Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Τι δεν καταλαβαίνεις; (αναδημοσίευση)


 Γιάννης Μάρκοβιτς
από tvxs.gr

Τι είναι αυτό που δεν καταλαβαίνεις; Απορείς για την προσφυγιά; Για όλους αυτούς που στοιβάζονται σε σαπιοκάραβα με την ελπίδα να πιάσουν μια φιλόξενη γη; Μια γη, μια ξένη γη, αρκεί να μπορέσουν να ζήσουν; Παραξενεύεσαι γι’ αυτούς που φεύγουν ώστε να μη βρεθούν με κομμένο το κεφάλι; Για όλα εκείνα τα παιδιά που αναζητούν ένα αλλιώτικο μέλλον; Που τους ρίχνουν στα κύματα γιατί δεν θέλουν μάρτυρες για τα εγκλήματά τους; Τι λες για τους άλλους, τα κτήνη με το ανθρώπινο προσωπείο που μετράνε την αξιοπρέπεια σε δολάρια και ευρώ; Τι σε όλα αυτά σου φαίνεται ανεξήγητο; Μήπως ότι εκείνοι που τους έδιναν όπλα για να διώξουν το κακό, τώρα είναι οι φορείς του; Και ότι οι κακοί αλλάζουν φορεσιά ανάλογα με τα συμφέροντα;

Πόσο δύσκολο είναι να πατήσεις το κουμπί και να τους αφαιρέσεις το λουδοβίκειο δικαίωμα στη μοναδική αλήθεια; Ποιοί είναι αυτοί που ξέρουν πιο πολλά από σένα; Ποιός τους έχρισε διαμορφωτές της κοινής γνώμης; Να σου λένε τι είναι το σωστό και τι είναι το λάθος; Να σου πετάνε κατάμουτρα τα βδελυρά τους ψέματα και να σε κοιτάνε ωσάν να κρατούν την απόλυτη αλήθεια; Τι σου είναι δύσκολο να ερμηνεύσεις; Μήπως ότι τα δικά τους συμφέροντα δεν είναι και δικά σου; Ότι δεν σε ρωτάνε ποτέ τους και για οτιδήποτε; Πόσο πολύ πρέπει να παλέψεις για να σηκώσεις το κεφάλι ψηλά; Κι όμως, χρειάζεται λιγότερο απ’ όσο σου λένε. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο σου το παρουσιάζουν. Η εξουσία τους είναι πλασματική. Είναι χτισμένη από πηλό. Το ξέρουν καλά αυτό. Αυτό που ελπίζουν ότι δεν το έχεις αντιληφτεί εσύ. Εκμεταλλεύονται την πρόσβαση στην πληροφόρηση και τη δική σου αδυναμία.

Τι σου είναι ανεξήγητο; Ότι το σπίτι που χρωστάς στην τράπεζα και της ανήκει μέχρι να πεθάνεις σου το εμφανίζουν σαν την ατομική σου ιδιοκτησία; Στην τράπεζα ανήκει, σε χρηματιστηριακά κοράκια. Εσύ όμως θα πληρώνεις τους φόρους και τα χαράτσια. Σε έχουν κάνει να είσαι ο ιδιοκτήτης του τίποτα. Για δε τα σκουπίδια που προσπαθούν να σε πείσουν να καταναλώνεις, τι λες; Τι πιστεύεις; Θεωρείς ότι τα χρειάζεσαι όλα αυτά; Εσύ όχι. Δεν τα χρειάζεσαι. Αυτοί όμως ναι. Αυτοί σε χρειάζονται για να πλουτίζουν και να τρώνε πάνω στο ζαρωμένο και ταλαιπωρημένο κορμί σου.

Τι είναι αυτό που πρέπει να το μεταφράσεις στη γλώσσα σου; Μήπως την εικονική Ευρώπη που σου σερβίρουν; Την πλασματική αλληλεγγύη; Τα ψηλά τείχη και τα κράτη-φρούρια που τα πουλάνε ως Ευρώπη των λαών; Ποιά Ευρώπη, με ποιά τεχνολογία, τι είδους επιστήμη και ποιός πολιτισμός; Αυτών που επιδιώκουν τον έλεγχο του μυαλού και των θέλω σου; Αυτά σε ποιά γλώσσα πρέπει να σου τα λένε για να τα εμπεδώσεις;

Ένα και μόνο πράγμα να γνωρίζεις. Αυτοί ξέρουν τι κάνουν. Ξέρουν τι θέλουν. Εσύ όμως; Εσύ τι ξέρεις; Εσύ που ζεις με τα χρέη που φορτώνεσαι και με τις ψευδαισθήσεις που θρέφεις. Τι νομίζεις ότι κάνεις; Φαντασιώνεσαι μεγαλεία; Προσπαθείς να τους φτάσεις; Θέλεις να γίνεις σαν κι αυτούς; Αυτοί όμως δεν είναι ανώτεροι σου. Εσύ τους έχεις τοποθετήσει από πάνω σου. Σε έπεισαν και τους αποδέχτηκες. Να ακολουθείς και να υπομένεις. Να βρίζεις για τη μοίρα σου και να συζητάς χαμηλόφωνα. Να πιστεύεις και να πείθεσαι. Να κάνεις όνειρα και να ζεις εφιάλτες.

Όμως για πόσο ακόμα; Τώρα αναλογίσου, τι δεν καταλαβαίνεις.

* Ο Γιάννης Μάρκοβιτς κατέχει διδακτορικό δίπλωμα στο μάνατζμεντ (Aston Business School, Βρετανία) και είναι οικονομικός επιθεωρητής στο Υπουργείο Οικονομικών.

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Ουράνια μεταφορικά μέσα (αναδημοσίευση)


της Μαριάννας Τζιαντζή
από την εφημερίδα Πρίν

Σε ένα από τα γράμματα προς τον αδελφό του Τεό, ο Βαν Γκογκ μιλά για το «αιώνιο ζήτημα»: αν η ζωή είναι ορατή ολάκερη από μας ή αν μέχρι να πεθάνουμε «δεν ξέρουμε τίποτα απ’ αυτήν παρά μονάχα το ένα ημισφαίριο». Αναρωτιέται γιατί αυτά τα φωτεινά σημάδια στον ουρανό είναι για μας λιγότερο προσιτά απ’ ό,τι οι μαύρες κουκκίδες στο χάρτη της Γαλλίας. Και υποθέτει ότι «όπως παίρνουμε το τρένο για να πάμε στην Ταρασκόν ή τη Ρουέν, έτσι παίρνουμε και το θάνατο για να πάμε σ’ ένα αστέρι».

Μόνος του όμως αντιλαμβάνεται την αδυναμία αυτού του συλλογισμού καθώς προσθέτει: «όταν είμαστε ζωντανοί δεν μπορούμε να πάμε σ’ ένα αστέρι, όπως δεν μπορούμε όταν πεθάνουμε να πάρουμε το τρένο. Τελικά δε μου φαίνεται αδύνατο να ’ναι η χολέρα, η ψαμμίαση, η φθίση ή ο καρκίνος ουράνια μεταφορικά μέσα, όπως τα βαπόρια και τα τρένα είναι επίγεια. Να πεθαίνει όμως κανείς από γεράματα, είναι σαν να πηγαίνει με τα πόδια».

Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχαν ούτε διαστημικά ταξίδια, ούτε αεροπλάνα. Υπήρχε όμως ο θάνατος όπως υπήρχαν και τα αστέρια. Και τώρα υπάρχουν τα παιδιά, τα βρέφη που πνίγονται στο Αιγαίο, στο δικό μας πηγάδι, και σε κανένα αστέρι δεν πρόκειται να ταξιδέψουν. Φουρτούνες, φράχτες και σκυλιά θα βρουν κι εκεί. Άπονα και με ευρωπαϊκή σφραγίδα είναι τα «μεταφορικά μέσα» που έστειλαν –κι εξακολουθούν να στέλνουν– παιδιά σε τόπο παγερό, υγρό και σκοτεινό πριν προλάβουν να δουν έστω και το «ένα ημισφαίριο».

Είναι πολλά, τα παιδιά που δε θα πεθάνουν από γεράματα, που με κανένα μέσο ουράνιο ή επίγειο δε θα ταξιδέψουν, όπως θα έλεγε ένας μεγάλος ζωγράφος στη νότια Γαλλία που ζωγράφιζε έναστρους ουρανούς.

Ευρώπη: Η σύγκρουση των αξιών (αναδημοσίευση)



Η Ευρώπη είναι σύμφωνα με τον Χ. Μίλερ μια πουτάνα που έχει χαραγμένο στο πρόσωπό της όλη την «πάλη του πολιτισμού. Οι μεταναστεύσεις, τα μίση και οι διωγμοί, οι πόλεμοι…» συνέβησαν εδώ. Εδώ τα πρόσωπα «είναι συντεθειμένα… με όρους φυλής, χαρακτήρα, ιστορίας», με τους όρους της ακόπαστης σύγκρουσης «ανάμεσα στον άνθρωπο και την πραγματικότητα».

Ξανά, λοιπόν, οι πόλεμοι, οι μεταναστεύσεις, τα μίση και οι διωγμοί συγκρούονται με την ανθρωπιά και το πνεύμα της Αγάπης, που θάλλουν στα χωρικά ύδατα της τραγωδίας, σώζοντας ό,τι μπορούν απ’ τη ζωή και το αγαπητικό νόημά της, που κάποιοι της νιτσεϊκής αριστεράς περιφρονούν ως ίδιο των ντιλιτάντιδων!

Κι όμως, τους φράχτες τους γκρεμίζει το ρωμαλέο κίνημα της Αγάπης για τον Άλλον, τους γκρεμίζει η γυναίκα της Λέσβου που αγκάλιασε τον μικρό σύριο, τους γκρεμίζει η κοπέλα που ζέστανε στην αγκαλιά της το ξεπαγιασμένο βρέφος, δεν τους ρίχνει το μίσος και η μνησικακία, δεν τους ρίχνουν αυτοί που δεν γνωρίζουν τη «μεταφορική» λειτουργία των λέξεων, που λειτουργούν σαν πυροκροτητές στις ψυχές, διαρρηγνύοντας το ελεφαντιασμένο πετσί τους.

Τελικά, αυτοί που δεν αντιλαμβάνονται την ποίηση, αυτοί που αντιλαμβάνονται τη σύγκρουση μόνο με όρους αντιπαράθεσης «πολεμικών μηχανών» δεν αντιλαμβάνονται ούτε τις ανάγκες της ψυχής ούτε ότι «παίζουν στο γήπεδο του αντιπάλου». Και το λέω αυτό ανατρέχοντας στον αυστριακό συγγραφέα Τόμας Μπέρνχαρντ, ο οποίος στο βιβλίο του «Αφανισμός μια κατάρρευση» αναφέρει ότι στην Αυστρία κα στη Γερμανία μαζί με το πνευματικό παραμελείται και «το πραγματικά ποιητικό όσο τίποτε άλλο». 

Γιατί εδώ οι άνθρωποι «έχουν χάσει το πρόσωπό τους» και προτείνουν έναν κόσμο χωρίς απόλαυση, χωρίς χαρά. Μόνο μίσος, μίσος παντού, μίσος για όλους και για όλα. Το μίσος της ουγγαρέζας που ρίχνει στο χώμα τον πατέρα που κρατάει το παιδί του στην αγκαλιά. Απέναντι σ' αυτό το μίσος, που βγαίνει από τα σκοτεινά δάση του Μέλανα Δρυμού εμείς –είναι αλήθεια όχι όλοι- προτείνουμε το ν’ «Αγαπάς βαθειά σαν Έλληνας που είσαι» του Χ. Μίλερ, προτείνουμε την αγάπη για τον Άλλον, τον όλο Άλλο και όχι μόνο τον «δικό μας», όπως συνιστούν οι φασίστες(γιατί κι αυτοί… αγαπούν! Αλλά μόνο τους δικούς τους).

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Αθηνά Τσάκαλου: “Κάθε εξεγερτική πράξη εκφράζει τη νοσταλγία για την αθωότητα και την έκκληση για την ουσία της ύπαρξης” (αναδημοσίευση)

Pieter Bruegel "the Elder" – Τοπίο με την πτώση του Ίκαρου, 1558


Στις 20/4/2012 το τρομοδικείο Κορυδαλλού είχε καλέσει για να καταθέσει ως μάρτυρας την Αθηνά Τσάκαλου, μητέρα των Χρήστου και Γεράσιμου Τσάκαλου. Τότε, με περηφάνια και αγωνιστικό σθένος η Αθηνά Τσάκαλου αποστέλλοντας επιστολή είχε αρνηθεί να καταθέσει στο δικαστήριο, στο οποίο δικαστήριο όμως ήταν παρούσα στη δικαστική αίθουσα, ώστε να μην τολμήσει κανένας να την κατηγορήσει για δειλία. Μολονότι δεν διαβάστηκε, η επιστολή της κατατέθηκε από το συνήγορο υπεράσπισης και ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι η επιστολή κατατίθεται στα πρακτικά ενώ δεν τόλμησε να διατυπώσει καμιά απειλή εναντίον της. Ολόκληρη η επιστολή:

ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
18-4-2012

«Κάθε εξεγερτική πράξη εκφράζει τη νοσταλγία για την αθωότητα και την έκκληση για την ουσία της ύπαρξης»

Αναρωτιέμαι για ποιο λόγο καλούνται στο δικαστήριο, οι γονείς των αναρχικών-επαναστατών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς; Αναρωτιέμαι γιατί με καλείτε; Να με ρωτήσετε αν γνωρίζω κάτι για αυτήν την οργάνωση; Να μου κάνετε ερωτήσεις για την προσωπική ζωή των παιδιών μου, να κάνετε το ψυχολογικό πορτραίτο τους, να σχηματίσετε άποψη για το οικογενειακό τους περιβάλλον; Να με ρωτήσετε αν συμφωνώ με τις δράσεις των παιδιών μου και της οργάνωσης γενικά; Να με βάλετε να σταθώ μπροστά σ’ αυτό το βήμα, όπου έχετε ακουμπήσει ένα μικρό βιβλιαράκι, και να με βάλετε να ορκιστώ σ’ αυτόν τον θεό που τον έχετε θέσει στην υπηρεσία της εξουσίας; Να φέρετε τους αναρχικούς επαναστάτες σε αμηχανία καθώς θα θέτετε στους γονείς ανούσιες ερωτήσεις; Να χαρείτε που μπορείτε να μας κάνετε να πιστέψουμε, όπως εσείς νομίζετε, πως είμαστε υπόλογοι και πρέπει να απολογηθούμε;

Δηλώνω για μία ακόμα φορά πως δεν πρόκειται να ανταποκριθώ στο κάλεσμά σας. Και επειδή, όπως όλα δείχνουν, θα ακολουθήσει μια σειρά τέτοιων δικαστηρίων, λέω να μην ξανακάνετε τον κόπο να μου στείλετε κλήση γιατί η στάση μου θα παραμείνει ίδια. Δεν πρόκειται να παραστώ σ’ αυτό το δικαστήριο. Δεν πρόκειται να απαντήσω ποτέ σε καμία ερώτησή σας. Η δράση των παιδιών μου και των συντρόφων τους είναι και ήταν καθαρά πολιτική, αναρχική-επαναστατική και γι’ αυτό δεν χρειάζεται η διερεύνηση των παραμέτρων της προσωπικής τους ζωής. Η οργάνωση στην οποία ανέλαβαν την πολιτική ευθύνη ότι ανήκουν, έχει διατυπώσει με απόλυτη σαφήνεια, καθαρότητα και τόλμη τις θέσεις της. Ο οποιοσδήποτε λόγος δικός μου θα είναι μικρός και ανάξιος. Και επειδή θέλω να κρατηθούν κάποια πράγματα καθαρά και δυνατά και επειδή δε θέλω να δώσω σε κανέναν την ικανοποίηση να ευτελίζει τα πάντα με ανόητες και περιττές ερωτήσεις γι’ αυτό διαλέγω τη θέση της μη παρουσίας μου.

Αναφερόμενη σ’ αυτό το δικαστήριο, δε θέλω ν’ αφήσω μια φράση που συνεχώς με θέρμη και ένταση επαναλαμβάνεται, να αιωρείται στον αέρα ως πιθανή ένδειξη τόλμης και ευθύτητας. Είναι η φράση: Εμείς θα δικάσουμε διερευνώντας σε βάθος την υπόθεση. Που σημαίνει, ότι λέτε πως θα δικάσετε, αν μη τι άλλο, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων σας, που σημαίνει ότι θα δικάσετε βάσει αποδείξεων και όχι συμπερασματικών ενδείξεων και με τη λογική της συλλογικής ευθύνης. Και αν αναφέρω αυτή τη φράση δεν είναι γιατί ελπίζω ξαφνικά σε θαύματα, αλλά γιατί κάποτε και ιδιαίτερα σε υποθέσεις όπως η επαναστατική δράση των ανθρώπων οι λέξεις πρέπει να έχουν βαρύτητα και ευθύνη. Παρ’ όλο που η μέχρι τώρα διαδικασία δεν προμηνύει τίποτα τέτοιο. Όλες οι ενστάσεις βασισμένες στην κοινή λογική, όπως η αναγνώριση των Κρατουμένων ως πολιτικών κρατουμένων, όπως το ορίζει το ίδιο το σύνταγμά σας, και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο αναγράφεται και στο κατηγορητήριο, έχουν απορριφτεί έτσι απλά χωρίς λογικό υπόβαθρο. Η έννοια της πολιτικής ανάληψης ευθύνης συγχέεται με την ποινική ευθύνη κι αυτό βέβαια όχι από άγνοια και καθόλου τυχαία. Επισημαίνω λοιπόν αυτή τη φράση και θα φανεί στο τέλος της διαδικασίας αν το εννοείτε αυτό που λέτε.

Η αλήθεια είναι πως από τότε που άρχισε η δίωξη των σύγχρονων αναρχικών επαναστατών, ανακάλυψα και πρόσεξα με ιδιαίτερη προσοχή έναν πίνακα. Είναι ο πίνακας του Bruegel, Τοπίο με την πτώση του Ίκαρου. Το πέταγμα του Ίκαρου έχει να κάνει με την επιθυμία του ανθρώπου να ξεφύγει από την έλξη του χώματος, να πετάξει. Να κυριαρχήσει και στον αέρα, να τον περπατήσει κι αυτόν …

Είναι περηφάνια, αλαζονεία, ανυπακοή και διάθεση ν” αποδείξει πως ο άνθρωπος όλα τα μπορεί. Κι έρχεται τώρα ο ζωγράφος και βάζει σε πρώτο κυρίαρχο πλάνο τον γεωργό. Αφοσιωμένος στο όργωμα, στο χώμα, δεν τον ενδιαφέρει τίποτα άλλο και σε δεύτερο πλάνο ο βοσκός κάπως πιο περίεργος αλλά κι αυτός κοιτάζει σε λάθος κατεύθυνση. Μετά το καράβι επιβλητικό να συνεχίζει το ταξίδι, κι εκεί στη γωνία ένα μικρό φτωχό ποδάρι του πνιγμένου Ίκαρου. Τέτοια αποκαθήλωση του Ικάριου εγχειρήματος δεν έχω ξαναδεί. Και μάλλον δεν είναι τυχαίο, δεν ξέρω τη φιλοσοφία του ζωγράφου ίσως να σημαίνει πως οι άνθρωποι οι σύγχρονοι ενός τολμηρού πειράματος είναι τόσο προσηλωμένοι στις συνήθειές τους, φοβούνται τόσο την αλλαγή και δεν τολμούν να αναγνωρίσουν ή να δοκιμάσουν κάτι καινούργιο.

Κοιτώντας τον πίνακα δεν δέχομαι αυτή την αποκαθήλωση. Τώρα που στη χώρα μας δικάζονται άνθρωποι που τολμούν ακόμα να πιστεύουν πως αν κάτι αξίζει σ’ αυτή τη ζωή είναι τα Ικάρια εγχειρήματα, όσο πόνο κι αν επιφυλάσσουν, όσος εγκλεισμός και καταδίκες κι αν τους επιβληθούν, θέλω να ελπίζω και να πιστεύω πως κάποτε οι άνθρωποι, οι σύγχρονοι αυτών των εξεγέρσεων θα βάλουν κάποια στιγμή σε πρώτο πλάνο και θα αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα του πετάγματος.

Αθηνά Τσάκαλου

Oscar Wilde: Η ώρα της κρίσεως (αναδημοσίευση).




*Αφιερωμένο σε έναν έγκλειστο που όσες φορές αφέθηκα στις απομακρυσμένες μας συνομιλίες ένιωσα παράξενα ελεύθερος! 

Και έπεσε σιωπή την Ώρα της Κρίσεως και ο Άνθρωπος γυμνός στάθηκε εμπρός στο Θεό…
Και ο Θεός άνοιξε το Βιβλίο της Ζωής του Ανθρώπου…

Και είπε ο Θεός στον Άνθρωπο…

“Η ζωή σου ήταν κακή, έδειξες σκληρότητα σ’εκείνους που χρειάστηκαν τη συνδρομή σου και σ’ εκείνους που χρειάστηκαν βοήθεια φέρθηκες με πικρία και σκληρότητα. Οι φτωχοί σου φώναξαν και δεν άκουσες έκλεισες τα αυτιά σου στη φωνή των βασανισμένων Μου. Καταχράστηκες την κληρονομιά των ορφανών και έστειλες τις αλεπούδες στον αμπελώνα του γείτονά σου. Πήρες τον άρτο των παιδιών και στα σκυλιά τον έδωσες για να τον φάνε, και τους λεπρούς Μου που ζούσαν ειρηνικά στους βάλτους και Με δόξαζαν, τους οδήγησες στις λεωφόρους και πάνω στη γη Μου από την οποία σε έπλασα έχυσες αίμα αθώων…”

Και ο άνθρωπος απάντησε…
“Αυτά τα έκανα…”

Και ο Θεός άνοιξε πάλι το Βιβλίο της Ζωής του Ανθρώπου…

Και είπε ο Θεός στον Άνθρωπο…

“Η ζωή σου ήταν κακή. Την ομορφιά που σου έδειξα έψαχνες να τη βρεις και το καλό που σου έκρυψα το προσπέρασες. Οι τοίχοι του δωματίου σου ήταν ζωγραφισμένοι με εικόνες κι από την αποτρόπαια κλίνη σου σηκωνόσουν με τον ήχο φλάουτου. Έχτισες επτά βωμούς για τα αμαρτήματα που υπέφερα και έφαγες από αυτό που δεν πρέπει να φαγωθεί, και η πορφύρα των ενδυμάτων σου ήταν κεντημένη με τα τρία αμαρτήματα της αισχύνης. Τα είδωλά σου δεν ήταν ούτε από ασήμι ούτε από χρυσό που διαρκούν μα από σάρκα που πεθαίνει. Μόλυνες τα μαλλιά τους με αρώματα και έβαζες στα χέρια τους ρόδια. Μόλυνες τα πόδια τους με ζαφορά και έστρωνες χαλιά για να πατούν. Μόλυνες τα μάτια τους με αντιμόνιο και με μύρρα άλειφες το σώμα τους. Υποκλινόσουν ως το πάτωμα μπροστά τους και στον ήλιο τοποθέτησες τους θρόνους των ειδώλων σου. Έδειξες στον ήλιο την αισχύνη σου και στη σελήνη την παραφροσύνη σου…”

Και ο άνθρωπος απάντησε…
“Και αυτό το έκανα…”

Και Τρίτη φορά άνοιξε ο Θεός το Βιβλίο της Ζωής του Ανθρώπου…

Και είπε ο Θεός στον Άνθρωπο…

“Κακή ήταν η ζωή σου. Με κακό ανταπέδωσες το καλό και με αδικία την καλοσύνη. Δάγκωσες τα χέρια που σε τάισαν και περιφρόνησες το στήθος που σε θήλασε. Αυτός που ερχόταν σε σένα με νερό έφευγε διψασμένος και τους ληστές μου που σε έκρυψαν τη νύχτα στις σκηνές τους τους πρόδωσες πριν ξημερώσει. Τον εχθρό σου που σε ευσπλαχνίστηκε τον παγίδεψες με ενέδρα και το φίλο που πορεύτηκε μαζί σου τον πούλησες και την Αγάπη την ανταπέδιδες με Πόθο…”

Και ο Άνθρωπος απάντησε και είπε…
“Και αυτά τα έκανα…”

Και ο Θεός έκλεισε το Βιβλίο της Ζωής του Ανθρώπου και είπε… “Θα σε στείλω σίγουρα στην Κόλαση…”

Και ο Άνθρωπος φώναξε… “Δε μπορείς…”

Και ο Θεός είπε στον Άνθρωπο… “Και για ποιο λόγο δεν μπορώ να σε στείλω στην Κόλαση…”

“Γιατί πάντα στην κόλαση έζησα” απάντησε ο Άνθρωπος…

Και έπεσε σιωπή την Ώρα της Κρίσεως…

Και ύστερα από λίγο μίλησε ο Θεός και είπε στον Άνθρωπο…
“Βλέπω πως δεν μπορώ να σε στείλω στην Κόλαση. Θα σε στείλω στον Παράδεισο…”

Και ο Άνθρωπος φώναξε… “Δε μπορείς…”

Και είπε ο Θεός στον Άνθρωπο… “Και για ποιο λόγο δε μπορώ να σε στείλω στον Παράδεισο;”

“Γιατί ποτέ, και με κανένα τρόπο δε μπόρεσα να τον φανταστώ”, απάντησε ο Άνθρωπος…

Και έπεσε σιωπή την Ώρα της Κρίσεως…

πες μου αλήθεια… (αναδημοσίευση)


από την Παντιέρα
του Π.Μ.

πες μου αλήθεια…
πως θα βουτήξεις ξανά στην Εφταλού δίπλα στο Μόλυβο σε εκείνα τα κρύα διάφανα νερά, με τόσα αγοράκια που πέθαναν χωρίς να ζήσουν;
πως θα γλυκομιλήσεις στα καφέ που βλέπουν ανατολικά στη θάλασσα της Χίου, με τόσες μάννες που ξέμειναν από δάκρυα;

με ποιο κουράγιο θα μιλήσεις για ελληνικό και ευρωπαϊκό πολιτισμό στο νησί του Ιπποκράτη,
με τη βαρβαρότητα ναναι ντυμένη με στολές της frontex;
πως θα πείς λόγια ερωτικά και θα μιλήσεις για όνειρα και αστέρια, με ένα κόσμο πιο μαύρο από τον βυθό της θάλασσας που γέμισε κορίτσια αγκαλιά με τις κούκλες τους;

εσύ πολίτης,

μιας γριας Ευρώπης που μυρίζει φαρμακίλα και θέλει να ανταλλάξει ένα σάντουιτς με την εργασιακή δουλεία ή τον εγκλεισμό σε στρατόπεδα,

μιας καθημαγμένης Ελλάδας που ζητιανεύει σαν τους γερολαδάδες της κατοχής να συμψηφίσει ένα ρουχαλάκι με ένα υπόθετο πόνου για τη μνημονιακή κόλαση που διαχειρίζεται η κυβέρνησή της.

πες μου, γίνεται;

Όταν βλέπουμε να πνίγονται παιδιά στα φρουρούμενα ανατολικά σύνορα της ΕΕ, στη Μυτιλήνη, τη Χίο, τη Σάμο, γονατίζουμε από την αδυναμία και τον πόνο. Πως αλλιώς…

Με ποιά δύναμη απέναντι στον σύγχρονο »κόσμο των τεράτων», που έχει ορίσει ο μόνος δρόμος εξόδου από τον πόλεμο και πορείας προς την Ευρώπη, να περνά από το δουλέμπορο, την τρύπια βάρκα και τα νερά του θανάτου;

Και όμως υπάρχει και περισσεύει αυτή η δύναμη!
Ασφαλώς τη νοιώθουμε στο πρόσωπο της νεαρής αντάρτισσας από το Κουρδιστάν, με το όπλο στο χέρι. 


Αλλά δεν αντλούμε κουράγιο μόνο από αυτή την εικόνα. Σε ηλικία 105 ετών, η Μπιμπιχάλ Ουζμπέκι ξεκίνησε από τη μαρτυρική Κουντούζ του Αφγανιστάν προς την Ευρώπη, περνώντας βουνά και θάλασσες και έφτασε ήδη στην Κροατία.
Συχνά, ο 67χρονος γιος της και ο 19χρονος εγγονός της χρειάστηκε να την μεταφέρουν στην πλάτη τους.


Με αυτή τη δύναμη θα νικήσουν οι λαοί και όλη η ανθρωπότητα ενάντια στη νεκροφιλία των σκατόψυχων που τα μετρούν όλα με τα φράγκα τους και τα πολυβόλα τους.
Με αυτή τη θέληση,

Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
μ” ένα άστρο ή μ” ένα γιασεμί
σαν ένα τραγούδι
που καθώς βρέχει
παίρνει το μέρος των φτωχών.

Ο Σάλλας, η φιλευσπλαχνία και η κατσίκα του γείτονα



Διαβάζουμε τις τελευταίες ώρες τις δηλώσεις του Μιχάλη Σάλλα, του Προέδρου της Τράπεζας Πειραιώς, σχετικά με τα κόκκινα δάνεια. Αυτός ο φιλεύσπλαχνος άνθρωπος ζήτησε «να μη στερηθούν βιοπαλαιστές τα σπίτια τους» όπως φαίνεται σε όλα τα πρωτοσέλιδα όλων των συστημικών ΜΜΕ. Αλλά επειδή το γράφουν ακριβώς αυτά τα ΜΜΕ, μήπως να δούμε ένα-δύο πράγματα πρώτα;

Καταρχάς η επιλογή του τίτλου είναι επιλεγμένη ανάμεσα σε πολλά που είπε ο κύριος Σάλλας και έχει αξία να δούμε πώς ακριβώς διατύπωσε το σκεπτικό του:

Ο Μιχάλης Σάλλας υποστηρίζει ότι οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας δεν πρέπει να προχωρήσουν έτσι γιατί «οι τράπεζες θα έχουν εξαιρετικά υψηλό κόστος εφαρμόζοντας τη διαδικασία των πλειστηριασμών και μάλιστα στις σημερινές πολύ χαμηλές τιμές των ακινήτων. Πέραν του γεγονότος ότι αυτό αποτελεί μία μεγάλη κοινωνική αδικία προκαλεί και ζημία στις τράπεζες. Αν όλα αυτά τα δεκάδες χιλιάδες ακίνητα περιέλθουν στις τράπεζες, θα εκμηδενιστεί η αξία τους. Κόστη συντήρησης, φύλαξης κλπ». Με το που το διαβάζεις παρατηρείς αμέσως ότι το βασικό επιχείρημα του είναι ότι οι τράπεζες θα χάσουν τα χρήματά τους αλλά και πάλι του το δίνεις το επιχείρημα γιατί σου λέει «αποτελεί μια μεγάλη κοινωνική αδικία». Βέβαια αυτή η σύζευξη δημιουργεί μια απορία. Αν δηλαδή δεν ήταν κακό για τις τράπεζες θα έκανε την καρδιά του πέτρα να το εφαρμόσει;

Αλλά να μην είμαστε κακεντρεχείς. Αφού σου λέει είναι κοινωνική αδικία. Και πάνω που σκέφτεσαι «πού να ξέρεις εσύ ρε φίλε τι είναι κοινωνική αδικία» ξαφνικά σου έρχεται η επιφοίτηση: «Δίκιο έχω, πώς ορίζει αυτός την κοινωνική αδικία;».

Ε, η απάντηση υπάρχει και αυτή παρακάτω. Πρέπει λέει «όσο διαρκεί η κρίση, ακόμα και αυτοί που έχουν εισοδήματα κάτω από ένα ορισμένο ύψος, να πληρώνουν κάτι μικρό [...] με παράλληλη αναστολή των δόσεων του κεφαλαίου. Παράλληλα με την πρόταση αυτή θα αποκατασταθεί μίας μορφής κοινωνική δικαιοσύνη, έναντι όσων δεν έχουν κατοικία και πληρώνουν ενοίκιο, καθώς επίσης και έναντι των συνεπών δανειοληπτών, που αισθάνονται ιδιαίτερα αδικημένοι».

Ο Μιχάλης Σάλλας πιστεύει ότι η κοινωνική αδικία είναι το ψυχολογικό φαινόμενο περί δικαίου αισθήματος. Είναι η κατσίκα του γείτονα!

Για τον Πρόεδρο της Τράπεζας Πειραιώς η κοινωνική αδικία δεν είναι να κρατάς τον άρρωστο πατέρα σου στο σπίτι με ματζούνια γιατί είσαι ανασφάλιστος και δεν έχεις χρήματα να τον δει γιατρός. Δεν είναι οι αυτοκτονίες των ανθρώπων που έχασαν την δουλειά τους (ένας στους τρεις είναι αυτοί) και δεν έχουν να πληρώσουν ούτε το ρεύμα στο σπίτι τους (όχι να φτάσουμε στη δόση του δανείου). Δεν είναι αυτοί που καταστράφηκαν επειδή άκουσαν τους τραπεζίτες και πήραν δάνεια συνδεδεμένα με ελβετικές λίρες. Δε είναι ο μικρομεσαίος επαγγελματίας που δεν μπορεί να έχει πλαφόν ούτε 5.000€ για να λειτουργήσει την επιχείρησή του. Για τον Μιχάλη Σάλλα αδικία είναι ότι ο συνεπής δανειολήπτης γυρίζει σπίτι του και νιώθει μαλάκας.

Εγώ πάντως νιώθω την κοινωνική αδικία πρωτίστως όταν βλέπω όλες τις τηλεοράσεις, τις εφημερίδες, τα περιοδικά, τα ραδιόφωνα (και τα κρατικά) να διαφημίζουν την Τράπεζα Πειραιώς, η οποία ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΛΟΓΟ ΝΑ ΔΙΑΦΗΜΙΖΕΤΑΙ εν μέσω Capital Controls αφού έτσι και αλλιώς ούτε να πάρει νέους πελάτες μπορεί, ούτε να χάσει χρήματα. Νιώθω λίγο μαλάκας όταν περιμένω να μάθω τον λογαριασμό της 3ης ανακεφαλαιοποίησης που θα πληρώσω, μου έχει πάρει - δεν μου έχει πάρει το σπίτι, την ώρα που ΟΛΑ τα τέρμιναλ του αεροδρομίου Ελ. Βενιζέλος γέμισαν με τεράστιες διαφημίσεις της Τράπεζας Πειραιώς που διαφημίζεται - για ποιόν άραγε λόγο στο εξωτερικό είπαμε;

Πόσα χρήματα στοιχίζουν οι διαφημίσεις σας κύριε Σάλλα από την επιβολή των Capital Controls μέχρι σήμερα; Πόσα κερδίσατε από την αγορά των Κυπριακών Τραπεζών; Πόσα χρήματα έχετε λάβει μέχρι σήμερα από το Ελληνικό δημόσιο; Αυτό απαντήστε καλύτερα. Τα άλλα είναι για εμάς, τους γείτονες.

Εξάρχεια: 50 αποχρώσεις του "Γκρί Καφέ"

Ανακοίνωση-καταγγελία του Σωματείου Σερβιτόρων-Μαγείρων.


Πίσω από τον υποτιθέμενο ''εναλλακτισμό'' των Εξαρχείων είναι γνωστό ότι πολλές φορές κρύβονται άθλιες εργασιακές συνθήκες, ανασφάλιστη εργασία ή στοιχειώδης ασφάλιση, καθώς λίγα από αυτά τα μαγαζιά πληρούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για έναν εργαζόμενο. Προβάλλοντας μια ''εναλλακτική'' εικόνα στα Εξάρχεια καλύπτονται μαγαζιά κάτεργα. 

Το “γκρι καφέ”, γνωστή καφετέρια, λειτουργεί εδώ και τρία χρόνια στην καρδιά της πλατείας των Εξαρχείων. Όσον αφορά στο συγκεκριμένο μαγαζί, συναδέλφισσες του ΣΣΜ εργάστηκαν εκεί, η μία για δύο μήνες και η δεύτερη πέρασε από κάποια ''δοκιμαστικά''. Η πρώτη προσέγγιση του αφεντικού ήταν ''φιλική'', στο σημείο που παρουσίαζε τον εαυτό του ως ''συνεργάτη'' και όχι ως αφεντικό, γνωστή τακτική για να μπαίνουν οι εργαζόμενοι στα διαδικασία να ταυτίζουν τα δικά τους συμφέροντα με τα κέρδη του μαγαζιού. Κριτήριο για να μπεις στη δουλειά είναι φυσικά να κάνεις καλό ταμείο και να φέρνεις πελάτες. Θέλοντας το αφεντικό να πιστεύει ότι είναι και φίλος με τις εργαζόμενες, άρχισε σιγά σιγά να παραβιάζει την τυπική σχέση που θα έπρεπε να έχει ένας εργάτης-τρια με το αφεντικό του. Άρχισε, στα πλαίσια της “πλακίτσας”' να ζητάει μασαζάκια στη πλάτη, αφού υποφέρει από αυχενικό, και να του φτιάξουν τη γλώσσα από το παπούτσι, αφού, όπως λέει, δεν μπορεί να σκύψει γιατί έχει μεγάλη κοιλιά. 

Αυτός ο σεξιστικός τρόπος λειτούργησε εκβιαστικά και ως προϋπόθεση για να παραμείνει κάποιος στη δουλειά. Χαρακτηριστικά το αφεντικό είπε στις εργαζόμενες ''δεν μου έφτιαξες το παπούτσι, θα το μετανοιώσεις'' ή ''θα σε πάρω στη δουλειά, αλλά να δούμε πώς τα πας και με το τρίψιμο''. Μπροστά στους πελάτες το αφεντικό χτύπαγε τα δάχτυλα δίνοντας εντολές στις εργαζόμενες, μίλαγε υποτιμητικά και έβριζε. Οι συναδέλφισσες έδωσαν μια άμεση απάντηση στις παράλογες απαιτήσεις του, γνωρίζοντας ποιά είναι η ταξική τους θέση και τα εργασιακά τους καθήκοντα. Προφανώς και αρνήθηκαν να ''τρίψουν'' το αφεντικό αφού δεν προσλήφθηηκαν ως μασέρ, αλλά ως σερβιτόρες και μπουφετζούδες. Η απάντηση του αφεντικού δεν άργησε να έρθει, η μία απολύθηκε και η άλλη δεν προσλήφθηκε ποτέ - η γνωστή ανακύκλωση εργαζομένων στον κλάδο υπό το φόβο της ανεργίας και της επισφαλούς εργασίας.

Έτσι έρχεται η απροειδοποίητη απόλυση της μιας εργαζόμενης, που τελειώνοντας τη βάρδιά της, της τηλεφωνεί το αφεντικό και της ανακοινώνει ότι δεν θα ''συνεργαστούν'' άλλο, ισχυριζόμενος ότι δεν είναι ευχαριστημένος από τη συνολική εικόνα της, ενώ την προηγούμενη μέρα της είχε πει πόσο ικανοποιημένος είναι από τη ''συνεργασία'' τους. Η συναδέλφισσα πήγε στο μαγαζί με το σωματείο ζητώντας τα δεδουλευμένα που της χρωστούσε.Εκεί το αφεντικό δεν περίμενε μόνο του,αλλά ήταν με κάποιους ''φίλους'', των οποίων ο ρόλος δεν μας έγινε απόλυτα ξεκάθαρος.

Οι ''φίλοι''αυτοί αφού πήραν θέση υπέρ του αφεντικού, μετά κάθησαν σε μία άκρη και περίμεναν να επέμβουν όταν τους δώσει σήμα το αφεντικό, έκαναν σχόλια ενάντια στο σωματείο ,ειρωνεύονταν και έκαναν ''σουτ'' με επιθετικές διαθέσεις.Το αφεντικό στην αρχή, ενώ είχε δεχτεί να δώσει τα χρήματα, δεν έδινε τα απαιτούμενα έγγραφα. Άρχισε να βρίσκει δικαιολογίες και μετά έγινε πιο επιθετικός κατηγορώντας τη μία εργαζόμενη ότι έκλεβε το ταμείο.Μετά από αρκετή πίεση του σωματείου έδωσε τελικά και τα έγγραφα,και ενώ το σωματείο αποχωρούσε απο το μαγαζί, το αφεντικό άρχισε να εκτοξεύει απειλές ενάντια στις δύο εργαζόμενες λέγοντας ''ξέρω πού είσαι'' και ''εμείς οι δύο δεν τελειώσαμε''.

Δεν το ξέραμε ότι θα μας απολύουν μέσω τηλεφώνου χωρίς προειδοποίηση. Δεν το ξέραμε ότι θα μας χτυπάνε υποτιμητικά τα δάχτυλα για να μας δείξουν τι δουλειές να κάνουμε. Δεν το ξέραμε ότι θα πρέπει να κάνουμε μασαζάκια στα αφεντικά για να κρατήσουμε τη δουλειά μας. Δεν το ξέραμε ότι θα μας αντιμετωπίζουν σαν σκλάβους επειδή εργαζόμαστε ως μπουφετζούδες. Δεν το ξέραμε ότι θα μας τρομοκρατούν και θα αποσιωπούμε τα γεγονότα. Και επειδή δεν τα ξέραμε όλα αυτά μαλλόν δεν είμαστε ''ικανές'' να δουλέψουμε σε τέτοια ''εναλλακτικά'' μαγαζιά.

Σπάμε τη σιωπή μας απέναντι στην τρομοκρατία των αφεντικών, απέναντι στην ασυδοσία και στις εξωφρενικές απαιτήσεις, απέναντι στο σεξισμό. Τα αφεντικά δεν μας κάνουν χάρη που μας δίνουν δουλειά, εμείς τους δίνουμε τις εργατοώρες μας και παράγουμε υπεραξία για να βάζουν λεφτά στη τσέπη. Απαντάμε, αυτοοργανωνόμαστε στα σωματεία βάσης μας, βάζουμε τα ταξικά μας συμφέροντα μπροστά.

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Δρόμος Ονείρων (αναδημοσίευση)

από τον Τοίχο

Βαρέθηκα να συζητάω για όσα μου πελεκάνε τη ζωή, σαν τα τσεκούρια το ξερό ξύλο, καθημερινά, πόσο μάλλον να γράφω συνεχώς γι’ αυτά. Αλλάζω τροπάρι μέχρι νεωτέρας, να ξεφύγω λιγάκι, ρε παιδί μου, να δούμε παρέα ένα σκηνικό ομαλότητας.

Να κουβεντιάσουμε λίγο για τα όνειρά μας. Για εκείνα που κάναμε σαν παιδιά, αλλά και για αυτά που κάνουμε σήμερα σαν «μεγάλοι». Όταν το καλοσκεφτούμε νομίζω όλοι μας, μπορούμε να διακρίνουμε μέσα μας ακόμη την ίδια παιδικότητα που μας διέκρινε τότε. Όσο κι αν πιεζόμαστε, στην παραμικρή ευκαιρία, το μυαλό μας ξεφεύγει, πεταρίζει, ταξιδεύει σε άλλες εποχές, σε άλλα μέρη, σε άλλες συνθήκες. Μπορεί πλέον, η αντίστοιχη απάντηση στην ερώτηση «τι θα κάνεις όταν μεγαλώσεις;» να αφορά το παρόν, ζόρι και την επόμενη μέρα, αλλά δεν παύει να αποτελεί αφορμή εκστρατείας! Αρκεί να το επιδιώκουμε και να το κυνηγάμε.

Κάνε την αφεντιά σου για λίγο πρωταγωνιστή σε μια ταινία που κουμαντάρεις εξολοκλήρου ο ίδιος. Εσύ διαλέγεις τον τόπο, το χρόνο, τα σκηνικά, τους συμπρωταγωνιστές και τους κομπάρσους, το σενάριο, τη φωτογραφία και τη μουσική και προπαντός, εσύ επιλέγεις το φινάλε. Για την ακρίβεια, επιλέγεις αν θα υπάρχει φινάλε ή αν θα έχει και συνέχεια.

Λες είναι σκληρή η πραγματικότητα και δεν υπάρχουν περιθώρια. Δίκιο έχεις, αλλά από τη στιγμή που σαν κοινωνία έχουμε αποφασίσει ότι παλεύουμε μόνο για την επιβίωσή μας και όχι για την αλλαγή της ζωής μας, γιατί να μην αφήσουμε ένα μικρό παραθυράκι στη φαντασία μας;

Μπορεί σαν παιδί, να έδωσα πολλές και διαφορετικές απαντήσεις στο «τί θα γίνω», οι οποίες να μην πραγματοποιήθηκαν ποτέ, αλλά υπήρξα τυχερός σε πολλές άλλες φαντασιακές αποκρίσεις. Τυχερός, γιατί υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι που με αγαπάνε ανυστερόβουλα και για τους άλλους, καλή καρδιά. Τυχερός, γιατί πάντα φανταζόμουν πτυχία στα κάδρα, σπουδές και πανεπιστήμια, πράγματα που ακόμη έρχονται, έστω κι αν η ικανοποίηση είναι μόνο ηθική και ψυχική. Τυχερός, ακόμη και για τον επιούσιο, διότι, δε θα πω ψέματα πως δε φανταζόμουν τη ζωή μου πιο άνετη, αλλά και μικρούλης ων δεν αναζητούσα ποτέ κάτι πολύ περισσότερο. Κυριότερα, είμαι πραγματικά τυχερός, διότι πολλές φορές που αναπολώ πίσω τη ζωή μου και φέρνω εικόνες, ανθρώπους και στιγμές στο νου μου, δακρύζω γιατί περισσεύουν οι ξεχωριστές στιγμές.

Μπορεί να μην έφυγα, ηθελημένα και συνειδητά από τη χώρα, όπως φανταζόμουν παλιότερα κι έλεγα στο περιβάλλον μου, αλλά είμαι εδώ να παλέψω όσο μπορώ και να αναμένω πότε θα επιχειρήσουμε να ζήσουμε κι όχι να απλώς να επιβιώνουμε. Δυστυχώς, δεν κατάφερα να φτάσω στο μουσικό εκείνο επίπεδο που επιθυμούσα από παιδί, κυρίως διότι δεν είμαι τόσο αντισυμβατικός, ώστε να αφιερώσω εξολοκλήρου τον εαυτό μου σε έναν τέτοιο σκοπό, και γιατί είναι βαριά η επαγγελματική καλογερική σε αυτό τον κλάδο.

Αυτά είναι ίσως τα μικρά και απλά, αλλά όρια στα όνειρά σου δεν μπορείς να βάλεις. Εκεί χωράνε και τα ιδανικά σου και τα πιστεύω σου. Χωράνε και οι έννοιες της τιμιότητας, της ισότητας, της δημιουργίας και μάλιστα όχι αφηρημένα. Δώσε τους πρόσωπο, σώμα κάνε τις φίλες σου, γνωστές σου, αγαπημένες σου. Πού ξέρεις, μπορεί κάποια στιγμή να θελήσεις εκτός από «τον ύπνο σου» να τα ζήσεις και στον ξύπνιο σου. 

Εξακολουθώ να ονειρεύομαι, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, γνωρίζοντας πως τα περιθώρια πραγμάτωσης ονείρων και επιδιώξεων στενεύουν συνεχώς, αλλά όπως θα μου έλεγε ο μπάρμπας μου «μην είσαι μαλάκας, τσάμπα είναι»!

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2015

Λέσβος: Ενθάδε κείται... «Άγνωστος» πρόσφυγας



Καθημερινά χιλιάδες πρόσφυγες επιχειρούν το ταξίδι προς την Ευρώπη. Σε αυτό το δύσκολο ταξίδι, πολλοί δεν τα καταφέρνουν και αφήνουν την τελευταία τους πνοή στο Αιγαίο. Καθρέφτης αυτής της τραγωδίας είναι το νεκροταφείο του Αγίου Παντελεήμονα στη Μυτιλήνη.

Μέχρι και σήμερα το συγκεκριμένο νεκροταφείο χρησιμοποιείται ως τελευταία κατοικία για όσους χαρακτηρίζονται από την Εκκλησία «αιρετικοί», «μάρτυρες του Ιεχωβά», ή πάμφτωχοι μοναχικοί τρόφιμοι του Γηροκομείου. Εκεί θάφτηκε και ο μεγάλος λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ, πριν γίνει «μεγάλος».

Τον τελευταίο καιρό σε αυτό τον χώρο, σε μια μικρή γωνιά θάβονται χριστιανοί αλλά κυρίως μουσουλμάνοι πρόσφυγες που έχασαν τη ζωή τους σε ναυάγια κατά τη διάρκεια της διαδρομής τους προς την Λέσβο. Σπασμένες μαρμάρινες πλάκες σηματοδοτούνται κάπου 80 ταφές, μουσουλμάνων στην πλειονότητά τους και ελάχιστων χριστιανών. Οι περισσότερες από αυτές τις πλάκες χωρίς ονόματα. Αντί για όνομα, με λαδομπογιά γραμμένη σε αυτές τις πλάκες η μοναδική ταυτότητα του νεκρού. «ΑΦΓΑΝΟΣ», «ΑΓΝΩΣΤΟΣ». Κι ένας αριθμός με την ημερομηνία ταφής.



Όμως το Κοιμητήριο του Αγίου Παντελεήμονα γέμισε από τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των θανάτων. Δέκα σωροί βρίσκονται είδη σε «αναμονή» για την εκταφή τους και παραμένουν στο ψυγείο μέχρι να βρεθεί κάποιος χώρος. Οπότε και δεδομένων όλων των παραπάνω προέκυψε το αδιέξοδο.


Το Διοικητικό Συμβούλιο των Φιλανθρωπικών καταστημάτων Μυτιλήνης, στην ερχόμενη συνεδρίαση, του την επόμενη Δευτέρα, αναμένεται να αποφασίσει πως δεν θα δέχονται άλλες ταφές προσφύγων. Ενώ, όπως σημειώνεται, έχει ενημερωθεί ο Δήμος Λέσβου και όλες οι υπόλοιπες εμπλεκόμενες αρχές πως δεν υπάρχει άλλος χώρος στο νεκροταφείο, έχουν δε υποδειχθεί δυο λύσεις: Η μία είναι να πραγματοποιούνται οι ταφές των προσφύγων σε νεκροταφεία του νησιού που ανήκουν στον Δήμο Λέσβου και η δεύτερη είναι να βρεθεί χώρος ειδικά για αυτή τη χρήση.

Ήδη η δημοτική αρχή αναζητά τρόπο να ξεπεραστούν οι πολύπλοκες στην περίπτωση γραφειοκρατικές διαδικασίες και να λειτουργήσει άμεσα ένα νεκροταφείο.

Πληροφορίες από το Αθηναϊκό Πρακτορείο.