Έχουμε εξορίσει την ομορφιά.
Οι Έλληνες είχαν πάρει τα όπλα γι’ αυτήν.
Αλμπέρ Καμύ
«Μέρες στη θάλασσα, όλες τους όμοιες όπως η ευτυχία...» μονολογεί ο Αλμπέρ Καμύ, καθώς περιδιαβαίνει το καλοκαίρι του 1939 την Αίγινα, την Ανάφη, την Κύπρο, τη Δήλο, την Τήνο, την Κύθνο, την Σαντορίνη, το Αιγαίο:«Για εμάς τους Μεσογειακούς η Ελλάδα είναι μια πηγή. Θέλω να πω ότι η Μεσόγειος έχει κάτι, ένα συστατικό στοιχείο, που της επιτρέπει να ισορροπεί τα πάντα και να μας δίνει πάντα ένα μάθημα μέτρου...Τα μάτια μου θάμπωσαν από τη φωτεινότητα του γαλάζιου, όταν κολυμπούσα στα ιερά νερά, που απλώνονταν μέχρι τον Ναό. Τώρα μονάχα μπορώ να πω ότι έχω ζήσει...».
Σε ηλικία 27 χρονών επισκέπτεται για πρώτη φορά την Ελλάδα και κατά την διάρκεια αυτού του πρώτου ταξιδιού του αρχίζει να διαβάζει Επίκουρο και τους Στωικούς.Το 1955 επιστρέφει ύστερα από πρόσκληση που δέχτηκε από το γαλλικό ινστιτούτο της Αθήνας. Είναι 42 χρονών και του ζητήθηκε να πάρει μέρος ως κεντρικός ομιλητής σε ένα συνέδριο αφιερωμένο στο μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα, ο Καμύ φιλοξενείται στο σπίτι του Άγγελου Κατακουζηνού. Συναντιέται με τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, τον Φαίδωνα Βεγλερή, τον Γιώργο Θεοτοκά, τον Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τον Ευάγγελο Παπανούτσο που επίσης παίρνουν μέρος στο συνέδριο.
Σε συνέντευξή του στον Λ. Καραπαναγιώτη των «Νέων», στις 28 Απριλίου 1955, λέει: «Για μένα η Ελλάδα είναι η πατρίδα, η θάλασσα, για εμάς τους μεσογειακούς είναι η πηγή. Η Μεσόγειος έχει ένα συστατικό στοιχείο που της επιτρέπει να ισορροπεί τα πάντα, μας δίνει το αίσθημα του μέτρου. Δέχεται την τρομακτική πίεση του σύγχρονου κόσμου, ανοίγεται στην εισβολή των ξένων ιδεολογιών κι ύστερα τους δίνει κάποια ισορροπία... Εμείς οι μεσογειακοί έχουμε ιστορία δύο χιλιετηρίδων, ενώ λ.χ. οι Γερμανοί δύο αιώνων. Μεταξύ τους είναι μοιραίο να υπάρχει κάποια διαφορά». Τη συζήτηση αποτύπωσε στο μαγνητόφωνο ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος.
Σε συνέντευξή του στον Λ. Καραπαναγιώτη των «Νέων», στις 28 Απριλίου 1955, λέει: «Για μένα η Ελλάδα είναι η πατρίδα, η θάλασσα, για εμάς τους μεσογειακούς είναι η πηγή. Η Μεσόγειος έχει ένα συστατικό στοιχείο που της επιτρέπει να ισορροπεί τα πάντα, μας δίνει το αίσθημα του μέτρου. Δέχεται την τρομακτική πίεση του σύγχρονου κόσμου, ανοίγεται στην εισβολή των ξένων ιδεολογιών κι ύστερα τους δίνει κάποια ισορροπία... Εμείς οι μεσογειακοί έχουμε ιστορία δύο χιλιετηρίδων, ενώ λ.χ. οι Γερμανοί δύο αιώνων. Μεταξύ τους είναι μοιραίο να υπάρχει κάποια διαφορά». Τη συζήτηση αποτύπωσε στο μαγνητόφωνο ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος.
Εκείνη την εποχή, οι μνήμες του Εμφυλίου στη χώρα μας ήταν ακόμα νωπές, ενώ ο Καμύ είχε ήδη συνυπογράψει επιστολή συμπαράστασης στους αριστερούς που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο (1949) και και το 1955 δημοσίευσε στην εφημερίδα «L' Express» επιστολή για τη σωτηρία του Κύπριου αγωνιστή Μιχάλη Καραολή (L' enfant grec). «Πράγματι», έγραφε «υπήρξε μια γαλλική εθνική αλληλεγγύη και υπήρξε και μια ελληνική εθνική αλληλεγγύη: η αλληλλεγγύη της οδύνης. Αυτή την αλληλεγγύη μπορούμε να την ξαναβρούμε κάθε στιγμή και όχι μόνο με το ένδυμα της οδύνης».
Γράφει για τη Λέσβο: «Ανακάλυψα το μέρος στο οποίο θέλω να ζήσω. Πρόκειται για ένα πανέμορφο νησί, σχεδόν αρσενικό θα έλεγα. Θέλω να ζήσω εκεί, δίπλα στην θάλασσα, ατενίζοντας τα κύματα του Αιγαίου, αυτά τα κύματα που κουβαλούν επάνω τους τα αρώματα της πατρίδας μου, της Αλγερίας. Έχω ήδη εντοπίσει ένα μικρό σπίτι κοντά στην θάλασσα από το ποίο θα μπορώ να αποχαιρετώ τον ήλιο που δύει πάνω από το Αιγαίο, και ίσως έτσι καταφέρω να συνηθίσω την ιδέα του αποχωρισμού. Μπορώ να με φανταστώ πάνω σε μία μικρή βάρκα, να ταξιδεύω σαν τρελός μέσα στα κύματα. Όμως δεν με μάγεψε μόνο η ομορφιά του νησιού, αλλά και η ομορφιά των κατοίκων του. Θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους που από μακριά φαίνονται στεγνοί, όπως τα δέντρα της ελιάς που καλλιεργούν, αλλά αν τους παρατηρήσεις από κοντά είναι γεμάτοι πλούσιους φυσικούς χυμούς, και λάμπουν, όπως λάμπει το ασήμι στα φύλλα των ελαιόδεντρων.
(...) Από τότε, η Ελλάδα πλανιέται κάπου μέσα μου, στα όρια της μνήμης μου, ακατάπαυστα. (...) Καταλαβαίνετε; Είναι ο τόπος των θεών και ό,τι ζητήσεις σου το δίνουν».
Η φιλοσοφική σκέψη του Καμύ δέχεται το παράλογο της μοίρας του ανθρώπου, που ζει μέσα σε ένα αλόγιστο σύμπαν. Όσο και αν αναπτύξει το πνεύμα του, ο άνθρωπος είναι ανήμπορος μπροστά σε αυτήν την μοίρα και το μόνο που του απομένει είναι η προσήλωση σε κάποιο ιδανικό ικανό να διαφυλάξει μέσα στον κόσμο τις υψηλότερες ηθικές και πνευματικές αξίες.
Μίλησε για τον « κόσμο και τον πόνο», μέσα σε ένα σύμπαν που κείτεται σε συντρίμμια « με κατεδαφισμένα όλα τα ηθικά, ιδεολογικά και μεταφυσικά του στηρίγματα». Ωστόσο διακήρυξε την πίστη του στην εξέγερση. Γράφει στην «Πανούκλα» «Όσο μακριά και να γυρίσω πίσω θυμάμαι πως άρκεσε πάντα ένας άνθρωπος που ξεπέρασε το φόβο του κι επαναστάτησε για να αρχίσει η μηχανή τους να τρίζει». Το 1951 η έκδοση του «Επαναστατημένου Ανθρώπου» πέφτει σαν βόμβα.
Ο Καμύ δέχεται επιθέσεις από δεξιά κι αριστερά (κυρίως από τον Σαρτρ) γιατί η «φιλοσοφία» του είναι μια φιλοσοφία ενάντια στο δογματισμό, πάσης φύσης, και υπέρ του ανθρώπου. «Ο επαναστατημένος δε φυλάει τίποτα», γράφει, «τα παίζει όλα για όλα». Το 1956 εκδίδει το τελευταίο του μυθιστόρημα, την «Πτώση», όπου αναπτύσσει μια παλιότερη του σκέψη: «Το μόνο φιλοσοφικό ζήτημα είναι η αυτοκτονία».
Μίλησε για τον « κόσμο και τον πόνο», μέσα σε ένα σύμπαν που κείτεται σε συντρίμμια « με κατεδαφισμένα όλα τα ηθικά, ιδεολογικά και μεταφυσικά του στηρίγματα». Ωστόσο διακήρυξε την πίστη του στην εξέγερση. Γράφει στην «Πανούκλα» «Όσο μακριά και να γυρίσω πίσω θυμάμαι πως άρκεσε πάντα ένας άνθρωπος που ξεπέρασε το φόβο του κι επαναστάτησε για να αρχίσει η μηχανή τους να τρίζει». Το 1951 η έκδοση του «Επαναστατημένου Ανθρώπου» πέφτει σαν βόμβα.
Ο Καμύ δέχεται επιθέσεις από δεξιά κι αριστερά (κυρίως από τον Σαρτρ) γιατί η «φιλοσοφία» του είναι μια φιλοσοφία ενάντια στο δογματισμό, πάσης φύσης, και υπέρ του ανθρώπου. «Ο επαναστατημένος δε φυλάει τίποτα», γράφει, «τα παίζει όλα για όλα». Το 1956 εκδίδει το τελευταίο του μυθιστόρημα, την «Πτώση», όπου αναπτύσσει μια παλιότερη του σκέψη: «Το μόνο φιλοσοφικό ζήτημα είναι η αυτοκτονία».
Το 1959 ο Καμύ επιστρέφει στην Ελλάδα για τρίτη φορά. Αποφασίζει να ταξιδέψει στο ελληνικά νησιά με το σκάφος του φίλου του Michel Gallimard. Παίρνει μαζί του έναν έλληνα ζωγράφο, τον Μάριο Πράσινο, στον οποίο ζητά να ζωγραφίζει κάθε ελληνικό νησί το οποίο επισκέπτονται, ενώ ο ίδιος γράφει συνεχώς κάτω από τον λευκό ήλιο του ελληνικού καλοκαιριού.
Ήταν το τελευταίο καλοκαίρι της ζωής του.
Πέντε μήνες μετά από αυτό το ταξίδι του στην Ελλάδα, στις 4 Ιανουαρίου του 1960, πεθαίνει σε τροχαίο στη νότιο Γαλλία. Ο ίδιος έλεγε στους φίλους του ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα».
Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ είχε πει στον επικήδειο που εκφώνησε ότι, ήταν ο πυρήνας που γύρω του περιστρέφονται με ταχύτητα τα ηλεκτρόνια του κόσμου, της ζωής και του πνεύματος.
Παρά την απαισιοδοξία του Καμύ κρατάμε τα λόγια του: «Αν είχα να γράψω ένα βιβλίο περί ηθικής θα είχε εκατό σελίδες, οι ενενήντα εννέα λευκές. Στην τελευταία θα έγραφα: Δεν γνωρίζω άλλο χρέος από την αγάπη.»
ΠΗΓΕΣ: Αλμπέρ Καμύ «Το καλοκαίρι» ( εκδόσεις Πατάκη),
«Καμύ - Η ευτυχία και το παράλογο αχώριστα παιδιά της ίδιας Γης» (των Λευτέρη Ξανθόπουλου, Νίκου Μπακουνάκη, Φωτεινής Τσαλίκογλου, εκδόσεις Καστανιώτη),
«Το μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού, εκδόσεις Πατάκη),
«Συντροφιά με τον Albert Camus» (της Λητώς Κατακουζηνού, εισαγωγή Γκόλφω Μαγγίνη, έκδοση Ιδρυμα Αγγέλου και Λητώς Κατακουζηνού). P. Ginestier,
«Η ζωή και η σκέψη του Καμύ», εκδόσεις Άπειρον).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.