Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Η τέχνη της συμβίωσης. Ένας Ινδιάνικος μύθος


από το Αντικλείδι (http://antikleidi.com)

Ένας πανάρχαιος μύθος των ινδιάνων Σιου, λέει πως ήρθαν κάποτε στη σκηνή του γέρου μάγου της φυλής, πιασμένοι χέρι χέρι, ο Άγριος Ταύρος, ο πιο γενναίος και τιμημένος νέος πολεμιστής, και το Ψηλό Σύννεφο, η κόρη του αρχηγού, μια από τις ωραιότερες γυναίκες της φυλής.

"Αγαπιόμαστε" αρχίζει ο νέος.
"Και θα παντρευτούμε" λέει εκείνη.
"Και αγαπιόμαστε τόσο που φοβόμαστε..."
"Θα θέλαμε κάποιο μαγικό, ένα χαϊμαλί, ένα φυλαχτό..."
"Κάτι που θα μας εγγυάται ότι θα είμαστε για πάντα μαζί."
"Που θα μας εξασφαλίσει ότι θα είμαστε ο ένας στο πλευρό του άλλου, ώσπου να συναντήσουμε τον Μανιτού, την ημέρα του θανάτου".
"Σε παρακαλούμε" ικετεύουν, "πες μας τί μπορούμε να κάνουμε..."

Ο μάγος τους κοιτάζει και συγκινείται που τους βλέπει τόσο νέους, τόσο ερωτευμένους, να λαχταρούν τόσο μια του λέξη.

"Υπάρχει κάτι ..." λέει τελικά ο σοφός μάγος μετά από αρκετή ώρα. "Αλλά δεν ξέρω...είναι ένα έργο πολύ δύσκολο και απαιτεί θυσίες."

"Δεν μας πειράζει" λένε και οι δύο.
"Ό,τι και να' ναι" επιβεβαιώνει ο Άγριος Ταύρος.

"Ωραία" λέει ο μάγος. "Ψηλό Σύννεφο, βλέπεις το βουνό που είναι βόρεια από το χωριό μας; Πρέπει να το ανέβεις μόνη σου, χωρίς τίποτα άλλο εκτός από ένα δίχτυ και τα χέρια σου, και να κυνηγήσεις το πιο όμορφο και δυνατό γεράκι του βουνού. Αν το πιάσεις, πρέπει να το φέρεις εδώ ζωντανό την τρίτη μέρα μετά την πανσέληνο. Κατάλαβες;"

Η νεαρή κοπέλα συγκατανεύει σιωπηλά.

"Κι εσύ Άγριε Ταύρε" συνεχίζει ο μάγος, "πρέπει να ανέβεις το βουνό του κεραυνού, κι όταν φτάσεις στην κορυφή, τον πιο άγριο απ' όλους τους αετούς, και με τα χέρια σου μόνο κι ένα δίχτυ να τον πιάσεις χωρίς να τον τραυματίσεις και να τον φέρεις μπροστά μου, ζωντανό, την ίδια μέρα που θα έρθει και το Ψηλό Σύννεφο....Πηγαίνετε τώρα."

Οι δυο νέοι κοιτάζονται με τρυφερότητα, κι ύστερα από ένα φευγαλέο χαμόγελο φεύγουν για να εκπληρώσουν την αποστολή που τους ανατέθηκε. Εκείνη πάει προς το βορρά, εκείνος προς το νότο...

Την καθορισμένη ημέρα, μπροστά στη σκηνή του μάγου, περιμένουν οι δυο νέοι, ο καθένας με μια πάνινη τσάντα, που περιέχει το πουλί που του ζητήθηκε.

Ο μάγος τους λέει να βγάλουν τα πουλιά από τις τσάντες με μεγάλη προσοχή. Οι νέοι κάνουν αυτό που τους λέει, και παρουσιάζουν στο γέρο για να τα εγκρίνει τα πουλιά που έπιασαν Είναι πανέμορφα, χωρίς αμφιβολία, τα καλύτερα του είδους τους.

"Πετούσαν ψηλά;" ρωτάει ο μάγος.
"Ναι, βέβαια. Κι εμείς, όπως μας ζητήσατε....Και τώρα;" ρωτάει ο νέος. "Θα τα σκοτώσουμε και θα πιούμε την τιμή από το αίμα τους;"

"Όχι" λέει ο γέρος.
"Να τα μαγειρέψουμε και να φάμε τη γενναιότητα από το κρέας τους;" προτείνει η νεαρή.

"Όχι" ξαναλέει ο γέρος. "Κάντε ότι σας λέω. Πάρτε τα πουλιά και δέστε τα μεταξύ τους από τα πόδια μ' αυτές τις δερμάτινες λωρίδες...Αφού τα δέσετε, αφήστε τα να φύγουν, να πετάξουν ελεύθερα."

Ο πολεμιστής και η νεαρή κοπέλα κάνουν ό,τι ακριβώς τους έχει πει ο μάγος, και στο τέλος ελευθερώνουν τα πουλιά.

Ο αετός και το γεράκι προσπαθούν να πετάξουν, αλλά το μόνο που καταφέρνουν είναι να στριφογυρίζουν και να ξαναπέφτουν κάτω. Σε λίγα λεπτά, εκνευρισμένα που δεν καταφέρνουν να πετάξουν, τα πουλιά επιτίθενται με τσιμπήματα το ένα εναντίον του άλλου, μέχρι που πληγώνονται.


"Αυτό είναι το μαγικό. Μην ξεχάσετε ποτέ αυτό που είδατε σήμερα. Τώρα, είστε κι εσείς ένας αετός κι ένα γεράκι. Αν δεθείτε ο ένας με τον άλλον, ακόμα κι αν το κάνετε από αγάπη, όχι μόνο θα σέρνεστε στη ζωή σας, αλλά επιπλέον, αργά ή γρήγορα, θα αρχίσετε να πληγώνετε ο ένας τον άλλον. Αν θέλετε η αγάπη σας να κρατήσει για πάντα, να πετάτε μαζί, αλλά ποτέ δεμένοι."

Χόρχε Μπουκάι Ο δρόμος της συνάντησης.

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

αν δεν υπάρχει έρωτας μες στην εκπαίδευση δεν υπάρχει εκπαίδευση (αναδημοσίευση)

Ιερώνυμου Μπος (Ολλανδία 1450-1516) Ο Ταχυδακτυλουργός

από ΙΣΤΟΡΙΕΣ λέξεων με αρχή μέση και ΓΑΜΑ Λυκείου (http://ta4mx.blogspot.gr/)

Μ’ όποιον δάσκαλο «καθίσεις»: 
«αν δεν υπάρχει έρωτας μες στην εκπαίδευση δεν υπάρχει εκπαίδευση»

«Για να υπάρξει πραγματική εκπαίδευση με την αυστηρή έννοια του όρου υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: είναι ότι αυτή η εκπαιδευτική διαδικασία γίνεται αντικείμενο επένδυσης και πάθους και από τους εκπαιδευτές και από τους εκπαιδευόμενους και, για να το πω καθαρά, ότι αν δεν υπάρχει έρωτας μες στην εκπαίδευση δεν υπάρχει εκπαίδευση! 

Εάν κάποιος κάτι μαθαίνει μέσα στο σχολείο είναι διότι, διαδοχικά, έναν καθηγητή σε κάποια τάξη - και στο πανεπιστήμιο ακόμη - τον ερωτεύεται και τον ερωτεύεται διότι βλέπει ότι αυτός ο ίδιος ο καθηγητής είναι ερωτευμένος με αυτό που διδάσκει. Λοιπόν, για να τα πω επίσης καθαρά και για να γίνω πλήρως απεχθής σ’ αυτούς που με ακούνε, σήμερα οι εκπαιδευτικοί ασχολούνται με τις επαγγελματικές τους διεκδικήσεις, οι οικογένειες ασχολούνται με το να πάρει το παιδί ένα «χαρτί» και τα παιδιά ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο εκτός από την επένδυση των πραγμάτων που μαθαίνουν. Λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει εκπαίδευση.»

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης για την Εκπαίδευση (http://youtu.be/I1ouePjBA1w) 

[ΠΗΓΗ: Κορνήλιος Καστοριάδης (Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922 – Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής. Από τους μεγαλύτερους στοχαστές του 20ου αιώνα, συνένωσε στο έργο του την πολιτική, τη φιλοσοφία και την ψυχανάλυση]

Πάρκο Ναυαρίνου: Σεμινάριο παραδοσιακού χτισίματος με πέτρα (2η συνάντηση)


Σεμινάριο παραδοσιακού χτισίματος με πέτρα και πρακτική εξάσκηση, για όποιον έχει όρεξη να μάθει μυστικά και τεχνικές, θα γίνει από έμπειρο ''πετρά'' στο Αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Ναυαρίνου και Ζωοδόχου Πηγής.

Σάββατο 16 Νοεμβρίου, 11:00 το πρωί.
Ελεύθερη συμμετοχή.

από την πρώτη συνάντηση

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

η ομορφιά του κόσμου (αναδημοσίευση)



από τον costinho

Στο τρένο. Μπαίνει το πιο όμορφο κοριτσάκι του κόσμου. Φωτεινό, καθαρό πρόσωπο, το μαλλί σε περιποιημένη πλεξούδα. Το χαμόγελό του σκάει τρυφερά και αδυσώπητα φυσικά, σε κάνει να θες να βάλεις τα κλάματα. Του λείπουν δύο δόντια μπροστά, σημάδι υγείας, σημάδι παιδικότητας. Η ομορφιά του δεν χαλάει. Ούτε κι όταν απλώνει το χέρι για λίγα ψιλά, πάντα διακριτικά· με συστολή, με σιγουριά. Δεν επαιτεί, μόνο ομορφαίνει αυτούς που κοιτάζει. Πίσω έρχεται η αδερφή του, λίγο μεγαλύτερη, παίζει μια ήσυχη μελωδία στο ακορντεόν, αναταράζοντας μια αδυσώπητα φυσική μελαγχολία, κουρδισμένη σ'ένα καθημερινό μινόρε. Δεν παίζει τέλεια, παίζει με δυσκολία· σημάδι υγείας, σημάδι παιδικότητας. Η στιγμή είναι εκεί, υπάρχει. Η απόσταση ανάμεσα Αττική και Βικτώρια μεγαλώνει. Γίνεται τραγούδι, γίνεται χαμόγελο. Γίνεται ομορφιά του κόσμου.

Για λίγο, απογειώνομαι. Δεν υπερβάλλω. Το νιώθω πως αφαιρούμαι, αιωρούμαι, κλέβω εκατοστά, κλέβω χρόνο. Μουσική στην πόλη που μισεί τη μουσική, που την πνίγει όπως μπορεί. Βικτώρια. Ανοίγει η πόρτα και τα κορίτσια κινούν για να ομορφύνουν το επόμενο βαγόνι. Το θλιβερό ισοκράτημα του ανήλιαγου βίου γρήγορα επιστρέφει, στης κατήφειας το σκοπό. Είναι ένα άλλο μινόρε, το μινόρε της χρυσής αυγής. Σου'ρχεται με βία στο μυαλό όλη η ασχήμια της εβδομάδας, οι σκατόψυχοι λαϊκοί τραγουδιστές, οι ξασμένες θεούσες τραγουδιάρες της επαγγελματικής ορθοδοξίας, οι ανήθικες τηλεπερσόνες που κρώζουν μίσος μέσα από τα κουφάρια τους, οι κωμικοτραγικοί καμποτίνοι της δημοσιολαγνικής συνάφειας, οι ξεπεσμένοι ανέστιοι σαββόπουλοι που δεν έχουν πλέον μελωδίες, παρά μόνο λύσεις και προτάσεις· προτάσεις για έναν καλύτερο κόσμο όπου οι ξένοι θα δουλεύουν για σένα, όπου οι ξένοι θα'ναι πάντα ξένοι, η γυάρος θα'ναι πάντα γυάρος, φίλος δεν θα υπάρχει, μόνο ξένος, θα είναι μόνο ξένοι, θα είναι ξερονήσια, θα είναι χωρίς ζωή. Ξενονήσια· χωρίς φίλους.

Σου'ρχεται με βία στο μυαλό η σκοτεινιά των ημερών, των ημερών που ξημέρωσαν άγριες νύχτες, μαχαιρώματα στον διπλανό, ανήλιαγες πράξεις, ανήλιαγα μυαλά, οι ιππότες του ζόφου, οι ιερολοχίτες του ψεύδους, τα χρύσαυγα κατακάθια της μηδέν παραγωγής, του caps lock πνεύματος και της ανορθόγραφης μαγκιάς, όλη η ασχήμια που έχει κατακαθίσει στη μέρα σου και στην τρώει λίγο λίγο, σε τρώει λίγο λίγο, σου λέει να είναι μαύρη η μέρα σου και σου σφυρίζει στης κατήφειας το σκοπό, σου λέει καρκίνος, σου λέει δεν υπάρχει ομορφιά του κόσμου, δεν υπάρχει κοριτσάκι, δεν υπάρχει ακορντεόν, δεν υπάρχει μουσική, είναι αλλοδαπό, είναι λαθραίο, είναι θύμα, είναι πρόβλημα, είναι θέμα, είναι να γυρίσεις από την άλλη και να κοιτάξεις τη δουλειά σου, να μην διαλυθείς από τη μελωδία του, να μην κολλήσεις το χαμόγελό του για ήλιο στο μέτωπό σου, εκεί που πλέον έχουν φυτρώσει δόντια.

Μόνο αγάπη ρε μουνιά. Μόνο αγάπη. Κι ένα κονσερβοκούτι για τον καθένα σας φυλαγμένο, για όταν θα έρθει η ώρα. Για όταν θα ξεκουρδιστεί ολότελα το καθημερινό μινόρε. Για όταν δεν θα μου φτάνει η ομορφιά για να εξηγήσω τον κόσμο· για όταν δεν θα μου φτάνει η ομορφιά που του δίνει σχήμα. Για όταν δεν θα είναι αρκετό ένα ακορντεόν να ξεπλένει τη γλίτσα σας.

Για όταν θα καταφέρετε να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου.

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

Ζωή στον δρόμο ικανή να υπάρχει κι ΑΥΡΙΟ (αναδημοσίευση)


από Αριστερό Μπλογκ (http://aristeroblog.gr)
της Ελευθερίας Ψυχογιού

Κανένας δεν πίστευε πριν από μερικά χρόνια ότι κάποιοι εργαζόμενοι στην ΕΡΤ μη αποδεχόμενοι τις κυβερνητικές εντολές, θα δούλευαν μερόνυχτα βγάζοντας τα πιο αξιοπρεπή δελτία ειδήσεων της δημόσιας τηλεόρασης. Ίσως να μην το πίστευαν ούτε οι ίδιοι. 

Σήμερα μετά από τέσσερις μήνες οι ίδιοι άνθρωποι έδιναν δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις στην μέση του δρόμου. Έκαναν δελτίο ειδήσεων στην μέση του δρόμου. Άλλωστε η είδηση βρίσκεται πάντα στην μέση του δρόμου ....

Άλλωστε όλα είναι δρόμος και στον δρόμο γίνονται οι ανατροπές. Στο δρόμο επίσης ζυγίζεται το βάρος των ανθρώπων. Πού και πώς αλλιώς να ζυγίσεις να βουρκωμένα μάτια της Ευγενίας ,την απορία της «αν όχι τώρα πότε;», που βρήκαν καταφύγιο στην αγκαλιά του Κυριάκου , ένα καταφύγιο που ζυγίζει 23 χρόνια ΕΡΤ. Πού και πώς αλλιώς μπορείς να ζυγίσεις την απόφαση του Σάκη που το τελευταίο του εικοσάευρω χωρίς δεύτερη σκέψη το έδωσε για βενζίνη για να ρθει από Λαύριο ; Πού παρά απέναντι από τους μπάτσους στην Αγία Παρασκευή θα έβρισκες Κερατιώτες να αναρωτιούνται «τι τους κοιτάμε μωρέ. Ένα ντου καλό … και τους ρίξαμε !»

Πού αλλού θα δεις την Δήμητρα δασκάλα, με το γιο της στο χέρι να μετρά την αγονία για τον αγώνα και την ασφάλεια του μικρού και να κερδίζει τ' αύριο ;

Πού αλλού μπορείς να βρεις όλους τους συντρόφους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ παρά σε κάθε δρόμο διεκδικώντας λαϊκή εξουσία κι ανατροπή έχοντας γραμμένα σε φθαρμένες σόλες τα βουλευτικά έδρανα ; 

Πού και πώς αλλιώς μπορείς να πάρεις κουράγιο από το αφοπλιστικό χαμόγελο όλων όσοι σου μοιάζουν παρά κάτω από στημένα περήφανα πανό στην μέση ενός δρόμου ; 

Πού και πώς αλλιώς παρά μόνο στο δρόμο μπορούμε να αποδείξουμε ότι είμαστε για το αδύνατο ικανοί; Πού και πώς αλλιώς αδύναμε κλινήρη του καναπέ και της βλαμμένης εσωστρέφειας νομίζεις ότι θα βρεις την υγειά σου αν όχι στον δρόμο ; 

Έλα ρε μαλάκα ! Σήκω !

Σου υπόσχομαι ότι για μια φορά στην ζωή σου θα νοιώσεις υγιής .
Μην σκουντουφλάς στους διαδρόμους.
Σε περιμένουμε στο δρόμο.
Αν μας στήσεις, έχεις στήσει στο απόσπασμα τα όνειρα ΟΛΩΝ των παιδιών.
Αν έρθεις έχεις γίνει κομμάτι της ελπίδας τους.
Μια ανάσα ενός δρόμου είναι όλη η ζωή.
Εισπνοή- εκπνοή στο δρόμο, αλλιώς θα ψοφήσει η ελπίδα προσβεβλημένη, εσύ ως κακομοίρης και μεις ως ονειροπόλοι.

Κερδισμένοι έστω και στο ελάχιστο θα είμαστε εμείς γιατί τα όνειρα δεν μπορεί κανείς να τα σκοτώσει, να τα φυλακίσει,να τα περιορίσει.

Μπορεί όμως να τα ζήσει. ’Όποιος έχει την δυνατότητα να τα ονειρεύεται , στην μέση ενός δρόμου κάνει την ζωή ερωτεύσιμη κι ως εκ τούτου ποθητή ,ικανή για να υπάρχει κι αύριο !

να μην ξέρεις τι θέλεις να πεις, να μη θέλεις να πεις τι ξέρεις (αναδημοσίευση)


   
Καταφεύγουμε σε αυτό που αποκαλούμε «ιδιωτική ζωή»,
γιατί δε διαθέτουμε τις απαραίτητες δυνάμεις
για ν’αντιμετωπίσουμε τον κόσμο.
Είναι μια ύστατη στιγμή αυτοπεριορισμού, μια υποχώρηση.
Διότι, εν τέλει, η ζωή είναι κατ’αρχήν
ένας διάλογος με τα πράγματα.
Franz Kafka

ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΑΠ'ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΜΑΘΑΜΕ ΝΑ ΖΟΥΜΕ ΧΩΡΙΣΤΑ. Με κεφαλαία γράμματα, σ'έναν χαμηλό κάτασπρο τοίχο μιας καλοκαιρινής αυλής λίγο πριν τη Μονεμβασιά, γραμμένο από σπρέι, φυλαχτό σε κάποιο ματαιωμένο χέρι. Πίσω του, φαντάσου να προηγούνται ευλαβικά ματαιωμένες χειρονομίες. Θυμήθηκα τον Βακαλόπουλο. Πάλι. Μέσα σε είκοσι χρόνια κατάφεραν να γυρίζουν πολύ άνετα από την άλλη μεριά, αυτό ήταν το πιο μεγάλο κατόρθωμα στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι ελεύθερες σχέσεις, ο σεβασμός της προσωπικότητας, η ισότητα των δύο φύλων, (...) να του γυρίζεις την πλάτη, να της γυρίζεις την πλάτη, το πρωί να έχετε μια δουλειά. Μέσα σε είκοσι χρόνια όλοι βρέθηκαν ξαφνικά να έχουν μια δουλειά, στις δέκα και μισή έπρεπε να βρίσκονται κάπου. Το χειρότερο απ'όλα είναι ότι μάθαμε να βρισκόμαστε κάπου. Αλλού ο καθένας.

Είναι καιρός τώρα που παλεύω να συντάξω ένα κείμενο που ξεκινάει με τη λέξη ιδιωτεύουμε. Και κάπου εκεί, στην πρώτη πρόταση, σ'αυτό το ρήμα του πρώτου πληθυντικού, σκαλώνω· στη σκληρή του ομολογία, στο γκρεμό των αναμνήσεων που φωτογραφίζει αντίκρυ του: μια ανισόπεδη γεωγραφία των χειρονομιών και των βλεμμάτων, της οποίας η πυξίδα ζαβώθηκε, πια δεν δείχνει ούτε νότο, ούτε την πηγή με το νερό. Θάφτηκε στην άμμο, μαζί με κάτι καλοκαίρια που μας γύρισαν την πλάτη για πάντα. Αυτά φέρνω στο νου και το σκαλώνω. Αλλά και πως άλλαξαν οι ζωές μας, πως ζαβώθηκαν από τον ήλιο, από τους ήλιους, πόσο μυρίζουν λιγότερο ζωή. Είμαστε οι επιλογές μας στο youtube, το γαμάτο βίντεο που σπάμε όλοι πλάκα, ο τάδε καθυστερημένος, το έτσι αστείο, το κόμεντ που μας ψύχρανε, που κόψαμε, που όποιος πιστεύει αυτά να φύγει απ'το προφίλ μου. Φτιάξαμε προφίλ, με τον καιρό. Χειριζόμαστε την εικόνα μας, με αγωνία, με κανόνες. Διαγράφουμε φίλους και στίγματα απ'το προφίλ μας· δεν ταιριάζουν στο προφίλ. Διαγραφές· τοίχοι μεταξύ μας· τείχη μέσα μας. Γιατί πιστεύουμε άλλα ο καθένας· γιατί δεν συγχρονίζονται οι μονόλογοί μας· ένας τοίχος ο καθένας. Κάπου στριμωγμένα και απεγνωσμένα, ανάμεσα στις διατάξεις των ψηφίων, συναντιούνται πλέον οι ανάσες μας. Στο facebook, το προσωποβιβλίο· ηλεκτρονική προσωποκράτηση.

Έχουμε όλοι πρόσωπο, τώρα πια έχεις και μούρη· κύριος του εαυτού σου, άνθρωπος σωστός με επιλογές, με γούστα, έχεις password και χώρο ιδιωτικό να παίζεις -ιδιωτεύουμε- να ελέγχεις, να δημοσιοποιείσαι -ιδιωτεύουμε σου λέω. Να μαθαίνεσαι. Και -όχι όπως παλιά- κανείς δεν τσεκάρει τη μούρη σου, δεν σε κοιτάνε στα δόντια αν τους κάνεις. Κάνεις· μια χαρά τους κάνεις. Δεν έχει face control, έχει μόνο facebook control. Και, όχι, δεν είναι ο έλεγχος αν έχεις facebook. Είναι ο έλεγχος του facebook αν σε έχει. Αν έχεις παρουσία, αν υπάρχεις, αν σπουδαία γράφεις επαναστάτους, αν οργίζεσαι. Τόσο όσο. Αν έχεις τοίχο, αν έχεις γίνει τοίχος.

Όσο για τις φωνές μας, έχουμε γίνει σαν επιθεώρηση· γέροι μάπετ σόου στον εξώστη. Οι παρασιτικές ασημαντότητες και τα γυαλιστερά καλοπληρωμένα τίποτα κάνουν παρέλαση και εμείς μεγαλώνουμε τον μάταιο τον ανέξοδο θόρυβο, μπας και πηδήξουμε κι άλλο χειμώνα, μπας και περάσουμε τη θλίψη -να την κρύψουμε και να την ξεγελάσουμε. Η θλίψη που κι αυτή μεγαλώνει, αυξάνει κι η παγκόσμια θλίψη· το παγκόσμιο κλάμα κάποιου Χάκκα -ιδιωτεύουμε, δεν τον διαβάσαμε, τον διάβασες ίσως μόνος, στα πεταχτά. Όλη μέρα στο χορό του κάθε σαλτιμπάγκου, του κάθε τερατόμορφου καμποτίνου που αφήνει πληρωμένα σάλια πάνω στα ιερά μας μνήματα, των πάσχων, των πρετεντέρηδων, των αδωνίσκων, μαθημένοι στις λέξεις τους εμείς από πίσω, να τρέχουμε στο κατόπι τους, όλα με σύνθημα απαντημένα, όλα οργισμένα, όλα 0 και 1, όλα ψηφία· όχι πια ψήφος, μόνο ψηφία. Και κάτω από περσόνες χατζηστεφάνου και πολύχρωμα άβαταρ, παλεύουμε να συνταχθούμε και να μετρηθούμε, νομίζοντας πως η φωνή μας γράφεται -με γράμματα ή με ψηφία. Δεν γράφεται όμως. Η φωνή ακούγεται· αντηχεί, στο δρόμο μόνο, ούτε καν στο σπίτι -εκεί σε ακούει μόνο όποιος τυχαίνει να ιδιωτεύει πλάι σου. Έξω από τις ιδιοκτησίες, μπορείς να ακούσεις τη φωνή σου.

Και η ιδιωτεία μας -η ιδιώτευσή μας, πες το όπως ακούγεται πιο σωστά- έχει κομπανία. Αντάμα οι αυτά μας έφεραν ως εδώ με τις εύκολες απαντήσεις σε κάθε δυσκολία, που δεν γνωρίζουν από μεταίχμια, δεν συγκινούνται από όρια. Κύριοι της παρακμής τους, δεν θέλουν ν'αλλάξουν τίποτα· θέλουν να δείχνουν αυτά που δεν αλλάζουν. Γεννημένοι με τεντωμένα δάχτυλα, που λυγίζουν μόνο για τη μάσα, που χαλαρώνουν μόνο για να ξύσουν την πάρτη, τα ενδότερα του ιερού εαυτούλη. Οι αυτά μας έφεραν ως εδώ δεν έχουν ιδέα ούτε ποια είναι αυτά ούτε ποιο το εδώ -καλά καλά δεν ξέρουν το μας τι πάει να πει· αρνήθηκαν, βλέπεις, κάθε εμείς. Και σκήνικο πίσω από τις σκιές τους, η ελλάδα του Μελισσοκόμου: απόκρημνες ελπίδες και βοσκοτόπια, μελίσσια και ηρωικά κοινόβια στη μέση του πουθενά, χώρα του πουθενά και πουθενά χώρος, βρωμιά πασόκ, σιχαμένες ανταλλαγές, οικοδομές στην έρημο, ένδοξες τσιμεντοκολώνες στην ύπαιθρο και μπετόν αδριάντες σε πλατείες, χέρσα πεδία, χέρσοι δρόμοι, κυνηγημένος έρωτας, κυνηγημένα όνειρα, ίχνη στο χώμα και στην καταραμένη λάσπη που κανείς δεν τα είδε, που ήρθε και τα μπάζωσε κάτω από χυδαίες μίζες.

Στο δρόμο μόνο μετανάστες βλέπω να χαμογελούν, να συντηρούν μέσα σε κάθε έρεβος αυτή τη μικρή τελετουργία των μυών των χειλιών που μεγαλώνει το χρόνο, που μικραίνει το κακό. Κι αυτοί δεν έχουν ούτε βάρκιζες να κλαίνε, ούτε πεζούλια να χωρίσουν. Από μια καμένη πατρίδα έχει ο καθένας τους και μία βάρκα σε κάποιο βυθό, ντυμένη με ρούχα αδερφών τους που γίναν κοράλλια. ΛΟΛ λέμε εμείς στην καθημερινή μας συνάφεια, στις ψηφιακές επαφές μας· λολ, το χαμόγελο έγινε τρία γράμματα, ψηφία. Το χαμόγελο πια γράφεται, σταμάτησαν να συσπώνται οι μύες στα πρόσωπά μας. Σταμάτησαν και τα πρόσωπά μας. Γελούσε άραγε ο homo sapiens; Γελούσε ο νεάντερταλ;

Στο μεταξύ -ρεφρέν μελαγχολίας του τέλους των επιθυμιών μας- ιδιωτεύουμε, ταξινομούμε τόμους στις ετοιματζίδικες ναζιστικές βιβλιοθήκες μας, καταβροχθίζουμε τηλεοπτικές σειρές -κατεβάζουμε με αδηφαγία όλες τις σεζόν σε μία ώρα- και ενδελεχούμε σε σενάρια ηρώων αλλοτινών εποχών, αδυνατώντας να αναγνωρίσουμε σημάδια ηρωικά στις μελλοντικές εποχές, αυτές που εμείς φτιάχνουμε, αυτές που εμείς ορίζουμε. Πια λέμε λάηβ, όχι συναυλία. Είχε μια παρέα μέσα του αυτό το συναυλία. Το λάηβ έχει κάτι το ευρωπαϊκό -να βρίσκεσαι κάπου στις δέκα και μισή, να μαθαίνουμε να ζούμε χωριστά, να πηγαίνουμε στα λάηβ χωριστά, να συναντιόμαστε εκεί· για λίγο. Μέχρι να παίξει το κομμάτι μας, να το ποστάρουμε κι οι δυο την άλλη μέρα· στους τοίχους μας. Κι οι τοίχοι μας, ν'ακούνε τους φασίστες μέσα μας-αφού δεν τους ακούμε εμείς· κι αφού έχουμε βαλθεί να τους σκοτώσουμε. Αντί να τους πάρουμε από το χέρι να πάμε μια βόλτα, να δούμε πως είναι από την άλλη μεριά, να δούμε τους ανθρώπους απ'όλες τις μεριές, να πιούμε καμιά ρακή με αποτρελαμένους παπάδες που ξέχασαν το δρόμο του θεού, που έγιναν θεοί των δρόμων, να αγαπήσουμε κανά ζητιάνο. Αλλά πραγματικά αυτή τη φορά.

Λέω δηλαδή πως ήταν πιο ωραία με τις παύσεις και τις αποστάσεις, όταν λείπαμε ο ένας από τον άλλον για λίγο. Όταν παίρναμε τηλέφωνα -παίζοντας με τις αποστάσεις. Τις παλιές τις μέρες περίμενα πως και πως να χτυπήσει το τηλέφωνο. Τώρα τρέμω μη χτυπήσει, ειδικά μετά τα μεσάνυχτα. Είναι που έχουν αρχίσει και αραιώνουν κάποιοι κοντινοί, και είναι μια αγωνία πια οι πολύ κοντινοί -είναι που σου'χουν ξυπνήσει τέτοια χαράματα. Είναι που δεν καθήσαμε ποτέ να μετρήσουμε πόσες ευχές μας πραγματοποιήθηκαν. Κάθε χρόνο λέμε, κάθε χριστούγεννα, γενέθλια, ποιες βγήκαν άραγε; Ποιες μπήκαν στο αρχείο, ποιες άλλες να κάνουμε; Τι να ευχηθούμε τώρα; Αποστερημένοι από την από κοινού θέαση, ξεχάσαμε και τον Παζολίνι. Ξεχάσαμε ποιος είναι ο πατέρας μας, που είχε πάντα εικόνες για τα μάτια μας. Ζούκερμπερ θέλαμε, όχι μπάνιο στο Ζούμπερη -μια ηλιοκαμένη Κυργιακή (ναι, αυτή με ένα γ παραπάνω). Το share από τότε που έγινε κουμπί, έχασε τη σημασία του. Κανένα μοίρασμα, μόνο "αν το'χεις δει αυτό το βίντεο", όχι δεν το'χω δει, δες το, το βλέπω ως τη μέση, επόμενο βίντεο, συλλογή από κλικ. Views· θεάσεις του εφήμερου. Θεάσεις, όχι ματιές ούτε βλέμματα που συναντιούνται. Όπως όταν ασπούμε ξεκινάει το Repeater των Fugazi -μαλάκα μου περίεργος δίσκος, αν δεν τον ακούσουμε ολόκληρο δεν θα καταλάβουμε, το ξέραμε αυτό, κάτσε λοιπόν να τον ακούσουμε. Σιωπές, αυτιά στα ηχεία. Δεν υπάρχει αντίστοιχο ουσιαστικό του βλέμματος για το αυτί. Το αυτί εστιάζει στις παραμορφωμένες κιθάρες, ιδρώνει, αναστατώνεται, τρεκλίζει. Δεν υπάρχει αντίστοιχη λέξη σαν το βλέμμα, υπάρχει όμως κάτι από κοινού εδώ, υπάρχει κάτι παραπάνω από τη θέαση. Δίσκοι -πλέον μαζεμένοι σε στοίβες, ταξινομημένες υποσημειώσεις του βιώματος, μέσα στο γκρεμό των αναμνήσεων που σου'λεγα πριν πολλή ώρα.

Τώρα πια το καλοκαίρι γελάει μαζί μας, το φθινόπωρο και οι χειμώνες χασκογελούν· πάντα χασκογελούν. Εμείς τοίχοι και ψηφία, εντρυφούμε στο θάνατο στην πόλη· μας μαγνητίζει ψυχαναγκαστικά η μυρωδιά του. Τριγυρίζουμε στα ίδια λημέρια, στα μαγαζιά του ζόφου, στα άτιμα μεροκάματα, σχεδόν ανήμποροι να ονοματίσουμε με θάρρος τις έξεις μας, σχεδόν τσιγκούνηδες με τις λέξεις μας. Δεν παραδεχόμαστε ούτε ήττες, ούτε νίκες. Δεν αναγνωρίζουμε τον ήλιο, δεν βλέπουμε πια στο καλοκαίρι την τελευταία δυνατότητα να υπάρξουμε, δεν περιμένουμε από το φθινόπωρο, παραδινόμαστε στους χειμώνες. Ξεσκάμε που και που, μετρώντας ενοχές και αναβολές, ζωή πνιγμένη στα υπόλοιπα, στις εκκρεμότητες και τις σχεδιασμένες ματαιώσεις, στα μεταίχμια και στα όρια, παλεύοντας για ραντεβού και γουναράδικα, για λίγη ακόμα αξιοπρέπεια, για λίγο ήλιο στη μοίρα.

Παιδί σκοτώνεται στο κέντρο της πόλης· δεν είχε εισιτήριο. Ξαναγράφω τις λέξεις και ψάχνω την κλωστή που τις ενώνει: σκοτώνεται -το σκο με ο όπως το σκότος, ο σκοπός, η σκοπιά· δεν είχε εισιτήριο. Στο κέντρο της πόλης -κέντρο όπωςκέντρο διασκέδασης, κέντρο όπως κέντρο φιλοξενίας, πόλη όπως πολυκοσμία. Παιδί σκοτώνεται στο κέντρο της πόλης· έβλεπε ολυμπιακό και δεν ήταν φασίστας. Παιδιά περιμένουν να σκοτωθούν, περιμένουν να πεθάνουν, περιμένουν να ζήσουν, περιμένουν χωρίς εισιτήριο, περιμένουν στο κέντρο της πόλης. Πως έγιναν έτσι οι ζωές μας; Για πότε μύρισαν θάνατο; Πόσο πήρε να γίνουν κολάσεις οι πόλεις· τα μέρη που μεγαλώσαμε, που αγαπήσαμε, που αγαπηθήκαμε. Μέρη που εμείς τα μεγαλώσαμε· που αυξήσαμε τη σκιά τους και χτίσαμε ξέφωτα στις μεσοτοιχίες τους -τι ξέραμε άραγε από αντοχές υλικών όταν τα χτίζαμε; Παιδιά σκοτώνονται, δεν μεγαλώνουν· και είναι όλα φυσικά. Το μόνο που δεν είναι πια φυσικό είναι οι διακοπές μας. Βρωμάει θάνατος κι εκεί, τον κουβαλάς στη θάλασσα. Για πότε όμως η ζωή σου άδειασε απο θάλασσα. Για πότε έγινε κάθε ώρα κάθε στιγμή. Χωρίς διακοπές· μόνο ενοχές. Να ιδιωτεύουμε, να περνάει η ώρα. Να κάνουμε επιλογές, να γινόμαστε καλύτεροι· τοίχοι.

Το χειρότερο απ'όλα είναι ότι μάθαμε να βρισκόμαστε κάπου αλλού πάντα.
Το χειρότερο απ'όλα είναι ότι μάθαμε να ζούμε χωριστά.
Το χειρότερο απ'όλα είναι ότι μάθαμε να πεθαίνουμε χωριστά.
Το χειρότερο απ'όλα είναι ότι μάθαμε να μην ζούμε δεν μάθαμε να ζούμε.
Το χειρότερο απ'όλα είναι ό,τι δεν.

Εδώ εμείς και δεν. Όλα στο 36 κόκκινο ρε. 
Ξανά και ξανά. Θα ανατέλλω.

Σε βλέπω, σ’ ακούω (αναδημοσίευση)


του ΚΙΜΠΙ (http://kibi-blog.blogspot.gr)
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Επενδυτής στις 2/11/2013 

Την ώρα που πληκτρολογώ αυτά τα γράμματα, αυτές τις φράσεις, όσο κοντοστέκομαι στις λέξεις, σβήνω τη μια και ψάχνω άλλη, ένας γιγαντιαίος σέρβερ που δεν ξέρω πού ακριβώς βρίσκεται -υποθέτω κάπου στη Silicon Valley- καταγράφει κι αποθηκεύει κάθε δισταγμό και κάθε αποφασιστική μου κίνηση. Εφόσον το laptop μου είναι συνεχώς online και κάθε λίγο ανατρέχω στις μηχανές αναζήτησης για να ψάξω μια πληροφορία, να στείλω ή να πάρω ένα μήνυμα, να χαζέψω, να λύσω ένα Sudoku ή να κρυφοκοιτάξω μια τσόντα, ό,τι κάνω με τα μάτια και τα χέρια μεταξύ οθόνης και πληκτρολογίου απομνημονεύεται σε έναν τεράστιο ψηφιακό εγκέφαλο. Δεν είναι βέβαιο ότι οι πληροφορίες που διαθέτει αυτός ο «Μεγάλος Αδελφός» για μένα ή για καθένα από τους 2,5 δισεκατομμύρια χρήστες του Διαδίκτυου θα του είναι ποτέ χρήσιμες. Αλλά έχει όλες τις δυνατότητες να τις χρησιμοποιήσει κάποια στιγμή εις βάρος μου και εις βάρος οποιουδήποτε. Το ίδιο συμβαίνει με τους περίπου 6 δισεκατομμύρια χρήστες κινητών και σταθερών τηλεφώνων, το 85% του παγκόσμιου πληθυσμού, οι συνομιλίες των οποίων μπορούν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να καταγραφούν, να αποθηκευτούν, να απομαγνητοφωνηθούν και να χρησιμοποιηθούν εναντίον τους, αν παραστεί ανάγκη.

Είναι κοινό μυστικό ότι οι ιδιωτικές ή κρατικές υπηρεσίες παροχής ψηφιακών επικοινωνιών έχουν τα τεχνολογικά μέσα να το κάνουν. Έχουν επίσης το νομικό πρόσχημα να το κάνουν, χάρη σε σειρά νομοθετημάτων που θεσπίστηκαν εν ονόματι της δημόσιας ασφάλειας ή της αντιτρομοκρατίας (ιδιαίτερα μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους). Και κατά κανόνα έχουν και τη συναίνεσή μας να το κάνουν. Άλλοτε με τη μορφή της φαρδιάς πλατιάς υπογραφής μας στα συμβόλαια σύνδεσης που υπογράφουμε χωρίς να διαβάσουμε, κι άλλοτε με την αθώα κι ανυποψίαστη συμβολή μας στην «αναβάθμιση» των υπηρεσιών που μας παρέχουν οι μηχανές αναζήτησης, οι εταιρείες εξυπηρέτησης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, οι εταιρείες παροχής λειτουργικών συστημάτων και τα social media. 

Κάθε φορά που ο πάροχος ενός προγράμματος το οποίο μου είναι απαραίτητο μου στέλνει ένα άδολο μηνυματάκι περί αναβάθμισής του και «νέων όρων προστασίας απορρήτου», κάθε φορά που η υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προσθέτει λειτουργίες και δυνατότητες που η χρήση τους απαιτεί την «αποδοχή» μου, το δικό μου «ναι» ή «όχι» στους όρους που κατά κανόνα δεν διαβάζω δεν είναι μια πράξη δημοκρατίας στον κυβερνοχώρο, αλλά μια κίνηση συνενοχής. Παρ’ ότι η ψηφιακή τεχνολογία προκαλεί μια έκρηξη νέας κοινωνικότητας, μας οδηγεί ταυτόχρονα σε μια τρομακτική αύξηση της ιδιώτευσης. Και -σχιζοειδώς αντιφατικό αυτό- παρ’ ότι στο νέο σύμπαν της ψηφιακής κοινωνικότητας ιδιωτεύουμε περισσότερο από ποτέ, ο χώρος της προστατευμένης ιδιωτικότητας εξαφανίζεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Μας βλέπουν και μας ακούνε, χωρίς να τους βλέπουμε και να τους ακούμε. 

Το παράδοξο είναι πως αυτή η δικτατορία της παρακολούθησης δεν φαίνεται να ενοχλεί τους περισσότερους. Ίσα ίσα που σε ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αναπτύσσεται μια κουλτούρα εθελοδουλείας και αυτο-έκθεσης, ένας αυτοπαθής ναρκισσισμός που ουδεμία σχέση έχει, φυσικά, με την παρρησία της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας (δικαίωμα και υποχρέωση της δημόσιας γνώμης). «Εγώ με την καινούργια γκόμενα φιλιόμαστε», «Είμαστε στα Starbucks και πίνουμε καφέ», «Σας αρέσουν αυτές οι γόβες; Τις παίρνω;». Η φωτογραφία, το σχόλιο και το κυνήγι των likes στις ιστοσελίδες «κοινωνικής δικτύωσης», όπου ένα παράξενο πλήθος δημοσιοποιεί κάθε εκδήλωση της ασημαντότητάς του, αναμένοντας την επιδοκιμασία από εκατοντάδες ή χιλιάδες «φίλους», είναι πρωτίστως ένας μηχανισμός συναινετικής παρακολούθησης, διαμόρφωσης κοινωνικού, οικονομικού και τελικά καταναλωτικού προφίλ για κάθε χρήστη τους, η ιστοσελίδα του οποίου πλημμυρίζει από στοχευμένα διαφημιστικά «μπανεράκια». 

Φυσικά, τα social media, το Διαδίκτυο, οι τηλεπικοινωνίες δεν είναι μόνο «Μεγάλος Αδελφός». Δεν τα δαιμονοποιώ λόγω προσωπικής τεχνολογικής καθυστέρησης, ημιαναλφαβητισμού και καχυποψίας. Όλα είναι ταυτόχρονα δεσμοί κοινωνικοποίησης, δίαυλοι διαλόγου, δημόσιας γνώμης, ζύμωσης. Αλλά είναι πρωτίστως μια αγορά, μια τεράστια αγορά πληροφοριών για τις τάσεις, τις προτιμήσεις, τα γούστα, τις ιδιοτροπίες, τα μυστικά και τα ψέματα του ατόμου και του πλήθους. Η συλλογή και αξιοποίηση αυτών των πληροφοριών είναι το κίνητρο όλων αυτών που επενδύουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια κάθε χρόνο στην ανάπτυξη της τεχνολογίας της επικοινωνίας. Η παρακολούθηση, η καταγραφή και η επεξεργασία αυτών των σημαντικών ή ασήμαντων πληροφοριών για καθέναν από μας είναι πυρήνας και όρος ύπαρξης της παγκόσμιας ψηφιακής μηχανής και αγοράς. Ειδάλλως δεν θα είχαν κανένα λόγο να ξοδεύουν έστω κι ένα ευρώ για να ικανοποιήσουν τις αδηφάγες επικοινωνιακές μας επιθυμίες πριν καν τις εκφράσουμε. 

Κοντά στον βασιλικό ποτίζεται κι η γλάστρα. Όποιος υποκρίνεται ότι εκπλήσσεται από τις αποκαλύψεις για τις αμοιβαίες παρακολουθήσεις ΗΠΑ - Ευρώπης ακόμη και στο ανώτατο επίπεδο των ηγετών είναι ή βλαξ ή ύποπτος συνενοχής. Όταν οι τηλεπικοινωνιακές συνήθειες εμού του ασημαντότατου είναι τόσο σημαντικές για την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας ώστε να προσπαθεί καθημερινά και επίμονα να με αποσπάσει από τον ανταγωνιστή της, όταν το Χ social medium καταφέρνει να πέσει διάνα στο ποιοι χρήστες ή bloggers θα μ’ ενδιέφεραν να τους «ακολουθήσω» (η ιδεολογική και πολιτική ευστοχία τους με κάνει ν’ ανατριχιάζω), γιατί θα ήταν αδιάφορες οι τηλεφωνικές συνομιλίες της Μέρκελ για την αμερικανική NSA ή τη ρωσική FSB; Το έκαναν από την εποχή της Μάτα Χάρι, του Ράιλι και του Φίλμπι. Γιατί δεν θα το κάνουν τώρα που η τεχνολογία τους απαλλάσσει από τα ρίσκα των ανθρώπινων αδυναμιών; 

Το σοβαρό και νέο -πέρα από τον γραφικό τζαμπαμαγκισμό του Πάγκαλου, που έκανε την εβδομαδιαία πλάκα του για να μείνει στο προσκήνιο του μηδενός- είναι ότι έχει επέλθει μια τεράστια τεχνολογική -και τελικά πολιτική, κοινωνική και οικονομική- αλλαγή στον μηχανισμό του «Μεγάλου Αδελφού». Η αμερικανική NSA μπορεί να παρακολουθεί τη Γερμανίδα Μέρκελ και τον Κινέζο Σι Τζινπίνγκ χρησιμοποιώντας και γερμανικής κατασκευής δορυφόρους ή κινεζικούς μικροεπεξεργαστές, αλλά αυτό είναι μόλις μια ελάχιστη ένδειξη της ώσμωσης που έχει επέλθει ανάμεσα στους ιδιωτικούς και τους κρατικούς «μηχανισμούς» παρακολούθησης. Το «παγκόσμιο ψηφιακό χωριό» είναι ένα τεράστιο σύμπλεγμα από ιδιωτικούς και κρατικούς δορυφόρους τηλεπικοινωνιών και μετάδοσης δεδομένων, κρατικές και ιδιωτικές υπηρεσίες παροχής ψηφιακών υπηρεσιών που λειτουργούν χωρίς στεγανά, με διαρκή συνέργεια, αλλά και ανταγωνισμό. Η δράση των μυστικών υπηρεσιών -είτε αναπτύσσεται με πρόσχημα την «εθνική» ασφάλεια, είτε την «κοινωνική»- στην πραγματικότητα είναι ένα απειροελάχιστο τμήμα αυτού του παγκόσμιου «νέφους» παρακολούθησης που αναπτύσσεται ερήμην μας, αλλά και με την ανυποψίαστη συναίνεσή μας. Κι είναι αδύνατη χωρίς τη συνεργασία των ιδιωτικών πυλώνων του που, κατά τα λοιπά, νοιάζονται απλώς για το καταναλωτικό μας προφίλ και τα όλο και λιγότερα λεφτά μας. 

Μας βλέπουν και μας ακούνε ανά πάσα στιγμή. Ακόμη κι η τελεία που θα μπει στο τέλος αυτής της φράσης αυτού του κειμένου θα καταγραφεί. Δεν ξέρω σε τι θα τους φανεί χρήσιμη κάποτε. Ίσως είναι το τεκμήριο ενός στυγερού μου εγκλήματος κατά του κράτους, ίσως το σημείο στίξης που απλώς θα με κάνει post mortem διάσημο, όπως έκανε διάσημο τον Σαραμάγκου η γενική απέχθεια στις τελείες και στα άλλα σημεία στίξης. Ίσως είναι η τελεία που πρέπει να βάλουμε στην ανοχή και στην αμεριμνησία μας απέναντι σ’ όσους μας βλέπουν, μας ακούνε, μας καταγράφουν, μας φακελώνουν και μας καταστρέφουν. 

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ 
Αισθήματα έχω αδερφικά 
για της ασφάλειας τα φτωχά λαγωνικά 
που με χιόνια και βροχές 
να με φυλάνε έχουν διαταγές. 

Μικρόφωνα βάζουν για ν’ ακούν
όσα από το στόμα μου περνούν
τραγούδια και βρισιές κι αστεία
στον καμπινέ και στην τραπεζαρία.

Αδέρφια μου ασφαλίτες, εσείς μόνο
τον δικό μου ξέρετε τον πόνο. 

Εσείς ξέρετε πως 
η σκέψη μου είναι διαρκώς
τρυφερή και παθιασμένη 
στον αγώνα αφιερωμένη. 

Λόγια που αλλιώς θα ’χαν χαθεί
στα μαγνητόφωνά σας έχουνε γραφτεί.
Και για ύπνο όταν πάτε 
τα τραγούδια μου ξέρω τραγουδάτε. 

Ευχαριστώ γι αυτό πολύ
συνεργάτες μου πιστοί. 

Βολφ Μπίρμαν, «Μπαλάντα για τους ασφαλίτες» (Μετάφραση Δημοσθένη Κούρτοβικ, για τον δίσκο του Θ. Μικρούτσικου, «Πολιτικά τραγούδια»

Παρασκευή 8 Νοεμβρίου 2013

Ήρθαν οι μέρες που φοβήθηκες (σονέτο) -αναδημοσίευση

από MHNYMAL


Ήρθαν οι μέρες που φοβήθηκες
~ κατά τας γραφάς ~

Άδειο κεφάλι στεγανό. Γλομπέ φαλάκρα.
Εγκληματίες, τρομοκράτες, φασισμός.
Δεν βλέπω χάσμα. Δεν θα ήτανε σεισμός.
Φτέρουγες σκέπασαν κατά συνθήκην άκρα.

Ήρθαν οι μέρες που φοβήθηκες, κοιμήσου. 
Έρχονται νύχτες γνήσια δημοκρατικές. 
Σ' έχουν προβλέψει όλες οι στατιστικές. 
Το κράτος πάντα προστατεύει την τιμή σου. 

Ήρθαν οι μέρες που φοβήθηκες και βιάσου. 
Ήρθε ο καιρός να δοκιμάσεις αν χωράς 
στο δρόμο που έτρεχες μικρό παιδί σαν ήσουν. 

Ίδρωτες βρέχει, θα λερώσουν την προβιά σου, 
να μοιάζεις έντομο αστικής παραφοράς. 
Άργησες μάλλον. Έρχονται να σε ρυθμίσουν. 

Η τύφλωση ενός αγωνιστή και η υποκρισία


«(...) Το πρωί θα βρούμε κι άλλους. Θα έρχονται απ’ τον ορίζοντα, τις πόλεις, την θάλασσα. Θα πλησιάσουμε. Θ’ αρχίσουμε πάλι. Να μια φωτεινή σκέψη! Οι άλλοι! Οι “σαν κι εμάς”...»
Οδυσσέας Ιωάννου

● Αλήθεια, πώς είναι η υπόλοιπη ζωή χωρίς μάτι, με τη μισή σου όραση βγαλμένη με Βία από μια Βία που «καταδικάζει τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», χωρίς ποτέ όμως να καταδικάζει τη βασανιστικά ατέλειωτη Βία τη δική της, που με «σάλτο μορτάλε» ρίχνει την κοινωνία απ’ τούς ορόφους μιας ζωής στενής, ανυπόφορης και άσχημης;

● Αλήθεια, πώς είναι να μην έχεις πλέον το ένα σου μάτι από το «κανονάκι» τής σχολής Μελίστα και Κορκονέα (και βέβαια δεν είναι όλοι στην αστυνομία τής ίδιας «σχολής» και φασίστες) σε ευθεία βολή, στοχευμένα πάνω στο πλήθος, το βράδυ στις 18.9.2013 που διαδήλωνες στο Κερατσίνι για την πολιτική δολοφονία του Παύλου Φύσσα από το μαχαίρι ενός σφαγέα τής Μαύρης Αυγής; Πού βρίσκεις αντοχές τρέχοντας με αφόρητους πόνους στους διαδρόμους του «Τζανείου» με το μάτι στα χέρια σου και γύρω σου άλλοι 31 τραυματίες με σπασμένα κεφάλια στα επείγοντα;

● Αλήθεια, πώς κρύβεται η Βία τού «συνταγματικού τόξου», της «δημοκρατίας πού δεν εκδικείται», η καρακοσμάρα και η ελαφρότητα των «προοδευτικών» γραφιάδων και τού καλλιτεχνικού - διανοούμενου (;) καφενέ που σαπίζουν ρεμβάζοντας «ήρεμα κι απλά» πάνω από τα λουτρά της Κρατικής Βίας, βουβοί, ασάλευτοι και αμέτοχοι;

● Αλήθεια, πώς λέγεται το γεμάτο υποκρισία δάκρυ συγκίνησης, η επιλεκτική όραση και το ενδιαφέρον που εξαντλείται στην ανθρώπινη (πράγματι) πάντα πλευρά του υπαρκτού κινδύνου για την όραση στο δεξί μάτι του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, ενώ για τη διάλυση του δεξιού ματιού ενός διαδηλωτή οι κάμερες, τα μάτια και τα μολύβια κοιτάζουν βουβά προς τα κάτω, εδώ και σχεδόν ενάμιση μήνα;

Γαβριήλ Α., αναρχικός αγωνιστής για την κοινωνική απελευθέρωση από τη φρίκη ενός Μέλλοντος - Φυλακής και Δουλείας, όπου τα πάντα θα τα σκεπάζει η φοβέρα του εκφασισμού και τού βιασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας!

Από τις 18.9.2013 τυφλός στο δεξί του μάτι και ένα (ακόμη) πολιτικό έγκλημα χωρίς τιμωρία...

Κρατήστε στα ορθάνοιχτα μάτια σας, της δικής σας πραγματικής Δημοκρατίας και Ευαισθησίας, την εικόνα ενός ματιού που χύνεται στην άσφαλτο από τα νόμιμα τάγματα εφόδου της ολιγαρχίας που με τον παραλογισμό και την αλαζονεία της λειτουργεί ως προθάλαμος του ναζισμού, ενός νέου 1967 και μιας νέας αντικομμουνιστικής, σκοταδιστικής και μετεμφυλιακής εποχής Τεράτων

● που αναζητεί «θεωρίες των άκρων» για να «ξεπλυθεί» στις οθόνες ως «εγγυήτρια δημοκρατίας, σταθερότητας και ομαλότητας»,

● που έχει ως σήμα και ταυτότητα κρότου - λάμψης και δακρυγόνα σε ευθεία βολή αδειάζοντας την κοινωνία από δικαιώματα, εργασία, δημόσια υγεία, παιδεία, ευκαιρίες, όνειρα και πολιτισμό.

Πόση ακόμη νομιμοποίηση και θεσμοποίηση της Πολιτικής Βίας από το πλέον παρακμιακό ψευτοπατριωτικό κυβερνητικό μόρφωμα (που έχει υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο ποιότητας και ήθους της αστικής κοινοβουλευτικής πολιτικής τάξης της μεταχουντικής Ελλάδας) μπορούν να αντέξουν τα μάτια όλων μας μπροστά στην παρέλαση τρομοκρατίας και βιολαγνείας του «Κράτους Δικαίου»;

Τα βασανιστήρια και η φασιστικού τύπου μεταχείριση στο «τέμπλο δημοκρατίας» της Γενικής Ασφάλειας συλληφθέντων αντιφασιστών - αναρχικών.

● Η σωματική διαπόμπευση και προσβολή (και όχι μόνο) της Φαίης Μέγερ και τού Δημοσθένη Παπαδάτου από την «αντιτρομοκρατική» υπηρεσία.

● Ο ξυλοδαρμός των 4 συλληφθέντων για τη ληστεία στην Τράπεζα του Βελβεντού Κοζάνης.

● Τού διαδηλωτή Γιάννη Καυκά που έδωσε μάχη για μέρες στην εντατική μετά τον ξυλοδαρμό του από τα ΜΑΤ στις 11.5.2011.

● Η άγρια αστυνομική καταδίωξη και καταστολή στον πεζόδρομο της Αρεοπαγίτου στις 10.7.2013 της διαδήλωσης για τον απεργό πείνας Κ. Σακκά.

● Με κάταγμα κρανίου και θλάση εγκεφάλου από τα ΜΑΤ ο φωτορεπόρτερ Μάριος Λώλος στις 5.4.2012.

● Με ρήξη τυμπάνου στο δεξί αυτί η Μαρία Κασόλα από κρότου - λάμψης στις 6.5.2010.

● Το ίδιο ο διαδηλωτής Παναγιώτης Σάμιος, ο δημοσιογράφος Μανώλης Κυπραίος έχασε όλη την ακοή του στις 15.6.2011, ο Θοδωρής Παναγιωτίδης πάλι με προβλήματα ακοής από ρίψη κρότου - λάμψης τον Φεβρουάριο τού 2009 σε διαδήλωση κατοίκων των Πατησίων έξω από το δημαρχείο Αθήνας και άλλοι πολλοί, που πλήρωσαν με σημαντικές βλάβες της υγείας τους τη συμμετοχή τους σε λαϊκές κινητοποιήσεις.

Τώρα ο Γαβριήλ Α., σε χειρότερη θέση από τα άλλα θύματα της αστυνομικής κτηνωδίας, χωρίς το ένα του μάτι και μια υπόθεση που έπρεπε να είναι στην κορυφή της πολιτικής ανάδειξης και καταγγελίας, να βρίσκεται προκλητικά έξω από την «ατζέντα της επικαιρότητας», στη σύμφωνη συνένοχη σιωπή που συνδέει Κατεχάκη, Μαξίμου, Ιπποκράτους και τηλεοπτική αγορά...

Μένει μόνο σε εμάς, που είμαστε έξω απ’ τον κύκλο αυτής τής σιωπής, να στηρίξουμε τον Γαβριήλ Α. Άλλους εκτός από εμάς ο αδερφός μας δεν έχει για να προβάλουμε το θέμα του και να τον στηρίξουμε οικονομικά και ψυχολογικά!

Σύντροφε / συντρόφισσα, στην καθημερινή εξαθλίωση και καταπίεση μπορεί να διαφωνείς μαζί μου σε όλα, μπορεί οι «μορφωμένοι δάσκαλοι» της εξουσίας να σε έχουν «διδάξει» πως είμαι εγώ ο «εσωτερικός εχθρός» σου, ο «τρομοκράτης», ο «εμπρηστής της Μαρφίν», ο «μπαχαλάκιας», το «άλλο άκρο».

Μπορεί με τα λάθη μου, από πολιτικό ναρκισσισμό και εγωκεντρισμό, να «βοήθησα» κι εγώ να είσαι απέναντί μου κι όχι δίπλα μου. Δεν γίνεται όμως το μάτι ενός ανθρώπου, που χάθηκε από τέτοιας μορφής φασιστική Βία, να μην μας ενώνει, έστω αυτό...

Αυτός ο αγώνας είναι για τα μάτια των δικών μας παιδιών, για να συνεχίσουν να είναι στη θέση τους κοιτάζοντας τον ουρανό και το φως ενός καλύτερου κόσμου, εκεί όπου τα μάτια δεν θα κινδυνεύουν από τις βολές της εξουσιαστικής βαρβαρότητας και του ολοκληρωτισμού του Κέρδους. Τη Ζωή που δεν θα είναι μια «επιχείρηση σκούπα» για τη «σωτηρία» μιας απάνθρωπης και αντικοινωνικής οικονομικής αταξίας και ανομίας.

Ο Γαβριήλ Α., όλα αυτά τα χρόνια, δραστηριοποιήθηκε στον δρόμο και έκανε πράξη κάθε στιγμή τις ιδέες του και την αγάπη του για τον άνθρωπο και την αξία της ζωής. Νύχτα - μέρα για τους πεινασμένους, τους άστεγους, τους πεσμένους, τους αποκλεισμένους, τους «αριθμούς» που καταρρέουν κάτω από τη Βία «της αναδιάρθρωσης της χώρας και των μεταρρυθμίσεων που πρέπει να γίνουν», όσα θύματα και «παράπλευρες απώλειες» κι αν αφήσουν πίσω τους...

Ο Γαβριήλ Α., έχει ανάγκη την αλληλεγγύη μας, τώρα που οι γιατροί προσπαθούν να σώσουν ό,τι μπορούν «αν σώζεται» κι έχει μπροστά του να αντιμετωπίσει πολυδάπανη χειρουργική περιπέτεια, φαρμακευτική αγωγή και νοσηλευτικά έξοδα...

Τα μάτια τα δικά μας καλούνται να δείξουν την αλληλεγγύη μας, στο ελάχιστο πού μπορούμε να κάνουμε...

(Λογαριασμός οικονομικής ενίσχυσης Alpha Bank: 209-00-2340003387, Γαβριηλ Α.)

Κουτί οικονομικής ενίσχυσης: «Κοινωνικός Χώρος - Βοξ», Θεμιστοκλέους και Αραχώβης, Πλατεία Εξαρχείων].

* Ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος (Κάιν - erozer2000@yahoo.gr) είναι μεμονωμένο άτομο από το Αναρχικό Κίνημα

Το σχολείο της φύσης και το άλλο… (αναδημοσίευση)

του Γιάννη Μακριδάκη

Από ένα νέο κορίτσι με το οποίο γνωριστήκαμε σε μια από τις πρόσφατες εκδηλώσεις στην Αθήνα, έλαβα ένα γράμμα με διάφορες σκέψεις επί των ζητημάτων “συστήματος-οικοσυστήματος, άνθρωπος-άτομο, ανάπτυξη-αποανάπτυξη, εκπαίδευση-αποεκπαίδευση”, αλλά από όσα ενδιαφέροντα και κριτικά μού έγραψε, ξεχώρισα μια πολύ όμορφη και άκρως ενδεικτική μικρή ιστορία, την οποίαν σας παρουσιάζω:

“…Θέλω να σου πω μια ιστορία. Φέτος το καλοκαίρι το έβαλα σκοπό να ανακαλύψω διάφορα φαρμακευτικά φυτά –βλέπεις έχω τελειώσει φαρμακευτική- μεταξύ των οποίων και το βάλσαμο. Για καιρό προσπαθούσα μάταια να εντοπίσω αυτό το κίτρινο λουλουδάκι με τα πέντε πέταλα και τους πολυάριθμους στήμονες. Ώσπου μια μέρα, στο πλαίσιο της καθιερωμένης πρωινής μου ποδηλατοβόλτας πριν το μπάνιο στη θάλασσα, το είδα ξαφνικά μπροστά μου στην άκρη ενός χωματόδρομου. Ένα μικρό θάμνο με κάτι πολύ ψιλά κίτρινα άνθη και κοκκινωπές κορυφές. Σταμάτησα επιτόπου το ποδήλατο. Το κοίταζα, το ξανακοίταζα, τόσο ταπεινό, σαφώς λιγότερο εντυπωσιακό από τις μεγεθυμένες φωτογραφίες του διαδικτύου. Έκοψα δυο κλωνάρια, τα έβαλα στην τσάντα μου και τα πήρα να τα εξετάσω με την ησυχία μου στην παραλία. Ήταν αυτό. Το βαλσαμόχορτο ή σπαθόχορτο ή βότανο του Άι – Γιάννη. Έπιασα τον εαυτό μου να χαμογελάει πλατιά με το κλωνάρι στο χέρι κι αμέσως σκέφτηκα τι εντύπωση θα έδινα στους παρακείμενους λουόμενους. Μάλλον θα με πέρασαν για τρελή έτσι όπως κρατούσα το αγριολούλουδο και γελούσα μόνη μου. Το παράξενο είναι ότι αυτή τη διαδρομή την είχα κάνει πολλές φορές μέσα στο καλοκαίρι. Το βάλσαμο ήταν πάντα εκεί αλλά τα μάτια μου δεν μπορούσαν να το διακρίνουν.

Συνέχισα και τις επόμενες μέρες τις βόλτες με το ποδήλατο ώστε να χαρτογραφήσω την περιοχή και να εντοπίσω κι άλλα σημεία απ’ όπου θα μπορούσα να συλλέξω το πολύτιμο βότανο. Εντόπισα κάμποσο σε μια αραιοκατοικημένη γωνιά του χωριού μου με περιβόλια. Το περισσότερο όμως το βρήκα στο χωράφι που συνορεύει με το Λύκειο. Η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι χρειάστηκε να καλύψω αρκετά μεγάλη απόσταση για να διαπιστώσω τελικά ότι το βάλσαμο βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το σπίτι μου, μες στο χωριό μου, δίπλα από το σχολείο μου. Επτά χρόνια μετά την αποφοίτησή μου από το Λύκειο, έπειτα από πέντε χρόνια προπτυχιακών και δύο χρόνια μεταπτυχιακών σπουδών στη φαρμακευτική, βλέπω επιτέλους το βάλσαμο στο φυσικό του περιβάλλον, εκεί δίπλα στην καγκελόπορτα του σχολείου. 

Αντικρίζοντας τα δύο όμορα σχολεία -το σχολείο της φύσης και το άλλο, το επίσημο- δεν μπόρεσα παρά να αναλογιστώ τη μεταξύ τους αντίφαση. Μετά σκέφτηκα την επιστημονική ονομασία του ανθρώπου: Homo sapiens ή άνθρωπος ο σοφός και αυτή του βαλσαμόχορτου: Hypericum perforatum ή υπερικό το διάτρητο. Μήπως θα ήταν πιο ακριβείς οι ορολογίες Hypericum sapiens και Homo perforatum; Νομίζω θα απέδιδαν καλύτερα τις ιδιότητες και των δυο”.