Αποσπάσματα από το αφιέρωμα των ιστορικών σελίδων της "Εφημερίδας των Συντακτών" στον "μακεδονομάχο" και εθνικό "ήρωα" Παύλο Μελά...με τίτλο "Ο αληθινός Παύλος Μελάς"
.......
.......
Τραμπουκισμός και βαθύ κράτος
Γεννημένος στη Μασσαλία το 1870 με πατέρα μεγαλέμπορο της διασποράς κι αργότερα δήμαρχο Αθηναίων (1891-1894), ο Παύλος επέλεξε, όπως και δύο ακόμη από τους τέσσερις αδερφούς του, τη στρατιωτική καριέρα.
Το 1891 αποφοίτησε από την Ευελπίδων και την επόμενη χρονιά παντρεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη τού τότε υπουργού Εξωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργού (την εποχή του Κιλελέρ).
Από τα αδέρφια του, ο Γεώργιος χρημάτισε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, ο Βασίλειος υπασπιστής του βασιλιά Αλέξανδρου, οι δε Λέων και Κωνσταντίνος βουλευτές Αγυιάς και Ιωαννίνων· αυλάρχης του πρίγκιπα Νικολάου υπήρξε και ο γαμπρός του, Εκτωρ Ρωμάνος. Πατρική κατοικία, μετά την εγκατάσταση της οικογένειας στην Αθήνα το 1874, ήταν το σημερινό μέγαρο της «Αθηναϊκής Λέσχης» στην Πανεπιστημίου. Ως τέκνο του «πρώτου οικιστή» της Κηφισιάς, ο Παύλος θα χτίσει πάλι εκεί το 1894 την εξοχική έπαυλή του.
Το ψυχογράφημα του νεαρού αξιωματικού που αναδύεται από τα γραπτά του είναι αυτό ενός ανθρώπου που μεγάλωσε σε αυταρχικό περιβάλλον, εγκλωβίστηκε με τον γάμο του σ’ ένα ακόμη αυταρχικότερο κι έζησε στη σκιά μεγαλεπήβολων οραμάτων.
Σαφώς λιγότερο ευφυής και απείρως συναισθηματικότερος από τον πεθερό, τον κουνιάδο και τη σύζυγό του, μοιραζόταν μαζί τους τον ίδιο βαθύ συντηρητισμό, την ίδια περιφρόνηση για τον απλό λαό (τους «μικρούς ανθρώπους») κι ένα κοινό μίσος για τις «δημοκρατικές θεωρίες που λυμαίνονται την Ευρώπη».
Θα συνδέσει δε άρρηκτα την εθνική του δράση με την οικοδόμηση του εγχώριου βαθέος κράτους μετά τη χρεοκοπία του ελληνικού Δημοσίου το 1893· στο μυαλό του, όπως και σ’ αυτά των συνοδοιπόρων του, αυτά τα δύο ήταν άλλωστε αξεδιάλυτα.
Για πρώτη φορά ο ανθυπολοχαγός Μελάς απασχόλησε τη δημόσια ζωή στις 20 Αυγούστου 1894, όταν μαζί με 85 συναδέλφους του πραγματοποίησε τον πρώτο του πολεμικό άθλο − κατά του εσωτερικού, βεβαίως, εχθρού.
Ενοχλημένοι από ένα κύριο άρθρο της «Ακροπόλεως» (14/8/1894), το οποίο συνέδεε ειρωνικά τις βιαιοπραγίες αξιωματικών κατά πολιτών με τη δαπανηρότατη συντήρησή τους από τον καταχρεωμένο κρατικό κορβανά, οι 85 βαθμοφόροι με τους φαντάρους τους επέδραμαν στα γραφεία της εφημερίδας και το σπίτι του ιδιοκτήτη της Βλάση Γαβριηλίδη και τα ρήμαξαν με τσεκούρια, αξίνες και συναφή εργαλεία, τσεπώνοντας όσα χρήματα βρέθηκαν στα κατεστραμμένα συρτάρια.
Παραπέμφθηκαν φυσικά στο στρατοδικείο με τη (μάλλον ήπια) κατηγορία της φθοράς ξένης περιουσίας, αθωώθηκαν όμως πανηγυρικά δίχως την παραμικρή αιτιολογία (24/9/1894). Η τιμή του επαγγέλματος είχε αποκατασταθεί διά ροπάλου και εκ του ασφαλούς, με την κάλυψη των ομοφρόνων προϊσταμένων.
.......
.......
Προβοκάτσια στα σύνορα
Προβοκάτορες στα σύνορα. Οι αξιωματικοί Παύλος Μελάς και Κωνσταντίνος Μαζαράκης με τους «αντάρτες» της «Εθνικής Εταιρείας» που πυροδότησαν τον καταστροφικό ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 | ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΕΛΑ, «ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ» (1964)
Μοναδική συνεισφορά της «Εθνικής Εταιρείας» στην πατρίδα υπήρξε, ως γνωστόν, μια εθνική συμφορά: η πυροδότηση του καταστροφικού ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 με την εισβολή 3.000 έμμισθων «ανταρτών» της στο τουρκικό έδαφος (26/3/1897).
Παρά τους αρχικούς λεονταρισμούς, ο ελληνικός στρατός αποσυντέθηκε μέσα σε μια βδομάδα στο άκουσμα πως «έρχονται οι Τούρκοι»· στις 7/5 εγκατέλειψε πανικόβλητος ακόμη και τη Λαμία, με τα στρατεύματα του σουλτάνου να κατευθύνονται προς την Αθήνα.
Το κρατίδιο του 1830 επέζησε τελικά εκλιπαρώντας τις προστάτιδες Δυνάμεις (οι ισορροπίες των οποίων δεν επέτρεπαν τόσο ριζικές αναδιατάξεις του χάρτη της Βαλκανικής), καταβάλλοντας στους Οθωμανούς μια καθόλου ευκαταφρόνητη αποζημίωση 4.000.000 λιρών κι αποδεχόμενο Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο για την ικανοποίηση των (Γερμανών, κυρίως) πιστωτών του.
Η προσωπική συμβολή του Παύλου Μελά σ’ αυτή την πανωλεθρία υπήρξε κάτι παραπάνω από κομβική, όπως διαβάζουμε στην επίσημη βιογραφία του. Με την κάλυψη των ανωτέρων του και του πρίγκιπα Νικολάου παρέλαβε αυτοπροσώπως τους «εθελοντές» της Ε.Ε. στον Βόλο (13/3) και τους μετέφερε στα σύνορα, με μια αμαξοστοιχία 55 βαγονιών και τη ρητή πρόθεση να πυροδοτήσει τον πόλεμο.
«Θα επανέλθω ταχύτατα εις την θέσιν μου διότι έχω την πεποίθησιν ότι θ’ αρχίσωμεν αμέσως το τουφέκι», γράφει στις 16/3 στον πατέρα του, πρόεδρο του «φανερού τμήματος» της Εταιρείας (σ.79), για να επαναλάβει ανυπόμονα στις 25/3: «Κρίμα εις τας ελπίδας του κόσμου. Τίποτε σήμερον· ούτε ένα τουφέκι» (σ.86). Με την κήρυξη του πολέμου, πετάει πια στα σύννεφα: «Η φωτιά άναψεν επί τέλους. Δεν ημπορώ να περιγράψω την ευτυχίαν και τον ενθουσιασμόν μου» (σ.95-6).....
Η συνέχεια του αφιερώματος εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για οποιαδήποτε πληροφορία ή ερώτηση στείλτε email στο dikaexarchion@gmail.com.