Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Which side? (αναδημοσίευση)



Τρίτη φορά, που πιάνω το πληκτρολόγιο, αλλά βλέπω ξανά τα δάχτυλά μου να κλoτσάνε. Για κάποιον περίεργο λόγο, κάθε φορά που πάω να ασχοληθώ με αυτό το θέμα νιώθω ολοένα και περισσότερο να δυσκολεύομαι. Κι όχι γιατί δεν το κατέχω – με ζάχαρη στο ψωμί μεγάλωσα – πιο πολύ ιδεολογικές ή, για να το πω μ' έναν παρεξηγημένο όρο, πιο πολύ ηθικές είναι οι ενστάσεις μου.

Εξηγούμαι.
Είναι υποκρισία να 'σαι ακόμα ταϊσμένος και να γράφεις γι' αυτούς που πεινάνε, σαν τους άκαπνους στρατηγούς που γράφουν εγχειρίδια πολέμου ή καλύτερα σαν τους ανάπηρους, κατά τον Πανούση, που βλέπουνε μπάλα ή ακόμη καλύτερα σαν τους πάμπολλους πεζογράφους που εξιστορούν ό,τι δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να ζήσουν – ανάμεσά τους δεν διστάζω να εντάξω, ασφαλώς, και τον εαυτό μου.

Απ' την άλλη, το ξέρω καλά, η πιο μεγάλη υποκρισία είναι, να 'σαι ακόμα ταϊσμένος, και να σφυρίζεις αδιάφορα σαν να μην τρέχει τίποτα. Εκτός βέβαια και αν έχεις τόσο πολύ λεηλατήσει τη σκέψη σου, ώστε να αντλείς ασφάλεια από την αισιοδοξία του Στουρνάρα ή να ενστερνίζεσαι τα ερμηνευτικά σχήματα του MEGA ή να μοιράζεσαι τις δημοκρατικές ευαισθησίες του Κουβέλη.

Αλλά όσο κι αν θα 'θελα να κλείσω τη σιωπή μου σ' αυτή την βολική αμεριμνησία της ηλιθιότητας συνεχίζω να είμαι εδώ, μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μου, και βλέπω τα δάχτυλά μου να κλoτσάνε ατίθασα στο πληκτρολόγιο για έναν Η. που ξαναγυρνάει στη Σουηδία με κατεβασμένο το κεφάλι και για έναν Μ. που παλεύει για τη ζωή του χωρίς να μπορεί να καλύψει τα νοσήλεια και για μία Ε. που κινδυνεύει από μέρα σε μέρα να χάσει την πρώτη κατοικία της και για έναν Κ. που δουλεύει απλήρωτα δεκάωρα σε σούπερ μάρκετ και για μία Π. που ξυπνάει και κοιμάται με λεξοτανίλ και για έναν Π. που αν και αθώος τέθηκε σε αργία και για το απορημένο βλέμμα των μαθητών μου που όλα τα καταλαβαίνουν και για τον χτεσινό πεινασμένο που έσκυβε στον κάδο απορριμμάτων και...

... και, τελικά, σκέφτομαι ότι αν έχει κάποιο νόημα η γραφή είναι όχι για να κανακεύει λέξεις ούτε για να διεκδικεί λογοτεχνικά βραβεία ούτε για να υμνεί τους "νέους Παρθενώνες", αλλά για να απαντά στο αιωνίως επανερχόμενο σε αισθητική, ιδεολογική και πολιτική βάση ερώτημα:
Which side are on?
Ε;

Κατάλογος Προϊόντων Σωματείου ΒΙΟΜΕΤ (για δίκτυα χωρίς μεσάζοντες)




Κατάλογος Προϊόντων Σωματείου ΒΙΟΜΕΤ



Κατάλογος Κατασχεμένων προς Δημοπράτηση Προϊόντων Σωματείου Εργαζομένων Βιομηχανικής Μεταλλευτικής Ιανουάριος 2013






μπορείτε να δείτε τα διαθέσιμα προϊόντα, τις τιμές και τις εκπτώσεις.


Κατεβάστε, τυπώστε τον κατάλογο από το επόμενο link

ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ:Καθεστώτα κρίσης και αναδυόμενα κοινωνικά κινήματα στις πόλεις της Νότιας Ευρώπης


ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ

Καθεστώτα κρίσης και αναδυόμενα κοινωνικά κινήματα 
στις πόλεις της Νότιας Ευρώπης
Αθήνα 7-9 Φεβρουαρίου 2013
ΕΜΠ – Συγκρότημα Πατησίων, Κτίριο Αβέρωφ

Στις 7-9 Φεβρουαρίου θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα (ΕΜΠ – Κτίριο Αβέρωφ) ένα τριήμερο διεθνές εργαστήριο με θέμα «Καθεστώτα κρίσης και αναδυόμενα κοινωνικά κινήματα στις πόλεις της Νότιας Ευρώπης» με διοργανωτές το Encounter Athens, το INURA Αθήνας, το Ινστιτούτο Δημόσιων Πολιτικών και Διακυβέρνησης του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, και την υποστήριξη του Τομέα Πολεοδομίας και Χωροταξίας του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου. Σκοπός του εργαστηρίου είναι η ανταλλαγή εμπειριών της τρέχουσας κρίσης από τις πόλεις της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας και η διερεύνηση εναλλακτικών προσεγγίσεων πάνω σε δύο βασικούς άξονες:

Α) την κριτική διερεύνηση των επιπτώσεων της κρίσης στις πόλεις της Νότιας Ευρώπης και στους κατοίκους τους, των κυρίαρχων πολιτικών, καθώς και των νέων κοινωνικών διεκδικήσεων που εμφανίζονται, και

Β) την επαφή ακτιβιστών από παλιά ή/και νέα κοινωνικά κινήματα και ερευνητών, με σκοπό την ανταλλαγή εμπειριών από συγκεκριμένες πρακτικές, πρωτοβουλίες και αγώνες και τη συλλογική παραγωγή ιδεών πάνω σε εναλλακτικές κατευθύνσεις ριζοσπαστικής δράσης.

Ακτιβιστές και ερευνητές από την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία που εμπλέκονται σε κοινωνικά κινήματα στις πόλεις τους ή εκπονούν σχετικές έρευνες έχουν προσκληθεί για να παρουσιάσουν τις εμπειρίες τους από την κρίση στις πόλεις της Νότιας Ευρώπης πάνω σε τρεις θεματικές ενότητες: 
-τα υπερ-νεοφιλελεύθερα προγράμματα/έργα αστικής ανάπτυξης, 
-τα ζητήματα κατοικίας στην κρίση 
-και το τοπικό ως άξονα για νέες κινητοποιήσεις, δίκτυα αλληλεγγύης και δράσεις. 

Το εργαστήριο είναι ανοιχτό σε ακτιβιστές, ερευνητές και άλλα ενδιαφερόμενα άτομα και ομάδες για να συνεισφέρουν στις συζητήσεις με την εμπειρία τους και τα σχόλιά τους.

Οι παρουσιάσεις και οι συζητήσεις θα γίνουν στην αγγλική γλώσσα.

Αναλυτική περιγραφή
Το εργαστήριο χρηματοδοτείται από το Regional Workshop Award from the Antipode Foundation.

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Κράτησα τη ζωή μου* (αναδημοσίευση)



Τ’ ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού
η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ’ ασφοδίλια
το σταμνί που δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά.
Τ’ άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ’ άστρο ο Αλδεβαράν

Κράτα μου εσύ το κεφάλι μπάσταρδε, εγώ ότι και να κάνεις δεν προσκυνάω. Δεν σε προσκυνάω. Δεν προσκυνάω τη φάρα σου. Δεν θα σου πω κουβέντα. Δεν θα βγάλω άχνα. Το στώμα μου δεν τ΄ανοίγω ούτε για να πω το ονομά μου. Καλύτερα να το ξεχάσω. Κι ούτε σάλιο δεν μου περισσεύει, δεν το χαραμίζω να φτύσω εκεί που πατάς. Ούτε ίχνος έκφρασης δεν χαρίζω για τη συμμορία σου και τους αφεντάδες που βαράς προσοχή. Ούτε γκριμάτσα. Ούτε σελίδα δεν μου ‘μεινε, να τσακίσω την άκρη της για να θυμηθώ να κρατηθώ από τον Νόμο. Ούτε λύπηση δεν έχω για κανέναν σας, δεν σας φωτίζω τις σκοτεινές και τιποτένιες μέρες με κανένα όραμα. Ούτε μια πρόταση, ούτε ένα βιβλίο, ούτε μια νότα δεν θα αναπολήσω για να ξεχάσω το πουλημένο τομάρι σου. Καριόλη άντρα, μια μέρα τα παιδιά σου θα σου φορέσουν κουκούλα και θα σε γονατίσουν και θα σε χτυπούν για τέσσερις ώρες στο κεφάλι ουρλιάζοντας με τη φωνή μου. Και τότε που θα κατουριέσαι από φόβο θα θυμηθώ να σου δώσω να πιεις νερό. Για να απομείνεις μόνος με τη ντροπή σου.

Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας
ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς
καμιά φωτιά στη κορυφή τους. Βραδιάζει.

Δεν έβρεξε καθόλου εκείνες τις μέρες. Δεν είχα μια σκοτεινή γωνιά για να κρυφτώ και να μην ξέρω τίποτα. Να μη ζήσω τίποτα. Δεν είχες τρόπο να μου απαντήσεις όσες ερωτήσεις κι αν σου έκανα. Ούτε καν λίγο κρύο, μόνο ήλιος και κηδείες. Αν έβρεχε θα σταματούσε τουλάχιστον η κίνηση στους δρόμους, τα αυτοκίνητα στην Αθήνα θα παραμέναν ακίνητα, οι οδηγοί θα βρίσκαν επιτέλους στο μποτιλιάρισμα τον μόνο λόγο που θυμούνται να είναι έξαλοι και ένας ένας θα έβγαιναν στη μέση της Κηφισίας. Ο πρώτος που επιτέλους θα έβριζε τον μπροστινό του θα έφερνε λίγο πιο κοντά την αλήθεια. Χιλιάδες οδηγοί να δέρνονται, χτυπόντας ο ένας το κεφάλι του άλλου στα παρμπριζ των αυτοκινήτων που δεν θα σπάγαν αλλά θα γεμίζαν εκατομμύρια ρωγμές. Οι ρωγμές, η βροχή και τα σώματα κουβάρια βίας για να πονάνε όλοι, όλοι όπως εγώ. Όχι, πιο πολύ από μένα. Οι καθρέφτες να ξεκολάνε, οι κόρνες να έχουν κολήσει και τα ραδιόφωνα να παίζουν όλα στη διαπασών μόνο τα ουρλιαχτά του άδωνη. Η όμορφή μας πόλη. Θα βάζαμε στοίχημα πόσοι θα βγάλουν όπλο από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου. Θα γελούσες.

Κράτησα τη ζωή μου, στ’ αριστερό σου χέρι μια γραμμή
μια χαρακιά στο γόνατό σου, τάχα να υπάρχουν
στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα
να μένουν εκεί που φύσηξε ο βοριάς καθώς ακούω
γύρω στη παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή.

Σας βλέπω ρε μαλάκες. Μικροί, άπνοοι συνεχίζεται να στέκεστε όρθιοι από τύχη. Και δεν το ξέρετε, ούτε μια σταλιά ευγνωμοσύνης για το τυχερό σας δεν έχετε. Γιατί δεν σας πέτυχαν οι σφαίρες που εποστρακίζονται, έτσι λέει είναι η σωστή λέξη, τα βράδια έξω απ’ τις πόρτες των σπιτιών και μπορείτε ακόμα να προσποιείστε πως δεν ακούσατε τίποτα. Οι κρότοι έρχονται από μακριά. Έτσι λέτε. Κανείς δεν πυροβολεί. Αυτό λέτε, αλλά σιγανά, μην σας ακούσουν. Ούτε τον είδατε να τρέχει και να πέφτει κυνηγημένος στο κενό για να σωθεί. Ούτε υπήρξαν οι διώκτες. Είχαν άλλωστε περάσει μόλις από σεμινάρια του Δήμου. Μόνο το εμπόρευμα βλέπατε και σας χαλούσε την αισθητική, γιατί το κουβαλούσε στο σεντόνι και ήταν φτηνή απομίμιση. Και δεν πλήρωνε και φπα. Αν και, ομολογούσατε όταν καθώς πίνατε τον καφέ σας, ριστρέτο πάντα, ήταν επιτυχημένη απομίμηση, εξού και σταματούσαν τόσες κυράτσες εκείνα τα χρόνια, πριν, για να αγοράσουν τσαντάκια φο που εξαφανιζόταν μπροστά στα κιλά λίπους και καναπέ. Μόνο τα παιδιά του βλέπατε και του κάνατε κάθε τόσο παρατηρήσεις επειδή όταν έπαιζαν το μεσημέρι και τρέχαν μέσα στο διαμέρισμα τα πατήματα σας χαλούσαν την ησυχία. Και το ξέρω. Θα με δείτε στην οθόνη. Χάνεται άλλωστε τέτοιο θέαμα; Και γι΄αυτό σας κρατάω το καλύτερό μου βλέμμα. Περιφρόνηση και αηδία για το καθιστικό σας και την ησυχία σας. Μια μέρα χιλιάδες μικρά πόδια θα χορεύουν στα ταβάνια πάνω απ’ τα κεφάλια σας μετατρέποντας τις εκπομπές του μεσημεριού σε κόλαση. Και η οθόνη θα δείχνει μόνο το βλέμμα μου.

Τα πρόσωπα που βλέπω δε ρωτούν μήτε η γυναίκα
περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της
Ανεβαίνω τα βουνά, μελανιασμένες λαγκαδιές, ο χιονισμένος
κάμπος, ως πέρα ο χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν
μήτε ο καιρός κλειστός σε βουβά ερμοκλήσια μήτε
τα χέρια που απλώνουνται για να γυρέψουν, κι οι δρόμοι.
Κράτησα τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη σιωπή
δεν ξέρω πια να μιλήσω μήτε να συλλογιστώ. ψίθυροι
σαν την ανάσα του κυπαρισσιού τη νύχτα εκείνη
σαν την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής θάλασσας στα χαλίκια
σαν την ανάμνηση της φωνή σου λέγοντας “ευτυχία”.
Κλείνω τα μάτια γυρεύοντας το μυστικό συναπάντημα των νερών
κάτω απ’ τον πάγο το χαμογέλιο της θάλασσας τα κλειστά πηγάδια
ψηλαφώντας με τις δικές μου φλέβες τις φλέβες εκείνες που μου ξεφεύγουν
εκεί που τελειώνουν τα νερολούλουδα κι αυτός ο άνθρωπος
που βηματίζει τυφλός πάνω στο χιόνι της σιωπής.
Κράτησα τη ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας το νερό που σ’ αγγίζει
στάλες βαριές πάνω στα πράσινα φύλλα, στο πρόσωπό σου
μέσα στον άδειο κήπο, στάλες στην ακίνητη δεξαμενή
βρίσκοντας ένα κύκνο νεκρό μέσα στα κάτασπρα φτερά του,
δέντρα ζωντανά και τα μάτια σου προσηλωμένα.

Όρθια κορμιά χορεύουν πάνω στα τραπέζια. Όχι, δεν είναι σε μια άλλη δεκαετία. Ακόμα χορεύουν πάνω στα τραπέζια. Για κάτι που θέλουνε να μοιάζει με πάθος. Όρθια ερωτηματικά δεν ξέρουν να ρωτήσουν τι είναι το πάθος. Τίποτα δεν έχετε να μου δώσετε. Μόνο αηδία ξεπηδάει από κάθε γωνιά της πόλης. Μαζί με τους μπράβους και τους δελτάδες. Πίσω από τα γκισέ μετρώντας χαρτονομίσματα. Στο ασανσέρ με τη μπόχα των ανακατεμένων αρωμάτων. Στη γωνία που κοιμάται πίσω από τα χαρτόνια για να κρυφτεί από τις κάμερες του Θεοδωράκη που μοναχός καουμπόι αναρωτιέται περπατώντας για τη Βουγιουκλάκη και την κατάθλιψη. Όρθια κορμιά ισορροπούν πάνω σε δίπατα εκτρώματα διαλύοντας ότι είχε απομείνει από τη σπονδυλική τους στήλη που έτσι κι αλλιώς είχε σκεβρώσει από το σκύψιμο. Όρθια κορμιά δοκιμάζουν γραβάτες κάπου στην Ακαδημίας. Όρθια κορμιά φωτογραφίζουν τα γκράφιτι ή τον μωβ ουρανό και τα περνούν από φίλτρα για να γίνουν πιο όμορφα. Όρθια κορμιά περπατούν δίπλα μου. Όρθια ακόμα.

Ο δρόμος αυτός δεν τελειώνει δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις
να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους που έφυγαν εκείνους
που χάθηκαν μέσα στον ύπνο τους σε πελαγίσιους τάφους,
όσο ζητάς τα σώματα που αγάπησες να σκύψουν
κάτω από τα σκληρά κλωνάρια των πλατάνων εκεί
που στάθηκε μια αχτίδα του ήλιου γυμνωμένη
και σκίρτησε ένας σκύλος και φτεροκόπησε η καρδιά σου,
ο δρόμος δεν έχει αλλαγή, κράτησα τη ζωή μου
Το χιόνι
και το νερό παγωμένο στα πατήματα των αλόγων.

Σου κράταγα το κεφάλι και ήσουν ξαπλωμένος πάνω στο πλακόστρωτο. Πιο ζεστός κι απ’ τη νύχτα. Πιο ελαφρύς κι απ’ τον αέρα. Πιο γρήγορος κι απ’ τον κρότο. Πιο μακρινός κι απ’ τη γιορτή. Εγώ κράτησα τη ζωή σου. Τη δική μου δεν την κρατά κανείς. Πέφτει στην αγκαλιά του κενού. Ποιος μίλησε για πτώση; Εγώ την πρόσκρουση περιμένω.

* Σημείωση του συγγραφέα του κειμένου
Ο τίτλος και το ποίημα: “Επιφάνεια, 1973”, του Γιώργου Σεφέρη από τη συλλογή “Σχέδια για ένα καλοκαίρι”. H αμυγδαλιά του Vincent van Gogh. Τα υπόλοιπα, αποκυήματα της φαντασίας. Καμία σχέση με τη νοσηρή πραγματικότητα.

μουσική επιλογή του διαχειριστή

Η ανθρωπότητα έχει μνήμη χρυσόψαρου (αναδημοσίευση)


Του Γιάννη Μακριδάκη 
το πήραμε από την Ostria

Τυχεροί είστε, μας έλεγαν, εσείς δεν ζήσατε Πόλεμο, δεν ζήσατε Πείνα, δεν ζήσατε Κατοχή, δεν ζήσατε Χούντα, και ήτανε βέβαιοι, αμαθείς κι αυτοί, ότι όλα αυτά πια περάσανε και δεν πρόκειται να ξαναρθούν ποτέ. Τώρα που έγινε η θάλασσα γιαούρτι, χάσαμε το κουτάλι, λέγανε για τους εαυτούς τους κι εμείς δεν κατανοούσαμε ούτε μπορούσαμε να νιώσουμε στο παραμικρό τα λόγια τους, σαν παραμύθια ακούγονταν στ’ αυτιά μας, σαν ιστορίες εποχών παλαιών, περασμένων ανεπίστροφα. Τίποτα δεν μας άγγιζε, άτρωτοι ήμασταν...

Ούτε η παλιά δυστυχία μάς αφορούσε, ούτε το ότι ήμασταν “τυχεροί” όπως λέγανε. Η κάθε γενιά ζει την εποχή που της έλαχε, απλά και κυνικά.

Μα όπως φαίνεται πεντακάθαρα σήμερα, η ανθρωπότητα έχει μνήμη χρυσόψαρου. Ώσπου να ανοιγοκλείσει τα μάτια της η Ιστορία, επαναλαμβάνεται. Μόλις πάει να μάθει από τα λάθη του, να μορφωθεί, να εξανθρωπιστεί κάπως αυτό το δίποδο θηλαστικό, ξανακυλάει αμέσως στον βόρβορο της εκ φύσεως αθλιότητάς του, έλκεται από την Ύβρη και την ακολουθεί, ανήμπορο να αντιδράσει, μεθάει από τα κάλλη της, μαστουρώνει και την κυνηγά, όπως ο επιβήτορας την οσμή της θηλυκής σε οίστρο.

Είναι πολύ ανιαρό να επαναλαμβάνεται η Ιστορία τόσο σύντομα. Όποιος κάνει τον κόπο να την μάθει, για λόγους προσωπικής καλλιέργειας και ικανοποίησης της περιέργειας, όχι για λόγους εκπαιδευτικούς, βρίσκεται πολύ σύντομα σε αδιέξοδο. Όχι επειδή έμαθε αλλά επειδή δεν έμαθαν οι γύρω του. Η προσωπική καλλιέργεια απομονώνει τον άνθρωπο, τον κάνει παράξενο, λοξό, μισητό πολλές φορές στα μάτια των γύρω του, που κατά κανόνα ακολουθούν την οιστρογόνο οσμή της Ύβρης σαν υπνωτισμένοι.

Προσωπικά δεν αντέχω πια να παρακολουθώ. Καμιά ελπίδα δεν μπορεί να προσφέρει πλέον η επικαιρότητα σε μια χώρα που ξαναζεί την πρόσφατη Ιστορία τόσο σύντομα. Σε μια χώρα που διαθέτει απροκάλυπτα πια φασιστική κυβέρνηση, σε μια χώρα που διαθέτει κοινωνική πλειονότητα αδιάφορων ξεπουλητάδων της γης τους, αλλά, το χειρότερο, σε μια χώρα που οι πολίτες της φασιστοποιούνται, ποσοτικά και ποιοτικά, με τρομακτικούς ρυθμούς καθημερινά, δεν μπορεί να συμβεί τίποτε άλλο εκτός από εξαθλίωση, σκληρούς και αποτρόπαιους θανάτους, καταπίεση, ανελέητο κυνηγητό και φίμωση κάθε αντιστασιακής φωνής και στο τέλος κήρυξη και γενίκευση του ακήρυχτου πολέμου. Τότε θα πιάσει πάτο η χώρα και θα ξαναρχίσει απ’ την αρχή το επόμενο, γνωστό κι αυτό από το πρόσφατο παρελθόν, στάδιο της Ιστορίας.

Νιώθω ντροπή ως άνθρωπος και ως Έλληνας πολίτης. Νιώθω απογοήτευση. Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι ότι νιώθω πως με ξεπερνάει όλη αυτή η αθλιότητα και δεν μπορώ πια ούτε με την όποια τέχνη μου να της αντισταθώ, να την πολεμήσω, να αποξεχαστώ και να δημιουργήσω. Και καταλαβαίνω απόλυτα γιατί σιώπησαν κάποιοι καλλιτεχνικά κατά τη διάρκεια της προηγούμενης χούντας. Προφανώς είναι και η τέχνη μα και οι άνθρωποι που ασχολούνται μαζί της, αναπόσπαστα μέρη της Ιστορίας που επαναλαμβάνεται, κι έτσι, βιώνει κι αυτή, βιώνουν κι αυτοί, την βαρετή επανάληψη.

Οι υπογραμμίσεις δικές μας

καθρεφτάκι (αναδημοσίευση)



Κάποιο πρωινό κατεβαίνοντας την Ιπποκράτους βρήκα στο δρόμο ένα στίχο που έλεγε καθρεφτάκι ο έρωτας στο κλουβί του κόσμου, τον έδεσα με ένα σπαγγάκι και τον έβαλα στην τσέπη του σακακιού μου, πρέπει να γράφουμε που και που για στίχους που μιλάνε για έρωτες, σκέφτηκα, μετά τον ξέχασα, αυτός περίμενε υπομονετικά για μήνες, μια μέρα που έψαχνα τα κλειδιά του αυτοκινήτου τον ξαναβρήκα στην τσέπη νηστικό και ατιμασμένο, τα μάτια του μικρά και στρογγυλά με κοίταζαν με αγωνία, του είπα από ‘δω κι εμπρός δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα θα σε φροντίζω εγώ, τι άλλο μπορούσα να κάνω, από τότε ο στίχος μου κι εγώ γίναμε αχώριστοι, τώρα πάμε μαζί σε συναυλίες, μαζί στα μαθήματα χορού, κρύβεται στη σκόνη των βιβλίων μου και πετάγεται ξαφνικά ανάμεσα από τις σελίδες για να με κοροϊδέψει, ανακατεύεται με τα παγάκια της βότκας, όταν βγαίνω να πάω στο μπαρ τον κλειδώνω μέσα για να μην με ακολουθήσει αλλά αυτός πάντα ξεγλιστρά από τις χαραμάδες και με περιμένει δίπλα στον πάγκο, μερικές φορές όταν βρέχει τα βράδια τον παίρνω και καθόμαστε στο αυτοκίνητο και ακούμε τις σταγόνες της βροχής στο πλαστικό καπό, οι ανάσες μας θολώνουν τα τζάμια και δεν μας βλέπουν οι περαστικοί, έτσι ο στίχος μου κι εγώ είμαστε οι κατάσκοποι της γειτονιάς, άλλες φορές πάλι τον κρατάω απ’ το χέρι και κάνουμε βόλτες στη βροχή, μετά στο σπίτι τον στεγνώνω καλά με μια μαλακή πετσέτα και του λέω παραμύθια, στο πάρκο τον αφήνω να παίξει κυνηγητό με τα παιδιά και μερικές φορές κυλιόμαστε μαζί στο χορτάρι και μετά τον λούζω με μυρωδάτα σαμπουάν να φύγει η πρασινάδα και του χτενίζω τα μαλλιά, του φοράω τα καλά του ρούχα και τον κερνάω τσάι με κονιάκ, οι φίλοι μου με κοροϊδεύουν που για κατοικίδιο έχω ένα στίχο αλλά εμένα καθόλου δε με νοιάζει, που και που μόνο απελπίζομαι, κάτι μεταμεσονύκτιες ώρες που η πόλη κοιμάται, και τότε καβγαδίζουμε άγρια, να φύγεις, του λέω, να πας από ‘κει που ‘ρθες, με πνίγεις, με πνίγεις, μα όταν ανοίγει την πόρτα το σπαγγάκι του μπλέκεται στο λαιμό μου και με τραβάει μαζί του. Κι έτσι δε θα φύγει ποτέ.

η εικόνα επιλογή του διαχειριστή

Καληνύχτα


Της Χριστιάννας Λούπα 

Στο νεκροθάλαμο του νοσοκομείου Γ. Γεννηματάς στη Θεσσαλονίκη, μία σορός παρέμεινε στα αζήτητα επί μία ολόκληρη εβδομάδα. Η σορός ενός παιδιού. Όχι από τα δικά μας! Από τ’ άλλα… Εκείνα που σηκώνουν στους ώμους τους τις αμαρτίες του κόσμου…

Η αστυνομία, σε συνεργασία με τις βουλγαρικές αρχές, κατάφερε τελικά να βρει τα πραγματικά στοιχεία του 11χρονου κοριτσιού, το οποίο, όπως αποκαλύφθηκε, ήταν βουλγαρικής καταγωγής και λεγόταν Μαργαρίτα Νικόλοβα. Μόλις γεννήθηκε, οι γονείς της την εγκατέλειψαν στους παππούδες της. Πριν πεθάνει ο παππούς, ωστόσο, είχε φροντίσει να βγάλει πλαστό διαβατήριο στη μικρή, έναντι αμοιβής. Ζούσε με τη γιαγιά της και τον μικρότερο αδερφό της στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία τέσσερα χρόνια και ζητιάνευε στα φανάρια, καθαρίζοντας τζάμια. Τη μοιραία μέρα, η Μαργαρίτα, μ’ ένα σαραβαλιασμένο ποδήλατο, που περιστασιακά μοιραζόταν με άλλα παιδιά, έπεσε πάνω σε ένα λεωφορείο που μετέφερε μαθητές, στην οδό Λαγκαδά και λίγο αργότερα υπέκυψε στο νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε.

Τίποτα το παράξενο, τίποτα το ασυνήθιστο… Ένα ακόμη παιδί των φαναριών, ένα από τα πολλά θύματα – ανήλικα και μη – αδίστακτων κυκλωμάτων εκμετάλλευσης. Καθημερινά, στα φανάρια, βλέπω την ανθρώπινη δυστυχία. Γυρίζω σπίτι, κλείνω τα μάτια, με την ελπίδα ότι, όταν τα ξανανοίξω, όλα θα έχουν χαθεί από μπροστά μου, όμως μάταια… Οι εικόνες με ακολουθούν παντού. Οι απόκληροι της ζωής και οι επαίτες της ελπίδας είναι πάντα εκεί, μπροστά μου, με το κουρασμένο βλέμμα, με το απλωμένο χέρι… Βλέπω τη Μαργαρίτα - ανεπιθύμητη κι εγκαταλελειμμένη και στη ζωή και στο θάνατο - να με κοιτάζει με τα τεράστια μάτια της…

Ένα κοριτσάκι, που αντί να βρίσκεται στο σχολείο και σε μια ζεστή οικογένεια, είχε κάνει σπίτι της το δρόμο, μέχρι που βρέθηκε κάτω από τις ρόδες ενός λεωφορείου και μετά σ’ έναν παγωμένο νεκροθάλαμο επί επτά ολόκληρες μέρες. Παγωμένο και αδιάφορο, όπως και η σύντομη ζωή της.

Τώρα, Μαργαρίτα, νύχτωσε στα παιδικά σου μάτια. Αναπαύσου, κοριτσάκι μου. Εκεί που βρίσκεσαι τώρα, άλλωστε, ούτε λύπη, ούτε βάσανα υπάρχουν, γιατί ίσαμε εκεί πάνω, δεν φτάνει ούτε η κακία, ούτε η σκληρότητα των ανθρώπων. Τώρα, το ξέρω: Μαζί με τ’ άλλα αγγελούδια, απ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, έχετε φτιάξει τη δική σας πολιτεία πάνω στα σύννεφα και είστε πάντα χαρούμενα κι ευτυχισμένα. 

Μονάχα για ένα πράγμα θα ήθελα να σε παρακαλέσω, μικρούλα μου: Ζήτησε μια μεγάλη, μια τεράστια, μια βαθιά ΣΥΓΓΝΩΜΗ, απ’ όλα τα παιδιά που βρίσκονται εκεί ψηλά, εκ μέρους μας. Εκ μέρους όλων όσων βρισκόμαστε εδώ κάτω, σ’ αυτόν τον κολασμένο πλανήτη. Μια ΣΥΓΓΝΩΜΗ, γιατί αποτύχαμε. Γιατί δεν καταφέραμε να σας προσφέρουμε τα πιο απλά πράγματα, που κάνουν ένα παιδί ευτυχισμένο: λίγη αγάπη, μια αγκαλιά… Ας μας συγχωρέσουν οι αγνές ψυχές σας. Έτσι κι αλλιώς, paradiso terrestre ούτε υπήρχε, ούτε υπάρχει, ούτε θα υπάρξει ποτέ…  

Ή εμείς ή αυτοί (αναδημοσίευση)


πηγή: Left.gr
Της Νεφέλης Μπούλιαρη*

Οι τάξεις κάθε μέρα μοιάζουν με ρινγκ. Διασπασμένη μαθητική κοινότητα,δύο στρατόπεδα. Απ’τη μία αυτοί, οι φασίστες, και απ’την άλλη εμείς, οι αντιφασίστες. Και σε ρόλο διαιτητή, οι καθηγητές μας. Πολλές φορές στέκονται αμήχανοι, συχνά σταματούν την κουβέντα πριν να βγούμε εκτός ορίων.

Γιατί αυτό; Γιατί, οι συμμαθητές μας-εκφραστές ρατσιστικών και φασιστικών ιδεών προκαλούν εντάσεις.Κατευθύνουν, ουσιαστικά το μάθημα. Αντιδρούν σε ό,τι δεν τους αρέσει, σε ό,τι διαφέρει, σε ό,τι ενοχλεί. Αλλά δεν αντιδρούν με επιχειρήματα, δεν έχουν ως στόχο μια βαθεία, ουσιαστική συζήτηση, αλλά έναν μονόλογο-παραλήρημα, τις περισσότερες φορές εθνικιστικού περιεχομένου. Λογικό είναι οι υπόλοιποι ή τουλάχιστον μερικοί από εμάς να αντιδρούμε αμέσως, να προσπαθούμε με λογικά επιχειρήματα αλλά σε κλίμα έντασης να τους πείσουμε για το λάθος τους. Και εκεί ο εκπαιδευτικός παρεμβαίνει και ηρεμεί τα πνεύματα.

Όμως τα ρατσιστικά σχόλια δεν περιορίζονταιστην εθνικότητα, τη θρησκεία, τα διάφορα φυλετικά χαρακτηριστικά. Σταδιακά επεκτείνονται στις πολιτικές πεποιθήσεις, το φύλο, το σεξουαλικό προσανατολισμό. Λογοπαίγνια με ονομασίες κομμάτων, υβριστικά συνθήματα, η άποψη ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να έχουν δικαιώματα, η άρνηση της ισότητας των δύο φύλων, η απαξίωση του φεμινιστικού κινήματος, ο τραμπουκισμός ομοφυλόφιλων μαθητών, δεν λείπουν από την καθημερινότητα του ελληνικού σχολείου.

Οι καθηγητές μας μένουν άπραγοι. Δεν ξέρουν πώς να αντιδράσουν, πώς να αντιμετωπίσουν αυτούς τους πρώην μάγκες, νύν φασίστες. Βέβαια δεν αρκούν 3 λεπτά για να διδάξεις αντιφασισμό. Πρέπει κάθε μέρα οι καθηγητές να προάγουν την συνεργασία των μαθητών, τον αλληλοσεβασμό, την αλληλεγγύη. Αυτό όμως δεν γίνεται.Υπάρχουν ελάχιστοι εκπαιδευτικοί που είναι διατεθειμένοι να χάσουν κι ένα ολόκληρο μάθημα για να αναλύσουν τα βαθύτερα αίτια της εμφάνισης του φασισμού και τα αποτελέσματά του, από την πρωτοεμφάνισή του έως και σήμερα. 

Οφείλουν να παίρνουν θέση. Οφείλουν να να αποτρέπουν ρατσιστικά σχόλια και τραμπούκικες συμπεριφορές.Προφανώς υπάρχει κίνδυνος και για τους ίδιους τους καθηγητές, σε τέτοιες περιπτώσεις. Ας μην ξεχνάμε την υπόθεση της νηπιαγωγού στη Λευκάδα. Υπάρχει μια πιθανότητα οι καθηγητές που θα τολμήσουν να μιλήσουν για φασισμό, για ρατσισμό, για την ίδια τη Χρυσή Αυγή, να στοχοποιηθούν. Το ίδιο και οι μαθητές βέβαια. Είναι πλέον επικίνδυνο για έναν μαθητή να εκφράσει την άποψή του μέσα στην τάξη.Την πρώτη φορά θα τον σταματήσουν. Την δεύτερη θα τον προειδοποιήσουν. Την Τρίτη όμως, θα έχουμε δράματα τύπου Π. Φάληρο. 

Οι καθηγητές, οι γονείς, η μαθητική κοινότητα, οι διάφορες συλλογικότητες ανά περιοχή πρέπει να αναλάβουν δράση άμεσα. Πέρασε αρκετός καιρός που καθίσαμε με σταυρωμένα χέρια. Πρέπει όλοι να δράσουμε ΤΩΡΑ. Δεν παίρνει άλλες αναβολές. Γιατί το σύνθημα «Ή εμείς ή αυτοί» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, στις ελληνικές τάξεις. Πρέπει να αγωνιστούμε όλοι μαζί για να σταματήσουμε το κύμα νεοφασισμού που προσελκύει όλο και περισσότερους μαθητές. Γιατί το μέλλον είναι δική μας υπόθεση και χρέος μας η ανατροπή.

*Η Νεφέλη Μπούλιαρη είναι μαθήτρια 1ου ΓΕΛ Ζωγράφου και μέλος της Νεολαίας ΣΥΝ

SupMarcos:Αυτοί και εμείς (μέρος Γ΄)



Οι εργατοπατέρες

Κάπου στο Μεξικό…
Ο κύριος χτυπά το τραπέζι, εκνευρισμένος.
- Να το ακυρώσουμε!
- Συγγνώμη, με όλο το σεβασμό, προσπαθούμε εδώ και πάνω από 500 χρόνια να το ακυρώσουμε. Οι διαδοχικές σεβαστές αυτοκρατορίες το έχουν επιχειρήσει με όλη τη στρατιωτική δύναμη κάθε εποχής.
- Και γιατί συνεχίζουν να είναι εκεί;
- Εεε… ακόμη προσπαθούμε να το καταλάβουμε.

Ο λακές κοιτάει υποτιμητικά κάποιον που φέρει στρατιωτική στολή. Ο προαναφερθείς σηκώνεται και σε στάση προσοχής προτάσσει το δεξί μπράτσο προς τα εμπρός και σηκώνοντας το χέρι φωνάζει με ενθουσιασμό:
- Χάιλ..! εεε, συγγνώμη, ήθελα να πω, σας χαιρετώ, κύριε.

Μετά από μια απειλητική ματιά, που παύει τα γελάκια των υπόλοιπων συνδαιτυμόνων, συνεχίζει:
- Το πρόβλημα, κύριε, είναι ότι αυτοί οι αιρετικοί δεν συγκρούονται μαζί μας στα σημεία που είμαστε δυνατοί, μας φέρνουν τα πάνω κάτω, μας επιτίθενται στις αδυναμίες μας. Αν ήταν μόνο ζήτημα μπαρούτης και φωτιάς, ας πούμε, αυτά τα εδάφη, μαζί με τα δάση τους, το νερό, τα μεταλλεύματα, τον κόσμο, θα ήταν εδώ και καιρό κατακτημένα και έτσι εσείς θα μπορούσατε να τα είχατε δώσει ως προσφορά στον μεγάλο Αρχηγό. Αυτοί οι δειλοί, αντί να μας αντιμετωπίσουν μόνο με τα γυμνά ηρωικά τους στήθη, ή με βέλη, τόξα και ακόντια, ως ήρωες (ηττημένοι μεν, αλλά ήρωες), προετοιμάζονται, οργανώνονται, συμφωνούν, μας φέρνουν τα πάνω κάτω, κρύβονται όταν πετούν τη μάσκα. Αλλά δεν θα ήμασταν σε αυτή την κατάσταση αν με είχατε ακούσει όταν άρχισε όλο αυτό, είπε βλέποντας με αποδοκιμασία τον συνδαιτυμόνα του οποίου το ταμπελάκι στο τραπέζι γράφει «chupa-cabras βερσιόν 8.8.1.3» [1].

Ο προαναφερθείς συνδαιτυμόνας λέει χαμογελώντας:
- Συνταγματάρχα, με όλο το σεβασμό, δεν είχαμε καμιά ατομική βόμβα. Και παρόλο που μπορούσαμε να έχουμε προμηθευτεί κάποια από τους συμμάχους μας (ο συνδαιτυμόνας με το ταμπελάκι του πρέσβη ευχαριστεί για την αναφορά), και θα μπορούσαμε να έχουμε εξουδετερώσει όλους τους ιθαγενείς, αλλά θα είχαμε επίσης καταστρέψει τα δάση και το νερό, εκτός του ότι οι εργασίες διερεύνησης και εκμετάλλευσης μετάλλων θα ήταν έπειτα αδύνατες για πολλούς αιώνες, θα λέγαμε.

Παρεμβαίνει ένας άλλος λακές:
- Είχαμε μια προσφορά για αυτούς, ότι θα υπήρχαν τραγούδια και ποιήματα που θα υμνούσαν τη θυσία τους, μπαλάντες, ταινίες, συνέδρια, δοκίμια, βιβλία, θεατρικά έργα, αγάλματα, το όνομά τους με χρυσά γράμματα. Τους είπαμε ότι αν ήταν αποφασισμένοι να αντισταθούν και να συνεχίσουν να ζουν, θα σπέρναμε φήμες και αμφιβολίες σχετικά με το γιατί δεν έχουν εξαφανιστεί, γιατί δεν έχουν πεθάνει, και ότι θα λέγαμε ότι ήταν δικό μας κατασκεύασμα, και ότι θα αρχίζαμε μια εκστρατεία δυσφήμησης τέτοια που θα είχε ακόμη και την υποστήριξη κάποιων προοδευτικών διανοουμένων, καλλιτεχνών και δημοσιογράφων. Οι προαναφερθέντες συνδαιτυμόνες κάνουν χειρονομία έγκρισης, αν και πάνω από ένας την κάνουν με δυσαρέσκεια για το συνωστισμό τόσων γενικών [2].

Ο επικεφαλής διακόπτει ανυπόμονα:
- Και;
- Μας απάντησαν με μια τέτοια χειρονομία, ο λακές σηκώνει το χέρι σε γροθιά με το μεσαίο δάχτυλο σηκωμένο.

Οι συνδαιτυμόνες φαίνονται αγανακτισμένοι και φωνάζουν:
- Πρόλες [3]! Άξεστοι (nacos)! Χυδαίοι! Πληβείοι! Οπαδοί των γειτονιών!

Ο λακές κατεβάζει αργά το χέρι δείχνοντας την μπουνιά του στους υπόλοιπους συνδαιτυμόνες. Και συνεχίζει:
- Το πρόβλημα, κύριε, είναι ότι αυτά τα άτομα δεν εξυμνούν το θάνατο, αλλά τη ζωή. Έχουμε επιχειρήσει να εξουδετερώσουμε τους φανερούς ηγέτες τους, να τους εξαγοράσουμε, να τους δελεάσουμε.
- Και μετά;
- Εκτός του ότι δεν το έχουμε κατορθώσει, αντιληφθήκαμε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι οι αόρατοι ηγέτες.
- Ωραία, βρείτε τους!
- Τους έχουμε ήδη βρει, κύριε.
- Και;
- Είναι όλοι και όλες, κύριε.
- Πώς όλοι και όλες;
- Ναι, όλοι και όλες. Αυτό ήταν ένα από τα μηνύματα που ήθελαν να δώσουν την ημέρα του τέλους του κόσμου [4]. Κατορθώσαμε να μην προβληθεί στα ΜΜΕ, αλλά εδώ μπορούμε να το πούμε χωρίς τον φόβο να μας ακούσει κανείς. Χρησιμοποίησαν έναν κώδικα για να τους καταλάβουμε: όποιος είναι στην πίστα είναι ο αρχηγός.
- Τι; Σαράντα χιλιάδες αρχηγοί;
- Εεε, συγχωρήστε με κύριε, αλλά τόσοι ήταν όσοι είδαμε. Πρέπει να προσθέσουμε πολλούς ακόμη που δεν είδαμε.
- Να τους εξαγοράσουμε λοιπόν. Φαντάζομαι πως έχουμε αρκετά χρήματα, λέει προχωρώντας προς τον συνδαιτυμόνα με το ταμπελάκι «ταμίας μη αυτόματων αναλήψεων».

Ο λεγόμενος «ταμίας» αρχίζει να τραυλίζει:
- Χμμ, κύριε, θα έπρεπε να πουλήσουμε κάτι από το κράτος και πλέον δεν έχει μείνει τίποτα.

Ο λακές επεμβαίνει:
- Κύριε, το έχουμε επιχειρήσει.
- Και;
- Δεν έχουν τιμή.
- Ε τότε να τους πείσουμε!
- Δεν καταλαβαίνουν τι λέμε. Και για να πούμε την αλήθεια, ούτ’ εμείς τους καταλαβαίνουμε. Μιλάνε για αξιοπρέπεια, ελευθερία, δικαιοσύνη, δημοκρατία…
- Ωραία, τότε ας κάνουμε σα να μην υπάρχουν. Έτσι θα πεθάνουν απ’ την πείνα, από ιάσιμες ασθένειες και με ένα καλό γύρο ενημέρωσης κανείς δεν θα πάρει είδηση τίποτα ώσπου να είναι πολύ αργά. Έτσι τους σκοτώνουμε λόγω λήθης.

Ο συνδαιτυμόνας που μοιάζει εκπληκτικά με τσουπακάβρα κάνει μια κίνηση αποδοχής. Ο κύριος τον ευχαριστεί για τη χειρονομία.
- Ναι, κύριε, αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα.
- Ποιο;
- Ακόμη κι αν τους αγνοούμε επιμένουν να υπάρχουν. Χωρίς την ελεημοσύνη μας, συγγνώμη, ήθελα να πω χωρίς τη βοήθειά μας, έχουν φτιάξει σχολεία, έκαναν τη γη να παράγει, έχτισαν κλινικές και νοσοκομεία, βελτίωσαν τη ζωή και τη διατροφή τους, έριξαν τους δείκτες εγκληματικότητας, εξάλειψαν τον αλκοολισμό. Και, εκτός του ότι απαγόρευσαν την καλλιέργεια, εμπορία και κατανάλωση των ναρκωτικών, αύξησαν το προσδόκιμο ζωής τους και σχεδόν έφτασαν το αντίστοιχο των μεγάλων πόλεων.
- Α, οπότε ακόμη είναι καλύτερα στις πόλεις, λέει ο κύριος χαμογελώντας ικανοποιημένος.
- Όχι κύριε, όταν λέω «σχεδόν» είναι γιατί εκείνων είναι υψηλότερο. Το προσδόκιμο ζωής στις πόλεις έπεσε χάρη στη στρατηγική του προκατόχου σας, κύριε.

Όλοι γυρίζουν τα κεφάλια και κοιτούν κοροϊδευτικά και με αποδοκιμασία τον τύπο με τη μπλε γραβάτα.
- Θέλεις να πεις ότι αυτοί οι αντάρτες ζουν καλύτερα από όσους έχουν πουληθεί σ’ εμάς;
- Απολύτως, κύριε. Αλλά δεν πρέπει να ανησυχείτε γι’ αυτό: έχουμε καταστρώσει μια εκστρατεία στα ΜΜΕ ad hoc που θα το κουκουλώσει.
- Και;
- Το πρόβλημα είναι ότι ούτε εκείνοι ούτε οι δικοί μας βλέπουν τηλεόραση, ούτε διαβάζουν τις εφημερίδες μας, ούτε έχουν τουΐτερ, ούτε φέισμπουκ, ούτε καν σήμα για κινητά. Εκείνοι ξέρουν ότι είναι καλύτερα και οι δικοί μας ξέρουν ότι είναι χειρότερα.

Σηκώνεται η συνδαιτυμόνας με το ταμπελάκι «σύγχρονη αριστερά»:
- Κύριε, αν μου επιτρέπετε… Με το νέο πρόγραμμα Αλληλεγ… συγγνώμη, ήθελα να πω με τη Διεθνή Εκστρατεία… [5]

Ο λακές τη διακόπτει ανυπόμονα:
- Έλα τώρα Τσάγιο [6], μην αρχίσεις με αυτά που λέμε στα ΜΜΕ. Όλοι συμφωνούμε ότι ο κύριος εχθρός είναι αυτοί οι παλιοϊνδιάνοι κι όχι ο άλλος ο ακατανόμαστος. Εκείνον τον έχουμε κυκλωμένο από παντού με άντρες του παρόντος κυρίου. [7]

Ο τύπος με το ταμπελάκι «τουπακάβρας» ανακάθεται ικανοποιημένος λαμβάνοντας τα απαλά χειροκροτήματα των κοντινών του συνδαιτυμόνων.

Ο λακές συνεχίζει:
- Αλλά εσύ κι εγώ, κι όλοι όσοι είμαστε εδώ, ξέρουμε ότι όλ’ αυτά με τα προγράμματα πρόνοιας είναι ένα ψέμα, ότι δεν είναι σημαντικό πόσα χρήματα επενδύονται, γιατί στο τέλος του κόλπου δεν μένει τίποτα. Γιατί ο καθένας παίρνει τη μίζα του. Μετά τον κύριο, με όλο το σεβασμό, εσύ θα πάρεις ένα καλό κομμάτι της πίτας, όπως και όλοι οι παρόντες, έπειτα ακολουθούν οι κύριοι κυβερνήτες, οι διοικητές των στρατιωτικών και ναυτικών ζωνών, τα μέλη του νομοθετικού σώματος, οι δήμαρχοι, οι επίτροποι, οι αρχηγοί, οι επικεφαλής, οι ταμίες, έτσι ώστε για τους από κάτω μένουν πολύ λίγα, ή τίποτα.

Ο κύριος παρεμβαίνει:
- Αλλά πρέπει να κάνουμε κάτι πια, γιατί αλλιώς ο Αρχηγός θα αρχίσει να ψάχνει άλλους εργατοπατέρες και, κυρίες και κύριοι, ξέρετε καλά τι σημαίνει αυτό: ανεργία, χλευασμό, ίσως ακόμη και φυλακή ή εξορία.

Ο τύπος με το ταμπελάκι «τουπακάβρας» αναταράζεται και κάνει μια χειρονομία συμφωνίας.
- Και είναι επείγον, γιατί αν αυτοί οι ξυπόλυτοι ινδιάνοι… (η κόρη του κυρίου κάνει ένα μορφασμό αηδίας, ενώ η κυρία νιώθει ξαφνικά αδιάθετη και παίρνει ένα πράσινο χρώμα που τύφλα να ’χει ο Λάντερν [πράσινος ήρωας γιάνκικου κόμικ]. Η κυρία αποχωρεί λέγοντας κάτι για μια εγκυμοσύνη.

Ο κύριος συνεχίζει:
- Αν εκείνοι οι παλιοϊνδιάνοι ενωθούν θα έχουμε πολύ μεγάλο πρόβλημα, γιατί..
- Γκουχ γκουχ, κύριε, διακόπτει ο λακές.
- Ναι;
- Φοβάμαι ότι υπάρχει ένα πρόβλημα σοβαρότερο, δηλαδή χειρότερο, κύριε.
- Σοβαρότερο; Χειρότερο; Τι μπορεί να είναι χειρότερο από όλη την ινδιανιά εξεγερμένη;
- Εεε, το να συμφωνήσουν με τους άλλους και τις άλλες, κύριε [8].
- Οι άλλοι και οι άλλες; Ποιοι είν’ αυτοί;
- Χμμ… για να δω… λοιπόν… αγρότες, εργάτες, άνεργοι, νέοι, φοιτητές, δάσκαλοι, υπάλληλοι, γυναίκες, άντρες, ηλικιωμένοι, επαγγελματίες, πούστηδες και λεσβίες, φρικιά, ραστάδες, σκεϊτάδες, ραπάδες, χιπχοπάδες, ροκάδες, μεταλλάδες, οδηγοί, γείτονες, ΜΚΟ’δες, πλανόδιοι, μπάντες, άξεστοι, πλέμπες…
- Φτάνει! κατάλαβα… νομίζω.

Οι λακέδες κοιτάζονται μεταξύ τους με χαμόγελο συνωμοσίας.
- Πού είναι οι ηγέτες που έχουμε εξαγοράσει; Πού είναι όλοι αυτοί που έχουμε πείσει ότι η λύση σε όλα είναι να γίνουν σαν κι εμάς;
- Τους πιστεύουν όλο και λιγότερο, κύριε. Ελέγχουν όλο και λιγότερο τον κόσμο τους.
- Βρείτε κάποιους να εξαγοράσετε! Προσφέρτε τους λεφτά, ταξίδια, τηλεοπτικά προγράμματα, θέσεις, υποψηφιότητες για τη βουλή, τη γερουσία, τις πολιτείες! Αλλά πάνω απ’ όλα λεφτά, πολλά λεφτά!
- Το κάνουμε, κύριε, αλλά…, ο λακές δείχνει να διστάζει.
- Και; τον πιέζει ο κύριος.
- Κάθε φορά βλέπουμε περισσότερο…
- Τέλεια! Άρα χρειάζονται περισσότερα χρήματα;
- Κύριε, ήθελα να πω ότι όλο και περισσότερο βλέπουμε ότι δεν πουλιούνται.
- Αν τους τρομοκρατήσουμε;
- Κύριε, συνεχώς γίνονται περισσότεροι όσοι δεν μας φοβούνται, ή αν μας φοβούνται το ελέγχουν.
- Και η εξαπάτηση;
- Κύριε, υπάρχει όλο και περισσότερος κόσμος που σκέφτονται μόνοι τους.
- Επομένως πρέπει να ξεμπερδέψουμε με όλους!
- Κύριε, αν τους εξαφανίσουμε όλους θα εξαφανίσουμε και τους εαυτούς μας. Ποιος θα σπείρει τη γη, ποιος θα δουλεύει τις μηχανές, ποιος θα λειτουργεί τα μέσα, ποιος θα μας εξυπηρετεί, ποιος θα συμμετέχει στους πολέμους μας, ποιος θα μας επαινεί;
- Επομένως πρέπει να τους πείσουμε ότι είμαστε τόσο απαραίτητοι όσοι εκείνοι.
- Κύριε, εκτός του ότι όλο και περισσότερος κόσμος αντιλαμβάνεται ότι δεν είμαστε απαραίτητοι, φαίνεται ότι και ο Αρχηγός έχει αμφιβολίες για τη χρησιμότητά μας, και όταν αναφέρομαι σε «εμάς» εννοώ όλους εμάς.

Οι προσκεκλημένοι στο τραπέζι του κυρίου στριφογυρίζουν άβολα στις καρέκλες τους.
- Επομένως;
- Κύριε, μέχρι να βρούμε μια λύση, γιατί εκείνο το «Σύμφωνο» [9] δεν περπάτησε, και βλέποντας ότι πρέπει να αποφύγουμε τη ντροπή να τον φυγαδέψουμε και πάλι στο μπάνιο [10], έχουμε βρει κάτι πιο βολικό: ένα «δωμάτιο πανικού»!

Οι συνδαιτυμόνες σηκώνονται όρθιοι για να χειροκροτήσουν. Όλοι περιτριγυρίζουν τη μηχανή. Ο κύριος μπαίνει και κάθεται στο κοντρόλ.
Ο λακές επισημαίνει νευρικά:
- Κύριε, μόνο προσέξτε να μην πατήσετε το κουμπί της «εκτίναξης».
- Αυτό;
- Όχιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι!

Οι εργοστασιάρχες και οι κουκλοθεατροπαίχτες τρέχουν να δώσουν τις πρώτες βοήθειες. Ο λακές κατευθύνεται προς τους καμεραμάν που έχουν καταγράψει τα πάντα:
- Πρέπει να σβήσετε αυτό το μέρος… Και πείτε στον Αρχηγό ότι πρέπει να ετοιμάσει το εφεδρικό ανδρείκελο. Αυτός εδώ χρειάζεται «ρισέτ»κάθε τόσο.

Οι συνδαιτυμόνες φτιάχνουν τις γραβάτες, τις φούστες τους, χτενίζονται, βήχουν, προσπαθώντας να συγκεντρώσουν την προσοχή. Τα κλικ των καμερών και τα φώτα των φλας σκοτεινιάζουν τα πάντα…

(συνεχίζεται…)

SupMarcos.
Από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου σε οποιοδήποτε κόσμο.
Πλανήτης Γη. Γενάρης 2013.

Πληροφορίες από την Αυτόνομη Υπηρεσία Πληροφοριών (SIA, από τα αρχικά της στα ισπανικά) σχετικά με όσα ακούστηκαν και έγιναν αντιληπτά στην σουπερ-υπερ-αρχιμυστική συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα του Μεξικού, παραδίπλα από τις ΗΠΑ, γεωγραφικό πλάτος 19˚ 24΄ B, μήκος 99˚ 9΄ Δ. Ημερομηνία: πριν μερικές ώρες. Ταξινόμηση: για τα μάτια σου μόνο. Παρατηρήσεις: να μη καταστούν δημόσιες αυτές οι πληροφορίες γιατί θα μας πετάξουν απ’ τα μπαλκόνια. Σημείωση: στείλτε περισσότερο ποσόλ [ρόφημα του νότου του Μεξικού] γιατί ο Ηλίας το τέλειωσε με την κραυγή «κολλήσαμε στη λάσπη!» και χορεύει σκα υπό τον ήχο των Tijuana No, “Transgresores de la Ley”, στη βερσιόν των Nana Pancha. Ναι, είναι γαμάτο, αλλά θα σκιστεί λίγο στο σλαμ γιατί ο Ηλίας φοράει μπότες ανθρακωρύχου με μέταλλο.

Σημειώσεις της aqua:
[1] Όπως βλέπω στη wikipedia, η chupacabra (μυθολογικό ον που επιτίθεται σε έμβιους οργανισμούς, ιδίως κατσίκες [cabras] και τους ρουφά [chupa] το αίμα) απαντάται ως φαίνεται σε διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής, πράγμα που ομολογουμένως δεν γνώριζα! Ωστόσο εδώ ο Μάρκος αναφέρεται στην αναβίωση του μύθου στο τέλος της εξαετίας του προέδρου του Μεξικού Κάρλος Σαλίνας δε Γκορτάρι. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 αυτό το βαμπιροειδές φερόταν να τρομοκρατεί την ύπαιθρο, σκοτώνοντας κατσίκες, πρόβατα και κότες. Είχαν εμφανιστεί σκίτσα με τον ίδιο τον Σαλίνας ως τσουπακάβρα (στο κείμενο ίσως είναι αυτός που φέρει το ταμπελάκι ‘τσουπακάβρα’, καθώς η ζαπατιστική εξέγερση ["όταν άρχισαν όλα"] συνέπεσε με τον τελευταίο χρόνο της θητείας του στην προεδρία). Το διάστημα που ήμουν στο Μεξικό (2010-12) πολύς κόσμος μου διηγούνταν ζωηρά αυτή την ιστορία, που εμφανιζόταν σχεδόν ως μεταφορά της αιμοσταγούς θητείας του Σαλίνας. Έχω σκοπό να αφιερώσω ένα ποστ στο θέμα (έχω αρκετό υλικό). Να δούμε πότε θα αξιωθώ…
[2] Στο πρωτότυπο «από το συνωστισμό τόσων ‘-istas’ (prograsistas/προοδευτικών artistas/καλλιτεχνών periodistas/δημοσιογράφων).
[3] Το prole (απ’ το «προλετάριος») έγινε ατάκα στο Μεξικό όταν η κόρη του τότε υποψήφιου για την προεδρία, και πλέον δυστυχώς προέδρου, Ενρίκε Πένια Νιέτο χαρακτήρισε ως «ηλίθιους» και «πρόλε» όσους κοροΐδευαν τον πατέρα της μετά την αποτυχημένη προσπάθειά του να ονοματίσει στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου στη Γκουανταλαχάρα τρία βιβλία που άλλαξαν τη ζωή του (Δεκέμβρης 2011).
[4] Δεν κατάφερα να αφιερώσω ένα ποστ στην καταπληκτική κινητοποίηση που έκαναν οι ζαπατίστας στις 21 Δεκέμβρη 2012 (δεν είχα υπολογιστή, ίντερνετ και χρόνο). Χιλιάδες άτομα (λέγεται πως ήταν 40 χιλιάδες) κατέβηκαν από τις ζαπατιστικές κοινότητες, και κατέλαβαν ειρηνικά τις πέντε πόλεις στην Τσιάπας που είχαν καταλάβει στην εξέγερση του 1994. Το σύνθημά τους; Κανένα. Δεν είπαν απολύτως τίποτα. Έμειναν για μερικές ώρες κι έφυγαν..! Ελπίζω να αναρτήσω κάποια στιγμή ένα ποστ, έστω και ετεροχρονισμένο…
[5] Πρόκειται για την πρόσφατα αναγγελθείσα από το νέο πρόεδρο του Μεξικού, Ενρίκε Πένια Νιέτο, Εθνική Εκστρατεία κατά της Πείνας, για την οποία οι ζαπατίστας, μέσω του Μάρκος, έστειλαν ένα γραμματάκι με παραλήπτη τον «Αλή Μπαμπά και τους σαράντα κλέφτες» στην οποία «μη βρίσκοντας λόγια» υπήρχε σχεδιασμένο ένα κωλοδάχτυλο.
[6] Chayo είναι το χαϊδευτικό της Ροσάριο. Αναφέρεται στην Rosario Robles Berlanga η οποία είναι επικεφαλής της Εθνικής Εκστρατείας κατά της Πείνας. Η Ροσάριο ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος του κεντροαριστερού κόμματος PRD (Κόμμα Επαναστατικής Δημοκρατίας) από το οποίο παραιτήθηκε το 2004 μετά από βίντεο που κυκλοφόρησαν και την έδειχναν αποδέκτη μεγάλων χρηματικών ποσών για την υποστήριξη της εκστρατείας του κόμματος με αντάλλαγμα την εύνοια επιχειρήσεων και προσώπων (τότε ήταν κυβερνήτις της ομοσπονδιακής πρωτεύουσας). Αφού πέρασε μια σύντομη βόλτα από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα κατέληξε στο νυν κυβερνόν εθνικιστικό δεξιό κόμμα PRI (Κόμμα Θεσμικής Επανάστασης).
[7] Εδώ ίσως εννοεί τον Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ, κεντροαριστερό αντίπαλο του Ενρίκε Πένια Νιέτο για την προεδρία, και πρώην επικεφαλής του PRD την περίοδο των σκανδάλων της Ροσάριο, με τον οποίο είχε τσακωθεί γιατί δεν την υποστήριξε μετά το ξέσπασμα των σκανδάλων.
[8] Εννοεί τα μέλη της Άλλης Καμπάνιας που άρχισε ο Μάρκος και οι ζαπατίστας σε όλο το Μεξικό το 2006, στην οποία μπήκαν οργανώσεις και άτομα αποδεχόμενοι κάποιες κοινές αρχές και μια βασική κοινή ανάλυση. Εδώ κατ’ επέκταση θα μπορούσαν να είναι όποιοι έχουν μια άλλη ανάλυση που εφαρμόζουν σε μια άλλη καθημερινότητα.
[9] Αρχές Δεκέμβρη 2012 το νεοεκλεγέν τζιμάνι που βρίσκεται στην προεδρία του Μεξικού ανακοίνωσε το «Σύμφωνο για το Μεξικό» με το οποίο υποτίθεται ότι θα έλυνε όλα τα προβλήματα της χώρας.
[10] Αναφέρεται στην προεκλογική επίσκεψη του Ενρίκε Πένια Νιέτο στο Ιβεροαμερικανικό Πανεπιστήμιο η οποία έληξε άδοξα υπό τη γενική κατακραυγή των φοιτητών. Ο μέλλων πρόεδρος αναγκάστηκε να καταφύγει στο μπάνιο του πανεπιστημίου. Αυτή ήταν η έναρξη του κινήματος των 132 (δες σχετικό ποστ).
[11] Είναι συνηθισμένος και πολύ συντροφικός χαιρετισμός στο Μεξικό. Στα ελληνικά ακούγεται λίγο κάπως…

ΒΙΟΜΕ: Ένας άλλος δρόμος είναι υπαρκτός!

 πηγή: Εφημερίδα Δράση (http://efimeridadrasi.blogspot.gr/)

Απλά, καθαρά και ξάστερα: “Αναλαμβάνουμε τη λειτουργία του εργοστασίου με όρους πλήρους αυτοδιεύθυνσης και εργατικού ελέγχου τόσο των παραγωγικών όσο και των διοικητικών δομών του. Βασική και κεντρική αρχή λειτουργίας του εργοστασίου, της διεξαγωγής του αγώνα μας και κεντρικός όρος των μελλοντικών μας σχεδίων είναι η ισοτιμία στη συμμετοχή και στη λήψη των αποφάσεων, η οριζοντιότητα και η άμεση δημοκρατία.” (Το 1ο άρθρο του ιδιωτικού συμφωνητικού των εργατών της ΒΙΟ.ΜΕ.)

Ούτε νομικισμοί, ούτε επαιτείες, ούτε “διάλογοι” και συνδικαλιές. Ο κύβος ερρίφθη. Το πρώτο αυτοδιαχειριζόμενο εργοστάσιο στη χώρα είναι ένα ιστορικό γεγονός. Παράδειγμα φωτεινό για το ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση, την επίθεση των αφεντικών και των κυβερνήσεών τους, στηριζόμενοι στα δικά μας πόδια, της τάξης μας και της κοινωνίας, στη δική μας συνεργατική ισχύ.

Φυσικά, τίποτα δεν είναι εξασφαλισμένο. Όλα θα εξαρτηθούν όχι μόνο από την εκφρασμένη αποφασιστικότητα των εργατών του εργοστασίου, αλλά και (ίσως κυρίως) από το πόσο θερμά θα αγκαλιαστεί από τον κόσμο της εργασίας, του αγώνα και της αντίστασης, αυτό το τολμηρό εγχείρημα. Χωρίς μεμψιμοιρίες, κομματικές σκοπιμότητες και πολιτικαντισμούς, γιατί η ΒΙΟ.ΜΕ. “ανήκει” σε όλους μας, ανήκει στα όνειρά μας για μια άλλη ζωή χωρίς εκμετάλλευση, κέρδος και ανέχεια.

Η ύπαρξη της αυτοδιαχειριζόμενης ΒΙΟ.ΜΕ. είναι μια πρόσκληση και πρόκληση για αναγέννηση του εργατικού κινήματος μέσα από το δρόμο της απεξάρτησης από όλα τα καθεστωτικά δεσμά, που το οδηγούν από ήττα σε ήττα. Για να σταθεί στα πόδια της, με υλικούς όρους, η χειραφετική προοπτική εδώ και τώρα.
Καλό ταξίδι, σύντροφοι της ΒΙΟΜΕ, και μην ξεχνάτε: Η ουτοπία του χθες είναι η αλήθεια του αύριο...

Πρόγραμμα εκδηλώσεων για το άνοιγμα του εργοστασίου