Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Μάνος Χατζιδάκις: Για το Πολυτεχνείο



Οι εθνικές γιορτές έχουν καταλήξει να είναι τελετουργίες χωρίς αντίκρισμα και με αμφιλεγόμενο περιεχόμενο. Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είναι πρόσφατα –γιορτάζουμε μόλις τη 12η επέτειο– κι όμως μοιάζει η γιορτή σαν τον χρυσό σταυρό που κοσμεί τους λαιμούς νεαρών ερωτιδέων ή ηλιοκαμένων καμακιών. Καμιά επαφή με το ουσιαστικό περιεχόμενο του σταυρού. Στολίδι, ένταση του αισθησιασμού. Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου (...)

12η σήμερα, 30ή αύριο, 50ή και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαολοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων (...)

Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό. Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν (...)

Τα γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου μας παρέχονται με περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς που επέζησαν παρά γι’ αυτούς που χάθηκαν οριστικά. Οι εναπομείναντες παρελαύνουν επικεφαλής, βγάζουν λόγους, πραγματοποιούν τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δεν τους άκουσα ούτε μια φορά να μνημονεύουν αυτούς που χάθηκαν οριστικά, που δεν είναι σε θέση να μιλήσουν σήμερα.

Έτσι, έρχεται η σειρά να δούμε από κοντά το τραπέζι ενός Ινδιάνου που αμέριμνος με την παραδοσιακή τεχνική αμύνης, υπερασπιζόταν το σπιτικό του και τον τόπο του από τους εισβολείς, ήσυχος για το δίκαιό του και για τον Θεό του. Όμως οι πιονέροι με τον δικό τους Θεό κατασκευάσανε ένα δικό τους δίκαιο και κατέκτησαν τους Ινδιάνους. Κι αφού τους εξαφάνισαν, άρχισαν να γυρίζουν ταινίες με το δίκαιο αμφίρροπο ανάμεσα στους Ινδιάνους και τους Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως η κατάληψη είχε επιτελεστεί. Η Αμερική στους Αμερικανούς. Και η 17η Νοεμβρίου στους επιζήσαντες. Αύριο –καθόλου απίθανο– μια μελλοντική δικτατορία να οικειοποιηθεί την επέτειο του Πολυτεχνείου ως σύμβολο αντιστάσεως εναντίον των αντιπάλων της. Μήπως δεν έγινε παρόμοια πλαστοπροσωπία στα ανατολικά «σοσιαλιστικά» κράτη; Αγώνες νέων παιδιών μήπως δεν έγιναν σύμβολο εορτασμού τυραννικών καθεστώτων; Τα ’χουμε δει αυτά και τα ’χουμε -αλίμονο- συνηθίσει (...)

Δεν είχα καλά, καλά τελειώσει το σχόλιο αυτό και ήλθε η είδηση. Ένας αστυνομικός, σκότωσε τον δεκαπεντάχρονο Μιχάλη Καλτέζα. Κατασκευάζεται ήδη σενάριο με βάση το κατα πόσον ο νεαρός δεκαπεντάχρονος ήταν ή δεν ήταν «επικινδύνος» αναρχικός. Ώστε η κτηνωδία του αστυνομικού να γίνει νόμιμη άμυνα...

Μάνος Χατζιδάκις

(Αποσπάσματα από άρθρο με τίτλο ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΕΣ ή ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΤΟΥ ΙΝΔΙΑΝΟΥ, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο περιοδικό «Τέταρτο», τευχ. 8, Δεκέμβριος 1985, και συμπεριλήφθηκε αργότερα στη συλλογή κειμένων του Μάνου Χατζιδάκι «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» από τις Εκδόσεις Ίκαρος.)

Photo © αρχείο Mάνου Χατζιδάκι

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Μια αναρχική ανάγνωση του Μάρξ (αναδημοσίευση)


Από τον Νώντα Κούκα
αναρτήθηκε στο http://iamarevi.wordpress.com

Η κριτική
Στον Πρόλογο της Συμβολής στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας ο Μαρξ μεταξύ άλλων σημειώνει: «… Το τι είναι οι άνθρωποι δεν καθορίζεται από τη συνείδησή τους αλλά, αντίστροφα, το κοινωνικό τους είναι καθορίζει τη συνείδησή τους. Όταν φτάσει σε ένα ορισμένο βαθμό η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, αυτές οι δυνάμεις έρχονται σε αντίφαση με τις παραγωγικές σχέσεις που υπάρχουν ή, για να χρησιμοποιήσουμε τη νομική γλώσσα, με τις σχέσεις της ιδιοκτησίας, που μέσα σε αυτές είχαν μέχρι τότε κινηθεί… Όταν μεταβάλλεται η οικονομική βάση ανατρέπεται λιγότερο ή περισσότερο, γοργότερα ή βραδύτερα, ολόκληρο το τεράστιο εποικοδόμημα. Όταν αντικρίζουμε τέτοιου είδους ανατροπές, πάντα θα πρέπει να ξεχωρίζουμε την υλική ανατροπή των οικονομικών όρων της παραγωγής – που πρέπει να την εξακριβώσουμε πιστά με τη βοήθεια των φυσικών επιστημών – από τις νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές μορφές, κοντολογίς από τις ιδεολογικές μορφές, μέσα από τις οποίες συνειδητοποιούν οι άνθρωποι αυτή τη σύγκρουση και την αποτελειώνουν. Όπως όταν θέλουμε να κρίνουμε ένα άτομο δεν το κάνουμε από το τι ιδέα έχει για τον εαυτό του, έτσι και μια εποχή ανατροπής δεν μπορούμε να την κρίνουμε από τη συνείδηση που έχει για τον εαυτό της. Αυτήν τη συνείδηση πρέπει να την εξηγήσουμε με τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, με τη σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και στις παραγωγικές σχέσεις».

Ο στοχαστής-συγγραφέας Ernesto Laclau, στο έργο του New Reflections on the Revolution of Our Time, ασκώντας τη μετα-μαρξική κριτική του σημειώνει: «Αν συγκρίνουμε το παράθεμα αυτό (δηλαδή το παραπάνω) με ένα άλλο πασίγνωστο μαρξικό κείμενο, το Κομμουνιστικό Μανιφέστο, μια ουσιαστική διαφορά εμφανίζεται στον ορίζοντα. Ενώ στο τελευταίο υποστηρίζεται ότι “η ιστορία κάθε κοινωνίας ως τα σήμερα είναι ιστορία ταξικών αγώνων”, στον Πρόλογο της Συμβολής, η πάλη των τάξεων είναι παντελώς απούσα. Η ιστορία στο απώτερο προσδιοριστικό της επίπεδο εξηγείται αποκλειστικά με βάση την αντίφαση ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και τις σχέσεις παραγωγής. Πώς είναι δυνατόν να συναρθρώνονται λογικά αυτές οι δύο στιγμές – από τη μια μεριά η αντίφαση ανάμεσα στις σχέσεις παραγωγής και τις παραγωγικές δυνάμεις και, από την άλλη, η πάλη των τάξεων (η οποία σύμφωνα με τον Μαρξ λαμβάνει στην αστική κοινωνία την απλουστευμένη μορφή της σύγκρουσης ανάμεσα στη μισθωτή εργασία και το κεφάλαιο);».

Από εδώ και πέρα, ο Laclau αποπειράται μια σοβαρή προσπάθεια ανασκευής αυτής της αντίφασης, αλλά και γενικότερα (μαζί με τη Chantal Mouffe) την κριτική υπέρβαση της μαρξικής θεωρίας, πιστεύοντας όμως εσφαλμένως πως αυτή η υπέρβαση θα έρθει τόσο από τη λακανική ψυχανάλυση και τη φουκωϊκή γενεαλογία, όσο και από τη μετα-αναλυτική φιλοσοφία, την αποδόμηση και τον μετα-στρουκτουραλισμό.

Η Κριτική της κριτικής
Είναι εκπληκτικό το πόσο οι «μοντέρνοι» και οι «μεταμοντέρνοι» καιροί έχουν επιβάλει απ’ άκρου εις άκρον τον φορμαλισμό του θετικισμού. Ολόκληρο το σώμα του τυπολογικού επιστημονισμού (θεωρητικού και εφαρμοσμένου) έχει κυριολεκτικά διαμελιστεί από τον σχετικισμό σε όλες τις εκφάνσεις του. Εξάλλου αυτός δεν είναι ο (εργαλειακός) ορθολογισμός του ύστερου διαφωτιστικού προτάγματος;

Δυστυχώς, για όλους τους τεχνοκράτες παντός καιρού, είτε αυτοί βρίσκονται στη λεγόμενη θετική είτε στη λεγόμενη θεωρητική ζώνη της επιστήμης, ο Μαρξ δεν είναι ούτε θετικός ορθολογιστής ούτε εμπειριστής, και ούτε βέβαια ανορθολογιστής. Είναι διαλεκτικός (υλιστής), δηλαδή αρνητικά «ορθολογιστής». Μετά τον Hegel κάθε φιλοσοφική θεωρία που θα εμφανιστεί δεν μπορεί βέβαια παρά να είναι αναπόφευκτα αμφισβήτηση της φιλοσοφίας. Και αυτό ακριβώς κάνουν ο Φόυερμπαχ, ο Στίρνερ, ο Καντ, αλλά και ο ίδιος ο Μαρξ. Ακριβέστερα, η μαρξιανή φιλοσοφία είναι μια φιλοσοφία έξω και πέρα από τη φιλοσοφία. Ή, καλύτερα, μια φιλοσοφία έξω από τον εαυτό της: η φιλοσοφία δεν είναι πια ένα πρόβλημα φιλοσοφικής φύσης, αλλά μια φιλοσοφία της δράσης που πρέπει να λύσει το οικονομικό πρόβλημα πρακτικά. Αυτό είναι το Απόλυτο του Μαρξ.

Συνεπώς ο Μαρξ είναι ο πρεσβευτής του νέου «απόλυτου», όχι βέβαια με τη μορφή του ψυχωτικού δόγματος, αλλά με την έννοια της από-λυσης (άλλωστε, το απόλυτο ετυμολογείται από το απολύω), της απολύτρωσης της Αλήθειας από τη χυδαία σχετικοποίησή της (:οι πολλές επιμέρους «αλήθειες»). Δεν υπάρχουν αλήθειες «ορθολογικές» ή «ανορθολογικές» κατά πώς συμφέρει τη συνείδηση καθενός, αλλά υπάρχει Αλήθεια που έρχεται από το αρνητικό «Εδώ» – από το «Αλλού»: από την αθέατη πραγματικότητα.

Αυτή όμως η «Αλήθεια» προκύπτει αναγκαίως από την Οικονομία, που δεν είναι παρά η ίδια η φιλοσοφία της φύσης εκδηλωμένη στο γήινο κοσμικό γίγνεσθαι. Η ταξική συνείδηση είναι υπάλληλη έννοια της κοινωνικής συνείδησης – κι έτσι τη βλέπει ο Μαρξ. Η πρώτη αφορά στην ad hoc (επί τούτω) δράση επί του πραγματικού (ιστορικού) παράγοντα, η δεύτερη μετέχει της κοσμικής συνείδησης και είναι ο διάμεσος όρος προς την ταξική συνείδηση. Για αυτό η ταξική συνείδηση αναφέρεται στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο ως ad hoc πολιτική δράση. Ενώ στον Πρόλογο δηλώνεται η ευρύτερη έννοια: «κοινωνική συνείδηση» (που εμπεριέχει όπως είπαμε την ταξική συνείδηση) ως εκτατική έννοια κοινωνικών σχέσεων. Κοντολογίς, η ταξική συνείδηση είναι συνθήκη stricto sensu (υπό στενή έννοια) σε σχέση με την κοινωνική συνείδηση, που είναι lato sensu (υπό ευρεία έννοια) αναφορικά με την ταξική συνείδηση  Θα επανέλθουμε.

η ιστορία της ομορφιάς (αναδημοσίευση)

από τον COSTINHO

θέλεις; θέλω πάντα.


η πιο σύντομη ιστορία, η πιο μεγάλη.
μάτια πάνω στον άλλον
μάτια πάνω στον άλλον

παραπάτημα στις σκάλες ίσα για να αλλάξει η μουσική
σα να πήδηξε η βελόνα ή σα να κόλλησε
τόση ώρα που δεν λένε να αλλάξουν πλευρά
που δεν λένε να αλλάξουν πλευρά
που δεν λένε να αλλάξουν
που δεν λένε.

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

ΔΝΤ, Αποκαλυπτική έκθεση: είναι παράλογο να πληρώσει κάποιος φόρους στην Ελλάδα

πηγή: enet

Mε βάση όσα αναλύονται στην έκθεση, η οποία έχει συνταχθεί από τετραμελή ομάδα εμπειρογνωμόνων του ΔΝΤ, οι λόγοι που εντοπίζονται και για τους οποίους είναι παράλογο να πληρώσει κάποιος φόρους στην Ελλάδα είναι οι εξής:

1. Η μη πληρωμή φόρων είναι ένα μέσο για να παραμείνει μια επιχείρηση ή ένας ελεύθερος επαγγελματίας στην αγορά, δηλαδή να μη βάλει λουκέτο. Οπως περιγράφεται στην έκθεση, ο φορολογούμενος που είναι καθ' όλα τυπικός στις φορολογικές του υποχρεώσεις χρεώνει 23% ΦΠΑ στα προϊόντα και στις υπηρεσίες του, ασφαλίζει τους εργαζομένους του και καταβάλλει συνολικές εισφορές και φόρους ύψους 43% των ακαθάριστων αποδοχών τους και καταβάλλει φόρους κερδών και εισοδήματος δηλώνοντας όλα τα εισοδήματά του. Στο τέλος, επειδή αντιμετωπίζει αθέμιτο ανταγωνισμό από επιχειρήσεις και επαγγελματίες που δεν πληρώνουν όλα τα παραπάνω και φοροδιαφεύγουν, θα αναγκαστεί να βάλει «λουκέτο»! Στην άλλη πλευρά βρίσκεται ο φοροφυγάς, ο οποίος δεν χρεώνει ή «τσεπώνει» τον ΦΠΑ 23%, απασχολεί ανασφάλιστο προσωπικό και, παρά το γεγονός ότι δεν είναι τόσο παραγωγικός, καταφέρνει να μένει στην αγορά εκμεταλλευόμενος πολύ υψηλά περιθώρια κέρδους λόγω της μη πληρωμής φόρων και εισφορών.

2. Η πληρωμή των προστίμων για την απασχόληση ανασφάλιστων εργαζόμενων είναι πιο συμφέρουσα σε σχέση με την πληρωμή των εισφορών για τους εργαζομένους! Η επιχείρηση που είναι τυπική επιβαρύνεται με ένα συνολικό εργατικό κόστος για φόρους και εισφορές ύψους 43% των ακαθάριστων αποδοχών των εργαζομένων. Αντίθετα, η επιχείρηση που απασχολεί ανασφάλιστους κατά μέσον όρο ελέγχεται από την Επιθεώρηση Εργασίας μία φορά κάθε 10 χρόνια και, εφόσον εντοπιστεί ανασφάλιστη εργασία, της επιβάλλεται πρόστιμο 500 ευρώ για κάθε ανασφάλιστο εργαζόμενο. Δηλαδή, το πρόστιμο είναι ο μισθός, οι εισφορές και οι φόροι για έναν μόνο μήνα ενός εργαζομένου.

3. Η μη δήλωση του εισοδήματος επιφέρει μικρότερες κυρώσεις από τη δήλωσή του και τη μη πληρωμή των σχετικών φόρων στη συνέχεια. Ο φορολογούμενος ο οποίος δηλώνει όλο το εισόδημά του βρίσκεται αντιμέτωπος με τη βεβαίωση του φόρου. Για να πληρώσει, μπορεί να δανειστεί από μια τράπεζα με τραπεζικό επιτόκιο. Αν δεν πληρώσει, θα χρεωθεί με μηνιαίο επιτόκιο 1% και θα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να διωχθεί και ποινικά. Ο φορολογούμενος που δεν θα δηλώσει το εισόδημά του είναι σχετικά απίθανο να εντοπιστεί από τις φορολογικές Αρχές. Ακόμα και αν εντοπιστεί, θα μπορέσει να συμβιβαστεί με την Εφορία για να πληρώσει πολύ λιγότερα από τα πρόστιμα που του επιβάλλονται, ενώ παύει και η ποινική του δίωξη. Μάλιστα, εφόσον πληρώσει και εφάπαξ τα πρόστιμα που θα του επιβληθούν, γλιτώνει και επιπλέον 5%.

4. Η αναμονή για την επόμενη ρύθμιση τμηματικής εξόφλησης οφειλών. Ο φορολογούμενος που είναι συνεπής στις φορολογικές του υποχρεώσεις πληρώνει στην ώρα του όλους τους φόρους που του βεβαιώνονται. Ο φορολογούμενος που δεν είναι συνεπής περιμένει την επόμενη ευεργετική ρύθμιση. Εφόσον και πάλι δεν μπορεί να πληρώσει, τότε σταματά να πληρώνει και περιμένει την επόμενη ευεργετική ρύθμιση τμηματικής εξόφλησης που θα προσφέρει έκπτωση στις προσαυξήσεις.

5. Είναι πιο συμφέρον να προσφύγεις στα Δικαστήρια, παρά να πληρώσεις τους φόρους που σου βεβαιώνονται μετά τη διενέργεια ενός φορολογικού ελέγχου. Οπως σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης του ΔΝΤ, ο φορολογούμενος που εντοπίζεται να φοροδιαφεύγει βρίσκεται αντιμέτωπος με τη βεβαίωση πρόσθετων φόρων, προστίμων και προσαυξήσεων. Αυτούς τους πρόσθετους φόρους μπορεί να τους πληρώσει σε έως και 36 μηνιαίες δόσεις. Ωστόσο λίγοι πληρώνουν. Συμφέρει να ακολουθήσουν μια διαφορετική οδό διαφυγής. Προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη, όπου η συζήτηση της υπόθεσής τους καθυστερεί έως και 10 χρόνια για να πραγματοποιηθεί.

6. Χορηγούνται συνεχείς παρατάσεις στις προθεσμίες εκπλήρωσης των φορολογικών υποθέσεων. Οι φορολογούμενοι που είναι συνεπείς εκπληρώνουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις εγκαίρως και πληρώνουν και τους φόρους τους εγκαίρως. Αντίθετα, πολλοί περιμένουν τη χορήγηση παράτασης, η οποία συνήθως δίνεται, και καθυστερούν με αυτόν τον τρόπο και την πληρωμή των φόρων.

7. Οι φορολογούμενοι νιώθουν ότι οι φόροι τους δεν έχουν κάποια ανταποδοτικότητα. Καλούνται να πληρώσουν φόρους και την ίδια στιγμή ξοδεύουν αδρά για βασικές κρατικές υπηρεσίες, όπως είναι η παιδεία, η υγεία και οι μεταφορές. Στην παιδεία τα νοικοκυρά αιμορραγούν οικονομικά, λόγω της παραπαιδείας (φροντιστήρια κ.λ.π.), ενώ στην υγεία αναγκάζονται να πληρώνουν ποσά κάτω από το τραπέζι, όπως είναι το γνωστό «φακελάκι». Στις μεταφορές αναγκάζονται να πληρώνουν πολύ ακριβά διόδια για τη χρήση αυτοκινητοδρόμων.

Συμπερασματικά, θα πρέπει οι κυβερνήσεις να βρουν τις λύσεις και να εκδοθούν νέοι νόμοι ώστε η χώρα να βρει τον δρόμο της, διότι η φοροδιαφυγή συμβάλλει στην οικονομική κρίση και πληγώνει όλα τα μικρομεσαία νοικοκυριά.

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

Πώς σταματούν τις εξώσεις στην Ισπανία


Κινητοποίηση της ΡΑΗ κατά της Τράπεζας της Καταλονίας


Το Ενκάτς βρίσκεται δίπλα στην «Αγία Οικογένεια» της Βαρκελώνης, ένα από τα σημαντικότερα καλλιτεχνικά κληροδοτήματα του Αντόνιο Γκαουντί. Μόνο που εδώ, αντί για τουρίστες που περιμένουν στην ουρά για να θαυμάσουν το εξαιρετικό οικοδόμημα, συνωστίζονται απλοί πολίτες οργισμένοι με το κληροδότημα των καταχρηστικών πρακτικών που εφαρμόζουν οι τράπεζες με τις ευλογίες των κυβερνώντων. Στημένοι μπροστά από μια πόρτα που γράφει «Σταματήστε τις εξώσεις», δεκάδες πολίτες κάθε ηλικίας, ανάμεσά τους κι ένας ηλικιωμένος σε καροτσάκι, περιμένουν υπομονετικά έξω από τα γραφεία της PAH, της Πλατφόρμας των Πληγέντων από τις Υποθήκες, για να μετάσχουν στη συνέλευση που αρχίζει σε μία ώρα.

H αίθουσα είναι κατάμεστη. Μια γυναίκα παίρνει το μικρόφωνο. «Καλησπέρα. Πρώτα απ' όλα, ποιοι έρχεστε για πρώτη φορά;». Περίπου 30 χέρια σηκώνονται βιαστικά. «Και ποιοι έχετε αποφάσεις έξωσης;». Αυτή τη φορά 10 χέρια σκίζουν τον αέρα με την απόγνωση εκείνου που πασχίζει να βρει χέρι να πιαστεί. «Καλωσήρθατε, είστε στο σωστό μέρος. Είμαι η Μάρι, αυτός είναι ο άντρας μου ο Χουάν κι είμαστε εδώ ενάμιση χρόνο. Οπως κι εσείς, πριν διασχίσω αυτή την πόρτα το μόνο που έκανα ήταν να κλαίω. Ισως δεν πιστεύετε πια στα θαύματα, αλλά από την εμπειρία μου σας λέω “Ναι, μπορούμε”. Εμείς μπορέσαμε. Αλλά είμαστε εδώ για να συνεχίσουμε να βοηθάμε, γιατί η ΡΑΗ είναι μια μεγάλη οικογένεια. Μοιραζόμαστε τις ιστορίες μας και βρίσκουμε λύσεις μέσα από δράσεις. Παίρνουμε κουράγιο.


Τα δικαιώματά μας
Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι εδώ μας μαθαίνουν τα δικαιώματά μας. Μέχρι τώρα μπροστά στους τραπεζίτες είχαμε μόνον υποχρεώσεις. Οχι. Δεν είμαστε αριθμοί. Είμαστε άνθρωποι. Κι είμαστε εδώ για να χάσουμε τον φόβο και την ντροπή. Δεν κάναμε κάποιο έγκλημα. Θέλαμε ένα σπίτι. Το Σύνταγμα λέει ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμά μας ένα σπίτι και μια δουλειά. Δουλειά πια δεν έχουμε. Φτάνει πια. Τώρα είμαστε εμείς που λέμε στον τραπεζίτη: Θα με ακούσεις εσύ, θα σου πω εγώ πώς έχουν τα πράγματα. Δεν σταυρώνουμε τα χέρια, δεν σταματάμε να διεκδικούμε. Και τώρα πια υποχωρούν».

Ενα παρατεταμένο χειροκρότημα κόβει τα λόγια της, ενώ τα πρόσωπα χαλαρώνουν και τα βλέμματα μαλακώνουν. Επειτα ένας ένας οι παλιοί παίρνουν τον λόγο και εξηγούν πώς λειτουργεί το κίνημα. «Τη Δευτέρα, συνέλευση. Τις Τετάρτες, μικρές κλειστές ομάδες -οι καινούργιοι γραφτείτε στον κατάλογο-, όπου δεν μιλάμε για υποθήκες, αλλά για συναισθήματα: παιδιά, οικογένεια, θλίψη. Και μετά αρχίζουμε τις δράσεις και όταν φέρνουμε λύσεις επιστρέφουμε σπίτι με ένα χαμόγελο που δεν σου το στερεί κανένας», λέει ο Γιούνκι μπροστά σε ένα ακροατήριο που μοιάζει μαγεμένο και παρά την αγωνία καθενός για την δική του περίπτωση δεν διακόπτει.


Η Γιολάντα αρχίζει να δίνει τις πρώτες γενικές συμβουλές καθησυχάζοντάς τους πως στο τέλος θα καταγράψουν κάθε νέα υπόθεση για να οργανωθούν τα κατάλληλα βήματα. «Τους ξεσκεπάζουμε, τους πιέζουμε. Δεν παρακαλάς, απαιτείς. Μόλις σταματήσεις να πληρώνεις βγάζεις ό,τι λεφτά έχεις από αυτή την τράπεζα, ιδίως καταβολές μισθών και συντάξεων. Καταθέτεις αμέσως την αίτηση “της δόσης αντί καταβολής”. Ολα γραπτά. Ζητάς σφραγίδα. Αν αρνηθούν ζητάς το έγγραφο παραπόνων της κυβέρνησης. Κι αν πάλι αρνηθούν κραδαίνεις τα χαρτιά μπροστά στους πελάτες τους ενημερώνοντας για την περιπέτειά μας. Δεν φοβόμαστε τον τραπεζίτη, ένας υπάλληλος είναι. Είμαστε κάθε βδομάδα, κάθε μέρα αν μπορούμε, εκεί. Γινόμαστε φορτικοί. Μη φοβάστε τις εταιρείες είσπραξης που σας παρενοχλούν: δεν έχουν καμιά εξουσία, εξηγήστε τους ότι χάνουν τον χρόνο τους. Δεν αφήνουμε ποτέ το σπίτι μας ακόμη και αν μας κοινοποιήσουν έξωση. Δεν ντρεπόμαστε τη γειτονιά. Αυτοί πρέπει να ντρέπονται που μας πετάνε στους δρόμους. Εχουμε αποτρέψει το 90% των εξώσεων: όλοι μαζί, με τα σώματά μας μπροστά από το σπίτι. Δεν θα επιτρέψουμε αυτές τις βαρβαρότητες...».


«Απάτη των τραπεζών»
Εχουν περάσει τρεις ώρες και ο κόσμος παρακολουθεί με ανείπωτο ενδιαφέρον, κάποιοι σημειώνουν κι άλλοι αδημονούν να φτάσει ο κατάλογος για να γραφτούν ώστε να ξεκινήσει η συζήτηση της υπόθεσής τους. Λίγο πριν αρχίσει αυτή η φάση της διαδικασίας, ο Κάρλος παρεμβαίνει: «Το πρόβλημά μας δεν είναι μια προσωπική αποτυχία όπως θέλουν να μας πείσουν, είναι μια απάτη των τραπεζών με την ευλογία θεσμών και κυβερνήσεων. Εχουμε μια σοβαρή υπόθεση με την Caxa Catalunya που πήρε δισ. ευρώ για να διασωθεί και αρνείται την απόσβεση χρεών σε ένα ζευγάρι 75 και 73 ετών. Εκείνος από την πίεση έχασε την όραση από το ένα μάτι, εκείνη οδηγήθηκε στην κατάθλιψη. Αύριο επιστρέφουμε με συγκέντρωση στις δέκα στην πλατεία Καταλονίας μπροστά στα γραφεία της τράπεζας και στις 11 θα δώσουμε εκεί συνέντευξη Τύπου. Είναι σημαντικό να είμαστε εκεί γι' αυτούς, όπως θα είμαστε εκεί για εσάς». Την επομένη η πλατεία Καταλονίας κατακλύστηκε από κόσμο.


Μάρι και Χουάν: Είμαστε το ζωντανό παράδειγμα ότι «ναι, μπορούμε»
Μια γυναίκα με πράσινη μπλούζα που γράφει «Ναι, μπορούμε» μας πλησιάζει και αρχίζει να μιλά σαν χείμαρρος. «Μπορούμε να κερδίσουμε. Αυτό αποδεικνύουμε καθημερινά στην ΡΑΗ: είμαστε η ίδια η κοινωνία που κινητοποιηθήκαμε κατά των τραπεζών. Εμείς έχουμε το πρόβλημα και εμείς βγήκαμε στους δρόμους για να φέρουμε λύσεις». Πριν προλάβει να ολοκληρώσει η Μάρι, ο άντρας της Χουάν παρεμβαίνει: «Εχουμε ένα κράτος που στρέφει την πλάτη του στους δοκιμαζόμενους πολίτες. Δεν περιμένουμε τίποτα από κυβερνήσεις που μόνο προστατεύουν τους φίλους τους τούς τραπεζίτες. Με την ΡΑΗ αποδείξαμε ότι μπορούμε να κερδίσουμε μικρές νίκες, που πριν από πέντε μόνο χρόνια φάνταζαν απίθανες».

Τριάντα επτά χρόνια παντρεμένοι, η Μάρι και ο Χουάν έλαβαν πέρσι ένα ειδοποιητήριο για κατάσχεση του σπιτιού τους. Δεν χρωστούσαν τίποτα οι ίδιοι. Ηταν εγγυητές ενός στεγαστικού δανείου της κόρης τους. Οταν εκείνη -άνεργη πλέον όπως και ο σύζυγός της- σταμάτησε να πληρώνει τις δόσεις, όχι μόνον έχασε το σπίτι της, αλλά η τράπεζα στράφηκε εναντίον τους απειλώντας να κατάσχει και το δικό τους. «Ενας αναχρονιστικός νόμος επιτρέπει στις τράπεζες να παίρνουν τα σπίτια μας και να συνεχίζουν να ζητούν την αποπληρωμή του χρέους. Μένεις στον δρόμο και χρωστάς για όλη σου τη ζωή: είσαι σε μαύρη λίστα, σαν εγκληματίας. Εμείς τους λέμε: Πάρτε τα κλειδιά του σπιτιού μας αλλά δώστε τέλος στο χρέος μας. Και το πετύχαμε. Καταφέραμε την απόσβεση των ενοχών (χρεών) μετά τον πλειστηριασμό. Χάθηκε το σπίτι της κόρης μας, αλλά πλέον δεν χρωστάμε τίποτα. Και πετύχαμε να συνεχίσει να μένει εκεί για μια πενταετία, παρ' ότι το κατέσχεσε η τράπεζα, δίνοντας μόνον ένα χαμηλό κοινωνικό νοίκι, έτσι ώστε να έχει μια ευκαιρία κι αυτή και τα εγγόνια μας να ξαναστήσουν τη ζωή τους. Είμαστε ένα ζωντανό παράδειγμα ότι “Ναι, μπορούμε”», λέει χωρίς σχεδόν να παίρνει ανάσα, καλώντας μας να παρακολουθήσουμε τη συνέλευση.


Ενα υποδειγματικό κίνημα πολιτών
Με το ξέσπασμα της κρίσης το 90% των Ισπανών είχε σπίτια υποθηκευμένα και καθώς αύξαιναν περικοπές μισθών, επισφάλεια και ανεργία, όλο και περισσότεροι αδυνατούσαν να αποπληρώσουν τα δάνεια. Το απίστευτο είναι ότι δεν έχαναν μόνο το σπίτι τους, αλλά παρέμενε και το χρέος τους. Από τις στάχτες αυτής της κοινωνικής καταστροφής γεννήθηκε το 2009 η Πλατφόρμα των Πληγέντων από τις Υποθήκες (ΡΑΗ) στις γειτονιές όπου πολίτες μοιράζονταν τις εμπειρίες τους. Αντί για ατομική λύση αναζήτησαν τη συλλογική απάντηση σε έναν άδικο και αντισυνταγματικό νόμο. Κι όταν ήρθε η πρώτη έξωση μιας γυναίκας με ανήλικα παιδιά, στάθηκαν σαν ασπίδα στην πόρτα του σπιτιού της, μαγνητοσκόπησαν τη βίαιη απομάκρυνσή τους και το βίντεο σάρωσε στο Διαδίκτυο εκθέτοντας τράπεζες και κυβέρνηση.


Πέντε χρόνια μετά, υπάρχουν 223 δομές της οργάνωσης σε ολόκληρη την Ισπανία και 70 στη Βαρκελώνη, στη βάση γενικών συνελεύσεων στις γειτονιές. Εκεί οι πολίτες μοιράζονται εμπειρίες, συναντούν αλληλεγγύη, ενημερώνονται και συναποφασίζουν δράσεις για να πιέσουν τις τράπεζες να διαπραγματευτούν μαζί τους.

«Είμαστε ένα κίνημα πολιτικής ανυπακοής απέναντι σε αντισυνταγματικούς νόμους. Δεν έχουμε ινστρούκτορες. Είμαστε πολίτες που περάσαμε από τη δοκιμασία και ενημερώνουμε τους συμπολίτες μας. Εχουμε πετύχει να βλέπουν τις πράσινες μπλούζες μας και... να αλλάζουν χρώμα. Καταφέραμε χιλιάδες αποσβέσεις χρεών μετά τον πλειστηριασμό, σταματήσαμε πάμπολλες εξώσεις και όταν οι πλειστηριασμοί είχαν ήδη γίνει γιατί οι άνθρωποι άργησαν να έρθουν σε εμάς, πετύχαμε τουλάχιστον να παραμένουν στα κατασχεμένα σπίτια πληρώνοντας ένα κοινωνικό νοίκι», εξηγεί ο Κάρλος Καπάρος από τους συντονιστές της ΡΑΗ στη Βαρκελώνη.

Με αυτά ακριβώς τα τρία αιτήματα, η PAH επεξεργάστηκε νομοσχέδιο και ανέλαβε ΙLP (Λαϊκή Νομοθετική Πρωτοβουλία) συγκεντρώνοντας 1.500.000 υπογραφές, από 500.000 που χρειάζονται για να εξεταστεί εάν θα συζητηθεί ή όχι στη Βουλή. Εθεσαν έτσι το θέμα στην πολιτική και μιντιακή ατζέντα αναγκάζοντας, λόγω του τεράστιου αντίκτυπου που είχε η πρωτοβουλία, όλα τα κόμματα να ταχθούν υπέρ, εκτός από το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα που επικαλέστηκε λόγους «οικονομικής ασφάλειας». Των τραπεζών, όχι των πολιτών. Η Ισπανία είναι η ευρωπαϊκή χώρα με τις περισσότερες εξώσεις, σχεδόν 184 την ημέρα, και από το 2007 ώς σήμερα έχουν υπάρξει 570.000 διαδικασίες κατάσχεσης. Είναι και η χώρα με τα περισσότερα άδεια σπίτια: 3,5 εκατομμύρια. Οι κατασχέσεις δεν σταματούν: Το τελευταίο τρίμηνο ξεκίνησαν 21.000 διαδικασίες κατάσχεσης και έγιναν 19.000 εξώσεις, αύξηση 40% σε σχέση με το ίδιο τρίμηνο πέρσι.

Σε απάντηση η δράση της ΡΑΗ δεν σταματά στις καθημερινές κινητοποιήσεις. Καταλαμβάνει κτίρια που έχουν κατασχεθεί και παραμένουν άδεια και διαπραγματεύεται με τις τράπεζες να τα δώσουν με κοινωνικό ενοίκιο σε οικογένειες που έχασαν τα σπίτια τους. Σήμερα περισσότεροι από 1.200 πολίτες μένουν σε 16 κατειλημμένα κτίρια. Και έχει υποχρεώσει την κυβέρνηση της Καταλονίας να αρχίσει να εκπονεί μια λίστα με τα άδεια κατασχεμένα κτίρια και να επιβάλλει την επιβολή του προστίμου που προβλέπει ο νόμος για τα ακίνητα που παραμένουν αναξιοποίητα για περισσότερο από δύο χρόνια.


Κάνοντας ορατή μια δραματική συνθήκη που το διαπλεκόμενο σύστημα επιχειρεί να αποκρύψει και να αποσιωπήσει, η ΡΑΗ έχει καταφέρει να αφυπνίσει την ευαισθησία της κοινωνίας. Ηδη τα Συνδικάτα των Πυροσβεστών σε ολόκληρη την Ισπανία πήραν απόφαση ότι δεν συμμετέχουν σε εξώσεις και το ίδιο συνέβη με τα συνδικάτα των κλειδαράδων.

«Αλλά το πιο σημαντικό», προσθέτει ο Κάρλος, «είναι ότι μέσα από αυτές τις συλλογικές διαδικασίες οι πολίτες συνειδητοποιούν και κατανοούν την πραγματική τους δύναμη».

Aναρχικές κολεκτίβες* (αναδημοσίευση)




Ολοι ζούμε σε μια εικονική πραγματικότητα. Το σύμπαν μας είναι η τηλεόραση και το facebook με τους εκατοντάδες φίλους και φίλες, ζώντας σε μια ολοκληρωτική μοναξιά. Η κατανάλωση ήταν η μόνη πραγματικότητα που είχαμε ζήσει. Και τώρα που τη χάσαμε την αναπολούμε. Οι γεμάτες σακούλες με τα ψώνια, συχνά άχρηστα, είναι οι χαμένες πατρίδες. Ο καταναλωτής δεν είναι πολίτης. Είναι η βάση του καπιταλισμού. Και σε αυτό το εύφορο έδαφος γεννιέται ο φασισμός. Οσο πιο αδρανείς είμαστε τόσο περισσότερο ζητάμε μεσσίες για να μας σώσουν. Αλλά ευτυχώς που υπάρχουν και άλλοι που ζουν και βλέπουν την πραγματικότητα. Δυστυχώς είναι λίγοι και θεωρούνται περιθωριακοί. Και όμως αυτοί είναι η μόνη ελπίδα που έχουμε.

Ο Χέγκελ έκανε μια θαυμαστή διάκριση μεταξύ Σωκράτη και Χριστού. Ο πρώτος ήταν δάσκαλος. Προκαλούσε την αναζήτηση της γνώσης. Και όσοι ήταν πρόθυμοι για συζήτηση την έψαχναν μαζί. Ο δεύτερος ήταν ρήτορας που κήρυττε τη μόνη και μοναδική αλήθεια σε πιστούς μαθητές. Και όπου υπάρχει μια εξ αποκαλύψεως αλήθεια, υπάρχουν και διαφορετικές ερμηνείες. Οι τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, ο ιουδαϊσμός, ο χριστιανισμός και ο ισλαμισμός, αναγνωρίζουν τον ίδιο Θεό. Αλλά δεν είναι μία θρησκεία. Είναι τρεις. Και καλύτερα να μη μιλήσουμε για τις «διασπάσεις» τής κάθε ομολογίας. Τότε θα έχουμε τις διασπάσεις του κάθε Κομμουνιστικού Κόμματος, μια που και αυτό εκφράζει τη μία και μοναδική αλήθεια, όχι της θρησκείας, αλλά της Ιστορίας και της Νομοτέλειάς της.

Για το Σύμπαν γνωρίζουμε μόνο ένα 5%. Και αυτό σημαίνει πως η αλήθεια του Σύμπαντος κατά 95% μάς είναι άγνωστη. Μήπως η αλήθεια είναι αυτό που δεν ξέρουμε; «Μήπως οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά;». Και να αληθεύει η άλλη ποιητική ρήση: «Διαβάτη, δεν υπάρχει δρόμος, τον φτιάχνεις περπατώντας». Με άλλα λόγια, μόνον όταν υπάρχει αντίδραση αποκαλύπτουμε ένα μέρος της αλήθειας. Ζούμε σε μια εποχή που ο πλανήτης Γη έχει φτάσει στα όριά του. Το 1% του πληθυσμού της κατέχει το 50% του παγκόσμιου πλούτου. Με άλλους υπολογισμούς είναι το 0,1%. Το υπόλοιπο 99% ή το 99,99% τι κάνει; Αντιδρά με μικρές μειονότητες. Οι μεγάλες πλειοψηφίες ζουν στη λήθη. Και όλα τα μεγάλα ΜΜΕ που έχουν οι ολιγάρχες πολλαπλασιάζουν το ψέμα και το παρουσιάζουν σαν τη μόνη δυνατή πραγματικότητα. Η Α-λήθεια είναι η μη λήθη. Και από εδώ πρέπει να ξεκινήσουμε, αν θέλουμε να ζήσουμε. Η καλή συνάδελφος Χριστίνα Πάντζου μάς έφερε καλά νέα από την Ισπανία («Εφ.Συν.» 1-2 Νοεμβρίου 2014). Πάνω από πενήντα χιλιάδες άνθρωποι ζουν από την αλληλέγγυα οικονομία που στόχο έχει τον άνθρωπο και όχι το κέρδος. Το κίνημα Podemos που ξεκίνησε από τις πλατείες έρχεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις. Μοιάζει σαν η Ισπανία να ξαναβρίσκει τον εαυτό της και να γυρίζει στις ρίζες της.

Η Ισπανία του εμφυλίου πολέμου (1936-1939) είναι μια αναβίωση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Εχουν γίνει πολλές και θαυμαστές επαναστάσεις που κατέληξαν σε δυστοπίες. Αλλά στο λίγο που κράτησε το ισπανικό θαύμα, έχουμε τις αποδείξεις πως η ουτοπία ή αλλιώτικα η φαντασιακή κοινωνία μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Η FAI, η Αναρχική Ομοσπονδία Ιβηρικής, στηριζόταν στη φιλία και την αγάπη. Και αυτό ζητούσε μια απαιτητική συσπείρωση. Είναι λάθος να νομίζουμε πως η Αναρχία είναι ένα σκορποχώρι. Προϋποθέτει υψηλή οργάνωση για να μπορέσει ο καθένας να εκφράσει τον λόγο του και όλοι μαζί να αποφασίσουν. Αλλά για να το πετύχουν αυτό χρειάστηκαν 75 χρόνια εντατικής δουλειάς και αγώνων.

Στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, που είχε ένα εκατομμύριο νεκρούς, περίπου δέκα εκατομμύρια άνθρωποι παρήγαν τον πλούτο της χώρας έμμεσα ή άμεσα. Είχαν στα χέρια τους σχεδόν όλη την αγροτική και βιομηχανική παραγωγή και σε πολλές περιπτώσεις είχαν καταργήσει και το χρήμα. Παράλληλα υπήρχε πολιτιστική άνθηση. Δεκάδες παλάτια βαρόνων είχαν απαλλοτριωθεί και είχαν γίνει πνευματικά κέντρα. Το Κ.Κ. Ισπανίας, αντί να ενισχύσει αυτές τις προσπάθειες, τις πολέμησε. Βασικός εχθρός του σοβιετικού κόμματος δεν ήταν ο Φράνκο, αλλά οι αναρχικοί και οι τροτσκιστές του PUM. Να σημειώσουμε πως τις ταξιαρχίες που σχημάτισε δεν τις έστειλε ποτέ στην πρώτη γραμμή. Τις κράτησε στα μετόπισθεν. Στην πρώτη γραμμή πολεμούσαν οι αναρχικοί και οι τροτσκιστές, με μια δημοκρατική κυβέρνηση ξεχαρβαλωμένη.

Ηθικόν δίδαγμα: Αν δεν πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας θα μπλεχτούμε στα δίχτυα τους, «και κανείς δεν θα μπορέσει να μας βγάλει».

* Από το βιβλίο του Sam Dolgof με τον ίδιο τίτλο. Εκδόσεις Διεθνής Βιβλιοθήκη

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

η νύχτα μόλις πριν από τα δάση (αναδημοσίευση)

από τον COSTINHO

διαβάζω τον Κολτές και νιώθω ότι θα μου φύγει το μυαλό, από αυτό μάλλον θα είναι ο πονοκέφαλος, ανάμεσα σε δύο πρόβες, το ίδιο έργο δύο φορές σε μια μέρα, δύο πρόβες -περάσματα ας πούμε, έτσι τα λένε- γιατί αύριο είναι η πρεμιέρα, είναι μια πρεμιέρα -παραστάσεις κάνουμε και ζούμε, κάνουμε για να ζούμε, παίζουμε και ζούμε, έτσι ζούμε, άλλος ζει επειδή θυμάται απέξω έναν σκοπό, μπορεί και τον σφυρίζει, τον τραγουδάει μετά από 18 χρόνια, τόσα μου είπε, άστεγος, μπορεί και τον τραγουδάει, έτσι ζει· στην Ομόνοια στον ηλεκτρικό, κουρασμένος από δύο πρόβες κι από το ανάμεσά τους, κυρίως αυτό, όλες τις αναμονές, κουρασμένος από κάθε αναμονή και κάθε ανάμεσα, εκείνος θα κάτσει δίπλα μου περιμένοντας, σε μια άλλη αναμονή αυτός, αφού αποδεικνύεται πως όταν έρχεται το τρένο μου αυτός θα συνεχίσει να κάθεται στο παγκάκι, γιατί δεν έχει σκοπό να πάρει κανένα τρένο, που να πάει άλλωστε, σάμπως έχει κάποιο εδώ για να έχει και κάποιο εκεί; παρέα θέλει, κάποιον να μοιραστεί κάτι, εμένα για να μοιραστεί την αναμονή μου, να πάρει χρώμα Ομόνοιας το ανάμεσα, ανάμεσα στα ανακαινισμένα πλακάκια και τις αιώνιες ράγες, τον ηλεκτρικό που μεταφέρει αναμονές από πάντα· στην ερώτηση με τι ασχολούμαι, βλέποντάς με να διαβάζω με πονοκέφαλο, γυρνώντας από τις δύο πρόβες, κάνω το λάθος και του λέω κάτι για το θέατρο, ποιο θέατρο με ρωτάει, ποιο θέατρο να πω στον άστεγο, ποιο εδώ θέατρο και ποιο εκεί, παραστάσεις του λέω, κανένα λάθος δεν έχω κάνει, τι παραστάσεις με ρωτάει, τι να του πεις για πρόβες και τεχνικά λάθη και λεπτομέρειες και όλα τα ανάμεσα, που ένα λεπτό πριν ήταν όλα δικά σου, κουραστικά και εντελώς δικά σου, κουραστικά δικά σου· μελωδία της ευτυχίας μου λέει, αυτή είναι η τελευταία φορά που πήγε θέατρο, πριν πολλά χρόνια, αυτή η παράσταση με την Αλίκη, λέει· θέλω να μην καταλάβω ποια Αλίκη εννοεί, βαριέμαι να καταλάβω, αλλά καταλαβαίνω, γιατί μου μιλάει για εποχή, μια εποχή πριν, μια εποχή, μου τραγουδάει το τραγούδι της εισαγωγής, στα ελληνικά, είναι αυτό που είπε η Τζούλι Άντριους, αλλά με ελληνικά, έτσι ήταν στην παράσταση, μου τραγουδάει κι άλλο τραγούδι, θυμάται έτσι την Τζούλι Άντριους, μου τραγουδάει το I could have danced all night από το ωραία μου κυρία, άλλη μεγάλη παράσταση αυτή, στα αγγλικά αυτό, περίπου αγγλικά, τη θυμάται γιατί έχει πάθει πια κάτι σοβαρό στη φωνή της και δεν μπορεί να τραγουδήσει, μόνο να μιλήσει, κάτι πολύ σοβαρό, μου δείχνει το σημείο στο λαιμό, άστεγος με τρία τέσσερα δόντια· σύνολο· δεν είναι κοντράστ αυτό, είναι ζωή μέσα σε κάτι που αρνείται τη ζωή, που την απαγορεύει, που απαγορεύει, το εδώ και το εκεί, τις αναμονές και τους προορισμούς, άστεγος θα πει να μην έχεις που να πας, θα πει να ψάχνεις παρέα γιατί δεν έχεις ποιον να καλέσεις, δεν έχεις που να τον βάλεις να κάτσει ακόμα κι αν έχεις να τον τρατάρεις, να μην έχεις κανένα εδώ να μοιραστείς, μόνο τις μελωδίες μιας κάποιας ευτυχίας, όπως αυτή συντάσσεται στον ηλεκτρικό στην Ομόνοια μετά από δύο πρόβες, τις τελευταίες πριν από μια πρεμιέρα· μου τραγουδάει το my favorite things, στα ελληνικά πάλι τώρα, όπως το'λεγε η Αλίκη, μπακίρια φλόγες γλυκό σαντιγί, να κάποιοι φίλοι που έχω στη γη -ο άστεγος-λευκές κορδέλες μικρά εκκλησάκια, χιόνι που λιώνει σε μύτες κι αυτάκια, χειμώνες άσπροι του Μάη πρωί, τι ομορφιές μου'δωσε η ζωή -συνεχίζει, ρεφρέν-κι αν ο κόσμος αγριεύει και με κυνηγά, εγώ πολεμάω γι'αυτά που αγαπώ, τους δίνω ζωή ξανά, ο άστεγος όλα αυτά, 18 χρόνια πριν, εποχή πριν, φεγγάρι πάνω σε γλάρου φτερά, δώρα της γης που μου δίνουν χαρά, τι σκατά χαρά παίρνεις, τι ομορφιές να σου'δωσε η ζωή, που μόνο σου πήρε, όπως σου πήρε δόντια και προορισμούς, τι σκατά θέλεις να με κάνεις να νιώθω, πέρα από το ότι έχω παρέα στην αναμονή και στο τελευταίο ανάμεσα, ανάμεσα κούραση και σπίτι, ανάμεσα στις πολυτέλειες των προορισμών μου, των εδώ και των εκεί μου, ποιος είναι ο άστεγος γαμώτο, ποια είναι η μελωδία της ευτυχίας που εγώ δεν θυμάμαι να σφυρίξω, ποια τραγούδια να σου πω εγώ, πως μπορείς και τραγουδάς με τα τρία τέσσερα δόντια γι'αυτά που πολεμάς και αγαπάς, πως δίνεις ζωή ξανά, ποια κούραση να σου ομολογήσω, ποιος μπορεί να κουράζεται, πόσο κουράζεσαι εσύ να μοιράζεις παρέα σε κουρασμένους, ενώ λες ότι ψάχνεις για παρέα, έτσι να περάσει ο χρόνος σου, έτσι μου είπε, μύτες κι αυτάκια λευκές κορδέλες μπακίρια φλόγες, να'βρισκα τώρα ένα γλυκό σαντιγί να στο κέρναγα με όλη μου την καρδιά, επειδή με κέρασες μια αναμονή λιγότερη, επειδή δεν κατάλαβα ποιος ήταν ο άστεγος, και επειδή μόλις μπήκα στο τρένο και έκλεισαν οι πόρτες πίσω, θυμήθηκα ποιος είναι ο άστεγος, ποιος έχει προορισμό και κούραση και ανάμεσα και πρόβες και ποιος τραγουδάει τη μελωδία της ευτυχίας μέσα από τα τρία δόντια που του άφησε η ζωή μαζί με τα 18 χρόνια που δεν ξέρει που πέφτει το θέατρο, αλλά μόνο ο ηλεκτρικός της Ομόνοιας.

τη θυμάμαι την κομψή κυρία με το βιολί, από παλιά στα τρένα να παίζει, πάντα το βιολί με αξιοπρέπεια πάνω από το ταγεράκι, πάντα ταγεράκι, στα πόδια της στριμωχνόταν ένα παιδάκι, μάλλον το παιδί της, που ανέκφραστα περήφανο έπαιζε κι αυτό βιολί, καλύτερο από κείνη, τελοσπάντων εκείνο σόλαρε, Μότσαρτ ή κάτι πιο δύσκολο, περπατώντας μέσα στο βαγόνι σόλαρε, εκείνη σιγόνταρε και χαμογελούσε, καμάρωνε, επαιτούσε και καμάρωνε· απαιτούσε· να καμαρώσουμε όλοι για τούτο το παιδί στα πόδια της που στριμώχνεται στα πόδια των επιβατών, στις αναμονές του πλήθους, στις αποστάσεις σπίτι δουλειά, στις στολές γραβάτα χριστοπαναγία, να καμαρώσουμε τους εαυτούς μας που μπορούμε και ακούμε μουσική καθώς ανταλλάζουμε αποστάσεις με χριστοπαναγίες και παζαρεύουμε αναμονές με κούραση, τη θυμάμαι την κυρία με το παιδί πολλά χρόνια πριν, σχεδόν μια εποχή πριν, την έχασα για χρόνια -για σχεδόν μια εποχή- μια φορά νομίζω ότι την είδα μόνη της και αναρωτήθηκα για το παιδί, τι να έγινε τόσο περήφανο που έπαιζε, τόσο που καμάρωνε γελαστά εκείνη γι'αυτό, άραγε σπούδασε; παίζει καλύτερα; βρήκε γκόμενα; γκόμενο; άλλαξε το βιολί με μπάλα; γύρισε σε κάποια πατρίδα; δουλεύει για να ζήσει; δεν παίζει πια για να ζήσει; αυτό είναι ιδέα: να παίζεις για να ζεις· να παίζεις· λίγο πριν τον άστεγο λοιπόν, πριν και τη δεύτερη πρόβα, μία αναμονή πριν, είδα την κυρία με το βιολί στη Φειδίου, να παίζει στα τραπέζια του Καπετάν Μιχάλη, στην πίσω έξοδο του κινηματογράφου Ιντεάλ -αν ξέρεις από Αθήνα ήδη σου περιέγραψα μια ζωή ολόκληρη- χαμογελαστή πάλι, μαραμένα τα γιούλια και οι βιόλες, αυτό έπαιζε, καθόλου μαραμένα, καθόλου Μότσαρτ, χωρίς το παιδί, τι να'γινε άραγε εκείνο το παιδί, ίσως σπουδάζει για τα καλά τώρα, ίσως γύρισε σε κάποια πατρίδα, έμεινε πίσω η μαμά να παίζει για να ζει, ανάμεσα στις πρόβες που ζούμε για να παίζουμε, έτσι ζούμε, έτσι ανάμεσα· ακριβώς πιο πέρα ένα νεόδμητο νεοφώτιστο ολοφώτιστο γκαράζ ισόγειο -με αρκετά υπόγεια φαντάζομαι- στους τοίχους του οποίου σε καλοσωρίζουν (αν είσαι οδηγός) ή απλά σε χαιρετούν (αν καμώνεσαι τον διαβάτη, που καταδέχεται να σηκώνει το βλέμμα που και που) τεράστιες τυπωμένες μορφές κάποιων εποχών πριν· εποχές για την ακρίβεια, όχι μορφές: ο Ρίτσος, ο Κάφκα, η Κάλλας, ο Βάρναλης, ποιητές, ζωγράφοι, ξανά ποιητές, ο Εγγονόπουλος, όλοι νεκροί σήμερα, στην έναρξη ενός υπογείου, γκαράζ μεν υπόγειο δε, ο κάτω κόσμος των αυτοκινήτων, νεκρές εποχές που φυλάνε τα αυτοκίνητα, τα αυτοκίνητα προορισμούς, ακριβώς πιο πέρα από την Φειδίου, από την κυρία με το βιολί, από τον Καπετάν Μιχάλη, από την έξοδο του σινεμά, από το ανάμεσα, από την πρόβα, από την πρεμιέρα, από την κίνηση, από τον ηλεκτρικό, τι γκαράζ κι αυτό, τίγκα στη λογοτεχνία και την ποίηση, στις νεκρές εποχές της, στις μυρωδιές του κάτω κόσμου, κι ο πάνω κόσμος να'ναι οι τροχοί.

δύο ή τρεις ώρες μετά, στη συμβολή της Φειδίου με την Τρικούπη, αν ξέρεις από Αθήνα, ένα αγόρι βουτάει μια κοπέλα, στην αρχή μοιάζει με καυγά, για ένα δευτερόλεπτο μόνο, αλλά είναι το κορίτσι του, βουτώντας την κάνει κορίτσι του, έτσι γίνονται αυτά, πάντα έτσι γίνονταν, κι αυτή αφήνεται, βουτιά σε κείνον, σαν σε καυγά, που βουτάς μέσα σε μια φωτιά και βγαίνεις όμορφος, γιατί στον καυγά φωνάζουν αλήθειες και οι δύο, αυτό είναι ένας καυγάς, αλήθειες μαλακισμένες κι οι δύο, αλλά αλήθειες, από αυτές που δεν ζητάνε τίποτα παρά τον άλλο, ολόκληρο τον άλλο, ολόκληρο σε μιαν αλήθεια, ολόκληρο αλήθεια, όταν το αγόρι την βουτάει, την βουτάει ολόκληρη, τίποτα δεν αφήνει να μείνει πίσω της, ούτε άστεγος ούτε κυρία με βιολί ούτε καν λίγο από το μαλλί του κοριτσιού, κόσμος άλλος δεν υπάρχει, ο κόσμος είναι εδώ, μόνο την Φειδίου να συναντήσει την Τρικούπη αφήνει, κάθε δευτερόλεπτο να συναντάει την Τρικούπη -πεζοδρόμια εκεί από αιώνες, από πάντα- όπου μπορεί να χαζέψει κανείς σταματημένα αυτοκίνητα, σε κίνηση δηλαδή, κολλημένα στη λάσπη του χρόνου και των εν δυνάμει καυγάδων, των πολλά υποσχόμενων καυγάδων, των εδώ και εκεί γωνιών της πόλης, στάσεις σαν από πάντα ορισμένες στο χάρτη -όταν λέμε από πάντα εννοούμε ακόμα και το ένα δευτερόλεπτο πριν γεννηθούμε, όχι αναγκαστικά μια εποχή πριν, τον κόσμο που υπάρχει πριν από σένα, που υπάρχει, ο κόσμος που επιτρέπεται να υπάρχει αφού το αγόρι κρατήσει για λίγο το κορίτσι- διαβάζω τον Κολτές ακόμα, γεμίζουν τα ανάμεσα με πονοκέφαλο, δύο παναντόλ έτσι για τη φάση, για τη χαρά της συμμετρίας στις πρόβες -στις δύο πρόβες- στην πρεμιέρα και στην Αλίκη, στα τρία τέσσερα δόντια, στο κορίτσι που γίνεται κορίτσι του, στον Κάφκα που υποδέχεται αυτοκίνητα με τον Ρίτσο, στον πάνω και τον κάτω κόσμο, ένα παναντόλ για την κυρία με το βιολί, ένα στη σκέψη του αγοριού που ίσως σπούδασε ή γύρισε σε κάποια πατρίδα, όλος ο πονοκέφαλος ανάμεσα, όλη η αναμονή αγόρι κορίτσι, αγόρι κορίτσι αναμονή αγόρι κορίτσι, αγόρι της κορίτσι του, πόλη αναμονή πόλη ανάμεσα προορισμοί αναμονές πόλη αγόρι κορίτσι αγόρι κορίτσι κυρία με βιολί αγόρι που ίσως σπούδασε άστεγος με ομορφιές με δώρα αγόρι κορίτσι αγόρι κορίτσι, μόνο αγόρι κορίτσι μόνο αγόρι κορίτσι, μόνο αγόρι της και μόνο κορίτσι του· βουτιές στην Φειδίου άστεγοι στον ηλεκτρικό κυρία με βιολί πόλη μελωδία κάποιας ευτυχίας· δηλαδή αγόρι κορίτσι δηλαδή αγόρι της κορίτσι του· δηλαδή.

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Crossover (αναδημοσίευση)


από τον COSTINHO

Πήγα αλλού γυμνάσιο κι αλλού λύκειο. Χτες βράδι στο Αν, είδα άνθρωπο και από το ένα σχολείο και από το άλλο. Δύο εποχές, αλλά η ίδια εποχή. Εκείνη. Όχι φίλοι, ούτε καν γνωστοί, αλλά αυτοί που πάντα θυμόσουν, κάτι οριακές μορφές που συνήθως συνδέονται με κάποιο εξωπραγματικό άκουσμα που τότε σου έμαθαν· σε κάποιο πάρτι, σε κάποια ανταλλαγή –με μοίρασμα μαθαίναμε κυρίως τη μουσική, με συνευρέσεις σε χώρο, κάπου. Σαν σε χρονοκάψουλα, αυτοί σχεδόν ίδιοι ολόιδιοι όπως τους θυμάμαι. Γενικά γύρω μου φάτσες σχολεία, ίδια ολόιδια όπως τα θυμάμαι. Όπως. Δεν ξέρω δηλαδή αν αντικειμενικά είναι τα ίδια, ξέρω μόνο για το όπως. Τα σχολεία είναι τότε, το θυμάμαι είναι τώρα, το όπως είναι όλο το ενδιάμεσο. In the meantime. Στο μεταξύ μεγαλώναμε, κρατούσαμε εικόνες, πετάγαμε άλλες, φτιάχναμε όπως. Θόρυβος στα αυτιά και ξεκάθαρα όλα. Ποιος ήταν ποιος, ποιος άκουγε τι, ποιος έτσι ποιος αλλιώς.

Στη σκηνή τώρα η μπάντα· αυτή η μπάντα. Αυτή που σε έκανε να πιάσεις μπάσο για να παίξεις περίεργους σκληρούς ρυθμούς και ριφάκια με συγκοπές. Δεν ξέρεις τι είναι οι συγκοπές μάλλον. Τότε συνεννοούμασταν βέβαια, κι ας μάθαμε πολύ μετά ότι οι συγκοπές είναι μουσικός όρος που περιγράφει την αιτία του πονοκεφάλου από το ακανόνιστο headbanging. Όροι, ακατανόητες λέξεις, άλλες γλώσσες. Όλα κώδικας ήταν, όλα κώδικας είναι. Εδώ στη συναυλία δεν παίζει να υπάρχει άνθρωπος κάτω των 35, και με το ζόρι κάποιος άνω των 40. Εδώ καταλαβαίνω τα πάντα. Ένας δίσκος, ένας μαγικός δίσκος είκοσι χρόνια πριν, όλος εδώ παιγμένος μπροστά μου, μπροστά μας. Οι δίσκοι από τότε κουβαλούσαν ένα εμείς, κι αυτό το αισθάνεσαι συνέχεια. Τώρα. Οι αριθμοί δεν αντιστοιχούν σε ηλικίες, αλλά σε κώδικα. Όλα είναι όπως έμαθες. Και όπως τα ξαναβρίσκεις. Μόνο εσύ τα αλλάζεις τα όπως· καμία πραγματικότητα. Και μόνο εσύ δεν θέλεις να τα αλλάξεις.

Γυρίζω σπίτι. Ψάχνω το βινύλιο του Betty. Βρίσκεται όρθιο –όπως όρθια στέκονται πάντα τα βινύλια- ανάμεσα στο Sky Valley των Kyuss και το Far Beyond Drivenτων Pantera. Κάτι πολύτιμο που βρίσκεται ανάμεσα σε Kyuss και Pantera, δεν μπορεί παρά να σου δείχνει ότι σωστά ήρθαν όλα ως εδώ. Το πρωί το βάζω να το ξανακούσω, ούτε κι εγώ θυμάμαι από πότε. Η συναυλία· ο δίσκος τώρα που παίζει· ο δίσκος ανάμεσα σε άλλους· στιγμές όρθιες από αυτές που θυμάσαι καθαρά· που δεν χρειάζεται να τις θυμάσαι, γιατί ακόμα τις βλέπεις μπροστά σου· τις ζεις. Κάπως. Όπως. Ένα τότε, ανάμεσα σε δύο τότε, μια βιωμένη αγάπη, ανάμεσα σε βιωμένες αγάπες, μια όρθια στιγμή, ανάμεσα σε όρθιες στιγμές, ένα κολασμένος θόρυβος που όσο μεγάλωνε, σε μεγάλωνε, ένας μανιασμένος θόρυβος που κρατάει ακόμα, ένας θόρυβος παρακαταθήκη από το μέλλον, που σε κάνει να αντέχεις κάθε παρελθόν, γιατί εκεί είναι τα αδυσώπητα και τα αμετάκλητα, μια αλήθεια που γαμάει κάθε νοσταλγία, ένα τότε ζωντανό όσο ένα σήμερα, υπαρκτό όσο η μέρα, ένα βράδι στα Εξάρχεια που χώνεσαι στο Αν να δεις δίπλα σου φίλους που δεν γνώρισες αλλά τους ξέρεις, σχολεία που δεν πήγες αλλά θυμάσαι και αναγνωρίζεις, να δεις πως μεγάλωσες και πόσος θόρυβος ακόμα σε κρατάει ζωντανό. Και πόσο ωραίο είναι να μεγαλώνεις, να το μαθαίνεις από τις φάτσες γύρω σου που μεγαλώνουν, και όλα να είναι εκεί στη θέση τους, με όλη τους την ένταση. Όχι εκεί ακόμα. Εκεί πάντα.

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

ΕΝΦΙΑ ακόμη και στις τρώγλες

Κάτω από το όριο της φτώχειας, σε ένα σπίτι ετοιμόρροπο με σοβαρά προβλήματα στατικότητας και σε συνθήκες διαβίωσης που μόνο ανθρώπινες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ζει μια μονογονεϊκή οικογένεια στην ορεινή Γλαύκη της Ξάνθης.

Πρόκειται για ένα διώροφο παλιό οίκημα, το όποιο έχει για κεντρική είσοδο μια ξύλινη δίθυρη πόρτα που συνήθως χρησιμοποιείται σε αποθήκες ή κτηνοτροφικές μονάδες, με το ισόγειο να βρίσκεται σε άθλια κατάσταση. Η πρόσβαση στον επάνω όροφο γίνεται μέσω ξύλινης ξεχαρβαλωμένης εσωτερικής σκάλας ενώ το πάτωμα του κτηρίου έχει καλυφθεί από στρώμα χώματος το οποίο όπως αναφέρουν οι ένοικοι δημιουργήθηκε από τις βροχοπτώσεις.

Στον δεύτερο όροφο, δεν υπάρχει ταβάνι παρά μόνο η σκεπή στην οποία εντοπίζονται ρωγμές, ενώ υπάρχουν συνολικά τρεις χώροι που κατοικούνται αλλά βρίσκονται σε εξίσου άθλια κατάσταση.

Η θέρμανση του χώρου γίνεται με σόμπες ωστόσο το γεγονός πως το σπίτι περιστοιχίζεται από ξύλινες πρόχειρες κατασκευές καθιστά επικίνδυνη ακόμη και τη χρήση τους. Εντός του μισογκρεμισμένου σπιτιού δεν υπάρχει καν τουαλέτα, η οποία βρίσκεται έξω σε άλλον χώρο.

Το απόκομμα από τον… ΕΝΦΙΑ!


Όπως αναφέρει ο κ. Καρά Χουσεΐν Φερίτ, ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας, τα προβλήματα ξεκίνησαν μετά τον θάνατο του πατέρα του. “Είμαστε πέντε αδέλφια, οι αδελφές μου έχουν παντρευτεί και σήμερα μένουμε εδώ εγώ, η μητέρα μου και ο μικρός μου αδελφός” τονίζει ο ίδιος, εξηγώντας πως η μοναδική πηγή εσόδων της οικογένειας είναι ένα επίδομα που τους καταβάλει ο ΟΓΑ, μιας και ο μικρός του αδελφός είναι ανήλικος, καθώς και τα ελάχιστα μεροκάματα που κάνει ο ίδιος κατά διαστήματα.

“Κάνω ένα ή δύο μεροκάματα κάθε 10 ημέρες και βγάζω 5 με 10 ευρώ” συμπληρώνει, με τους εισοδηματικούς πόρους να μην επαρκούν ούτε για την κάλυψη των απαραίτητων για την καθημερινή επιβίωση της οικογένειας, πόσο μάλλον για την κάλυψη των υποχρεώσεων.

Η εν λόγω τρώγλη, που στη θέα της και μόνο γεννάται ακατάπαυστη ανατριχίλα, δεν ξέφυγε από τον παραλογισμό της φορολογίας μιας και η οικογένεια κλήθηκε να καταβάλει ΕΝΦΙΑ και μάλιστα ύψους 237 ευρώ!

“Παλεύουμε για να τα βγάλουμε πέρα, βάζουμε περισσότερα ρούχα για να βγάλουμε τον χειμώνα. Η μάνα μου έχει καρδιά, τα πόδια της την πονάνε. Δεν μπορεί να σκουπίσει, να καθαρίσει. Φοβούμαστε να ανάψουμε τη σόμπα γιατί το σπίτι είναι γκρεμισμένο θα πάρει φωτιά και θα καούμε και εμείς μέσα. Παίρνει 350 ευρώ επίδομα και που να πάνε αυτά τα λεφτά; για τα φάρμακα της μητέρας μου; το σπίτι; ή το ρεύμα; δεν μένει απολύτως τίποτα” εξηγεί ο Καρά Χουσεϊν Φερίτ. Άξιο αναφοράς το γεγονός πως ο ίδιος τον ελεύθερό του χρόνο κατασκευάζει χειροποίητα νταούλια, μουσικά όργανα, τα οποία ωστόσο, όπως αναφέρει, δεν μπορεί να πουλήσει.

πηγή: thrakitoday.com

Ένας ήρωας στο παγκάκι (αναδημοσίευση)

της Νίνας Γραμματικάκη

12:30 - Περπατάω με γρήγορο βηματισμό σε μια κεντρική πλατεία τούτης της πόλης. Στη μια πλευρά της πλατείας πιτσιρίκια βρίζουν και κάνουν άτυπο διαγωνισμό μαγκιάς, τόσα ξέρετε τόσα κάνετε, σκέφτομαι από μέσα μου (κι ας υπήρξα πιτσιρίκα κι ας έκανα κι εγώ άτυπους διαγωνισμούς μαγκιάς), στην άλλη πλευρά η γνώριμη φιγούρα του κυρίου με τα μελί μάτια και τα κάτασπρα μαλλιά. Κρατάει αγκαλιά μια σχολική τσάντα και κοιτάζει τον ουρανό.

Τον βλέπω κάθε μέρα από τον περασμένο Φεβρουάριο, ξεχειμώνιασε στο ίδιο παγκάκι.Για μια στιγμή σκέφτομαι πως τόσους μήνες δεν έχω σταματήσει να του δώσω ούτε 50 λεπτά όχι γιατί δεν μου περίσσεψαν σίγουρα αλλά γιατί ξεχνάω συχνά πως είμαι άνθρωπος.

Σκέφτομαι πως ήρθε η ώρα να κάνω ένα τσιγάρο με αυτόν τον άνθρωπο έτσι μόνο και μόνο για να ακούσω λιγάκι την ψυχή του.

Περνάω απέναντι παίρνω μια πίτα και κατευθύνομαι στο παγκάκι του. Του προσφέρω την πίτα, την αρνείται «δεν είμαι επαίτης κοπέλα μου, άστεγος είμαι». Του δίνω ένα τσιγάρο, χαμογελάει και το παίρνει. Σιωπή...

«Ξέρεις κάποτε είχα ένα δικό μου μαγαζί...είχα κι ένα σπίτι...και μια οικογένεια...ήμουν κανονικός και ποτέ μου δεν είχα σταματήσει να δώσω ένα τσιγάρο σε έναν άστεγο...αρρώστησε η γυναίκα μου...τα πούλησα όλα...όλα για να την κάνω καλά...κι αν τελικά ζούσε θα μοιραζόμασταν αυτό το παγκάκι τώρα και εγώ θα ήμουν χαρούμενος...τώρα περιμένω το τέλος μου να έρθει κι όλο αργεί κι εγώ κουράστηκα...κουράστηκα από τα βλέμματα όλων που με κοιτάζουν και με λυπούνται, με φοβούνται, με σιχαίνονται...κι εσύ περνάς κάθε μέρα από εδώ και με κοιτάς πότε με απάθεια πότε με βλέπεις και χάνεσαι στις σκέψεις σου...σε έχω δει...θα σου δώσω μια συμβουλή, η ζωή είναι ένας αγώνας, να μην έχεις τίποτα σίγουρο...σε μια στιγμή μπορεί να χάσεις τα πάντα...εκείνο όμως που θα σε σώσει είναι αυτό: σταμάτησες να μου δώσεις ένα τσιγάρο και να με ακούσεις...όλα τα άλλα χάνονται »

Του άφησα όλο το πακέτο κι έφυγα με μάτια γεμάτα δάκρυα και το μέσα μου γεμάτο οργή...όχι για την πολιτεία, το κράτος, την κρίση, τη κυβέρνηση, τα κόμματα αλλά για μένα που τόσους μήνες περνάω κάθε μέρα από εκεί και δεν είχα σταματήσει να σταθώ σε έναν άνθρωπο που είχε μια ατυχία...όποια κι αν ήταν αυτή...αυτό χάσαμε εμείς οι νέοι της εξέλιξης...την ανθρωπιά...για αυτό η ζωή μας μοιάζει όλο και περισσότερο με έναν σκληρό αγώνα...γιατί δεν μοιραζόμαστε τίποτα!