύς ο κόσμος για τα γουρούνια. Για έναν περίεργο λόγο, η κοινωνία όταν θέλει να μιλήσει για ανθρώπους βρόμικους, άξεστους, χωρίς τρόπους, φέρνει για παράδειγμα τα συμπαθητικά αυτά ζωάκια. Πως είσαι έτσι ρε, λες και κυλιόσουν μέσα στις λάσπες με τα γουρούνια. Ή ακόμα και όταν κάποιες φάτσες μοιάζουν στα μάτια μας διαφορετικές, έχουμε το κακό συνήθειο να τις αποκαλούμε γουρουνόφατσες. Και τότε, όταν κάποιος είναι βίαιος, λιγάκι πιο τραχύς, συνηθίζουμε να μιλάμε για τον παλιάνθρωπο, το τομάρι, το γουρούνι. Λες και είναι στ’ αλήθεια όλα αυτά που λέμε αυτά τα αθώα τετράποδα που κατά βάση εμείς οι ίδιοι τα θρέφουμε για να τα σφάξουμε στην πορεία και να πέσουμε πάνω στα πιάτα τρώγοντάς τα σαν γουρούνια. Όταν ήμουν μικρός, θυμάμαι, κέρδισα σε μια κλήρωση που κάναμε στο σχολείο έναν κουμπαρά που είχε το σχήμα και το πρόσωπο από ένα χαμογελαστό γουρουνάκι. Με πόση χαρά το πήρα στα χέρια μου δε λέγεται! Το μόνο πρόβλημα ήταν εκείνος ο σπαστικός ο μικρότερος ο αδελφός μου που ήθελε να το πάρει για δικό του, καθόταν κι έκλαιγε συνέχεια, μήπως και του κάνουν το χατίρι για να το πάρει ο ίδιος, ρίξαμε μεγάλο τσακωμό, κυληθήκαμε για ώρες στο πάτωμα έχοντας τον γουρουνοκουμπαρά ανάμεσά μας, τραβώντας ο ένας από τη μια πλευρά κι ο άλλος απ’ την άλλη. Μέχρι που επικράτησα, γιατί ήμουν πάντα πιο δυνατός κι ο αδελφός μου πιο μικροκαμωμένος. Και για να τον τρομάξω, του φώναξα κάνοντας τη γουρουνίσια μου φωνή.

Αν και αδέλφια, από την αρχή βλέπαμε τον κόσμο διαφορετικά, είχαμε μεγάλες διαφωνίες και εντάσεις. Λες και πάντα αυτό το παιδί με εκδικούταν που του πήρα εκείνον τον κουμπαρά μέσα από την αγκαλιά του. Αυτός των γραμμάτων και των τεχνών, εγώ του δρόμου και της νύχτας. Γέμισε τον τοίχο με ένα σωρό πτυχία που τα είχε για να τα κάνει κάδρα και να μας ζαλίζει με τις αμπελοφιλοσοφίες του για τις κυβερνήσεις, την αδικία, τα κινήματα, τα δικαιώματα. Σαχλαμάρες. Εγώ που παράτησα από νωρίς το σχολειό κι έκανα μαθήματα πάνω στα πεζοδρόμια, πήρα πτυχία ζωής που δεν σου τα δίνουν τα καλύτερα πανεπιστήμια της γης όλης. Ήρθα πρόσωπο με πρόσωπο με τα καθίκια που κυκλοφορούν εκεί έξω, ψήθηκα σε σαράντα διαφορετικές δουλειές, έμαθα να βγάζω το μεροκάματο δύσκολα αλλά με υπερηφάνεια. Δεν μου άρεσε ποτέ να είμαι το μαμόθρεφτο, όπως ο αδελφός μου. Το καμάρι της οικογένειας, εκείνος για τον οποίον ερχόντουσαν συνέχεια επισκέπτες στο σπίτι για να μιλήσουν για τις θεωρίες του, τα ποιήματά του, τα ηλίθια κουλτουρέ τραγούδια του. Ρε αυτά όλα είναι ρομαντικές παπαριές, δεν το καταλαβαίνετε; Η αλήθεια είναι πικρή και πρέπει να είσαι πολύ δυνατός για να την αντιμετωπίσεις. Εσύ με ένα φύσημα του ανέμου και έπεσες κάτω, ρε σπασικλάκο. Έλα ένα βράδυ στο μαγαζί να δεις τις μάχες που δίνω σώμα με σώμα, να δεις πως κερδίζω τον σεβασμό του άλλου. Εντάξει, δεν γουστάρεις τα σκυλάδικα, το ξέρω, έλα μια φορά μόνο από περιέργεια. Να είσαι βέβαιος ότι από το πολύ το ξύλο δεν θα ακούγεται ούτε η μουσική.

Ναι, ρε, σκυλάδικα. Άλλη μια γελοία παρομοίωση που σκέφτηκαν όλοι αυτοί οι έντεχνοι ψευτοκουλτουριάρηδες. Λες και εκεί έρχονται σκύλοι για να διασκεδάσουν, εσείς οι ίδιοι, ρε μαλάκες, έρχεστε για να τα σπάσετε και να κάνετε το κομμάτι σας στην γκόμενα που βαράει παλαμάκια και κουνάει τον κώλο της στο τραπέζι μόνο και μόνο για να της αγοράσετε με το κιλό τα πανέρια με τα λέλουδα, ρε θύματα! Να πιεις, να ξαναπιείς, να ξεσπάσεις, να ξεχαστείς, κι αν ξεφύγεις, ξέρεις ότι θα είμαι εγώ εδώ για να σε κάνω με τον τρόπο μου να ξυπνήσεις ή να κοιμηθείς για ώρες πολλές μέχρι να συνέλθεις. Αυτή είναι η δουλειά που με τάισε για χρόνια ολόκληρα. Να προστατεύω το μαγαζί από μερικούς-μερικούς που θέλουν να το παίξουν τσαμπουκάδες και καμπόσοι. Δεν γινόταν αλλιώς, εκεί δεν υπάρχει διάλογος και συζήτηση, υπάρχει μόνο σωματική διάπλαση και ακρίβεια κινήσεων. Πολύ γούσταρα πάντα το χτύπημα με το γόνατο στη μούρη του άλλου. Την ακούει κανονικότατα. Όταν έπεφτε ασύρματο σήμα ότι γίνεται σκηνικό στο μαγαζί, πήγαινα και σε πρώτη φάση τράβαγα τον κάθε μεθύστακα από το λαιμό, αφού πρώτα τον έδενα με τα ρούχα του τα ίδια. Τον έβγαζα έξω χωρίς να πάρει πρέφα κανείς από όσους διασκέδαζαν και τον οδηγούσα σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο που έχουμε για το ξυλίκι. Δεν μπορώ να κρύψω ότι από ένα σημείο κι έπειτα, μετά από τόσες νύχτες και τόσες γεμάτες γροθιές και κλοτσιές μελετημένες, ένιωθα μια κάποια ηδονή, μια κάποια ευχαρίστηση μόλις αίμα πεταγόταν. Το αίμα της νίκης.

Τα στέκια αυτά τελευταία λιγοστέψανε και το νυχτοκάματο το βρίσκεις πλέον με το κιάλι. Βαλθήκανε, βλέπεις, οι κερατάδες αυτού του τόπου να το παίξουν νόμιμοι και αυστηροί και ρίξανε στην πιάτσα όλους αυτούς τους γελοίους τύπους που τους λένε ράμπο του οικονομικού εγκλήματος και βάλανε λουκέτο με το στανιό στα καλύτερα κέντρα της λεωφόρου. Εντάξει, ρε μάγκες, δεν κοπήκανε μερικές αποδείξεις, πως κάνετε έτσι, πρέπει δηλαδή να ρίξεις τόσο κόσμο στην ανεργία και την απελπισιά; Ευτυχώς που έχω τα κονέξια μου όμως και επειδή έμαθα στη βιοπάλη μια ζωή, βρήκα τη λύση και πάλι. Τις προάλλες, ένας φίλος καλός, που είχαμε δουλέψει πολλές φορές μαζί, με πήρε τηλέφωνο για να μου πει ότι έχει βρει μια καβάτζα και για τους δυο μας, για να ζήσουμε κι εμείς, ρε αδερφέ, τώρα που η νύχτα έχει τελειώσει. Μου είπε ότι στην αστυνομία έχουν ελλείψεις και ότι υπάρχει πολλή δουλειά στο κέντρο της πόλης, ότι γίνονται συνέχεια επεισόδια και ότι δεν έχουν αρκετό προσωπικό και ότι ψάχνουν για άτομα σαν κι εμάς, με εμπειρία σε τέτοιες καταστάσεις, με προσόντα σωματικά και χωρίς ανόητες ευαισθησίες. Ότι θα φορούσαμε κι εμείς την ίδια στολή με τα ίδια αυτά χρώματα και τα ίδια κράνη και ότι θα παίρναμε μέρος σε ειδικές αποστολές, θα μπουκάραμε μέσα στο πλήθος την ώρα της έντασης και θα κάναμε αυτό που είχαμε έτσι κι αλλιώς εξασκηθεί να κάνουμε στις δουλειές μας όλα αυτά τα χρόνια, λίγο πριν μείνουμε χωρίς δουλειά. Και θα νιώθαμε πάλι εκείνη, την ωραία ικανοποίηση. Τόσο που, τελικά, δεν μπόρεσα να αρνηθώ.

Στην ομάδα κρούσης συνάντησα πολλά παιδιά που είχανε απογοητευτεί από το γαμημένο το πολιτικό σύστημα και είχανε γίνει μέλη ενός νέου κόμματος, με σήμα αρχαία ελληνικά γράμματα. Βρισκόμασταν πριν την κάθε αποστολή και καταστρώναμε σχέδιο δράσης. Έπρεπε να είμαστε πολύ προσεχτικοί. Μετά από μια δική μου ιδέα, αποφασίσαμε ότι καλό είναι να έχουμε κάτι που να μας βοηθάει για να καταλαβαινόμαστε μεταξύ μας και να ξεχωρίζουμε από τους κανονικούς τους μπάτσους και γι’ αυτό χτυπήσαμε στο μπράτσο τατουάζ με σήμα το γουρούνι. Έτσι αν κάποιος αδελφός πάθαινε κάτι θα σηκώναμε την μπλούζα του και θα βλέπαμε ότι είναι ένας από εμάς για να τρέξουμε αμέσως και να τον απομονώσουμε, μην τυχόν και αποκαλυφθεί η πραγματική του η ταυτότητα. Γίνανε πολλά ντου. Ειδικά από τότε που χειροτέρεψε η κρίση και κατέβαιναν πορείες για το παραμικρό. Κι έπεφτε ξύλο πολύ. Όλο και περισσότερο. Ώσπου μια μέρα έγινε πανικός. Πλακώσανε εκατοντάδες από εκείνα τα μαλακισμένα, τα αναρχικά, με τις κουκούλες. Έσπασα τα πόδια σε πολλά από δαύτα τα σκατόπαιδα. Άλλα ξέφυγαν. Άλλα κρύφτηκαν στα στενά. Εκτός από έναν τύπο που ήρθε ύπουλα από πίσω μου και με κοπάνησε με ένα καδρόνι. Τον αναποδογύρισα. Και του γέμισα τα μούτρα με γροθιές άπειρες. Τόσο που η κουκούλα του η μαύρη έγινε σταδιακά κόκκινη. Τόσο που σταμάτησε ανάσα να βγαίνει από μέσα της. Και δεν κρατήθηκα. Την έβγαλα για να δω τη σακατεμένη φάτσα του. Και είδα μάτια σαν και τα δικά μου. Είδα αίμα να στάζει στην άσφαλτο.

Αίμα αδελφικό.

Ένας φόνος στην πόρτα μας (αναδημοσίευση)


από ΧΡΟΝΟΣ (http://www.chronosmag.eu)
του Άγγελου Βλάχου

Διαδρομές της ακροδεξιάς θηριωδίας στη σύγχρονη Ελλάδα: μια εγκληματική συμμορία με το πολιτικό προσωπείο.

Δεν μιλάμε πλέον για «αυγά», όπως επί χρόνια κάναμε. Μιλάμε για φίδια που μας πνίξανε και δαγκώνουν ακατάσχετα. Για κόμπρες θανατηφόρες που η εντεταλμένη Πολιτεία –συνειδητά(;)– παραβλέπει. (Ώς πότε;)

Παραβλέπει τα χαστούκια, τις απειλές κατά της ζωής, τα στιλέτα, τα μικρομαχαιρώματα, τους εμπρησμούς –ούτε έναν δεν έχω δει να προσάγεται με βραχιολάκια στα χέρια on camera– μέχρι να φτάσουμε σε έναν ακόμη φόνο, τον φόνο του 34χρονου αντιφασίστα Παύλου Φύσσα (δεν είναι ο πρώτος...).

Από ένα μπουλούκι θρασύδειλων βδελυγμάτων μαχαιροβγαλτών, συντεταγμένα μέλη ομάδας κρούσης των μπινέδων. Εκείνων στους οποίους έδωσαν την εμπιστοσύνη τους σχεδόν μισό εκατομμύριο ψηφοφόροι(;): παιδιά της διπλανής πόρτας, λέει, συμπαθείς συνταξιούχοι, φτωχά εργατικά στρώματα σε μη προνομιούχες περιοχές και άλλοι αναξιοπαθούντες διπλανοί μας που θέλησαν έτσι «να τιμωρήσουν το πολιτικό Σύστημα». Όπως ακριβώς κάνανε το ’33 οι Γερμανοί, αποκαμωμένοι από τη Βαϊμάρη.

Σύνθετα αίτια, σκοτεινές διασυνδέσεις

Αλλά κάνουν κάποιο λάθος διάφοροι φίλοι που αναφέρονται ΜΟΝΟ σε παραπλανημένα κοινωνικά στρώματα κ.λπ. Αυτά παρέχουν όψιμα και ανεπίγνωστα το κουκί τους, μετά την κατάρρευση των «μεγάλων αφηγημάτων» αλλά και την ανεπάρκεια του φιλελεύθερου μοντέλου διακυβέρνησης να χωρέσει τις επιμέρους μονάδες σε έναν ουρανό που δεν έχει θέση για όλους.

Προσωπικά, πιστεύω πως δεν είναι μόνο η οικονομική δυσπραγία, οι συνέπειες της κρίσης, ο πολιτικός ανορθολογισμός, η εγκληματική ελαφρότητα της καταδίκης συλλήβδην του κοινοβουλευτισμού ή η λειτουργική ανεπάρκεια και η ξεχειλωμένη αγραμματοσύνη συμπολιτών(;) μας που τροφοδοτούν αυτό το ρεύμα εξύμνησης του ναζισμού. Το ρεύμα της άρνησης του «άλλου», της ενοχοποίησης του διαφορετικού, της θηριώδους καφρίλας και της απύλωτης απανθρωπιάς. Νομίζω πως υπάρχει και ένα –μη ορατό– βάρος της Ιστορίας που επικάθεται σε επάλληλα στρώματα στη Φρίκη που ζούμε.

Διαισθάνομαι όλο και περισσότερο μεγαλώνοντας πως υπάρχουν ισχνά, αλλά υπαρκτά, διασταυρούμενα νήματα που συνδέουν την –ποινική– συμμορία του Μιχαλολιάκου με το παρελθόν της χώρας. Αντιλαμβάνομαι πως δεν είναι εύκολο να εξηγήσει κανείς την καταγωγικότητα της σκατίλας που μας έχει πνίξει, αλλά η οργανωμένη κλιμακούμενη βία έχει και πρόσημο και διαδρομές. Είναι φασιστική και στρέφεται εναντίον μεμονωμένων ατόμων. Και ακριβώς αντίστροφα: κάθε βία που ασκείται ατομικά, δηλαδή α-πολιτικά και μάλιστα από ομάδα έναντι του ατόμου, δεν μπορεί παρά να έχει φασιστικά χαρακτηριστικά.

Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει ένα ποσοστό ανθρώπων γύρω μας σ’ αυτή την κοινωνία(;) που ζούμε με υπόρρητη αναφορά, συσχέτιση και διασύνδεση με τις πιο μαύρες σελίδες στο παρελθόν αυτού του τόπου: από τους βασιλικούς Επίστρατους, τους κατ' επάγγελμα πραξικοπηματίες στρατιωτικούς του Μεσοπολέμου (αυτούς που στελέχωσαν το μετεμφυλιακό κράτος) και τους Κυνηγούς του Κονδύλη έως τη φασιστική οργάνωση Ε.Ε.Ε. που έδρασε στη Θεσσαλονίκη και τους αλκίμους της δεκαετίας του ’30 (διαβάστε λ.χ. Αντώνη Λιάκο, Νεανικές οργανώσεις: Η εμφάνιση των νεανικών οργανώσεων – Το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης, Λωτός, 1987) και τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του Μεταξά. (Σημειώνω με αυτή την αφορμή ότι 27-28 Σεπτεμβρίου διεξάγεται στο κεντρικό Πανεπιστήμιο ένα συνέδριο για την περίοδο αυτή.) Τομή, ασφαλώς, για την απογείωση της διχαστικής βίας αποτελεί η ναζιστική Κατοχή με τη δημιουργία των γερμανοντυμένων παραστρατιωτικών σωμάτων που έμειναν γνωστά ως «ένοπλος δωσιλογισμός». Αυτός σηματοδοτεί ένα νέο ρήγμα με ανυπολόγιστες συνέπειες και τους λεκέδες του αίματος ορατούς για δεκαετίες.

Τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας είναι απλώς ο πιο γνωστός σχηματισμός ανάμεσά τους: προχτές μόλις στα Γιαννιτσά μέλος της Χ.Α. σήκωσε το χέρι σε χιτλερικό χαιρετισμό στο μνημόσυνο με τα 120 θύματα που σφαγίασαν με αποτρόπαιο τρόπο ΟΧΙ οι ναζί αλλά οι ιδεολογικοί του πρόγονοι(!), οι Σουμπερίτες…

Για το συγκεκριμένο γεγονός, διαβάστε το πρόσφατο βιβλίο του Θανάση Φωτίου Η ναζιστική τρομοκρατία στην Ελλάδα: Η αιματηρή πορεία του Φριτς Σούμπερτ και του ελληνικού «Σώματος Κυνηγών» στην κατοχική Κρήτη και Μακεδονία (Επίκεντρο, 2011) και θα φρίξετε με τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των εγκλημάτων που διέπραξαν οι οπαδοί του ναζισμού στην πατρίδα μας. Μιλάμε για Ολοκαυτώματα με χιλιάδες στοιχειοθετημένους αμάχους. Γεγονότα που ήταν «εκτός ύλης» για όσους η εγκύκλια γνώση τους σταματάει στην αυτοδικία της φρικιαστικής εξόντωσης των Ταγματασφαλιτών –κατά πλειοψηφία– στον Μελιγαλά.

Κοινοβουλευτική αναβάπτιση

Αλλά τα καθοίκια δεν σταμάτησαν εκεί: εκμεταλλευόμενα τον Εμφύλιο, αυτοί οι καταδικασμένοι –επίσημα– και ρητά σε θάνατο «για συνεργασία με τον κατακτητή» σε περίοδο πολέμου (για να μην ξεχνιόμαστε), με διαταγή του Συμμαχικού Στρατηγείου στη Μέση Ανατολή (άνοιξη 1944), ξαναβαφτίστηκαν στην κολυμβήθρα της «Εθνικοφροσύνης» μετά τα Δεκεμβριανά. Γίνανε άμωμοι στυλοβάτες της πατρίδας, οι απόπατοι που ασελγούσαν στο σώμα της, αυτοί που ωφελήθηκαν από τις εβραϊκές περιουσίες εκείνων που έστειλαν στους φούρνους (αυτοί τους οδήγησαν στα βαγόνια για το Άουσβιτς – όχι η Βερμαχτ), στελέχωσαν προνομιακά τη Δημόσια Διοίκηση, προήχθησαν στο στράτευμα και, ως μέλη ενός διευρυμένου εγκληματικού δικτύου (όπως ακριβώς έκαναν διεθνώς όλοι οι υπόλοιποι ναζί μεταπολεμικά), αλληλοϋποστηρίχτηκαν λυσσαλέα, έστησαν περιουσίες με πυρήνα τον μαυραγοριτισμό, διέπραξαν απειράριθμες προβοκάτσιες, ανέστειλαν επί μακρόν τα ειρηνευτικά μέτρα συμφιλίωσης, διαδραμάτισαν ρόλο σε πολιτικές συνωμοσίες αλλά και δολοφονίες (η υπόθεση Λαμπράκη το 1963 είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου). Οι ίδιοι εξάλλου πρωταγωνίστησαν στην «Εθνοσωτήριο Επανάσταση» της 21ης Απριλίου, με δυο λόγια συμμετείχαν, συνήθως από το σκοτάδι του περιθωρίου και των ποικιλώνυμων παρακρατικών μηχανισμών, στη διακυβέρνηση της χώρας.

Επίσης, και τότε λειτούργησαν εκ παραλλήλου «κοινοβουλευτικά»: έβγαλαν βουλευτές, συμμετείχαν σε κυβερνήσεις, πήραν μαζικά συντάξεις ως αντιστασιακοί, οι σφαγείς των νηπίων που φόραγαν λίγα χρόνια πριν με περηφάνια τη σβάστικα στο περιβραχιόνιο…

Διαβάστε τις μελέτες του συναδέλφου Στράτου Δορδανά Έλληνες εναντίον Ελλήνων: Ο κόσμος των Ταγμάτων Ασφαλείας στην κατοχική Θεσσαλονίκη 1941-1944 (Επίκεντρο, 2006) και κυρίως Η γερμανική στολή στη ναφθαλίνη: Επιβιώσεις του δωσιλογισμού στη Μακεδονία, 1945-1974 (Εστία, 2011) για να δείτε την πορεία των Φον Γιοσμάδων και των Γκοτζαμάνηδων στους οποίους αναφέρεται σήμερα κατ' όνομα ο Νίκος Ξυδάκης και παλιότερα χιουμοριστικά –διότι έτσι μόνο μπορούσε– ο αλησμόνητος Δημήτρης Ψαθάς με τον Φον Δημητράκη.

Είναι επίσης εντυπωσιακό πως όλα αυτά τα έχει αναδείξει περισσότερο η Λογοτεχνία και όχι η μαχόμενη Ιστοριογραφία. Με πρόσχημα τις νωπές πληγές, θυμάμαι –από παιδί ακόμα όταν ρώταγα– την αδυναμία να ακουμπήσουμε τα ζητήματα αυτά επειδή είναι «πολιτικά» και «δεν είναι καιρός ακόμη να τα πιάσουμε». Βλέπουμε πού καταλήξαμε… Ο εμετός της Ιστορίας ως ανάστροφο πρόσωπο της συλλογικής Μνήμης. Με φόντο πρόσωπα του Χθες στο λερναίο κτήνος του Σήμερα. Και την Ιστορία των ιστορικών, με ελάχιστες εξαιρέσεις, απούσα. Και το πρόβλημα των Αρχείων να μην είναι το μικρότερο. Ενδεικτικά, σε μια Διοίκηση που δεν πετούσε σπασμένο συνδετήρα, στην αυγή της μεταπολίτευσης τα πρακτικά του Ελληνικού Γραφείου Εγκληματιών Πολέμου πολτοποιήθηκαν. Ήσαν εξάλλου άχρηστα – χιλιάδες σελίδες ανακριτικού και δικαστικού υλικού. Θα ήταν, το δίχως άλλο, τυχαίο..

Προσπάθειες άλωσης της κοινωνίας

Τι μένει να κάνουμε; Κατ’ αρχάς να μάθουμε: αρκεί να κουνηθεί κανείς από τον βολικό καναπέ. Διαβάστε ένα βιογραφικό του Μιχαλολιάκου, τη δράση, τις παρέες και τις επιρροές του. Ψάξτε λίγο τα άλλα πρωτοπαλίκαρα της τρομοκρατικής βίας και τις συνάφειές τους στα ’70, τότε που δρούσαν στη σκιά του περιθωρίου. Για χρόνια καπηλεύονταν τα μνημόσυνα και τις «γιορτές του Μίσους», επιδεικνύοντας ξεχωριστή εμμονή στο «cult του αίματος» – με πρόσχημα τον πολιτικό διχασμό του παρελθόντος. Εχθρός βασικός ο «κουμμουνιστής», αλλά επίσης ο φιλελεύθερος αστός και γενικότερα όποιος εναντιωνόταν στο χυδαίο παραλήρημα, μείγμα παράνοιας και φαντασιώσεων μεγαλείου μιας ασώματης φυλής και ενός ανιστορικού έθνους. Έγιναν γνωστοί, αλλά με καταφανώς αρνητικό αντίκτυπο το οποίο και εισέπραξαν, από τη δολοφονική επίθεση κατά του συναδέλφου Δημήτρη Κουσουρή πριν από μια δεκαπενταετία. Από τότε κύλησε πολύ νερό στ’ αυλάκι του εξωραϊσμού της εικόνας τους. Ποτάμια περιθωριακής μελάνης (της διαπλοκής των μίντια που έχουν ανάγκη από χαστούκια για να τραφούν) χύθηκαν πριν το τσουνάμι της συγκυρίας απογειώσει στη δημοσιότητα το image της αποτελεσματικής διεκπεραίωσης έναντι των «κοινωνικών απειλών» όπως οι μετανάστες, οι διανοούμενοι κ.λπ. (πλέον πρόσφατη, η περίπτωση δικαστικής δίωξης του Σάββα Μιχαήλ). Κάπως έτσι, οι «πόλεμοι της Μνήμης» εξελίχτηκαν πια σε πεζοδρομιακή στυγερή βία σε βάρος –πάντα– ασθενέστερων και ευάλωτων ατόμων και ομάδων.

Και αυτό που ζούμε σήμερα είναι η επιστροφή της Φρίκης –σαν déjà vu– ένα πράγμα αψιμυθίωτο. Δεν είναι καινούρια όλα αυτά. Κάποιοι από τους συμπολίτες μας αλλά και τις πολιτικές ελίτ τα ανακαλύπτουν τώρα ερυθριώντας και επιχειρώντας να κρυφτούν πίσω από τον καθωσπρεπισμό των «ίσων αποστάσεων», επειδή τους βολεύει μικροπολιτικά αυτή η αθλιότητα. Για να κρατάνε τα μπόσικα εμπορευόμενοι –με στοχευμένες δόσεις– αμεροληψία και αντικειμενικότητα από τις «υπερβολές».

Και ακόμη θλιβερότερο – κάποιοι συνεχίζουν να αναπαράγουν τη «θεωρία των δύο άκρων», επιχειρώντας να περιθωριοποιήσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Ψαρεύοντας όχι στα «θολά νερά» αλλά στους βόθρους, κυριολεκτικά. Όχι. Αυτή δεν είναι μια θεμιτή (αλλά ούτε και λυσιτελής) πολιτική αντιμετώπιση. Για να οικειοποιηθώ τον Ταλλεϋράνδο, «είναι χειρότερο από έγκλημα: είναι Λάθος!».

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

Eξάρχεια: 35 χρόνια πολιορκία, «αρετή» και αστυνομική βία.



Τα Εξάρχεια είναι μια από τις πιο ζωντανές γειτονιές του κέντρου της Αθήνας, όπου οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και της νύχτας οι κάτοικοι και οι επισκέπτες κυκλοφορούν αμέριμνοι ακόμη και τις πιο προχωρημένες ώρες χωρίς να νιώθουν ότι κινδυνεύουν. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν οι ώρες που οι συνήθεις ρυθμοί της περιοχής παραβιάζονται από τους «εξωτερικούς εισβολείς» των ΜΑΤ της ΕΛ.ΑΣ. τα οποία αντιμετωπίζουν τους Εξαρχειώτες (γηγενείς και επισκέπτες), με πρότυπο τη συμπεριφορά του ισραηλινού στρατού στη κατεχόμενη Λωρίδα της Γάζας, τότε τα Εξάρχεια χαρακτηρίζονται σαν «άβατο ανομίας και παράνομων πράξεων».

Τα Εξάρχεια έχουν ιστορία…
Όσοι έχουν ασχοληθεί με την ιστορία της περιοχής, τονίζουν ένα πράγμα: τα Εξάρχεια συνιστούν μια ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένη γειτονιά, δίπλα στο διοικητικό κέντρο της πρωτεύουσας και –το κυριότερο– σε μικρή απόσταση από τα τέσσερα ιστορικά πανεπιστημιακά συγκροτήματά της (Πολυτεχνείο, Νομική, Χημείο, ΑΣΟΕΕ). Εξού και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της, ως τόπου συγκέντρωσης φοιτητών, τυπογραφείων, εκδοτικών οίκων και μορφών διασκέδασης της νεολαίας.

Παλαιότερα η περιοχή ονομαζόταν Πιθαράδικα λόγω των εργαστηρίων που υπήρχαν στην περιοχή μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα και κατασκεύαζαν πιθάρια. Το νεώτερο όνομα της περιοχής προήλθε από έναν έμπορο ονόματι Έξαρχο, που διατηρούσε στην οδό Θεμιστοκλέους μεγάλο –για τα δεδομένα της εποχής– κατάστημα γενικού εμπορίου.

Στις αρχές του 19ου αιώνα τα Εξάρχεια, και συγκεκριμένα η οδός Τζαβέλα, θεωρούνταν το σύνορο της πόλης της Αθήνας. Αρχικά στη συνοικία αυτή κατοικούσαν οικοδόμοι και τεχνίτες από τις Κυκλάδες, ενώ από το 1865 που εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης άρχισε σταδιακά να αναπτύσσεται. Η στέγαση εκεί των τμημάτων του Πανεπιστημίου και του Πολυτεχνείου της Αθήνας, προσέλκυσε από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι και τις μέρες μας, διανοούμενους και φοιτητές. Στα Εξάρχεια έγινε η πρώτη εξέγερση φοιτητών, τα γνωστά «Σκιαδικά», αποτελώντας έτσι ήδη από τότε σημείο αγώνα των φοιτητών… Η πρώτη συνάντηση ιδρυτών του ΕΑΜ έγινε στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 σε σπίτι της οδού Μαυρομιχάλη.

Πίσω από το Πολυτεχνείο, Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα, διαδραματίστηκε στις 5/3/1943 πολύνεκρη σύγκρουση ένοπλων κατακτητών με άοπλους Αθηναίους, που διαδήλωναν διαμαρτυρόμενοι για τα σχέδια να σταλούν Έλληνες πολίτες για αναγκαστική εργασία στη Γερμανία… Στα Δεκεμβριανά του 1944, η περιοχή βρισκόταν ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα. Συγκεκριμένα οι Ελασίτες ήταν οχυρωμένοι στον λόφο του Στρέφη και τα γύρω κτίρια ενώ οι κυβερνητικοί στο Χημείο και Κολωνάκι. Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών σημειώθηκαν πολλές μάχες, ενώ για λίγο καιρό μέχρι και η περίφημη «μπλε πολυκατοικία» στη γωνία πλατείας Εξαρχείων και οδού Αραχώβης, είχε καταληφθεί από Ελασίτες για να εγκατασταθεί πολυβόλο. Oι ΕΛΑΣίτες που είχαν στήσει το πολυβόλο στη μπλε πολυκατοικία ήταν ο… Λεωνίδας Κύρκος! Από το μπαλκόνι του πατρικού του πυροβολούσε το τανκ των βρετανών που ήθελε να μπει στο Πολυτεχνείοαπό την πύλη της Στουρνάρη. Το ίδιο, μάλλον, τανκ προσπάθησε να εξουδετερώσει ένας φοιτητής αρχιτεκτονικής από το λόχο Λόρδος Βύρων της ΕΠΟΝ (Πολυτεχνείου) με μία χειροβομβίδα αλλά αυτή έσκασε νωρίτερα και τον τραυμάτισε στο πρόσωπο χάνοντας το ένα του μάτι. Ήταν ο Ιωάννης Ξενάκης που μετά έφυγε για Γαλλία με το «Μαραρόα» κι έγινε γνωστός συνθέτης. Επίσης, στη Μπουμπουλίνας, σχεδόν γωνία με Στουρνάρη, στο πεζοδρόμιο του Πολυτεχνείου, υπήρχε παλιότερα το μνημείο ενός πρύτανη, που τον εκτέλεσε ο λόχος Λόρδος Βύρων επειδή συνεργάστηκε με τους Γερμανούς. Τώρα το έχουν κρύψει μέσα σε ένα μυστήριο κουτί, στυλ ΚΑΦΑΟ.

Στην οδό Μπουμπουλίνας επί κατοχής λειτουργούσαν κρατητήρια των Γερμανών και αργότερα, επί χούντας, ήταν η Γενική Ασφάλεια. Στην ταράτσα της βασάνιζαν του Αντρέα (Λεντάκη) και τον έκανε τραγούδι ο Θεοδωράκης. Το κτίριο το αγόρασε το 1991 το ΚΚΕ και μετά το ξαναπούλησε στο κράτος όπου και εγκαταστάθηκε το Υπουργείο Πολιτισμού.

1974 -1981. Η Ελλάδα βγαίνει από το «γύψο» (τα Εξάρχεια θα παραμείνουν)
Από την αντίσταση και τα Δεκεμβριανά του ’44 ως τις φοιτητικές κινητοποιήσεις του 1-1-4 και τον αντιδικτατορικό αγώνα, τα Εξάρχεια είχαν ένα ξεχωριστό ρόλο στην ιστορία.

Στη μεταπολίτευση η περιοχή μετατράπηκε στο επίκεντρο των πολιτικοϊδεολογικών ζυμώσεων και διεργασιών της εποχής, στεγάζοντας γραφεία πολιτικών οργανώσεων και στέκια αντιεξουσιαστών.

Η κρίση των επίσημων σχηματισμών της αριστεράς και η υιοθέτηση πολιτικών ρευμάτων και συλλογικών στάσεων εκτός του γνωστού μπολσεβίκικου μοντέλου θα δώσουν στη συνοικία ένα ιδιαίτερο χρώμα, που από κάποιο σημείο και μετά σοκάρει τα παραδοσιακά συντηρητικά κοινωνικά στρώματα και πολιτικές δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας. Αντίθετα απ’ ότι πιστεύεται, οι “επιχειρήσεις αρετής” δεν ξεκίνησαν τέλη Σεπτέμβρη-αρχές Οκτώβρη του ’84 στα Εξάρχεια, αλλά 8 χρόνια νωρίτερα, την άνοιξη του 1976. Ήταν εκτεταμένες επιχειρήσεις αστυνομικής καταστολής σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα, παρόμοιες με τις πρόσφατες “επιχειρήσεις πόλις”, κατά τις οποίες δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι προσάγονταν χωρίς λόγο. Αν όμως στις πρόσφατες, ο “εσωτερικός εχθρός” ήταν κυρίως οι μετανάστες, στις παλιότερες ήταν αντίστοιχα η νεολαία. Ήταν ουσιαστικά επίδειξη μιας αναίτιας, αδιάκριτης (όσο και σκληρής) αστυνομικής βίας σε μαζικό επίπεδο.

Το 1978-80 από τα Εξάρχεια ξεκινούν οι πρώτες καταλήψεις στέγης στην Ελλάδα, οι οποίες θα κατασταλούν σαν «άντρα ανομίας και ναρκωτικών» πριν συμπληρώσουν ένα χρόνο λειτουργίας. Αποκαλυπτικότερα είναι κάποια δημοσιεύματα της εποχής στα έντυπα του ΚΚΕ όπου όποιος νέος είχε μακριά μαλλιά και άκουγε Rock μουσική συχνάζοντας στη περιοχή ήταν αλλοτριωμένος από τον «αμερικάνικο τρόπο ζωής» και «μόνιμος προβοκάτορας»:

«Πυρήνας “αναρχικών” η πλατεία Εξαρχείων. Μαζεύτηκαν στα Εξάρχεια για να ‘ναι πιο κοντά στο Πανεπιστήμιο, τη Νομική, το Πολυτεχνείο, τη Φυσικομαθηματική. Να δρουν μέσα στις σχολές, παίζοντας το γνωστό ρόλο τους… Ειδικά στη μοναδική πλατεία της περιοχής έχουν κάνει κατοχή! Όποια ώρα κι αν περάσεις βλέπεις μακρυμάλληδες με κουρελιασμένα ρούχα να είναι ξαπλωμένοι ανενόχλητοι στο γρασίδι. Δεν φτάνουν τα τόσα και τόσα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι, έρχεται να προστεθεί η διαφθορά με τους “αναρχικούς”, τα ναρκωτικά, τα φανερά πορνεία, τον αγοραίο έρωτα σε κρυφή μορφή στα ξενοδοχεία. Η κυβέρνηση φταίει γι’ αυτή την απαράδεκτη κατάσταση. Δεν παίρνει κανένα μέτρο. “Αναρχικοί”, ναρκομανείς κ.ά. δρουν ανενόχλητα με την ανοχή της αστυνομίας». (Ριζοσπάστης 16/12/1980).

Η αστυνομία κάθε άλλο παρά έμενε φυσικά αδρανής. Παράδειγμα στις 8/4/1980. αστυνομικοί εισέβαλαν στην ταβέρνα «Τιπούκειτος» στα Εξάρχεια, διέκοψαν το μουσικό πρόγραμμα και προσήγαγαν τον τραγουδιστή κι όλους τους θαμώνες (κάπου 100 άτομα) για εξακρίβωση στοιχείων. Δεν κρατήθηκε κανείς, ανακρίθηκαν όμως όλοι τους ρωτώντας τους «τι δουλειά είχαν εκεί»!

1981 «Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ ενωμένο δυνατό…» (και κίτρινα προπαγανδιστικό)

Αν η δεκαετία του ’70 ήταν το πρόταγμα μιας επανάστασης, η δεκαετία του ’80 ήταν μια ζωντανή και διαρκώς ανανεούμενη διαδικασία εξέγερσης. Είναι η εποχή που η μαζική κουλτούρα αποικίζεται από ένα σαφώς αντιεξουσιαστικό πρόταγμα – όχι όμως με την έννοια μιας σαφώς ορισμένης πολιτικής ταυτότητας, αλλά ως μια διάχυτη άρνηση σχεδόν αποκλειστικά στη νεολαία. Τα Εξάρχεια ως το κεντρικό σημείο αναφοράς στον πόλεμο για το έδαφος που κήρυξε η εξουσία, γίνονται το σημείο εκείνο που οι αυτόνομες νεανικές ταυτότητες συντίθενται για να δημιουργήσουν τον σύγχρονο αντιεξουσιαστικό/αναρχικό χώρο. Το 1982-83 η ελληνική επαρχία θα γνωρίσει τα Εξάρχεια σαν «άβατο παρανομίας και διαφθοράς», μέσα από ένα σίριαλ στη κρατική τηλεόραση. Το σίριαλ «Κάθοδος» διαδραματιζόταν στη περιοχή και τη παρουσίαζε σαν περίπου γκέτο, όπου τα ναρκωτικά ήταν η κυρίαρχη κουλτούρα και οι νεανικοί έρωτες των «δεκαεξάχρονων φρικιών», παραβατική συμπεριφορά (οι οποίοι παρατούσαν οικογένειες και σχολείο για να μείνουν σε κτήρια που παρέπιπταν σε καταλήψεις). Ουκ ολίγοι τρομοκρατημένοι γονείς θα εξόρκιζαν τα τέκνα τους (μαθητές ή επαρχιώτες φοιτητές), να μην πατήσουν ποτέ το πόδι τους στη περιοχή που η μικρή οθόνη εμφάνιζε σαν άντρο ακολασίας, χρήσης ναρκωτικών και εγκλήματος!

«Οι Πάνκς τα σπάνε!»

Το 1984, οι εφημερίδες της εποχής «ανακαλύπτουν» το «νέο εσωτερικό εχθρό» τους πανκς. «Αφορμή» τα επεισόδια έξω από την ΑΣΟΕΕ για τη μη παραχώρηση της σχολής για μια πανκ συναυλία αλληλεγγύης σε πολιτικούς κρατούμενους από φοιτητές της ΚΝΕ. Την επόμενη μέρα ενδεικτικά είναι τα ρεπορτάζ του τύπου τα οποία στην ουσία προανήγγειλαν τις «επιχειρήσεις αρετή». Στις 14 Σεπτεμβρίου 1984, σ’ένα τρομολαγνικό δισέλιδο του «Έθνους» που έφερε τον εύγλωττο τίτλο: «Και τώρα οι… “Σιού”. Εξάρχεια: μετά τα ναρκωτικά και τους αναρχικούς, ήρθαν οι πανκς με τα ξυρισμένα κεφάλια», διαβάζουμε στο ρεπορτάζ της δημοσιογράφου Καρίνας Λάμψα: «…με μαλλιά κομμένα σαν βούρτσα, βαμμένα συχνά σε διάφορα χρώματα, ζητιανεύουν, φοβίζουν τους ηλικιωμένους, παρατάνε μπουκάλια μπίρας εδώ κι εκεί και κατουράνε δημόσια όπου βρουν».

Όλα αυτά αφορούν μια παρέα 20 πιτσιρικάδων με το μεγαλύτερο να μην είναι πάνω από 17-18 χρονών. Πράγματα μάλλον αστεία σήμερα, φοβερά και τρομερά όμως τότε για μια κοινωνία που ταύτιζε τα «ευρωπαϊκά όνειρά» της με τον πιο συντηρητικό «ευπρεπισμό» και σοκαριζόταν αφάνταστα από κάθε ενδυματολογική ή κομωτική «ιδιαιτερότητα».

Κεντρική ιδέα του δημοσιεύματος ήταν η «ανάγκη εκκαθάρισης της περιοχής από τους περιθωριακούς». Τις ίδιες ακριβώς μέρες συγκροτούνταν η ΕΛ.ΑΣ., με την ενοποίηση Αστυνομίας Πόλεων και Χωροφυλακής. Η «εκκαθάριση των Εξαρχείων» θα αποτελέσει έτσι κι ένα «test drive» για τη διαπίστωση (και επίδειξη) των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του νέου σώματος.

«Επιχείρηση Αρετή ή ΜΑΤ και ΜΕΑ για μια Ελλάδα νέα…»

Η ΠΑΣΟΚικής έμπνευσης πρώτη «επιχείρηση αρετή», με «αφορμή» τους πανκς, ξεκίνησε στις 28/9/1984 μετά από διαταγή του αστυνομικού διευθυντή Αττικής της ΕΛ.ΑΣ. Μποσινάκη με επιδρομή περίπου 100 ένστολων αστυνομικών, δεκάδων ασφαλιτών και ΜΕΑτζήδων (Μονάδες Ειδικών Αποστολών) με πολιτικά. Οι λιγοστοί πανκς συνελήφθησαν στο άψε σβήσε και σύρθηκαν στις κλούβες με κλοτσιές, μαζί με δεκάδες άλλους νέους που το ντύσιμο ή τα μαλλιά τους δεν άρεσαν στα όργανα της τάξης. Το επόμενο διήμερο το σενάριο επαναλήφθηκε. Την 1η Οκτωβρίου 1984, τα πράγματα αγρίεψαν και ο κόσμος αντέδρασε. Τις πρώτες συλλήψεις ακολούθησε πετροπόλεμος, ενώ οι αστυνομικοί μπούκαραν μέχρι και στον κινηματογράφο «Βοξ» ξυλοκοπώντας τους θεατές!

Δεν ήταν παρά η αρχή. Επί δύο ολόκληρα χρόνια, όποτε τα ΜΑΤ εμφανίζονται στην πλατεία ακολουθούν συγκρούσεις με σαφή κλιμάκωση της βίας, καθώς οι πέτρες παραχωρούν σταδιακά τη θέση τους στις μολότοφ και την παθητική άμυνα των θαμώνων διαδέχεται μια πιο επιθετική τακτική δυναμικών μικρών ομάδων, με επιθέσεις στις κλούβες μόλις αυτές παρκάρουν στη Στουρνάρη ή στη Χαριλάου Τρικούπη. Όσο για τους πανκς, τα χρωματιστά μαλλιά των οποίων προσέφεραν το πρόσχημα για την καταστολή, ταχύτατα θα χάσουν τη θέση τους στα ΜΜΕ από το αυθεντικότερο «φόβητρο» του «αναρχικού».

Την Άνοιξη του 1985 οι επεμβάσεις της αστυνομίας στη πλατεία και τη περιοχή γίνονται σχεδόν καθημερινές με συλλήψεις χωρίς κανένα ενδυματολογικό κριτήριο πια. Πανκς, μακρυμάλληδες και κουστουμαρισμένοι μαζεύονται στο σωρό στις κλούβες με συνοδεία ανελέητου ξύλου.

Ενδεικτική στιγμή τη νύχτα της 27/4/1985, η επιδρομή της ΕΛ.ΑΣ. στα Εξάρχεια αντιμετωπίστηκε από κάποιες δυναμικές ομάδες με βροχή από μολότοφ. Μετά από διαδοχικές επιθέσεις, ΜΑΤ και ΜΕΑ επέλασαν στην πλατεία λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ενώ όσοι συγκρούστηκαν διέφυγαν μέσω Στρέφη. Ελλείψει συλληφθέντων, τα όργανα της τάξης ανέβηκαν τροχάδην την οδό Αραχώβης, όρμησαν στο πρώτο ουζερί που βρήκαν και μάζεψαν 14 θαμώνες. Οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στις κλούβες μέσα από δυο σειρές αστυνομικών, που ανεβοκατέβαζαν στα κεφάλια τους κλομπς και παλούκια που είχαν ξεριζώσει απ’ τα δενδρύλλια της πλατείας. Η δίκη των συλληφθέντων έγινε δυο μέρες αργότερα στο αυτόφωρο. Παρ’ όλο που οι μπάτσοι μάρτυρες κατηγορίας δεν ήξεραν τι έλεγαν, 8 κατηγορούμενοι έφαγαν από 10 μήνες για περιύβριση αρχής. Η είδηση της καταδίκης και οι ποινές μεταδόθηκε από την κρατική τηλεόραση τρεις ολόκληρες ώρες πριν βγει η (μεταμεσονύκτια) απόφαση!

“Είμαστε τρελοί κι ευτυχισμένοι…”

Αποκορύφωμα των καθημερινών επελάσεων της ΕΛ.ΑΣ. την Άνοιξη του 1985 είναι η κατάληψη του Χημείου (9-13/5/85) μετά την απαγόρευση πορείας που είχε καλέσει η αναρχική εφημερίδα «Σπάστης» στις 9 Μάη στο χώρο της πλατείας με αίτημα να φύγει η αστυνομία από τα Εξάρχεια.

Η συγκέντρωση περικυκλώνεται από πλήθος ΜΑΤ και ΜΕΑ και απαγορεύεται από τον εισαγγελέα και τον αστυνομικό διευθυντή Χοχτούλα με την εξής ανακοίνωση προς τους συγκεντρωμένους: «Απαγορεύεται η πορεία αλλά και συγκέντρωση στο χώρο της πλατείας. Έχετε πέντε λεπτά καιρό να διαλυθείτε. Αν τολμήσετε να φωνάξτε συνθήματα όπως –μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι– τότε θα συλληφθείτε και θα ισοπεδωθείτε!»

Τα ΜΑΤ δε περιμένουν ούτε πέντε λεπτά. Η επίθεση είναι σφοδρή με ανελέητο ξύλο, δεκατέσσερα άτομα συλλαμβάνονται. Μια ομάδα 40 περίπου κυνηγημένων καταφεύγει στο κτήριο του χημείου όπου και το καταλαμβάνει. Για πέντε μέρες και νύχτες, δεκάδες κλούβες και χιλιάδες μπάτσοι έχουν αποκλείσει ολόκληρη την περιοχή γύρω από το Χημείο. Οι συγκρούσεις στα οδοφράγματα του χημείου είναι συνεχείς μέρα και νύχτα. (Δεν είναι υπερβολή ότι οι καταληψίες κοιμόνταν με τα μάτια ανοικτά επάνω στα οδοφράγματα) «Από χθες το βράδυ μέχρι και σήμερα (την ώρα πού γράφεται αυτό)οι κατασταλτικές δυνάμεις τού “σοσιαλισμού”(ΜΑΤ καί ΜΕΑ) συνεχίζουν να μας δείχνουν την πραγματική τους μορφή. Αφήνοντας τελείως ελεύθερους τους φασίστες τής ΕΠΕΝ και της ΕΝΕΚ να μας βρίζουν και να μας απειλούν θέλουν να μας δείξουν πόσο δίκαιοι και αμερόληπτοι είναι νοσταλγοί της χούντας βλέπουν ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι ποτ δεν ξεχνούν την πραγματική μορφή της εξουσίας και συσπειρώνονται για να μας εκμηδενίσουν. Όμως δεν θα τους κάνουμε το χατήρι. Στηριζόμαστε στη δύναμή μας και σ’ όλους αυτούς που θα θελήσουν να μας βοηθήσουν απ’ έξω…»(από τη προκήρυξη που κυκλοφόρησε η ομάδα κατάληψης χημείου)

Η αναφορά στους φασίστες της ΕΠΕΝ και της ΕΝΕΚ δεν είναι τυχαία. Όταν τα ΜΑΤ ξεκουράζονταν, το ρόλο τους αναλάμβαναν οι φασίστες (ενεργή η συμμετοχή του σημερινού βουλευτή του ΛΑΟΣ Μάκη Βορίδη) μαζί με τους εθνοπατριώτες της κεντρικής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, που από τις πρώτες ώρες συγκεντρωθήκαν σε μεγάλες ομάδες και χτυπούσαν βρίζοντας, με πέτρες, ξύλα κλπ από την Ιπποκράτους αλλά και από τη Χ. Τρικούπη.

Διάχυτη ήταν εκείνες τις μέρες και η φήμη ανάμεσα στους καταληψίες, ότι ένας από τους τραυματίες της κατάληψης είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο νεκρός, πράγμα το οποίο ποτέ δε μάθαμε αν ήταν αλήθεια η έπεσε συγκάλυψη από τη κυβέρνηση η οποία βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο για τις ευρωεκλογές. Με αφορμή τις εκλογές και παρά τις φήμες για εισβολή της αστυνομίας στο κτήριο, μια επιτροπή της βουλής με επικεφαλής τους Μανόλη Γλέζο, Λεωνίδα Κύρκο και τον υπηρεσιακό υπουργό Σταθόπουλο προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τους καταληψίες ώστε να μάθει τι ζητάνε και πώς μπορεί να σταματήσει η κατάληψη.

Τα αιτήματα προς αυτούς ήταν: «να φύγουν οι μπάτσοι από την πλατεία, να απελευθερωθούν οι συλληφθέντες, να έλθει πορεία να μας παραλάβει και να αδειάσει η Αθήνα από αστυνομία», ενώ υπήρξε προειδοποίηση ότι σε περίπτωση εισβολής θα ανατιναζόταν το κτήριο μαζί με όσους μπάτσους τολμούσαν να μπουν. Από έναν απαλλοτριωμένο ασύρματο της αστυνομίας που ήταν και η μοναδική επαφή με τον «έξω» κόσμο μαθεύτηκε ότι τα αιτήματα έγιναν αποδεκτά, και οι συλληφθέντες απελευθερώθηκαν με βούλευμα.

Την επόμενη (13/5) μια μεγαλειώδη πορεία από περίπου 4.000 κόσμου ερχόταν προς το Χημείο μέσω της Ακαδημίας. Η επιτροπή που αποτελούνταν κι από ανθρώπους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και είχε αναλάβει τη πρωτοβουλία απεγκλωβισμού ήρθε στα οδοφράγματα. Οι καταληψίες βγήκαν έξω, οι της επιτροπής ρώτησαν: “που είναι οι άλλοι;”. Μόλις κατάλαβαν ότι ήταν μόνο 35 άτομα γούρλωσαν τα μάτια, πίστευαν ότι στο κτήριο βρίσκονταν τουλάχιστον 100 άτομα.

Με ένα πανώ μπροστά που έγραφε: Ε=mxc2 και το σύνθημα «είμαστε τρελοί κι ευτυχισμένοι», ενώθηκαν με μια πορεία 5000 ανθρώπων. Γέροι, νέοι, μανάδες, σύντροφοι κι αλληλέγγυοι που φώναζαν το σύνθημα: «Μέσα στο Χημείο μια χούφτα αναρχικοί, ξεφτίλισαν το κράτος και τη καταστολή».

Το Νοέμβρη του 1985, στην επέτειο του πολυτεχνείου δολοφονείται ο 16 ετών Μιχάλης Καλτεζάς από τον αστυνομικό Θανάση Μελίστα. Το ΕΜΠ καταλαμβάνεται από κοντά 2.000 κόσμο (ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και αναρχικούς) ενώ το βράδυ της δολοφονίας καταλαμβάνεται το χημείο, κατάληψη η οποία κατεστάλη άγρια τα ξημερώματα της 18/11 από δυνάμεις των ΕΚΑΜ, των ΜΑΤ και ΜΕΑ οι οποίες μπαίνουν από τη ταράτσα μέσω κλίμακας της πυροσβεστικής. ρίχνουν δεκάδες δακρυγόνα μέσα στο κτήριο και με τα αυτόματα στα χέρια με το δάχτυλο στη σκανδάλη οδηγούν 40 περίπου συντρόφους στις κλούβες κάτω από καταιγιστικό ξύλο. Στις μεγάλες συγκρούσεις που ακολουθούν την επόμενη μέρα και νύχτα στην Πατησίων, τα ΜΑΤ για πρώτη φορά από το 1976 καταπνίγουν την Αθήνα με δακρυγόνα, ενώ κάνουν την εμφάνιση τους σε συνεργασία μαζί τους φασίστες και πρασινοφρουροί του ΠΑΣΟΚ τους οποίους ο τύπος ονομάζει την επόμενη μέρα για πρώτη φορά «αγανακτισμένους πολίτες».

Το «κράτος των Εξαρχείων», ο στρατηγός Δροσογιάννης και η «αρετή» που έγινε μόνιμη… κάτοικος.

Από τα τέλη του 1985 ο τότε δεξιός τύπος κυρίως θα αναλάβει να συνδράμει τη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για το «κράτος των Εξαρχείων». Νέος υπουργός δημοσίας τάξης είναι ο στρατηγός Αντώνης Δροσογιάννης (πρώην αξιωματικός των ΛΟΚ στον εμφύλιο με τον εθνικό στρατό).

Υιοθετώντας τον όρο περί «κράτους των Εξαρχείων» δηλώνει: «Δεν πρόκειται να ανεχθώ να υπάρχει κράτος αναρχικών ή οποιωνδήποτε άλλων στα Εξάρχεια. Η πλατεία θα γίνει όπως όλες οι άλλες, και όλοι θα μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα» (Το Βήμα 18/5/86) και δημαγωγώντας ασύστολα συνεχίζει: «…έβαλαν στην πλατεία Εξαρχείων ένα στρώμα και εξέδιδαν εκεί έναντι πενήντα δραχμών δύο κοριτσάκια δεκαπέντε ετών», ή ότι «οι μισοί θαμώνες της πλατείας είναι παιδιά 10-12 χρόνων που δεν συνοδεύονται». Παράλληλα «υπενθυμίζει» πως: «ο αναρχισμός έχει γίνει μανδύας για ποικίλες παράνομες δραστηριότητες, όπως το εμπόριο ναρκωτικών». Όταν όμως, στις 17/2/1986 ομάδες αναρχικών έδιωξαν διά ροπάλου τους εμπόρους της ηρωίνης από την πλατεία, τα ΜΑΤ επενέβησαν για να οδηγήσουν στο δικαστήριο τους… αναρχικούς! Η εμφάνιση της πρέζας στη περιοχή σε μαζικό επίπεδο ξαφνικά με ταυτόχρονη εμφάνιση πολλών χρηστών και εμπόρων ήταν μια παράλληλη καταστολή βάση σχεδίου με αυτή των ΜΑΤ. Άλλη μια διαρκής, σχεδόν καθημερινή επίθεση της ΕΛ.ΑΣ. θα ξεκινήσει στα μέσα Μαΐου 1986 με αφορμή τις κινητοποιήσεις και τις συγκρούσεις για την πυρηνική καταστροφή στο Τσέρνομπιλ τον Μάη του1986, η οποία «αναγγέλθηκε» πρώτα μέσω των ΜΜΕ: «Νέα επεισόδια δημιούργησαν χθες οι αναρχικοί “υπήκοοι του κράτους” των Εξαρχείων» («Ακρόπολη», 14/5/86). Με πολυήμερες μαζικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κι εκατοντάδες προσαγωγές ανθρώπων κάθε ηλικίας: μεσήλικες, κουστουμαρισμένοι, περίοικοι, οδηγούνται στις κλούβες μαζί με πιτσιρικάδες, δημοσιογράφους, ακόμη κι έναν Κινέζο τουρίστα! Οι διαδηλώσεις απαγορεύονται, ο υπουργός Δροσογιάννης υπερασπίζεται με πάθος τις «προληπτικές συλλήψεις» (20/5/86), ενώ ο αστυνομικός διευθυντής Τασιάκος ανακοινώνει ότι τα Προπύλαια «είναι χώρος περιπάτου κι όχι πολιτικών εκδηλώσεων» («Τα Νέα», 13/5/86). Τριάντα φεμινίστριες που επιχειρούν να οργανώσουν δημόσια συζήτηση στο χώρο της πλατείας συλλαμβάνονται κι αυτές (22/5/86). Ο υπουργός θα τις χαρακτηρίσει «παρδαλές διανοούμενες», ενώ το «Εθνος» σχολιάζει το συμβάν με τον τρόπο του: «Τα ΜΑΤ τις πήραν αγκαλιά»!

Η ανάπλαση και το σχέδιο μετατροπής των Εξαρχείων σε τουριστική ατραξιόν.

Το σχέδιο καταστολής μέσω της «ανάπλασης» στη περιοχή είναι αρκετά παλιό, οι πρώτες αναφορές γίνονται στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Στα πλαίσια του κεντρικού πολεοδομικού ανασχεδιασμού, τρεις ιδιαίτερες περιοχές της Αθήνας μπαίνουν στο στόχαστρο: Πλάκα, Φωκίωνος Νέγρη, Εξάρχεια. Τί σύμπτωση! Κατά τύχη συμβαίνει να είναι εκείνες ακριβώς οι περιοχές που συγκεντρώνεται η νεολαία της εποχής – η ίδια εκείνη νεολαία που οι εφημερίδες χαρακτήριζαν ως τεντυμπόϊδες, πανκς, καμικάζι, μαλλιάδες.

Στα τέλη Μαΐου 1985, ο τότε υπουργός ΥΠΕΧΩΔΕ Β. Κουλουμπής δίνει στη δημοσιότητα ένα σχέδιο «ανάπλασης» των Εξαρχείων και μετατροπής της συνοικίας, στα βήματα του Θησείου και της Πλάκας: πεζοδρομήσεις, απομάκρυνση σουβλατζίδικων και μπαρ, ανάπτυξη ήπιας τουριστικής υποδομής, γκαλερί κ.λπ.

Το σκεπτικό, όπως αναλυόταν στο σχετικό φυλλάδιο του ΥΠΕΧΩΔΕ, ήταν εύγλωττο: η «αποθάρρυνση των διαφόρων περιθωριακών κοινωνικών ομάδων στη μονοπώληση και υποβάθμιση του χώρου», μέσω της μετατροπής της συνοικίας σε «πόλο έλξης επισκεπτών και τουριστών» και της «τόνωσης της κατοικίας» ευπορότερων κοινωνικών στρωμάτων φυσικά.

Ο επικεφαλής αυτής της ομάδας (σύμβουλος του Κουλουμπή τότε), Σπύρος Τσαγκαράτος, αναφέρει σχετικά: «Κατά την τελευταία συνάντηση πάνω στην πλατεία, συμφωνήσαμε με τους κατοίκους ότι θα απορρίψουμε το σχέδιο “Πλάκα”, να πεζοδρομήσουμε δηλαδή μία διαδρομή από την πλατεία μέχρι το Μουσείο, ώστε να ανεβάσουμε τουρίστες μέχρι τα Εξάρχεια, συμφωνήσαμε να καλέσουμε τον Τύπο την επόμενη και να αναγγείλουμε ένα σύνθετο “πακέτο” από πεζοδρομήσεις και κίνητρα για κατοικία με ανάπτυξη άλλων, ήπιων παρεμβάσεων. Ο Κουλουμπής ήταν έτοιμος να τα ανακοινώσει το ίδιο βράδυ, όταν έγινε ένα εντελώς αδικαιολόγητο “ντου” των MAT στην πλατεία. Κυριάρχησε στα μέσα ενημέρωσης, έγιναν καταστροφές, οπότε άντε μετά να βγεις και να μιλήσεις για επιστροφή κατοικίας και ήπιες παρεμβάσεις. Η επέμβαση στην πλατεία έγινε, διότι όπως μου εξήγησε αργότερα ο κ. Σταθάτος, υφιστάμενος του Νίκωνα Αρκουδέα (Ατικάρχη της ΕΛ.ΑΣ.), η αστυνομία χρειάζεται τα “πρεζάκια” και τα “βαποράκια” ως πηγές πληροφόρησης. Δεν ρισκάρουμε να τους χάσουμε με πεζοδρομήσεις και αναπλάσεις !»

Εξάρχεια Real estate

«Τα Εξάρχεια θα γίνουν σαν την Πλάκα» («Ελευθεροτυπία», 18/6/93). Αυτό εξήγγειλε αποτελούμενο από μεγαλεπήβολα (μεσιτικά) σχέδια ο τότε υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γιώργος Βουλγαράκης, του οποίου δεν είχαμε ακόμη γνωρίσει τις επιδόσεις του ως υπουργού Δημόσιας Τάξης, και κυρίως τις «νόμιμες και ηθικές» δουλείες του στις αγοραπωλησίες ακινήτων.

Το 1986 κάποιοι από τους «αγανακτισμένους» κατοίκους «χαιρέτισαν» την «πρωτοβουλία Κουλουμπή» με ενθουσιασμό (και ίσως έβγαλαν απ’ την όλη διαδικασία σεβαστή υπεραξία) με αποτέλεσμα οι τιμές των ακινήτων να εκτιναχθούν προς τα πάνω: «Ξύπνιοι επενδυτές κερδοσκόπησαν σε βάρος των κατοίκων στα Εξάρχεια» («Ελευθεροτυπία», 25/5/86). Στα μισά της δεκαετίας του ’90 που η μεταφορά των δικαστηρίων στην Ευελπίδων προκάλεσε «μεγάλη ζήτηση» στη περιοχή επαγγελματικής στέγης (σχετικά φθηνής) από εκατοντάδες νέους δικηγόρους «ανέβασε το ενδιαφέρον της αγοράς», ενώ διαβάσαμε αυτές τις μέρες ότι σημαντικός αριθμός επενδυτών ακινήτων ζητούσαν προς αγορά κτήρια και διαμερίσματα στη περιοχή για τη μετατροπή τους σε γραφεία επιχειρήσεων, μέσω ενός σχεδίου «ανάπλασης» που περιλαμβάνει τη φυσική συνέχεια του Κολωνακίου προς τα Εξάρχεια. Και δες πώς τα έφερε ο καιρός, να διαβάσουμε επίσης σε μια πρόσφατη ανακοίνωση της Κοινής Δράσης Αλληλεγγύης για τα Εξάρχεια ότι ο κ. Βουλγαράκης φέρεται ως ιδιοκτήτης παλαιάς πολυκατοικίας σε κεντρικό σημείο της συνοικίας – άρα και υποψήφιος να προσπορισθεί (ο ίδιος ή κάποια υπεράκτια;) τα κέρδη από την άνοδο των αξιών ακινήτων εάν η περιοχή «καθαρίσει» από «ενοχλητικά στοιχεία».

Όπως σ’ όλα τα χρηματιστήρια, έτσι κι εδώ, προϋπόθεση μιας καλής επένδυσης αποτελεί φυσικά η «εσωτερική πληροφόρηση».

1990-1994. Τι ΠΑΣΟΚ τι Ν.Δ. ξύλο πέφτει από παντού…

Στην αυγή της δεκαετίας του 1990 ο πλανήτης βίωσε τεράστιες ιστορικές αλλαγές με προεξέχουσα τη κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης και της ΕΣΣΔ. Σε αυτή τη μικρή γειτονιά του πλανήτη που τη λένε Ελλάδα όμως, όπως ίσως γνωρίζετε οι παραδόσεις τιμούνται και ποτέ δε καταρρέουν. Γιορτάζοντας και τηρώντας τις παραδόσεις του έθνους, η «παραδοσιακή» καταστολή του Ελληνικού κράτους συνεχίστηκε με κάθε «επισημότητα». Οι επεμβάσεις του κράτους και κατά αυτή τη δεκαετία ήταν εξίσου σκληρές και διάχυτες. Τα Εξάρχεια δεν αποτελούν πλέον το «αποκλειστικό» πεδίο συγκρούσεων. Το 1989 γίνεται ένα «διάλλειμα» στη διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ και την ολιγόμηνη οικουμενική κυβέρνηση του 1989, με τη ΝΔ να αναλαμβάνει την εξουσία υπό τη πρωθυπουργία του Κ. Μητσοτάκη. Η καταστολή διαχέεται όχι μόνο στον πολεοδομικό ιστό της Αθήνας αλλά και σε άλλες πόλεις. Τέλη 1990 γίνονται εκατοντάδες καταλήψεις σχολείων σε όλη την Ελλάδα. Η κυβέρνηση και εν συνεχεία το παρακράτος τρομοκρατεί τους καταληψίες, πότε με εισαγγελικές παραγγελίες για λήξη των καταλήψεων και επεμβάσεις της αστυνομίας που συλλαμβάνουν παιδιά 14 και 15 ετών για να «συνετίσει» τους αγωνιστές μαθητές, και όταν δεν φτάνει το «μακρύ χέρι του κράτους», φτάνει αυτό του παρακράτους με την επιστράτευση παρακρατικών-φασιστικών συμμοριών που απειλούν, δέρνουν και τρομοκρατούν τις νύχτες τους καταληψίες μαθητές. Αποκορύφωμα η δολοφονία του καθηγητή Λυκείου Νίκου Τεμπονέρα στη Πάτρα από τους παρακρατικούς νεοδημοκράτες Μαραγκό, Καλαμπόκα, στις 9 Γενάρη του 1991. Στην εξέγερση που ακολούθησε με αφορμή τη δολοφονία τις δυο επόμενες μέρες στην Αθήνα μετά από πανελλαδικό συλλαλητήριο για τη δολοφονία το οποίο δέχτηκε επίθεση από εκατοντάδες ΜΑΤαδες, 5 άτομα εγκλωβίζονται και καίγονται ζωντανά στο κτήριο του «Κ. Μαρούση» από φωτιά η οποία ξεκίνησε από δακρυγόνα που τα ΜΑΤ εκτόξευσαν μέσα στο κτήριο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κρατά 3 χρόνια και το βασικό της «έργο» είναι η άγρια καταστολή από τα ΜΑΤ όσων αγωνίζονται , «τιμώντας» την λιγοστή πια εργατική (και υποψήφια άνεργη) τάξη με άφθονο ξύλο. Από τους απεργούς της «Ολυμπιακής», μέχρι αυτούς της «ΕΑΣ», της «Πειραϊκής-Πατραϊκής», της «Πιρέλλι», κλπ.

1994-2004. «σοσιαλιστική ανάπτυξη». Καταστολή με… στυλ κοινωνικό.

Τέλη του ’93 το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται στην εξουσία παρουσιάζοντας το «δημοκρατικό-σοσιαλιστικό» του προσωπείο για μια ακόμη φορά: Εισβολή στην ΑΣΟΕΕ, σύλληψη 52 αναρχικών και την καταδίκη τους σε 8 μήνες φυλάκιση τον Αύγουστο του ’94. Πολυάριθμες συλλήψεις αναρχικών έξω από το Πολυτεχνείο στις 17/11/1994 αφού προηγούμενα έγινε εισβολή σε τέσσερις καταλήψεις στέγης με συνολικό αριθμό συλλήψεων 96 ατόμων.

Το Χειμώνα του 1995 το άσυλο καταλύεται για δεύτερη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά. Με αφορμή τη πολυήμερη εξέγερση στα κολαστήρια των ελληνικών φυλακών, γίνεται κατάληψη στο Πολυτεχνείο από αναρχικούς και αντιεξουσιαστές σε ένδειξη αλληλεγγύης στους εξεγερμένους φυλακισμένους. Το κράτος με εντολή των Πασοκικών διαχειριστών του, άρουν το άσυλο και οι σιδερόφρακτες ορδές των ΜΑΤ πανηγυρίζοντας εισβάλουν στο χώρο του Πολυτεχνείου και συλλαμβάνουν 504 αναρχικούς.

Οι συλληφθέντες-αιχμάλωτοι στήνονται σε σειρές όπου κατά ομάδες οδηγούνται στις κλούβες έξω από τη κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου, θυμίζοντας εικόνες από το γκέτο της Βαρσοβίας και το φόρτωμα των Εβραίων στα τραίνα προς το Άουσβιτς. Σημειολογική λεπτομέρεια: Ο «ένοπλος αγωνιστής» κατά της χούντας και υφυπουργός Δημοσίας Τάξης τότε, Σήφης Βαλυράκης είναι ο εμπνευστής της εισβολής όπως ο ίδιος επιβεβαίωσε σε μετέπειτα τηλεοπτική του συνέντευξη.

Η «σοσιαλιστική» καταστολή έχει ακόμη πολύ ξύλο να δώσει. Ενδεικτικά: Οι συγκρούσεις για τον ΑΣΕΠ που έγιναν πανελλαδικά το καλοκαίρι του ’95. Οι συγκρούσεις στη «θερμή» υποδοχή Κλίντον το 1999. Το Μάη του 2002 με πρωτοφανή αγριότητα οι κατασταλτικοί μηχανισμοί επιτίθενται στο Λιμάνι του Πειραιά σε βάρος των απεργών ναυτεργατών. Τότε κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης Σημίτη χαρακτήριζαν τις κινητοποιήσεις ως «εκτροπή από τη νομιμότητα». Την ίδια χρονιά κτυπιούνται αγρότες που προσπαθούν να φτάσουν στο μέγαρο Μαξίμου. Καταστολή από τα ΜΑΤ επίσης αγροτικών κινητοποιήσεων το 2002 με πλέον χαρακτηριστική την «επιχείρηση βουλκανιζατέρ» στη Θεσσαλία. Η βίαιη καταστολή της πορείας των συνταξιούχων έξω από το μέγαρο Μαξίμου,«το κοινωνικό πρόσωπο» του ΠΑΣΟΚ προς τη τρίτη ηλικία» σε όλη του τη «μεγαλοσύνη»! Παράλληλα, με την κατασταλτική τρομοκρατία, προχωρά και η λεηλασία των οικονομικών αποθεμάτων μέσω του «πάρτυ του χρηματιστηρίου» στο όνομα της ΠΑΣΟΚικής «ανάπτυξης», και η εξαπάτηση του κόσμου. Η ουσιαστική ενίσχυση του νεοπλουτισμού μερίδας του κοινωνικού ιστού, ο καταναλωτισμός, η πλήρης εφαρμογή των κρατικών σχεδιασμών και η ενίσχυση των κεφαλαιούχων, τους οποίους υποτίθεται πως θα πολεμούσε όταν θα γινόταν κυβέρνηση, το 1981, δεν άφησαν και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ψευδαισθήσεων για το τι πρόκειται να ακολουθήσει κατά τη νέα περίοδο της πρωθυπουργίας Σημίτη και της Πασοκικής διαχείρισης με αποκορύφωμα το μεγάλο φαγοπότι των Ολυμπιακών αγώνων του 2004. Το «δημοκρατικό έργο» του ΠΑΣΟΚ σφραγίζεται με την ψήφιση του νόμου «για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας», γνωστού και ως «αντιτρομοκρατικού νόμου» που εισηγήθηκε ο τότε υπουργός Δημοσίας Τάξης (και σήμερα «προστασίας του πολίτη») Μ. Χρυσοχοϊδης.

2004-Σήμερα. Και τα Εξάρχεια; «το αυτόνομο κράτος» βρυχάται…

Το 2004, η ΝΔ με τον Κώστα Καραμανλή έρχεται στην εξουσία (για τη τυπική εναλλαγή διαχείρισης του κράτους). Τα Εξάρχεια ξαναβρίσκουν τη «χαμένη αίγλη» τους στα πρωτοσέλιδα των αστικών ΜΜΕ με αφορμή τις φοιτητικές κινητοποιήσεις του 2007 και τον «στρατηγό άνεμο» Βύρων Πολύδωρα στην ηγεσία του υπουργείου Δημοσίας Τάξης, ο οποίος θέλοντας να προσδώσει μια αρχαϊκή «αύρα» στα μαντρόσκυλα της ΕΛ.ΑΣ. τους ονομάζει χαϊδευτικά «πραίτορες». Ο Βύρων (γνωστός αρχαιολάτρης, διανοούμενος, και ποιητής) ομολογεί σε μια στιγμή σπάνιας ειλικρινείας για πολιτικό, αυτό που όλος ο κόσμος ξέρει: «Μη χτυπάτε την αστυνομία. Οι αστυνομικοί οπλοφορούν, είναι και αυτοί άνθρωποι οι οποίοι μπορεί να απολέσουν τη ψυχραιμία των». Την «απώλεια ψυχραιμίας» την διαπιστώσαμε το Δεκέμβρη του 2008 με τη δολοφονία του 15 ετών Αλέξη Γρηγορόπουλου από τον ειδικό φρουρό της ΕΛ.ΑΣ. Επαμεινώνδα Κορκονέα.

«Ρητορεύοντας» στη Βουλή ο Βύρων Πολύδωρας χαρακτηρίζει επισήμως την περιοχή «άβατον» για την ΕΛ.ΑΣ. (27/4/07). Ένα μήνα μετά τα μεγάλα φοιτητικά συλλαλητήρια, η κυβέρνηση Καραμανλή, οι υπηρεσίες ασφαλείας και οι επικοινωνιακοί συνοδοιπόροι τους (ΜΜΕ) ετοιμάζονται κατά τα φαινόμενα να πάρουν τη ρεβάνς για τον ξεσηκωμό των φοιτητών το ίδιο έτος. Εφημερίδες και κανάλια δεν άργησαν να εντοπίσουν την εστία του «κακού» των φοιτητικών συγκρούσεων για το άρθρο 16, στα οικοδομικά τετράγωνα μεταξύ Σόλωνος και Στρέφη: Για «κράτος των Εξαρχείων» μιλά η «Espresso» (30/4/), «300 “αναρχοληστές” των Εξαρχείων» βλέπει η «Καθημερινή» (29/4/), «μετατροπή ολόκληρων περιοχών της πρωτεύουσας σε ανοχύρωτες γειτονιές» διαπιστώνει ο Πρετεντέρης στο «Βήμα» (29/4/), «”ανεξάρτητο κράτος” από τους κουκουλοφόρους των Εξαρχείων» ανακαλύπτει, τέλος, το «Πρώτο Θέμα» (29/4/), εξηγώντας πως: «αστυνομικοί μιλάνε πλέον ανοιχτά για αναβίωση της προ του 1990 ανεξέλεγκτης κατάστασης». Το «αυτόνομο κράτος των Εξαρχείων» για μια ακόμη φορά, «απειλεί» να «καταλάβει την επικράτεια και να καταλύσει το κράτος». 

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται οι περιγραφές των σχεδίων της ΕΛ.ΑΣ. Παρά τις διαφωνίες τους όσον αφορά την επιχειρησιακή ονομασία της επερχόμενης εκκαθάρισης («Τρίαινα», «Εξάρχεια» ή κάτι άλλο), τα ρεπορτάζ διακρίνονται κι εδώ από ενιαία ορολογία: «εισβολή» των ΜΑΤ στους «θυλάκους» της αναρχίας» («Ελ. Τύπος», 27/4), «εισβολή μακράς διαρκείας» στα Εξάρχεια» («Espresso», 29/4), «κατάλυση του “αβάτου” της πλατείας» («Βήμα», 29/4). Όπως ακριβώς αρμόζει, δηλαδή, σε πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον μιας εδαφικά καθορισμένης, κυρίαρχης επικράτειας. Το σχέδιο της «εισβολής», όπως αναλύεται στον φιλοκυβερνητικό «Ελεύθερο Τύπο» (27/4), αποτελεί άλλωστε αντιγραφή των κλασικών «μπλόκων» της Κατοχής: «Οι έφοδοι θα εκδηλωθούν μέσω των τριών βασικών οδών που καταλήγουν στην ομώνυμη πλατεία, προκειμένου να συμπιεστούν οι θαμώνες προς το κέντρο και να ακολουθήσουν μαζικές προσαγωγές και συλλήψεις».

Πρόλογος αντί επίλογου

Το παραπάνω κείμενο προσπαθεί να πληροφορήσει τον αναγνώστη μέσα από μια ιστορική αναδρομή. Εστιάζει λίγο παραπάνω στη δεκαετία του 1980-90 την οποία θεωρούμε σημαντική για τις μετέπειτα εξελίξεις, στις μεθόδους καταστολής του κράτους, που με οδηγό τα Εξάρχεια ασκήθηκαν όχι μόνο στον αστικό χώρο της Αθήνας, αλλά και των άλλων τριών μεγάλων αστικών κέντρων (Θεσ/νίκη-Πάτρα-Ηράκλειο), οι οποίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Τα Εξάρχεια και οι κάτοικοι του έχουν αποδείξει ότι όχι μόνο δεν υποτάσσονται στην επί 35 σχεδόν χρόνια μόνιμη καταστολή, αλλά συνεχίζουν δυναμικά να δημιουργούν μικρές «νησίδες ελευθερίας» όπως παράδειγμα το αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο στη Ναυαρίνου, τα κοινωνικά-πολιτικά και αλληλέγγυα στέκια, τα εναλλακτικά καταστήματα-συλλογικότητες που βρίσκονται στη περιοχή κ.λπ. επιμένοντας ενάντια στη βαρβαρότητα του κράτους όχι μόνο να υπάρχουν αλλά να αντιστέκονται. Γιατί είναι ένα «ζωντανό» κομμάτι (ίσως το πιο ζωντανό) του πολεοδομικού ιστού της Αθήνας. Και όπου υπάρχει ζωή: «ο θάνατος δεν θα έχει πια εξουσία».

*Για τη συγγραφή του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν εκτενή αποσπάσματα από:

-Άρθρο της δημοσιογραφικής ομάδας Ιός: ΕΞΑΡΧΕΙΑ 1984-2007. Η ιστορία ενός ψευδοκράτους. http://archive.enet.gr/online/online_print?id=42797740

-Εξάρχεια reloaded… Η καταστολή ως έργο τέχνης (αντιεξουσιαστική περιοδική έκδοση Black Out. Θεσσαλονίκη 2007, τεύχος#9)

-Το ΠΑΣΟΚ είναι πάλι εδώ! (Ε. από συλλογικότητα anarchypress και Συσπείρωση Αναρχικών. 23/10/09) http://www.anarchypress.gr/

-από την εφημερίδα δρόμου ΑΠΑΤΡΙΣ

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Όπως τότε...

Κάστρο Χλεμούτσι, (λεπτομέρεια)

...έτσι και σήμερα

...Βαρύς έπεσε ο χειμώνας τη χρονιά εκείνη. Άνεμοι κρυεροί σαρώσανε τον κάμπο, σβήσανε κάθε λάμπος από τον ουρανό και τις σκιές από το χώμα. Πελιδνή ξυπνούσε η μέρα, με το λειψό της αίμα αναρουφηγμένο, σαν ύστερα από ύπνο που τον στοίχειωσαν όνειρα κακά. Τα πουλιά έφυγαν τρομαγμένα, πριν της ώρας τους, κυνηγώντας τον ήλιο. 

Τότε κάτι σαν τρόομς αόριστος απλώθηκε σ' όλη τη χώρα, μια σιγανή, σύσμιχτη βοή από το στόμα των πεινασμένων. Τα βράδια, με το ηλιόγερμα, οι συνοδείες των αφεντάδων που ταξίδευαν ή γύριζαν από το κυνήγι, συναντούσαν στο δρόμο τους πλάσματα ακατονόμαστα, κάτι σαν σκέλεθρα που τα ξέρασε, πράσινα και νωπά από τη μούχλα της γής, το στόμα του τάφου. Σέρνονταν κουρελιάρικα στ' αυλάκια, σκαρφάλωναν στα μπάζα των δρόμων γαντζώνοντας τα δάχτυλά τους σπασμωδικά, ανοίγανε το στόμα τους μαύρο, και κοίταζαν γύρω με μάτι γυάλινο, ψόφιο, θαμπό. Οι βιλάνοι λιμοχτονούσαν. Σαν τσακάλια που ξεσκαρίζουν με το σύθαμπο, παρατάγανε τα χωριά τους, τις καλύβες απ' όπου δεν έβλεπες πια ούτε ένα γαϊτάνι ν' ανεβαίνει καπνός, και πιάνανε τα περάσματα. Δεν ζητιανεύανε. Τα γδυμένα από σάρκα χέρια τους δεν είχανε λες τη δύναμη να σηκωθούν, να τεντώσουν τη χούφτα. Λέξη δεν έλεγαν, κοίταζαν μονάχα. Και το μάτι τους, το ναρκωμένο και βαρύ, είχε ένα χαραχτηριστικό αλλόκοτο, να το βλέπεις μπροστά σου κι όταν ακόμα δεν το κοιτάζεις, να το νοιώθεις σαν είχες αντιπεράσει, καρφωμένο στη ράχη σου. 

Σήκωναν με κόπο το κεφάλι τους, ακούγοντας καβαλαρία να ζυγώνει, το στήνανε στο λιπόσαρκο λαιμό, κρατούσαν την ανάσα τους και πρόσμεναν. Η συνοδεία περνούσε. Τότε, δίχως λέξη, σωριάζονταν πάλι μονοκόμματοι, σαν σωρός κόκκαλα ξερά, κι απόμεναν κεραυνωμένοι, με τα δόντια στο χώμα. 

Κάποτε, περνώντας τους άκουγες να βγάζουν έναν αχό παράξενο, τρεμουλιαστό σαν τραγούδι. Δεν ξεχώριζες λόγια. Μια γλώσσα στεγνή και πυρετοφρυμένη αναδευότανε πίσω από το σκοπό, πηχτή. Κυμάτιζε αδύναμο το τραγούδι πάνω στον βραδιασμένο κι έρημο κάμπο, ξετυλιγότανε κι έκλωθε σαν καπνός, έλιωνε την απόσταση, όμως και τότε δεν έλεγες πως έχει σωπάσει. Το έπαιρνες θαρρείς μαζί σου, τ' άκουγες ατέλειωτα να σου τριβελίζει τ' αυτιά, ένιωθες πως στο εξής θα σε κατοικεί και θα σε στοιχειώνει.. 

Είδανε στο κάστρο ανθρώπους της κούρτης που ήρθαν απ' έξω κατάχλομοι, σαν αλλοπαρμένοι, και που δεν ξέρανε να πούνε γιατί. Στα μάτια τους μέσα, τρομάρες περνούσαν ακόμα, αντιλάμποντας κρυερά, Σαν να είχαν διασταυρωθεί στο δρόμο τους με λιτανείες από λείψανα που πορεύονταν βρυκολακιασμένα. 

Ο πρίγκιπας έλαβε μέτρα. Πρόσταξε τους κεφαλάδες ν' ανοίξουν τις γιστέρνες των δυναμαριών τους και να δώσουν στάρι, λάδι, καλαμπόκι στους βιλάνους των φίε τους. Αυτός ο ίδιος, για να γίνει παράδειγμα, έβαλε να μοιράσουν το ένα πέμπτο από τις σοδειές των κάστρων που είχε στην άμεση εξουσία του. Για τους σκλάβους που ξεσηκώνονται έδωσε οδηγίες να κάνουν οι τοπάρχοι, όσο ήτανε βολετό, στραβά μάτια και να μην τους ερεθίζουν με ποινές αγύριστες. Τέτοιες όπως ο θάνατος, ο ακρωτηριασμός ή ο ραβδισμός ώς το σακάτεμα. Τους παλατιανούς του τέλος τους ορμήνεψε σοφά να μην τριγυρίζουν στη ύπαιθρη χώρα παραστολισμένοι βελούδα, μεταξωτά, ερμίνες και τα ρέστα, πράμα που θα γαργάλιζε τ' αρπαχτικά ένστιχτα των λιμασμένων, θα έδινε αφορμή σε ληστείες ή κι ακόμα θα τους ξυπνούσε την αγανάχτηση.
.....

Άγγελος Τερζάκης, Η Πριγκιπέσα Ιζαμπώ (απόσπασμα)
μέρος 3ο, κεφάλαιο 3ο (Χειμωνιάτικο τραγούδι).
Εκδόσεις Εστία, Δεκέμβρης 2009