Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

FIDE Master, χθες έπαιξες την τελευταία σου παρτίδα.

αναδημοσίευση από φιλικό blog


Ο Χρήστος Γκορίτσας έχει σπουδάσει νομικά και οικονομικά. Είναι ισχυρός ενεργός σκακιστής (FIDE Master) και ιδρυτικό μέλος της Σκακιστικής Άνοιξης. Σήμερα είναι Πρόεδρος της Ένωσης Σκακιστικών Σωματείων Νομού Αττικής (Ε.Σ.Σ.Ν.Α.) και Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Σκακιστικής Ομοσπονδίας (Ε.Σ.Ο.). Ως παιδί του σκακιού και πατέρας ενός γιου πέντε ετών ο ίδιος ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για το μέλλον του σκακιού ως αθλήματος, πολιτιστικού αγαθού και εκπαιδευτικού εργαλείου στη διάθεση της νεολαίας. 

Συμβολαιογράφος, εκπαιδευμένος διαπραγματευτής, Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Σκακιστικής Ομοσπονδίας (ΕΣΟ).
από το προφίλ του στο twitter

Είναι το απέριττο βιογραφικό του απεργοσπάστη συμβολαιογράφου που αποπειράθηκε χθες στο Χαλάνδρι να βγάλει στο σφυρί το σπίτι μιας ταλαίπωρης γυναίκας για οφειλή 14.088 ευρώ. 

Ο κύριος Χρήστος ισχυρίζεται ότι είναι εκπαιδευμένος διαπραγματευτής. Διαπραγματευτής θανάτου. Δεν έτυχε να διαβάσω "πλουσιότερο" βιογραφικό. Να λέει φερ' ειπείν πόσα σπίτια έχει "χτυπήσει" και πόσες οικογένειες έχει πετάξει στο δρόμο. Δηλαδή πόσα συμβόλαια θανάτου έχει υπογράψει σαν συμβολαιογράφος.

Δεν κατηγορώ τον κύριο Χρήστο γιατί τόλμησε να εμφανισθεί στο Χαλάνδρι. Ένας απεργοσπάστης δεσμεύεται μόνο από την όποια συνείδησή του. Τον κατηγορώ γι' αυτό που διεκδίκησε να γίνει: ανθρωπόμορφο κτήνος. Ήξερε περί τίνος επρόκειτο, ήξερε ποιά δουλειά ήλθε να κάνει. Ήξερε ότι η γυναίκα που αποπειράθηκε να της βγάλει σε πλειστηριασμό το σπίτι ήταν σε άθλια κατάσταση. και αν δεν το ήξερε από πριν τόμαθε εκεί στο ειρηνοδικείο. Είδε μια γυναίκα που έτρεμε από φόβο, που κρυβόταν από ντροπή που της χρέωσαν και με τόκο ο κύριος Χρήστος και οι εντολείς του. Και αντί να εξαφανισθεί από την ντροπή που χρέωσε, πήγε στην επόμενη γωνία και κρύφτηκε, καρτερώντας την κατάλληλη στιγμή για να "χτυπήσει". 

Δεν ήταν όμως μπορετό να κάνεις τη δουλειά σου και δεν θα την κάνεις ποτέ κ. Χρήστο. Γιατί χθες εμείς που θέλουμε ζουρλομανδύα, εμείς οι παράνομοι δόσαμε έναν όρκο: Πως δεν θα αξιωθείς ποτέ ούτε εσύ ούτε οι όμοιοί σου να κάνετε τη βρωμο-δουλειά σας.

Όμως κ. Χρήστο χρωστάω ένα ευχαριστώ. Κυρίως σε σένα αλλά και σε μια κάστα όμοιών σου. Μου μάθατε τί θα πεί άνθρωπος-κτήνος. Που χιλιάδες χρόνια μετα την κοινωνική ανέλιξη του ανθρώπινου γένους υπάρχει ακόμη το είδος αυτό για να πληθύνεται στους δύσκολους καιρούς.


Χθες κ. Χρήστο έπαιξες την τελευταία σου παρτίδα. Που σπίτι να σε χωρέσει που γή για να σταθείς. Γιατί οι κοινωνίες των ανθρώπων δεν χαρτογραφούνται από εσένα και τους ομοίους σου. Αλλά από αυτούς που γνωρίζουν από ανθρωπιά.

Χθες κ. Χρήστο είχαμε εμείς πρεμιέρα για να έχουμε κάθε μέρα ζωή.

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Είχαμε την τύχη… (αναδημοσίευση)

από Anarchy press
Το δημοσιεύω όπως το βρήκα, δεν μπόρεσα να εξακριβώσω την ακριβή αρχική προέλευσή του. Θα μπορούσα να προσθέσω κι άλλες αράδες, αλλά ήδη αυτές που βρήκα και αναδημοσιεύω είναι γεμάτες από χυμούς πραγματικής ζωής. Τότε, πριν από 40, 45, 50 χρόνια…(Anarchy press)


«H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πώς καταφέραμε να επιβιώσουμε. Ήμαστε μια γενιά σε αναμονή: περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας. Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε, δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Εμείς ταξιδεύαμε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναμε ταξίδια, πέντε άτομα σε ένα Φιατάκι, σε βανάκια και αγροτικά και δεν υποφέραμε από το «σύνδρομο της τουριστικής θέσης». Δεν είχαμε ντουλάπια και μπουκάλια φαρμάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναμε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναμε ώτο-στοπ, καβαλάγαμε μοτοσυκλέτες χωρίς δίπλωμα. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένα από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.

Αν και τα παιχνίδια μας ήταν βίαια, δεν σκοτώναμε εικονικά ανθρώπους. Περνάγαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια αυτοκίνητα για να κάνουμε κόντρες κατρακυλώντας σε κάποια κατηφόρα και μόνο τότε ανακαλύπταμε ότι είχαμε ξεχάσει να βάλουμε φρένα. Παίζαμε «μακριά γαϊδούρα» και κανείς μας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Βγαίναμε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαμε όλη τη μέρα και δεν γυρνούσαμε στο σπίτι παρά μόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόμους. Κανείς δεν μπορούσε να μάς βρει. Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαμε τα κόκκαλα και τα δόντια μας και δεν υπήρχε κανένας νόμος για να τιμωρήσει τους «υπεύθυνους». Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαμε πόλεμο με πέτρες και ξύλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισμένο για παιδιά και όλα θεραπεύονταν με λίγο ιώδιο, σουλφαμίδα ή μερικά ράμματα. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά μόνο ο εαυτός σου.

Είχαμε καυγάδες και κάναμε καζούρα ο ένας στον άλλος και μάθαμε να το ξεπερνάμε. Τρώγαμε γλυκά και πίναμε αναψυκτικά, αλλά δεν ήμασταν παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εμάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόμασταν μπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας μας δεν έπαθε τίποτα. Καμμιά φορά κολλάγαμε ψείρες στο σχολείο και οι μητέρες μας το αντιμετώπιζαν πλένοντάς μας το κεφάλι με ζεστό ξύδι..

Δεν είχαμε Playstations, Nintendo 64, 99 τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες με ήχο surround, υπολογιστές ή Ιnternet. Εμείς είχαμε φίλους. Κανονίζαμε να βγούμε μαζί τους και βγαίναμε. Καμμιά φορά δεν κανονίζαμε τίποτα, απλά βγαίναμε στο δρόμο και εκεί συναντιόμασταν για να παίξουμε κυνηγητό, κρυφτό, αμπάριζα… μέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαμε τη μέρα μας έξω, τρέχοντας και παίζοντας. Φτιάχναμε παιχνίδια μόνοι μας από ξύλα. Χάσαμε χιλιάδες μπάλλες ποδοσφαίρου. Πίναμε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εμφιαλωμένο και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση. Κυνηγούσαμε σαύρες και πουλιά με αεροβόλα και σφεντόνες στην εξοχή, παρά το ότι ήμασταν ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να μας επιβλέπουν. Θεέ μου!

Πηγαίναμε με το ποδήλατο ή περπατώντας μέχρι τα σπίτια των φίλων και τους φωνάζαμε από την πόρτα. Φανταστείτε το! Χωρίς να ζητήσουμε άδεια από τους γονείς μας, ολομόναχοι εκεί έξω στο σκληρό αυτό κόσμο! Χωρίς κανέναν υπεύθυνο! Πώς τα καταφέραμε; Στα σχολικά παιχνίδια συμμετείχαν όλοι και όσοι δεν έπαιρναν μέρος έπρεπε να συμβιβαστούν με την απογοήτευση.

Κάποιοι δεν ήταν τόσο καλοί μαθητές όσο άλλοι και έπρεπε να μείνουν στην ίδια τάξη. Δεν υπήρχαν ειδικά τεστ για να περάσουν όλοι.. Τι φρίκη!

Κάναμε διακοπές τρεις μήνες τα καλοκαίρια και περνούσαμε. ατέλειωτες ώρες στην παραλία χωρίς αντιηλιακή κρέμα με δείκτη προστασίας 30 και χωρίς μαθήματα ιστιοπλοΐας, τένις ή γκολφ. Φτιάχναμε όμως φανταστικά κάστρα στην άμμο και ψαρεύαμε με ένα αγκίστρι και μια πετονιά. Ρίχναμε τα κορίτσια κυνηγώντας τα για να τους βάλουμε χέρι, όχι πιάνοντας κουβέντα σε κάποιο chat room και γράφοντας ; ) : D : P

Είχαμε ελευθερία, αποτυχία, επιτυχία και υπευθυνότητα και μέσα από όλα αυτά μάθαμε και ωριμάσαμε.

Αν εσύ είσαι ένας από τους «παλιούς»… συγχαρητήρια! Είχες την τύχη να μεγαλώσεις σαν παιδί…»

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016

Απεργούν τα κοράκια ; Μα πού ζείτε κύριε Σχινά

Είπε πολλά σήμερα το πρωί ο κύριος Σ. Σχινάς* στο "Κόκκινο" ραδιόφωνο. Μάλιστα έγραψε και σχετικό άρθρο. Ανάμεσα στ' άλλα τόνισε με έμφαση πως σήμερα Τετάρτη 13 Γενάρη δεν θα γίνει κανένας πλειστηριασμός γιατί τάχατες απεργούν οι συμβολαιογράφοι. Βέβαια είπε και πολλά άλλα τα οποία όσο ψύχραιμος και νάσαι, αδυνατείς να παρακολουθήσεις. 

Όμως η πρωϊνή μετ' εμφάσεως διαβεβαίωσή του ότι δεν θα γίνουν πλειστηριασμοί διαψεύστηκε σε λίγες ώρες από τον εικονιζόμενο κ. συμβολαιογράφο.


Ο οποίος ούτε λίγο, ούτε πολύ εμφανίστηκε λίγο μετά τις 4μμ στο ειρηνοδικείο Χαλανδρίου προκλητικός με την προσφορά υπό μάλης, κάνοντας τη δουλειά του όπως μας είπε. Στις ήπιες συστάσεις να αποχωρήσει, απάντησε με προκλητικότητα, απειλώντας πως θα φέρει την αστυνομία. 

Τί τόθελε και τόπε... ο αστσλάκωτος κόρακας.. σε λίγα δευτερόλεπτα έφυγε σηκωτός. Και ενώ θάπρεπε να έχει γίνει μπουχός -όπως λένε στο χωριό μου- καθόταν στην πάρα πέρα γωνία, κρυμμένος και παραφύλαγε πότε θα φύγουμε για να κάνει ήσυχος τη δουλειά του. Να δώσει δηλαδή την προσφορά του και να χτυπήσει το σπίτι μια άτυχης γυναίκας (πρώτη κατοικία κύριε Σχινά).

Τώρα περνάει σε δεύτερη μοίρα το ότι παρά τις "υπεύθυνες" διαβεβαιώσεις κάποιοι δεν πείστηκαν και παρουσιάστηκαν στα ειρηνοδικεία. Όπως στο Χαλάνδρι για παράδειγμα όπου ανάμεσα στα άλλα είχαμε κάνει πλατύ κάλεσμα, θεωρώντας τις διαβεβαιώσεις του κ. Σχινά φούσκες. Εμείς από την πρώτη στιγμή επιμείναμε πως θα υπάρξουν απεργοσπάστες και πως πρέπει να κινητοποιηθούμε στα ειρηνοδικεία. Βέβαια πολλοί πιστέψανε τον κ. Σχινά ή θεώρησαν πως όλοι οι συμβολαιογράφοι είναι μαζί μας. Τονίσαμε πως μια κάστα συμβολαιογράφων δεν θα απεργήσει όπως συνέβη στην περίπτωση του Χαλανδρίου. Και επαλήθευτήκαμε. Και μαζί με εμάς υπήρξαν και πολλοί άλλοι που δεν πίστεψαν τον κ. Σχινά. Και αυτοί είμασταν αρκετοί για να σώσουμε ακόμη ένα σπίτι από τα νύχια των αρπαχτικών.

Κινητοποιήθηκαν από όσο μπορέσαμε να δούμε: Μέλη από το ΕΠΑΜ, το Δεν Πληρώνω-Λαϊκής Ενότητα, την Επιτροπή Αγώνα Κηφισιάς, το Δίκτυο Αλληλεγγύης Εξαρχείων, την Πρωτοβουλία Πλειστηριασμοί-Stop αλλά και μέλη του Δημοτικού συμβουλίου Χαλανδρίου όπως και αλληλέγγυοι πολίτες των γύρω περιοχών. Αν παραλείψαμε κάποιους ας μας συγχωρέσουν.



Τώρα από ποιούς ζήτησε και πήρε διαβεβαιώσεις ο κ. Σχινάς αυτός το ξέρει. Πάντως ο εκκαθαριστής της ProBank αποκλείεται να του τις έδοσε. Ούτε λίγο, ούτε πολύ η ProBank έβγαζε σήμερα σε πλειστηριασμό 6 διαμερίσματα. Να μην αναφερθώ σε άλλες τράπεζες. Αυτά τα 6 διαμερίσματα είναι πρώτες κατοικίες κ. Σχινά. Βέβαια εσείς είδατε μόνο το ...πλοίο Και δεν είδατε ακόμη πως σήμερα γίνονταν 74 πλειστηριασμοί στην Αττική και όχι 46 που γράψατε στο άρθρο σας και είπατε στο ραδιόφωνο. Αλήθεια γιατί "απουσιάζουν" από την ανάρτησή σας 2 ακόμη πίνακες πλειστηριασμών;

Η ενημέρωση των πολιτών γύρω από αυτό το καυτό θέμα απαιτεί αλήθειες. Τίποτα άλλο προς το παρόν.

*Στάθης Σχινάς, οικονομικος αναλυτης

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

τρία κείμενα για τα Εξάρχεια

Τα Εξάρχεια δεν είναι για όλους. Και καλά κάνουν.


από το Σπύρο Δαπέργολα

Βέβαια δεν υπάρχει κανένας νόμος που να σε εμποδίζει να κυκλοφορείς στο Κολωνάκι: η οικονομική αδυναμία είναι αυτή που δεν σε αφήνει να κανείς κάτι περισσότερο από το να οδηγείς το παπί σου στους δρόμους του.

Ας αναρωτηθεί ο καθένας και η καθεμιά, σε περίπτωση που είναι μισθωτός/η, άνεργος/η, φτωχός/η χωρίς άκρες, χωρίς θέση εξουσίας χωρίς μια Lifestyle αναγνωρίσιμη μούρη πόσα είναι τα μέρη στα οποία του απαγορεύεται η πρόσβαση.

Δεν θα σου ρίξουν πόρτα αν δοκιμάσεις να κολυμπήσεις σε διάφορες γραφικές παραλίες της Αττικής: είναι η κλειστή πόρτα από το το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας του καπιταλιστή που έχτισε τη βίλα του πάνω στο κύμα που θα σε σταματήσει. Και στην Πολιτεία μπορείς να περπατήσεις και στο Καστρί και στην Εκάλη. Ακόμα κι αν δεν σε σταματήσει το σεκιούριτι (και η εργασία είναι ιερό δικαίωμα, το λέει και το σύνταγμα… ) γρήγορα θα αντιληφθείς ότι αυτά τα μέρη δεν είναι για σένα όσο δεν καταφέρνεις να γίνεις αφεντικό, κρατικός αξιωματούχος, σοβαρός μαφιόζος, Lifestyle παράσιτο ή έως ότου υπομονετικά βάλεις στην άκρη βασικούς μισθούς μερικών εκατοντάδων ετών.Ελάχιστα. Πραγματικά, πολύ λίγα σε όλη την ελληνική επικράτειαΠόσα είναι στην τελική αυτά τα μέρη; Θα αναρωτηθεί η κοινή λογική.

Υπάρχουν μέρη που δεν είναι για όλους, που δεν είναι για αυτούς που βρίσκονται στην βάση της κοινωνίας. Που δεν είναι για τους πολλούς. Όπως ελάχιστοι είναι κι αυτοί που έχουν πλήρη πρόσβαση σε αυτά. Την δυνατότητα (γιατί εκεί είναι το θέμα και όχι στις αστικές κενοδοξίες περί “δικαιωμάτων”) να μπορέσουν να τους κάνουν χρήση. Τα ελάχιστα αυτά μέρη στα οποία η “πλέμπα”, το “πόπολο”, οι προλετάριοι, (οι δικοί μας δηλαδή) δεν μπορούν να πάνε δεν είναι άλλο από τα συμβολικά “βασιλικά κτήματα” της εξουσίας, εκεί που η νέα αριστοκρατία της αστικής τάξης και του κράτους κυνηγάει τα δικά της, τα αποκλειστικά δικά της “ελάφια”, κατά το πρότυπο της φεουδαρχίας. Τόποι που εκτός από το να εξασφαλίζουν καλοπέραση και ασφάλεια για την άρχουσα τάξη, μέσα από καθεστώς της εξαίρεσης, συμβολίζουν την δύναμη και την εξουσία της παντού.

Και τι έγινε στην τελική, υπάρχουν πολύ καλύτερες αμμουδιές από την Ψαρού και μάλιστα τσάμπα. Η Αθήνα είναι γεμάτη μαγαζιά που όσοι έχουν ακόμα ένα μισθό μπορούν να πάνε, οι περισσότερες παραλίες στην αττική είναι ακόμα άχτιστες και χωρίς πλαζ.

Πράγματι υπάρχουν τόσα ελεύθερα βουνά που κάνουν την Αράχωβα να δείχνει δυστοπία με αυθαίρετα. Σε κανέναν από τους πολλούς (με εξαίρεση προφανώς αυτούς που τυχαίνει να ζούν εκεί που “ο βιομήχανος κλείνει μια παραλία”) δεν λείπουν τα κάθε λογής βασιλικά κτήματα. Δεν είναι αυτός ο λόγος που τα ζηλεύουν τόσοι πολλοί εκμεταλλευόμενοι και τα στραβοκοιτάνε κάποιοι άλλοι λίγοι.

Όπως δεν είναι αυτός και ο λόγος που πολιτικοί, καθεστωτικοί δημοσιογράφοι και διανοούμενοι ωρύονται για το “άβατο των Εξαρχείων”. Πέρα από ελάχιστους δεν έχουν κανένα λόγο να θέλουν να κυκλοφορήσουν στα Εξάρχεια. Το πρόβλημα που αναδεικνύεται είναι πως αντίθετα από ότι πιστεύουν οι θαμώνες των “βασιλικών κτημάτων”, ούτε αυτοί τελικά έχουν άνετη πρόσβαση παντού στην κοινωνία την οποία δυναστεύουν. Και το να υπάρχει στο εσωτερικό μιας κατακτημένης περιοχής ένας θύλακας εχθρικός για τους κατακτητές είναι πάντα, από την αυγή της οικονομικής εκμετάλλευσης και της πολιτικής εξουσίας ένα καμπανάκι κινδύνου.

Όποιος δεν εξαρτά την ενημέρωσή του από τα δελτία των 8.00 γνωρίζει καλά ότι την εξουσία στα Εξάρχεια την έχει το ελληνικό κράτος και το οικονομικό σύστημα που υπάρχει στην περιοχή είναι ο καπιταλισμός. Ούτε εκεί αν δεν έχεις φράγκο μπορείς να φας σε ένα εστιατόριο, πολύ περισσότερο στους “Γιάντες”. Δεν υπάρχουν μπλόκα στους δρόμους, ούτε τελωνειακοί σταθμοί κατά την είσοδο (αν και υπάρχουν διμοιρίες των ΜΑΤ με το ανάλογο ύφος). Αρκετοί πλούσιοι ζουν στην περιοχή, ενώ η “ντόπια αστική τάξη του κρατιδίου” (βασικά η βιοτεχνία της διασκέδασης) μια χαρά κονομάει, μπορεί μάλιστα κατά καιρούς να πουλάει και (αληθινή ή μαϊμού) προοδευτικότητα για κάποια ζητήματα ενώ ταυτόχρονα δεν κολλάει ένσημα στους εργάτες της.

Αυτό που διαφοροποιεί τα Εξάρχεια είναι η ιστορική παρουσία του συγκεκριμένου πολιτικοκοινωνικού υποκειμένου και η σφραγίδα που άφησε επί δεκαετίες και αφήνει καθημερινά στην περιοχή. Ένα πολυσχιδές υποκείμενο το ισχυρότερο αλλά όχι πλειοψηφικό κομμάτι του οποίου είναι οι αναρχικοί ( μικρό κομμάτι του αναρχικού κινήματος σε επίπεδο πρωτεύουσας).

Από τις μεγαλύτερες γειτονιές διασκέδασης στο λεκανοπέδιο, συχνά υπο στρατιωτική αστυνομική κατοχή, τα Εξάρχεια είναι το αθηναϊκό μεταπολιτευτικό αντίστοιχο της “αριστερής όχθης” που φυτρώνει στις δυτικές μητροπόλεις. Με το underground στοιχείο, με τη νεολαία, με τη νύχτα,με τους “επαναστάτες” και με τις χιλιάδες αντιφάσεις που ενδημούν στις “αριστερές όχθες” και που συνήθως αποσιωπούνται στις ιστορικές αγιογραφίες τους.. Είναι μια συγκεκριμένη ισορροπία με υλικό όμως χαρακτήρα.

Αυτή η ισορροπία διάκειται εχθρικά σε ανθρώπους της εξουσίας, σε θεματοφύλακες του νόμου, σε φασίστες. Όσοι φαντάζονται ότι πρόκειται για κάποια τουριστική ατραξιόν μπορούν να βρεθούν σε κίνδυνο. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι εκεί επενδύει ένα μέρος της ζωής του ένα κομμάτι της κοινωνίας το οποίο έχει βρει σοβαρούς λόγους να αντιπαλεύει την εξουσία και τους ανθρώπους της. Εκεί η διάχυτη συνθήκη κάνει το ακριβό αυτοκίνητο στόχο αντί για ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, οι επιδείξεις πλούτου δεν εκτιμώνται ιδιαίτερα, τουλάχιστον αυτές που δεν έχουν τη σοφία να μεταμφιεστούν σε μποέμ. Εκεί οι μαφιόζοι αναγκάζονται να βγουν από την αφάνεια “και να κάνουν πιο πέρα” γιατί κάποιοι κουτσά στραβά στέκονται απέναντί τους, εκεί ο αστυνομικός φυλάει κάπως τα νώτα του.

Εν κατακλείδι τα Εξάρχεια είναι μια κατακτημένη περιοχή, υπο πλήρη κρατικό έλεγχο και με συνθήκες άγριου καπιταλισμού στην οποία όμως έχει κερδηθεί ένα έδαφος ελευθερίας. Κι η ελευθερία δαγκώνει.

Είναι κατανοητό να σκανδαλίζεται ο κάθε πολιτικός ή δημοσιογράφος επειδή υπάρχει ένας τόπος που τον εχθρεύεται ακριβώς γιατί είναι στην κορυφή της πυραμίδας, ένας τόπος που η “αναγνωρισιμότητα” αντί να ανοίγει πόρτες φέρνει σφαλιάρες. Είναι λιγότερο κατανοητό αυτή η στάση να εκφράζεται από ανθρώπους της άλλης άκρης της πυραμίδας. Δεν είναι καθόλου κατανοητές διάφορες σχιζοφρενικές κριτικές που αντιμετωπίζουν τους αναρχικούς σαν κάποιου είδους κυβέρνηση των Εξαρχείων ή τα Εξάρχεια σαν την προδομένη Εδέμ της αναρχίας.

“Σοσιαλισμός” σε μία μόνο γειτονιά είναι ανέφικτος και μέχρι η κοινωνία να αποφασίσει να καταλάβει συνολικά “την γή της” είναι ελπίδα για την κοινωνία να υπάρχουν τόποι στον αστικό ιστό που η ζωή για τους από πάνω γίνεται λίγο πιο δύσκολη. Ακόμα κι αν αυτή η δυσκολία περιορίζεται στο να πρέπει να αλλάξουν εστιατόριο, ή να πρέπει να παρκάρουν την πόρσε σε κάποιο πάρκινγκ περιμετρικά ή να πρέπει να μεταφέρουν την πιάτσα των ναρκωτικών “πιο κάτω”. Και για όλους τους λόγους είναι καλό να συνεχίσουν τα Εξάρχεια να είναι αυτό που είναι και να κάνουν τον εαυτό τους πολλά περισσότερα ακόμα. Κι ακόμα καλύτερα, να γίνουν κι άλλα Εξάρχεια, σε άλλα σημεία της πόλης . Κι άλλοι τόποι πολιτικής ζύμωσης, κι άλλοι τόποι συγκέντρωσης ακηδεμόνευτης έκφρασης, κοινωνικού και πολιτικού πλούτου, να γίνουν περισσότερα τα μέρη στα οποία οι εμβληματικές φιγούρες της άλλης πλευράς του κοινωνικού πολέμου θα μπορούν να βγουν για λίγο από το πετσί του ρόλου του κυνηγού και να νοιώσουν όπως νοιώθουν οι πολλοί: θηράματα.


Περί Εξαρχείων ο λόγος
Νίκος Κατσιαούνης


Τελικά ποιος φταίει για την κατάσταση σήμερα στα Εξάρχεια;

Μήπως φταίνε οι ατάλαντοι δημοσιογραφίσκοι φυλλάδων και σοβαροφανών εφημερίδων που λιβελογραφούν ανοήτως εναντίον των Εξαρχείων; Μήπως φταίνε οι φαντασμένοι συγγραφείς της λογοτεχνικής μπουρδολογίας που από τους λόφους του Κολωνακίου βλέπουν, ως άλλοι λεγεωνάριοι του ’44, να τους απειλεί η οργή των άξεστων επαναστατών; Μήπως φταίνε οι επηρμένοι φορείς της εξουσίας που δεν μπορούν να απολαύσουν το μυρωδικό τους τσάϊ και το ταρτάρ σολομού με μους μελιτζάνας στα Εξάρχεια, προσπαθώντας να μην ξεχάσουν ότι υπήρξαν κάποτε οργισμένα νιάτα απέναντι στην κρατική καταπίεση και κατά βάθος λαϊκά παιδιά προλεταριακής ιδιοσυγκρασίας που η άτιμη η ζωή τούς έριξε σε υπουργικούς θώκους; Μήπως φταίνε οι επαναστάτες του πετροπολέμου κάθε Παρασκευή και Σάββατο βράδυ, εκεί που η επανάσταση εξαντλείται στις πέτρες, στους καμένους κάδους και στις μπύρες μέσα στην πλατεία και στα πεζοδρομημένα στενά της αντιεμπορευματοποιημένης (εκτός από μπύρα Άμστελ, τσιγάρα Μάλμπορο, και τα τζιν Λιβάις φυσικά) και εναλλακτικά βαπτιζόμενης νυχτερινής ζωής; Μήπως φταίει η απολιτικοποίηση και η ανωριμότητα των κινηματικών φορέων και ατόμων που στο όνομα της διαρκούς εξέγερσης εναντίων όλων (το μόνο που αφήνουν είναι η σιγουριά για τον εαυτό τους) κάνουν τα στραβά μάτια, θέλοντας να έχουν και οι ίδιοι τις δικές τους στρατιές των, κατά Λένιν, χρήσιμων ηλιθίων για την έφοδο στα ανάκτορα τη μεγάλη νύχτα, αλλά και την εξυπηρέτηση των ιδιοτελών τους βλέψεων που την καλύπτουν με επαναστατική φρασεολογία. Μήπως φταίνε τα καλέσματα των ιδεαλιστών μηδενιστών που νομίζουν ότι ο κόσμος είναι ένα κόμικ με καλούς και κακούς και οι ίδιοι οι σούπερ ήρωες που θα τον σώσουν και θα επιβάλουν δια της βίας την ελευθερία (!); Μήπως φταίνε τα καλέσματα για το μπογιάτισμα, σε χρώμα της αρεσκείας μας, του Δεκέμβρη, που από μήνας μιας εξέγερσης κατήντησε η μίζερη πεζοπορία των πολιτικών γκρουπούσκουλων;

Η ζωή εν μύθοις επενεργεί στην ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία δίνοντας νόημα και ένα μαντήλι για τα δάκρυα των παροντικών και μελλοντικών ματαιώσεων και ονειρώξεων, ατομικών και συλλογικών. Τα Εξάρχεια, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση και πέρα, ήταν πάντα ένας χώρος που είτε έβραζε από ζωή είτε έβραζε στο ζουμί του. Επαναστάτες, ποιητές, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, φρικιά, νεοχίπηδες, πάνκηδες, ροκάδες, μεταλάδες, τρανσάδες, πρεζάκια, λογοτέχνες, τρομοκράτες, εκδότες, σκηνοθέτες, λαϊκοί, σκυλάδες, όλοι έχουν μια ιστορία να διηγηθούν για τα Εξάρχεια στην παρέα τους και πριν πέσουν το βράδυ για ύπνο.

Ένας από τους διανοούμενους, τουλάχιστον αυτούς που ήξεραν τι έγραφαν, σημείωσε κάπου στα τέλη του 1980 ότι «η πλατεία Εξαρχείων έγινε η προέκταση της πλατείας Κολωνακίου». Τι να εννοούσε άραγε; Γιατί αυτή η ταύτιση ειδικά για μια περίοδο των Εξαρχείων που καλύπτεται από την πραγματικότητα του μύθου της δημιουργικής αναζήτησης, του δημιουργικού αναστοχασμού και του ανατρεπτικού πράττειν, που κατέληξε στην καταναλωτική μανία τόσο των εμπορευμάτων όσο και των σημασιών που συγκροτούσαν άτομα και κοινωνία, πλατεία και πλατειακούς.

Τα Εξάρχεια έχουν γίνει το άλλοθι της εξουσίας για την επιβολή της ασφάλειας και για την αναζήτηση του εσωτερικού εχθρού, το άλλοθι των νοικοκυραίων για να έχουν να βρίζουν επειδή η νιότη τούς έταξε πως θα γινόταν άλλοι, και το άλλοθι των επαναστατημένων για κοινωνική απεύθυνση και μητρική φωλιά. Για την εξουσία είναι το γαλατικό χωριό που πρέπει να εξαφανιστεί ενώ για τους «μύστες» της εξεγερσιακής μανιοκατάθλιψης ο χώρος που οι ίδιοι και άλλος κανείς δεν πρέπει να έχει τον λόγο μιας και «το δίκιο το έχουν οι εξεγερμένοι κι όχι οι ρουφιάνοι και οι προσκυνημένοι». Μόνο που μπορεί να προσκυνάμε εύκολα τα ομοιώματα και τις φαντασιώσεις μπροστά από τον καθρέφτη μας. Ειδικά όταν φεύγουμε από την καταπίεση της οικογενειακής θαλπωρής ή άμα τη επιστροφή από τη μισθωτή εργασία, όπου εκεί θα πρέπει να είμαστε τύπος και υπογραμμός.

Τι θα γίνει τελικά με τα Εξάρχεια; Πολλοί αναρωτιούνται τις τελευταίες ημέρες, είτε για λόγους αγωνίας είτε για λόγους διατεταγμένης υπηρεσίας. Μόνο που αυτή η συζήτηση κρατάει καλά εδώ και 40 χρόνια και τα ερωτήματα παραμένουν στη ρητορική τους διάσταση. Αυτό που προς το παρόν μπορεί να γίνει είναι τα Εξάρχεια να εξακολουθήσουν να αποτελούν το μητροπολιτικό χωνευτήρι των κάθε λογής επιλογών (εξουσιαστικών και μη) και η κολυμπήθρα του Σιλωάμ της δημιουργικότητας και της βλακείας. Εξάλλου, ποιος να αναρωτηθεί και να πράξει σοβαρά σε μια περίοδο που η κρίση έχει απογυμνώσει τα πάντα φτάνοντας έως και τα βάθη της ύπαρξης;

Ας το παίξουμε και εμείς κουλτουριάρηδες ποιητές της πλατείας Εξαρχείων και ας κλείσουμε το κείμενο δαύτο, όχι με μια πρόταση (εξάλλου οι συνταγογράφοι της κοινωνικής εξέγερσης μάς έχουν πνίξει το τελευταίο διάστημα) αλλά με ένα ποίημα:

Ο πόλεμος δεν μου πήρε τίποτα
Έχασα τη ζωή μου εν ειρήνη
Αλλάζοντας καταφύγια
Έμαθα τον αποχαιρετισμό σ’ όλες τις γλώσσες
Ξέρω
Τη λευτεριά δεν την κερδίζεις φεύγοντας
Ούτε γυρίζοντας τον διακόπτη σβήνοντας το μυαλό
Τα δάση που κρυβόμαστε αύριο θα πιάσουνε φωτιά
Και μεις θα βγούμε κλαίγοντας έξω από τούτες τις σελίδες
Όσοι θα ζήσουν θα ζήσουν έξω από τις σπηλιές

Υ.Γ.: Το ποίημα είναι του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου


τρείς φωτογραφίες από την ιστορία των Εξαρχείων

Νίκος Σκοπλάκης 

Οι τρεις φωτογραφίες που συνοδεύουν την ανάρτηση, σχετίζονται με ιστορίες εξόχως πολιτικές και βαθιά ανθρώπινες· ίσως κάποιοι τις θεωρούν ενοχλητικά παλιές ή οριστικά φθαρμένες από τη λήθη. Ωστόσο, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, είναι ζωντανό κομμάτι της πόλης στην οποία ζούμε, κινούμαστε, υποφέρουμε ή ελπίζουμε. Είναι απόηχοι πράξεων που διακρίθηκαν από «ηρωική αυτοθυσία» και «ρομαντικό βολονταρισμό» πολύ νέων, τότε, ανθρώπων· όχι ότι οι ίδιοι το αντιλήφθηκαν ποτέ έτσι: θεωρούσαν αυτονόητη την υπεράσπιση της αντίστασής τους και άλλων ανθρώπων, «τοις ένδον ρήμασι πειθόμενοι». Άλλωστε, ποτέ δεν διεκδίκησαν πρωταγωνιστικούς ρόλους, ηγετικές θέσεις, έγκυρα φωτοστέφανα. 

Όλοι και όλες τους ήταν φοιτητές και φοιτήτριες, μαθητές και μαθήτριες από διάφορες περιοχές της Αθήνας και του Πειραιά, με οργανική ή βοηθητική θέση στον περίφημο «Λόχο Μπάιρον» τον Δεκέμβριο του 1944. Κατά την τελευταία φάση των μαχών στην Αθήνα, όταν ο «Λόχος Μπάιρον» αναγκάζεται να εγκαταλείψει τελείως το Πολυτεχνείο, αυτή η ομάδα προωθείται συντεταγμένα στην περιοχή των Εξαρχείων τις παραμονές Χριστουγέννων του 1944. «Βαλτετσίου τσίου-τσίου» τραγουδούσαν σε δρόμους γεμάτους από βρετανικά τεθωρακισμένα κι από πίσω τους ως «εθνοφύλακες» οι ένοπλοι δοσίλογοι της κατοχής, που είχαν γίνει εν τω μεταξύ «παπανδρεϊκοί». 

Μετά τις μάχες του Χημείου, στις 30 Δεκεμβρίου 1944, κατορθώνουν να μπουν σε μια γειτονική πολυκατοικία, στη γωνία των οδών Μαυρομιχάλη και Ναυαρίνου και καταφεύγουν σ’ ένα άδειο ισόγειο διαμέρισμα στην πρόσοψη της πολυκατοικίας. Ανήμερα την πρωτοχρονιά του 1945, ένα βρετανικό τεθωρακισμένο βάλλει πάνω στον εξωτερικό τοίχο και τον γκρεμίζει: νεκροί και βαριά τραυματίες, ανάμεσά τους ο Γιάννης, επίλεκτο μέλος της φοιτητικής Αντίστασης και του «Λόχου Μπάιρον», ο οποίος έχασε το αριστερό μάτι του από θραύσμα βλήματος. Επέζησε και διωγμένος από το μεταδεκεμβριανό (παρα)κράτος ζήτησε άσυλο στο Παρίσι, όπου έγινε γνωστός για τις πρωτοποριακές μουσικές συνθέσεις του ως Ιάνης Ξενάκης. 

Στόχος των βρετανικών δυνάμεων από τα Χριστούγεννα του 1944 ήταν ένας: να προστατέψουν τους Χίτες και τον 2ο λόχο χωροφυλακής, οι οποίοι από την αρχή της εξέγερσης ήταν οχυρωμένοι στο συγκρότημα του Χημείου. Τέσσερα τεθωρακισμένα, ένα τάγμα HLI, δύο ίλες του 50ου συντάγματος αρμάτων, τρεις λόχοι «εθνοφυλάκων» σφυροκοπούν τα παιδιά του «Μπάιρον». Όσοι γλιτώνουν από την επίθεση στην πολυκατοικία της οδού Ναυαρίνου, φτάνουν ανοίγοντας τρύπες στους τοίχους στην κοντινή πολυκατοικία της οδού Διδότου 47, που έχει εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους της. Στις 3 Ιανουαρίου 1945, ημέρα γενικής αντεπίθεσης των βρετανικών στρατευμάτων στην περιοχή, ένα άλλο τεθωρακισμένο βομβαρδίζει την εξαώροφη πολυκατοικία, η οποία παραδόθηκε στις φλόγες και καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς. Οι Βρετανοί και οι «εθνοφύλακες» δεν μπόρεσαν να εισέλθουν στα υπόγεια, όπου βρίσκονταν όσοι είχαν απομείνει από αυτή την ομάδα του «Λόχου Μπάιρον», οι οποίοι απέδρασαν, τρυπώντας πάλι τους ενδιάμεσους τοίχους των κτηρίων, προς την οδό Χαριλάου Τρικούπη τα μεσάνυχτα της 3ης προς 4η Ιανουαρίου 1945. 

1η φωτογραφία: η πολυκατοικία στη γωνία των οδών Ναυαρίνου και Μαυρομιχάλη σώζεται μέχρι σήμερα (εδώ σε φωτογραφία από τη δεκαετία του ’90). 


2η φωτογραφία: έχει τραβηχτεί από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Κλωντ Ματόν, το πρωινό της 5ης Ιαν. 1945. Φαίνεται η κατεστραμμένη πολυκατοικία της Διδότου 47. Αριστερά της πολυκατοικίας, κτίριο ιδιωτικού εκπαιδευτηρίου, το οποίο γκρεμίστηκε τη δεκαετία του '50. Το δεύτερο νεοκλασικό στα δεξιά, Διδότου 50 και Χαριλάου Τρικούπη 46, είναι το φαρμακείο απ' όπου δραπέτευσαν οι τελευταίοι του «Μπάιρον». Τη δεκαετία του '50 χτίστηκε εκεί πολυκατοικία. Στο βάθος της φωτογραφίας, διακρίνεται η, κάτω από την Χαριλάου Τρικούπη, πολυκατοικία της Διδότου 53, η οποία σώζεται και σήμερα. Ο Κλωντ Ματόν συνδεόταν στενά με τον τότε διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, Οκτάβιο Μερλιέ, ο οποίος έσωσε πολύ κόσμο από τα νύχια του μεταδεκεμβριανού (παρα)κράτους. 


3η φωτογραφία: το μπροστινό, ολοσχερώς κατεστραμμένο τμήμα της πολυκατοικίας στην οδό Διδότου 47· δημοσιεύτηκε στον αθηναϊκό τύπο το 1945. Το μπροστινό τμήμα της πολυκατοικίας αποκαταστάθηκε με διαφορετικό τρόπο το 1946 και σώζεται μέχρι σήμερα. 

Μια αγκαλιά από όνειρα (αναδημοσίευση)

~ Αντώνης Μιζαντζίδης 

Τα βράδια έχεις μια παράξενη συνήθεια. 
Γίνεσαι αέρας ή συναίσθημα. 
Συναίσθημα…
Συναίσθημα από αυτά που σε αρπάζουν από το χέρι 
Δίχως να σε ρωτήσουν. 
Και σε ταξιδεύουν. 
Σε πάνε σε μέρη όπου ο πόνος είναι φίλος, 
Η χαρά και η μελαγχολία παίζουν πιασμένες από το χέρι. 
Και μετά 
Γίνεσαι αναμνήσεις. 
Αναμνήσεις που δεν έχουν όρια. 
Μόνο χαμόγελα και δάκρυα. 
Οι ώρες κυλούν κι η μορφή σου αλλάζει πάλι. 
Γίνεσαι σκληρή… 
Έχεις το άρωμα ανθισμένης προσμονής 
Και φέρνεις λησμονιά. 
Βαραίνεις το νου με όμορφες στιγμές. 
Και μετά τις κλέβεις. 
Και μου αφήνεις ένα κενό. 
Που κανένα όνειρο δεν μπορεί να γεμίσει. 
Μ’ αφήνεις να θυμάμαι το πόσο μόνος είμαι. 
Κι ίσως να είναι αυτό που δεν μπορώ να σου συγχωρήσω. 
Πως κάποτε, μ’ έκανες να μην βλέπω την πικρή εικόνα της μοναξιάς. 
Κι αυτό που πονάει, 
Είναι πως μ’ άφησες να παλεύω μονάχος μ’ αυτό που μου χάρισες. 
Κι εγώ δεν ξέρω τι να κάνω 
Γιατί πότε γίνεσαι αεράκι, πότε συναισθήματα και πότε αναμνήσεις. 
Αλλά, μόλις περάσει λίγο η ώρα 
Και η ηρεμία έρθει και γδύσει την ψυχή μου, 
Γίνομαι κι εγώ αέρας, ή συναίσθημα. 
Και πετάω σε κάτι κόσμους… 
Κάτι κόσμους περίεργους ή παράξενους θα τους έλεγε κανείς. 
Είναι μέρη που τα έχω φτιάξει με κόπο 
Κι έχω βάλει τα πιο όμορφα μου χρώματα. 
Μα έχω μια γωνίτσα πιο δική μου από τις άλλες 
Που την έχω βάψει μαύρο, με βαθύ γαλάζιο και βαθύ μωβ 
Κάθομαι εκεί και ξεχνιέμαι με τις ελπίδες που μετράνε τ’αστέρια. 
Κι από εκεί πέρα, κλέβω λίγο λίγο το υλικό του κόσμου μου. 
Κλέβω κομματάκια του και τα φέρνω στον κόσμο αυτό. 
Να χαρίσω ένα κομματάκι από το υλικό με το οποίο φτιάχνονται τα όνειρα 
Σε κάποιον το έχει πιο πολύ ανάγκη. 
Κι αυτοί μου λένε ευχαριστώ… 
Πόσο ανήξεροι είναι… 
Πόσο αθώοι γίνονται… 
Θα θυσίαζαν ότι πιο σημαντικό έχουν για ένα ξερό όνειρο. 
Εκτός από τον χρόνο τους ίσως, για να φτιάξουν ένα δικό τους… 
Γιατί γίνεσαι μελαγχολία; 
Γιατί γίνεσαι απουσία, χαμόγελο, λησμονιά, αγάπη..; 
Γιατί δεν αποκτάς μορφή, να σε νιώσω δίπλα μου και να σ’αγγίξω..; 
Να χαϊδέψω τα μαλλιά σου, να σε δω να κλείνεις τα μάτια σου. 
Κι ίσως να χαμογελάς. 
Να σε δω να χαμογελάς για εμένα… 
Να μου δώσεις αυτό το δώρο κι εγώ να σου χαρίσω μια αγκαλιά από όνειρα… 
Μα στο τέλος, ότι και να γίνει 
Βρίσκομαι πάλι μόνος σ’ ένα άδειο δωμάτιο. 
Να χαζεύω κάποια εικόνα του εαυτού μου. 
Και να ζυγίζω καταστάσεις. 
Και στο τέλος 
Πάλι να σου θυμώνω… 
Γιατί μ’ έκανες κάποτε να μην αισθάνομαι μοναξιά 
Και μ’ άφησες μόνο μου να το θυμάμαι…

Η Αβάσταχτη Βαρύτητα Του Κούντερα (αναδημοσίευση)


από τον Γελωτοποιό
Ο έρωτας ξεκινάει με μια μεταφορά.
Ο έρωτας ξεκινά όταν μια γυναίκα 
εγγράφεται στην ποιητική μας μνήμη.
Μίλαν Κούντερα, Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι

Πρώτα είναι εκείνο το χαμόγελο. Κοντά μαλλιά, μεγάλα μάτια και πέντε τόνοι αυτοπεποίθησης. Μαλβίνα τη λένε.

Είναι πολύ μεγάλη, σαραντάρα ίσως, αλλά σε γοητεύει. Και σου τη σπάει. Δεν ξέρεις γιατί στέκεσαι να την ακούσεις, κάθε φορά που περνάς μπρος απ” την οθόνη. Αλλά μένεις.

Δεν δείχνει τα βυζιά της ούτε φοράει κοντή φούστα. Μόνο μιλάει -και χαμογελάει σαν τον γάτο του Τσέσαϊρ.

Είσαι 19 και τα “χεις με την αδελφή του μπασίστα του συγκροτήματος που παίζεις. Είναι σίγουρα πολύ πιο όμορφη. Δεκάξι χρονών. Θα μπορούσαν να σε πάνε μέσα, για αποπλάνηση.

Όμως έχει κάτι σαγηνευτικό εκείνη η σαραντάρα με το πλατύ χαμόγελο, κάτι που σου γρατζουνάει το νου και τη λίμπιντο

Δεν θ” αυνανιστείς στην τουαλέτα κοιτώντας φωτογραφίες της. Αλλά θα τη θυμάσαι πολύ περισσότερο καιρό απ” το κορίτσι του Playboy, τεύχος Αυγούστου, του 1994.

Σε κοιτάει στα μάτια (απ” την οθόνη) και λέει: «Όπως είπε κι ο Κούντερα…»
Πριν τελειώσει η εκπομπή αναφέρει άλλα δύο τσιτάτα του Κούντερα κι ύστερα η κάμερα δείχνει το πολύφωτο.

Εσύ τότε διαβάζεις Κάφκα, ξανά και ξανά, τον Κούντερα δεν τον ξέρεις. Διαβάζεις και Χένρι Μίλλερ κι ύστερα πηγαίνεις στο χειροποίητο στούντιο και παίζετε κομμάτια που μοιάζουν μ” εκείνα των Rage Against The Machine.

Έρχεται η αδελφή του μπασίστα να σας ακούσει κι εσύ της λες να κόψει τα μαλλιά της κοντά, σαν της Μαλβίνας. Τσαντίζεται. Και τα φτιάχνει με τον κιθαρίστα. Θρηνείς για ένα μήνα. Μετά πηγαίνεις φαντάρος.

~~{}~~

Έχεις ΣουΚου (Σαββατοκύριακο) άδεια. Κοιμάσαι στο σπίτι ενός παλιού συμμαθητή, κάπου στο Θησείο. Πάνω απ” το κρεβάτι του έχει κολλημένη μια αφίσα απ” τη «Διπλή Ζωή της Βερόνικας».

Πίνετε πολύ, καπνίζετε περισσότερο, άφιλτρα Gitanes, μιλάτε για τα πάντα και για όλα εκείνα που είναι πέρα απ” τα πάντα. Εσύ είσαι μόνος. Ο Χρήστος τα “χει με μια μεγάλη, πάνω από τριάντα. Θα τον αφήσει σύντομα, για να βρει κάποιον να κάνει οικογένεια, αλλά ο Χρήστος δεν το ξέρει ακόμα.

Πριν κοιμηθείτε διαλέγει ταινία.
– Έχεις δει την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι;
– Τι είναι;
– Του Κούντερα.

Θυμάσαι τη Μαλβίνα. Του λες να βάλει την κασέτα στο βίντεο.
Βλέπεις τον Ντάνιελ ντε Λούις και τη Μπινός, κι εκείνη τη Σαμπίνα, την πιο ερωτική γυναίκα που έχει περπατήσει στη φαντασία των αντρών -μετά την Εύα και την Ελένη.
Ο Χρήστος ροχαλίζει, πέφτουν τίτλοι τέλους, κι εσύ είσαι ερωτευμένος μ” ένα φάντασμα. Με καπέλο.

~~{}~~

Ο Κούντερα μίσησε την ταινία του Κάουφμαν. Μετά από αυτή απαγόρευσε να γίνονται κινηματογραφικές διασκευές των έργων του.
Δικαιώμα σας, αλλά συγνώμη, κύριε Κούντερα: Είστε ηλίθιος -παρότι μεγαλοφυής.

~~{}~~

Πηγαίνεις στη δημοτική βιβλιοθήκη των Χανίων και παίρνεις την Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι, το βιβλίο με τον καλύτερο τίτλο που έχει υπάρξει. Όταν το τελειώνεις, και πολύ πριν, καταλαβαίνεις ότι διάβασες ένα απ” τα καλύτερα βιβλία που έχουν γραφτεί, κάτι που μόνο «εμπειρία ζωής» μπορείς να το πεις.

Και τότε τυχαίνει να γνωρίσεις ένα κορίτσι απ” την Ιρλανδία. Δουλεύει σε κωλόμπαρο κι εσύ μπαίνεις εκεί χωρίς να “χεις φράγκο στην τσέπη. Σε κερνάει μπύρα και μιλάτε για τον Τζέιμς Τζόις. Ο ιδιοκτήτης σε κοιτάει με περιφρόνηση.

Το βράδυ, στο δωμάτιο της, καθώς σε πλησιάζει, φορώντας μόνο τα εσώρουχα, λεπτή με φακίδες, αλλά έμπειρη, νιώθεις να είσαι θήραμα -και θηρευτής.
Σου επιτίθεται. Της ορμάς. Και καταβροχθίζεστε. Πεθαίνετε μαζί.

~~{}~~

Τα χρόνια περνούν. Η ζωή γλιστράει ανάμεσα απ” τα μάτια σου, αλλά υπάρχει πάντα η αγάπη, ο έρωτας, το σεξ, κι ο πόθος, εκείνο το κομμάτι που κολλάει στο μυαλό σου και δεν σ” αφήνει να τ” αφήσεις.

Διαβάζεις κι άλλα βιβλία του Κούντερα, ενισχύοντας την ελαφρότητα της βαρύτητας, σκοτώνοντας τη Μαλβίνα που τόσο αγάπησες, εκείνη τη σαραντάρα με τα κοντά μαλλιά.

Κι είσαι πια, μια νύχτα του φθινοπώρου, σαράντα χρονών, too old to lose it, too young to choose it, όπως τραγουδάει ο άνθρωπος με τα δυο μάτια.

Κοιμάσαι στο ίδιο σπίτι μ” ένα κορίτσι που έχεις ερωτευτεί και παντρεύτηκες. Έχει την ίδια ηλικία με τη Μαλβίνα που θυμάσαι και είναι τόσο ερωτική όσο η Σαμπίνα που φαντάζεσαι.

Κάποιες νύχτες νιώθεις σαν ήρωας από μυθιστόρημα του Κούντερα. Χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, πέρα απ” τον πόθο, τον έρωτα, την αγάπη για τη ζωή.

Και λες:
«Αν όλοι οι άνθρωποι ήταν ερωτευμένοι. Αν όλοι ήταν ελεύθεροι να κάνουν έρωτα με όποιον θέλουν. Αν ήταν έτσι… Δεν θα υπήρχε πόλεμος.»

Είναι χαζό, γελοίο, μοιάζει με τσιτάτο του Κούντερα που λέει η Μαλβίνα σε τηλεοπτική εκπομπή, μοιάζει με μονόλογο σε ταινία του Κάουφμαν, μοιάζει με τα χαζά λόγια που λένε αυτοί που κοιμούνται ικανοποιημένοι ερωτικά, γεμάτοι, χαμογελαστοί, σαν τον γάτο του Τσέσαϊρ.

Είναι η αβάσταχτη ελαφρότητα και η βαρύτητα, είναι να ποθείς.
Ναι, κάπως έτσι πλάστηκε ο κόσμος, με πόθο, έρωτα, όνειρα και κάποιον που είπε ότι θα τ” αλλάξει όλα.
Τρελός ήταν, ερωτευμένος, μπορεί και να ηττήθηκε.

Αλλά τον κόσμο τον άλλαξε.

Ο επίλογος της τραγωδίας (αναδημοσίευση)

ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΙΛΙΑΡΔΟΣ


...Χειρότερο από το να μη γνωρίζει μία χώρα την ιστορία της και τα λάθη που έκανε, είναι η άγνοια του τι έχει ή τι θα χάσει – αποτελεί δε το άκρον άωτο της ανοησίας να καίει περιουσιακά στοιχεία άνω του 1 τρις €, έναντι δανείων 300 δις €...

«Οι πραγματικές αιτίες της οικονομικής επιτυχίας της Γερμανίας είναι το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων, η μικρή άνοδος των τιμών των ακινήτων, καθώς επίσης η επέκταση της γερμανικής βιομηχανίας στην Ανατολική Ευρώπη.Τα δύο πρώτα κατέστησαν εφικτή τη στασιμότητα των μισθών των Γερμανών εργαζομένων μετά το 2000 – αφού μόνο για την παιδεία η Γερμανία δαπανά 1% του ΑΕΠ λιγότερα από τη Γαλλία, ενώ τα ακίνητα στη Γερμανία κοστίζουν τρεις φορές χαμηλότερα σε σχέση με τη Γαλλία.

Το τρίτο είχε σαν αποτέλεσμα την παραγωγή φθηνότερων προϊόντων, λόγω των χαμηλών μισθών στις συγκεκριμένες χώρες – αφού μέχρι πρόσφατα οι αμοιβές των εργαζομένων στην Πολωνία ήταν σχεδόν στο 10% των γαλλικών. Εάν λοιπόν κατασκευάζει κανείς προϊόντα στην Πολωνία αντί στη Γαλλία, αποκτά ένα τεράστιο πλεονέκτημα κόστους στις διεθνείς αγορές – το οποίο εκμεταλλεύθηκε η γερμανική βιομηχανία, ανταγωνιζόμενη μέσω αυτού ακόμη και την Κίνα.

Η κρίση χρέους τώρα της Ευρωζώνης προκάλεσε μία γιγαντιαία μεταφορά ευημερίας από όλες τις χώρες προς τη Γερμανία. Το γερμανικό δημόσιο ωφελήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την εισροή κεφαλαίων στο ασφαλές γερμανικό λιμάνι, αφού μειώνονταν συνεχώς τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων, έως ότου σχεδόν μηδενίσθηκαν. Μόνο από τη μείωση των επιτοκίων δανεισμού της μετά το 2008 η Γερμανία κέρδισε 193 δις € (πηγή) – ενώ ο ιδιωτικός της τομέας χρηματοδοτείται με τα χαμηλότερα επιτόκια στην ιστορία του, έχοντας άφθονα κεφάλαια στη διάθεση του.

Ένα επόμενο πλεονέκτημα της κρίσης για τη Γερμανία είναι η μετανάστευση νέων ανθρώπων από την Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία κλπ. – γεγονός που επέλυσε το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας λόγω του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων, χωρίς να της κοστίσει ούτε ένα Σεντ.

Ειδικότερα, για να φροντίσει κανείς έναν άνθρωπο έως το 20ο έτος της ηλικίας του στην Ευρώπη, χρειάζεται περίπου 200.000 € – για να τον σπουδάσει σε ανώτατα επίπεδα πολύ περισσότερα. Επομένως, η μετεγκατάσταση των εργαζομένων από τις χώρες της περιφέρειας προς τη Γερμανία, ειδικά αυτών με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, αποτέλεσε ουσιαστικά μία γιγαντιαία αναδιανομή πλούτου εντός της Ευρωζώνης – προς όφελος της.

Τα τεράστια πλεονάσματα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών της Γερμανίας (άνω των 250 δις €), τεκμηριώνουν όλα τα παραπάνω – ενώ, επειδή τα πλεονάσματα πρέπει υποχρεωτικά να επενδύονται στο εξωτερικό, η Γερμανία «αναγκάζεται» να εξαγοράζει τις άλλες χώρες, έχοντας τεράστια επενδυτικά κεφάλαια στη διάθεση της.

Διαφορετικά θα έπρεπε να τις δανείζει, διακινδυνεύοντας να χάσει τα κεφάλαια της, οπότε η κρίση χρέους τη διευκολύνει και σε αυτό το σημείο – αφού, εάν δεν υπήρχε, οι άλλες χώρες δεν θα της πουλούσαν τη δημόσια και ιδιωτική τους περιουσία, πόσο μάλλον στις εξευτελιστικές τιμές που διαπιστώνονται στην Πορτογαλία, στην Ελλάδα κοκ. 

Χωρίς τις χρηματοοικονομικές μεταφορές λοιπόν εντός της νομισματικής ένωσης, από τις πλεονασματικές χώρες προς τις ελλειμματικές, έτσι ώστε να αποκατασταθεί η ισορροπία, οι ασυμμετρίες θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο – ενώ οι χώρες που απομυζούνται αχόρταγα από τη Γερμανία κάποια στιγμή θα αντιδράσουν, οπότε η Ευρωζώνη θα καταρρεύσει.» (G. Duval με παρεμβάσεις).
.
Ανάλυση
Το 2010 η Ευρωζώνη, με ηγέτη τη Γερμανία, έδειξε για πρώτη φορά το εφιαλτικά σκοτεινό της πρόσωπο, το οποίο αντίκρισε τότε η Ελλάδα – όταν η καγκελάριος αρνήθηκε την απαιτούμενη αλληλεγγύη, αφενός μεν εγκρίνοντας στη χώρα μας ένα δάνειο με τοκογλυφικό επιτόκιο, αφετέρου επιβάλλοντας της το ΔΝΤ.

Βοηθούμενη λοιπόν από το σκόπιμα διογκωμένο έλλειμμα του προϋπολογισμού εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, κατάφερε αφενός μεν να διασώσει τις τράπεζες της, μεταφέροντας τα δάνεια τους προς τους Ευρωπαίους Πολίτες, αφετέρου να παγιδεύσει τις Η.Π.Α. – μέσω της συμμετοχής του ΔΝΤ σε μία διαδικασία, η οποία νόμιζε πως θα το ωφελούσε, ενώ τελικά ανέλαβε ανόητα τη βρώμικη δουλειά για λογαριασμό της καγκελαρίου.

Λίγο αργότερα, στα τέλη του 2010, η ΕΚΤ έδειξε επίσης για πρώτη φορά το κακό της πρόσωπο, όταν εκβίασε τους Ιρλανδούς Πολίτες να αναλάβουν τα χρέη των τραπεζών τους (άρθρο) – ενώ το ΔΝΤ οδηγήθηκε σε ακόμη περισσότερες παγίδες, αναλαμβάνοντας το ρόλο του μπράβου στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία.

Ειδικότερα η ΕΚΤ, υπηρετώντας από το ξεκίνημα της Ευρωζώνης την πρωσική Γερμανία («το βρώμικο μυστικό»), εξελίχθηκε τελικά στο δυνάστη ολόκληρης της ευρωπαϊκής περιφέρειας – δολοφονώντας την Κύπρο το 2013, καθώς επίσης την Ελλάδα το 2015, μέσω του κλεισίματος των τραπεζών τους, της ληστείας των μετόχων τους, καθώς επίσης της σκανδαλώδους εξαγοράς τους (άρθρο).

Έτσι οι χώρες της Ευρωζώνης, εν πρώτοις αυτές του Νότου, ευρίσκονται αντιμέτωπες με δύο αιμοβόρα, αποτρόπαια τέρατα – τα οποία υπηρετούν αφενός μεν τη γερμανική βιομηχανία, αφετέρου το χρηματοπιστωτικό κτήνος. Μετατρέπονται λοιπόν η μία μετά την άλλη σε κατεχόμενες, άβουλες αποικίες, αφού εξαγοράζονται σταδιακά όλα τα πολύτιμα περιουσιακά τους στοιχεία, ενώ διοικούνται απολυταρχικά από την Τρόικα – καθώς επίσης σε περιοχές χαμηλού εργατικού κόστους, για την εξασφάλιση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της Γερμανίας απέναντι στον υπόλοιπο πλανήτη.

Στο συγκεκριμένο σημείο προηγείται η Πορτογαλία (άρθρο), η οποία έχει ήδη μετατραπεί σε μία χώρα της Lidl – κάτι που απέφυγε η Ιρλανδία, επειδή αποτελεί προπύργιο των αμερικανικών επιχειρήσεων στην Ευρώπη, καθώς επίσης έως το 2015 η Ελλάδα, λόγω του ότι υπήρξαν πολλές «αντιμνημονιακές» αντιδράσεις.

Η χώρα μας όμως, μετά την εκλογή μίας κυβέρνησης που δεν τήρησε απολύτως τίποτα από όσα υποσχέθηκε, ενώ την οδήγησε σκόπιμα (προδοτικά) στο αδιέξοδο του τρίτου μνημονίου, φαίνεται πως θα ακολουθήσει τελικά τα ίχνη της Πορτογαλίας – κάτι που έχει ήδη δρομολογηθεί, με την λεηλασία των τραπεζών της, με την πώληση των αεροδρομίων στη Γερμανία, με την ολοκληρωτική απελευθέρωση των κατασχέσεων και των πλειστηριασμών, καθώς επίσης με αυτά που θα ακολουθήσουν το 2016 (πρόβλεψη).
.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση
Περαιτέρω, το 2015 η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξε επίσης το εφιαλτικό, άθλιο πρόσωπο της – στο θέμα των προσφυγικών κυμάτων, όπου η μία χώρα μετά την άλλη άρχισαν να κλείνουν τα σύνορα τους, με κίνδυνο να μετατραπούν οι υπόλοιπες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ακόμη χειρότερα, η Ελλάδα πιέζεται να μοιρασθεί τη διαφύλαξη των συνόρων της με άλλες, ξένες δυνάμεις – ενώ έμμεσα προσφέρεται στην Τουρκία η δυνατότητα να απαιτήσει μέρος του Αιγαίου, ως αντάλλαγμα για την παροχή βοήθειας στην Ευρώπη, στο θέμα των προσφύγων.

Με δεδομένο δε το ότι, στη Μ. Βρετανία επικρατούν οι ψήφοι υπέρ της εξόδου από την ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Ένωση τίθεται επίσης σε αμφισβήτηση – ενώ όλο και περισσότερες χώρες της ηπείρου μας δεν θέλουν να υπαχθούν ούτε σε αυτήν, ούτε στην Ευρωζώνη, κατανοώντας πως δεν είναι προς το συμφέρον των οικονομιών τους.

Το τρίτο εφιαλτικό σενάριο που ευρίσκεται σε εξέλιξη είναι το γεγονός πως, παρά το ότι όλοι περιμένουν τη διάλυση της Ευρωζώνης είτε από τη Γαλλία, εάν τυχόν εκλεγεί το Εθνικό Μέτωπο της κυρίας Le Pen, είτε από την Ιταλία, επειδή δεν φαίνεται να έχει άλλη επιλογή, η μοναδική χώρα που προετοιμάζεται για κάτι τέτοιο είναι η Γερμανία – έχοντας ήδη στο συρτάρι της ένα σχέδιο Β. Υπενθυμίζουμε δε τα λόγια του Βρετανού N. Ridley το 1990, σύμφωνα με τον οποίο «Η σχεδιαζόμενη νομισματική ένωση είναι μία γερμανική συνωμοσία, με στόχο την κατάκτηση της Ευρώπης«.

Η Γερμανία άλλωστε γνωρίζει πάρα πολύ καλά πως το ευρώ είναι ένα θνησιγενές νόμισμα, το οποίο είναι αδύνατον να επιβιώσει χωρίς την τραπεζική και δημοσιονομική ένωση των χωρών που το έχουν υιοθετήσει – ενώ φαίνεται καθαρά πως δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση, επιδιώκοντας μόνο την επέκταση του ζωτικού της χώρου (όρος του Χίτλερ), αυτή τη φορά με οικονομικά μέσα.

Άλλωστε οι πραγματικές αμοιβές των εργαζομένων της συνεχίζουν να παραμένουν κάτω από τον πληθωριστικό στόχο της ΕΚΤ (γράφημα) και δεν αυξάνονται σημαντικά – έτσι ώστε να τονωθεί η εσωτερική της ζήτηση και να αυξηθούν οι εισαγωγές από τα άλλα κράτη της Ευρωζώνης, οπότε να μειωθούν τα τεράστια πλεονάσματα της. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, δεν έχει καμία διάθεση να λειτουργήσει εξισορροπητικά, υποστηρίζοντας την ανάπτυξη των υπολοίπων εταίρων της – οπότε λειτουργεί υπέρ της διάλυσης της Ευρωζώνης.
.
.
Περαιτέρω, δεν θα μας έκανε καμία εντύπωση τυχόν συνεργασία της με τη Ρωσία, έτσι ώστε να μοιραστεί μαζί της την ηγεμονία της Ευρασίας – αποκτώντας την εθνική της ανεξαρτησία από τις Η.Π.Α.

Φαίνεται πάντως πως σχεδιάζει τη μετατροπή των χωρών της Ευρωζώνης σε αποικίες της, είτε με άμεσο τρόπο, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, είτε με έμμεσο – όπως συμβαίνει με πολλά άλλα κράτη, τα οποία ήδη την υπηρετούν χωρίς αντιρρήσεις (Ολλανδία, Βέλγιο κλπ.).

Ολοκληρώνοντας, στις αποικίες πιθανολογείται ότι θα δοκιμασθεί εν πρώτοις ένα παράλληλο νόμισμα, με αφετηρία την Ελλάδα, έτσι ώστε το ευρώ να αποτελέσει το νόμισμα του κέντρου – όπου, εάν τυχόν αποτύγχανε το εγχείρημα, η Γερμανία θα επέστρεφε στο μάρκο. Φυσικά δεν θα το έκανε μόνη της, αφού θα ήθελε να αποφύγει τυχόν ένωση των υπολοίπων, αλλά μέσω κάποιων άλλων χωρών – τις οποίες θα υποχρέωνε έμμεσα να εγκαταλείψουν πρώτες την Ευρωζώνη, ανοίγοντας της το δρόμο.
.
Η Σκύλλα και η Χάρυβδη
Με βάση τα παραπάνω, εάν η Ελλάδα θέλει να αποφύγει τη μετατροπή της σε αποικία της Γερμανίας, παραμένοντας εθνικά ανεξάρτητη, καθώς επίσης εάν οι Έλληνες δεν θέλουν να χάσουν όλα τους τα περιουσιακά στοιχεία, καταλήγοντας στα σκουπίδια της ιστορίας, έχουν μόνο δύο επώδυνες λύσεις στη διάθεση τους – οι οποίες μοιάζουν δυστυχώς με το πέρασμα του ελληνικού πλοίου, από τα στενά που καιροφυλακτούν η Σκύλλα και η Χάρυβδη.

Η επιλογή δε της Σκύλλας η οποία, σύμφωνα με τη μυθολογία, καταβρόχθισε ορισμένους ναυτικούς, επιτρέποντας στο πλοίο να συνεχίσει την πορεία του, φαίνεται πιο λογική – αφού η Χάρυβδη, η σκοτεινή δίνη, η μαύρη τρύπα της θάλασσας, θα ρουφούσε αύτανδρο ολόκληρο το πλοίο. Οι λύσεις τώρα αυτές είναι οι εξής:

(α) είτε η εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους με ίδια μέσα (ανάλυση), ταυτόχρονα με την πολύ μεγάλη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής με μηδενικά επιτόκια,
(β) είτε η απαίτηση της ονομαστικής διαγραφής τουλάχιστον του 50%, έτσι ώστε να μειωθεί ανάλογα το ιδιωτικό χρέος – οπότε να αποκατασταθεί η πιστοληπτική ικανότητα τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τομέα της χώρας μας.

Ουσιαστικά βέβαια, καμία από τις δύο αυτές λύσεις, κυρίως η δεύτερη, δεν μπορεί να επιτευχθεί, χωρίς την απειλή της στάσης πληρωμών – εάν βέβαια την επιτρέπουν νομικά οι συμφωνίες που έχουν υπογραφεί από τις κυβερνήσεις της εποχής των μνημονίων (από το PSI έως την ημέρα που θα πρέπει να θεωρηθεί πένθιμη για την Ελλάδα, τη 13η Ιουλίου).

Επομένως, ισοδυναμούν με την επιλογή της Σκύλλας, αφού θα μπορούσαν να κοστίσουν ανθρώπινες ζωές – ενώπροϋποθέτουν και οι δύο τη συνεργασία όλων των πολιτικών κομμάτων μεταξύ τους, καθώς επίσης την άμεση εκδίωξη της Τρόικας. Εάν δηλαδή η Τρόικα παραμείνει στην Ελλάδα, ενδεχομένως θέτοντας το ως προϋπόθεση για την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους, η χώρα μας δεν θα αποφύγει τη Χάρυβδη – μετατρεπόμενη από κράτος σε περιοχή.

Η τρίτη προϋπόθεση είναι η προετοιμασία ενός σχεδίου εξόδου της Ελλάδας τόσο από την Ευρωζώνη, όσο και από την ΕΕ – το οποίο έτσι ή αλλιώς θα χρειαστεί, αφού η διάλυση της νομισματικής ένωσης θεωρείται πλέον νομοτελειακή.

Χωρίς ένα τέτοιο σχέδιο, η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να διαπραγματευθεί απολύτως τίποτα – ενώ, εάν δεν συνεργασθούν όλα τα πολιτικά κόμματα μεταξύ τους, δεν πρόκειται ποτέ να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, χωρίς την οποία δεν έχει μέλλον η πατρίδα μας, ακόμη και αν της χαριστεί το 100% του χρέους της.
.
Επίλογος
Χειρότερο ίσως από το να μη γνωρίζει μία χώρα την ιστορία της και τα λάθη που έκανε στο παρελθόν, είναι η άγνοια του τι έχει, τι έχασε, καθώς επίσης του τι πρόκειται να χάσει, εάν δεν ενεργήσει άμεσα και ορθολογικά.

Αποτελεί δε το άκρον άωτο της ανοησίας να «καίει» περιουσιακά στοιχεία άνω του 1 τρις € (μείωση της τιμής των ακινήτων πάνω από 600 δις €, των μετοχών του χρηματιστηρίου πάνω από 200 δις €, κόκκινα δάνεια άνω των 200 δις €, ολοκληρωτική απώλεια του χρηματοπιστωτικού της συστήματος κοκ.), έναντι συνολικών δανείων της τάξης των 300 δις € – τα οποία είναι πλέον ενυπόθηκα, ενώ θα πρέπει να επιστραφούν στο πολλαπλάσιο.

Εάν σε όλα αυτά προσθέσουμε την εθνική μας ανεξαρτησία, το ενδεχόμενο της απώλειας εδαφών, τα ενεργειακά μας αποθέματα, την εκκλησιαστική περιουσία που υπερβαίνει το 1 τρις € (τη γνωρίζουν πολύ καλά οι Γερμανοί και την επιβουλεύονται – βίντεο), θα κατανοήσουμε το μέγεθος του παραλογισμού μας – απλά και μόνο επειδή αδυνατούμε να συνεννοηθούμε, υιοθετώντας άμεσα τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις της οικονομίας μας και επιλύοντας ριζικά το πρόβλημα του χρέους.

Πρώτη προτεραιότητα μας οφείλει να είναι η εκδίωξη της Τρόικας (Γερμανίας), με κάθε τρόπο και με κάθε θυσία, αφού όσο διοικεί τη χώρα μας, δεν πρόκειται να υπάρξει μέλλον – ασφαλώς πριν ακόμη ξεκινήσει η μεγάλη σφαγή το 2016.

Το γεγονός δε ότι, δεν είμαστε ποτέ υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, δεν σημαίνει ούτε πως τη φοβόμαστε υπό τις σωστές προϋποθέσεις, ούτε ότι δεν θα την επιλέγαμε, εάν το αντάλλαγμα θα ήταν η καταστροφή που προδιαγράφεται στον ορίζοντα – πόσο μάλλον αφού έτσι ή αλλιώς θα την υποστούμε, εφόσον η Ευρωζώνη θα καταρρεύσει αργά ή γρήγορα.

Εμείς θα προτιμούσαμε βέβαια την ονομαστική διαγραφή του 50% του χρέους, ενώ σε δεύτερη μοίρα την εξυπηρέτηση του με δικά μας μέσα, υπό την προϋπόθεση της μεγάλης επιμήκυνσης του με μηδενικά επιτόκια –αρκεί φυσικά είτε το ένα, είτε το άλλο, να συνοδευόταν από την άμεση απομάκρυνση της Τρόικας. Εάν όμως δεν συμβεί, τότε δεν θα διστάζαμε να δοκιμάσουμε οποιαδήποτε άλλη λύση – η οποία θα ήταν ασφαλώς προτιμότερη, από τη συνέχιση της υποταγής μας στη Γερμανία.

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική τραγωδία οδηγείται στο τέλος της – ελπίζοντας πως, έστω την τελευταία στιγμή, θα επικρατήσει η κοινή λογική, η οποία έχει δυστυχώς χαθεί από την πατρίδα μας για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

Από το τίποτα αρχίζουν όλα… (αναδημοσίευση)


από LiberaVolavit

Μπαίνω στο σπίτι, με ένα συναίσθημα, που ενώ είναι συναίσθημα θυμίζει το κενό. Ανοίγω τον υπολογιστή μου, να επικοινωνήσω, να μιλήσω, να κυνηγήσω μερική επαφή με τους φίλους μου. Κενό πάλι. Έτσι θα επικοινωνούμε πια; Ξένες λέξεις, γεμίζουν την οθόνη. Ελλείψεις! Κανένα συναίσθημα που να προκλήθηκε από ατόφια, αγνή, άμεση επαφή. Έστω, βλέμματα! Εκεί φτάσαμε λοιπόν. Να υποθέτουμε μεταβλητές για να βγει η εξίσωση.

Πάντα μετεξεταστέα στα μαθηματικά, τι περιμένετε να σας απαντήσω τώρα; Δεν γνωρίζω, πώς εξισώνεται το συναίσθημα απουσία. Ποτέ δεν ήμουν καλή στον υπολογισμό της μη ύλης και τώρα όλοι μου ζητούν να είμαι άριστη γιατί επέλεξαν να μην υπάρχουν.

Η αλήθεια είναι, πως πάντα αρίστευα στο να μετράω δεδομένα. Χειροπιαστά πράγματα, βρε παιδί μου. Μια αγκαλιά, δυο φιλιά, ένα βλέμμα, δύο σώματα, σε χρειάζομαι και με χρειάζεσαι και τέλος.

Πήραμε λάθος στροφή, αυτό είναι το συμπέρασμα. Κρατήσαμε λίγες ποιητικές λέξεις για να ομορφύνουν την ανεπάρκειά μας και να δώσουν κάμποση μαγεία σε ότι δεν καταφέραμε να κάνουμε. Στο μόνο που δεν ενδώσαμε ποτέ, είναι να αρκούμαστε. Μείναμε, όλοι, με ένα παράπονο και ένα «Άι σιχτίρ».. Θα συναντηθούμε μια μέρα στο δρόμο, μισητοί κι αγαπημένοι και θα γελάμε, θα δεις!

Φτιάχνουμε, φτιάχνουμε, φτιάχνουμε…

Σχέσεις, φιλίες, κύκλους, γνωστούς, οικογένειες… και στο τέλος μένουμε να κοιτάζουμε συντρίμμια. Φτιάχνουμε χωρίς να επενδύουμε. Στηριζόμαστε στον άλλο, χωρίς να εμπιστευόμαστε το υλικό του. Μετά, ξεσπάμε με οργή, σε ότι είναι σταθερό, γιατί κάτι μας τρώει. Ξεκινάμε πάλι με θάρρος, άδειοι πια, χωρίς ούτε ένα δεδομένο. Έτσι, στον αέρα, πάμε να κάνουμε τα καινούρια μας βήματα.

Δε θα τους μοιάσουμε ποτέ. Ξέρεις, σε αυτούς που σκεφτόμαστε το βράδυ, λίγο πριν κλείσουμε τα μάτια και μονολογούμε για το σθένος και το θάρρος τους. Αυτούς, που παραδέχθηκαν πως δεν γίνεται αλλιώς. Δεν γίνεται να μην θες να αλλάξεις το κόσμο κι ας είναι να πετύχεις μόνο μια μόνο δικαιότερη ζωή, για έναν-δύο μόνο ανθρώπους που στάθηκαν τυχεροί.

Γράφω ασυνάρτητα. Γράφω έτσι καιρό τώρα. Χωρίς να γυρίζω πίσω να διορθώσω τα ορθογραφικά, να πιέσω αυτό που ήδη γράφτηκε να γίνει καλύτερο. Στη τελική, με καταλαβαίνετε έτσι; Όπως είναι, το παίρνω, το αγκαλιάζω και το δέχομαι.

Ξέρω, οι μεγάλοι ποιητές έγραφαν και ξανάγραφαν, αφόριζαν και ξεσκαρτάριζαν μέχρι να βρουν το τέλειο. Έσβηναν, έκαιγαν, διάλεγαν. Εγώ δεν είμαι ούτε μεγάλη ούτε ποιήτρια. Δεν έχω εκπαιδευτεί ακόμα στο να σκοτώνω, τόσο απλά, κάτι που έφυγε από εμένα και πήρε ήδη σχήμα.

Που θέλω να καταλήξω;

Δεν ξέρω, απλά θέλω να βγάλω στη φόρα ότι έχω μέσα μου, ότι με διαμορφώνει, για να καταλάβεις… για να με καταλάβεις…
εσύ…
κι εσύ……
κι εσύ…..

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Αξία δεν έχει το «νέο», έχει το Αιώνιο (αναδημοσίευση)



Ξέχνα τις (αναμενόμενες) πράξεις, 
τα πάντα βρίσκονται μέσα στις λέξεις !, 
ούρλιαζε η ηρωίδα στην 'Ιστορία της Σόνετσκα 
της Τσβιτάγιεβα.

Κάθε Πρωτοχρονιά, κυοφορώντας την γύμνια της λέξης της, ρετουσάρει το γερασμένο της πρόσωπο πίσω από την μάσκα μυριάδων βεγγαλικών στις πρωτεύουσες του κόσμου. Όσο περισσότερο οι κοινωνίες απογυμνώνονται εσωτερικά παράγοντας απόκληρους και πεινασμένους, όσο περισσότερο οι κοινωνίες μένουν το άδειο κέλυφος ώστε να ασκήσει η παγκόσμια κυριαρχία τις βουλιμικές επιδιώξεις της, όσο περισσότερο απομονωμένο και κυνικό είναι το κοινωνικό υποκείμενο που δημιουργούν και που τις συν-δημιουργεί, τόσο μεγαλύτερη η ανάγκη για μια σύνθετη κι υπερπολυτελή θεατρικη επίδειξη με μας μετόχους ως καταναλωτές και φευγαλέους (του δίωρου) συναισθηματικούς αποστάτες της “πραγματικότητας” μας, που θα ξεχνά ποιοί είμαστε και θα συσκοτίζει που έχουμε ανάγκη να πάμε.

Στην πραγματικότητα ο χρόνος, αδιάφορος παίχτης ενός συμπαντικού παιχνιδιού που εξελλίσεται δίχως προκαθυορισμούς στ' αλήθεια, δεν γνωρίζει την ύπαρξη της 'πρώτης μέρας', ούτε της 'νέας χρονιάς'. Όπως και δεν αναγνωρίζει την σύμβαση της ημερολογιακής μας ταυτότητας που τσουβαλιάζει τους πιο διαφορετικούς, συναισθηματικά, βιολογικά και γνωστικά, ρυθμούς ωρίμανσης τους οποίους βιώνουμε εύθραυστα, μοναδικά και όμως τελεσίδικα όλοι, κι ο καθενας κι η καθεμιά μας.

Η “ομορφιά” των στολιδιών μέσα από τα οποία σερβίρεται εύγευστα και 'λαχταριστά' ο πολιτισμός μας κι οι νέες ευκαιρίες που δήθεν μας δίνει μέσα από βαρετά επαναλαμβανόμενες 'αρχές', μετουσιώνει στην πραγματικότητα, στο τόσο πρόσφορο πεδίο της κατανάλωσης, δηλαδή της "βρώσης", την γενικευμένη πρόσκληση αλληλοφαγώματος από την επόμενη κιόλας ημέρα. 

Όπως η βία πάνω στην οποία στηρίζεται ο ίδιος πολιτισμός (για να θυμηθούμε τα Minima Moralia) 'σημαίνει καταδίωξη όλων από όλους, και όποιος έχει μανία καταδίωξης, μειονεκτεί μόνο στο ότι κατηγορεί τον γείτονα του γι' αυτό που διαπράττει το σύνολο, σε μια απελπισμένη προσπάθεια να κάνει σύμμετρο το ασύμμετρο'. Όλοι που δραπετεύουν από τα όρια δίχως να χάνουν όμως την συναίσθηση της ανθρώπινης φύσης τους, καίγονται γιατί γυρεύουν να τσακώσουν με γυμνά χέρια τον βαθύ παραλογισμό και την απαράμιλλη κυνικότητα του 'φυσιολογικού' της 'προόδου' και της 'τάξης' που στηρίζονται ακριβώς στην τελειοποιημένη τους 'μεσολάβηση', το σύνθετο και πολυεπίπεδο κρυφτό από μια γύμνια που δεν θ' αντέχαμε ούτε λεπτό πριν και μετά από κάθε ίδια με την προηγούμενη Πρωτοχρονιά. 

Ε ψιτ! Το Σημαντικό δεν είναι ν' Αλλάξει ο Χρόνος αλλά ν' Αλλάξεις Εσύ! 'όπως γελιογράφησε ο Quino.

Την ίδια στιγμή, ακριβώς γιατί είναι εύθραυστη, η ιστορία του κάθε ανθρώπου, η δική σου κι η δική μου ιστορία, μέσα από τις διαφορετικές ανάγκες και τον ίδιο νόστο, μπορεί να είναι κλειδαρότρυπα για να δούμε φευγαλέα μια κουκίδα από το παλίμψηστο του αιώνιου, ακόμη και τις φευγαλέες μέρες των γιορτών. Εκεί που το στοίχημα για την πλήρωση ενός ταξιδιού που στο βάθος δεν κάναμε ποτέ, κι ας το μεταμφιέσαμε άτεχνα κι αβανταδόρικα, βολικά και μαγικά, παράλογα κι αναγκαία μες στους αιώνες σε πόλεμο κι εξερεύνηση κι αγώνα για μια δίκαιη κοινωνία ή για προσωπική ευτυχία ή για αρπακτική επιτυχία ως μέσο 'πλήρωσης', δεν τελειώνει ποτέ. Και όντως δεν τελειώνει ποτέ: “Είναι βέβαιο γιατί είναι αδύνατο'' όπως έγραψε ο Τερτυλιανός.

Έτσι η Πρωτοχρονιά, με το ψέμα της υπόσχεσης της (μια μεσολάβηση κι αυτή των υποσχέσεων της πολιτικής ή της θρησκείας) μετατρέπεται σε μια Διονυσιακή μέθεξη ψεύτικης και διαρκώς επανερχόμενης νιότης, σε υπερπολυτελή τελετή ενός μοναδικά απροσπέλαστου 'τώρα ή ποτέ', που αργά ή γρήγορα θα μας απογοητεύσει ξανά. Κι όμως η δημιουργική, η εύθραυστη κι επικίνδυνη μα μυστικά συμπαγής πλευρά μας, που τόσο σχηματικά μα και βαθιά κρύβουμε πίσω από μια λέξη πάλι, την λέξη ´ο ποιητής', γράφει πάντα για το μέλλον που, διαρκώς συντελεσμένο καθόλου δεν χάνει από τις αντιφατικές και πολύκροτες επαναλήψεις του.. 

Που να καταλάβετε όλοι εσείς γιατί εγώ όρθιος στων χλευασμών την μπόρα μέσα στο πιάτο την ψυχή μου αποθέτω. Στο γεύμα μιας επερχόμενης εποχής; έγραψε ο Μαγιακόβσκι. Δεν υπάρχει τελικά, όπως έχει επισημανθεί, κατασκευή ούτε του μέλλοντος ούτε της μνήμης που να μην μετέχει στο παρόν. Εάν, μέσα από εορταστικές τελετές ή εκπομπές χλιδής, η καθημαγμένη παγκόσμια κοινωνία ενός κόσμου σε μετάβαση ή θανάτωση διαπραγματεύεται συλλογικά της τραύματα ελπίδες και μνήμες, αναζητεί την ίδια στιγμή θεραπευτικές προσεγγίσεις ενάντια σ'ένα παρόν που φαντάζει πολύπλοκο όσο και απειλητικό. Και που πρόχειρα προσπαθεί να το καλύψει μέσα από εξωτερικά γιορτινά φώτα που καλύπτουν ιδιωτικές δυστυχίες αποτυχιών στο βάθος περισσότερο συλλογικών.

“Δεν πιστεύω στην λέξη μοίρα, είναι το καταφύγιο κάθε αυτοκαταναλούμενης αποτυχίας” Andrew Soutar.

Υπάρχει η ανάγκη η Πρωτοχρονιά να παλιώσει, δίχως να χάνει την συμβατική έτσι κι αλλιώς, ορμή μιας αρχής που δεν έχει να κάνει με την προσθήκη ενός χρόνου στην ηλικία μας αλλά με την άρση της τυπικής, άλλοτε άβολης κι άλλοτε βολικής, αριθμητικής του χρόνου: Το πρωϊνό του 186 μΧ που ένας Ύπατος, τελειώνοντας ουσιαστικά την 'αρχαία Αθήνα' στην εκδοχή της Ρώμης, ανακοίνωνε στους Ρωμαίους 'πολίτες' τα μέτρα με τα οποία η Σύγκλητος σκόπευε να απαγορεύσει τα Βακανάλλια, τις γιορτές υπερ του Διονύσου που τόσο αντίθετα από τον 'άρτο και τα θεάματα' διοργάνωναν οι ίδιοι οι πολίτες και θεωρήθηκαν απειλή για την τάξη και το καθεστώς, έχει επαναληφθεί χιλιάδες φορές μέσα στους χρόνους, σε χώρους ιδιωτικούς και δημόσιους, σε σχέσεις διοαπροσωπικές ή διακρατικές, όποτε η επιδίωξη της ελευθερίας και της αυτοπραγμάτωσης, δλδ το Αιώνιο, έπρεπε να ζυγιστεί με το διαρκώς παρόν μα πρόσκαιρο στις εκδοχές του, δλδ με τους ηγεμόνες και τις δικές τους γιορτές. Και να φυλακιστε, αιώνια και πρόσκαιρα, σαν το πουλί.

Ο Μύθος του Φυλακισμένου πουλιού έχει παίξει έναν ρόλο στην ιστορία και στην λογοτεχνία. Ο Ησίοδος χρησιμοποίησε τον μύθο του φυλακισμένου από το γεράκι αηδονιού για να δείξει πόσο οι αδύναμοι πρέπει να υπακούν στους δυνατούς, πόσο δίχως αντίκρυσμα (όμοια με κάθε συμβατική ημερομηνία πρώτης ημέρας) κάθε πέταγμα προς τον ουρανό είναι. Λέγεται ότι το κείμενο αυτό υπήρξε η αφορμή ώστε ο Σολωμός, έπειτα από αιώνες, να αποδώσει “δια της ποιήσεως” δικαιοσύνη. “Άκου, ω γεράκι, το φτωχό αηδόνι... ” ξεκινά ο Επτανήσιος.

Το πέταγμα, η προσπάθεια για ό,τι αληθινά καλό, μπορεί να χλευάζεται από τους δυνατούς ή του κυνικούς κάθε χώρου, μα το αηδόνι τραγουδά. Ίσως αυτή να είναι η δυναμική μέσα στις αντιφάσεις μας μα πάντοτε παρούσα “ανάπτυξις του στίλβοντος ποδηλάτου” ή αλλιώς η αγωνιώδης μας ισορροπία, που ύμνησε ο Εμπειρίκος. Ίσως αυτό να είναι το Αιώνιο που ξεπερνά το προσωρινό. Γιατί, όπως έχει επισημανθεί, μπορεί ο Οιδίποδας να μη νικά την Σφίγγα και να μην λύνει ποτέ το αίνιγμα (μας), ο Άμλετ δεν βρίσκει την απάντηση ποτέ στην υπαρξιακή του (μας) αγωνία, οι Δαναίδες, οι μικρές του Δαναού κόρες που βλεπαν το νερό να χύνεται από τα τρύπια τους πυθάρια, νικιούνται ως μετανάστριες στους Ικέτες τελικά, κι η Αντιγόνη θανατώνεται πάντοτε στη Σπηλιά. Αλλά από όλους αυτούς τους ήρωες ανά τους αιώνες δεν έχει σημασία τι χάνεται (έτσι κι αλλιώς χαμένο μέσα στην βεβαιότητα του θανάτου μας) αλλά τι διασώζεται: Από την ανάστροφη λοιπόν.

Ο Οιδίποδας θα τολμά πάντα την κρίσιμη στιγμή να πει το “ακουστέον”, ο Άμλετ θα τολμά να κρατήσει το κρανίο μας στα χέρια, οι κόρες του Δαναού θ' ανακαλύπτουν ότι δεν ξεδίψασαν μα φύτρωσαν στην έρημο λουλούδια ξερικά από τις στάλες του “χαμένου” τους φορτίου, κι η Αντιγόνη θα στέκεται όρθια στους αιώνες μπροστά από την άδικη εξουσία του Κρέοντα, επιβιώνοντας όλοι αυτοί από τις δήθεν νεωτερικές τους αναγνώσεις. Κι επιβιώνουν κι έρχονται να μας φέρουν το μήνυμα μέσα από τον λόγο, την γραφή. Αφήνοντας ανοιχτό το στοίχημα της ουσιαστικής πράξης. Αυτής που θυμίζει πως το αιώνιο είναι η μόνη πραγματική νιότη. Και δεν χρειάζεται βεγγαλικά, φωτάκια ή τυπικά ημερολόγια... Δεν χρειάζεται καταναλωτές. Εμάς χρειάζεται. Για να γίνει πραγματικά μια “Πρώτη Ημέρα” κάποια μέρα.

Πάμε μαζί κι ας μας λιθοβολούν
Κι ας μας φωνάζουν αεροβάτες
Φίλε μου όσοι δεν ένιωσαν ποτέ με τι Σίδερο 
με τι πέτρες τι αίμα τι φωτιά
Χτίζουμε ονειρευόμαστε και τραγουδάμε!
Οδ. Ελύτης

Τέσσερεις διδακτικές ιστορίες: Της Τόνιας Κατερίνη

Αναδημοσίευση από rednotebook.gr


Μεσάνυχτα, ξημερώνοντας 30 Δεκέμβρη, προπαραμονή Πρωτοχρονιάς. Το τοπίο απόκοσμο, ψηλά μαρμάρινα κτίρια, και πιο πίσω χαμηλά, στο βάθος, παλιά μονώροφα. Ακόμα πιο πίσω εκείνα τα τριώροφα μπλοκ της προσφυγικής αποκατάστασης, σωσμένα, μνήμη και καταφυγή. Μπροστά αλάνες, κτίσματα υπό κατασκευή εδώ και χρόνια, μεταλλική περίφραξη και προβολείς. Σιγά σιγά μαζεύεται κόσμος και αρχίζει να στέκεται υπομονετικά σε μια ουρά. Αύριο θα χιονίσει. Αναρωτιέσαι τι θα μοιράζουν άραγε νωρίς το πρωί κι ο κόσμος μπήκε σ’ αυτόν τον κόπο. Η ουρά μακραίνει, η νύχτα από τις μεγαλύτερες, αναβοσβήνουν οι καύτρες των τσιγάρων, σιγά σιγά ξημερώνει. Όσοι πρόλαβαν…

Η Μαρία και ο Θανάσης δεν είναι μέσα σ’ αυτούς. Πριν δέκα χρόνια είχαν μια συνηθισμένη μεσοαστική ζωή. Οικογένεια, παιδιά, οι ίδιοι άνθρωποι ικανοί και δραστήριοι με δύο επιχειρήσεις. Βιοτεχνία ο Θανάσης, κατάστημα λιανικής η Μαρία. Δικό τους σπίτι δεν είχαν, έμεναν με ενοίκιο, αλλά είχαν ένα όνειρο, στη σύνταξη να ξαναγυρίσουν στον τόπο καταγωγής τους. Έτσι πήραν ένα δάνειο για να φτιάξουν ένα εξοχικό σπίτι στο χωριό. Ως το 2010 πλήρωναν το δάνειο κανονικά. Από τότε όμως η βιοτεχνία άρχισε να αντιμετωπίζει δυσκολίες: μείωση παραγγελιών, ακριβά υλικά, ακάλυπτες επιταγές πελατών, σε λίγους μήνες η βιοτεχνία χρεοκόπησε. Δύο χρόνια αργότερα έκλεισε και το κατάστημα και έμειναν μόνο χρέη. Σήμερα το ζευγάρι προσπαθεί να επιβιώσει κάνοντας μικροδουλειές και φιλοξενείται σε συγγενείς. Το σπίτι στο χωριό είναι ό,τι τους έχει απομείνει. Το πλήρωναν με συνέπεια για επτά χρόνια αλλά πλέον αδυνατούν. Καθώς δεν είναι η κύρια κατοικία τους, δεν προστατεύονται από κανένα νόμο και κινδυνεύουν να το χάσουν. Ακόμα κι έτσι θα συνεχίσουν να χρωστούν στην εφορία, στο ΤΕΒΕΕ, ίσως και στην τράπεζα. Η Μαρία και ο Θανάσης θέλουν μια ευκαιρία να ξαναστήσουν τη δουλειά τους. Θέλουν δυο-τρία χρόνια αναστολή της απειλής για να αρχίσουν σιγά-σιγά να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους. Θέλουν να σώσουν το σπίτι τους γιατί μόνο τότε θα πιστέψουν ότι δεν έχουν χαθεί όλα.

Η Άννα το 2006 έκανε μια δουλειά που της εξασφάλιζε ένα πολύ καλό εισόδημα. Αποφάσισε να αγοράσει ένα διαμέρισμα, παλιό αλλά ωραίο, όπως το ήθελε και σε καλή τιμή και πήρε δάνειο. Ως το 2012 τα κατάφερνε με τις δόσεις. Από τότε δεν κατάφερε να ξαναπληρώσει γιατί το εισόδημά της μειώθηκε στο ένα τρίτο από αυτά που έβγαζε αρχικά. Οι γονείς της Άννας με την φροντίδα των παλιών, να μην έχει πληρώνει το παιδί φόρους, έγραψαν στην Άννα το σπίτι που ζουν στο χωρίο. Σήμερα η Άννα μπορεί ίσως να σώσει το σπίτι της αλλά όχι και το σπίτι των γονιών της. Η Άννα θέλει να έχει το δικαίωμα να πληρώνει μια δόση ανάλογη με το εισόδημά της και να εξασφαλίσει την προστασία και των δύο σπιτιών, αλλά δεν μπορεί…

Η Άντα είναι χωρισμένη και ζει με την κόρη της και το σημερινό σύντροφό της. Πριν οκτώ χρόνια ήταν και οι δυο εργαζόμενοι και αποφάσισαν να πάρουν με δάνειο ένα διαμέρισμα. Σήμερα η Άντα είναι άνεργη και τα τελευταία τρία χρόνια δεν εξυπηρετούν το δάνειο. Με βάση το εισόδημά της θα μπορούσε να έχει μια προστασία της κύριας κατοικίας της αλλά η μικρή, η οποία είναι ανήλικη έχει στο όνομά της ένα μικρό διαμέρισμα, γονική παροχή από τον πατέρα της, από το οποίο εισπράττει ένα ενοίκιο έναντι διατροφής. Έτσι η οικογένεια εμφανίζεται ότι έχει δύο ακίνητα. Για να υπαχθεί σε κάποια ρύθμιση το ένα από τα δύο ακίνητα πρέπει να ρευστοποιηθεί. Η Άντα θα χάσει το σπίτι της γιατί δεν μπορεί και δεν θέλει να χαθεί το σπίτι του παιδιού της. Αυτό που θέλει είναι να βρει μια δουλειά.

Η Ελένη μένει σε δικό της σπίτι. Το 2006 είχε ένα υψηλό για την εποχή εισόδημα. Αποφάσισε να πάρει ένα δάνειο και να χτίσει ένα σπίτι στο χωρίο της, μέρος που έχει περάσει τα παιδικά της χρόνια και αγαπούσε πολύ. Έβαλε και δικά της χρήματα και έχτισε ένα σπίτι που εκείνη τη στιγμή η αξία του ήταν τριπλάσια από το ύψος του δανείου. Μέχρι το 2011 εξυπηρετούσε το δάνειο κανονικά. Από τότε το εισόδημά της έπεσε κατακόρυφα και σταμάτησε να πληρώνει. Η Ελένη θα χάσει το εξοχικό της που είναι δεμένο με τις μνήμες και την ιστορία της. Ζητάει να πληρώνει μια δόση ανάλογη με τα εισοδήματα της και χρόνο να το παλέψει.

Αυτοί οι έξι άνθρωποι για κάποιους είναι απλά στατιστικά δεδομένα. Ωστόσο, τα δεδομένα για αυτούς και χιλιάδες ακόμα ανώνυμους είναι άλλα: Δεν έζησαν πάνω από τις δυνατότητές τους. Δεν έκαναν επιπόλαιες επιλογές. Υπέστησαν τις συνέπειες της κρίσης χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Υπήρξαν συνεπείς στις υποχρεώσεις μέχρι εκεί που μπορούσαν.

Υπέστησαν τις επιπτώσεις ενός αδηφάγου τραπεζικού συστήματος με αποτέλεσμα να πληρώνουν χρόνια και σήμερα να χρωστούν ακόμα όλο το κεφάλαιο και ίσως και περισσότερο από αυτό. Ακόμα κι αν χάσουν τα σπίτια τους, θα παραμείνουν χρεωμένοι. Και θα παραμείνουν γεμάτοι θλίψη, ενοχή ίσως και οργή.

Αυτοί οι έξι άνθρωποι θέλουν απαντήσεις: Γιατί δεν δημιουργήθηκε ένας δημόσιος φορέας διαχείρισης των οφειλών που θα αντιμετώπιζε τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά με κοινωνική μέριμνα, στη βάση της αξιοπρέπειας και συνεκτιμώντας όλα τα δεδομένα; Γιατί δεν αναζητήθηκαν νέα μοντέλα διαχείρισης των οφειλών με γνώμονα την κάλυψη των πραγματικών κοινωνικών αναγκών; Γιατί δεν δόθηκε χρόνος;

Αυτοί οι έξι άνθρωποι έχουν πολλά κοινά και ένα ακόμα: δεν είναι μόνοι.

Καλή χρονιά.