Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2015

Από την επίσκεψη αντιπροσωπείας της PΑH* στην Ελλάδα


Την Τετάρτη 21 Γενάρη αντιπροσωπεία της Platform of Μortgage Victims (PAH- Πλατφόρμα των θυμάτων των ενυπόθηκων δανείων-στην Ισπανία) με επικεφαλής την Ada Colau επισκέφθηκε την Αθήνα όπου συναντήθηκε με εκπροσώπους των κινημάτων κατά των πλειστηριασμών. 

Κατά τη συνάντηση με τα κινήματα κατά των πλειστηριασμών (που έγινε στα γραφεία της Αλληλεγγύης για Όλους) ανταλλάχθηκαν απόψεις και εμπειρίες από τον αγώνα κατά των πλειστηριασμών στις δύο χώρες. Η RAH δρά σαν συνδετικός κρίκος όλων των κατά τόπους κινημάτων, κάτι αντίστοιχο με την Αλληλεγγύη για Όλους στην Ελλάδα.

Παραβρέθηκαν εκπρόσωποι από την Αλληλεγγύη για Όλους, την Πρωτοβουλία Πλειστηριασμοί-Stop, το Συντονισμό κατά των πλειστηριασμών στον Πειραιά, συνελεύσειων γειτονιάς (Ν. Σμύρνη, Πειραιάς, Εξάρχεια, κ.α). Κάθε εκπρόσωπος εξέθεσε τις δράσεις της συνέλευσης που εκπροσωπούσε. Την αντιπροσωπεία ενημέρωσε για τη φύση και τη λειτουργία της Αλληλεγγύης για Όλους ο Χρήστος Γιοβανόπουλος και η Τόνια Κατερίνη. Για το νομικό καθεστώς στη χώρα μας ενημέρωσε η Κατερίνα Κνήτου.

Ζητήσαμε να μάθουμε πως σκέπτονται οι συναγωνιστές από την Ισπανία να αντιμετωπίσουν την επίθεση που σχεδιάζει η κυβέρνησή τους κατά των δικαιωμάτων όσων κινητοποιούνται. Μας ενημέρωσαν κατ' αρχήν πως ο νόμος "φίμωτρο" δεν έχει ψηφισθεί ακόμη (εκκρεμεί η ψήφισή του από το Κογκρέσο) αλλά αξιοσημείωτη είναι η απάντησή τους: Μαζική ανυπακοή. Το πόσο άγρια είναι η επίθεση που δέχονται με όπλο αυτό το νόμο διαβάστε εδώ.

O σκοπός της επίσκεψης καθώς δεν ήταν μονοθεματικός περιλάμβανε επίσκεψη και σε άλλες δομές αλληλεγγύης (κοινωνικά ιατρεία). Συγκεκριμένα την ίδια μέρα επισκέφθηκαν το Κοινωνικό Ιατρείο-Φαρμακείο Αθήνας.

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

Κατενάτσιο (αναδημοσίευση)



Κάποιος παλαιός αγαπημένος μου άνθρωπος θεωρούσε πως είναι μάταιο αλλά και βλακώδες να συζητάς με θρήσκους και θρησκευόμενους για τη θρησκεία. Πρώτον διότι είναι παράλογο να συζητάς με έναν φανατικό που δεν πρόκειται να αλλάξει και δεύτερον γιατί μεταμορφώνει κι εσένα σε παπά και ιεροκήρυκα του αθεϊσμού. Κι αν καταντήσεις παπάς έστω του αθεϊσμού έχεις ήδη ξεπέσει σ’ αυτό που θεωρείς ξεπεσμένο. Όταν βάζεις τη λογική να αντιμετωπίσει το παράλογο μ’ έναν τυφλό πεισματάρικο εκνευρισμό καταλήγεις να ναρκοθετείς τις θέσεις σου. 

Η ανάγκη του ανθρώπου να επινοήσει μια ζωή μετά το τέλος της ζωής και να φαντάζεται έναν ουρανό απαλλαγμένο από την επίγεια αθλιότητα έχει βαθύτατα κοινωνικοπολιτικά αίτια. Η κριτική των θρησκειών είναι καταδικασμένη αν ξεπέσει στην παπαδοφαγία όπως ξέπεσε ο ορθολογισμός του Διαφωτισμού και ο μασονικός αντικληρικαλισμός. Το να θες να μετατρέψεις τους πιστούς σε άθεους με εντολή του μουφτή ή με προεδρικό διάταγμα είναι σα να προσπαθείς να πιάσεις κεραυνό με τα χέρια. Το σίγουρο είναι πως θα καείς όπως κάηκαν ολόκληρες επαναστάσεις και γύρισαν εν μια νυκτί στον τσάρο και στον μπαγαπόντη πατριάρχη Αλέξιο. 

Το να θες να ξεμπερδέψεις με τους θεούς είναι μια καλή πρόθεση αλλά δεν φτάνει αν δεν ξεμπερδέψεις με την ανάγκη που γεννά τους θεούς. Αν δεν αφαιρέσεις απ’ τους ανθρώπους τις αυταπάτες τους και τις απατηλές παρηγοριές τους δεν μπορείς να τους στερήσεις το όπιο. Έτσι λοιπόν η κριτική του ουρανού πρέπει να μετατραπεί σε κριτική της γης, η κριτική της θρησκείας σε κριτική του δικαίου και η κριτική της θεολογίας σε κριτική της πολιτικής. 

Ο αφηρημένος αθεϊσμός είναι γεμάτος ψευδαισθήσεις αφού παραμένει μια μεταφυσική κριτική της θρησκείας. Και ίσως μια ακραία θρησκευτική κριτική της θρησκείας, η οποία μένει στο μη πρακτικό πεδίο των ιδεών. Κι έτσι αυτός ο αστικός αθεϊσμός είναι ένα είδος αρνητικής αναγνώρισης της ύπαρξης του θεού. Με αποκορύφωμα ο φιλοσοφικός αθεϊσμός να καταντά ιδεολόγημα της πεφωτισμένης αστικής τάξης, που νιώθει την ανάγκη να απαλλάξει την οικονομία από την τροχοπέδη της θρησκείας αφήνοντας άθικτη την κοινωνική τάξη πραγμάτων, βρίσκοντας την πιο καθαρή έκφρασή της στο θετικισμό και στη λατρεία της προόδου. Έτσι λοιπόν ο άθεος φονταμενταλιστής γίνεται ιπποκόμος στα μοναστήρια των αγορών, βοηθώντας τις καλόγριες τού κέρδους να σηκώσουν τα φουστάνια τους μπροστά στους πιστούς καταναλωτές καλωσορίζοντάς τους στην κόλαση.

Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Νίκος Καββαδίας: Αγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο

το βρήκαμε εδώ


Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.

Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.

Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.

Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω.

Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα ...
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.
Νίκος Καββαδίας

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Τροφοσυλλέκτες: Ας ζήσουμε για λίγες στιγμές μέσα από τις ζωές των άλλων


Νοιώθοντας την ανάγκη τους για ένα γάλα, λίγο λάδι, ένα πιάτο φαϊ. 
Μόνο όσοι ξέρουν και νοιώθουν δεν αρκούν 
ούτε να χορτάσουν, ούτε να ζεστάνουν, 
ούτε να παρηγορήσουν με την προσφορά τους.

Σήμερα και αύριο οι Τροφοσυλλέκτες θα είναι και πάλι έξω από τον Σκλαβενίτη της Χ. Τρικούπη και Ισαύρων στα Εξάρχεια. Στις ώρες 18.30-20.00 και (αύριο) 12.30-14.00,
συλλέγοντας τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης (καθαριότητας,κ.λπ.) 
για όσους τα στερούνται.
Η Αλληλεγγύη χτίζει το μέσα μας, 
χτίζει αυτό που είναι το μόνο μας όπλο 
απέναντι σε κάθε στέρηση, σε κάθε εξουσία.

Για τους Τροφοσυλλέκτες βλέπε εδώ

Τα Εξάρχεια μιλούν για την αστυνομία


γράφουν οι: Μελίνα Βελιμέζη – Κώστας Παπαντωνίου

«Μένω Εξάρχεια είναι έγκλημα;» γράφουν οι τοίχοι των Εξαρχείων που συχνά μετατρέπονται σε χώρους διαλόγου. Κάποιος γράφει ένα σύνθημα, κάποιος άλλος απαντά από κάτω, το ίδιο συμβαίνει με ποιήματα και τραγούδια. «Μένω Εξάρχεια είναι έγκλημα;» Είναι το ερώτημα που συχνά-πυκνά εκφράζουν οι κάτοικοι της περιοχής, αναφερόμενοι στην υπερβολική αστυνομική παρουσία στις γειτονιές τους. Συχνά, αυτή η παρουσία συνοδεύεται από βίαιες επιθέσεις, στην πλειοψηφία τους χωρίς να έχει προηγηθεί πρόκληση.

Λίγες ώρες μετά τις διαδηλώσεις στη μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και σε ένδειξη αλληλεγγύης στον Νίκο Ρωμανό το Σάββατο 6/12, τα Εξάρχεια θύμιζαν ξανά εμπόλεμη ζώνη. Σε όλους τους δρόμους του «κακού παιδιού» της Αθήνας είχαν παραταχθεί ετοιμοπόλεμες διμοιρίες ΜΑΤ. Τα μαγαζιά ήταν κλειστά, την ίδια ώρα δεν κυκλοφορούσε ψυχή και σε κάθε γωνία, όπως το λέει και το σύνθημα, υπήρχε αστυνομία. H ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική από τα χημικά, ενώ το σκηνικό πολέμου συμπλήρωναν κάθε τόσο οι βομβίδες κρότου-λάμψης, οι σειρήνες των περιπολικών, ο ήχος του ελικοπτέρου που έκανε από πάνω κύκλους.

Επιθέσεις σε κατοίκους
Μια διαδρομή ίσα μέχρι το γειτονικό σουβλατζίδικο, ισοδυναμούσε με επικίνδυνη αποστολή. «Παντού είχε αστυνομικούς που σε κοιτούσαν προκλητικά και ήταν έτοιμοι να “απαντήσουν” ακόμα κι αν τολμούσες να σηκώσεις το βλέμμα», λέει ο Διονύσης Ρήγας, κάτοικος των Εξαρχείων. Πρόσφατα καταδικάστηκε για αντίσταση και εξύβριση κατά της αρχής, όπως και η γυναίκα του, πληρώνοντας έτσι τη διαμαρτυρία τους για τον θόρυβο της αστυνομικής κλούβας που φυλάει τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ και βρίσκεται κάτω απ΄ το σπίτι τους. Ένας από τους άνδρες των ΜΑΤ τον έβρισε, στη συνέχεια τον χτύπησαν αλλά στο εδώλιο βρέθηκαν ο ίδιος και η σύζυγός του, που είχε πάει να του συμπαρασταθεί στο τμήμα. Οι άνδρες των ΜΑΤ τον έχουν «στοχοποιήσει». «Καθώς περνούσα, λέει ο ένας στον άλλο “ο δικός σου” . Αναγκάστηκα να αλλάξω δρόμο».

Ο Δ. Ρήγας δεν αποτελεί ειδική περίπτωση. Ανάλογες καταγγελίες υπάρχουν και από γείτονές του. Κοπέλα που μετακόμισε πρόσφατα στην ίδια πολυκατοικία, αναγκάστηκε να πάρει τα πράγματά της στα χέρια, γιατί τα ΜΑΤ δεν άφηναν να σταθεί το φορτηγό μπροστά, ενώ το κτίριο κινδύνεψε να μείνει και χωρίς πετρέλαιο γιατί δεν άφηναν το βυτίο να πλησιάσει.

Το επόμενο πρωί της 6ης Δεκέμβρη, στις καφετέριες της Καλλιδρομίου, ο κόσμος μιλούσε για τα «χτεσινά». Ο καθένας είχε να μοιραστεί μια ιστορία. «Στη μπλε πολυκατοικία, αναγκάστηκε η φίλη μου να πάρει το παιδί της και να φύγουν. Δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν από τα χημικά», ήταν μία από τις ενδεικτικές φράσεις για το τι έγινε εκείνο το βράδυ στα Εξάρχεια. Δεν κατηγορούσαν τους διαδηλωτές, ενώ έβρισκαν δίκαιο τον αγώνα του Ρωμανού. Έβρισκαν όμως παράλογες τις «εφόδους» της αστυνομίας.

Επιθέσεις σε παρέες από άλλες περιοχές
Παρόμοιο πολεμικό σκηνικό είχε εκτυλιχθεί τις ώρες που ακολούθησαν τις διαδηλώσεις του Πολυτεχνείου. Αξέχαστο από τότε έχει μείνει το κωμικοτραγικό στιγμιότυπο με πρωταγωνιστές άνδρες των ΜΑΤ: Αφού περιπτεράς της πλατείας αρνήθηκε να τους δώσει νερά, εκείνοι, τα έκλεψαν και ξυλοφόρτωσαν τον περιπτερά.

Από εκείνη τη μέρα ο Θοδωρής Κοκκινάκης, κάτοικος και μαγαζάτορας στα Εξάρχεια, θυμάται ένα ακόμα περιστατικό που αποτυπώνει το μέγεθος της αστυνομικής καταστολής. «Στα σκαλιά επί των Μπενάκη και Καλλιδρομίου κάθονταν γύρω στα 10-15 άτομα, 30άρηδες. Δεν ήταν διαδηλωτές απλά κάθονταν κι έπιναν μπύρες. Μετά τις πορείες επικράτησε ο πανζουρλισμός της αστυνομίας στους δρόμους των Εξαρχείων. Περίπoυ 30 μηχανάκια – Δελτάδες, περικύκλωσαν την παρέα, άρχισαν να τους φωνάζουν και τους έδιωξαν με σπρωξιές και κλωτσιές. Όταν ρώτησα τους αστυνομικούς, γιατί έδιωχναν τον κόσμο και φέρονταν έτσι, μου απάντησαν ότι το έκαναν επειδή έσπαγαν μπουκάλια. Όμως είδα με τα μάτια μου ότι τα μπουκάλια, τα έσπαγαν οι αστυνομικοί…» Ο Θ. Κοκκινάκης αντέδρασε, αλλά αυτό δεν αποθάρρυνε τους αστυνομικούς που τον προέτρεψαν να «κοιτάξει τη δουλειά του» ενώ την ίδια ώρα φορούσαν χειροπέδες στην άτυχη παρέα για να την πάνε στο τμήμα.

«Κατά μήκος της Αλεξάνδρας, από την Ασκληπιού μέχρι την Πατησίων, σε κάθε στενό βρίσκονταν τα ΜΑΤ παρατεταγμένα, εμποδίζοντας την είσοδο στο χώρο των Εξαρχείων» μας περιγράφει για την 17η Νοεμβρίου, η Πόπη Μέλλιου, επίσης κάτοικος της περιοχής που συμμετέχει ενεργά στην Λαϊκή Συνέλευση των Εξαρχείων. Σχολιάζοντας τον αστυνομικό κλοιό που συνοδεύει την κάθε κινητοποίηση στο κέντρο, αναφέρει ότι «το να μένεις στα Εξάρχεια πλέον ποινικοποιείται». Μας αναφέρει ακόμα καταγγελίες κατοίκων που βγήκαν από το σπίτι τους το πρωί εκείνης της μέρας και τους προσήγαγαν «προληπτικά».


Επιθέσεις σε δημοσιογράφους
Συγκλονιστική όμως ήταν για την ίδια μέρα και η καταγγελία του VICE για επίθεση σε δημοσιογράφο του περιοδικού. «Γυναίκα φωτορεπόρτερ του VICE, χτυπήθηκε κατά τη διάρκεια της πορείας από τα ΜΑΤ στην πλάτη ενώ την τράβηξαν και από τα μαλλιά. Λίγη ώρα αργότερα, ο δημοσιογράφος του VICE, Αντώνης Ντινιακός (ο οποίος εκείνη την ώρα ήταν στα Εξάρχεια με τον δημοσιογράφο της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ Λευτέρη Μπιντέλα), δέχθηκε επίθεση στη συμβολή των οδών Θεμιστοκλέους και Σουλτάνη από άνδρες της ομάδας ΔΕΛΤΑ, οι οποίοι τον χτύπησαν με τις μηχανές τους στο χέρι και στο γόνατο, ενώ στη συνέχεια 4 αστυνομικοί κατέβηκαν και τον πέταξαν στο έδαφος. Αυτή την ώρα μονάδες της ομάδας ΔΕΛΤΑ περνούν με τις μηχανές τους μέσα από τα στενά των Εξαρχείων οδηγώντας επικίνδυνα και εκφοβίζοντας από ανθρώπους που επιστρέφουν στα σπίτια τους μέχρι και δημοσιογράφους που καλύπτουν τα γεγονότα.»

Αυτή δεν ήταν η μόνη επίθεση ενάντια σε δημοσιογράφο. Τον περασμένο Οκτώβρη ο Νίκος Κιάος έπεσε επίσης θύμα της αστυνομικής βίας. Στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί μετανάστη, τον οποίο χτυπούσαν αστυνομικοί στη γωνία Καλλιδρομίου 52 και Εμμ. Μπενάκη, κινδύνεψε να βρεθεί στο κρατητήριο. Με κείμενό του στην Εφημερίδα των Συντακτών περιγράφει πώς τελικά δεν βρέθηκε στο Α.Τ., αφού η αστυνομία ήταν έτοιμη να τον προσαγάγει. «Συνεχίζω να διαμαρτύρομαι. Βγαίνει από τα μπαλκόνια κόσμος και τους φωνάζει. Έχει μαζευτεί κι άλλος κόσμος. Προσπαθώ να στυλώσω τα πόδια. Τρέχει η σύζυγός μου, τους φωνάζει: “Στη χούντα ήταν φυλακή!” . Και λέει για βασανιστήρια, για στρατοδικείο, για το τριπλό μπαϊπάς που έχω κάνει. Αυτοί της απαντούν: “Στο τμήμα!” Τη σπρώχνουν και την τραβάνε». Τελικώς, όπως και τον μετανάστη, τους άφησαν μετά από δέκα λεπτά ελεύθερους κι αυτό γιατί δεν υπήρχε κανένας λόγος να τους συλλάβουν. Ο μετανάστης είχε τα χαρτιά του και ο Ν. Κιάος επιχείρησε απλά να προστατέψει έναν άνθρωπο που έτρωγε ξύλο.

Μετανάστες: Μέρες όπως τη 17η δεν βγαίνουμε από τα σπίτια μας
Αν για τους κατοίκους των Εξαρχείων η κατάσταση που διαμορφώνεται από την αστυνομία είναι ασφυκτική, για τους μετανάστες αποτελεί λόγο να μη βγαίνουν από τα σπίτια τους. Στην πλατεία των Εξαρχείων, σ΄ ένα διάλειμμα από τη δουλειά τους, συναντήσαμε τους Σέριφ και Κένι, μετανάστες από το Κονγκό και τη Νιγηρία αντίστοιχα. Ζουν πολλά χρόνια στην Ελλάδα και στα Εξάρχεια «τη μόνη περιοχή που αισθανόμαστε ασφαλείς». Δεν είναι λίγες οι φορές κι ειδικά στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα που βρέθηκαν στο Α.Τ. για εξακρίβωση στοιχείων, παρότι έχουν κανονικά άδεια παραμονής. «Στην πλατεία Αμερικής, στην πλατεία Κολιάτσου και στην Δροσοπούλου δεν μπορούμε ούτε να σταθούμε. Μας σταματάνε, μας πηγαίνουν στο τμήμα και οι οικογένειές μας, μας χάνουν για ώρες».

Μέρες όπως η 17η Νοεμβρίου και η 6η Δεκέμβρη, ημέρες διαδηλώσεων, οι μετανάστες προτιμούν να μένουν σπίτι. Αν και η αστυνομική αυθαιρεσία δεν γίνεται μόνο επετειακά. Όπως καταγγέλλει ιδιοκτήτρια ψιλικατζίδικου, πριν λίγους μήνες, αστυνομικοί εφάρμοσαν τις γνωστές μεθόδους σε μετανάστη έξω από το μαγαζί της στη Ζωοδόχου Πηγής. «Είδα που τον έσπρωχναν και τον είχαν περικυκλώσει. Βγήκα έξω για να υπάρχει μάρτυρας. Βγήκαν και γείτονες που φώναζαν. Τον άφησαν λίγο μετά αφού είχε χαρτιά, όμως η άδεια παραμονής του εξαφανίστηκε, κάπου την πέταξαν…»

Γιατί τα Εξάρχεια αποτελούν ζώνη εξαίρεσης;
«Θέλουν να απομονώσουν τα Εξάρχεια» είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η Π. Μέλλιου, καθώς δεν θεωρεί τυχαίο ότι ιδίως τα τελευταία χρόνια τις περισσότερες φορές η αστυνομία «μπουκάρει» στα Εξάρχεια χωρίς λόγο και μάλιστα Παρασκευή και Σάββατο και πιάνει όποιον βρίσκει μπροστά της χωρίς λόγο και αιτία, μόνο και μόνο επειδή έτυχε να βρίσκεται στα Εξάρχεια. Η ίδια πιστεύει ότι το «να βιώσει μια άσχημη εμπειρία κάποιος που έρχεται να πιει απλά το ποτό του στην περιοχή, θα τον κάνει να μην ξανάρθει». «Υπάρχει μια διαφορετική άποψη που θέλει τους ανθρώπους πιο κινητοποιημένους και δεν θέλουν να “μολύνει” κι άλλους»υποστηρίζει.

Τα Εξάρχεια έχουν ταυτιστεί κατά κάποιο τρόπο με ένα κέντρο αντίστασης, καθώς μια σειρά από δραστηριότητες που αποτελούσαν κοινωνικά και πολιτικά παραδείγματα αντίστασης και αυτοοργάνωσης πάντα βρίσκονταν στο στόχαστρο της καταστολής της αστυνομίας μας λέει οΝίκος Γιαννόπουλος, μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα που στεγάζεται εδώ και δέκα χρόνια περίπου στο κτίριο της Τσαμαδού 13 στα Εξάρχεια. Σήμερα, όμως, όπως υποστηρίζει«δεν πρόκειται απλώς για μια επιχείρηση καταστολής, αλλά μια επιχείρηση διάλυσης του κοινωνικού ιστού τους», μέσα από τoν συνδυασμό αστυνομοκρατίας και σκόπιμης ανοχής σε κυκλώματα διακίνησης ναρκωτικών και γενικότερα στο φαινόμενο που λέγεται «μαφία».


Σκοπός είναι να κατακερματιστεί ο κοινωνικός ιστός, «να σπάσει το ηθικό του κόσμου, να απαξιωθεί το κίνημα αντίστασης που έχει λίγο πολύ ταυτιστεί με τα Εξάρχεια και να φανούν ότι τα Εξάρχεια είναι μια περιθωριακή συνοικία, όπου η εισβολή της αστυνομίας είναι επιτακτική» μας εξηγεί, αναφερόμενος στη δράση της αστυνομίας στην περιοχή. «Η κυβέρνηση, το βαθύ κράτος και η αστυνομία περνάνε από το δόγμα της μηδενικής ανοχής στο δόγμα της μηδενικής ελευθερίας» παρατηρεί, καθώς χωρίς να υπάρχει καμία μορφή μαχητικής αντίστασης, χτυπιούνται χώροι που δυνητικά θα μπορούσαν να αντισταθούν.

«Πρόβα τζενεράλε εξαίρεσης δικαιωμάτων στο επίπεδο του δρόμου» θα μπορούσε να χαρακτηρίσει την τακτική που ακολουθεί η αστυνομία στα Εξάρχεια, όπου οι άνθρωποι που κυκλοφορούν σε ολόκληρες ζώνες δεν έχουν κανένα δικαίωμα, μόνο και μόνο γιατί βρίσκονται σε αυτές. «Το χτύπημα στα Εξάρχεια είναι πιλοτικό», όπως πιστεύει, και η δημιουργία ενός μετώπου αντίστασης είναι επιτακτική «όχι για να προστατευθούν τα Εξάρχεια, αλλά για να μην περάσει αυτό το πιλοτικό πρόγραμμα της μηδενικής ελευθερίας» που μπορεί να επεκταθεί και αλλού. Το ζητούμενο είναι «να υπάρχει το αίσθημα της ασφάλειας των δικαιωμάτων».

Ναι ή όχι στην αστυνομική παρουσία;
«Θέλουμε αστυνόμευση και όχι αστυνομοκρατία», λέει ο Θ. Κοκκινάκης. Την ώρα που η αστυνομία επιστρατεύει μέσα σε λίγα λεπτά δεκάδες διμοιρίες και μηχανάκια για να καταστείλει, δεν παρουσιάζει τον ίδιο… ζήλο σε άλλες περιπτώσεις. «Αν σου κλέβουν το σπίτι, εμφανίζονται με καθυστέρηση μισαώρου». Ούτε όμως απέναντι σε μαφίες και διακινητές ναρκωτικών, η αστυνομία παρουσιάζει όμοια αντανακλαστικά όπως στις διαδηλώσεις.«Μπορεί να πουλάει ο άλλος δίπλα ναρκωτικά κι η αστυνομία να μη κάνει τίποτα». Κάτι που είδαμε και με τα μάτια μας. Σε διάστημα 2 ωρών, ομάδες ΔΕΛΤΑ πέρασαν 5-6 φορές από τη Ζωοδόχου Πηγής και λίγο παρακάτω, Μεσολογγίου και Τζαβέλλα, η διακίνηση από τα βαποράκια γινόταν κανονικά.

Η θέση της Λαϊκής Συνέλευσης Εξαρχείων απέναντι στη δράση της αστυνομίας στη γειτονιά είναι ξεκάθαρη, καθώς θέλει να σταματήσει αυτή η υπερβολική παρουσία της αστυνομίας αλλά και η κατασταλτική της και μόνο δράση. «Οι κάτοικοι θέλουν ασφάλεια, αλλά παρά την έντονη παρουσία της αστυνομίας, βλέπουμε ότι η δράση της δεν έχει κάποιο αποτέλεσμα ως προς την εγκληματικότητα και τα ναρκωτικά για παράδειγμα» μας εξηγεί η Π. Μέλλιου. «Αυτό δεν είναι αστυνόμευση, αλλά καταστολή» καταλήγει, αναφερόμενη στη συνολική δραστηριότητα των αστυνομικών δυνάμεων τα τελευταία χρόνια στην γειτονιά της.

Υπάρχει όμως κι η άλλη άποψη που λέει ότι δεν θέλει την αστυνομία στα Εξάρχεια και σε οποιοδήποτε ρόλο. Ο Βαγγέλης Νάνος από τηνΑντιεξουσιαστική Κίνηση, στάθηκε σε μια παλιότερη κατάκτηση της κοινωνίας των Εξαρχείων. «Δεν θέλαμε και δεν γουστάραμε την αστυνομία, αλλά είχαμε καταφέρει με έναν τρόπο να μην έχουμε φόνους στα Εξάρχεια, να μην υπάρχει μεγάλη εγκληματικότητα». Κάτι όμως, που έχει αρχίσει και αλλάζει τα τελευταία χρόνια και βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την οικονομική εξαθλίωση μεγάλης μερίδας του κόσμου. «Δεν υπάρχει μία, άρα το έγκλημα έχει γίνει πιο βάρβαρο. Κάτι που δεν συμβαίνει βέβαια μόνο στα Εξάρχεια, αλλά συνολικά στη χώρα. Ωστόσο, δεν μπορεί και η αστυνομία να το αντιμετωπίσει στη βάση του, καθώς δεν αντιμετωπίζεται με όρους “θα βάλω φυλακή τον κλέφτη, άρα δεν θα έχω άλλο κλέφτη” . Άμα δεν υπάρχει μία, ο άλλος είναι πολύ πιθανό να καταφύγει στο έγκλημα». Το πρόβλημα βρίσκει απάντηση για τον ίδιο στην αλληλεγγύη. «Να γίνουν δομές που θα δίνουν επιλογές, ώστε ανάμεσα να ξεχωρίζει το πράγμα, ποιος το κάνει από ανάγκη και ποιος όχι».

«Τα Εξάρχεια είναι ένα μέρος που η ιδέα κυκλοφορεί κι αυτό φοβίζει», λέει ο Β. Νάνος που εκτιμά ότι οι αστυνομικές επεμβάσεις έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που στοχεύουν. «Ευχαριστούμε την αστυνομία που συσπειρώνει έναν κόσμο που σε άλλη περίπτωση ίσως να μην ήταν τόσο δραστήριος. Βλέποντας όμως τη βλακεία και την ακρότητα της επέμβασης, όχι μόνο δεν λέει “α, ευτυχώς που ήρθε η αστυνομία να διώξει τους «ταραχοποιούς»” αλλά ζητά να φύγει η αστυνομία».

Μένω Εξάρχεια είναι έγκλημα;
Στο πλαίσιο των εντυπώσεων, η κυβέρνηση παρουσιάζει τα Εξάρχεια ως γκέτο αναρχικών και τους κατοίκους τους τρομοκράτες. Κατ’ επέκταση όποιος μένει στα Εξάρχεια έχει λιγότερα δικαιώματα, αλλά περισσότερους λόγους να απασχολήσει την αστυνομία. Στα Εξάρχεια υπάρχει δικαιολογία αν αστυνόμος σκοτώσει 15χρονο. Στα Εξάρχεια υπάρχουν ιπτάμενοι αναρχικοί.

Στα Εξάρχεια, όμως αυτό που φαίνεται ότι ενοχλεί είναι ότι υπάρχει ζωή. Είναι μια περιοχή που δεν ξεχαρβαλώθηκε από την κρίση, δεν υποτάχθηκε από τη μιζέρια. Οι άνθρωποι στα Εξάρχεια κάνουν κάτι που έχει ξεχαστεί. Μιλάνε. Και διαφωνούν. Αλλά κόντρα στις διαφορές τους, ενώνονται για να μπορούν να συνεχίσουν να διαφωνούν. Έτσι, απέναντι στις συχνές επισκέψεις της αστυνομίας, την εξάπλωση της μαφίας και των ναρκωτικών, απαντούν με δράσεις που δίνουν πνοή στις γειτονιές τους. Δεν κάθονται σε ησυχία. Κι αυτή τους η διαρκής κίνηση, είναι που «ενοχλεί», αλλά και αυτή που φέρνει νίκες. Το πάρκινγκ στη Ναυαρίνου που έγινε πάρκο, οι κοινωνικοί χώροι που πολλαπλασιάστηκαν, ο αγώνας κατά των ναρκωτικών που διαρκώς κερδίζει έδαφος, είναι μονάχα λίγες από τις πολλές σημαντικές τους κατακτήσεις. Θα ‘ρθουν κι άλλες.

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015

Τρεις λέξεις για τους νεκρούς και για τους ζωντανούς (αναδημοσίευση)

του Ετιέν Μπαλιμπάρ
από RedNoteBook
Το άρθρο του Ετιέν Μπαλιμπάρ, με τίτλο Trois mots pour les morts et pour lesvivants, δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Libération στις 9 Ιανουαρίου 2015. 
Μετάφραση: Νίκος Σκοπλάκης

Ένας παλιός φίλος από την Ιαπωνία, πρώην καθηγητής στο πανεπιστήμιο Τοντάι, ο Χαρουχίσα Κάτο, μου έγραψε το εξής: «Είδα τις εικόνες πένθους σε ολόκληρη τη Γαλλία. Συγκλονίστηκα βαθιά απ’ αυτές. Σε βάθος χρόνου, μου άρεσαν πολύ τα λευκώματα του Βολινσκί. Είμαι ανέκαθεν συνδρομητής του Canard enchaîné. Κάθε εβδομάδα, εκτιμώ τα σκίτσα του «Beauf» από τον Καμπύ. Έχω πάντα πλάι στο γραφείο μου το λεύκωμα «Ο Καμπύ και το Παρίσι», από το οποίο είναι αξιοθαύμαστα πολλά σκίτσα κοριτσιών από την Ιαπωνία, τουρίστριες που ανθίζουν στα πεδία των Ηλυσίων». Αλλά παρακάτω, αυτή η επιφύλαξη: «Το κύριο άρθρο της 1ης Ιανουαρίου στον Monde άρχιζε με τούτες τις λέξεις: “ένας καλύτερος κόσμος; αυτό προϋποθέτει την εντατικοποίηση της πάλης εναντίον του ισλαμικού κράτους και της τυφλής βαρβαρότητάς του”. Θορυβήθηκα πολύ από την επιβεβαίωση, αρκούντως αντιφατική μου φαίνεται, πως πρέπει να περάσουμε πόλεμο για να έχουμε ειρήνη!».

Κι άλλοι επίσης μου γράφουν από παντού: Τουρκία, Αργεντινή, Η.Π.Α… Όλοι εκφράζουν τη συμπάθεια και την αλληλεγγύη, αλλά συνάμα και την ανησυχία τους: για την ασφάλειά μας και για τη δημοκρατία μας, για τον πολιτισμό μας, θα έλεγα και για την ψυχή μας. Είναι σ’ αυτούς που θέλω να απαντήσω, συγχρόνως με την πρόσκληση της Libération. Είναι δίκαιο να εκφράζονται οι διανοούμενοι χωρίς προνόμια, κυρίως χωρίς το προνόμιο μιας ιδιαίτερης διαύγειας, αλλά και δίχως δισταγμό, δίχως υπολογισμό. Είναι λειτουργική υποχρέωση, ώστε ο λόγος να κυκλοφορεί στην πόλη την ώρα του κινδύνου. Σήμερα, στο κατεπείγον, δεν θέλω ν’ αρθρώσω παρά μόνο δυο-τρεις λέξεις:

Κοινότητα. Ναι, χρειαζόμαστε την κοινότητα: για το πένθος, για την αλληλεγγύη, για την προστασία, για τον στοχασμό. Αυτή η κοινότητα δεν είναι αποκλειστική, πιο συγκεκριμένα δεν είναι αποκλειστική για εκείνους ανάμεσα στους πολίτες, Γάλλους ή μετανάστες, που μια ολοένα και πιο τοξική προπαγάνδα, η οποία ανακαλεί τα πιο ολέθρια επεισόδια της ιστορίας μας, εξομοιώνει με εισβολείς και τρομοκράτες για να τους κάνει αποδιοπομπαίους τράγους των φόβων, της αποπτώχευσης ή των φαντασμάτων μας. Αλλά ούτε είναι αποκλειστική εκείνων που πιστεύουν στις θέσεις του Εθνικού Μετώπου ή που τους σαγηνεύει η πρόζα του Ουελμπέκ. Πρέπει, λοιπόν, να εξηγηθεί με τον εαυτό της. Και δεν σταματάει στα σύνορα, είναι τόσο έκδηλο πως το μοίρασμα των συναισθημάτων, των ευθυνών και των πρωτοβουλιών που ανακαλεί ο εν εξελίξει «παγκόσμιος εμφύλιος πόλεμος» πρέπει να γίνει από κοινού, σε διεθνή κλίμακα, κι αν είναι δυνατόν (σ’ αυτό το σημείο έχει απόλυτο δίκιο ο Εντγκάρ Μορέν), μέσα σ’ ένα πλαίσιο κοσμοπολιτισμού.

Γι’ αυτό η κοινότητα δεν συγχέεται με την «εθνική ενότητα». Αυτή η έννοια πρακτικά δεν εξυπηρέτησε ποτέ παρά ανομολόγητους στόχους: να επιβληθεί σιωπή στις ενοχλητικές ερωτήσεις και να πιστέψουμε στο αναπόφευκτο των μέτρων εξαίρεσης. Η ίδια η Αντίσταση (και εύλογα) δεν είχε επικαλεστεί αυτόν τον όρο. Και ήδη βλέπουμε πώς, κηρύσσοντας το εθνικό πένθος που είναι προνομία του, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας το αξιοποίησε για να εισαγάγει επιτηδείως μια δικαιολόγηση των στρατιωτικών μας επεμβάσεων, που δεν είναι σίγουρο ότι δεν συνέβαλαν στη διολίσθηση του κόσμου στην παρούσα καμπή. Κατόπιν, έρχονται όλες οι φαλκιδευμένες συζητήσεις σχετικά με τα κόμματα που είναι «εθνικά» και εκείνα που δεν είναι, ακόμα κι αν φέρουν το όνομα. Θέλουμε, λοιπόν, να συναγωνιστούμε την κυρία Λεπέν;

Απερισκεψία. Ήταν απερίσκεπτοι οι σκιτσογράφοι του Charlie-Hebdo; Ναι, αλλά η λέξη έχει δύο σημασίες, περισσότερο ή λιγότερο εύκολα διακρινόμενες (και, ασφαλώς, υπεισέρχεται εδώ ένα μερίδιο υποκειμενικότητας). Περιφρόνηση του κινδύνου, προτίμηση της διακινδύνευσης, ηρωισμός, αν θέλετε. Αλλά επίσης αδιαφορία για τις ενδεχομένως καταστροφικές συνέπειες μιας υγιούς πρόκλησης: στις συγκεκριμένες συνθήκες, το αίσθημα ταπείνωσης εκατομμυρίων ανθρώπων, ήδη στιγματισμένων, που τους παραδίδει στη χειραγώγηση οργανωμένων φανατικών. Πιστεύω ότι ο Σαρμπ και οι σύντροφοί του υπήρξαν απερίσκεπτοι και με τις δύο σημασίες της λέξης. Σήμερα που αυτή η απερισκεψία τους κόστισε τη ζωή, αποκαλύπτοντας ταυτοχρόνως τον θανάσιμο κίνδυνο που διατρέχει η ελευθερία της έκφρασης, θέλω να σκέφτομαι μόνο την πρώτη πλευρά. Αλλά για το αύριο και το μεθαύριο (καθώς δεν θα είναι υπόθεση μιας μέρας), θα ήθελα να στοχαστούμε τον πιο ευφυή τρόπο για να διαχειριστούμε τη δεύτερη και την αντίθεσή της με την πρώτη. Δεν θα είναι κατ’ ανάγκη δειλία.

Τζιχάντ. Σκοπίμως στο τέλος, αρθρώνω τη λέξη που προκαλεί φόβο, διότι είναι καιρός να εξετάσουμε όλες τις προεκτάσεις της. Δεν διαθέτω παρά την αρχή μιας ιδέας γι’ αυτό το θέμα, αλλά τη θεωρώ σημαντική: η τύχη μας βρίσκεται στα χέρια των μουσουλμάνων, όσο αόριστη κι αν είναι αυτή η ονομασία. Γιατί; Επειδή είναι, βεβαίως, δίκαιο να προειδοποιούμε ενάντια στη σύγχυση και να είμαστε αντίθετοι με την ισλαμοφοβία, η οποία διατείνεται πως διαβάζει το κάλεσμα για φόνο στο Κοράνι ή στην προφορική παράδοση. Αλλά αυτό δεν θα είναι αρκετό. Στην εκμετάλλευση του ισλάμ από τα τζιχαντιστικά δίκτυα -που, ας μην το ξεχνάμε, έχουν ως κύρια θύματα τους μουσουλμάνους παντού στον κόσμο και στην ίδια την Ευρώπη-, δεν μπορεί ν’ απαντήσει παρά μια θεολογική κριτική και σε τελική ανάλυση μια μεταρρύθμιση του «κοινού νου» της θρησκείας, που να κάνει τον τζιχαντισμό αντι-αλήθεια στα μάτια των πιστών. Διαφορετικά, θα πιαστούμε όλοι στη θανάσιμη μέγγενη της τρομοκρατίας, η οποία είναι επιδεκτική στο να προσελκύει όλους τους ταπεινωμένους και προσβεβλημένους της κρισιακής κοινωνίας μας, και των ελευθεριοκτόνων πολιτικών ασφαλείας, οι οποίες υλοποιούνται από διαρκώς στρατιωτικοποιούμενα κράτη. Υπάρχει, λοιπόν, ευθύνη των μουσουλμάνων, ή καλύτερα, ένα χρέος που εναπόκειται σ’ αυτούς. Αλλά η ευθύνη είναι εξίσου δική μας. Όχι μόνον επειδή το «εμείς» για το οποίο μιλώ εδώ και τώρα περιλαμβάνει εξ ορισμού πολλούς μουσουλμάνους. Αλλά και διότι οι πιθανότητες μιας τέτοιας κριτικής και μιας τέτοιας μεταρρύθμισης, ήδη ισχνές, θα εκμηδενίζονταν κατευθείαν, αν συνεχίζαμε να βολευόμαστε για πολύ με τον λόγο του αποκλεισμού, του οποίου εκείνοι είναι γενικά, μαζί με τη θρησκεία και τους πολιτισμούς τους, ο στόχος.

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015

Η τέλεια προσομοίωση…(αναδημοσίευση)

Από τον ΚΙΜΠΙ


…Αφού, πάντως, ήθελαν να τα δοκιμάσουν όλα- πώς είναι να σέρνονται στο τραχύ οδόστρωμα τα ανάλαφρα Tod’s σου, πώς νιώθεις κάνοντας αλυσίδα για να μη σπάσει η κεφαλή της πορείας, πώς αισθάνεσαι φωνάζοντας, προσπαθώντας να φτάσει η φωνή σου, η οργή σου, το παράπονό σου στ’ αυτιά της βαρήκοης εξουσίας, πώς είναι να διαδηλώνεις, να πορεύεσαι μαζί με τους ανυποψίαστους θνητούς υποτελείς σου, την πωλήτρια Ζαν, τον μεταλλεργάτη Λυκ, τον αποθηκάριο Αλί, τον μετανάστη Αντρέι, τον απολυμένο Γιώργο-, αφού, λοιπόν, ήθελαν μια τέλεια προσομοίωση δημοκρατίας, διαμαρτυρίας, μαχητικότητας, γιατί δεν φρόντιζαν να συμβεί και σ’ αυτή τη διαδήλωση του Παρισιού ό,τι συμβαίνει σε όλες τις διαδηλώσεις που διαταράσσουν την ηρεμία της εξουσίας τους; Γιατί δεν φρόντιζαν να τους επιτεθούν με βία έφιπποι Βέλγοι ή Σουηδοί αστυνομικοί, γιατί δεν έδωσαν εντολές να τους φλομώσουν με χημικά τα ελληνικά ΜΑΤ; Γιατί δεν τους έριξαν στην άσφαλτο ορμητικοί πίδακες νερού εκτοξευμένοι από «κανονάκια» της αστυνομίας, γιατί δεν τους έριξαν δακρυγόνα και κροτίδες κρότου λάμψης, γιατί δεν τους κτύπησαν με γκλομπς, και μάλιστα από τις μεταλλικές τους λαβές, γιατί δεν τους προσήγαγαν μαζικά, γιατί δεν τους συνέλαβαν, γιατί δεν τους απήγγειλαν κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για αντίσταση κατά της αρχής, γιατί δεν λέρωσαν τα καμιλό, κασμιρένια, ολόμαλλα παλτά τους με την άσπρη σκόνη από τις φισούνες της αστυνομίας, γιατί δεν έβαλαν μααλόξ και βαζελίνη στα μάτια, γιατί δεν μάτωσαν οι μύτες τους, γιατί δεν έχουν ούτε γρατζουνιά στα κεφάλια τους; Αν πρόκειται αυτοί οι τύποι να υπερασπίσουν τη δημοκρατία, την ελευθερία σκέψης και λόγου, πρέπει να τους δοθεί η ευκαιρία να ξέρουν τι θυσίες θα χρειαστεί να κάνουν. Η προσομοίωση να είναι τέλεια. Ξύλο και δακρυγόνα για τον αφρό της Δύσης, για τις κεφαλές του κόσμου…
ΚΙΜΠΙ

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Guanyem Barcelona: φόρος τιμής στην (εφικτή;) ουτοπία (αναδημοσίευση)


Από τη Δημοτοπία

«Ζούμε σε μια εξαιρετική εποχή που απαιτεί γενναίες, δημιουργικές πρωτοβουλίες. Αν είμαστε ικανοί να φανταστούμε μια άλλη πόλη, τότε έχουμε τη δύναμη να την μεταμορφώσουμε..»

Μια πολύ ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία για τη διεκδίκηση του δήμου Βαρκελώνης έκανε πρόσφατα την εμφάνιση της μέσω μιας πλατφόρμας που ονομάζεται GuanyemBarcelona [Ας νικήσει η Βαρκελώνη], η οποία ξεκίνησε από μια ομάδα ανθρώπων της πόλης αποτελούμενη από διανοούμενους, εργαζόμενους και ακτιβιστές στα τοπικά κινήματα. Μεταξύ των τελευταίων και η Ada Colau, που είναι γνωστή στην Ισπανία ως η εκπρόσωπος της PAH ένα κίνημα σε όλη τη χώρα που βοηθά τα θύματα των εξώσεων από τις τράπεζες. Ακόμα κι αν στόχος της GuanyemBarcelona είναι να κερδίσει τις επόμενες δημοτικές εκλογές, το Μάιο του 2015, δεν πρόκειται για ένα πολιτικό κόμμα ως τέτοιο. Μάλλον, είναι μια πρόσκληση σε υφιστάμενα κοινωνικά κινήματα και πολιτικές οργανώσεις καθώς και σε απλούς πολίτες να επιστρέψουν την πολιτική στους πολίτες και να συσπειρωθούν γύρω από τέσσερις βασικούς στόχους:

-Να διασφαλιστούν τα βασικά δικαιώματα και μια αξιοπρεπή ζωή για όλους.
-Να προωθηθεί μια οικονομία η οποία δίνει προτεραιότητα στην κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη.
-Να εκδημοκρατιστούν οι θεσμοί και να δοθεί η δυνατότητα στους ανθρώπους να αποφασίσουν σε τι είδους πόλη θέλουν να ζήσουν.
-Να δεσμευτεί από ένα νέο ηθικό συμβόλαιο η σχέση μεταξύ των πολιτών και των αντιπροσώπων.

Σε επίπεδο αυτοδιοίκησης έχουν ήδη ξεκινήσει σε πολλές ισπανικές πόλεις δικές τους “ας κερδίσει” πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένων των GanemosMadrid, GanemosSevilla, GanemosMálaga, GanemosValladolid, GanemosLasPalmas, GanemosAlmería, και GanemosToled και προσπαθούν να ανοίξουν διόδους επιρροής των κινημάτων και των απλών πολιτών στους κυρίαρχους θεσμούς, πρεσβεύοντας μια άλλη αντίληψη για την αντιπροσώπευση, όπου οι αντιπρόσωποι δεν θα διαχωρίζονται από τους πολίτες και δεν θα ασκούν εξουσία επάνω τους, αλλά αντιθέτως θα ανοίγουν τους θεσμούς στην άμεση και διαρκή επιρροή των πολιτών. Οι κινήσεις Ganemos ανά την Ισπανία συμβαδίζουν έτσι με τη λογική που εκφράζει το PODEMOS σε επίπεδο κεντρικού κράτους και κεντρικής κυβέρνησης, αλλά παραμένουν πολύ πιο οριζόντιες και αμεσοδημοκρατικές (ελέγχονται από τοπικές συνελεύσεις, δεν έχουν δημιουργήσει κάθετες γραφειοκρατίες κλπ.) σε σύγκριση με το PODEMOS για την ώρα.

Ακολουθεί η ελληνική μετάφραση του μανιφέστου/καλέσματος της GuanyemBarcelona τον Ιούνιο του 2014 (που βρίσκεται στην ιστοσελίδα της GuanyemBarcelona)

GuanyemBarcelona. Ας νικήσει η Βαρκελώνη.

Ζούμε σε μια εποχή βαθιών αλλαγών. Αξιοποιώντας το πλαίσιο της κρίσης,οι οικονομικές δυνάμεις έχουν ξεκινήσει μια ανοιχτή επίθεση στα δικαιώματα και τις κοινωνικές κατακτήσεις της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Ωστόσο, η επιθυμία για πραγματική δημοκρατία είναι ολοένα και πιο έντονη στις πλατείες, στο δρόμο, στο διαδίκτυο, αλλά και στις κάλπες. Τα τελευταία χρόνια, πλήθος κινημάτων και πρωτοβουλίες πολιτών έχουν καταγγείλει την απάτη από την οποία υποφέρουμε και έχουν αποδείξει την αδυναμία της παλαιάς πολιτικής να δώσει απάντηση στις ανάγκες του κόσμου. Οι πρωτοβουλίες αυτές, ωστόσο, έχουν συχνά συναντηθεί με την αλαζονεία μερικών ελίτ που αισθάνονται ατιμώρητοι, που δεν διορθώνουντα λάθη τους και που τώρα θέλουν να μας επιβάλουν μια ακόμα μεταπολίτευση (Transicion), έτσι ώστε τίποτα να μην αλλάξει. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιτρέψουμε έναν θεσμικό αποκλεισμό από τα πάνω που μας αφήνει χωρίς μέλλον. Πρέπει να ενισχύσουμε, περισσότερο από ποτέ, τον κοινωνικό ιστό και τους αυτοοργανωμένους χώρους πολιτών.

Αλλά έχει έρθει επίσης η ώρα να επανοικειοποιηθούμε τους θεσμούς για να τους διαθέσουμε στην υπηρεσία των πλειοψηφιών και του κοινού καλού. Για να αποδείξουμε ότι μπορούμε να δράσουμε αλλιώς πρέπει να πάμε βήμα-βήμα. Και το πρώτο βήμα είναι να ξεκινήσουμε από ό,τι γνωρίζουμε από κοντά: τον δήμο, την πόλη μας, τις γειτονιές μας.

Η Βαρκελώνη είναι ένας αποφασιστικός χώρος για να προωθήσουμε την δημοκρατική εξέγερση που χρειάζεται. Πρώτον, επειδή έχει ήδη έναν συνεργατικό και διεκδικητικό ιστό ικανό να πραγματοποιήσει φιλόδοξα ανατρεπτικά σχέδια. Δεύτερον, διότι μια δημοκρατική εξέγερση στη Βαρκελώνη δεν θα ήταν ένα καθαρά τοπικό φαινόμενο. Θα συνδεόταν με πολλές παρόμοιες πρωτοβουλίες βάσης που προσπαθούν να διαλύσουν το σημερινό πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Στη χώρα μας (Καταλονία), σε όλο το Ισπανικό κράτος και στην Ευρώπη.

Επειδή πιστεύουμε στο δικαίωμα της επιλογής, θέλουμε να επιλέξουμε, εδώ και τώρα, πως πρέπει να είναι η Βαρκελώνη που χρειαζόμαστε και επιθυμούμε. Θέλουμε μια πόλη που να προωθεί την ειλικρίνεια των κυβερνώντων και να αποτρέπει την μαφιόζικη συνομωσία πολιτικής και χρήματος. Πρέπει να βάλουμε ένα τέλος στη συσσώρευση των αξιωμάτων, να περιορίσουμε αποζημιώσεις και θητείες, να προωθήσουμε διαφανείς ατζέντες και να δημιουργήσουμε αποτελεσματικούς μηχανισμούς ελέγχου των δημοσίων ιθυνόντων. Θέλουμε ένα νέο ηθικό συμβόλαιο μεταξύ των πολιτών και των αντιπροσώπων. Πρέπει να βρούμε τον τρόπο να περιορίσουμε και να αντιστρέψουμε τις προσβλητικές ανισότητες που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια. Θέλουμε μια πόλη χωρίς εξώσεις και υποσιτισμό, όπου ο κόσμος δεν θα βλέπει τον εαυτό του καταδικασμένο να ζει στο σκοτάδι ή να υποφέρει από καταχρηστικές αυξήσεις στις τιμές των μέσων μαζικής μεταφοράς. Η πρόσβαση στη στέγαση, στην εκπαίδευση, στην υγεία, και σε ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα πρέπει να είναι εγγυημένα δικαιώματα για όλους και όχι προνόμια διαθέσιμα σε μια μειονότητα.

Θέλουμε μια πραγματική μητροπολιτική δημοκρατία, που απαιτεί από τους εκπροσώπους να διοικούν υπακούοντας. Μια δημοκρατία με αποκέντρωση και άμεση εκλογή τοπικών συμβούλων, με κοινωνικό έλεγχο επί των προϋπολογισμών και με πρωτοβουλίες και δημόσιες δεσμευτικές διαβουλεύσεις που να βοηθάνε στη λήψη κοινών και νομιμοποιημένων αποφάσεων.

Χρειαζόμαστε μια Βαρκελώνη φιλόξενη αλλά επίσης διαθέσιμη να σταθεί απέναντι στα μεγάλα οικονομικά, μεσιτικά και τουριστικά λόμπι. Χρειαζόμαστε θεσμούς που ποντάρουν στην κοινωνική οικονομία και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας. Οι Συμβάσεις δημοσίων έργων πρέπει να συμμορφώνονται με τα κριτήρια της κοινωνικής και περιβαλλοντικής δικαιοσύνης.

Δεν θέλουμε μια πόλη που πουλάει την αστική της κληρονομιά στον καλύτερο πλειοδότη. Θέλουμε θεσμούς που θα επανακτήσουν τον δημοκρατικό έλεγχο του νερού, που θα προωθήσουν δημοσιονομικά και πολεοδομικά μέτρα για τον τερματισμό της κερδοσκοπίας με αντικείμενο τη γη και θα προωθήσουν περιβαλλοντικά βιώσιμες πολιτικές για την ενέργεια και τις μεταφορές. Πολλές από αυτές τις πρωτοβουλίες υποστηρίζονται, εδώ και καιρό, από κοινωνικά κινήματα, κινήματα γειτονιάς και συνδικαλιστικά κινήματα καθώς και από διαφορετικές πολιτικές οργανώσεις. Αλλά δεν μπορούν να ριζώσουν δίχως την ευρεία συμμετοχή της κοινωνίας.

Η διάσωση της δημοκρατίας από τις δυνάμεις που την κρατούν αιχμάλωτη είναι ένας δύσκολος στόχος, φιλόδοξος, αλλά ταυτόχρονα συναρπαστικός. Απαιτεί την δημιουργία νέων εργαλείων κοινωνικού συντονισμού και πολιτικής παρέμβασης, όπου να συναντάται ο οργανωμένος κόσμος με αυτόν που αρχίζει να κινητοποιείται. Ο κόσμος που μάχεται εδώ και καιρό με τον κόσμο που αισθάνεται εξαπατημένος αλλά λαχταρά να ενθουσιαστεί με ένα κοινό πρόταγμα. Για αυτό προωθούμε αυτή την πλατφόρμα πολιτών. Για να οικοδομήσουμε μια πολυσυμμετοχική, νικηφόρα υποψηφιότητα των πλειοψηφιών που να έχει παρουσία στις γειτονιές, στους χώρους εργασίας, στον κόσμο του πολιτισμού και να μας επιτρέψει να μεταμορφώσουμε τους θεσμούς προς όφελος του κόσμου.

Δεν επιθυμούμε ούτε έναν κομματικό συνασπισμό ούτε έναν απλό κομματικό συνδυασμό. Θέλουμε να ξεφύγουμε από τις παλιές κομματικές λογικές και να κατασκευάσουμε νέους χώρους που, σεβόμενοι την ταυτότητα του καθενός, θα είναι κάτι πέρα από το αριθμητικό άθροισμα των μερών που την αποτελούν. Πιστεύουμε ότι η πόλη μας συγκεντρώνει τις συνθήκες για να καταστεί αυτό δυνατό.

Δεν υπάρχει μια μαγική φόρμουλα για να λύσει τα προβλήματα που θα συναντήσουμε κατά μήκος της διαδρομής. Θα πρέπει να προχωρήσουμε ρωτώντας και πρέπει να το κάνουμε χωρίς φόβο. Οι καλύτερες εμπειρίες μας δείχνουν ότι αν οργανωθούμε με βάση την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων και πρακτικών, μπορούμε να επιτύχουμε στόχους που φαινόντουσαν αδύνατοι.

Παρά τη σκληρότητα της κρίσης, έχει ανοίξει ένα ιστορικό ρήγμα που δεν μπορούμε ούτε θέλουμε να μην εκμεταλλευτούμε. Ζούμε εξαιρετικές περιστάσεις που απαιτούν τολμηρές και δημιουργικές πρωτοβουλίες. Αν μπορούμε να φανταστούμε μια άλλη πόλη, έχουμε τη δύναμη να την μεταμορφώσουμε. Σε προσκαλούμε να σκεφτούμε μαζί στις 26 Ιουνίου. Για μας, για όσους έχουν προηγηθεί στην προσπάθεια και για αυτούς που θα έρθουν. Έχει φτάσει η ώρα να αποδείξουμε ότι είναι δυνατό να οικοδομήσουμε μια διαφορετική πόλη.

Έχει φτάσει η στιγμή να κερδίσουμε την Βαρκελώνη.

Η Ασύμμετρη Αριστερά (αναδημοσίευση)

Από τον Νώντα Κούκα

Η Εμπειρία, η αφέλεια και η αθωότητα της αριστεράς

Δίχως να παραγνωρίζουμε τους ιστορικούς αγώνες και τις θυσίες πολλών αριστερών, κατά την ταπεινή μας άποψη, η ίδια η αριστερά σπανίως επέδειξε την ικανότητα να διακρίνει εκείνο που είναι σημαντικό από εκείνο που δεν είναι. Με άλλα λόγια, κατά κανόνα στερήθηκε την (ιστορική) εμπειρία. Αν και τούτη η θέση φαίνεται παράδοξη, μπορούμε εντούτοις να τη δικαιολογήσουμε, αφού (ιστορική) εμπειρία σημαίνει: δεξιότητα στο να προσδιορίζεται η ακριβής θέση σε κάθε πράγμα που βρίσκεται μέσα σε αυτό το ακαθόριστο που συνιστά ο περίπλοκος κόσμος.

Καλό είναι να μην μπερδεύουμε τις έννοιες, ακόμη και όταν αυτές αλληλοεπικαλύπτονται. Γνωρίζουμε καλά πως η εμπειρία δεν μπορεί ποτέ να αντικαταστήσει το ταλέντο• εντούτοις, την προτιμάμε πάντα από την αφέλεια ή την αθωότητα. Τις περισσότερες φορές η αθωότητα είναι ψεύτικη, ενώ η εμπειρία είναι αδιαπραγμάτευτη σαν ένα γεγονός.

Αν θέλουμε να διατυπώσουμε το νόημα της εμπειρίας με συνοπτικότερο τρόπο, θα μπορούσαμε να γράψουμε απλά ότι: εμπειρία είναι το όνομα που δίνουμε στα λάθη μας• αν και μόνο αν, μαθαίνουμε πράγματι πολλά από τις αποτυχίες μας. Το θέμα όμως σε αυτόν τον ορισμό είναι ότι τις περισσότερες φορές δίνεται προσοχή στο πρώτο σκέλος και παραβλέπεται το δεύτερο. Έτσι, το νόημα της εμπειρίας εκπίπτει σε ένα κοινότοπο και ανόητο «χρησμό».

Με όλο τον σεβασμό, γιατί έπειτα από τόσα χρόνια ιστορικής εμπειρίας η αριστερά επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη; Ο νοών νοείτω… Δυστυχώς, σε αυτήν την περίπτωση προκύπτει η αφέλεια που δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια προσποιητή αθωότητα. Όπως όμως και να έχει το πράγμα, η εικόνα-έννοια που αποδίδει τούτη την έλλειψη της εμπειρίας μοιάζει με την εικόνα εκείνου που θέλει να εκτιμήσει έναν ζωγραφικό πίνακα, αλλά πάντοτε τον κοιτάει με δύο τρόπους: είτε κολλάει τη μύτη του πάνω σε αυτόν είτε στέκεται υπερβολικά μακριά, μη μπορώντας έτσι να κοιτάξει τις λεπτομέρειές του. Πάντως σε καμία περίπτωση δεν θα μπορέσει ποτέ να εδραιώσει την ορθή εμπειρία του πίνακα.

Η εμπειρία έχει κάτι το μοναδικό: έρχεται όταν παρέρχεται• άρα, εμπεριέχει αναγκαίως την έννοια της ορθής απόστασης. Αυτό συνεπάγεται πως η εμπειρία οικοδομείται από μόνη της• διαθέτει επαρκή αυτονομία τόσο από την «πείρα» όσο και από την απειρία. Και αυτό που λέμε είναι σπουδαίο. Διότι η πείρα ενδέχεται, αφενός, να οδηγήσει σε υπέρμετρη βαρύτητα (φανατισμό, μισαλλοδοξία, δογματισμό) και διαρκή ανησυχία• αφετέρου, σε υπερβολική ελαφρότητα (αμφιδέξια αριστερά, οπορτουνισμό, φαβιανισμό) και αδιαφορία.

Η συμμετρική έννοια της Εμπειρίας αποδίδεται μονάχα με την έννοια της Επικοινωνίας/Μέθεξης, που και αυτή διακρίνεται για το Όριο που θέτει. Επικοινωνία λοιπόν σημαίνει Εμπειρία• και Εμπειρία σημαίνει Επικοινωνία. Το όριο της επικοινωνίας, μαζί με την απόσταση της εμπειρίας ξαναβάζουν τα πράγματα στη θέση τους. Εντάξει, η αριστερά (ομολογουμένως;) μπορεί να μην έχει ταλέντο• με το χέρι όμως στην καρδιά, διαθέτει έστω γνήσια εμπειρία;…
Ας μη λησμονούμε ότι μάλλον ο σταλινισμός προϋπάρχει του Στάλιν, σαν μια ασύμμετρη αριστερά.

Τι είναι ένας επαναστατημένος άνθρωπος; (αναδημοσίευση)



Ένας άνθρωπος πού λέει όχι. Αρνιέται αλλά δεν παραιτείται: είναι ακόμα κι αυτός πού λέει ναι από την πρώτη του κίνηση. "Ένας σκλάβος πού σ' όλη του τη ζωή δεχόταν διαταγές ξαφνικά κρίνει μια νέα εντολή απαράδεκτη. Ποιο είναι το περιεχόμενο αυτού του «όχι»; Σημαίνει, λόγου χάρη, «ή υπόθεση τραβάει μακριά», «μέχρι εκεί και μη παρέκει», «το παρακάνετε» κι ακόμα «υπάρχει ένα όριο πού δε θα ξεπεράσετε». Με λίγα λόγια αυτό το όχι επιβεβαιώνει την παρουσία ενός ορίου.

Ξαναβρίσκουμε την ίδια ιδέα του ορίου στο αίσθημα του επαναστατημένου ότι ο άλλος υπερβάλλει, ότι απλώνει τα δικαιώματά του πέρα από κάποια σύνορα, όπου βρίσκουν αντιμέτωπο ένα άλλο δικαίωμα και περιορίζονται απ' αυτό. Έτσι το κίνημα εξέγερσης στηρίζεται ταυτόχρονα πάνω στην κατηγορηματική άρνηση μιας παραβίασης πού κρίνεται απαράδεκτη και την όχι πολύ ξεκάθαρη βεβαιότητα ενός σταθερού δικαιώματος ή σωστότερα την εντύπωση του επαναστατημένου ότι «Έχει το δικαίωμα να...».

Ή εξέγερση δε γίνεται χωρίς το αίσθημα ότι, κάποιος και κάπου, Έχει δίκιο. Εδώ είναι πού ο επαναστατημένος σκλάβος λέει ταυτόχρονα και ναι και όχι. Επιβεβαιώνει ότι εκτός από το όριο υποψιάζεται πώς κάτι υπάρχει πού θέλει να διατηρήσει μέσα από το όριο. Αποδείχνει πεισματάρικα ότι υπάρχει μέσα του κάτι πού «αξίζει τον κόπο να...», πού ζητάει να το προσέξουν. Με κάποιο τρόπο, αντιμετωπίζει τη διαταγή πού τον καταπιέζει μ' Ένα είδος δικαιώματος να μην καταπιεστεί περισσότερο απ' όσο μπορεί ν' ανεχτεί. Μαζί με την αποστροφή για τον παρείσακτο, σε κάθε εξέγερση υπάρχει μια τέλεια, στιγμιαία εναρμόνιση του ανθρώπου μ' ένα μέρος του εαυτού του.

Αυτόματα λοιπόν παρεμβαίνει μια κρίση αξίας πού τον εκθέτει σε χίλιους κινδύνους. Μέχρι τότε σώπαινε αφημένος στην απελπισία της παραδοχής μιας κατάστασης Έστω κι αν την Έκρινε άδικη. Σωπαίνοντας αφήνεις να πιστεύουν ότι δεν Έχεις ούτε κρίση ούτε επιθυμία για τίποτα και σε μερικές περιπτώσεις πραγματικά δεν επιθυμείς τίποτα. Ή απελπισία όπως και το παράλογο επιθυμεί και κρίνει τα πάντα γενικά και τίποτα ειδικά. Η σιωπή την εκφράζει εύγλωττα. Αλλά όταν αρχίσει να μιλάει, ακόμα κι αν πει όχι, επιθυμεί και κρίνει.

Ό επαναστατημένος με την ετυμολογική Έννοια αλλάζει στάση. Ήταν υποτακτικός κάτω από το μαστίγιο του αφέντη. Ξαφνικά παύει να είναι πειθήνιος, θέλει ν' αντιτάξει κάτι πού προτιμάει σε κάτι πού δεν τού αρέσει. Κάθε αξία δε συνεπάγεται και επανάσταση, αλλά κάθε κίνημα εξέγερσης συνεπάγεται σιωπηλά μια αξία. Αλλά πρόκειται πάντα για αξία;

Από το κίνημα εξέγερσης γεννιέται, έστω και συγκεχυμένα ή συνειδητοποίηση: ή αντίληψη πού ξεπροβάλλει ξαφνικά πώς μέσα στον άνθρωπο υπάρχει κάτι με το οποίο ο άνθρωπος μπορεί να ταυτιστεί Έστω και προσωρινά. Μέχρι τώρα αυτός ο συνταυτισμός δεν είχε γίνει αντιληπτός. Ό δούλος άντεχε όλες τις υπερβολικά άδικες πράξεις πριν από την εξέγερση. Συχνά μάλιστα είχε δεχτεί χωρίς ν' αντιδράσει διαταγές πιο καταπιεστικές από κείνη πού προκάλεσε την άρνησή του. Έκανε υπομονή, απωθώντας τες ίσως μέσα του αλλά μια και σώπαινε συνέχισε να δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον για τα άμεσα συμφέροντά του παρά για τη συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων του. Χάνοντας την υπομονή του, με την ανυπομονησία αρχίζει ένα κίνημα πού μπορεί να επεκταθεί σε κάθε τι πού αποδεχόταν μέχρι τότε. Αυτή η ορμή δρα σχεδόν πάντα αναδρομικά.

Ο σκλάβος τη στιγμή που απορρίπτει την ταπεινωτική διαταγή του αφέντη του απορρίπτει και την ιδία την Ιδιότητα του σκλάβου. Το κίνημα εξέγερσης τον οδηγεί πιο πέρα από την απλή άρνηση. Ξεπερνά ακόμα και το όριο πού έθετε στον αντίπαλο του ζητώντας τώρα να τον μεταχειρίζονται σαν ίσο. Αυτό πού ήταν πρώτα μια ακαταμάχητη αντίσταση του ανθρώπου γίνεται τώρα ολόκληρος ο άνθρωπος πού ταυτίζεται αυτή και περιέχεται σ' αυτή. Το μέρος της προσωπικότητάς του πού επιθυμούσε να το σέβονται το θέτει πάνω από τ' άλλα και του δίνει προτεραιότητα απ' όλα τ' άλλα, ακόμα κι από τη ζωή. Γίνεται γι' αυτόν το υπέρτατο αγαθό. Ζώντας μέχρι τότε μέσα σ' Έναν κομφορμισμό, ό σκλάβος ρίχνεται απότομα «μια κι είναι Έτσι τα πράγματα. ..» στο όλα ή τίποτα.



Η συνείδηση προβάλλει στο φως μαζί με την εξέγερση. Διαπιστώνουμε όμως πώς είναι συνείδηση ενός όλου ακόμα αρκετά αδιαμόρφωτου και συνάμα ενός «τίποτα» πού προαγγέλλει τη δυνατότητα της θυσίας του ανθρώπου γι' αυτό το όλο. Ο επαναστάτης θέλει να είναι το πάν, να ταυτίζεται ολοκληρωτικά μ' αυτό το αγαθό πού συνειδητοποίησε ξαφνικά και πού επιθυμεί ν' αναγνωρίζεται και να γίνεται σεβαστό σα στοιχείο της προσωπικότητάς του, ή να είναι ένα τίποτα, δηλαδή να αποστερηθεί οριστικά τη δύναμη πού τον κυριαρχεί.

Τέλος αποδέχεται την τελική πτώση πού είναι ο θάνατος, αν υποχρεωθεί να στερηθεί αυτό το αποκλειστικό ιερό δικαίωμα πού θα ονομάσει π.χ. Ελευθερία. Καλύτερα να πεθαίνει όρθιος παρά να ζει γονατιστός. Η αξία, σύμφωνα με τούς καλούς συγγραφείς, «αντιπροσωπεύει τις πιο πολλές φορές ένα πέρασμα από το γεγονός στο δικαίωμα, από την επιθυμία στο επιθυμητό (με τη μεσολάβηση της κοινής επιθυμίας γενικά) . Το πέρασμα στο δικαίωμα είναι Έκδηλο, όπως είδαμε, στην εξέγερση. Το ίδιο και το πέρασμα από το "θα έπρεπε να ήταν έτσι" στο «θέλω να είναι έτσι». Άλλα είναι ίσως πολύ περισσότερο Έκδηλη ή Έννοια της μετουσίωσης τού ατόμου σε κοινό αγαθό. Η προβολή του «Όλα ή του Τίποτα» δείχνει πώς ή εξέγερση αντίθετα με την τρέχουσα γνώμη και παρ' όλο πού γεννιέται μέσα σ' ότι πιο ατομικό έχει ο άνθρωπος, αμφισβητεί την ίδια την Έννοια του ατόμου.

Αν, πραγματικά, το άτομο δέχεται να πεθάνει και πεθαίνει όταν έρθει η στιγμή μέσα στην εξέλιξη της εξέγερσης του, δείχνει μ' αυτό ότι θυσιάζεται για ένα αγαθό πού πιστεύει πώς ξεπερνά τα όρια του δικού του πεπρωμένου. "Αν προτιμά την πιθανότητα του θανάτου από την άρνηση του δικαιώματος πού υπερασπίζει είναι γιατί τοποθετεί αυτό το δικαίωμα πάνω από τον ίδιο του τον εαυτό. Δρα λοιπόν στο όνομα μιας αξίας πού δεν Έχει ακόμα ξεκαθαρίσει στο μυαλό του άλλα πού αισθάνεται τουλάχιστο πώς είναι κοινή για όλους τούς ανθρώπους. Βλέπουμε ότι ή επιβεβαίωση πού συνεπάγεται κάθε πράξη εξέγερσης εξελίσσεται σε κάτι πού ξεπερνά το άτομο, αφού το βγάζει από την υποθετική μοναξιά του και του δίνει μια αφορμή δράσης.

Είναι όμως σημαντικό να σημειώσουμε ακόμα ότι αυτή ή αξία πού προϋπάρχει πριν από κάθε δράση βρίσκεται σε αντίφαση με καθαρά ιστορικές φιλοσοφίες, σύμφωνα με τις όποιες ή αξία καταχτιέται (αν καταχτιέται) όταν τελειώνει ή δράση. Ή ανάλυση της εξέγερσης οδηγεί τουλάχιστο στην υπόνοια ότι υπάρχει μια ανθρώπινη φύση όπως τη φαντάζονταν οι "Έλληνες και σ' αντίθεση με τ' αξιώματα της σύγχρονης σκέψης. Γιατί να επαναστατήσει κανείς, αν δεν έχει μέσα του κάτι το σταθερό να προασπίσει; Ό σκλάβος δεν ξεσηκώνεται μόνο για τον εαυτό του, άλλα για όλες τις ανθρώπινες υπάρξεις, όταν κρίνει πώς με την υπάρχουσα τάξη κάτι μηδενίζεται μέσα του πού δεν ανήκει μόνο σ' αυτόν, άλλα είναι κοινός τόπος, όπου όλοι οι άνθρωποι, ακόμα κι εκείνος πού τον προσβάλλει και τον καταπιέζει, μπορούν να βρουν μια κοινότητα