Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

το βάζο (αναδημοσίευση)


από Σιωπηλή Διασταύρωση

Κάθεται στο μπαλκόνι με το λευκό της νυχτικό και με το καχεκτικό της χεράκι σφίγγει δυνατά το κάγκελο, δυνατά που λέει ο λόγος, που να βρει δύναμη αυτή, κάπως έτσι περνάει τις μέρες της στην τσιμεντούπολη, σ’ αυτή τη στάση τη βλέπω και σήμερα απ’ το μεσημέρι και τώρα έχει πια νυχτώσει. Το πρωί ο γιος της της έβαλε πάλι τις φωνές, σκατά έχεις στο μυαλό σου μωρή, να σε είχε άλλος και θα σου λεγα εγώ που θα ‘σουνα τώρα μωρή, τέτοια πράγματα, δεν ξέρω γιατί τα έβαλε μαζί της, δεν νομίζω ότι η γιαγιά μπορεί να κάνει οποιοδήποτε κακό, τρία χρόνια που ζω στο απέναντι διαμέρισμα δεν την έχω ακούσει να μιλάει ούτε μια φορά, μόνο κάθεται στο μπαλκόνι, κοιτάει τον ουρανό και σφίγγει το κάγκελο με το καχεκτικό της χεράκι. 

Θυμάμαι ότι μια φορά τη μάλωσε γιατί έσπασε το βάζο με τη ζάχαρη. Από τις φωνές του μάθαμε ότι ήθελε να φτιάξει γλυκό για την οικογένεια, όμως τα χέρια της έτρεμαν κι έτσι το βάζο έσπασε, εκείνη κόπηκε λίγο αλλά δεν μίλησε, την βρήκε ο γιος της όρθια μπροστά στο νεροχύτη να κοιτάει το βάζο κι άρχισε πάλι να τη βρίζει, μωρή κακομοίρα πόσες φορές σου ‘χω πει να μην κάνεις τίποτα απολύτως, τέτοια πράγματα, πως μπορεί ένας άνθρωπος να μην κάνει τίποτα απολύτως καθόλου δεν το κατάλαβα, η γιαγιά πάντως ήθελε να τους φτιάξει γλυκό αλλά τα χέρια της έτρεμαν, αυτό ήταν όλο. 

Ένα μεσημέρι που τον συνάντησα τυχαία στο δρόμο, καμαρωτό με το καλό του το κουστούμι και το καλοστρωμένο του μουστάκι, προσπάθησα να του μιλήσω, κρίμα είναι, δεν τη λυπάστε τη γιαγιά, τέτοια πράγματα, εκείνος αμέσως μου έβαλε τις φωνές, να κοιτάς τη δουλειά σου εσύ, να μην ανακατεύεσαι στα προσωπικά των άλλων, έλεγε έλεγε, μαζεύτηκε και κόσμος και δεν είχα που να κρυφτώ από τη ντροπή, έτσι δεν ανακατεύτηκα ξανά. 

Που και που, όταν οι καβγάδες φουντώνουν περισσότερο από το κανονικό, οι γείτονες βγαίνουν σιωπηλά στα μπαλκόνια τους δήθεν για να ποτίσουν τις γλάστρες ή να τινάξουν το τραπεζομάντιλο και κάποιοι άλλοι βγάζουν διακριτικά το κεφάλι από το παράθυρο, κοιτάζονται βιαστικά μεταξύ τους και ξανακλείνουν τα παντζούρια, τραβούν τις κουρτίνες και χάνονται στη σιωπή του φθινοπωρινού απογεύματος. 

Αυτό είναι ο φασισμός. Να ξέρεις, να φοβάσαι και να σωπαίνεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.