γράφουν οι: Μελίνα Βελιμέζη – Κώστας Παπαντωνίου
«Μένω Εξάρχεια είναι έγκλημα;» γράφουν οι τοίχοι των Εξαρχείων που συχνά μετατρέπονται σε χώρους διαλόγου. Κάποιος γράφει ένα σύνθημα, κάποιος άλλος απαντά από κάτω, το ίδιο συμβαίνει με ποιήματα και τραγούδια. «Μένω Εξάρχεια είναι έγκλημα;» Είναι το ερώτημα που συχνά-πυκνά εκφράζουν οι κάτοικοι της περιοχής, αναφερόμενοι στην υπερβολική αστυνομική παρουσία στις γειτονιές τους. Συχνά, αυτή η παρουσία συνοδεύεται από βίαιες επιθέσεις, στην πλειοψηφία τους χωρίς να έχει προηγηθεί πρόκληση.
Λίγες ώρες μετά τις διαδηλώσεις στη μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και σε ένδειξη αλληλεγγύης στον Νίκο Ρωμανό το Σάββατο 6/12, τα Εξάρχεια θύμιζαν ξανά εμπόλεμη ζώνη. Σε όλους τους δρόμους του «κακού παιδιού» της Αθήνας είχαν παραταχθεί ετοιμοπόλεμες διμοιρίες ΜΑΤ.
Τα μαγαζιά ήταν κλειστά, την ίδια ώρα δεν κυκλοφορούσε ψυχή και σε κάθε γωνία, όπως το λέει και το σύνθημα, υπήρχε αστυνομία. H ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική από τα χημικά, ενώ το σκηνικό πολέμου συμπλήρωναν κάθε τόσο οι βομβίδες κρότου-λάμψης, οι σειρήνες των περιπολικών, ο ήχος του ελικοπτέρου που έκανε από πάνω κύκλους.
Επιθέσεις σε κατοίκους
Μια διαδρομή ίσα μέχρι το γειτονικό σουβλατζίδικο, ισοδυναμούσε με επικίνδυνη αποστολή. «Παντού είχε αστυνομικούς που σε κοιτούσαν προκλητικά και ήταν έτοιμοι να “απαντήσουν” ακόμα κι αν τολμούσες να σηκώσεις το βλέμμα», λέει ο Διονύσης Ρήγας, κάτοικος των Εξαρχείων. Πρόσφατα καταδικάστηκε για αντίσταση και εξύβριση κατά της αρχής, όπως και η γυναίκα του, πληρώνοντας έτσι τη διαμαρτυρία τους για τον θόρυβο της αστυνομικής κλούβας που φυλάει τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ και βρίσκεται κάτω απ΄ το σπίτι τους. Ένας από τους άνδρες των ΜΑΤ τον έβρισε, στη συνέχεια τον χτύπησαν αλλά στο εδώλιο βρέθηκαν ο ίδιος και η σύζυγός του, που είχε πάει να του συμπαρασταθεί στο τμήμα. Οι άνδρες των ΜΑΤ τον έχουν «στοχοποιήσει». «Καθώς περνούσα, λέει ο ένας στον άλλο “ο δικός σου” . Αναγκάστηκα να αλλάξω δρόμο».
Ο Δ. Ρήγας δεν αποτελεί ειδική περίπτωση. Ανάλογες καταγγελίες υπάρχουν και από γείτονές του. Κοπέλα που μετακόμισε πρόσφατα στην ίδια πολυκατοικία, αναγκάστηκε να πάρει τα πράγματά της στα χέρια, γιατί τα ΜΑΤ δεν άφηναν να σταθεί το φορτηγό μπροστά, ενώ το κτίριο κινδύνεψε να μείνει και χωρίς πετρέλαιο γιατί δεν άφηναν το βυτίο να πλησιάσει.
Το επόμενο πρωί της 6ης Δεκέμβρη, στις καφετέριες της Καλλιδρομίου, ο κόσμος μιλούσε για τα «χτεσινά». Ο καθένας είχε να μοιραστεί μια ιστορία. «Στη μπλε πολυκατοικία, αναγκάστηκε η φίλη μου να πάρει το παιδί της και να φύγουν. Δεν μπορούσαν να αναπνεύσουν από τα χημικά», ήταν μία από τις ενδεικτικές φράσεις για το τι έγινε εκείνο το βράδυ στα Εξάρχεια. Δεν κατηγορούσαν τους διαδηλωτές, ενώ έβρισκαν δίκαιο τον αγώνα του Ρωμανού. Έβρισκαν όμως παράλογες τις «εφόδους» της αστυνομίας.
Επιθέσεις σε παρέες από άλλες περιοχές
Παρόμοιο πολεμικό σκηνικό είχε εκτυλιχθεί τις ώρες που ακολούθησαν τις διαδηλώσεις του Πολυτεχνείου. Αξέχαστο από τότε έχει μείνει
το κωμικοτραγικό στιγμιότυπο με πρωταγωνιστές άνδρες των ΜΑΤ: Αφού περιπτεράς της πλατείας αρνήθηκε να τους δώσει νερά, εκείνοι, τα έκλεψαν και ξυλοφόρτωσαν τον περιπτερά.
Από εκείνη τη μέρα ο Θοδωρής Κοκκινάκης, κάτοικος και μαγαζάτορας στα Εξάρχεια, θυμάται ένα ακόμα περιστατικό που αποτυπώνει το μέγεθος της αστυνομικής καταστολής. «Στα σκαλιά επί των Μπενάκη και Καλλιδρομίου κάθονταν γύρω στα 10-15 άτομα, 30άρηδες. Δεν ήταν διαδηλωτές απλά κάθονταν κι έπιναν μπύρες. Μετά τις πορείες επικράτησε ο πανζουρλισμός της αστυνομίας στους δρόμους των Εξαρχείων. Περίπoυ 30 μηχανάκια – Δελτάδες, περικύκλωσαν την παρέα, άρχισαν να τους φωνάζουν και τους έδιωξαν με σπρωξιές και κλωτσιές. Όταν ρώτησα τους αστυνομικούς, γιατί έδιωχναν τον κόσμο και φέρονταν έτσι, μου απάντησαν ότι το έκαναν επειδή έσπαγαν μπουκάλια. Όμως είδα με τα μάτια μου ότι τα μπουκάλια, τα έσπαγαν οι αστυνομικοί…» Ο Θ. Κοκκινάκης αντέδρασε, αλλά αυτό δεν αποθάρρυνε τους αστυνομικούς που τον προέτρεψαν να «κοιτάξει τη δουλειά του» ενώ την ίδια ώρα φορούσαν χειροπέδες στην άτυχη παρέα για να την πάνε στο τμήμα.
«Κατά μήκος της Αλεξάνδρας, από την Ασκληπιού μέχρι την Πατησίων, σε κάθε στενό βρίσκονταν τα ΜΑΤ παρατεταγμένα, εμποδίζοντας την είσοδο στο χώρο των Εξαρχείων» μας περιγράφει για την 17η Νοεμβρίου, η Πόπη Μέλλιου, επίσης κάτοικος της περιοχής που συμμετέχει ενεργά στην Λαϊκή Συνέλευση των Εξαρχείων. Σχολιάζοντας τον αστυνομικό κλοιό που συνοδεύει την κάθε κινητοποίηση στο κέντρο, αναφέρει ότι «το να μένεις στα Εξάρχεια πλέον ποινικοποιείται». Μας αναφέρει ακόμα καταγγελίες κατοίκων που βγήκαν από το σπίτι τους το πρωί εκείνης της μέρας και τους προσήγαγαν «προληπτικά».
Επιθέσεις σε δημοσιογράφους
Συγκλονιστική όμως ήταν για την ίδια μέρα και η καταγγελία του VICE για επίθεση σε δημοσιογράφο του περιοδικού. «Γυναίκα φωτορεπόρτερ του VICE, χτυπήθηκε κατά τη διάρκεια της πορείας από τα ΜΑΤ στην πλάτη ενώ την τράβηξαν και από τα μαλλιά. Λίγη ώρα αργότερα, ο δημοσιογράφος του VICE, Αντώνης Ντινιακός (ο οποίος εκείνη την ώρα ήταν στα Εξάρχεια με τον δημοσιογράφο της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ Λευτέρη Μπιντέλα), δέχθηκε επίθεση στη συμβολή των οδών Θεμιστοκλέους και Σουλτάνη από άνδρες της ομάδας ΔΕΛΤΑ, οι οποίοι τον χτύπησαν με τις μηχανές τους στο χέρι και στο γόνατο, ενώ στη συνέχεια 4 αστυνομικοί κατέβηκαν και τον πέταξαν στο έδαφος. Αυτή την ώρα μονάδες της ομάδας ΔΕΛΤΑ περνούν με τις μηχανές τους μέσα από τα στενά των Εξαρχείων οδηγώντας επικίνδυνα και εκφοβίζοντας από ανθρώπους που επιστρέφουν στα σπίτια τους μέχρι και δημοσιογράφους που καλύπτουν τα γεγονότα.»
Αυτή δεν ήταν η μόνη επίθεση ενάντια σε δημοσιογράφο. Τον περασμένο Οκτώβρη ο Νίκος Κιάος έπεσε επίσης θύμα της αστυνομικής βίας. Στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί μετανάστη, τον οποίο χτυπούσαν αστυνομικοί στη γωνία Καλλιδρομίου 52 και Εμμ. Μπενάκη, κινδύνεψε να βρεθεί στο κρατητήριο. Με κείμενό του στην Εφημερίδα των Συντακτών περιγράφει πώς τελικά δεν βρέθηκε στο Α.Τ., αφού η αστυνομία ήταν έτοιμη να τον προσαγάγει. «Συνεχίζω να διαμαρτύρομαι. Βγαίνει από τα μπαλκόνια κόσμος και τους φωνάζει. Έχει μαζευτεί κι άλλος κόσμος. Προσπαθώ να στυλώσω τα πόδια. Τρέχει η σύζυγός μου, τους φωνάζει: “Στη χούντα ήταν φυλακή!” . Και λέει για βασανιστήρια, για στρατοδικείο, για το τριπλό μπαϊπάς που έχω κάνει. Αυτοί της απαντούν: “Στο τμήμα!” Τη σπρώχνουν και την τραβάνε». Τελικώς, όπως και τον μετανάστη, τους άφησαν μετά από δέκα λεπτά ελεύθερους κι αυτό γιατί δεν υπήρχε κανένας λόγος να τους συλλάβουν. Ο μετανάστης είχε τα χαρτιά του και ο Ν. Κιάος επιχείρησε απλά να προστατέψει έναν άνθρωπο που έτρωγε ξύλο.
Μετανάστες: Μέρες όπως τη 17η δεν βγαίνουμε από τα σπίτια μας
Αν για τους κατοίκους των Εξαρχείων η κατάσταση που διαμορφώνεται από την αστυνομία είναι ασφυκτική, για τους μετανάστες αποτελεί λόγο να μη βγαίνουν από τα σπίτια τους. Στην πλατεία των Εξαρχείων, σ΄ ένα διάλειμμα από τη δουλειά τους, συναντήσαμε τους Σέριφ και Κένι, μετανάστες από το Κονγκό και τη Νιγηρία αντίστοιχα. Ζουν πολλά χρόνια στην Ελλάδα και στα Εξάρχεια «τη μόνη περιοχή που αισθανόμαστε ασφαλείς». Δεν είναι λίγες οι φορές κι ειδικά στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα που βρέθηκαν στο Α.Τ. για εξακρίβωση στοιχείων, παρότι έχουν κανονικά άδεια παραμονής. «Στην πλατεία Αμερικής, στην πλατεία Κολιάτσου και στην Δροσοπούλου δεν μπορούμε ούτε να σταθούμε. Μας σταματάνε, μας πηγαίνουν στο τμήμα και οι οικογένειές μας, μας χάνουν για ώρες».
Μέρες όπως η 17η Νοεμβρίου και η 6η Δεκέμβρη, ημέρες διαδηλώσεων, οι μετανάστες προτιμούν να μένουν σπίτι. Αν και η αστυνομική αυθαιρεσία δεν γίνεται μόνο επετειακά. Όπως καταγγέλλει ιδιοκτήτρια ψιλικατζίδικου, πριν λίγους μήνες, αστυνομικοί εφάρμοσαν τις γνωστές μεθόδους σε μετανάστη έξω από το μαγαζί της στη Ζωοδόχου Πηγής. «Είδα που τον έσπρωχναν και τον είχαν περικυκλώσει. Βγήκα έξω για να υπάρχει μάρτυρας. Βγήκαν και γείτονες που φώναζαν. Τον άφησαν λίγο μετά αφού είχε χαρτιά, όμως η άδεια παραμονής του εξαφανίστηκε, κάπου την πέταξαν…»
Γιατί τα Εξάρχεια αποτελούν ζώνη εξαίρεσης;
«Θέλουν να απομονώσουν τα Εξάρχεια» είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η Π. Μέλλιου, καθώς δεν θεωρεί τυχαίο ότι ιδίως τα τελευταία χρόνια τις περισσότερες φορές η αστυνομία «μπουκάρει» στα Εξάρχεια χωρίς λόγο και μάλιστα Παρασκευή και Σάββατο και πιάνει όποιον βρίσκει μπροστά της χωρίς λόγο και αιτία, μόνο και μόνο επειδή έτυχε να βρίσκεται στα Εξάρχεια. Η ίδια πιστεύει ότι το «να βιώσει μια άσχημη εμπειρία κάποιος που έρχεται να πιει απλά το ποτό του στην περιοχή, θα τον κάνει να μην ξανάρθει». «Υπάρχει μια διαφορετική άποψη που θέλει τους ανθρώπους πιο κινητοποιημένους και δεν θέλουν να “μολύνει” κι άλλους»υποστηρίζει.
Τα Εξάρχεια έχουν ταυτιστεί κατά κάποιο τρόπο με ένα κέντρο αντίστασης, καθώς μια σειρά από δραστηριότητες που αποτελούσαν κοινωνικά και πολιτικά παραδείγματα αντίστασης και αυτοοργάνωσης πάντα βρίσκονταν στο στόχαστρο της καταστολής της αστυνομίας μας λέει οΝίκος Γιαννόπουλος, μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα που στεγάζεται εδώ και δέκα χρόνια περίπου στο κτίριο της Τσαμαδού 13 στα Εξάρχεια. Σήμερα, όμως, όπως υποστηρίζει«δεν πρόκειται απλώς για μια επιχείρηση καταστολής, αλλά μια επιχείρηση διάλυσης του κοινωνικού ιστού τους», μέσα από τoν συνδυασμό αστυνομοκρατίας και σκόπιμης ανοχής σε κυκλώματα διακίνησης ναρκωτικών και γενικότερα στο φαινόμενο που λέγεται «μαφία».
Σκοπός είναι να κατακερματιστεί ο κοινωνικός ιστός, «να σπάσει το ηθικό του κόσμου, να απαξιωθεί το κίνημα αντίστασης που έχει λίγο πολύ ταυτιστεί με τα Εξάρχεια και να φανούν ότι τα Εξάρχεια είναι μια περιθωριακή συνοικία, όπου η εισβολή της αστυνομίας είναι επιτακτική» μας εξηγεί, αναφερόμενος στη δράση της αστυνομίας στην περιοχή. «Η κυβέρνηση, το βαθύ κράτος και η αστυνομία περνάνε από το δόγμα της μηδενικής ανοχής στο δόγμα της μηδενικής ελευθερίας» παρατηρεί, καθώς χωρίς να υπάρχει καμία μορφή μαχητικής αντίστασης, χτυπιούνται χώροι που δυνητικά θα μπορούσαν να αντισταθούν.
«Πρόβα τζενεράλε εξαίρεσης δικαιωμάτων στο επίπεδο του δρόμου» θα μπορούσε να χαρακτηρίσει την τακτική που ακολουθεί η αστυνομία στα Εξάρχεια, όπου οι άνθρωποι που κυκλοφορούν σε ολόκληρες ζώνες δεν έχουν κανένα δικαίωμα, μόνο και μόνο γιατί βρίσκονται σε αυτές. «Το χτύπημα στα Εξάρχεια είναι πιλοτικό», όπως πιστεύει, και η δημιουργία ενός μετώπου αντίστασης είναι επιτακτική «όχι για να προστατευθούν τα Εξάρχεια, αλλά για να μην περάσει αυτό το πιλοτικό πρόγραμμα της μηδενικής ελευθερίας» που μπορεί να επεκταθεί και αλλού. Το ζητούμενο είναι «να υπάρχει το αίσθημα της ασφάλειας των δικαιωμάτων».
Ναι ή όχι στην αστυνομική παρουσία;
«Θέλουμε αστυνόμευση και όχι αστυνομοκρατία», λέει ο Θ. Κοκκινάκης. Την ώρα που η αστυνομία επιστρατεύει μέσα σε λίγα λεπτά δεκάδες διμοιρίες και μηχανάκια για να καταστείλει, δεν παρουσιάζει τον ίδιο… ζήλο σε άλλες περιπτώσεις. «Αν σου κλέβουν το σπίτι, εμφανίζονται με καθυστέρηση μισαώρου». Ούτε όμως απέναντι σε μαφίες και διακινητές ναρκωτικών, η αστυνομία παρουσιάζει όμοια αντανακλαστικά όπως στις διαδηλώσεις.«Μπορεί να πουλάει ο άλλος δίπλα ναρκωτικά κι η αστυνομία να μη κάνει τίποτα». Κάτι που είδαμε και με τα μάτια μας. Σε διάστημα 2 ωρών, ομάδες ΔΕΛΤΑ πέρασαν 5-6 φορές από τη Ζωοδόχου Πηγής και λίγο παρακάτω, Μεσολογγίου και Τζαβέλλα, η διακίνηση από τα βαποράκια γινόταν κανονικά.
Η θέση της Λαϊκής Συνέλευσης Εξαρχείων απέναντι στη δράση της αστυνομίας στη γειτονιά είναι ξεκάθαρη, καθώς θέλει να σταματήσει αυτή η υπερβολική παρουσία της αστυνομίας αλλά και η κατασταλτική της και μόνο δράση. «Οι κάτοικοι θέλουν ασφάλεια, αλλά παρά την έντονη παρουσία της αστυνομίας, βλέπουμε ότι η δράση της δεν έχει κάποιο αποτέλεσμα ως προς την εγκληματικότητα και τα ναρκωτικά για παράδειγμα» μας εξηγεί η Π. Μέλλιου. «Αυτό δεν είναι αστυνόμευση, αλλά καταστολή» καταλήγει, αναφερόμενη στη συνολική δραστηριότητα των αστυνομικών δυνάμεων τα τελευταία χρόνια στην γειτονιά της.
Υπάρχει όμως κι η άλλη άποψη που λέει ότι δεν θέλει την αστυνομία στα Εξάρχεια και σε οποιοδήποτε ρόλο. Ο Βαγγέλης Νάνος από τηνΑντιεξουσιαστική Κίνηση, στάθηκε σε μια παλιότερη κατάκτηση της κοινωνίας των Εξαρχείων. «Δεν θέλαμε και δεν γουστάραμε την αστυνομία, αλλά είχαμε καταφέρει με έναν τρόπο να μην έχουμε φόνους στα Εξάρχεια, να μην υπάρχει μεγάλη εγκληματικότητα». Κάτι όμως, που έχει αρχίσει και αλλάζει τα τελευταία χρόνια και βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την οικονομική εξαθλίωση μεγάλης μερίδας του κόσμου. «Δεν υπάρχει μία, άρα το έγκλημα έχει γίνει πιο βάρβαρο. Κάτι που δεν συμβαίνει βέβαια μόνο στα Εξάρχεια, αλλά συνολικά στη χώρα. Ωστόσο, δεν μπορεί και η αστυνομία να το αντιμετωπίσει στη βάση του, καθώς δεν αντιμετωπίζεται με όρους “θα βάλω φυλακή τον κλέφτη, άρα δεν θα έχω άλλο κλέφτη” . Άμα δεν υπάρχει μία, ο άλλος είναι πολύ πιθανό να καταφύγει στο έγκλημα». Το πρόβλημα βρίσκει απάντηση για τον ίδιο στην αλληλεγγύη. «Να γίνουν δομές που θα δίνουν επιλογές, ώστε ανάμεσα να ξεχωρίζει το πράγμα, ποιος το κάνει από ανάγκη και ποιος όχι».
«Τα Εξάρχεια είναι ένα μέρος που η ιδέα κυκλοφορεί κι αυτό φοβίζει», λέει ο Β. Νάνος που εκτιμά ότι οι αστυνομικές επεμβάσεις έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που στοχεύουν. «Ευχαριστούμε την αστυνομία που συσπειρώνει έναν κόσμο που σε άλλη περίπτωση ίσως να μην ήταν τόσο δραστήριος. Βλέποντας όμως τη βλακεία και την ακρότητα της επέμβασης, όχι μόνο δεν λέει “α, ευτυχώς που ήρθε η αστυνομία να διώξει τους «ταραχοποιούς»” αλλά ζητά να φύγει η αστυνομία».
Μένω Εξάρχεια είναι έγκλημα;
Στο πλαίσιο των εντυπώσεων, η κυβέρνηση παρουσιάζει τα Εξάρχεια ως γκέτο αναρχικών και τους κατοίκους τους τρομοκράτες. Κατ’ επέκταση όποιος μένει στα Εξάρχεια έχει λιγότερα δικαιώματα, αλλά περισσότερους λόγους να απασχολήσει την αστυνομία. Στα Εξάρχεια υπάρχει δικαιολογία αν αστυνόμος σκοτώσει 15χρονο. Στα Εξάρχεια υπάρχουν ιπτάμενοι αναρχικοί.
Στα Εξάρχεια, όμως αυτό που φαίνεται ότι ενοχλεί είναι ότι υπάρχει ζωή. Είναι μια περιοχή που δεν ξεχαρβαλώθηκε από την κρίση, δεν υποτάχθηκε από τη μιζέρια. Οι άνθρωποι στα Εξάρχεια κάνουν κάτι που έχει ξεχαστεί. Μιλάνε. Και διαφωνούν. Αλλά κόντρα στις διαφορές τους, ενώνονται για να μπορούν να συνεχίσουν να διαφωνούν. Έτσι, απέναντι στις συχνές επισκέψεις της αστυνομίας, την εξάπλωση της μαφίας και των ναρκωτικών, απαντούν με δράσεις που δίνουν πνοή στις γειτονιές τους. Δεν κάθονται σε ησυχία. Κι αυτή τους η διαρκής κίνηση, είναι που «ενοχλεί», αλλά και αυτή που φέρνει νίκες. Το πάρκινγκ στη Ναυαρίνου που έγινε πάρκο, οι κοινωνικοί χώροι που πολλαπλασιάστηκαν, ο αγώνας κατά των ναρκωτικών που διαρκώς κερδίζει έδαφος, είναι μονάχα λίγες από τις πολλές σημαντικές τους κατακτήσεις. Θα ‘ρθουν κι άλλες.