Εγώ θα πάω.
Δεν υπάρχει εποχή που να σε τιμωρεί αν σμίξεις με το νερό κι εμένα δεν μου περισσεύει χρόνος για να καρτερώ την σωστή μέρα.
Τούτο το ποτάμι οπισθοχωρεί κι υπογράφει αιτήσεις να γυρίσει πίσω σε ένα σύννεφο.
Μας θύμωσε για τα φράγματα που χτίσαμε να το περιορίσουμε σε ένα σημείο.
Για τις σκέψεις που πετάξαμε στα βάθια του να αποδομούνται αργά.
Γιατί δεν βγάλαμε την ταμπέλα τούτης της γενιάς από τον τρυφερό μας λαιμό πριν τον σμιλέψουν οι αυλακιές.
Τούτο το ποτάμι σταγόνα σταγόνα βγάζει το χρόνο ψεύτη και μας αφήνει.
Κάποτε φούσκωσε τόσο που φοβήθηκες και στο πισωπάτημα σου γεννιόταν η επόμενη ημέρα.
Νανούρισε την ορμή του τότε μόνο για εσένα και ξημέρωσε.
Τούτο το ποτάμι βάλθηκε να μας αφήσει διψασμένους.
Σήμερα, ακόμα καλύτερα χτες να πετάγαμε τα παπούτσια μας στην άκρη της λεωφόρου και να κάναμε χαλασμό στις στάθμες, τα μέτρα τα σταθμά ώσπου να μην τα ξεχωρίζουμε πια απ΄το δέρμα μας. Σαν παιδιά που ο κόσμος τους χωρά το σήμερα μόνο και δυο κιλά χαρά.
Να προλάβουμε τουλάχιστον να βυθίσουμε το στόμα μας στην ορμή του και μια γουλιά απ΄την αλήθεια του να φτάσει ως εκεί που σφυροκοπά η καρδιά το στέρνο.
Τούτο το ποτάμι πότισε στις όχθες του τις λέξεις των μισοτελειωμένων φράσεων.
Κουβάλησε ως την αρμύρα της θάλασσας τα χαρτονένια πλοία των ταξιδιών που έμειναν στα υπόψιν.
Κι εμείς που τόσο καλά φυλάξαμε τους ευσεβείς μας πόθους αφυδατωμένους ίσα που προλαβαίνουμε τις βιαστικές τους αναπνοές.
Ίσα που προλαβαίνουμε να βουτήξουμε τα πέλματα μας. Nα πάψουμε την ντροπή για κάποια δευτερόλεπτα της ώρας.
Εγώ θα πάω. Και μέχρι να φτάσω θα λέω κατεβατά από προσευχές για την παραμονή του.
Λάθος.
Όχι για την παραμονή. Δεν πρέπουνε λιμνάζοντα νερά στην εποχή που βαφτίστηκε στη λάσπη.
Στη ροή του θα τάζω προσευχές. Στον εναγκαλισμό του με τους ωκεανούς. Στο μεγάλωμα του κάθε που μέσα μας θα μεγαλώνει η ανάγκη.
Τούτο το ποτάμι μας πήρε από φόβο. Εκείνο είχε την ορμή κι εμείς το θράσος της. Μόνο στην αρχή το αγαπήσαμε. Τότε που τα αγαπούσαμε όλα. Ύστερα ερχόταν και δεν ήταν κανείς μας εκεί.
Τούτο το ποτάμι λιγοστεύει. Δεν βλέπει την ώρα να κρυφτεί ξανά μέσα στο σύννεφο κι ούτε ψιχάλα να μην μας ελεήσει ξανά . Να μας κοιτά από μακρυά με τα τηλεσκόπια της λήθης όπως κοιτάζουμε κι εμείς τα πολυπόθητα.
Ποιος ξέρει ίσως μια μέρα μας ξυπνήσουν τα παφλάσματα δυο παιδιών σε τούτο το ποτάμι.
Ίσως τα πόδια μας ακόμα να βαστάνε τον πόνο και το μούδιασμα των κρύων νερών.
Εγώ θα πάω. Θα δω την οπισθοχώρηση και θα σου μαζέψω λέξεις στις άκρες των χειλιών για την επιστροφή του.
Όπως θα φεύγει θα κλείσω μέσα στα μάτια μου τις λιγοστές του σταγόνες πριν να τις μακελέψει ο ήλιος κι εκεί θα στις φυλάξω μέχρι η αλήθεια να σκαλίσει το πρώτο δάκρυ.
Στο πισωπάτημα μου θα γεννιέται η επόμενη μέρα.
Εγώ θα πάω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.