Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Πάρκο Ναυαρίνου: Η γιορτή για τα τετράχρονά του (βίντεο, φωτογραφίες)

Χίλιες φωτογραφίες, μια λέξη: Ουτοπία

Έγινε χθές η γιορτή του πάρκου μας.
Κόσμος πολύς, ενθουσιασμός, έργο !
Αλλά καλύτερα να μιλήσουν οι φωτογραφίες και τα βίντεο. 

Η καλή μέρα από ναωρίς φάνηκε στην καλή διάθεση των ανθρώπων.



είχε και κλόουν για τα παιδιά

 που έπαιξαν μουσική, χόρεψαν, μάγεψαν μικρούς και μεγάλους


Η χορωδία μας δεν μπορούσε να λείψει
(απολαύστε την στα βίντεο)

είχε και φροντιστήριο φυτέματος

και μάθημα για τους σπόρους που δεν μπορούσε να γίνει χωρίς ...βροχή

Να πούμε και του χρόνου !!!
 μαζί με ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όσους βοήθησαν με κάθε τρόπο

Δείτε τα βίντεο



Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Δήμος Αμαρουσίου: Το "φιλανθρωπικό" προσωπείο του κ. Πατούλη αυτοαποκαλύπτεται

Λάβαμε από τους Αλληλέγγυους Δρόμους (Α.Δ.) το δελτίο τύπου που κοινοποίησε ο Δήμος Αμαρουσίου στους δημότες του με αφορμή τη διοργάνωση από τους Α.Δ. εκδήλωσης για τη διάθεση τροφίμων.

Ο κ. Πατούλης, δήμαρχος στο Μαρούσι, έχει κατ' επανάληψη αντιταχθεί και συκοφαντήσει κάθε αλληλέγγυα δράση που αναπτύσσεται στην "επικράτειά του". Έχει συκοφαντήσει κάθε κίνηση πολιτών, κάθε κοινωνική δράση στην οποία δεν είναι ο "νονός" και ο μέγας χορηγός.

Έτσι και τώρα συκοφαντεί γκαιμπελικώς αλλά και επιτίθεται με όλα τα μέσα (δικαστικές διώξεις, αστυνομική τρομοκρατία) την πρωτοβουλία για διάθεση τροφίμων από φορέα που δεν είναι σύμπνοος με τα πιστεύω του κόμματός του και του κ. Σαμαρά.

Το δελτίο τύπου αποκαλύπτει το ρόλο και την ιδεολογία του κ. Πατούλη. Όσο τη μνημονιακή πολιτική την εφήρμοζε το ΠΑΣΟΚ ξεσπάθωνε εναντίον της, όπως άλλωστε και ο προϊστάμενός του κ. Σαμαράς. Από τότε που το κόμμα του, η Ν.Δ. μπήκε στην συγκυβέρνηση και μετά έγινε κυβέρνηση, ο κ. Πατούλης έχει σιωπήσει. Ούτε φιλανθρωπίες, ούτε πύρινους λόγους. Μόνο γκαλά και κοινωνικά events στα οποία και σπαταλώνται όλοι οι πόροι του Δήμου. Για τον κ. Πατούλη δεν υπάρχουν φτωχοί στο ΜΑρούσι, δεν υπάρχουν άνεργοι. Υπάρχουν μόνο ευτυχισμένοι δημότες που νυχθημερόν πίνουν νερό στο μνημόνιο και την κυβέρνησή του. 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ του ΔΗΜΟΥ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ

Υπεύθυνη ενημέρωση του Δήμου Αμαρουσίου για δράση που πραγματοποιείται από άγνωστη στο Δήμο κίνηση πολιτών, χωρίς άδεια, σε δημοτικό χώρο

Με αφορμή το γεγονός ότι τις τελευταίες ημέρες αναρτήθηκαν σε πολλά σημεία της πόλης μας αφίσες που ενημερώνουν για την διοργάνωση κάποιας δράσης διάθεσης τροφίμων στις 14-4-2013, σε ιδιόκτητο χώρο του Δήμου Αμαρουσίου (στο χώρο στάθμευσης πίσω από το Ο.Α.Κ.Α), χωρίς να έχει μέχρι στιγμής υπάρξει επίσημη ενημέρωση των υπηρεσιών μας για αυτήν, θα θέλαμε να ενημερώσουμε υπεύθυνα τους πολίτες για τα παρακάτω:

Ο Δήμος Αμαρουσίου δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη διοργάνωση της συγκεκριμένης δράσης, η οποία σύμφωνα με τις αφίσες που έχουν αναρτηθεί, πραγματοποιείται από μία αυτοαποκαλούμενη κίνηση «αλληλέγγυοι δρόμοι».

Προς διευκρίνιση τυχόν παρανοήσεων διευκρινίζουμε, ότι η δράση αυτή δεν έχει λάβει καμία άδεια για την πραγματοποίησή της από οποιαδήποτε Δημοτική ή άλλη αρμόδια δημόσια αρχή. Κάτι που θα έπρεπε να έχει γίνει, αφού ο χώρος που οι διοργανωτές διαφημίζουν ότι θα πραγματοποιηθεί είναι δημοτικός χώρος. Και η παραχώρησή του διέπεται από συγκεκριμένες διατάξεις, ακόμη κι αν η εκδήλωση που πραγματοποιείται είναι κοινωνικού χαρακτήρα . Πρέπει να τονίσουμε ότι οι άγνωστοι στις υπηρεσίες του Δήμου Αμαρουσίου οργανωτές της εν λόγω δράσης δεν έχουν λάβει καμία άδεια για την παραχώρηση του χώρου.

Επειδή ο Δήμος Αμαρουσίου έχει εκ του νόμου την υποχρέωση να προστατεύει τους πολίτες του όσο και τη δημοτική περιουσία, ενημερώνει το κοινό ότι έχει προβεί σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για την ενημέρωση των Αρχών, καθώς η εν λόγω δράση δεν διαθέτει οποιαδήποτε άδεια, με αποτέλεσμα να υπάρχει ενδεχόμενο να προκύψουν ακόμα και σοβαρά προβλήματα υγείας προς τους καταναλωτές που θα προμηθευτούν προϊόντα από τη δράση αυτή. Επιπλέον, για όλες τις παραπάνω αυθαίρετες και παράνομες ενέργειες έχουν επιληφθεί οι αρμόδιες αρχές.

Θέλουμε να ξεκαθαρίσουμε προς κάθε κατεύθυνση ότι ο Δήμος Αμαρουσίου δεν είναι αντίθετος με τη διοργάνωση εκδηλώσεων που στόχο έχουν την ενίσχυση των συμπολιτών μας που δοκιμάζονται από την κρίση. Το έχουμε αποδείξει αυτό άλλωστε με τις πράξεις μας. Ούτε φυσικά διεκδικεί ο Δήμος το μονοπώλιο στη διοργάνωση ανάλογων δράσεων, αφού τα τελευταία χρόνια έχουμε στηρίξει με τη βοήθεια και την αρωγή φορέων , συλλόγων, επιχειρήσεων της πόλης αλλά και απλών πολιτών, δεκάδες οικογένειες που έχουν ανάγκη. Αυτό που υποστηρίζουμε είναι πως δεν μπορεί σε καμία περίπτωση η οικονομική κρίση να αποτελεί αφορμή για να κινούνται ορισμένοι με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με τα όσα προβλέπει η Νομοθεσία. Οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες που σκοπεύουν να πραγματοποιήσουν τη δράση που έχουν προαναγγείλει θα είναι πραγματικά χρήσιμοι στους συνανθρώπους μας που έχουν πραγματικά ανάγκη, διαθέτοντας το περίσσευμα ανθρωπιάς κι αλληλεγγύης που τους διακρίνει, χωρίς να παραβιάζουν τους νόμους.

Παρακαλούμε τους πολίτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες , οι οποίες δε διενεργούνται υπό την αιγίδα δημόσιων φορέων και δεν έχουν κανένα εχέγγυο για τα διατιθέμενα προϊόντα.


Γράμμα σ’ έναν έφηβο την εποχή της κρίσης (αναδημοσίευση)


δημοσιεύθηκε στο ΕΨΙΛΟΝ της Ελευθεροτυπίας 24/3/2013
συγγραφέας: Χαράλαμπος Πουλόπουλος, Διδάκτωρ Κοινωνικών Επιστημών

Αν αναζητάς διέξοδο στο τίποτα που ζεις, αν θέλεις ν’ ανήκεις κάπου, πρέπει πρώτα να πιστέψεις ότι είναι δική σου επιλογή να ανήκεις σε μια κοινωνία που θα την έχεις φτιάξει εσύ, που θα τους χωρά όλους, δίκαιη και δημοκρατική, έτσι όπως μαζί με τους πολλούς την ονειρεύτηκες! (αυτό όμως είναι μόνο η αρχή) 

 Όταν είσαι στο σπίτι και βλέπεις τον πατέρα σου, ύστερα από τόσα χρόνια δουλειάς, να είσαι άνεργος, θυμωμένος, απόμακρος, σε απόγνωση, επειδή δεν μπορείτε να τα βγάλετε πέρα. 

Όταν βλέπεις αυτούς που χρόνια είναι στην πολιτική και με τις επιλογές τους μας οδήγησαν στο σημερινό αδιέξοδο, να συνεχίζουν να μιλάν με έπαρση κι αλαζονεία, και χωρίς αιδώ καμία να ζητούν κι άλλες θυσίες, καθόλου φειδωλοί στις υποσχέσεις για ανάπτυξη στο μέλλον, εφόσον, βέβαια, οι ίδιοι τους διαχειριστούν την κρίση, μην έχεις καμιά αμφιβολία για το πόσο πολύ μας κοροϊδεύουν! 

Όταν βλέπεις ανθρώπους να ψάχνουν στα σκουπίδια, να κοιμούνται στο δρόμο, να διαγκωνίζονται για λίγα δωρεάν λαχανικά ή να περιμένουν στην ουρά για ένα πιάτο φαϊ. 

Όταν βλέπεις κάποιους στα κανάλια να προσπαθούν να μας πείσουν ότι μαζί τα φάγαμε. 

Όταν βλέπεις τους μπάτσους να χτυπούν για ασήμαντη αφορμή το διπλανό σου και να κάνουν υποκλίσεις στους μεγαλοπαράγοντες. 

Όταν νιώθεις ότι αν δεν τους «φας», θα σε «φάνε», και στην παρέα για να επιβιώσεις πρέπει να γίνεις «λύκος», αλλιώς θα σε πουν «πρόβατο». 

Όταν βλέπεις τους φίλους σου να δείχνουν το τσαμπουκά τους και κάποιοι να δέρνουν και να θεωρούνται πρώτοι 

Όταν βλέπεις ολοένα και περισσότερους να τα βάζουν με τους μετανάστες, γιατί, λένε, πήραν τις δουλειές μας. 
 
Όταν βλέπεις δικούς σου ανθρώπους να μην μπορούν να πληρώσουν το νοίκι, το ρεύμα, το πετρέλαιο, το χαράτσι. 

 Όταν διαβάζεις ότι τα χρήματα που δανείζεται η χώρα καταλήγουν στις τράπεζες και στα χαμόγια και όχι στους ανέργους ή στην ανάπτυξη (που έτσι θα αργήσει κι άλλο) 

 Όταν ξέρεις ότι δεν θα βρεις δουλειά, ακόμα κι αν σπουδάσεις. 
 
Όταν νιώθεις η οργή να σε πνίγει και ότι βαρέθηκες να σωπαίνεις και να ανέχεσαι όσα σου λένε. 

 Όταν βλέπεις ότι κανείς δεν τιμωρείται για τίποτε (ή να συλλαμβάνονται μεγαλοαπατεώνες μόνο για τα μάτια του κόσμου) 

 Όταν θες να επαναστατήσεις και να τιμωρήσεις αυτούς που μας κοροϊδεύουν τόσα χρόνια. 

 Δεν μπορώ να σου υπαγορεύσω τι θα κάνεις ή ποιος θα γίνεις. Αυτό είναι δική σου επιλογή. 

 Μη θεωρήσεις, όμως, ότι η λύση είναι η βία, ο εκφοβισμός, η στοχοποίηση και ο αποκλεισμός των άλλων, οι σβάστικες και ο οργισμένος χαιρετισμός με τεντωμένο χέρι. 

 Μη θεωρήσεις ότι βάφοντας τα χέρια σου με αίμα θα αλλάξεις κάτι. Γιατί, αν το κάνεις, θα γίνεις χειρότερος από αυτούς που σιχαίνεσαι και κατηγορείς. 

 Ίσως η λύση να βρίσκεται εκεί που εμείς, οι μεγάλοι, τη χάσαμε, βυθισμένοι στον ατομικισμό, στην απομόνωση, στην αδιαφορία για το διπλανό μας. Αναζητώντας τεχνητούς παραδείσους και μια επίπλαστη ευμάρεια, βολευτήκαμε, ξεχαστήκαμε και αφήσαμε πολλά να συμβούν. Γι’ αυτό κάποιοι μπορούν σήμερα να λένε ότι είμαστε όλοι υπεύθυνοι. 

 Αν αναζητάς, λοιπόν, διέξοδο στο τίποτα που ζεις, αν θέλεις ν’ ανήκεις κάπου, πρέπει πρώτα να πιστέψεις ότι είναι δική σου επιλογή να ανήκεις σε μια κοινωνία που θα την έχεις φτιάξει εσύ, που θα τους χωρά όλους, θα είναι δίκαιη και δημοκρατική, έτσι όπως μαζί με τους πολλούς την ονειρεύτηκες! Αυτή είναι η αρχή! 

Πέμπτη 11 Απριλίου 2013

The Greek Psycho (αναδημοσίευση)


από http://kakoskeimena.net/

Πάλι τα σύννεφα κινούνται λες και επίκειται βιβλική καταστροφή έξω ακριβώς από την πολυκατοικία μου. Το ένα εισβάλλει μέσα στο άλλο και εναλλάσσονται και κάποιες στιγμές φτιάχνουν λέξεις, σχήματα στον γκρίζο ουρανό απευθυνόμενα σε εμένα. Το στομάχι μου για μια ακόμα ημέρα κοντεύει να φτάσει στο λαιμό. Σιχαίνομαι αυτό το συναίσθημα τού να θέλεις μονίμως να τα βγάλεις όλα από μέσα σου αλλά στο τέλος να μη βγαίνει τίποτα και απλά να κρέμεσαι πάνω από το νιπτήρα με τα βρεφικά σου σάλια ακόμα να στάζουν. Και ξανά πίσω στο κρεββάτι με το νωπό μου σεντόνι να με σκεπάζει ανεπιτυχώς την ώρα που φαντάζομαι ότι είμαι ένας ημίγυμνος Χριστός από ψηλά, καθώς αλλάζω πλευρό συνέχεια και η καρδιά μου ακούγεται μέχρι το πάτωμα. 

Αυτή η καταραμένη σιωπή φταίει για όλα, φταίει γιατί βοηθά να ακούγεται μέχρι και ο τελευταίος ελάχιστος ήχος, ακόμα και αυτές οι εκνευριστικές σταγόνες τής βρύσης στο νεροχύτη που πέφτουν με σταθερό ρυθμό και μου μπερδεύουν την αίσθηση της ταχυπαλμίας. Και αυτός ο διάδρομος μέχρι την κουζίνα φαντάζει ατέλειωτη διαδρομή σε έρημο. Ήθελα, βλέπεις, να φτιάξω ένα σπίτι με ονειρικά, μακρινά μονοπάτια, ποτέ μου δεν φαντάστηκα ότι θα γίνουν εφιαλτικά περάσματα που θα με βασανίζουν σαν λαβύρινθος. Τα γυμνά μου πέλματα τρυπάνε πάνω σε σπασμένες συσκευασίες από τις ακριβότερες κρέμες ενυδάτωσης, καθώς γραβάτες έχουν μπλεχτεί με μπουκάλια που ακόμα κυλάνε, λες και το σπίτι έχει κατηφορική κλίση. Μάλλον γιατί είναι καιρός που όλα εδώ πέρα έχουν πάρει τον κατήφορο.

Τουλάχιστον αυτή η απέραντη θέα που ακόμα εξαπλώνεται ως πέρα έξω από την τεράστια τζαμαρία του σαλονιού με βοηθαέι κάπως να ξεχνιέμαι. Για αυτόν το λόγο δεν θέλησα να έχω γύρω μου συνέχεια χτισμένους τοίχους, το έκανα για να ατενίζω από τον 7ο όροφο τον καημένο τούτο κόσμο, έτσι καθώς θα κινείται και όλοι θα φαίνονται μικρά, τιποτένια ανθρωπάκια που περπατούν ασταμάτητα λες και δεν έχουν σαφή προορισμό. Και πάντα γούσταρα το να πάω ένα βήμα παραπέρα. Να κάθομαι με τις άκρες των δακτύλων μου στο μπαλκόνι, επιχειρώντας μια ριψοκίνδυνη ισορροπία, έχοντας από κάτω το ατέλειωτο κενό. Να κάνω ότι τάχα ετοιμάζομαι να πέσω και να γυρνάω πίσω, έτσι, για να νιώθω την αδρεναλίνη να ποτίζει τις φλέβες μου και να αιματώνει τον εγκέφαλο σε κλάσματα δευτερολέπτων. Να φαντάζομαι πώς είναι να ακροβατείς διαρκώς μεταξύ ζωής και θανάτου, με την ωραία ψευδαίσθηση της τελικής υπεροχής. Ανέκαθεν εξάλλου είχα την τάση να γεύομαι στο έπακρο τις συγκινήσεις μου. Ήταν γιατί έθετα εγώ τα όρια του εφικτού και τα ξεπερνούσα με την αυτοπεποίθηση που μου είχε δώσει η μόνιμη επιτυχία μου σε όλους τους τομείς. Μου διέφυγε βέβαια ότι κανένας δεν θα μπορέσει να με παρατηρήσει τόσο ψηλά που στέκομαι εδώ πάνω και ότι μάλλον θα φαίνομαι σαν χαρτάκι που πηγαινοέρχεται στον άνεμο. Γι’ αυτό ποτε δεν βρέθηκε έστω ένας να φωνάξει με αγωνία για να μην κάνω το μεγάλο μου άλμα. Ίσως γιατί οι περισσότεροι ασχολούνται μαζί σου στην άνοδο παρά στην πτώση.

Ξεπάγιασα και βρέθηκα να ψάχνω ζεστασιά θωπεύοντας τους βελούδινους καναπέδες μου, καθώς σέρνομαι στα τέσσερα σαν σκύλος που ψάχνει να εντοπίσει ουσίες απαγορευμένες. Στο γυάλινο τραπέζι απέναντι φαίνεται ακόμα διάσκορπη η λευκή σκόνη που την είχα πάντα για παρηγοριά μου και τόνωση στις ξέφρενες στιγμές μου. Εχτές ρούφηξα τις παραισθήσεις με τη βοήθεια της καλυτερότερης και ανάγλυφης επαγγελματικής μου κάρτας. Έκοψα τη δόση τόσες φορές όσες έπεσε ο δείκτης του χρηματιστηρίου, την ώρα που οι μετοχές μου γινόντουσαν τσιγαρόχαρτα και οι επενδύσεις μου καπνός. 

Αυτοκαταστρέφομαι, το ξέρω. Βάζω στο φουλ την ένταση από το dolby surround home cinema και χορεύω έτσι ξεβράκωτος και κυλιέμαι στα άψογα ιταλικά πλακάκια και σκίζω τις μεταξένιες ταπετσαρίες και γλυστράω από τον ίδιο μου τον ιδρώτα και σκάω με το κεφάλι στα εβένινα έπιπλα. Στο διάολο όλα! Τι σημασία έχει αφού πόνο σωματικό δεν νιώθω πια. Γενικά έχω αδειάσει από συναισθήματα σαν το άδειο πλέον ταμιευτήριό μου. Πήρα την ψιλή και κουρεύτηκα μόνος μου για να επιβεβαιώσω ότι με άγγιξε και εμένα το κούρεμα των καταθέσεων. Μου έμειναν μόνο όλες αυτές οι ρημαδιασμένες golden debit cards για να μου θυμίζουν το πόσο ερεθιζόμουνα όταν άκουγα τα χαρτονομίσματα να καταμετρώνται και να κατατίθενται αργά το βράδυ στο ΑΤΜ. Τι υπέροχος ήχος, στ’ αλήθεια, μερικές φορές ένιωθα τον προστάτη μου να συσπάται. Και η απόξειξη της επιτυχούς συναλλαγής, έτσι όπως πεταγόταν, θαρρείς ότι έμοιαζε με εσκπερμάτωση.

Όλα είχαν το νόημά τους τελικά. Ακόμα και οι επιπόλαιες μου σχέσεις, τα πηδήματα τής μιας βραδιάς σε σουίτες πολυτελείας με κορίτσια ακριβά που δεν τα άγγιζε όποιος κι όποιος. Που κοιτούσαν πρώτα αν έχεις φουσκωμένη την τσέπη και μετά αν είσαι έτοιμος να τις ικανοποιήσεις σαρκικά. Μερικές από δαύτες τις ερωτεύτηκα. Και αφέθηκα. Και έπαιξα πάλι με την ύπαρξη του ανθρώπου και έσπειρα λάθη εξώγαμα. Τέκνα που σχεδόν δεν γνώρισα ποτέ μου, που το πατρικό μου φίλτρο λειτούργησε μόνο ως σωλήνας για να διοχετεύονται διατροφές από δικαστικές αποφάσεις υπέρ μητέρων που ασκούσαν την επιμέλεια, υπενθυμίζοντας τη δική μου αμέλεια. Κανένας δεν με ρώτησε για τον δικό μου τον πατέρα, το μόνο που ξέρουν όλοι να λένε στις μπάσταρδες φυλλάδες τους είναι ότι κληρονόμησα τις επιχειρήσεις του και ότι όλα τα βρήκα έτοιμα. Ότι καπιτάλας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι και ότι στο δικό μου DNA έτρεχε η ουσία του πλούτου από την αρχή και ότι ποτέ μου δεν θα καταλάβω τα δράματα των ανθρώπων γιατί στην ψυχή μου υπάρχουν μόνο αριθμοί. Σαν αυτούς που παίζει συνέχεια η αναθεματισμένη μου 50άρα flat screen τηλεόραση εδώ και πέντε χρόνια τώρα. Άνεργοι, άστεγοι, πεινασμένοι που όλο αυξάνονται και μπουκώνουν την τρισδιάτατη οθόνη μου. Κανείς τους δεν κατάλαβε ότι είναι μέρος της μηχανής που πάντα η δικιά μου η κάστα λειτουργούσε. Αν εγώ δεν έβαζα τα τιμημένα κεφάλαιά μου κανείς τους δεν θα μπορούσε να το παίξει οικογενειάρχης. Εγώ γέμιζα το κουτάλι με φαγητό στο στόμα της κόρης σου, τι δεν καταλαβαίνεις;

Θα κατέβω κάτω στους δρόμους κι ας έχω τα χάλια μου. Ανοίγοντας μετά από μερόνυχτα την ταμπουρωμένη μου πόρτα, ένα έγγραφο γεμάτο σφραγίδες κρεμιέται σαν μήνυμα απειλητικό απ’ έξω. Κάποιος κλητήρας έβαλε την τελευταία ειδοποίηση για τον πλειστηριασμό του διαμερίσματος πάνω στο λείο ξύλο. Ρε τον καραγκιόζη, αν ήξερε πόσο κοστίζει αυτή η πόρτα δεν θα τολμούσε να βάλει ποτέ τα σάλια του εδώ. Φεύγω και ας μείνουν όλα ορθάνοιχτα να μπάζουν τον αέρα της φυγής μου. Έξω η πόλη δείχνει τόσο διαφορετική σε σύγκριση με το πώς τα έβλεπα όλα από τη βόλεψή μου τόσο καιρό, αφ’ υψηλού. Βλέπω σφιχτά στόματα και ρακένδυτους να ψάχνουν στα σκουπίδια. Βλέμματα παγερά, που θαρρείς ότι ανήκουν σε σώματα που δεν βλέπουν. Μανάδες που στέκονται στις ουρές με σάπια κατσαρολάκια στα χέρια, ψωμιά προχθεσινά που πέφτουν στο πεζοδρόμιο και παιδιά που ορμούν σαν τα ποντίκια να τσιμπίσουν ό,τι απέμεινε από τη γειτονιά τους που πια θυμίζει μια τεράστια φάκα. 

Στέκομαι στη μέση της λεωφόρου, για να κάνω ακόμα ένα από εκείνα τα παράξενα πειράματά μου πάνω στις ανθρώπινες αντιδράσεις. Ανοίγω τα χέρια και μένω έτσι, γυμνός, για να σταματήσω τη ροή του πλήθους. Κανένας δεν κάνει καν τον κόπο να απορήσει και να ενδιαφερθεί για το τί μου συμβαίνει. Σωριάζομαι κάτω από την εξάντληση, καθώς χιλιάδες περνάνε από πάνω μου και με ποδοπατάνε. Μένω έτσι για ώρες. Η νύχτα πέφτει. Ο κόσμος κρύφτηκε. Κι είμαι ακόμα στην καινούργια μου θέση.

το νέο πασχίζει να γεννηθεί αλλά η ιστορία κάνει και εκτρώσεις (αναδημοσίευση)


από http://risinggalaxy.wordpress.com/


Περνάνε οι μήνες και ο βάλτος βαθαίνει, σαπίζει και άλλο, μυρίζει από πιο μακριά. Τα στρατοπεδα συγκέντρωσης είναι πια κατι το δεδομένο, το απαρτχάιντ των ελέγχων σε ανθρώπους βάση του χρώματος του δέρματος συνεχίζεται. Χιλιάδες άνθρωποι βρίζουν καθημερινά στα social media τους τηλεκάφρους μη μπορώντας να κάνουν κάτι άλλο. Ο νέος καναπές είναι τα social media άραγε; Εν μέρη ναι αλλά σίγουρα όχι μόνο. 

Η παρουσία της συμμορίας Δένδια στους δρόμους είναι πιο εμφανής από ποτέ. Άνθρωποι σταματιούνται και υποβάλονται σε ελεγχους βάση της εμφάνισης τους. Υπήρξαν και οι πρώτες ανακοινώσεις για μια επερχόμενη νομοθεσία σχετικά με τα σώματα ασφαλείας. Θα πήγαινα στοίχημα ότι πρόκειται για κάποιου είδους “απελευθέρωση” των πρακτικών της αστυνομίας. Δεν θα μου φανεί περίεργο αν είναι μια ρύθμιση ώστε οι μπάτσοι να τραβάνε πιο εύκολα τα όπλα. Άλλωστε οι διάφοροι “συνδικαλιστές” μπάτσοι και τα παπαγαλάκια των Μ.Μ.Ε. εδώ και χρόνια προωθούν στα παράθυρα αυτού του είδους τις “απόψεις”. Όσο για τους ναζί, συνεχίζεται περαιτέρω το ξέπλυμα και η ωραιοποίηση από διάφορα ζόμπι της δημοσιογραφίας που, αν και έχουμε ελεύθερη αγορά, τους βλέπουμε συνέχεια τα τελευταία είκοσι -και βάλε- χρόνια να παράγουν άποψη για το φιλοθεάμον κοινό. 

Συνεχίζεται επίσης και η πτώση από τα αστικοδημοκρατικά σύννεφα των προοδευτικών που πίστευαν ότι τα τηλεπάνελ είναι η ιστορική -ντετερμινιστική- εξέλιξη της κάλπης και του Συντάγματος. Φυσικά για όλες αυτές τις αυταπάτες δεν κυκλοφόρησαν ποτέ ειδικά αλεξίπτωτα στην αγορά, αν και μια καλή ιδέα θα ήταν να κυκλοφορήσουν το Σύνταγμα, ο Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Δεοντολογίας της ΕΣΗΕΑ τυπωμένα σε χαρτί τουαλέτας, για τους πλέον απαιτητικούς και συνάμα νοσταλγικούς πολίτες τηλεκαταναλωτές. 

Τα σχολεία υπάρχουν πλέον μόνο για να αναπαράγονται οι διεκπαιρωτές δημόσιοι υπάλληλοι που τα στελεχώνουν (στη χειρότερη) ή για να παλεύουν με τα θηρία της αδιαφορίας και της εγκατάλειψης οι ευσυνείδητοι εκπαιδευτικοί που ακόμα πιστευουν πως κάνουν λειτούργημα (στην καλύτερη ). Ας με συγχωρέσουν όσοι φίλοι εκαπιδευτικοί τύχει να διαβάσουν αυτές τις γραμμές. Ίσως με πιάνει το μηδενιστικό μου αλλά όταν ένας μαθητής παίρνει αποβολή επειδή τρόλαρε τη Βουλή αποκαλώντας την “μπουρδέλο” , ο μόνος που δικαιώνεται είναι ο Κασιδιάρης. Και δικαιώνεται γιατί είναι παρών σε αυτή τη Βουλή. Εκ της παρουσίας του και μόνο, όταν ένας μαθητής αποβάλεται επειδή χαρακτήρησε “μπουρδέλο” το κοινοβούλιο που συμμετέχουν Ναζί, ο ναζί δικαιώνεται. 

Άτιμη πραγματική πραγματικότητα, που θα έλεγε και ένας παλιός φίλος. Που να ξεφύγεις. Από την άλλη η Κύπρος είπε ένα μεγάλο όχι που δεν είναι τελικά τόσο μεγάλο και για όλα φταίνε οι “διεθνείς συνωμοσίες” των τραπεζιτών και της Μέρκελ, λες και οι Κυπριακές τράπεζες -όπως όλες οι τράπεζες- δεν είχαν “επιθετική πολιτική” όλα αυτα τα χρόνια. Μα είναι προφανές στο μυαλό του μικροαστού πως ο Γερμανός μικροαστός τον μισεί, ο Τούρκος μικροαστός τον μισεί και …-γιατί όχι, εδώ που φτάσαμε ο Κασιδιάρης είναι της μοδός-.. και ο Εβραίος μικροαστός τον μισεί το ίδιο. Άρα ίσως τελικά ακόμα και ένας πόλεμος να ήταν καλή ιδέα. 

Το παζλ αρχίζει και συμπληρώνεται λίγο άγαρμπα, αλλά η τελική εικόνα μας δείχνει τον παλιό μας κόσμο που πέθανε προ πολλού και τώρα το πτώμα βρίσκεται σε σήψη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το τσίρκο της ΓΣΕΕ στο πρόσφατο συνέδριο-φαρσοκωμοδία με όλες τις πλευρές να αλληλοκατηγορούνται για νοθεία. Προσωπικά θα ήμουν πιο ικανοποιημένος αν η ΓΣΕΕ ομολογούσε ανοιχτά πως φιλοδοξεί να γίνει ένα είδος ΜΚΟ που θα ασχολείται με τη μελέτη της “εργασίας” – ή μήπως δουλείας;- και με την παροχή εργατικής προστασίας σε αναξιοπαθούντες του δημοσίου. Εντάξει είμαι καλά, δεν με χτύπησε ούτε κεραυνός ούτε συγκινήθηκα από το φάντασμα της Θάτσερ και έγινα νεοφιλελευθερος. Λέω κάτι πολύ απλό: η ΓΣΕΕ δεν αφορά καθόλου πέρα από ελάχιστες εξαιρέσεις, τον ιδιωτικό τομέα. Εκεί, στο αρχιπέλαγος της εκμετάλευσης, οι εργαζομενοι και οι εργάτες, είναι πολύ απλά.. μόνοι τους.
 
Το πτώμα λοιπόν βρίσκεται σε σήψη. Βέβαια δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Όχι δεν έγινα ελιτιστής. Υπάρχει αυτή η τάση όταν γενικεύεις. Την καταπολεμώ συνήθως με συζητήσεις με ανθρώπους που θεωρώ εξυπνότερους από μένα, είτε συντρόφους-ες είτε κόσμο “εκτός” του κινηματικού χωριού. Λέω όμως κάτι απλό: Οι αγωνιστές-τριες του ταξικού,αντικαπιταλιστικού κινήματος δεν πρόκειται να το βάλουν κάτω. Ούτε αύριο, ούτε ποτέ. Εξάλου για αυτό και οι χιλιάδες μπάτσοι στο δρόμο. Κάτω επίσης δεν θα το βάλει η άνεργη νεολαία των προαστίων, ούτε η LGBT κοινότητα, ούτε οι μεταναστευτικές κοινότητες ούτε όσοι καταλαβαίνουν ότι δεν υπάρχει μόνο ζήτημα επιβίωσης αλλά και ζήτημα αξιοπρέπειας. Εκεί, σε εκείνους τους κοινωνικους ομόκεντρους κύκλους που ήδη δημιουργούνται ή ίσως δημιουργηθούν στο μέλλον, χρήσιμο θα ήταν να προκύψουν συμμαχίες με βάση τη συλλογικοποίηση, την συνείδηση πως με τα αφεντικά χωριό δεν γίνεται και την κατανόηση πως οι αγώνες θα πρέπει να δωθούν οργανωμένα βάση σχεδίου και έξω από τις ήδη υπάρχουσες “ηγεσίες” κάθε τύπου και ύψους που μέχρι τώρα έμαθαν να συνομιλούν με το κράτος. Είτε προνομιακά είτε παρακαλώντας.

Μέσα σε όλα αυτά δεν θα μπορούσα να παραλείψω το ζήτημα της οργάνωσης του αναρχικού κινήματος του ελλαδικού χώρου. Για όσους και όσες δεν κατάλαβαν, από τις εκλογές και μετά αυτό το ταξικό και κοινωνικό κίνημα δημιουργησε με τις πράξεις του στο δρόμο κεντρικά πολιτικά γεγονότα. Θα πρέπει να δούμε σοβαρά τι κάνουμε, ποιοι το κάνουμε, τι καταφέρνουμε και που θέλουμε να φτάσουμε. Με συγκεκριμένη διατύπωση και για το κίνημα αλλά και για όσους έρχονται σε επαφή και ζυμώνονται με αυτό.Ας μη γελιόμαστ, αν δεν παρθούν από όλες και όλους οι δεσμεύσεις και οι πολιτικές ευθύνες που αναλογούν στην δεδομένη ιστορική περίοδο, τότε όχι μόνο το “νέο” δεν θα γεννηθεί αλλά υπάρχει πάντα ο κίνδυνος η ιστορία να κάνει έκτρωση. Το διάστημα μεταξύ των δύο παγκόσμιων πολέμων αυτό ακριβώς μας διδάσκει. Ας με συγχωρέσουν οι συντρόφισες και οι σύντροφοι που αναφέρομαι σε “κίνημα” και όχι σε “χώρο” αλλά μετά τη πορεία της 12ης Γενάρη προσωπικά θεωρώ ότι πρέπει ναληφθούν από όλους οι ιστορικές ευθύνες για το που βρισκόμαστε: Καπιταλισμός σε κρίση, νέος ολοκληρωτισμός. Αυτά δεν αντιμετωπίζονται από “χώρους”. Αλλά από ένα ελευθεριακό αντικαπιταλιστικό κίνημα με στόχο την κοινωνική επανάσταση.  Ξεκάθαρα πράγματα.

για την ουτοπία (αναδημοσίευση)

εικόνα κλεμμένη από τον @zero_iv


από την krotkaya (http://krotkaya.wordpress.com)

Στις συχνές επισκέψεις μου πλέον στην Αθήνα, ασυναίσθητα πλέον κάνω μια ανατομία της πόλης, των ανθρώπων και των τρόπων με τους οποίους όλα αυτά λειτουργούν. Ζώντας σχεδόν με το ένα πόδι εδώ και με το άλλο εκεί, αναπόφευκτη είναι η καθημερινή επαφή με το “εκεί”, όσο κι αν η ματιά είναι έντονα φιλτραρισμένη από το “εδώ”.

Κινούμαι σε πολύ συγκεκριμένα περιβάλλοντα και εξ ανάγκης τα συμπεράσματά μου είναι προφανώς επηρρεασμένα από αυτά. Έχω βρεθεί σε άπειρες κουβέντες σχετικές με την “κοινωνική κατάσταση”, την “οικονομία”, το “κίνημα”, το “χώρο” [ό,τι και αν πιθανά μπορεί να σημαίνει αυτό, ό,τι κι αν πιθανά μπορεί να σημαίνει το γεγονός ότι μιλάμε για “χώρο μας” και “χώρο σας”: μπαίνω στον πειρασμό να ρωτήσω πόσο κοστίζουν τα διόδια].

Μια πρώτη εντύπωση είναι πως εξακολουθούμε όλοι μας, μα όλοι μας να λειτουργούμε με αταλάντευτες βεβαιότητες. Όλοι μας, μα όλοι μας, είμαστε σπουδαίοι οικονομολόγοι, ειδικοί κοινωνιολόγοι, ανθρωπολόγοι, κι ακόμα γιατροί, μηχανικοί, νομικοί επιστήμονες και απ’όλα. Όλοι τα ξέρουν όλα, όλοι έχουν μια αποψάρα να διατυπώσουν με περισσή εμπάθεια, σταθερή φωνή και χωρίς αμφιβολίες.

Πώς διάολο συμβαίνει κι εγώ νιώθω μονίμως άσχετη; Πώς διάολο συμβαίνει και βάζω πάντα ένα “νομίζω” στην αρχή της φράσης μου ή ένα “πιθανά” στο τέλος της; Να φταίει άραγε που εγώ δε νιώθω καν ικανή να κουλαντρίσω τον εαυτό μου, πολλώ δε μάλλον να εξάγω συμπεράσματα και να διατυπώσω συνταγές για το μέλλον της χώρας, της οικονομίας, του κινήματος, την άλλη κοινωνία κι όλα αυτά που μονοπωλούν τις συζητήσεις μας;
Να φταίει άραγε που κοιτάω λίγο γύρω μου και βλέπω τόσο πολύ κόσμο να κινείται μεταξύ χάους και προσωπικής κοσμάρας;
Να φταίει που γενικά είμαι πολύ πιο επιεικής από όσο δείχνω;
Μπορεί να φταίει και το μάλλον χαμηλό μου IQ, ας είναι.

Όπως και νά’χει, εγώ γύρω μου βλέπω μια ρευστότητα, γεγονός που με οδηγεί στο να θέτω εν αμφιβόλωι όλες μου τις βεβαιότητες, να τις ξαναπερνάω από το μικροσκόπιο και να εντοπίζω σημεία που πιθανά μπάζουν, θέλουν κι άλλη επεξεργασία ή ακόμα και αναθεωρήσεις.
Επίσης, κάνω και λάθη.
Κι όπως και νά’χει τρέφω πολύ μεγάλη δυσπιστία προς όλους εκείνους που προσέρχονται στις κουβέντες με ατσαλωμένες σιγουριές, με ύφος επαϊοντα και προτάσεις ειδικού.

Ζούμε ένα πρωτόγνωρο πράγμα. Κρατώ το παρελθόν σαν πυξίδα φυσικά, αλλά σε καμία περίπτωση σαν καρμπόν.

Με τρομάζουν όλες αυτές οι βεβαιότητες, όλες αυτές οι σταθερές στεντόρειες φωνές, αυτή η κεκτημένη ταχυτητα του εκείνων που τα ξέρουν όλα. Βλέπω τις ήττες να έρχονται κατά πάνω μας κι εμείς να αντιδρούμε λες και είναι πυγολαμπίδες.

Είναι σαφές πως οι καιροί ου μενετοί, πως υπάρχουν τα επείγοντα που πρέπει να αντιμετωπιστούν χτες, πως οι εξελίξεις τρέχουν κι όλες αυτά τα δημοσιογραφικού τύπου κενολογίες.

Μήπως όμως ξεχνάμε τα σημαντικά;
Μήπως απλά ξεχνάμε το κεφαλαιώδες;
Και το κεφαλαιώδες, στο φτωχό μου μυαλό που πολλά δεν ξέρει, και για ακόμα λιγότερο κατέχει βεβαιότητες, είναι το εξής: οκ, αυτή την κοινωνία δεν την θέλουμε, την απορρίπτουμε, δεν μας κάνει
Και ποια είναι η κοινωνία που θέλουμε;
Και είμαστε όλοι μας βέβαιοι πως όλοι μας θέλουμε την ίδιου τύπου κοινωνία;
Και, αλήθεια, η κοινωνία που οραματιζόμαστε, χωράει όντως όλους εμάς;

Δυστυχώς πολύ αμφιβάλλω. Και δε σταματάει να με εκπλήσσει το γεγονός ότι καθόλου μα καθόλου δε θέλω την ίδια κοινωνία με ανθρώπους που πίστευα πως ιδεολογικά, θεωρητικά, σε επίπεδο φιλοσοφικών αναφορών, αν θέλεις, είμαι κοντά. Για να μην σου πω κιόλας πως συχνά με βλέπω να δουλεύω για μιαν “άλλη κοινωνία” με ανθρώπους που μάλλον είναι κάπως πιο μακριά από μένα ιδεολογικά [πέρα από τα διόδια που λέγαμε πιο πάνω].

Αυτό που μπορώ να σου πω είναι πως η δικιά μου ουτοπία τους χωράει όλους, με κάθε πιθανή ιδιαιτερότητα, στραβοκεφαλιά, ιδιομορφία που ενδεχομένως κουβαλάνε. Δε με ενδιαφέρει μια κοινωνία φτιαγμένη από μας και τους δέκα φίλους μας, για μας και τους δέκα φίλους μας.

Αυτό που ακόμα μπορώ να σου πω, είναι πως υποθέτω ότι η ουτοπία ορισμένων κατά πάσα πιθανότητα δεν χωράει εμένα. Και πάντως δεν με χωράει μια “ουτοπία” κατασκευασμένη από απόλυτες αλήθειες, μια “ουτοπία” που δεν αμφισβητεί τον εαυτό της κάθε στιγμή, που δεν ψάχνεται, που δεν αποτελεί αντικείμενο ελέγχου σε κάθε της βήμα. Δε με ενδιαφέρει μια “ουτοπία”, στην οποία όσοι θέτουν ερωτήματα και αμφισβητούν απόλυτες αξίες και αλήθειες, τίθενται αυτομάτως απέναντι. Το’χουμε ξαναδεί το εργάκι.

Είναι μάλλον η καταλληλότερη στιγμή για να μιλήσουμε για την ουτοπία. Ας ξεκινήσουμε από την αμφισβήτηση της δικής μας. Υποθέτω πως είναι ο πιο ασφαλής δρόμος.

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Ζήσε Μάρτη μου...


Λόφος Στρέφη:Βάλε κι' άλλο πιάτο στο τραπέζι
Τ' ακούσατε, το μάθατε !
Η ανεργία μειώθηκε το μήνα Μάρτη. Αυτοί που βρήκαν δουλειά είναι λέει περισσότεροι από αυτούς που απολύθηκαν.
Η ανάπτυξη επομένως (ξανα)μπήκε για μια ακόμη φορά στη ζωή μας, μαζί με τον Μάρτη. Γιατί η ανάπτυξη τόχει αυτό: να μπαίνει και μετά να χάνεται. Και μετά να την ψάχνεις στα βουνά και στα λαγκάδια. 

Παιγνιδιάρα η ανάπτυξη των τριών σωματοφυλάκων των δανειστών. Στρογγυλοκάθισε είκοσι οκτώ ολόκληρες μέρες και μετά χάθηκε. Είκοσι οκτώ μέρες με τυμπανοκρουσίες, αλαλλαγμούς και ενέσεις αισιοδοξίας στα δελτία της προπαγάνδας. Και ξαφνικά την εικοστή ενάτη του μηνός τόσκασε προς άγνωστη κατεύθυνση (μας έχει συνηθίσει άλλωστε).

Ήταν μια κάποια λύση, το δηλητήριο της αισιοδοξίας για την πορεία των εσόδων. Δηλητήριο στα μυαλά των κουτόευρων που θαμβωμένα από την καλλίμορφη παρουσία της ανάπτυξης θα πήγαιναν έστω και την τελευταία μέρα να καταθέσουν στο ταμείο των δανειστών. Ψυχή άβυσσος, τσέπη βαθειά.

Και σαν ήλθε η γλώσσα των αριθμών να μιλήσει αμηχανία και τρόμος στα πρόσωπα της κουστωδίας των εντεταλμένων. Πεντακόσια εκατομμύρια μείον. Τόσα βρέθηκαν να λείπουν από το ταμείο των εσόδων. Τα οποία ενώ πήγαιναν θαυμάσια μέχρι την Πέμπτη 28 του Μάρτη, ξαφνικά την επόμενη και τελευταία μέρα κατέρρευσαν, μάλλον από υπερκόπωση (πείτε το υπερσυσώρευση). Και κεί που ήσαν 500 εκατομμυριάκια παραπάνω από τα αναμενόμενα ξαφνικά μετρήθηκαν 500 λιγώτερα. Με απλή αριθμητική κείνη η μαύρη Παρασκευή 29 του Μάρτη φόρτωσε στο έλειμμα με ένα δις ακόμη. Στραγάλια.

Οι αριθμοί λένε την αλήθεια ! Αυτή που δεν θέλει να ακούει η Κυβέρνηση και η Όλγα. Αντίθετα, οι λέξεις από το στόμα τους και πιότερο προτιμούνται και την αλήθεια εκφωνούν. Τη δική τους αλήθεια για τις δικές τους ανάγκες. 

Και τί λένε οι αριθμοί ; Μείον 25% παρακαλώ τα έσοδα του Μαρτίου (δείτε εδώ). Να υποθέσουμε λοιπόν χάριν της πρετεντέρειας αλήθειας ότι όλα τα υποζύγια σχεδίαζαν να πάνε την τελευταία μέρα όπου βρήκαν τις εφορίες κλειστές και τους ταμίες να έχουν στήσει χορό έξω από τις εφορίες γιορτάζοντας την έκλειψη του ελείμματος. 

Κι΄έτσι πήραν τα τροϊκανόπουλα βουνά και τα λαγκάδια να ψάχνουν την ανάπτυξη. Τη βρήκαν σ' ένα λιβάδι με κουτόχορτο. Και προχθές μας την έφεραν χειροπόδαρα δεμένη, θυσία για το Πάσχα και την Ανάσταση. 

Η ανεργία μειώθηκε λοιπόν. Αφού οι νεοπροσληφθέντες είναι περισσότεροι από τους απολυθέντες το σαλεμένο μου μυαλό αυτό καταλαβαίνει. Μα δεν το λένε καθαρά, το αφήνουν να εννοηθεί, το ψέμα έχει τα όριά του που πρέπει να γίνονται σεβαστά για να είναι πιστευτά. Εξ' άλλου το θολόν έχει τη χάρη του και το σκοπό του. Χαπατιάζεται και δεν απορρίπτεται από τον οργανισμό.

Κατά την κυβέρνηση τα αναχώματα της δυστυχίας μας υποχωρούν ένα-ένα. Το έλειμμα, η ανεργία, η αντιπαραγωγικότητα, η διαφθορά, η πτώση των εξαγωγών ή όποιο άλλο ανάχωμα παρουσιασθεί στην πορεία της ανόρθωσης της χώρας.

Και δεν αποκλείεται κάποια άλλη στιγμή να βρεθούν και τα λεφτά. Όχι όλα όσα μας έκλεψαν, κλέβουν και θα κλέβουν. Αλλά μια μικρή επιστροφή -αντίδωρο υποταγής, σαν αυτή που κάνει κάθε χρόνο το υπουργείο Οικονομικών.

OI ΑΝΕΣΤΡΑΜΜΕΝΟΙ ΚΑΪΝ (αναδημοσίευση)


Δημοσιεύτηκε στο UNFOLLOW 15

Οι φωτογραφίες των κακοποιημένων από την αστυνομία νεαρών στο Βελβεντό εντάσσονται σε μια μακρά, σχεδόν αρχαϊκή, παράδοση προσβολής και εικονογράφησης της προσβολής του νικημένου αντιπάλου. Τα πρησμένα πρόσωπα, οι εκχυμώσεις, τα κόκκινα από το αίμα μάτια φέρνουν στο μυαλό τα καρατομημένα κεφάλια των λήσταρχων μετά τη σύλληψή τους, του Γιαγκούλα για παράδειγμα, ο οποίος εντελώς συμπτωματικά έδρασε, μεταξύ άλλων και στην ίδια περιοχή της Κοζάνης, θα έλεγα ακόμη και του Άρη Βελουχιώτη, αν δεν ήξερα πως αυτή η αναφορά θα δημιουργούσε συσχετισμούς και παρανοήσεις που θα προτιμούσα να αποφύγω. Σε εκείνες τις φωτογραφίες τα κεφάλια, με τα μισάνοιχτα και άδεια μάτια, τα στραβωμένα στόματα, τα ανάκατα μαλλιά, ήταν ταυτόχρονα τρόπαια των διωκτικών αρχών, σημεία σωφρονισμού, αν όχι τρομοκράτησης, του πληθυσμού και, βέβαια, μεταστοιχειώσεις μιας πολεμικής τελετουργίας εξαγνισμού και ανθρωποφαγίας, καθυπόταξης της επιθυμίας. Η Τζούλια Κρίστεβα στη μονογραφία της «Το κομμένο κεφάλι» παρατηρεί πως η πρακτική του αποκεφαλισμού εμφανίζεται σε περιόδους κοινωνικών διχασμών, είναι το έμβλημα και ταυτόχρονα «η βίαιη παραδοχή των εσωτερικών μας ρηγμάτων, μιας μύχιας αστάθειας που επιταχύνει τις [ιστορικές] κινήσεις και τις κρίσεις». Ευτυχώς, δεν βρισκόμαστε πλέον κι ας ευχηθούμε πως δεν βρισκόμαστε ακόμα σε μια τέτοια περίοδο οριστικής ρήξης, όπου ο αποκεφαλισμός του εχθρού δηλώνει κατά κυριολεξία την οριστική του ήττα και ταπείνωση. Ακόμη έχουμε την πολυτέλεια της μεταφοράς. Από αυτήν την άποψη, το αδέξιο φώτοσοπ πάνω στα σημάδια των βασανισμών δεν ήταν ούτε ένδειξη προχειρότητας ούτε αποτέλεσμα αδιαφορίας. Λειτουργούσε ευφημιστικά: δεν επεδίωκε να κρύψει τα σημάδια του ξυλοδαρμού ούτε να εξωραΐσει απλώς την πραγματικότητα, επεδίωκε, μέσα από την παρέμβαση αυτή να δηλώσει αλαζονικά πως ο κατασταλτικός μηχανισμός έχει το δικαίωμα και τη δύναμη παρέμβασης σε κάθε όψη της πραγματικότητας, ακόμη και στην εικόνα εκείνη που φαινομενικά τον εκθέτει .

Εντούτοις, η δημοσιοποίηση αυτών των φωτογραφιών μετά την ευφημιστική επέμβαση του φώτοσοπ είναι, κατά τη γνώμη μου, μια συγκλονιστική στιγμή μετάβασης των κοινωνικών σχέσεων. Γιατί βέβαια δεν είναι πρωτοφανής όσο κι αν είναι εξοργιστική η κακοποίηση ενός υπόπτου από την αστυνομία –και όχι μόνον την ελληνική. Ούτε είναι πρωτοφανής η δημοσίευση φωτογραφιών υπόπτων με εμφανή σημάδια βασανισμού. Μόνο που συνήθως αυτή η αυταρχική αστυνομική βία είχε σαφή ταξικά χαρακτηριστικά και για αυτό εξάλλου, όταν γινόταν αντιληπτή, εκτός από έναν γενικόλογο αποτροπιασμό για την αυθαιρεσία της εξουσίας, σπανίως είχε ουσιαστικό αντίκτυπο στην κοινή γνώμη· αφορούσε κυρίως ανθρώπους που η κοινωνική τους θέση, το οικονομικό και το συμβολικό τους κεφάλαιο δεν μπορούσε να τους προστατεύσει από το βασανισμό και καθιστούσε τα σημάδια του στις φωτογραφίες σχεδόν αόρατα, σαν να μην έφεραν καμία πληροφοριακή αξία. Εδώ όμως η περίπτωση είναι διαφορετική. Τα παιδιά αυτά ανήκουν στη μεσαία τάξη, σε μια κοινωνική ομάδα που τα οικονομικά και πολιτιστικά της εφόδια θα έπρεπε να απλώνουν, ακόμη και σε αυτήν την ακραία παραβατικότητα, ένα δίχτυ ασφαλείας τόσο μέσα στο αστυνομικό τμήμα όσο και στη δημόσια σφαίρα. Ποιος θα φανταζόταν, πριν από είκοσι, πριν από δέκα, πριν από πέντε χρόνια, πως παιδιά αυτής ακριβώς της τάξης, ακόμη κι αν συλλαμβάνονταν για ένα ανάλογο έγκλημα δεν θα αντιμετωπίζονταν από την αστυνομία, από την ειδησεογραφία, από την πολιτική με κάποιον σεβασμό ακόμη και με κάποιον ερωτισμό για την υπερβατική ορμητικότητα της παραβατικότητάς τους; Εδώ έχει κανείς την αίσθηση πως συμβαίνει το αντίθετο, πως το πολιτιστικό και συμβολικό κεφάλαιο των παιδιών αυτών εξέθρεψε το κακοποιητικό μένος της αστυνομίας.

Με άλλα λόγια, ο βασανισμός, η δημοσιοποίηση των φωτογραφιών, το κακότεχνο φώτοσοπ είναι μια συγκλονιστική από σημειολογική άποψη καταγραφή μιας πτώσης: της τάξης αυτής που χάνει τα εισοδήματά της, χάνει τα δικαιώματά της και τώρα χάνει την εικόνα της, χάνει τη δυνατότητα συμβολικής προστασίας της, μπορεί πλέον και αυτή να γίνει αντικείμενο διαπόμπευσης. Στα κακοποιημένα πρόσωπα των νεαρών ληστών, στις εκχυμώσεις του βασανισμού, βλέπει κανείς το σημάδι ενός φθόνου διπλής κατεύθυνσης, το σημάδι ενός Κάιν που θα αρχίσει σύντομα τη βασανιστική και αποσυνάγωγή του περιπλάνηση.

Σήμερα (δεν) είναι μία άλλη μέρα (αναδημοσίευση)

Δημοσιεύθηκε στο enikos.gr

Της μουρλής γίνεται στην Ελλάδα, χαίνουν οι μαύρες τρύπες και χάσκουν οι τρυπάρες, άνθρωποι χάνουντη δουλειά τους κι άλλοι τα σπίτια τους, αλλά το δούλεμα πάει σύννεφο, με τους 1908 επίορκουςυπαλλήλους κι άλλα ισοβαρή θέματα που απασχολούν τα δελτία ειδήσεων με τις ώρες, λέγονται οι παρλαπίπες με το καντάρι και παίρνουν φωτιά τα μαρκούτσια σωρηδόν.

Χάνεται κόσμος, χάνονται δουλειές, χάνονται ζωές. Γίνονται συζητήσεις με την Τρόικα ακριβώς για όλααυτά με αποτέλεσμα κάθε φορά την τροπή τους προς το ακόμα χειρότερο και αντί αυτών, μέγας κοπετός στην επικράτεια περί Γουλιμή, ΔΗΜΑΡ και Μανιτάκη.

Κυριακή χθες. Από νωρίς το πρωί αναμενόταν και ετοιμαζόταν η συνάντηση Σαμαρά – Τρόικας – ένας Πρωθυπουργός δηλαδή τετ α τετ ή ελληνιστί ενώπιος ενωπίοις με τρεις υπαλλήλους, αλλά τι υπαλλήλους!

Των Δανειστών! Ηγουν των Ιερών Τεράτων και κανονίζουν αν η Ελλάδα θα ‘χει τρένα ή μπρόκολα, αν...
θα έχει σημαία ή γενόσημα, αν θα έχει υδρογονάνθρακες ή άνθρακες.

Στις 10 π.μ. θα άρχιζε η συνάντηση – δεν ήχησαν οι σειρήνες (της αντιαεροπορικής άμυνας), αλλά άρχισαν οι ζωντανές συνδέσεις – και δωσ’ του οι «επίορκοι», εδώ οι «επίορκοι», εκεί οι «επίορκοι», μας φάγανε οι Τροϊκανοί ακόμα 50 Ευρώ στην κάθε σύνταξη...

...11.30΄! Η συνάντηση έχει κορυφωθεί. Ο κ. Σαμαράς ανθίσταται σθεναρώς του πατρώου εδάφους, υπερ βωμών κι εστιών, τάιμ άουτ, παρ’ τε τους βωμούς, παρ’ τε και τις εστίες – τουλάχιστον αυτές που το στεγαστικό τους είναι στο κόκκινο.

11.35΄! Καλύπτουμε τη συνάντηση λεπτό προς λεπτό, ορισμένοι επίορκοι εντοπίσθηκαν διαφεύγοντες στην ορεινή Κορινθία, 11.45΄, τηλεφωνεί ο κ. Βενιζέλος, θέλει κι αυτός συνάντηση με την Τρόικα,11.46΄ο κ. Σαμαράς του κλείνει το τηλέφωνο, 11.47΄ο κ. Βενιζέλος ανακοινώνει ότι το ΠΑΣΟΚ δίνει το πράσινο φως για τις συμφωνίες που πρόκειται να επιτευχθούν σ’ αυτήν τη συνάντηση, 11.44΄- τρία λεπτά νωρίτερα δηλαδή – το Mega μεταδίδει τα χαρμόσυνα νέα (Ετσι γίνεται πάντα: το Mega προηγείται δυο – τρία λεπτά της πραγματικότητας, είναι θέμα χωροχρόνου μέσα στη σκουλικότρυπα).

11.50΄: Ο κ. Σαμαράς συμφωνεί σε νέα μέτρα, «διαρροές» διαδίδουν το αντίθετο, σκέψεις να ανακρουσθεί ο εθνικός ύμνος υποχωρούν μπροστά σε νηφαλιότερες: να πιασθεί ο κ. Μανιτάκης, να τον πάνε για καφέ, ώστε να μην κάνει τίποτε δηλώσεις και οι 1908 επίορκοι υπάλληλοι γίνουν 1909!

Ωρα 12.00΄ακριβώς.

Το «σκληρό παζάρι» φθάνει στο τέλος του, υπήρξαν «σημεία προσέγγισης» αρκετά θέματα όμως «μένουνανοιχτά», εντός ολίγου ο κ. Στουρνάρας θα κάνει δηλώσεις, χαλκέντερος δουλεύει και τις Κυριακές, «συννεφιασμένη Κυριακή» χθες, είχε πλακώσει και η σκόνη απ’ τη Σαχάρα, ήταν στην Αθήνα ο ουρανός βαρύς, σαν Μεγάλη Παρασκευή – αντιθέτως ο κ. Στουρνάρας αισιόδοξος, όσον το στικάκι του Βενιζέλου – όλα καλά, όλα υπό έλεγχον (της Τρόικας) όλα θα πάνε κατ’ ευχήν, δεν θα μείνει επίορκος σε αυτήν τη χώρα ούτε για δείγμα!

12.46΄: Ακριβώς ένα λεπτό μετά τις 12.45΄! Τέτοια ακρίβεια, ο χρόνος! Η συνάντηση έλαβε τέλος. Νέα συνάντηση θα λάμβανε χώραν το βραδάκι – όταν μοσχομυρίζουν, πασχαλινά ήδη, τα γιασεμάκια – το απόγευμα έσκυψε το κεφάλι του, ήταν και βαρειά η ατμόσφαιρα απ’ τη σκόνη της ερήμου, στοΕλευθέριος Βενιζέλος ακόμα 80 νεαροί Ελληνες θα έφευγαν σήμερα – Κυριακή – για την ξένη – μηναναστενάζεις, αύριο μια άλλη μέρα ξημερώνει – σήμερα Δευτέρα! όμως η σημερινή Δευτέρα δεν είναι «μία άλλη μέρα» αλλά μία ακόμα «αιχμάλωτη μέρα», αιχμάλωτη στις ορέξεις του Τόμσεν ή του Μαζούχ, αιχμάλωτη στην αδυναμία που μας δέρνει και στην αδράνεια που μας εξουθενώνει – έτσι καθώς «μοιραίοι κι άβουλοι» κοιτάμε τη ζωή μας να κακοποιείται...

email: stathis@enikos.gr

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

Πρωταπριλιά (ετεροχρονισμένη αναδημοσίευση)


από τα "Κακώς κείμενα" (http://kakoskeimena.net)


Μικρά αθώα ψέματα


Για ακόμα μια Κυριακή δραπέτευσα στο πατρικό μου, μακριά από τη βοή της πόλης. Εκεί που πάντα ο νους μοιάζει διαυγέστερος, τα χρώματα πιο ζωηρά, οι χειραψίες πιο ουσιαστικές. Εκεί που οι γείτονες σε φιλούν σχεδόν στο στόμα για να σε καλημερίσουν. Όχι, δεν το κάνω ψυχαναγκαστικά, δεν πάω εκεί για να αισθανθώ ότι διεύρυνα την ακίνητή μου περιουσία, ούτε για να νιώσω ότι έχω καβάτζες. Το κάνω γιατί θέλω πάλι να προκαλέσω αυτήν την επιστροφή που βιώνω κάθε φορά όταν ανοίγω την πόρτα και έρχονται οι μυρωδιές της παιδικής μου ηλικίας και κάθονται απευθείας πάνω στον ουρανίσκο. Το κάνω γιατί με συγκινεί εκείνο το στιγμιαίο ταξίδι σε πρόσωπα, καταστάσεις, εποχές, καθώς κοιτάζω τις κορνίζες και τα κάδρα σαν στραβοκάθονται στους τοίχους. Πάλι δεν θα αντισταθώ και θα ψιλαφίσω εκείνη την παλιά πολυθρόνα, για να ανακαλέσω όλες τις φορές που έσφιξα τα ακλόνητα μπράτσα της, για χίλιους δυο διαφορετικούς λόγους. Θα ανοίξω με την ίδια περιέργεια ξανά τα μουχλιασμένα συρτάρια των δωματίων, για να δω να ξεδιπλώνονται μπροστά μου αμέτρητες μικρές ιστορίες μέσα από αντικείμενα, φθαρμένες φωτογραφίες, ευρετήρια τηλεφωνικά και σκισμένα ημερολόγια. 1988. Ευτυχισμένο το νέο έτος. Πολυσέλιδος οδηγός για τη νέα χρονιά. Ενοίκιο σπιτιού. 25.000 δρχ. Σχολείο παιδιού. Μια ζωγραφιά για ‘σενα, μανούλα. Είπες ότι δεν θα κλάψεις ποτέ ξανά, πάλι όμως κλαις. Έλα στο σαλόνι, ώρα για μεσημεριανό.

Περισσότερο απ’ όλα, με γοητεύει εκείνος ο τεράστιος καθρέφτης που στέκεται στο κέντρο του διαδρόμου και μοιάζει θαρρείς με πύλη προς έναν άλλο κόσμο, διαφορετικό. Θα σταθώ με τις ώρες απέναντί του, προσπαθώντας να ανασύρω όλα μου τα πρόσωπα, έτσι όπως μεγάλωνα μέσα στο είδωλό του, χρονιά με τη χρονιά. Κάτι ευφάνταστο θα γράψω πάλι πάνω στο γυαλί, εκμεταλλευόμενος την κάμποση υγρασία που έχει μαζευτεί εδώ πέρα. Ειδικά μετά από το μεθυστικό κρασί της κυρά-Ειρήνης που κατέβασα με λαχτάρα, τη νιώθω μπόλικη την έμπνευση. Καθώς αφήνω το άδειο ποτήρι κάτω, ένα σκούντηγμα στον ώμο με ταράζει. Φαίνεται πως από την πολλή την αναπόληση, ξέχασα την πόρτα ανοιχτή και κάποιος μπήκε μέσα. Είναι ένας έφηβος, με αραιό ακόμα το μουστάκι. Έχει μαζί του βιβλία ένα σωρό, γεμάτα με στιχάκια και φράσεις επαναστατικές. “Καλησπέρα σας, κύριε”, μου λέει με χαρακτηριστικά ευγενική σύσπαση του προσώπου. “Γεια σου, παιδί μου” απαντώ. “Ποιανού είσαι εσύ;”. “Είμαι το παιδί μιας άλλης Ελλάδος”, αποκρίνεται αποστομωτικά. “Καλό, πετυχημένο, αλλά πες μου τώρα, τι γυρεύεις τέτοια ώρα εδώ;” αναρωτιέμαι. “Θέλω να σας πω μια ιστορία, πραγματική, είμαι κι εγώ από αυτήν τη γειτονιά την ωραία. Ξέρω ότι πονάτε πολύ τελευταία. Γι’ αυτό θα σας πω λογάκια να γλυκάνω την καρδιά σας την καλή”. Τον μπαγάσα, λες και έλεγε λέξεις με ομοιοκαταληξία ήταν.

Έκατσε και μίλαγε με τις ώρες. Μου μίλησε για το χωριό, για τις γεμάτες από ανθρώπους πλατείες, για τα ατέλειωτα τα πανηγύρια, με τους γείτονες να τραγουδούν και να χορεύουν. Για την υπερηφάνεια που είχαν στα μάγουλα όταν αλέθανε τα κτήματά τους και για τον τίμιο ιδρώτα που έτρεχε από το μέτωπό τους ως αργά. Για τα σχολειά που πλημμύριζαν από όλων των ειδών τα χρώματα και από τις φωνές στα διαλείμματα. Για τους δασκάλους που γινόντουσαν πατεράδες και μανάδες στη θέση των κηδεμόνων. Για τα μικρομάγαζα που είχαν πάντα κόσμο και πελατεία και που δεν έκλειναν σχεδόν ποτέ, τα έβρισκες ανοιχτά ακόμα και τις αργίες για να μη λείψει τίποτα από το οικογενειακό τραπέζι της ευτυχίας. Για τα γήπεδα και τις αλάνες που ασφικτυούσαν από ιδρώτα, αίμα αγνό στο τσιμέντο, αλλά και για τους έρωτες, καθώς ξεπηδούσαν κάθε απόγευμα, ανάμεσα σε υπεροβολικές και περίτεχνες επιδεικτικές κινήσεις προς τις κοπέλες που παρατηρούσαν τα μαχόμενα νιάτα να σκοτώνονται για το ποιος θα κάνει τη θεαματικότερη κίνηση. Γκολ! Λες και σκόραρες στην καρδιά της ήταν κι ας έδειχνε εκείνη αφηρημένη και δεν καταλάβαινε ακριβώς το λόγο για το θρίαμβό σου. Για τα σπίτια που είχαν για τούβλα την υπομονή και για λάσπη την αγάπη, έτσι καθώς χτιστήκαν, σκαλί-σκαλί, πατάρι με πατάρι. “Ωραία τα λες, αγόρι μου, μεθυστικά. Κάτσε να βάλω ένα ποτηράκι ακόμα. Κι ας μεθύσω”.

Είπε και τι δεν είπε. Είπε για τη μάνα του, την Ελλάδα. Για τους υπέροχους, μεγάλους δρόμους, με τα φωτεινά γράμματα, που αναβόσβηναν από μακριά και γράφανε ΕΥΗΜΕΡΙΑ. Για τα γεμάτα Πανεπιστήμια και τα φλογερά αμφιθέατρα, για τους φοιτητές που λιώνανε παπούτσια, ενώ βαδίζανε πάνω στα μονοπάτια της επιστήμης και της Παιδείας. Για τα παιδιά που γυρνάγανε από τα ξένα πίσω στα σπίτια τους, μοιράζοντας τον πλούτο της γνώσης σε κάθε σπιθαμή τούτης της γής. Για τα εργοστάσια και τα ναυπηγεία που είχαν χιλιάδες εργάτες να φαίνονται από ψηλά σαν μυρμήγκια που καρτερικά φροντίζουν για κάθε επόμενο χειμώνα. Για τις ελληνικές επιχειρήσεις που εξαπλώνονταν και σε μέρη μακρινά, στέλνοντας λάδι και βαμβάκι μέχρι την άλλη άκρη της Ευρώπης. Για τους λαούς που κουράστηκαν και πόνεσαν από τους διχασμούς και που θέλησαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να γίνουν όλοι ένα, σαν μια αγαπημένη οικογένεια. Για τους ηγέτες που υποσχέθηκαν ότι θα καταργήσουν τα σύνορα στο χάρτη, ότι θα γκρεμίσουν τα τείχη και θα γίνει ο κόσμος μας μια μεγάλη γειτονιά. Για τους πολέμους που ποτέ ξανά δεν θα υπάρξουν, για τα ταξίδια που δεν θα είναι πια μόνο στα όνειρά μας. Για την αλληλεγγύη και τη στήριξη των αδυνάτων, για την αίσθηση της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης σε κοινά οράματα. Για το τέλος κάθε τέλους. “Τέλος πάντων”, απάντησα.

Όσο περνούσε η ώρα, γινόταν όλο και δυνατότερη η φωνή του, λες και βρισκόταν στην απόλυτη έξαρση των όσων πίστευε. Γιατί, όντως πίστευε πολύ σε όσα εξιστορούσε, τόσο που έκανε τα πάντα για να με κάνει κι εμένα να πιστέψω. Να πιστέψω ότι δεν υπάρχουν πια άστεγοι και νοικοκυραίοι που παρακαλάνε για ένα κομμάτι ψωμί. Ότι δεν θα δούμε ποτέ ξανά κλειδαμπαρωμένες τις τράπεζες και τους πολίτες απ’ έξω να περιμένουν με τις κατσαρόλες για να βάλουν μέσα τις καταθέσεις τους με σκοπό να τις βράσουν. Ότι δεν θα ξημερώσει ποτέ ημέρα που θα ποδοπατάνε μαύρους ζητιάνους στα φανάρια και τα πεζοδρόμια, ότι δεν θα χτυπήσει με γροθιές ποτέ ο γιος τον πατέρα για να του δείξει τη δύναμη του μίσους. Ότι οι παππούδες και οι γιαγιάδες νιώθουν πως ανταμείφθηκαν για όσα προσφέραν με τα γδαρμένα δάκτυλά τους στο χώμα που είναι δικό τους και δικό μας. Ότι οι γειτονιές γεμίσαν πάλι με κόσμο και ότι οι ξενιτεμένοι επέστρεψαν και τ’ αδέρφια σμίξανε στα δικά τους πατρικά. Ότι ο λαός μας είναι πια ελεύθερος και δεν χρωστάει πουθενά παρά μόνο στον εαυτό του και στο μέλλον του. Ότι πλέον υπάρχει για τον καθένα μια δουλειά και μια αξιοπρέπεια. “Θέε μου, λες να είναι έτσι;”, αναφώνησα με λαχτάρα, καθώς άρχισα να συνέρχομαι από τη μέθη. Εκείνος ο έφηβος έχει φύγει πια από δίπλα μου και με κοιτάζει μέσα απ’ τον καθρέφτη. Πόσο, στ’ αλήθεια, μου μοιάζει. Στη γωνία επάνω καθρεφτίζεται το ημερολόγιο του τοίχου. 1η Απριλίου 2013.

Κι ήτανε όλα σαν ψέμα.