από τον ΚΙΜΠΙ
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Ἑπενδυτής", 15/12/2012)
Πόσα χρόνια το συζητάμε και κάνουμε πλάκα μ’ αυτό; Τρία, τέσσερα; Τουλάχιστον. Κι αν τελικά οι Μάγια αποδειχθεί ότι έχουν δίκιο; Ποιος βάζει το χέρι του στη φωτιά ότι το τέλος του κόσμου δεν θα είναι αύριο, σε μια βδομάδα ή σ’ έναν χρόνο. Επιστήμη νοείται για τα πράγματα που γνωρίζουμε καλά (επίσταμαι σημαίνει ακριβώς αυτό). Αλλά υπάρχουν και χίλια δυο πράγματα που δεν γνωρίζουμε, έτσι δεν είναι;
Η NASA, που μας καθησυχάζει ότι ελέγχει ένα σημαντικό μέρος του σύμπαντος και πως δεν έχει παρατηρήσει κάτι περίεργο τελευταία, τι αξιοπιστίας υπηρεσία είναι; Εδώ μας διαβεβαιώνει εδώ και χρόνια ότι δεν έχει πέσει πάνω σε εξωγήινο, κι εμείς έχουμε πήξει στους εξωγήινους. Ζουν ήδη ανάμεσά μας. Μη μου πείτε ότι δεν τους έχετε αντιληφθεί. Άλλοι μασκαρεμένοι ως άστεγοι και επαίτες, άλλοι ως εξαθλιωμένοι μετανάστες, κι ένα σωρό που παριστάνουν τους ανέργους, κι εκείνοι που παίρνουν στα χέρια τον λογαριασμό της ΔΕΗ με το χαράτσι και τον διαβάζουν μ’ ένα μειδίαμα, λες και διαβάζουν ερωτική επιστολή, κι οι άλλοι που ο εργοδότης τους τούς ανακοινώνει την τρίτη περικοπή μισθού ή τους προαναγγέλλει την απόλυσή τους σε τρεις μήνες, λες κι είναι μισθωτοί με ημερομηνία λήξης, σαν τα γάλατα ή τα μακαρόνια, κι αυτοί απλώς επιστρέφουν στο πόστο τους και δουλεύουν σαν να μην τρέχει κάστανο, ε, δεν μπορεί, όλοι αυτοί δεν έχουν τίποτα το γήινο πάνω τους. Είναι σίγουρα εξωγήινοι.
Κι ακόμη πιο εξωγήινοι είναι οι ανεκδιήγητοι υπουργοί που παραμυθιάζονται με το success story που θα γίνει η Ελλάδα, που προαναγγέλλουν μέρα παρά μέρα το τέλος της αναμονής, την πλημμυρίδα ρευστότητας που θα αναζωογονήσει την αγορά μόλις πέσουν τα 34 δισ. ευρώ, τα λεφτά της ανακεφαλαιοποίησης που θα αναστήσουν τις ημιθανείς τράπεζες, τα κοινοτικά κονδύλια που ξεπαγώνουν για να φτάσουν στους πεθαμένους μικρομεσαίους. Πόσο πολύ πρέπει να ζεις στην εξωγήινη κοσμάρα σου για να μην αντιλαμβάνεσαι ότι το βαρέλι έχει διπλό και τριπλό και τετραπλό πάτο, κι εμείς δεν έχουμε φτάσει ούτε στον δεύτερο; Πόσο εξωγήινοι πρέπει να είναι για να μην καταλαβαίνουν ότι έρχεται το τέλος, ίσως όχι το τέλος του κόσμου, με την ημερολογιακή ακρίβεια που το υπολόγισαν οι Μάγια, αλλά το τέλος του κόσμου τους όπως τον ήξεραν, όπως τον φαντάζονταν, όπως τους βόλευε, όπως τους συνέφερε;
Όλα τα πράγματα έχουν ημερομηνία λήξης. Δεν είναι πάντα αναγραφόμενη στη συσκευασία, αλλά υπάρχει, εικάζεται, αιωρείται στην ύπαρξή τους. Ακόμη και το ηλιακό μας σύστημα, η Γη ή το σύμπαν θα έχουν το τέλος τους. Είναι απίθανο να το υπολογίσουμε ποτέ, αλλά δεν έχει και τόση σημασία, όταν θα προκύψει θα είμαστε αλλού ή απλώς δεν θα είμαστε. Τα πάντα έχουν ημερομηνία λήξης: τα έμβια όντα, οι άνθρωποι, τα τρόφιμα, οι ηλεκτρικές συσκευές, οι σχέσεις, οι επιχειρηματικοί κύκλοι, οι κρίσεις, τα οικονομικά συστήματα, οι αυτοκρατορίες, οι κυβερνήσεις. Απλώς, το τέλος τους δεν είναι προσδιορισμένο, είναι τόσο τυχαίο και αναγκαίο όσο και η αρχή τους.
Κι είναι καλύτερα που το τέλος είναι απροσδιόριστο. Δεν ξέρω τι θα έκανα αν ήξερα την ακριβή μέρα και ώρα θανάτου μου. Ακόμη κι αν είχα τη διαβεβαίωση ότι θα ζήσω όσο κι ο Μαθουσάλας -969 χρόνια του δίνει η Γένεσις-, δεν νομίζω ότι θα ζούσα ευτυχής μια κατάσταση αντίστροφης μέτρησης, σαν τους φαντάρους ή τους φυλακισμένους που κάποτε έσπαγαν τα δόντια της τσατσάρες – όταν υπήρχαν ακόμη τσατσάρες. Η απροσδιοριστία κάνει πιο υποφερτή αυτή τη συνωμοσία της φύσης εις βάρος μας που αποκαλείται ζωή.
Το να γνωρίζω ότι το προσδόκιμο ζωής του μέσου νεοέλληνα, για παράδειγμα, είναι 75 χρόνια το αντέχω. Έχω τον φόβο ότι δεν θα το φτάσω, αλλά και την ελπίδα ότι θα το ξεπεράσω. Τελικά, όμως, το ισοζύγιο βγαίνει θετικό, γιατί η ανθρώπινη φύση γραπώνεται κι απ’ την παραμικρή υποψία αισιοδοξίας, υιοθετεί πάντα το καλύτερο σενάριο, γιατί έτσι τη βολεύει, αυτό την κρατάει στη μοναδική ευκαιρία που διαθέτει να διανύσει μια τροχιά -μικρή ή μεγάλη, σημαντική ή ασήμαντη, συμβατική ή συναρπαστική- πάνω στον πλανήτη της ματαιότητας. Οι περισσότεροι φυσιολογικοί άνθρωποι το κατέχουν αυτό, ειδάλλως δεν θα είχαν αυτοκτονήσει μόνο 3.000-4.000, αλλά τουλάχιστον οι μισοί από μας. Θα είχαμε γίνει η κοινωνία των αυτοχείρων.
Αν υποθέσουμε, λοιπόν, ότι την ερχόμενη Παρασκευή δεν θα ζήσουμε το τέλος του κόσμου (το να το «ζήσουμε» είναι κομμάτι δύσκολο, πώς να «ζήσεις» τον «θάνατο»;), αν υποθέσουμε ότι οι Μάγια έπεσαν έξω ή απλώς βαρέθηκαν να μετρούν τους ηλιακούς κύκλους στον χωροχρόνο γιατί αντιλήφθηκαν ότι ακόμη και η ακμάζουσα αυτοκρατορία τους θα ζήσει τον θάνατό της, αν παραδεχθούμε ότι η τρόικα, οι κομισάριοι, η Λαγκάρντ, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε δεν είναι μετενσαρκώσεις των Μάγια, πράκτορες απεσταλμένοι στο μέλλον για να πειραματιστούν στο δικό μας τέλος, των τέλος των νεοελλήνων, το τέλος των Νοτιοευρωπαίων, ίσως θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι είδους τέλος είναι αυτό που έτσι κι αλλιώς ζούμε. Έχουμε φάει στη μάπα προαναγγελίες πολλών «τελών» -του τέλους της Ιστορίας, του τέλους της πάλης των τάξεων, του τέλους της ιδεολογίας, του τέλους της μεταπολίτευσης-, όλες αποδείχτηκαν απατηλοί συναγερμοί. Αλλά αυτά τα συμπτώματα αποσύνθεσης του κοινωνικού σώματος, των θεσμών, του κράτους, των κομμάτων, των οικονομικών ελίτ, των βεβαιοτήτων που διαψεύδονται και των εγγυήσεων αναιρούνται, κάποιο τέλος, κάποιον μεγαλειώδη θάνατο μας προαναγγέλλουν.
Ο φίλος μου ο Σπύρος, που τον θυμήθηκα έπειτα από χρόνια χάρη στον φίλο μου τον Πρόεδρο και του είπα και «χρόνια πολλά», μου έστειλε κάποια στοιχεία που μυρίζουν θανατίλα – κυριολεκτικά! Έχουμε και λέμε, λοιπόν: Βρετανοί ερευνητές μέτρησαν τη συσχέτιση των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων στις χώρες του ανύπαρκτου σοσιαλισμού με τη θνητότητα των ενήλικων ανδρών σε παραγωγική ηλικία. Και διαπίστωσαν αύξηση της θνησιμότητας 12,8% και μείωση του προσδόκιμου ζωής κατά δύο χρόνια στην πρώτη πενταετία της «μετάβασης». Αμερικανοί ερευνητές διαπίστωσαν μια θεαματική αύξηση έως και 71% στους θανάτους από εποχικές επιδημίες, τραυματισμούς και ατυχήματα, καθώς και μια αύξηση από 3,5% έως 13% των αυτοκτονιών στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, κατά την ίδια πρώτη πενταετία της «μετάβασης» (που αποδεικνύεται έτσι και μετάβαση στον θάνατο). Αμερικανοί επιστήμονες παρατήρησαν επίσης ότι από το 1990 μέχρι το 2008 – την εικοσαετία εδραίωσης των «ριγκανόμικς» και νεοφιλελεύθερης διάλυσης κάθε υποψίας κρατικής πρόνοιας, το προσδόκιμο επιβιώσεως των Αμερικανών αποφοίτων γυμνασίου και στοιχειώδους εκπαίδευσης με αντίστοιχη κατάταξη στην εργασιακή πυραμίδα, μειώθηκε κατά πέντε και τρία χρόνια, αντίστοιχα για άνδρες και γυναίκες. Αυτό ήταν μια εξέλιξη που δεν είχε παρατηρηθεί ούτε στη Μεγάλη Ύφεση. Και το ακόμη πιο «κουφό»: Γερμανοί ερευνητές μελέτησαν τα ανθρωπομετρικά δεδομένα του αμερικανικού πληθυσμού και διαπίστωσαν ότι οι Αμερικανοί … κονταίνουν και χοντραίνουν χάρη στο ανύπαρκτο σύστημα κοινωνικής προστασίας και δημόσιας υγείας, που με τόσο ζήλο θέλουν να μιμηθούν οι Ευρωπαίοι δόκτορες Φρανκενστάιν. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα οι Αμερικανοί ήταν ψηλότεροι κατά 3-9 πόντους και ελαφρύτεροι από τους Ευρωπαίους. Στον 20ό αιώνα αυτό το δεδομένο ανατράπηκε. Οι Αμερικανοί είναι κατά 3-7 πόντους πιο κοντοί από τους Σκανδιναβούς, τους Γερμανούς, τους Βρετανούς και τους Ολλανδούς και σαφώς πιο χοντροί. Και τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα όταν οι ερευνητές διαπιστώνουν ανάλογες αποκλίσεις ανάμεσα στους φτωχότερους, μαύρους, Λατίνους και με χαμηλή εκπαίδευση Αμερικανούς, σε σχέση με τους πλουσιότερους, λευκούς αποφοίτους πανεπιστημίων.
Κάποτε κάναμε πλάκα με το ρητό «ο καπιταλισμός σας κάνει υγιείς». Ας το ξεχάσουμε ακόμη και ως πλάκα. Τα ύστερα του ύστερου καπιταλισμού μοιάζουν με τα ύστερα του κόσμου. Όταν ένας οικονομικός πολιτισμός παύει να υπόσχεται, έστω και με ασυνέπεια και ανισότητα, ευημερία, όταν παύει να τσουλάει στη γραμμή της «προόδου» και συνδέεται όλο και περισσότερο με παρακμή, φθορά και θάνατο, είναι σαν να μας προναγγέλλει το τέλος του. Ας είναι βαρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
… Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί οι βασιλείς και οι ευγενείς (σ.σ.: των Μάγια) δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν και να λύσουν τα, όπως φαίνεται, προφανή προβλήματα που υπονόμευαν την κοινωνία τους. Φαίνεται ότι η προσοχή τους ήταν συγκεντρωμένη σε βραχυπρόθεσμες φροντίδες για τον πλουτισμό τους, στη διεξαγωγή πολέμων, την ανέγερση μνημείων, τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, και την απόσπαση αρκετών τροφίμων από τους χωρικούς, προκειμένου να στηρίξουν όλες αυτές τις δραστηριότητες. Όπως οι περισσότεροι ηγέτες στην ιστορία, οι βασιλείς και οι ευγενείς των Μάγια δεν υπολόγιζαν τα μακροπρόθεσμα προβλήματα, στον βαθμό που τα αντιλαμβάνονταν.
Jared Diamond, Κατάρρευση – Πώς οι κοινωνίες επιλέγουν να αποτύχουν ή να επιτύχουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.