της Αννίτας Λουδάρου
Ήταν δεν ήταν σαράντα κιλά και δεκαεπτά χρονών. Στεκόταν λίγο πιο αριστερά από τις ηλεκτρικές πόρτες του σουπερ μάρκετ. Αμίλητη με τα μικροκαμωμένα χέρια της, βυθισμένα στις τσέπες του πανωφοριού της. Δεκάδες άνθρωποι περασαν βιαστικά μπροστά της. Έβρεχε.
Τα δελτία καιρού είχαν δείξει εδώ και μέρες επιδείνωση. Αλλοπρόσαλλες άμυνες, έκτακτα μέτρα. Συνήθως ανεπιτυχή. Πολλοί θυμοί στην μεγάλη πόλη και η καρδιά να μην ξέρει πως να ντυθεί.
Σιγά σιγά αρχίζουν τα πρώτα πλάνα για τις γιορτές. Στολίδια και φωτάκια από τις αρχές ακόμα Νοεμβρίου. Εκβιάζεται άραγε η χαρά ; Σε λίγο θα φωταγωγηθεί και η Σταδίου. Η πόλη της διαθεσιμότητας και της ανεργίας, θα προσπαθήσει να φορέσει τα καλά της. Σαν γυναίκα που θέλει να υποδεχθεί τον μεγάλο έρωτα. Δίπλα μου μια κοπελιά μιλάει στο τηλέφωνο για κάποιο Χριστουγεννιάτικο πάρτυ.
Αλήθεια δεν είναι περίεργο ; Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη τις γιορτές χωρίς να ξέρουμε ακριβώς πως να τις γιορτάσουμε. Κλείνουμε ραντεβού, πάρτυ, ρεβεγιόν σε μαγαζιά, επισκέψεις στα κομμωτήρια. Δοκιμάζουμε να ξεπεράσουμε την θλίψη μας. Υπάρχει όμως αλήθεια τίποτα πιο μελαγχολικό από μια γιορτή που δεν μπορείς να την γιορτάσεις γιατί η συμμετοχή σου σ΄αυτήν είναι από εφήμερη ως τυχαία ;
Εκεί πια μιλάς για μοναξιά. Και όταν μιλάς για μοναξιά, δεν μιλάς για κάτι που επιλέγεις ή απορίπτεις. Μιλάς για κάτι που απλώς υπάρχει και πρέπει να το υποδεχθείς. Είναι σαν να ξυπνάς ένα πρωί από ένα ύπνο βαθύ και να λες θα χτίσω την ζωή μου με αυτό αφετηρία. Με το να ξεκινάς τα Χριστούγεννα από τον Νοέμβριο, που έχει μόλις τελειώσει το καλοκαίρι και να τα φτάνεις ως τις Απόκριες που και αυτές θα τελειώσουν το Πάσχα, για να ξεκινήσει ένα πρόωρο καλοκαίρι που θα τραβήξει ως τα επόμενα Χριστούγεννα, δεν κάνεις τίποτα άλλο από το να μεταμφιέζεις τις ημερομηνίες, προσβλέποντας σε μια γιορτή που πρώτα απ΄όλα δεν υπάρχει μέσα σου.
Εξακολούθησε να στέκεται στο ίδιο σημείο παρόλο που η βροχή δύναμωσε. Διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας.
-Πως σε λένε ;
-Ειρήνη
Σιωπή. Προσπάθησε να μιλήσει διστακτικά.
-Είμαι ανύπαντρη και άνεργη μητέρα.
Από όποια γωνιά και να το κοιτάξεις είναι λάθος. Σκηνικό είναι τα ζαχαρωτά Χριστούγεννα, όλα περνούν και φεύγουν. Μου τελειώσαν τα ψέμματα. Τα πήραν οι Μάγοι και μου αφήνουν για ενθύμιο τα δώρα τους ενθύμια της φρίκης. Κι αν φέτος χιονίσει, δίπλα στο μεγάλο δέντρο της πλατείας Συντάγματος, θέλω να πάω να φτιάξω ένα θλιμμένο χιονάνθρωπο. Θα του βάλω δυο κάστανα για μάτια. Θα του κάνουν παρέα όλοι οι περαστικοί ή οι μόνιμοι της πλατείας που τρίβουν τα χέρια τους για να ζεσταθούν. Για να μην νιώθει μόνος ανάμεσα σε τόσο κόσμο.
Ζωγραφική Alex Hall
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.