Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Ένα τσιγάρο για το δρόμο (αναδημοσίευση)

 από 3PointMagazine 
της Κλειώς Βλαχάκη 

Μπερδεύτηκαν οι μέρες σα κουβάρι. Στραπατσαρισμένες οι σκέψεις βαδίζουν στην κόψη ενός ξυραφιού. Δεν έχω χρόνο. Όλο έτσι λέω για να ‘χω ένα άλλοθι να τρέχω. Οι σόλες των παπουτσιών μου διαγράφουν πορείες με γρήγορους ρυθμούς. Να τα προλάβω όλα. Ποια; Όποτε με ρωτάω δεν έχω απάντηση και συνεχίζω να τρέχω.

Με παρατηρώ από απόσταση. Μου δίνω χρόνο, τόπο, δικαιολογία, άφεση. Η σειρήνα από το ασθενοφόρο μου βάζει φρένο. Το ακολουθώ. Τώρα που έρχεται η άνοιξη δε θέλω να κλαίω. Το κλάμα το φυλάω για τους άνυδρους χειμώνες που θα ΄ρθουν, μα καμιά φορά ξεχνώ το λόγο και δροσίζω τα μάγουλα και στο κατακαλόκαιρο.

Στο διπλανό κρεβάτι ο παππούς πασχίζει να βγάλει τα παπούτσια του. Τον βοηθώ και κρυφά, σχεδόν ενοχικά, κοιτάζω τις σόλες. Εβδομήντα πέντε χρόνια χιλιόμετρα. Έχει πράσινα μάτια. Πόσο αγαπώ τα πράσινα μάτια! Μου πιάνει το χέρι και με ευχαριστεί. Πόσο αγαπώ τους ευγενικούς παππούδες! Ετούτος ένας μικρός θεός στο δικό του σύμπαν. Πληγωμένος μα υπερήφανος για τα εγγόνια που του άφησε ο αδικοχαμένος του μονάκριβος γιος. Κάνει το ταμείο της ζωής και πάλι βγαίνει κερδισμένος. Δυο εγγόνια κι εκείνος να κλαίει μόνος για την απώλεια και να χαμογελά με τους άλλους.

Του πιάνω το χέρι. Θέλω να αγγίξω τα χιονισμένα του μαλλιά. Ξεχνώ το λόγο που βρέθηκα εκεί. Μου δίνει ευχές. Ο παππούς με την τουφεκισμένη ζωή και τα πράσινα μάτια. Εβδομήντα πέντε χρόνια χιλιόμετρα! Πάλι δεν κράτησα την υπόσχεση μου! Όταν μπαίνει η Άνοιξη δεν κλαίω ποτέ!

Βγαίνω έξω. Ανάβω τσιγάρο. Ένα τσιγάρο για το δρόμο. Ένα τσιγάρο για τις στραπατσαρισμένες, αχάιδευτες μέρες. Ένα τσιγάρο για τον πόνο των ανθρώπων. Ένα τσιγάρο για τον παππού με τα πράσινα μάτια και τη γιαγιά που στεκόταν δίπλα του και τον αγαπούσε με το βλέμμα της. Ένα τσιγάρο για όλους τους κακοτράχαλους δρόμους που μπορεί να σε οδηγήσουν στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, ανυποψίαστος για το διπλανό!

Δεν πρόκειται να το κόψω ποτέ. Πάντα θα μετρώ τη ζωή με καπνό. Πώς τα ‘χω καταφέρει έτσι; Ό,τι έγινε, καλά καμωμένο. Δεν έχει πρόβα η ρημάδα η ζωή! Κι εγώ θέλω να σου γράψω ένα γράμμα και να σου πω ότι σ’ αγαπώ τρία χρόνια χιλιόμετρα με τρία ζευγάρια παπούτσια με λιωμένες σόλες. Γιατί κάθε φορά που σε σκεφτόμουν έπαιρνα τους δρόμους αγκαλιά και γουργούριζα από ανάγκη και επιθυμία.

Μπερδεύτηκαν οι μέρες σαν κουβάρι. Μπλέχτηκαν οι ανάγκες μου σα κισσός και σκαρφαλώνουν, ανεβαίνουν, ψηλώνουν. Με πνίγει που ακόμα δεν έχω καταφέρει να μην κλαίω την άνοιξη. Με σκοτώνει που ακόμα τρέχω. Τι θέλω να προλάβω; Η ζωή είναι αλλού. Εκεί στο σιδερένιο κρεβάτι. Στον παππού με τα πράσινα μάτια. Στον ήλιο που κρύβεται όταν θυμώνει. Που βρήκα τόσο ξερά φύλλα μέσα στην άνοιξη;

Ένα τσιγάρο ακόμα για την αθανασία που γυρεύουμε στα μάτια των άλλων. Για το καλοκαίρι που δε θα κλάψω καθόλου…

Αγαπημένο μου ημερολόγιο (αναδημοσίευση)

από 3Point Magazine
της Κλειώς Βλαχάκη
Σου γράφω, όλο σού γράφω και τίποτα δε λέω. Άλλα λόγια να αγαπιόμαστε, μην ξεχαστούμε και μας πάρει το ποτάμι κι εμάς σαν τους άλλους. Αντιστέκομαι ακόμα. Έτσι θέλω να πιστεύω. Έτσι να ελπίζω. «Σε ποιους αντιστέκεσαι; Με τι αντιστέκεσαι;» με ρωτάς κι εγώ μασάω τα λόγια μου και καλούμαι να δώσω συγκεκριμένη απάντηση. Αντιστέκομαι στα αινίγματα γιατί θέλουν πονηρή σκέψη και δε διαθέτω τόσο ισχυρό όπλο. Αντιστέκομαι και στην καχυποψία γιατί αν δεν αντισταθώ θα πεθάνω από αγωνία και ανία και πλήξη και βαρεμάρα και η ζωή δε θα με ξαφνιάσει ποτέ κι ο διπλανός μου θα έχει όψη δράκου και τα τέρατα θα κάνουν επιδρομή στο μυαλό μου και θα μου πάρουν τη λαλιά.

Όλο σου γράφω και τίποτα δε σου λέω ουσιαστικό, ελπιδοφόρο, ανοιξιάτικο να καθαρίσει κι ο ουρανός ο δικός σου να φέξει κι ο δικός μου. Είναι που όλα μπερδεύτηκαν πάλι σαν τα χρώματα στην παλέτα του ζωγράφου. Είναι που και η ζωή θέλει να φυτέψω ένα καινούριο δέντρο, να βάλω ένα τραπεζάκι από κάτω και μια καρέκλα στον ίσκιο του και να παίξω κρυφτό με τον ήλιο μη με ζαλίσει και ξεχάσω να σκεφτώ. Κι όλο το αναβάλλω. Όλο αύριο και αύριο και ποτέ δεν στρώνομαι στη δουλειά λες κι αυτό θα έρθει μόνο του και θα με καλημερίσει και θα με φιλέψει από τους καρπούς του.

Κάθε μέρα όταν βγαίνω από το σπίτι ένα αδέσποτο γατί, η Ζιζέλ, έρχεται και χουχουλιάζει στα πόδια μου και νιαουρίζει μέχρι που κουράζεται να ζητιανεύει χάδια και σταματά κοιτώντας με παράπονο. Όλο λέω να τη μαζέψω κι αυτή να γίνουμε τρεις στο σπίτι κι όλο το αφήνω και αλλάζω γνώμη και μετανιώνω που της δίνω ελπίδες κι αυτή περιμένει και περιμένει και περιμένει μέχρι το αύριο.

Ήθελα να σου πω πως τελικά με κούρασε η ευθεία. Θα αλλάξω δρόμο. Βρήκα ένα άλλο μονοπάτι με πολλές στροφές να δοκιμάσω τις αντοχές μου πάλι – λες και δεν έφτασα ποτέ στα όρια μου! Αλλά πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι! Τώρα θα αλλάξω;

Δε σου είπα και το πιο σημαντικό! Είδες πάλι ξέχασα. Όλο τα ασήμαντα θυμάμαι και ξεχνάω τα σημαντικά. Ανάποδος άνθρωπος, παιδί μου, στραβόξυλο που έλεγε και η μάνα μου γιατί τώρα μαλάκωσε και δεν το λέει πια. Μα το κακό είχε γίνει. Με μαθε να το πιστεύω κι άντε να μου αλλάξεις γνώμη. Μα τι ήθελα να πω;; Α! ναι, κάτι πολύ σημαντικό! Βρήκα κι ύστερα τον έχασα πάλι έναν άνθρωπο που νομίζω πως λέγαμε τα ίδια. Κι ύστερα κατάλαβα ότι λέγαμε τα ίδια μα κάναμε διαφορετικά. Είχα την αίσθηση πως είχε κι αυτός κάτι γκρεμισμένους τοίχους που είχαν χορταριάσει κι έψαχνε να βρει δρόμο να βγει. Λάθεψα! Αυτός γύρευε τρόπο να παραμείνει εκεί κι εγώ έτρεξα να τον ξεβολέψω. Έπεσα έξω κι έφυγα με την ουρά στα σκέλια γιατί είχε πάρει ψεύτικη πόζα και φοβήθηκα πολύ. Τον ήξερα και παλιά αλλά μπορεί και όχι.

Θα ήθελα τώρα να βρέχει και να στέκομαι ψηλά στα Αστερούσια. Να γυρίζω πίσω και να βλέπω την ανταριασμένη θάλασσα. Να γυρίζω μπροστά και να βλέπω τον κάμπο με τις ανθισμένες αμυγδαλιές. Να υψώνω το χέρι και να χαϊδεύω τη μακριά γενειάδα εκείνου του παππού που λένε θεό. Πού χάθηκε κι αυτός;

Όλο σου γράφω και ποτέ δε σου λέω την αλήθεια. Μεγάλη απάτη η αλήθεια. Κι αν υπάρχει δεν είναι μία. Ο καθείς και η δική του. Γραμμένη σε τετράδια ή σε τοίχους με μεράκι και αγάπη από φόβο μη χαθεί στο σκοτάδι η αλήθεια μας, η προσωπική ουτοπία, η χίμαιρα και χάσουμε το δρόμο και βρεθούμε στα κουτουρού σε άλλη αλήθεια : «εγώ για αλλού ξεκίνησα κι αλλού η ζωή με βγάζει».

Θυμάμαι τη γιαγιά μου να κρύβει πάντα καραμέλες στην τσέπη και να τις γλύφει όταν δεν την κοιτούσε κανείς. Όταν κάποτε τη ρώτησα τι τις θέλει τόσες καραμέλες μου απάντησε: «Όταν νιώθω πίκρα βάζω μια στο στόμα και βρίσκω ισορροπία κι ύστερα μασάω και λίγο δυόσμο κι έρχεται και ισιώνει». Δεν πρόλαβα όμως να το αναλύσω γιατί η γιαγιά έφυγε και πήρε και το μυστικό μαζί με τις καραμέλες που της έβαλα κρυφά για να μην έχει πίκρες.

Αντιστέκομαι και στα μικρά. Αγαπώ την υπερβολή. Στη χαρά και στη λύπη και στον έρωτα και στην αντιπάθεια. Το μεγαλείο του απόλυτου και η αδιαφορία του τίποτα. Αν δεν έχει θύελλα η ζωή τι να την κάνω τη νηνεμία! Αδέκαστη τη θέλω την ψυχή μου. Κι όσοι αντέχουν ας κοπιάσουν. Στα όμοια δε χάλασα ποτέ χατίρι.

Βρε μπας κι η ζωή είναι κάτι άλλο κι εγώ πιστεύω ακόμα στα λόγια των τρελών που γίνανε αντάρτες; Άκου τώρα κάτι σκέψεις! Κι αυτή ζωή τη μια σε πάει εδώ και την άλλη σου ρίχνει μια τρικλοποδιά και σου τα φέρνει όλα τούμπα. Και γίνεσαι δραπέτης και κυνηγάς τη φυγή. Λες κι άμα πας αλλού δε θα κουβαλήσεις τα βάρη!

Μάλλον δε θα αντισταθώ στον εαυτό μου κι ας είναι απελπισμένος καμιά φορά. Τώρα που έρχεται η άνοιξη θα του βάλω ένα καπέλο με φτερά και θα τον αφήσω να σουλατσάρει όπου ποθεί η ψυχή του. Κι αν έρθει στραπατσαρισμένος θα του φροντίσω τις πληγές και θα του γράψω στιχάκια να ‘χει παρηγοριά. Κι ύστερα θα του χαρίσω μια λιακάδα σαν καλοκαίρι ολόκληρο…

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Μοναξιάς εγκώμιο (αναδημοσίευση)

από ArtiNews
Παναγιώτα Ψυχογιού 

Η πρώτη κραυγή μας ήταν κραυγή μοναξιάς. Στην επικράτεια του πόνου και του θανάτου ή του έρωτα, επίσης ο καθένας μας είναι μόνος. Για τον M. Cioran, «είμαστε τόσο μόνοι σ’ αυτή τη ζωή που πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως η μοναξιά του θανάτου δεν είναι παρά ένα σύμβολο της ανθρώπινης ύπαρξης».

Για τον Καβάφη, «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ/μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη/Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον/Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω». Ο Ρίτσος στη «Σονάτα του σεληνόφωτος» αφιερώνει στη μοναξιά τους εμβληματικούς του στίχους: "Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,/μοναχός στη δόξα και στο θάνατο". Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης γράφει: «Μόνος ήρθα, κάποιο βράδυ, μόνος πόνεσα για λίγο,/μόνος έζησα του κάκου,κι όπως ήρθα και θα φύγω, μόνος μες στο θάνατό μου». «Η μοναξιά είναι για το πνεύμα ό,τι η δίαιτα για το σώμα», έγραψε ο Νίτσε ενώ ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι «αυτός που μπορεί να ζήσει μακριά απ’ τις ανθρώπινες κοινωνίες είναι είτε θηρίο είτε θεός». Για άλλους είναι όπως το σκοτάδι, η απουσία του φωτός, νοείται ως απουσία. Ωστόσο, όλη η εμπειρία της ζωής υποστηρίζει τη συνεχή αλλαγή και σ’ έναν κόσμο που αλλάζει, δεν μπορείς να προσκολληθείς σε τίποτα. Γι αυτό η μοναξιά είναι και η ελευθερία από το φόβο του να νιώθεις μόνος. Η εμπειρία της μοναχικότητας ξεδιαλύνει την ταυτότητά μας. Για τον Μπέρναρντ Σω «Το να μπορείς να αντέχεις τη μοναξιά και, επιπλέον, να την απολαμβάνεις, είναι μεγάλο προσόν».

Για την Hannah Arend («Το Ολοκληρωτικό Σύστημα», εκδ. Ευρύαλος), η αποξένωση δεν ταυτίζεται με τη μοναξιά. Ο πρώτος που έκανε τη διάκριση μεταξύ μοναξιάς και αποξένωσης, γράφει, ήταν ο Επίκτητος, ο ελληνικής καταγωγής απελευθερωμένος σκλάβος και φιλόσοφος. Όπως παρατηρεί ο Επίκτητος (Διατριβαί, Βιβλίο 3, Κεφ. 13), ο αποξενωμένος άνθρωπος περιτριγυρίζεται από άλλους ανθρώπους, αλλά δεν μπορεί να έχει κάποια επαφή μαζί τους και είναι εκτεθειμένος στην εχθρότητά τους. Ο μοναχικός, αντίθετα, είναι μόνος και μπορεί γι΄αυτό «να είναι μαζί με τον εαυτό του». Στη μοναξιά είμαστε δηλαδή «με τον εαυτό μας», ενώ στην αποξένωση είμαστε στην πραγματικότητα εγκαταλειμμένοι απ΄όλους. Κάθε σκέψη γεννιέται στη μοναξιά και είναι ένας διάλογος με τον εαυτό μας. Αυτό που κάνει τόσο αφόρητη την αποξένωση είναι η απώλεια του εαυτού, που δεν υπάρχει πραγματικά στη μοναξιά που μπορεί να είναι λυτρωτική, όταν αποτελεί επιλογή, και κατάρα όταν επιβάλλεται αναγκαστικά. Η μοναξιά ποτέ δεν μας εγκαταλείπει. Γίνεται καταφύγιο όταν ο αγαπημένος άλλος είναι απών ή ψευδαισθητικά παρών. Μοναξιά νοιώθουμα νεογέννητα, αποκομμένα από τον πλακούντα, με την κραυγή και το κλάμα εκφράζοντας τη βαριά απόγνωση, τον ανοίκειο χωρισμό από τα σπλάχνα της μητέρας όπου βρίσκαμε ως τότε καταφύγιο. Συνδέεται με τις ψευδαισθήσεις και την αδυναμία επικοινωνίας των εραστών, την απόρριψη, με μια μητέρα που κοιτάζει το παιδί της να κοιμάται και συλλογίζεται το άγνωστο μέλλον του, την επιθανάτια αγωνία, την έλλειψη επικοινωνίας.

Για την Φρανσουάζ Ντολτό (μετάφραση: Ελισάβετ Κούκη, επιμέλεια σειράς: Ηλίας Γιούρης, Σμίλη, 2008), είναι η μοναξιά του πλούσιου και του φτωχού, του δυστυχισμένου παιδιού, του άρρωστου, του ηλικιωμένου. Είναι η μοναξιά των γιορτών, του κρυφού πόνου, της δουλειάς, της απώλειας της πίστης, κάθε απώλειας. Είναι θελκτική ωστόσο όταν παραδινόμαστε στη μαγεία των ρεμβασμών μας. Η πορεία της επιθυμίας, λέει, η Ντολτό χαράσσεται με την εναλλαγή μοναξιάς και επικοινωνίας. Εξημμένη από τη μοναξιά, η επιθυμία εφευρίσκει τρόπους για να διαμεσολαβηθεί η επικοινωνία. Η μοναξιά είναι άλλοτε ανοίκεια κι άλλοτε ελκυστική ή απειλητική, μαρασμός ή διέγερση της επιθυμίας. Είναι συγκροτητικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, συνθήκη πρωτεϊκή που οδηγεί στο αναπάντεχο της συνάντησης με τον άλλον και τον εαυτό όσο και στην απώλεια του εαυτού.

Η μοναξιά, μας ωθεί να αγγίξουμε και να υπερβούμε τα όρια μας, γράφει η Ντολτό. Το 1975, αντιμέτωπη με την ασθένεια του συντρόφου της Μπορίς Ντολτό, επιχειρεί μια γραφή σε ύφος προσωπικού ημερολογίου και αποκαλύπτει τις διαφορετικές όψεις της μοναξιάς, της παράδοξης αυτής εμπειρίας που είναι εγγενής της υπόστασής μας από τη στιγμή της γέννησης ως τα γηρατειά. Η Ντολτό αναδεικνύει όψεις της μοναξιάς συναιρώντας τον θεωρητικό, ψυχαναλυτικό λόγο, την κλινική εμπειρία και το προσωπικό της βίωμα: «Δίχως εσένα, Μοναξιά του ανθρώπινου Ζην, που από τα παιδικά χρόνια ως τα γηρατειά, είσαι παγίδα ή οίστρος της ανθρώπινης επιθυμίας... δεν θα υπήρχαν παρά μονόλογες σκέψεις, δεν θα υπήρχαν καθόλου έργα, καθόλου πολιτισμός, γέλια παιδιών, χαρά, γιορτές ποίησης, τέχνες, επιστήμες». 
Η μοναξιά νοείται ως παγίδα και ανία ή οδύνη μετά από αναπόφευκτο χωρισμό αλλά και φορέας νέων δρόμων, αναζωπύρωση της επιθυμίας. Συνδέεται με την κτητικότητα των γονιών προς τα παιδιά επειδή φοβούνται να έρθουν αντιμέτωποι με τη μοναξιά τους, πηγή ζωής και θανάτου, συνώνυμο μάλλον της ζωής της ίδιας στις πολλαπλές της εκφάνσεις. Για μερικούς ανθρώπους η μοναξιά είναι απόδραση όχι από τους άλλους, αλλά από τον εαυτό τους. Ξεκινώντας από την πρωταρχική μοναξιά του βρέφους που βιώνει ως μοναξιά τους πολλαπλούς αποχωρισμούς και τους αντισταθμίζει, εντέλει, με τη γλώσσα, μας ακολουθεί ως τη στιγμή του θανάτου. Για την Ντολτό, η μοναξιά θεωρείται ως μια κατεξοχήν ρευστή και απροσδιόριστη έννοια, ως συνώνυμο της ζωής όπου το νόημα της ζωής μπορεί να επιβεβαιώνεται και συγχρόνως να απειλείται. «Η πιο μεγάλη οδύνη όταν αγαπάμε κάποιον είναι η αδυναμία μας να τον εμποδίσουμε να υποφέρει από τη μοναξιά του», γράφει.

Για τον Οδυσσέα Ελύτη, «η αλήθεια βγαίνει χυτή σαν το νιόκοπο άγαλμα, μόνον μέσ’ από τα καθάρια νερά της μοναξιάς.» Στην «Ιδιωτική οδό γράφει: «Αυτά που μ’ αρέσουν είναι η μοναξιά μου. Δεν σιμώνει κανένας. Χρόνια τώρα περνάω τις ώρες μου συντροφιά με κάτι μεγάλες μισοσβησμένες νωπογραφίες, εικόνες παλιές, αλλά φρέσκες ακόμη από τα χείλη εκείνων που τις ασπάστηκαν, γυναίκες της αμιλησιάς και του κοντού χιτώνα που φυλάγουν το κουτί με τα διαμαντικά του ωκεανού. Δεν σιμώνει κανένας. Αν δεν είχα κάτι το πολύ δυνατό και αθώο συνάμα να με συντηρεί, όπως οι μέντες και οι λουίζες που ευδοκιμούν στον εξώστη μου, θα ‘χα πεθάνει της πείνας. Τόσο μακριά βρίσκομαι από τα πράγματα, τόσο κοντά στο κρυφό τους καρδιοχτύπι. Ξυπνάω τις νύχτες ανήσυχος για κάποιαν απόχρωση του μωβ, ποτέ όμως για το τι μπορεί να γίνεται στα εμπορεία της Αγοράς. Αλήθεια, δεν έχω ιδέαν. Ακούω πως έχουν πάντα μεγάλη πέραση τα δάκρυα και οι αναστεναγμοί (τ’ αντίγραφα, όχι τα πρωτότυπα) όπως και οι διακυμάνσεις του δολαρίου, ο πληθωρισμός, οι συναλλαγές των κομμάτων — αλίμονο. Μ’ έφαγε, όπως τις καρένες των καϊκιών ο αρμόβουρκος, η μοναξιά. Και τα χρόνια περνούν.»

Η ιστορία της μοναξιάς είναι η ιστορία των τραυμάτων, των ερώτων και των φιλικών μας σχέσεων. Όπως το το πένθος είναι κι αυτή η αρχή της ζωής καθώς δεν υπάρχει ζωή χωρίς πένθος. Αν δεν υπήρχε πένθος θα είμαστε ακόμα στην κοιλιά της μάνας μας. Με ένα κλάμα γεννιόμαστε και αυτό το κλάμα σηματοδοτεί το πρώτο πένθος και τη συναίσθηση της μοναξιάς καθώς φεύγουμε από την θαλπωρή του ενδομήτριου παραδείσου. Ωστόσο, χωρίς πένθος, χωρίς απώλεια, χωρίς αποχωρισμό από μια προηγούμενη κατάσταση δεν υπάρχει ζωή. Όλοι παλεύουμε να βγούμε αρτιμελείς μέσα από την αναμέτρηση με τη φθορά, το θάνατο και την απώλεια όντας συνεχώς σε διάλογο με τη μοναξιά. Στις σημαντικές στιγμές της ζωής είμαστε πάντα μόνοι και η μοναξιά προσθέτει θλίψη αλλά και ομορφιά στη ζωή αυτή. Δίνει μια ιδιαίτερη απόχρωση στα ηλιοβασιλέματα και στις νύχτες μας, είναι τόπος εξαγνισμού, όσο και μαρτυρίου.

Κυριακή 24 Απριλίου 2016

Χώρος Στέγασης Προσφύγων City Plaza – Κάλεσμα για αλληλεγγύη

 
 
Ο Χώρος Στέγασης Προσφύγων City Plaza διανύει τη δεύτερη μέρα λειτουργίας του. Από χτες το πρωί μπήκαμε στο εγκαταλελειμμένο κτίριο του παλιού ξενοδοχείου για να το μετατρέψουμε σε χώρο φιλοξενίας προσφύγων. To κτίριο του City Plaza παρέμενε κλειστό από το 2010, όταν χρεοκόπησε η ξενοδοχειακή επιχείρηση. Από χτες απέκτησε ξανά ζωή, δίνοντας τη δυνατότητα σε 112 πρόσφυγες (57 παιδιά, 31 γυναίκες και 24 άντρες) να κοιμηθούν σε κρεβάτι για πρώτη φορά μετά από μήνες.

Την ώρα που χιλιάδες πρόσφυγες ζουν σε συνθήκες που προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια (στο λιμάνι του Πειραιά, στην Ειδομένη, σε πολλά στρατόπεδα, καθώς και σε σπίτια στην Αθήνα), είναι εκατοντάδες τα κτίρια που ρημάζουν άδεια. Η κυβέρνηση αρνείται να προχωρήσει στην ενοικίαση/επίταξη αυτών των κτιρίων, κάτι που από τη μια μεριά θα εξασφάλιζε τη διαμονή μεγάλου αριθμού προσφύγων και, από την άλλη, θα άνοιγε το δρόμο στην κοινωνική ένταξή τους. Αντιθέτως, έχει επιλεγεί η λύση των στρατοπέδων έξω από τις πόλεις τα οποία, πέρα από το ότι δεν έχουν αρκετές θέσεις αυτή τη στιγμή, ούτε καλές συνθήκες διασφαλίζουν ούτε, πολύ περισσότερο, ευνοούν την κοινωνική ένταξη των προσφύγων.

Αυτή τη στιγμή που τα σύνορα είναι κλειστά, εφαρμόζεται η κατάπτυστη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, οι απελάσεις μαζικοποιούνται, το στεγαστικό των προσφύγων είναι οξυμένο και οι αλληλέγγυοι συκοφαντούνται με κάθε δυνατό τρόπο («υποκινούν», «τα πιάνουν» κτλ), η αλληλεγγύη είναι απαραίτητη όσο ποτέ άλλοτε. Τώρα πρέπει να δείξουμε αταλάντευτη αποφασιστικότητα για να σταθούμε στο πλάι των προσφύγων. Έχουν ανάγκη τη στήριξή μας, έχουμε ανάγκη τη μαχόμενη αξιοπρέπειά τους.

Απευθύνουμε κάλεσμα αλληλεγγύης προς όλες και όλους για να ενισχυθεί ο Χώρος Στέγασης Προσφύγων City Plaza.

Κόντρα στο ρατσισμό και τη βαρβαρότητα, η αλληλεγγύη!


Πρωτοβουλία Αλληλεγγύης στους Οικονομικούς και Πολιτικούς Πρόσφυγες

Τρίτη 19 Απριλίου 2016

ΒΙΟΜΕ: οδός Αυτοδιαχείρισης κι Αλληλεγγύης γωνία (αναδημοσίευση)


Άρθρο στον Ημεροδρόμο για τη ΒΙΟΜΕ
από την ΕΥΘΥΜΙΑ ΓΙΩΣΑ

«Καθαρίστε με αλληλεγγύη», προτρέπει το σύνθημα πάνω στην ετικέτα του μαλακτικού ρούχων της Βιομηχανικής Μεταλλευτικής, κατά κόσμον ΒΙΟΜΕ. «Η αλληλεγγύη είναι η θερμοκοιτίδα μέσα στην οποία μεγαλώνει το εγχείρημά μας. Τη θέση της προστασίας του κράτους και του κεφαλαίου, που απορρίπτουμε, παίρνει η αλληλεγγύη της κοινωνίας», υποστηρίζει ο Κώστας Χαριτάκης, εργαζόμενος της ΒΙΟΜΕ εξ Αθηνών.

Από το 2013 μέχρι σήμερα, το ενδιαφέρον σχετικά με το πρώτο εργοστάσιο στην Ελλάδα (η έδρα του βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη), το οποίο περνάει στα χέρια των εργατών του, γίνεται όλο και πιο έντονο. Ήταν το 2013 όταν το κλειστό εργοστάσιο, που είχε αφεθεί στην τύχη του από τους προηγούμενες ιδιοκτήτες του, ανοίγει ξανά, με τη διαφορά ότι ο έλεγχος της παραγωγής γίνεται πλέον από τους εργάτες και με όρους αυτοδιεύθυνσης. Μία κατάληψη κι ο μονόδρομος της αυτοδιαχείρισης γίνονται τα όπλα των εργαζομένων ενάντια στην ανεργία και τα συνοδά της αποτελέσματα. Αποφασίζουν να σπάσουν το λουκέτο και μαζί μ’ αυτό να πετύχουν ένα κάθε άλλο παρά αδιάφορο ράγισμα στο οικοδόμημα του ισχύοντος καπιταλιστικού συστήματος.

Κρεμοσάπουνο χεριών, σκόνη και μαλακτικό ρούχων, υγρό πιάτων, καθαριστικά γενικής χρήσης, καθαριστικά για τα τζάμια, αλλά και σαπούνια είναι τα αλληλέγγυα προϊόντα που φτιάχνουν οι εργαζόμενοι της ΒΙΟΜΕ και τα διαθέτουν σε επιλεγμένα στέκια ανά την Ελλάδα. Τα σαπούνια, μάλιστα, εξάγονται σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, στην Γερμανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, την Ιταλία και τη Γαλλία, όπως σημειώνει ο κύριος Χαριτάκης. Έχει δημιουργηθεί, επίσης, ένα δίκτυο αλληλέγγυων εγχειρημάτων μέσω ενός συνεδρίου, που έλαβε χώρα στη Γαλλία, υπό τον τίτλο Οικονομία των εργαζομένων και αφορούσε αυτοδιαχειριζόμενες ή κατειλημμένες επιχειρήσεις, και τον ερχόμενο Οκτώβρη θα επαναληφθεί στο χώρο της ΒΙΟΜΕ με συμμετοχές εργατικών ενώσεων και σωματείων ακόμη και από τη Βόρειο Αφρική.

Ήδη από την αρχή, κύριο μέλημα των εργαζομένων ήταν το άνοιγμα του εργοστασίου στην κοινωνία. «Η απόφαση να λειτουργήσει ξανά το εργοστάσιο συναποφασίστηκε με ένα κομμάτι αλληλέγγυου κόσμου που είχε πλαισιώσει τον αγώνα», λέει ο κύριος Χαριτάκης. «Οι πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, πρώτα στη Θεσσαλονίκη, κι έπειτα στις υπόλοιπες πόλεις της Ελλάδας, είχαν οργανικό ρόλο όχι μόνο στη στήριξη και τη διάδοση του εγχειρήματος, αλλά και στις αποφάσεις σχετικά με την εξέλιξή του». Όμως, είναι και το άνοιγμα του ίδιου του χώρου του εργοστασίου που αποτελεί συνιστώσα της κοινωνικής συνισταμένης. «Φιλοξενούμε πολιτιστικές εκδηλώσεις, παζάρια χωρίς μεσάζοντες, συναυλίες. Έχουμε διαθέσει ένα χώρο για την αποθήκευση των ειδών πρώτης ανάγκης που διανέμονται στους πρόσφυγες και τους μετανάστες στην Ειδομένη, ενώ εδώ και κάποιους μήνες λειτουργεί, σε συνεργασία με το Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης Θεσσαλονίκης, εργατικό ιατρείο αλληλεγγύης, ανοιχτό σε όλο τον κόσμο: σε εργαζόμενους, άνεργους, μετανάστες, ανασφάλιστους». Είναι σαφές πως τα τείχη κι η απομόνωση δεν ταιριάζουν στη ΒΙΟΜΕ.

«Θα επιμένεις», γράφει ο Άρης Αλεξάνδρου στο ομότιτλο ποίημα, «πριονίζοντας τις πέτρες μοναχός σου/θέλεις δε θέλεις πρέπει ν’ αποχτήσεις έναν δικό σου χώρο». «Εμείς χρειάστηκε να πριονίσουμε δύο ειδών πέτρες: εσωτερικές και εξωτερικές», συμπεραίνει ο Κώστας Χαριτάκης. «Οι εσωτερικές είναι τα βαρίδια που κρατούν δέσμια τη μέση συνείδηση των ανθρώπων και των εργαζομένων. Όσοι πήραν μέρος στη ΒΙΟΜΕ δεν ήταν επαναστάτες ή όλοι ομοϊδεάτες, αλλά καθημερινοί άνθρωποι, με διαφορετικές απόψεις, με διαφορετικές πολιτικές διαδρομές, από διάφορους χώρους. Άλλοι τόλμησαν συνειδητά, άλλοι δοκιμαστικά κι άλλοι, που ήταν πολύ αρνητικοί στην αρχή, στη συνέχεια μπήκαν με μεγαλύτερο ενθουσιασμό στο εγχείρημα. Κάποιοι εγκατέλειψαν κι αυτό είναι σεβαστό. Οι εξωτερικές πέτρες, από την άλλη, είναι το θέμα της ιδιοκτησίας, αυτής της…ιερής αγελάδας του καπιταλισμού, των αφεντικών, του δικαστικού και πολιτικού συστήματος, όπως και των θεσμικών οργάνων του συνδικαλιστικού συστήματος. Ήρθαμε αντιμέτωποι με όλους», συμπληρώνει.

Η πρώην εργοδοσία δεν έχει καταθέσει ακόμη τα δεδουλευμένα των προηγούμενων ετών κι η απορία για το αν βγαίνει, τελικά, το μεροκάματο τρία χρόνια μετά την επαναλειτουργία του εργοστασίου παραμένει. Η απάντηση είναι σαφής: «Είμαστε πάνω από το επίδομα ανεργίας. Αυτό δεν είναι ικανοποιητικό, όμως είναι μια νίκη. Καταφέραμε να μην το παίρνουμε από το κράτος, αλλά να το παίρνουμε μόνοι μας, με τα χέρια μας και φυσικά με τη στήριξη και την αλληλεγγύη της κοινωνίας. Τη στιγμή που θα πετύχουμε ένα σημαντικό πλεόνασμα, θα επιστρέψουμε μέρος αυτού στην κοινωνία, αυτό εξάλλου σημαίνει αλληλεγγύη».

Μέχρι το τέλος Ιουνίου το οικόπεδο που στεγάζεται η ΒΙΟΜΕ είναι προστατευμένο από τη νομοθετική ρύθμιση που ανέστειλε τους πλειστηριασμούς για ένα εξάμηνο, ενώ έχει ήδη ζητηθεί η εξαίρεσή του και η συνέχιση της διαδικασίας με τα υπόλοιπα οικόπεδα , στα οποία στεγαζόταν το σύνολο της επιχείρησης προ πτώχευσης. «Στο παρελθόν, ο ίδιος κίνδυνος, του πλειστηριασμού, αντιμετωπίστηκε κινηματικά και με επιτυχία μέσω συνεχών αποκλεισμών και κινητοποιήσεων τις μέρες αυτών. Μετά την εκπνοή αυτού του εξαμηνιαίου διαστήματος, δε θέλουμε να βρεθούμε στην ίδια κατάσταση, γι’ αυτό κλιμακώνουμε τόσο την παραγωγική μας δραστηριότητα όσο και την κοινωνική, αγωνιστική μας δράση».

Δίπλα στη νομική λύση για την περίπτωση της ΒΙΟΜΕ, δεν θα μπορούσε ν’ απουσιάζει κι η πολιτική: «να κατοχυρωθεί αυτό που κάνουμε, να συνεχιστεί να γίνεται χωρίς την απειλή της καταστολής ή της έξωσης. Εκεί που θα ήταν μια ερειπωμένη εγκατάσταση, εμείς συνεχίζουμε μια δραστηριότητα και, μάλιστα, μ’ έναν τρόπο που πιστεύουμε ότι είναι πολύ πιο δημιουργικός και πολύ πιο ουσιαστικός για τον εργαζόμενο και την κοινωνία».

Η αλληλέγγυα οικονομία της ΒΙΟΜΕ, ωστόσο, φύεται και μεγαλώνει μέσα σε χώμα μπολιασμένο με κανόνες και νόμους αντιδιαμετρικά αντίθετους με τις αρχές της. «Νομίζω ότι η δύναμη της δική μας εργασίας και της αλληλεγγύης μπορεί είναι πολύ πιο δυνατή απ’ όσο θεωρούμε ακόμη κι εμείς οι ίδιοι. Είναι αρκετά δυνατή για ν’ αντιμετωπίσει τις επιθέσεις και τα εμπόδια που συνθλίβουν την κοινωνία συνολικά», καταλήγει ο κύριος Χαριτάκης. 
Το παράδειγμα της ΒΙΟΜΕ ακολούθησαν προσφάτως κι οι επονομαζόμενοι Ρομπέν του Ξύλου, το κατειλημμένο, αυτοδιαχειριζόμενο εργοστάσιο επεξεργασίας ξυλείας στην Ημαθία. «Μπορούν να γενικευτούν αυτές οι πρακτικές χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για κάτι εύκολο ή με δεδομένη κατάληξη. Το κίνημα της αυτοδιαχείρισης είναι συστατικό στοιχείο του ευρύτερου εργατικού και κοινωνικού κινήματος, αναγκαίο για να έρθει ο κοινωνικός μετασχηματισμός που όλοι επιθυμούμε. Συγκριτικά με άλλες μορφές αγώνα και διεκδίκησης, είναι ένας τρόπος άμεσης αλλαγής κάποιων σχέσεων εργασίας και συνθηκών παραγωγής, έστω και σε μια μικρή κλίμακα. Εντούτοις, από τη μικρή κλίμακα μπορεί να γίνει αντιληπτό τι είναι αυτό που επιδιώκουμε και στη μεγάλη κλίμακα της κοινωνίας. Από μόνο του, όμως, δεν μπορεί να δώσει συνολική πολιτική και κοινωνική απάντηση.»

Η καρυδόψυχα αυτού του εγχειρήματος, που ξεκίνησε πριν λίγα χρόνια και φαίνεται να προχωρά, μαινόμενο, προς το μέλλον, ίσως να είναι η αλλαγή που έχει τελεστεί στις συνήθεις τακτικές που ακολουθούσαν οι εργαζόμενοι. «Είναι εξαιρετικής σημασίας η αυτοεκπαίδευση όλων μας. Από εκεί που έχεις μάθει να λειτουργείς σαν ένας εργαζόμενος μ’ έναν επιστάτη από πάνω σου, σε μια ιεραρχική λειτουργία στην οποία εσύ απλώς εκτελείς ορισμένα καθήκοντα, ξαφνικά θα πρέπει να διευθύνεις μαζί με όλους τους υπόλοιπους ισότιμα και συλλογικά μια ολόκληρη διαδικασία. Να τη διευθύνεις με τρόπο που δεν θα έχεις την ευκολία της εκμετάλλευσης του εργαζόμενου ή της επιβάρυνσης της φύσης, αλλά με τους περιορισμούς, πρώτον, του ότι όλοι πρέπει να είμαστε ελεύθεροι κι αξιοπρεπείς και, δεύτερον, ότι η φύση δεν πρέπει να επιβαρύνεται από τη δική μας δραστηριότητα».

Στο τέλος της ημέρας, το ερώτημα που καλείται ο καθείς ν’ απαντήσει είναι ένα και μοναδικό: ποιες είναι οι συνθήκες μέσα στις οποίες θέλουμε να ζούμε; Κι αν δώσουμε μιαν απάντηση, το επόμενο βήμα είναι ν’ αναλογιστούμε αν μπορούμε να τις διαμορφώσουμε. «Εμείς οι εργαζόμενοι, οι δημιουργοί του πλούτου, μπορούμε να τα καταφέρουμε και όχι μόνο στο μικρό εργοστάσιο, αλλά συνολικά στην κοινωνία. Μπορούμε να ζήσουμε μόνοι μας, χωρίς αφεντικά, και, μάλιστα, καλύτερα. Μπορούμε να συνεργαστούμε και όχι ν’ ανταγωνιζόμαστε στις αγορές εργασίας του καπιταλισμού. Το σύνθημά μας είναι: μπορούμε. Δεν μπορείτε εσείς; Mπορούμε εμείς», δηλώνει με σιγουριά ο κύριος Χαριτάκης.

Ίσως, Κεμάλ, ήρθε η ώρα να διακόψεις τον ύπνο σου. Ίσως, τελικά, αυτός ο κόσμος να μπορεί ν’ αλλάξει.

Σάββατο 16 Απριλίου 2016

"Το όνομά μου είναι Άνθρωπος"

Mein Name ist Mensch

Τon Steine Scherben

«Εχω πολλούς πατέρες κι έχω πολλές μητέρες
Κι έχω πολλές αδερφές κι έχω πολλούς αδερφούς
Οι αδελφοί μου είναι μαύροι κι οι μητέρες μου κίτρινες
Κι οι πατέρες μου είναι κόκκινοι κι οι αδελφές μου ανοιχτόχρωμες.


Refrain 
Κι είμαι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων
Και τ' όνομά μου είναι άνθρωπος

Κι είμαι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων
Και τ' όνομά μου είναι άνθρωπος.


Και ζω απ' τον αέρα και ζω απ' το ψωμί
Και ζω απ' το φως και ζω απ' την αγάπη
Κι έχω δυο μάτια κι όλα μπορώ να τα δω
Κι έχω δυο αυτιά κι όλα μπορώ να τα καταλάβω.
Κι έχουμε έναν εχθρό, αυτός μας στερεί τη μέρα
Ζει απ' τη δική μας τη δουλειά
Και ζει απ' τη δύναμή μας
Κι έχει δυο μάτια και δεν θέλει να δει
Κι έχει δυο αφτιά, κι όμως δεν θέλει να καταλάβει.
Κι είναι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων
Κι έχει πολλά ονόματα.
Και ξέρω, θα πολεμήσουμε
Και ξέρω, θα νικήσουμε
Και ξέρω, θα ζήσουμε
Και θ' αγαπηθούμε
Κι ο πλανήτης Γη
Σ' όλους μας θ' ανήκει
Κι ο καθένας θα έχει αυτό που χρειάζεται
Και δεν θα πάρει πια δέκα χιλιάδες χρόνια
Γιατί έφτασε η ώρα».

απόσπασμα από την εισήγηση του Τέο Ρόμβου στην εκδήλωση Αναδρομή στην ιστορία των Εξαρχείων που έγινε την την Πέμπτη 14 Απρίλη στο Νοσότρος.

Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Εκδήλωση ενάντια στην υποβάθμιση/κλείσιμο του 35ου Δημοτικού Σχολείου στα Εξάρχεια


Ο Σύλλογος Διδασκόντων, ο Σύλλογος Γονέων/Κηδεμόνων και οι Μαθητές του 35ου Δημοτικού Σχολείου Εξαρχείων μαζί με τη Λαϊκή Συνέλευση Εξαρχείων στην οποία συμμετέχει και το Δίκτυο Κοινωνικής Αλληλεγγύης Εξαρχείων, διοργανώνουν ανοικτή εκδήλωση ενάντια στην υποβάθμιση/κλείσιμο του 35ου Δημοτικού Σχολείου.

Η εκδήλωση θα γίνει στην πλατεία Εξαρχείων το Σάββατο 16 Απρίλη από τις 2 μ.μ έως αργά το βράδυ.

Η προσέλευση στην εκδήλωση είναι ελεύθερη. Καλούμε γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικούς, επαγγελματίες και εργαζόμενους στη γειτονιά, κατοίκους των Εξαρχείων αλλά και κάθε έναν που πιστεύει, όπως και εμείς, πως δεν πρέπει να κλείνει κανένα σχολείο.

Το πρόγραμμα της εκδήλωσης απευθύνεται σε μικρούς και μεγάλους.
Στην παιδική ζώνη περιλαμβάνονυται: παιγνίδια και δημιουργική απασχόληση των παιδιών, παιδικό θέατρο, αφήγηση παραμυθιών, μπαλέτο, χορός από τους μαθητές του σχολείου, τσίρκο.

Στη μουσική ζώνη μουσικά σχήματα θα παίξουν έντεχνο, παραδοσιακό, ρεμπέτικο και λαϊκό ρεπερτόριο.

Αναλυτικά το πρόγραμμα
Ξεκίνημα με μουσικές από το μπουζούκι του Σταύρου

ΠΑΙΔΙΚΗ ΖΩΝΗ
-Παραμύθια για παιδιά με την Γεωργία Χαϊκάλη και την Μαρία Κωνσταντή
-Παραμύθια-παιγνίδι του Αισώπου και των Αδελφών Γκριμ από τη θεατρική ομάδα "Τόπι".
-Χοροί από τους μαθητές του 35ου Δημοτικού Σχολείου.
-Θεατρική παράσταση. "Ο Κλέφτης των Επτά Κάκτων" από το "Θέατρο Αλληλεγγύης για Παιδιά".
-Τσίρκο "Cachivache" Απόλαυση για μικρά και ..μεγάλα παιδιά

ΜΟΥΣΙΚΗ ΖΩΝΗ
-Οι "Ψυχή του Δρόμου" σε παραδοσιακό και λαϊκό ρεπερτόριο
-Η "Λαϊκή Ορχήστρα της Λαμπηδόνας" σε έντεχνο, παραδοσιακό και λαϊκό ρεπερτόριο και ρεμπέτικα τραγούδια.
Links που ενημερώνουν για τους καλλιτέχνες/ ή τις δράσεις τους που μετέχουν στην εκδηλώση.

ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ
ΛΑΙΚΗ ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΛΑΜΠΗΔΟΝΑΣ

Θεατρική ομάδα "Τόπι"

Θέατρο αλληλεγγύης για παιδιά

Τσίρκο cachivache
https://www.youtube.com/watch?v=7Iu1pmIWrCU

ΟΧΙ ΣΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ 35ου ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ

Με λύπη πληροφορηθήκαμε ότι η απελθούσα Διευθύντρια της Α`βάθμιας Εκπαίδευσης Α`Αθήνας εισηγήθηκε τον υποβιβασμό του 35ου Δημοτικού Σχολείου από εξαθέσιο σε τετραθέσιο!
Αν αυτό εφαρμοστεί θα οδηγήσει μετά βεβαιότητας το σχολείο σε κλείσιμο, αφού κανένας γονιός δεν θα δεχθεί τα παιδιά του να έχουν συνδιδασκαλία με παιδιά άλλης τάξης και θα αναγκαστεί να τα στείλει στα άλλα σχολεία της περιοχής, με βεβαρημένο αριθμό μαθητών σε κάθε τάξη.

Ο καθένας αντιλαμβάνεται πόσο ζωτική είναι η ύπαρξη του σχολείου για την γειτονιά μας και πόσο αυτή θα υποβαθμιστεί, εάν το αφήσουμε να κλείσει αφού το σχολείο όχι μόνο αποτελεί πολιτιστική και πνευματική εστία της περιοχής, αλλά την διατηρεί ως ζώνη κατοικίας, ικανοποιώντας τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών της.

Χωρίς το 35ο Δημοτικό Σχολείο οι οικογένειες θα αναγκαστούν να φύγουν από τη γειτονιά μας. Αυτό θα είναι τεράστιο και ανεπανόρθωτο πλήγμα για τα Εξάρχεια που θα οδηγήσει στην πλήρη υποβάθμισή τους.

Το ιστορικό 35ο Δημ.Σχολείο σχεδιάστηκε το 1930 από τον εμπνευσμένο αρχιτέκτονα Νικόλαο Μητσάκη και ως κτήριο πληροί όλες τις προδιαγραφές για τη λειτουργία του ως δημοτικού σχολείου με όλες τις αίθουσές του ηλιόλουστες, ευρύχωρες και ψηλοτάβανες, πλήρως εξοπλισμένες (διαδραστικοί πίνακες, βιβλιοθήκες,ηλεκτρονικοί υπολογιστές κ.λπ.) με υπέροχη αυλή για τα παιδιά και μηδενικό δείκτη ατυχημάτων.

Οι φορείς του 35ου Δημοτικού Σχολείου, οι κάτοικοι και οι συλλογικότητες των Εξαρχείων απαιτούμε να μη ληφθεί υπ`όψη από τα αρμόδια όργανα η εισήγηση του υποβιβασμού. Να παραμείνει το 35ο Σχολείο εξαθέσιο.

Είμαστε αποφασισμένοι να παλέψουμε γι`αυτό το σκοπό έως την τελική δικαίωσή μας.

Σύλλογος Διδασκόντων,
Σύλλογος Γονέων/Κηδεμόνων και Μαθητές του 35ου Δημοτικού Σχολείου,
Λαϊκή Συνέλευση Εξαρχείων.