1. ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ
Τ… ………….. του ………. κατοίκου ……. (οδός ………… αριθμός…. με ΑΦΜ ……….
ΠΡΟΣ
Τον κ. Προϊστάμενο της ΔΟΥ …………
Σε σχέση με την οφειλή ΕΝΦΙΑ έτους 2014 (χρήση 2013) (Αρ. Χρημ. Καταλ. …./…..) ταυτότητα οφειλής ……………………………………………… σας δηλώνω πως ό,τι καταβάλω για την οφειλή επιφυλάσσομαι να αναζητήσω εντόκως ως αχρεωστήτως καταβληθέντα συνεπεία μελλοντικής ακυρώσεώς της φορολογικής υποχρέωσής μου σε περίπτωση αποδοχής της από ../.../2014 Ενδικοφανούς Προσφυγής ενώπιον της αρμόδιας υπηρεσίας επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης ή, σε περίπτωση απόρριψης της, ύστερα από αμετάκλητη απόφαση των αρμοδίων Διοικητικών Δικαστηρίων.
Αθήνα....., 28 Αυγούστου 2014
…… Εξωδίκως Δηλ…….
2. ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
(Δια της ΔΟΥ ……..)
ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗ
(άρθρο 63 Ν. 4174/13)
Τ.. …………… του ………. κατοίκου …….. (οδός ……….αριθμός ..) με ΑΦΜ ……………..
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ
Του από …………….2014 εκκαθαριστικού σημειώματος ενιαίου φόρου ακινήτου (ΕΝΦΙΑ) οικονομικού έτους 2014 της ΔΟΥ …………
Α! ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1.- Την ……………..2014 έλαβα ηλεκτρονικά το, ίδιας ημερομηνίας, εκκαθαριστικό σημείωμα της αρμόδιας ΔΟΥ ……….. για τον ενιαίο φόρο ακινήτων (ΕΝΦΙΑ Ν. 4223/13) με το οποίο μου καταλογίζεται συνολικός φόρος ύψους ΕΥΡΩ …….. [εκ των οποίων ΕΥΡΩ …….. κύριος φόρος και ΕΥΡΩ …….. συμπληρωματικός φόρος].
Β! ΛΟΓΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Ήδη με την παρούσα μου ζητώ την επανεξέταση του από ……………….2014 εκκαθαριστικού σημειώματος ενιαίου φόρου ακινήτου (ΕΝΦΙΑ) οικονομικού έτους 2014 που εξέδωσε η αρμόδια ΔΟΥ ……….. για τους εξής λόγους :
Πρώτον : Διότι σε σχέση με τα εντός αντικειμενικού προσδιορισμού ακίνητά μου (…………………………………………….) ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας των δεν είναι νόμιμος.
1.- Σύμφωνα με το άρθρο 41 Ν. 1249/1982 (στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 4 Ν. 4223/13) οι φορολογικές αξίες των ακινήτων αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο ανά διετία με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών. Ο σκοπός του νόμου είναι οι αξίες που αποτελούν την βάση φορολόγησης να συμβαδίζουν προς τις αγοραίες. Επομένως, η πάροδος απράκτου της διετίας χωρίς αναπροσαρμογή των τιμών, συνιστά παράνομη παράλειψη έκδοσης κανονιστικής πράξης εκ μέρους της Διοίκησης. Την παράνομη αυτή παράλειψη του Υπουργού δεν μπορεί να αναπληρώσει ούτε η φορολογική διοίκηση ούτε τα Διοικητικά Δικαστήρια, κρίνοντας κατά περίπτωση για την αξία ενός εκάστου ακινήτου, ύστερα από προσφυγή του φορολογουμένου.
2.- Επομένως, εν όψει της, κατά την κοινή αντίληψη, καταβαράθρωσης των αγοραίων αξιών των ακινήτων, ούτως ώστε να είναι ένα ποσοστό των αντικειμενικών αξιών που ισχύουν από το 2007 – τελευταίο έτος γενικής αναπροσαρμογής τους (ΥΑ 106/07, ΥΑ 102/07, ΠΟΛ 1036/07, ΠΟΛ 1035/07, ΠΟΛ 1034/07, ΑΠΟΦ 100/06, ΠΟΛ 1158/05), η χρήση των αξιών αυτών (που αφορούν και στα ακίνητά μου) προς υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ είναι μη νόμιμη και αντίκειται προς τις αρχές της χρηστής διοίκησης, αφού έτσι η Διοίκηση για καθαρά ταμιευτικούς λόγους, που δεν ταυτίζονται αναγκαία προς το δημόσιο συμφέρον, βλάπτει εκουσίως τα έννομα συμφέροντα μου ως φορολογουμένου. Συνεπώς ο καταλογισθείς σε βάρος μου ΕΝΦΙΑ είναι μη νόμιμος διότι στηρίζεται σε μη νόμιμες φορολογικές αξίες ακινήτων.
Δεύτερον: Διότι η φορολογητέα αξία των εκτός αντικειμενικού προσδιορισμού ακινήτων μου (………………………………………..) δεν προσδιορίζεται νόμιμα.
1.- Σύμφωνα με το άρθρο δέκατο όγδοο παρ. 1β του Ν. 4286/2014 με το οποίο προστέθηκε εδάφιο στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 5 Ν. 4223/2013, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των εκτός αντικειμενικού προσδιορισμού ακινήτων, η αξία του οικοπέδου ανά τ.μ. δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη εκείνης που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό το φόρου ακίνητης περιουσίας φυσικών προσώπων έτους 2013.
Πλην όμως κατ’ αυτόν τον τρόπον η αξία των φορολογητέων ακινήτων δεν προσδιορίζεται με βάση σημερινά (του έτους φορολογίας) στοιχεία που αφορούν αυτό τούτο το φορολογητέο ακίνητο αλλ’ απλώς ορίζεται ένα ανώτατο ποσό φόρου με βάση στοιχεία προηγούμενης χρήσεως.
2.- Συνεπώς ο νόμος αντίκειται στα άρθρα 4 και 78 του Συντάγματος, αφού δεν καθορίζει πλήρως τα στοιχεία υπολογισμού του φόρου των ετός αντικειμενικού προσδιορισμού ακινήτων, αντιβαίνοντας προς τις αρχές αναλογικής ισότητας συνεισφοράς στα δημόσια βάρη και της δίκαιης φορολόγησης με βάση το ίδιο το αντικείμενο της φορολογίας και είναι ανεφάρμοστος, πλέον του ότι ο προκύπτον κατά τον τρόπο αυτό φόρος συνιστά υπέρμετρη επιβάρυνση της ιδιοκτησίας κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου στης ΕΣΔΑ
Τρίτον: Διότι ο νομοθέτης προβαίνει σε διπλή φορολόγηση.
1.- Από τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 5 και 78 παρ. 1 του Συντάγματος απορρέει η αρχή της απαγορεύσεως της διπλής φορολογίας, δηλαδή της φορολογήσεως της ίδιας φορολογητέας ύλης σε βάρος του ιδίου προσώπου για την ίδια αιτία (NON BIS IN IDEM) δεδομένου ότι η διπλή φορολόγηση της ίδιας φορολογητέας ύλης επί της αυτής νομικής βάσεως, συνεπάγεται ανισότητα των φορολογουμένων στην συμμετοχή στα δημόσια βάρη, κατά παράβαση της αρχής της φορολογικής ισότητας που καθιερώνεται από την διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος.
2.- Στην προκειμένη περίπτωση, επειδή η φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας μου ανέρχεται σε ΕΥΡΩ ………. μου καταλογίσθηκε συμπληρωματικός φόρος ύψους ΕΥΡΩ …….. σύμφωνα με το άρθρο 5 Ν. 4223/13. Πρόκειται για διπλή φορολόγηση, αφού καταβάλω φόρο για τα ίδια ακίνητά μου, μία φορά επί της φορολογητέας αξίας ενός εκάστου και μία φορά επί της συνολικής αξίας τους, παραβιαζόμενης έτσι της αρχής της φορολογικής ισότητας, πολλώ μάλλον που το αφορολόγητο όριο και το ύψος των συντελεστών του συμπληρωματικού φόρου δεν συνδέονται με την φοροδοτική ικανότητα των υποκειμένων του φόρου.
Συνεπώς ο συμπληρωματικός φόρος είναι αντισυνταγματικός .
Τέταρτον : Διότι αντικείμενο του φόρου είναι και τα απρόσοδα ακίνητα.
1.- Ο Ν. 4223/13 θεσπίζοντας τον ΕΝΦΙΑ ως φόρο κατοχής ακίνητης περιουσίας απέβλεψε στον καθορισμό της πραγματικής αγοραίας αξίας των ακινήτων ως βάση επιβολής του φόρου. Προς τούτο, παρέπεμψε, στις τιμές ζώνης όπως προσδιορίζονται από την σχετική νομοθεσία (βλ. αρθρ. 4Α1α’ του Ν. 4223/13 που παραπέμπει στο άρθρο 41 Ν. 1249/82) και στις κατ’ εξουσιοδότηση του εκδιδόμενες αποφάσεις από τον Υπουργό Οικονομικών. Κατά την έννοια, επομένως, του νόμου θα έπρεπε να ρυθμίζεται ιδιαιτέρως, με την πρόβλεψη μηδενικού συντελεστή, και, κατ’ ακολουθίαν, εξαίρεσης από το φόρο, η περίπτωση εκείνη κατά την οποία οι περιστάσεις, έχουν ουσιαστικά καταστήσει αδύνατη για τον ιδιοκτήτη του την κατά τον προορισμό του ακινήτου χρήση και εκμετάλλευση του. Γιατί, η υπαγωγή ενός τέτοιου ακινήτου σε φόρο ακίνητης περιουσίας, αφ’ ενός μεν συνιστά υπέρμετρη επιβάρυνση της ιδιοκτησίας, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, αφ’ ετέρου δε σε αντίθεση με το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, αφού, υπό τις συνθήκες αυτές, η κυριότητα του ακινήτου, ως αντικείμενο του φόρου, δεν θα αποτελεί, για τον ιδιοκτήτη, ένδειξη αντίστοιχης φοροδοτικής ικανότητας, με αποτέλεσμα να μην διασφαλίζεται η φορολόγηση κάθε πολίτη ανάλογα με τις δυνάμεις του. Τέτοια όμως ρύθμιση, πρόβλεψη δηλ. μηδενικού συντελεστή για την τελευταία αυτή περίπτωση των απροσόδων (λόγω της κρίσης) ακινήτων, δεν περιέχεται στον νόμο, ο οποίος είναι κατά τούτο αντισυνταγματικός, αντίθετος προς την ΕΣΔΑ, και επομένως ανεφάρμοστος.
Την αναγκαιότητα εξαίρεσης από την φορολόγηση των απρόσοδων ακινήτων δέχεται εμμέσως πλην σαφώς και ο νομοθέτης με το άρθρο δέκατο όγδοο του νόμου 4286/2014 με το οποίο προστέθηκε παράγραφος 5 στο τέλος του άρθρου 3 Ν. 4223/2013 κατά την οποία για το τρέχον έτος ο ΕΝΦΙΑ μειώνεται κατά 20% για κενά και μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα καθ’ όλο το προηγούμενο έτος. Πλην όμως κατ’ εφαρμογή της αρχής της ισότητας θα πρέπει αφ’ ενός μεν η πιο πάνω εξαίρεση να ισχύσει για όλα τα μη χρησιμοποιούμενα ακίνητα (αστικά ή αγροτικά) αφού η ηλεκτροδότηση δεν σημαίνει και χρήση του ακινήτου (αλλ’ ενδεχομένως φροντίδα για την συντήρησή του) αφ’ ετέρου δε η απαλλαγή θα πρέπει να είναι ολική αφού ο περιορισμός της στο 20% είναι αυθαίρετος και ασύνδετος προς την φοροδοτική ικανότητα του ιδιοκτήτη.
2.- Εν προκειμένω, όλα τα ακίνητά μου (πλην ……………………………………….) παραμένουν ανεκμετάλλευτα συνεπεία της σοβαρής οικονομικής κρίσης. Πρέπει συνεπώς να απαλλαγώ όλων των φόρων (κύριου και συμπληρωματικού) που αφορά στα ανεκμετάλλευτα ακίνητά μου.
Πέμπτον: Διότι στερούμαι φοροδοτικής ικανότητας.
Ως φοροδοτική ικανότητα νοείται η οικονομική δυνατότητα καλύψεως του ποσού, το οποίο συνιστά τη φορολογική επιβάρυνση. Ως εκ τούτου η φοροδοτική ικανότητα κρίνεται με βάση την παραγωγή από μέρους του φορολογούμενου εισοδημάτων επαρκών, ώστε δι’ αυτών να ικανοποιεί και τις φορολογικές υποχρεώσεις του και, παραλλήλως, να του απομένει κι ένα εισόδημα επαρκές για την αξιοπρεπή διαβίωσή του, όπως υποχρεούται να του εξασφαλίζει η Πολιτεία κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος. Η εξέταση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών με βάση εισοδηματικά κριτήρια επεκτείνεται στη γενική αξιολόγηση και εκτίμηση αφενός του συνολικώς παραγομένου εισοδήματος του φορολογουμένου από όλες τις πηγές και αφετέρου της συνολικής φορολογικής επιβαρύνσεως που υφίσταται.
Επειδή το ετήσιο εισόδημα μου έχει ήδη δαπανηθεί ως εξής
Α)Λογαριασμοί ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, τηλέφωνο ………
Β)Για τρόφιμα και ρούχα …………………………
Γ)Για έξοδα στέγασης (νοίκι ή στεγαστικό δάνειο)……………
Δ)Για ιατρικές δαπάνες ………………………………………….
Ε)Για φόρο εισοδήματος ………………………………………..
Επειδή επομένως δεν διαθέτω φοροδοτική ικανότητα ώστε να μπορώ να συνεισφέρω στα κοινά βάρη χωρίς να κινδυνεύει κάποιο από τα απαραίτητα για την διαβίωση στοιχεία όπως η στέγαση, η διατροφή ή η υγεία του.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΖΗΤΩ
Την επανεξέταση του προσβαλλομένου εκκαθαριστικού και την απαλλαγή μου από κάθε φόρο, άλλως τον ανάλογο περιορισμό αυτού.
……/……./ 2014
….. Προσφεύγ………