Κινητοποίηση της ΡΑΗ κατά της Τράπεζας της Καταλονίας
Το Ενκάτς βρίσκεται δίπλα στην «Αγία Οικογένεια» της Βαρκελώνης, ένα από τα σημαντικότερα καλλιτεχνικά κληροδοτήματα του Αντόνιο Γκαουντί. Μόνο που εδώ, αντί για τουρίστες που περιμένουν στην ουρά για να θαυμάσουν το εξαιρετικό οικοδόμημα, συνωστίζονται απλοί πολίτες οργισμένοι με το κληροδότημα των καταχρηστικών πρακτικών που εφαρμόζουν οι τράπεζες με τις ευλογίες των κυβερνώντων. Στημένοι μπροστά από μια πόρτα που γράφει «Σταματήστε τις εξώσεις», δεκάδες πολίτες κάθε ηλικίας, ανάμεσά τους κι ένας ηλικιωμένος σε καροτσάκι, περιμένουν υπομονετικά έξω από τα γραφεία της PAH, της Πλατφόρμας των Πληγέντων από τις Υποθήκες, για να μετάσχουν στη συνέλευση που αρχίζει σε μία ώρα.
H αίθουσα είναι κατάμεστη. Μια γυναίκα παίρνει το μικρόφωνο. «Καλησπέρα. Πρώτα απ' όλα, ποιοι έρχεστε για πρώτη φορά;». Περίπου 30 χέρια σηκώνονται βιαστικά. «Και ποιοι έχετε αποφάσεις έξωσης;». Αυτή τη φορά 10 χέρια σκίζουν τον αέρα με την απόγνωση εκείνου που πασχίζει να βρει χέρι να πιαστεί. «Καλωσήρθατε, είστε στο σωστό μέρος. Είμαι η Μάρι, αυτός είναι ο άντρας μου ο Χουάν κι είμαστε εδώ ενάμιση χρόνο. Οπως κι εσείς, πριν διασχίσω αυτή την πόρτα το μόνο που έκανα ήταν να κλαίω. Ισως δεν πιστεύετε πια στα θαύματα, αλλά από την εμπειρία μου σας λέω “Ναι, μπορούμε”. Εμείς μπορέσαμε. Αλλά είμαστε εδώ για να συνεχίσουμε να βοηθάμε, γιατί η ΡΑΗ είναι μια μεγάλη οικογένεια. Μοιραζόμαστε τις ιστορίες μας και βρίσκουμε λύσεις μέσα από δράσεις. Παίρνουμε κουράγιο.
Τα δικαιώματά μας
Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι εδώ μας μαθαίνουν τα δικαιώματά μας. Μέχρι τώρα μπροστά στους τραπεζίτες είχαμε μόνον υποχρεώσεις. Οχι. Δεν είμαστε αριθμοί. Είμαστε άνθρωποι. Κι είμαστε εδώ για να χάσουμε τον φόβο και την ντροπή. Δεν κάναμε κάποιο έγκλημα. Θέλαμε ένα σπίτι. Το Σύνταγμα λέει ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμά μας ένα σπίτι και μια δουλειά. Δουλειά πια δεν έχουμε. Φτάνει πια. Τώρα είμαστε εμείς που λέμε στον τραπεζίτη: Θα με ακούσεις εσύ, θα σου πω εγώ πώς έχουν τα πράγματα. Δεν σταυρώνουμε τα χέρια, δεν σταματάμε να διεκδικούμε. Και τώρα πια υποχωρούν».
Ενα παρατεταμένο χειροκρότημα κόβει τα λόγια της, ενώ τα πρόσωπα χαλαρώνουν και τα βλέμματα μαλακώνουν. Επειτα ένας ένας οι παλιοί παίρνουν τον λόγο και εξηγούν πώς λειτουργεί το κίνημα. «Τη Δευτέρα, συνέλευση. Τις Τετάρτες, μικρές κλειστές ομάδες -οι καινούργιοι γραφτείτε στον κατάλογο-, όπου δεν μιλάμε για υποθήκες, αλλά για συναισθήματα: παιδιά, οικογένεια, θλίψη. Και μετά αρχίζουμε τις δράσεις και όταν φέρνουμε λύσεις επιστρέφουμε σπίτι με ένα χαμόγελο που δεν σου το στερεί κανένας», λέει ο Γιούνκι μπροστά σε ένα ακροατήριο που μοιάζει μαγεμένο και παρά την αγωνία καθενός για την δική του περίπτωση δεν διακόπτει.
Η Γιολάντα αρχίζει να δίνει τις πρώτες γενικές συμβουλές καθησυχάζοντάς τους πως στο τέλος θα καταγράψουν κάθε νέα υπόθεση για να οργανωθούν τα κατάλληλα βήματα. «Τους ξεσκεπάζουμε, τους πιέζουμε. Δεν παρακαλάς, απαιτείς. Μόλις σταματήσεις να πληρώνεις βγάζεις ό,τι λεφτά έχεις από αυτή την τράπεζα, ιδίως καταβολές μισθών και συντάξεων. Καταθέτεις αμέσως την αίτηση “της δόσης αντί καταβολής”. Ολα γραπτά. Ζητάς σφραγίδα. Αν αρνηθούν ζητάς το έγγραφο παραπόνων της κυβέρνησης. Κι αν πάλι αρνηθούν κραδαίνεις τα χαρτιά μπροστά στους πελάτες τους ενημερώνοντας για την περιπέτειά μας. Δεν φοβόμαστε τον τραπεζίτη, ένας υπάλληλος είναι. Είμαστε κάθε βδομάδα, κάθε μέρα αν μπορούμε, εκεί. Γινόμαστε φορτικοί. Μη φοβάστε τις εταιρείες είσπραξης που σας παρενοχλούν: δεν έχουν καμιά εξουσία, εξηγήστε τους ότι χάνουν τον χρόνο τους. Δεν αφήνουμε ποτέ το σπίτι μας ακόμη και αν μας κοινοποιήσουν έξωση. Δεν ντρεπόμαστε τη γειτονιά. Αυτοί πρέπει να ντρέπονται που μας πετάνε στους δρόμους. Εχουμε αποτρέψει το 90% των εξώσεων: όλοι μαζί, με τα σώματά μας μπροστά από το σπίτι. Δεν θα επιτρέψουμε αυτές τις βαρβαρότητες...».
«Απάτη των τραπεζών»
Εχουν περάσει τρεις ώρες και ο κόσμος παρακολουθεί με ανείπωτο ενδιαφέρον, κάποιοι σημειώνουν κι άλλοι αδημονούν να φτάσει ο κατάλογος για να γραφτούν ώστε να ξεκινήσει η συζήτηση της υπόθεσής τους. Λίγο πριν αρχίσει αυτή η φάση της διαδικασίας, ο Κάρλος παρεμβαίνει: «Το πρόβλημά μας δεν είναι μια προσωπική αποτυχία όπως θέλουν να μας πείσουν, είναι μια απάτη των τραπεζών με την ευλογία θεσμών και κυβερνήσεων. Εχουμε μια σοβαρή υπόθεση με την Caxa Catalunya που πήρε δισ. ευρώ για να διασωθεί και αρνείται την απόσβεση χρεών σε ένα ζευγάρι 75 και 73 ετών. Εκείνος από την πίεση έχασε την όραση από το ένα μάτι, εκείνη οδηγήθηκε στην κατάθλιψη. Αύριο επιστρέφουμε με συγκέντρωση στις δέκα στην πλατεία Καταλονίας μπροστά στα γραφεία της τράπεζας και στις 11 θα δώσουμε εκεί συνέντευξη Τύπου. Είναι σημαντικό να είμαστε εκεί γι' αυτούς, όπως θα είμαστε εκεί για εσάς». Την επομένη η πλατεία Καταλονίας κατακλύστηκε από κόσμο.
Μάρι και Χουάν: Είμαστε το ζωντανό παράδειγμα ότι «ναι, μπορούμε»
Μια γυναίκα με πράσινη μπλούζα που γράφει «Ναι, μπορούμε» μας πλησιάζει και αρχίζει να μιλά σαν χείμαρρος. «Μπορούμε να κερδίσουμε. Αυτό αποδεικνύουμε καθημερινά στην ΡΑΗ: είμαστε η ίδια η κοινωνία που κινητοποιηθήκαμε κατά των τραπεζών. Εμείς έχουμε το πρόβλημα και εμείς βγήκαμε στους δρόμους για να φέρουμε λύσεις». Πριν προλάβει να ολοκληρώσει η Μάρι, ο άντρας της Χουάν παρεμβαίνει: «Εχουμε ένα κράτος που στρέφει την πλάτη του στους δοκιμαζόμενους πολίτες. Δεν περιμένουμε τίποτα από κυβερνήσεις που μόνο προστατεύουν τους φίλους τους τούς τραπεζίτες. Με την ΡΑΗ αποδείξαμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε μικρές νίκες, που πριν από πέντε μόνο χρόνια φάνταζαν απίθανες».
Τριάντα επτά χρόνια παντρεμένοι, η Μάρι και ο Χουάν έλαβαν πέρσι ένα ειδοποιητήριο για κατάσχεση του σπιτιού τους. Δεν χρωστούσαν τίποτα οι ίδιοι. Ηταν εγγυητές ενός στεγαστικού δανείου της κόρης τους. Οταν εκείνη -άνεργη πλέον όπως και ο σύζυγός της- σταμάτησε να πληρώνει τις δόσεις, όχι μόνον έχασε το σπίτι της, αλλά η τράπεζα στράφηκε εναντίον τους απειλώντας να κατάσχει και το δικό τους. «Ενας αναχρονιστικός νόμος επιτρέπει στις τράπεζες να παίρνουν τα σπίτια μας και να συνεχίζουν να ζητούν την αποπληρωμή του χρέους. Μένεις στον δρόμο και χρωστάς για όλη σου τη ζωή: είσαι σε μαύρη λίστα, σαν εγκληματίας. Εμείς τους λέμε: Πάρτε τα κλειδιά του σπιτιού μας αλλά δώστε τέλος στο χρέος μας. Και το πετύχαμε. Καταφέραμε την απόσβεση των ενοχών (χρεών) μετά τον πλειστηριασμό. Χάθηκε το σπίτι της κόρης μας, αλλά πλέον δεν χρωστάμε τίποτα. Και πετύχαμε να συνεχίσει να μένει εκεί για μια πενταετία, παρ' ότι το κατέσχεσε η τράπεζα, δίνοντας μόνον ένα χαμηλό κοινωνικό νοίκι, έτσι ώστε να έχει μια ευκαιρία κι αυτή και τα εγγόνια μας να ξαναστήσουν τη ζωή τους. Είμαστε ένα ζωντανό παράδειγμα ότι “Ναι, μπορούμε”», λέει χωρίς σχεδόν να παίρνει ανάσα, καλώντας μας να παρακολουθήσουμε τη συνέλευση.
Ενα υποδειγματικό κίνημα πολιτών
Με το ξέσπασμα της κρίσης το 90% των Ισπανών είχε σπίτια υποθηκευμένα και καθώς αύξαιναν περικοπές μισθών, επισφάλεια και ανεργία, όλο και περισσότεροι αδυνατούσαν να αποπληρώσουν τα δάνεια. Το απίστευτο είναι ότι δεν έχαναν μόνο το σπίτι τους, αλλά παρέμενε και το χρέος τους. Από τις στάχτες αυτής της κοινωνικής καταστροφής γεννήθηκε το 2009 η Πλατφόρμα των Πληγέντων από τις Υποθήκες (ΡΑΗ) στις γειτονιές όπου πολίτες μοιράζονταν τις εμπειρίες τους. Αντί για ατομική λύση αναζήτησαν τη συλλογική απάντηση σε έναν άδικο και αντισυνταγματικό νόμο. Κι όταν ήρθε η πρώτη έξωση μιας γυναίκας με ανήλικα παιδιά, στάθηκαν σαν ασπίδα στην πόρτα του σπιτιού της, μαγνητοσκόπησαν τη βίαιη απομάκρυνσή τους και το βίντεο σάρωσε στο Διαδίκτυο εκθέτοντας τράπεζες και κυβέρνηση.
Πέντε χρόνια μετά, υπάρχουν 223 δομές της οργάνωσης σε ολόκληρη την Ισπανία και 70 στη Βαρκελώνη, στη βάση γενικών συνελεύσεων στις γειτονιές. Εκεί οι πολίτες μοιράζονται εμπειρίες, συναντούν αλληλεγγύη, ενημερώνονται και συναποφασίζουν δράσεις για να πιέσουν τις τράπεζες να διαπραγματευτούν μαζί τους.
«Είμαστε ένα κίνημα πολιτικής ανυπακοής απέναντι σε αντισυνταγματικούς νόμους. Δεν έχουμε ινστρούκτορες. Είμαστε πολίτες που περάσαμε από τη δοκιμασία και ενημερώνουμε τους συμπολίτες μας. Εχουμε πετύχει να βλέπουν τις πράσινες μπλούζες μας και... να αλλάζουν χρώμα. Καταφέραμε χιλιάδες αποσβέσεις χρεών μετά τον πλειστηριασμό, σταματήσαμε πάμπολλες εξώσεις και όταν οι πλειστηριασμοί είχαν ήδη γίνει γιατί οι άνθρωποι άργησαν να έρθουν σε εμάς, πετύχαμε τουλάχιστον να παραμένουν στα κατασχεμένα σπίτια πληρώνοντας ένα κοινωνικό νοίκι», εξηγεί ο Κάρλος Καπάρος από τους συντονιστές της ΡΑΗ στη Βαρκελώνη.
Με αυτά ακριβώς τα τρία αιτήματα, η PAH επεξεργάστηκε νομοσχέδιο και ανέλαβε ΙLP (Λαϊκή Νομοθετική Πρωτοβουλία) συγκεντρώνοντας 1.500.000 υπογραφές, από 500.000 που χρειάζονται για να εξεταστεί εάν θα συζητηθεί ή όχι στη Βουλή. Εθεσαν έτσι το θέμα στην πολιτική και μιντιακή ατζέντα αναγκάζοντας, λόγω του τεράστιου αντίκτυπου που είχε η πρωτοβουλία, όλα τα κόμματα να ταχθούν υπέρ, εκτός από το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα που επικαλέστηκε λόγους «οικονομικής ασφάλειας». Των τραπεζών, όχι των πολιτών. Η Ισπανία είναι η ευρωπαϊκή χώρα με τις περισσότερες εξώσεις, σχεδόν 184 την ημέρα, και από το 2007 ώς σήμερα έχουν υπάρξει 570.000 διαδικασίες κατάσχεσης. Είναι και η χώρα με τα περισσότερα άδεια σπίτια: 3,5 εκατομμύρια. Οι κατασχέσεις δεν σταματούν: Το τελευταίο τρίμηνο ξεκίνησαν 21.000 διαδικασίες κατάσχεσης και έγιναν 19.000 εξώσεις, αύξηση 40% σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο πέρσι.
Σε απάντηση η δράση της ΡΑΗ δεν σταματά στις καθημερινές κινητοποιήσεις. Καταλαμβάνει κτίρια που έχουν κατασχεθεί και παραμένουν άδεια και διαπραγματεύεται με τις τράπεζες να τα δώσουν με κοινωνικό ενοίκιο σε οικογένειες που έχασαν τα σπίτια τους. Σήμερα περισσότεροι από 1.200 πολίτες μένουν σε 16 κατειλημμένα κτίρια. Και έχει υποχρεώσει την κυβέρνηση της Καταλονίας να αρχίσει να εκπονεί μια λίστα με τα άδεια κατασχεμένα κτίρια και να επιβάλλει την επιβολή του προστίμου που προβλέπει ο νόμος για τα ακίνητα που παραμένουν αναξιοποίητα για περισσότερο από δύο χρόνια.
Κάνοντας ορατή μια δραματική συνθήκη που το διαπλεκόμενο σύστημα επιχειρεί να αποκρύψει και να αποσιωπήσει, η ΡΑΗ έχει καταφέρει να αφυπνίσει την ευαισθησία της κοινωνίας. Ηδη τα Συνδικάτα των Πυροσβεστών σε ολόκληρη την Ισπανία πήραν απόφαση ότι δεν συμμετέχουν σε εξώσεις και το ίδιο συνέβη με τα συνδικάτα των κλειδαράδων.
«Αλλά το πιο σημαντικό», προσθέτει ο Κάρλος, «είναι ότι μέσα από αυτές τις συλλογικές διαδικασίες οι πολίτες συνειδητοποιούν και κατανοούν την πραγματική τους δύναμη».